Η απάντηση του ΥΠΟΙΚ στην παραίτηση των οικονομικών εισαγγελέων Γ. Πεπόνη και Σ. Μουζακίτη - Τροποποίηση άρθρων νόμου 2523/1997

Οικονομικές Ειδήσεις

29 Δεκέμβριος 2011
Taxheaven.gr

Κοινή δήλωση Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών κ. Ευάγγελου Βενιζέλου και Υπουργού Δικαιοσύνης κ. Μιλτιάδη Παπαϊωάννου


ΥΠ.ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ

 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
 ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
 Νίκης 5-7
 10180 Αθήνα
 ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ Tηλ.: 210-3332551/2
 Fax: 210-3332559
 e-mail: [email protected]
 
Αθήνα, 28 Δεκεμβρίου 2011
 

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΥΠΟΥ
 


Ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος και ο Υπουργός Δικαιοσύνης κ. Μιλτιάδης Παπαϊωάννου, έκαναν την ακόλουθη δήλωση:
 
Με θεσμική έκπληξη πληροφορηθήκαμε από αναρτήσεις στο διαδίκτυο και τα μέσα ενημέρωσης ότι οι αντεισαγγελείς εφετών κ.κ. Γρηγόριος Πεπόνης και Σπύρος Μουζακίτης, επιφορτισμένοι, με απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου, με τα καθήκοντα του Οικονομικού Εισαγγελέα και του αναπληρωτή του, υπέβαλαν προς τον εποπτεύοντά τους αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Νικ. Παντελή την «παραίτησή» τους από τα καθήκοντα αυτά. Ως αιτία της κίνησής τους αυτής φέρεται, σύμφωνα με τις παραπάνω «πηγές», το γεγονός ότι «ήδη με σχέδιο νόμου που πρόκειται να κατατεθεί και μας κοινοποιήθηκε, όλως προφασιστικώς και με δήθεν επιχειρήματα ως αιτιολογία, επιχειρείται η αντικατάστασή μας και η απαλλαγή από την παρουσία μας».
 
Με τη δημόσια αυτή κίνηση των παραπάνω αντεισαγγελέων εφετών επιχειρείται να δημιουργηθεί η εντύπωση της παρέμβασης στο έργο τους. Αυτό πλήττει βαθειά το κύρος της Δικαιοσύνης, καθώς ως παρέμβαση στο έργο τους εκλαμβάνεται η δήθεν πρόθεση της Κυβέρνησης να καταθέσει προς τη Βουλή σχέδιο νόμου με το οποίο τη θέση του Οικονομικού Εισαγγελέα αναλαμβάνει, αντί για αντεισαγγελέας εφετών, αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου!
 
Άρα, η ανάθεση των καθηκόντων του Οικονομικού Εισαγγελέα σε ανώτερο εισαγγελικό λειτουργό εκλαμβάνεται από τους δύο παραπάνω αντεισαγγελείς εφετών ως προσβολή και ως παρέμβαση, την οποία προφανώς θα ασκήσει η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου. Μήπως οι αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου και ο επικεφαλής τους Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου έχουν μικρότερο ζήλο, παρέχουν περιορισμένα εχέγγυα ανεξαρτησίας και είναι επιρρεπείς στη συγκάλυψη οικονομικών εγκλημάτων ή δεκτικοί εξωθεσμικών παρεμβάσεων;
 
Η αλήθεια είναι ότι σε υπηρεσιακό επίπεδο είχε εκπονηθεί προσχέδιο διάταξης, μεταξύ πολλών άλλων και για την ανάθεση των καθηκόντων του Οικονομικού Εισαγγελέα σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, με στόχο την καλύτερη και αποτελεσματικότερη λειτουργία του θεσμού σε πανελλαδικό επίπεδο.
 
Μάλιστα, κατά την πρόσφατη συνεδρίαση της Εθνικής Επιτροπής κατά της Φοροδιαφυγής που συνήλθε υπό την προεδρία του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και Υπουργού Οικονομικών, ετέθη το ερώτημα αν θα ήταν προτιμότερο για λόγους δικονομικούς, αλλά και λειτουργικούς, να τοποθετηθεί αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου ως Οικονομικός Εισαγγελέας. Το ερώτημα αυτό απετέλεσε αντικείμενο ευρείας συζήτησης στην οποία μετείχε ο αντεισαγγελέας εφετών κ. Πεπόνης, αλλά και οι παριστάμενοι αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Νικολούδης και πρώην αντεισαγγελέας εφετών κ. Διώτης, Ειδικός Γραμματέας ΣΔΟΕ, που θεώρησαν ότι ο θεσμός λειτουργεί ικανοποιητικά ως έχει.
 
Επιπλέον αυτού, το σχετικό προσχέδιο ετέθη υπόψη του κ. Πεπόνη για να διατυπώσει και εγγράφως την άποψή του, χωρίς να έχει διαμορφωθεί σε κανένα πολιτικό επίπεδο κυβερνητική απόφαση για την ανάληψη της σχετικής νομοθετικής πρωτοβουλίας.

Συνεπώς, η βεβιασμένη και υπερβολική δημόσια αντίδραση των δύο αντεισαγγελέων εφετών, που δημιουργεί την εντύπωση ότι οι θεσμοί δυσλειτουργούν και συνιστά παρέμβαση στα καθήκοντά τους ακόμη και η σκέψη να ανατεθούν τα καθήκοντα του Οικονομικού Εισαγγελέα σε αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, συνιστά σαφή προσβολή της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και θέτει σημαντικά ζητήματα κύρους και αξιοπιστίας της Δικαιοσύνης, επί των οποίων είναι βέβαιον ότι θα επιληφθεί αμέσως ο κ. Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου.
 
Οι πολίτες δεν αντέχουν άλλο υπαινιγμούς και αοριστίες και μάλιστα από εισαγγελικούς λειτουργούς τεταγμένους στην υπηρεσία του δημοσίου συμφέροντος. Τον τελευταίο καιρό έχουν γίνει πολύ σημαντικά και συγκεκριμένα βήματα στον αγώνα κατά της φοροδιαφυγής με την ενεργοποίηση των ποινικών φορολογικών διατάξεων και είναι κρίμα να δημιουργούνται τώρα εσφαλμένες εντυπώσεις στην κοινή γνώμη.

Όποιος ισχυρίζεται ότι υπάρχει θέμα «υπαγόρευσης ή απαγόρευσης» στη δράση του ως εισαγγελικού λειτουργού, οφείλει να αναφέρει αμέσως συγκεκριμένα στοιχεία, διαφορετικά συμβάλλει στη δημιουργία «γκρίζων ζωνών» που τόσο πολύ έχουν δηλητηριάσει τα τελευταία χρόνια τον δημόσιο βίο.
 


Σημείωση:
 Επισυνάπτεται αντίγραφο προσχεδίου ρύθμισης για την αναβάθμιση του θεσμού του Οικονομικού Εισαγγελέα σε επίπεδο αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, επί του οποίου έχει ζητηθεί η γνώμη του υπηρετούντος Οικονομικού Εισαγγελέα, αντεισαγγελέα εφετών κ. Γρ. Πεπόνη.



ΥΠ.ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ


Άρθρο ?
 
Τροποποίηση του άρθρου 17 Α ν. 2523/1997 για τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος
 
1. Οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 17 Α του ν. 2523/1997 (Α΄179) αντικαθίστανται ως εξής:

«1. Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ορίζεται αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Η τοποθέτησή του διενεργείται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου. Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος εκτελεί τα καθήκοντά του με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση και συνεπικουρείται από τρείς τουλάχιστον εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς πρωτοδικών από εκείνους που υπηρετούν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, οι οποίοι ορίζονται από τον διευθύνοντα αυτήν. Με την ίδια απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται και ο αναπληρωτής του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, ο οποίος είναι νεότερος κατ’ αρχαιότητα από εκείνον αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου.

 2. Στις Εισαγγελίες Εφετών της Χώρας ορίζεται από τους διευθύνοντες αυτές ένας αντεισαγγελέας εφετών, ο οποίος ασχολείται με τη διερεύνηση των οικονομικών εγκλημάτων και αποτελεί το σύνδεσμο των εισαγγελέων του πρώτου βαθμού με τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος».

2. Η παράγραφος 4 του άρθρου 17 Α του ν. 2523/1997 (Α΄179) αντικαθίσταται ως εξής:

«4. Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ενημερώνεται, είτε απευθείας είτε μέσω των αντεισαγγελέων εφετών ή των εισαγγελέων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, για όλες τις καταγγελίες και πληροφορίες που περιέρχονται στις υπηρεσίες της παραγράφου 3 για εγκλήματα της αρμοδιότητάς του, αξιολογεί δε και ερευνά αυτές, καθώς και κάθε άλλη πληροφορία που περιέρχεται σε γνώση του με οποιοδήποτε τρόπο».

3. Στο τέλος της παραγράφου 5 του άρθρου 17 Α του ν. 2523/1997 (Α΄179) προστίθεται φράση ως εξής:
«καθώς και από τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών».
 
4. Η παράγραφος 7 του άρθρου 17 Α του ν. 2523/1997 (Α΄179) καταργείται.

5. Ο εισαγγελικός λειτουργός που έχει οριστεί, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 17 Α του ν. 2523/1997 όπως αυτό προστέθηκε με το άρθρο 2 του ν. 3943/2011, ως Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, καθώς και ο αναπληρωτής του, παραμένουν στις θέσεις τους αυτές μέχρι την ανάληψη των καθηκόντων του νέου Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος στον οποίο παραδίδουν και ενημερώνουν αυτόν για τις τρέχουσες υποθέσεις και μετά ταύτα επανέρχονται αυτοδικαίως στις οργανικές τους θέσεις.

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ
 
Με το άρθρο 2 του ν. 3943/2011 προστέθηκε άρθρο 17 Α στο ν. 2523/1997 και προβλέφθηκε ο θεσμός του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος. Ορίστηκε δε, ότι Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος ορίζεται αντεισαγγελέας εφετών, από εκείνους που υπηρετούν στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, ύστερα από απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου και ο οποίος εκτελεί τα καθήκοντά του με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση και συνεπικουρείται από τρείς τουλάχιστον εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς πρωτοδικών από εκείνους που υπηρετούν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών και έναν από εκείνους που υπηρετούν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Θεσσαλονίκης. Το έργο των κατά τα άνω Εισαγγελέων εποπτεύει και συντονίζει αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, που ορίζεται με πλήρη ή μερική απασχόληση από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Περαιτέρω, ορίστηκε ότι η κατά τόπο αρμοδιότητα του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος «επεκτείνεται σε όλη την Επικράτεια». Ακόμη, ότι αυτός για τη διερεύνηση των υποθέσεων που ανήκουν στην αρμοδιότητά του μπορεί να παραγγέλλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης ή προανάκρισης από όλους τους γενικούς ή ειδικούς προανακριτικούς υπαλλήλους της Χώρας, με σύμφωνη δε γνώμη του εποπτεύοντος αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, μπορεί να παραγγέλλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης από τον κατά τόπο αρμόδιο εισαγγελέα πρωτοδικών.
Το άνω ‘σχήμα’ δεν μπορεί να λειτουργήσει στην πράξη, αφού με τις άνω αρμοδιότητες ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος, αν και είναι αντεισαγγελέας εφετών ανήκων στη δύναμη της Εισαγγελίας Εφετών Αθηνών, μεταβάλλεται σε εισαγγελέα με τοπική αρμοδιότητα σε ολόκληρη την επικράτεια, συντονίζων και καθοδηγών τους 2.000 περίπου ανακριτικούς υπαλλήλους (όπως αναφέρεται στην Αιτιολογική Έκθεση του ν. 3943/2011) που ασχολούνται με τη δίωξη του οικονομικού εγκλήματος. Ένα τέτοιο πλαίσιο λειτουργίας του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος είναι αντίθετο με βασικές διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που ρυθμίζουν την τοπική αρμοδιότητα και ενδέχεται να δημιουργήσει πολλά και δυσεπίλυτα προβλήματα στην πράξη. Επιβάλλεται, συνεπώς να εξορθολογιστεί η διάταξη. Γι’ αυτό ορίζεται ως Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, ο οποίος πράγματι έχει πανελλήνια εμβέλεια και τοπική αρμοδιότητα σε όλη την επικράτεια. Η τοποθέτησή του διενεργείται με προεδρικό διάταγμα που εκδίδεται ύστερα από απόφαση του οικείου Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου. Ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος εκτελεί τα καθήκοντά του με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση και συνεπικουρείται από τρείς τουλάχιστον εισαγγελείς ή αντεισαγγελείς πρωτοδικών από εκείνους που υπηρετούν στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, οι οποίοι ορίζονται από τον διευθύνοντα την άνω Εισαγγελία. Προτιμήθηκε, να συνεπικουρείται στο έργο του ο Εισαγγελέας Οικονομικού Εγκλήματος με εισαγγελείς του πρώτου βαθμού, παρά με εισαγγελείς του δεύτερου βαθμού, για το λόγο ότι αφενός μεν οι πρώτοι βρίσκονται σε πλησιέστερη λειτουργική σχέση με τους προανακριτικούς υπαλλήλους, αφετέρου δε διότι στην Εισαγγελία Εφετών Αθηνών (από όπου θα μπορούσε να ληφθούν εισαγγελείς για συνεπικουρία) υπηρετεί μικρός αριθμός εισαγγελικών λειτουργών. Με την ίδια απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου ορίζεται και ο αναπληρωτής του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, ο οποίος είναι επίσης αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου, αλλά νεότερος κατ’ αρχαιότητα από εκείνον. Στις Εισαγγελίες Εφετών της Χώρας ορίζεται, από τους διευθύνοντες αυτές, ένας αντεισαγγελέας εφετών, ο οποίος ασχολείται με τη διερεύνηση των οικονομικών εγκλημάτων και αποτελεί το σύνδεσμο των εισαγγελέων του πρώτου βαθμού με τον Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος-αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Με το οργανόγραμμα αυτό, είναι βέβαιο ότι θα λειτουργήσει καλλίτερα ο θεσμός του Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος και θα επιτευχθούν πράγματι οι στόχοι που έθετε η Αιτιολογική Έκθεση του Σ/Ν που ψηφίστηκε ως ν. 3943/2011.