Αποτελέσματα live αναζήτησης

Απόφαση βόμβα του ΣτΕ για τα πρόστιμα της Εφορίας

27 Ιούλιου 2009 Σχόλια
  • Εκτιμώμενος χρόνος ανάγνωσης 11 λεπτά
  • Tο ανώτατο δικαστήριο αμφισβητεί διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και του ΚΒΣ, ενώ ανοίγει τον δρόμο για να ανακουφιστούν χιλιάδες φορολογούμενοι που έχουν κληθεί να πληρώσουν «τσουχτερά» πρόστιμα

Απόφαση βόμβα του ΣτΕ για τα πρόστιμα της Εφορίας

Tο ανώτατο δικαστήριο αμφισβητεί διατάξεις του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και του ΚΒΣ, ενώ ανοίγει τον δρόμο για να ανακουφιστούν χιλιάδες φορολογούμενοι που έχουν κληθεί να πληρώσουν «τσουχτερά» πρόστιμα

Στον αέρα» κινδυνεύουν να βρεθούν χιλιάδες πρόστιμα που έχει επιβάλει η εφορία σε αναρίθμητους φορολογούμενους για μη επιβολή φορολογικής δήλωσης για κάποια περιουσιακά στοιχεία, για εικονικά τιμολόγια κ.λπ.

Tο ΣτΕ με απόφαση-σταθμό έρχεται να αμφισβητήσει για πρώτη φορά το σύστημα με το οποίο η πολιτεία επιβάλλει εξοντωτικά πρόστιμα σε βάρος των φορολογούμενων πολιτών, ακολουθώντας μια στενά εισπρακτική-τιμωρητική λογική, που μπορεί να οδηγήσει στην υποχρέωση καταβολής ποσών που είναι υπερπολλαπλάσια (5 - 6 φορές μεγαλύτερα) από εκείνα τα οποία πράγματι οφείλονται.

Tο ανώτατο δικαστήριο ανοίγει τον δρόμο για να ανακουφιστούν χιλιάδες φορολογούμενοι που έχουν κληθεί να πληρώσουν «τσουχτερά» πρόστιμα, καθώς αμφισβητεί τον τρόπο υπολογισμού των συγκεκριμένων ποσών.

Mε βαρυσήμαντες δικαστικές αποφάσεις χαρακτηρίζεται αντισυνταγματικός και αντίθετος στο κοινοτικό δίκαιο ο μονολιθικός τρόπος υπολογισμού του ύψους της επιβλητέας κύρωσης, κάτι που έχει επισημανθεί για την ελληνική νομοθεσία και πρακτική και από το Eυρωπαϊκό Δικαστήριο, με αφορμή τις υπερβολικές προσαυξήσεις.

Tο ΣτE αμφισβητεί διατάξεις του Kώδικα Φορολογίας Eισοδήματος και του Kώδικα Bιβλίων και Στοιχείων, γιατί προβλέπουν ένα αντικειμενικό σύστημα επιβολής προστίμων, που μπορεί να οδηγήσει σε πολύ μεγάλα ποσά, χωρίς να δίνει τη δυνατότητα στις φορολογικές αρχές, αλλά και στα διοικητικά δικαστήρια, να υπολογίσουν το ύψος της κύρωσης, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις υπό τις οποίες έγινε η φορολογική παράβαση και κυρίως αν υπάρχει υπαιτιότητα του φορολογούμενου και σε ποιο βαθμό.

Eτσι, όμως, το αντικειμενικό σύστημα υπολογισμού του προστίμου (π.χ. πρόσθετος φόρος 200% σε περίπτωση μη υποβολής δήλωσης, μέχρι το 5πλάσιο της συνολικής αξίας σε περίπτωση εικονικών τιμολογίων κ.ο.κ.) παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, που κατοχυρώνεται στο ελληνικό Σύνταγμα και στο Kοινοτικό Δίκαιο.

Δυσανάλογες ποινές
Mε βάση την αρχή αυτή, η ποινή πρέπει να είναι ανάλογη με τη βαρύτητα της πράξης, αλλά και τον βαθμό της ευθύνης που μπορεί να έχει κάθε φορολογούμενος, στοιχεία που πρέπει να εξετάζονται και να αξιολογούνται πάντα από τις φορολογικές αρχές, σε κάθε ξεχωριστή περίπτωση.

Λόγω της αντισυνταγματικότητας των διατάξεων, το θέμα παραπέμφθηκε στην Oλομέλεια του ΣτE (ενώ εκκρεμεί και σε 7μελείς συνθέσεις του δικαστηρίου), η οποία θεωρείται βέβαιο ότι θα υιοθετήσει τις ομόφωνες αποφάσεις των τμημάτων του ΣτE, αφού προς την κατεύθυνση αυτή κινείται και η νομολογία του Eυρωπαϊκού Δικαστηρίου σχετικά με την αρχή της αναλογικότητας και την παραβίαση του Kοινοτικού Δικαίου.

Mε τη διαπίστωση της συνταγματικής παραβίασης θα ακυρωθούν τα πρόστιμα σε όλες τις εκκρεμείς δίκες, με την προοπτική να επανεξεταστεί η ηπιότερη μεταχείριση των φορολογούμενων, ενώ το ίδιο πρέπει να γίνεται και σήμερα σε κάθε φορολογικό έλεγχο, με την επιβολή προστίμου ανάλογου προς τη βαρύτητα της παράβασης και το βαθμό ευθύνης του πολίτη.

Το ΣτE έκρινε ότι είναι νομικά πλημμελής η επιβολή ενός ενιαίου προστίμου, τιμωρώντας ταυτόχρονα ως δύο παραβάσεις και τη λήψη και την καταχώριση του εικονικού τιμολογίου. Με περσινή απόφασή της η Oλομέλεια ΣτE απέκλεισε ως αντισυνταγματικές τις διαδικασίες-εξπρές για την επιβολή προστίμων, κρίνοντας ότι οι εφορίες είναι υποχρεωμένες πριν να προσδιορίσουν το πρόστιμο να καλούν πρώτα για εξηγήσεις τον φορολογούμενο, προκειμένου να ακούν τις απόψεις του και να αξιολογούν τον βαθμό της υπαιτιότητάς του.

Tα πρόστιμα
Tο ΣτE αμφισβήτησε το αντικειμενικό σύστημα προστίμων που οδηγεί σε ποσό προσαυξημένο κατά 400% επί του κύριου φόρου (3370/08) με αφορμή υπόθεση σταδιακής μεταβίβασης μετοχών οικογενειακού χαρακτήρα μιας επιχείρησης (εστιατόριο). H εφορία έκρινε ότι έπρεπε να είχε υποβληθεί δήλωση στην αρμόδια ΔOY και καταλόγισε αρχικά κύριο φόρο 45.373,40 ευρώ και στη συνέχεια πρόσθεσε φόρο 181.493,62 ευρώ.

Tο ανώτατο δικαστήριο αμφισβήτησε το ανάλογο σύστημα προστίμων για εικονικά τιμολόγια (3768/08) που γίνεται με γνώμονα την αξία του κάθε φορολογικού στοιχείου ή με συγκεκριμένη διαδικασία.

Σύμφωνα με το ΣτE, το σύστημα πάσχει όχι μόνο γιατί δεν εξασφαλίζεται η αναλογικότητα μεταξύ παράβασης και ποινής, αλλά και επειδή δεν επιτρέπεται στα δικαστήρια να προχωρήσουν σε επιμέτρηση του ύψους της επιβληθείσας κύρωσης. Eτσι κρίθηκε ότι θα έπρεπε να ακυρωθεί πρόστιμο 86.317 ευρώ για να επανεξεταστεί η υπόθεση.


Πηγή Ημερησία


Η ΣτΕ.

Αριθμός 3370/2008

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 15 Οκτωβρίου 2008 με την εξής
σύνθεση: Φ. Στεργιόπουλος, Aντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Β΄ Τμήματος, Α.-Γ.Βώρος, Β. Καλαντζή, Σύμβουλοι, Ε. Σκούρα, Π. Γρουμπού, Πάρεδροι. Γραμματέας η Π. Στεργιοπούλου, Γραμματέας του Β΄ Τμήματος.

Για να δικάσει την από 4 Μαρτίου 2004 αίτηση:
Της μονοπρόσωπης εταιρείας περιορισμένης ευθύνης με την επωνυμία ".... ..... ........ ......... ........... ......." και τον διακριτικό τίτλο «........ .. ......... ........», που προήλθε από μετατροπή της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «.......... ........ .......... ....... ........» και τον διακριτικό τίτλο «............ ......... ....», που εδρεύει στο ......... Αττικής (............. αρ. ...), η οποία παρέστη με τον δικηγόρο Χρίστο Πολίτη (Α.Μ. 2740),  που τον διόρισε με ειδικό πληρεξούσιο,
κατά του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, ο οποίος παρέστη με τον Δημ Χανή, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή η αναιρεσείουσα εταιρεία επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθ. 2147/2003 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της Εισηγήτριας, Παρέδρου Ε. Σκούρα.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο της αναιρεσείουσας εταιρείας, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και
ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον αντιπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου και

Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα

Σκέφθηκε κατά το Νόμο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο  παράβολο (1117833/04 ειδικό γραμμάτιο παραβόλου).

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται, παραδεκτώς, η αναίρεση της 2147/2003 του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία έγινε δεκτή έφεση του Δημοσίου
κατά της 12116/1999 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών,εξαφανίσθηκε η απόφαση αυτή και απορρίφθηκε προσφυγή της ήδη αναιρεσείουσας
εταιρίας κατά του 2/1997 προσωρινού φύλλο ελέγχου του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Φ.Α.Ε.Ε. Αθηνών, με το οποίο είχε καταλογισθεί σε βάρος της κύριος φόρος
15.460.988 δρχ. κατ� εφαρμογή του άρθρου 13 παρ.1 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν.2238/1994) και πρόσθετος φόρος λόγω μη υποβολής δηλώσεως
61.843.952 δρχ. Με την πρωτόδικη απόφαση είχε γίνει δεκτή η προσφυγή και είχε ακυρωθεί το ανωτέρω φύλλο ελέγχου.

3. Επειδή, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 13 παρ. 1 του κυρωθέντος με το άρθρο πρώτο του N.2238/1994 (Α� 151) Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, πριν την αντικατάστασή της με το άρθρο 6 παρ.1 του Ν.2386/1996 (Α΄43), το οποίο εφαρμόζεται, κατ΄ άρθρ. 105 παρ. 1 περ. β του ίδιου Κώδικα, και στη φορολογία εισοδήματος νομικών προσώπων, «1. Φορολογείται αυτοτελώς λογιζόμενο ως εισόδημα: α) Με συντελεστή είκοσι τοις
εκατό (20%), κάθε κέρδος ή ωφέλεια που προέρχεται από τη μεταβίβαση εταιρικού  μεριδίου ή ολόκληρης επιχείρησης με τα άϋλα στοιχεία αυτής, όπως αέρας,
επωνυμία, σήμα, προνόμια κ.λπ. β) � Ο φόρος αυτός παρακρατείται από τον υπόχρεο για την καταβολή του κέρδους ή της ωφέλειας κατά την πίστωση ή την
καταβολή αυτών στο δικαιούχο». Η διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε ακολούθως με τη  διάταξη του άρθρου 15 του N.2459/1997 (Α' 17), με την οποία ορίσθηκαν τα εξής: «1. Η περίπτωση α της παραγράφου 1 του άρθρου 13 του ν. 2238/1994 αντικαθίσταται ως εξής: α) Με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%) κάθε κέρδος
ή ωφέλεια που προέρχεται από τη μεταβίβαση: αα) Ολόκληρης επιχείρησης με τα  άλλα άϋλα στοιχεία αυτής, όπως αέρας, επωνυμία, σήμα, προνόμια κ.λπ. ή
υποκαταστήματος επιχείρησης, όπως αυτό ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ββ) Μετοχών μη
εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, εταιρικών μεριδίων ή μεριδίων, καθώς  και  ποσοστών συμμετοχής σε κοινωνία αστικού δικαίου που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα ή σε κοινοπραξία της παραγράφου 2 του άρθρου 2 του Κώδικα Βιβλίων  και Στοιχείων. 2. ».

4. Επειδή, κατά τη διάταξη του άρθρου 13 παρ. 1 περ. α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή της με το άρθρο 15 παρ. 1 του N.2459/1997, φορολογείται αυτοτελώς, λογιζομένη ως εισόδημα, η ωφέλεια  από τη μεταβίβαση εταιρικών μεριδίων προσωπικών εταιριών και εταιριών
περιορισμένης ευθύνης όχι όμως και μετοχών ανωνύμων εταιρειών, οι οποίες δεν συνιστούν εταιρικά μερίδια κατά την έννοια της εν λόγω διατάξεως. Αντιθέτως, φορολογείται αυτοτελώς, λογιζομένη ως εισόδημα, η ωφέλεια από τη μεταβίβαση  ολόκληρης επιχειρήσεως, ως οικονομικής μονάδας, ως τοιαύτης περιπτώσεως νοούμενης και της ωφελείας από τη μεταβίβαση του συνόλου των μετοχών  ανώνυμης  εταιρίας, συνισταμένης στη διαφορά μεταξύ της τιμής αποκτήσεως και της τιμής πωλήσεως αυτών (ΣτΕ 1665/2007 7μ.).

5. Επειδή, εν προκειμένω, κατά τα γενόμενα δεκτά στην προσβαλλόμενη  απόφαση,
η αναιρεσείουσα εταιρία αγόρασε την 5.6.1995 με μία πράξη το σύνολο 50.000  ανωνύμων μετοχών της οικογενειακού χαρακτήρα εταιρίας με την επωνυμία
«............. ....... ........... ....» και το διακριτικό τίτλο «........».
Συγκεκριμένα, η αναιρεσείουσα αγόρασε 49.000 ανώνυμες μετοχές της ανωτέρω  οικογενειακού χαρακτήρα εταιρίας από τον ........ ...... και 1.000 ανώνυμες
μετοχές της ίδιας εταιρίας από την ........ ... ......., ονομαστικής αξίας 1.000 δρχ. εκάστης, αντί συνολικού τιμήματος, σύμφωνα με την από 5.6.1995
σύμβαση, 127.304.940 δρχ. Η φορολογική αρχή, θεωρώντας ότι συντρέχει  περίπτωση εφαρμογής της διατάξεως του άρθρου 13 παρ.1 περ. α του Κώδικα
Φορολογίας Εισοδήματος (Ν.2238/1994), διότι μεταβιβάσθηκε ολόκληρη η επιχείρηση και ότι στην έννοια της μεταβίβασης εταιρικού μεριδίου  περιλαμβάνεται και η μεταβίβαση μετοχών ανωνύμων εταιριών, καταλόγισε σε βάρος της αναιρεσείουσας κύριο φόρο 15.460.988 δρχ. (127.304.940 δρχ. μείον  50.000.000 δρχ. η ονομαστική αξία ίσον 77.304.940 δρχ. η ωφέλεια Χ 20%) και πρόσθετο φόρο λόγω μη υποβολής δηλώσεως 61.843.925 δρχ. (400% του κυρίου  φόρου). Με την πρωτόδικη απόφαση ακυρώθηκε το φύλλο ελέγχου με την αιτιολογία  ότι η μεταβίβαση αυτή δεν αποτελούσε κατά τον κρίσιμο χρόνο (1995)  μεταβίβαση
ολόκληρης επιχείρησης ή μεταβίβαση εταιρικών μεριδίων. Το Διοικητικό Εφετείο,  αντιθέτως, έκρινε ότι η μεταβίβαση του συνόλου των μετοχών ανώνυμης
εταιρίας, ιδίως οικογενειακού χαρακτήρα, συντελούμενη με μία πράξη και σε ολιγάριθμα  πακέτα, συνιστά μεταβίβαση ολόκληρης επιχειρήσεως κατά την έννοια της διατάξεως του άρθρου 13 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος και έκανε δεκτή  την  έφεση του Δημοσίου, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση και απέρριψε την προσφυγή. Η κρίση αυτή, ανεξάρτητα από την ειδικότερη αιτιολογία της, είναι,  εν όψει των εκτεθέντων στην προηγούμενη σκέψη, νόμιμη καθ� ο μέρος αφορά την επιβολή του κυρίου φόρου, οι δε λόγοι αναιρέσεως, που στηρίζονται σε  αντίθετη  εκδοχή ως προς την έννοια του νόμου, είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι.

6. Επειδή, εξάλλου, ο λόγος αναιρέσεως, με τον οποίο προβάλλεται ότι η  επιβολή του ένδικου φόρου αντίκειται στις αρχές της δικαιολογημένης
εμπιστοσύνης του διοικουμένου και της χρηστής διοίκησης, είναι απορριπτέος,  δοθέντος ότι, πέραν του ότι οι αρχές αυτές στο πεδίο του εσωτερικού
φορολογικού δικαίου είχαν γίνει καταρχήν δεκτές μόνο προκειμένου περί του επιρριπτόμενου στην κατανάλωση φόρου κύκλου εργασιών, για τον οποίο δεν
πρόκειται στην κρινόμενη περίπτωση, πάντως, το πραγματικό που επικαλείται η αναιρεσείουσα κατ' αναίρεση (και είχε ήδη επικαλεστεί με το δικόγραφο της
προσφυγής), προκειμένου να θεμελιώσει παραβίαση των αρχών αυτών, ήτοι μακροχρόνια αντίθετη πρακτική της διοίκησης και έκδοση γνωμοδότησης του
Νομικού Συμβουλίου του Κράτους του έτους 1994 για την προγενέστερη- ομοίου  περιεχόμενου- διάταξη του άρθρου 32 παρ.1 του Ν.Δ.3323/1955, η οποία όμως απορρίφθηκε από τον αρμόδιο Υπουργό Οικονομικών το έτος 1995, και αληθές  υποτιθέμενο, δεν θεμελιώνει κατά νόμο παραβίαση των αρχών αυτών.

7. Επειδή, εν όψει των ανωτέρω, η αίτηση πρέπει να απορριφθεί κατά το μέρος  που αφορά τον κύριο φόρο, δοθέντος ότι δεν προβάλλεται άλλος λόγος
αναιρέσεως ως προς το κεφάλαιο αυτό.

8. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 86 του ως άνω Κώδικα Φορολογίας  Εισοδήματος, το οποίο εφαρμόζεται, κατά το άρθρο 116 του ίδιου Κώδικα, και στη φορολογία  εισοδήματος νομικών προσώπων, ορίζονταν τα εξής : «1-3. Οι υπόχρεοι που δεν υποβάλλουν δήλωση, υπόκεινται σε πρόσθετο φόρο, που ορίζεται σε ποσοστό  ιακόσια τοις εκατό (200%) επί του φόρου, την πληρωμή του οποίου θα απέφευγαν, λόγω μη υποβολής της δήλωσης. 4. Προκειμένου για υπόχρεους σε παρακράτηση φόρου, τα παραπάνω ποσοστά πρόσθετων φόρων διπλασιάζονται.
Απαγορεύεται η με οποιονδήποτε τρόπο επίρριψη του πρόσθετου φόρου από τον υπόχρεο σε παρακράτηση στον πραγματικό φορολογούμενο. 5. Οι πρόσθετοι φόροι του παρόντος άρθρου επιβάλλονται χωρίς να εξετάζεται η ύπαρξη δόλου ή  αμέλειας ή αν ο υπόχρεος παρερμήνευσε σχετικές διατάξεις. 6'».

9. Επειδή, εν όψει του μεγάλου ύψους του επιβαλλόμενου από τις ανωτέρω  διατάξεις πρόσθετου φόρου σε περίπτωση μη υποβολής δηλώσεως από υπόχρεο σε παρακράτηση φόρο (400% επί του κυρίου φόρου), οι διατάξεις των παραγράφων 4  και 5 του άρθρου 86 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν. 2238/1994), οι  οποίες εφαρμόσθηκαν στην προκείμενη περίπτωση, αντίκεινται στην συνταγματικώς  κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας (βλ. άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος), δοθέντος ότι δεν προβλέπεται δυνατότητα της φορολογικής αρχής και, εν  συνεχεία, των διοικητικών δικαστηρίων, να προβούν σε επιμέτρηση του ύψους της  επιβλητέας κύρωσης, λαμβάνοντας υπόψη τις περιστάσεις και, ιδίως, την ύπαρξη  και το βαθμό της υπαιτιότητας του υποχρέου. Για τον λόγο αυτό, που προβάλλεται παραδεκτώς το πρώτον με το δικόγραφο προσθέτων λόγων της  αιτήσεως  αναιρέσεως, δοθέντος ότι το κεφάλαιο του πρόσθετου φόρου είχε αμφισβητηθεί με  την προσφυγή, θα έπρεπε να γίνει εν μέρει δεκτή η αίτηση και να αναιρεθεί η  προσβαλλόμενη απόφαση κατά το μέρος που αφορά τον πρόσθετο φόρο. Δεδομένου, όμως, ότι το Τμήμα άγεται σε κρίση περί αντισυνταγματικότητας των ανωτέρω  διατάξεων, το ζήτημα του συμβατού των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 86 του  Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν.2238/1994) με την αρχή της αναλογικότητας,  που πηγάζει από το Σύνταγμα (βλ. και άρθρο 25 παρ.1 του Συντάγματος) πρέπει να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου, κατά τα οριζόμενα στη διάταξη  του άρθρου 100 παρ.5 του Συντάγματος, που προστέθηκε με το από 6.4.2001 Ψήφισμα της Ζ' Αναθεωρητικής Βουλής των Ελλήνων (Α` 84), και να ορισθεί ως  εισηγητής ενώπιον της Ολομελείας ο Σύμβουλος Α.-Γ. Βώρος.

Δια ταύτα
Απορρίπτει εν μέρει την αίτηση, κατά το αιτιολογικό.

Παραπέμπει στην Ολομέλεια προς επίλυση το ζήτημα που εκτίθεται στο  αιτιολογικό.

Ορίζει ως εισηγητή ενώπιον της Ολομελείας τον Σύμβουλο Α.-Γ. Βώρο.

Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 21 Οκτωβρίου 2008 και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 19ης Νοεμβρίου 2008.

Ο Πρόεδρος του Β` Τμήματος Η Γραμματέας του Β` Τμήματος

Φ. Στεργιόπουλος Π. Στεργιοπούλου



Δημιουργία νέας κατηγορίας

Κατηγορίες προσωπικής βιβλίοθήκης