Χωριστές δηλώσεις εγγάμων - Δείτε τις αλλαγές βάσει του νέου πολυνομοσχεδίου
- Εκτιμώμενος χρόνος ανάγνωσης 25 λεπτά
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, με την προτεινόμενη διάταξη γίνεται εναρμόνιση με την αριθμ. 330/2018 απόφαση του Β' Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία κρίθηκε ότι, εφόσον δεν συντρέχει λόγος και μάλιστα προφανής λόγος δημοσίου συμφέροντος που να δικαιολογεί την υποχρεωτική υποβολή κοινής δήλωσης φόρου εισοδήματος των συζύγων, η διάταξη του άρθρου 67 παρ.4 του Κ.Φ.Ε. (ν.4172/2013, Α' 167) έχει την έννοια ότι ο σύζυγος υποβάλλει κατ' αρχήν κοινή δήλωση και για το εισόδημα της συζύγου του, εφόσον αμφότεροι οι σύζυγοι συναινούν, συναίνεση η οποία μπορεί να αποτυπώνεται και στην υποβολή, καθ' εαυτήν, της κοινής δήλωσης, ενώ στην αντίθετη περίπτωση, όταν δηλαδή διατυπώνεται ρητώς η έλλειψη τέτοιας συναίνεσης από έναν έστω από τους συζύγους, οι σύζυγοι διατηρούν το δικαίωμα τους να υποβάλλουν αυτοτελώς δηλώσεις φόρου για τα εισοδήματά τους.
Συνεπώς, οι σύζυγοι δεν απαιτείται να δηλώσουν στη Φορολογική Διοίκηση τη συναίνεσή τους για κοινή δήλωση, αφού αυτή εκδηλώνεται με μόνη την υποβολή της κοινής δήλωσης. Αντίθετα, όταν ο ένας εκ των δύο αιτηθεί χωριστής δήλωσης, τότε θα υποβάλλονται χωριστές δηλώσεις και για τους δύο συζύγους.
Για την ομαλή εξέλιξη της διαδικασίας υποβολής των φορολογικών δηλώσεων απαιτείται η δήλωση για υποβολή χωριστών δηλώσεων να υποβάλλεται εγκαίρως στη Φορολογική Διοίκηση, να είναι ανέκκλητη για το έτος στο οποίο αφορά και να είναι δεσμευτική και για τον άλλο σύζυγο, καλύπτει δε και τις τυχόν τροποποιητικές δηλώσεις που ήθελε υποβληθούν. Επισημαίνεται ότι με τις προτεινόμενες διατάξεις η οφειλή για φόρο, τέλη και εισφορές, που αναλογούν στα εισοδήματά των συζύγων βεβαιώνεται χωριστά σε κάθε περίπτωση, είτε δηλαδή υποβάλλεται κοινή δήλωση είτε υποβάλλονται χωριστές δηλώσεις από τους συζύγους και η ευθύνη της καταβολής βαρύνει χωριστά κάθε σύζυγο. Τέλος, με τις διατάξεις αυτές ρυθμίζονται τα θέματα των εξαρτώμενων μελών καθώς και των τεκμαρτών δαπανών για τις περιπτώσεις που υποβάλλονται χωριστές δηλώσεις συζύγων, στις οποίες ουσιαστικά θα έχουν εφαρμογή τα περί ατομικών δηλώσεων.
Σημείωση: Οι διατάξεις αυτές ισχύουν για δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος φορολογικού έτους 2018 και επόμενων.
Με βάση τα ανωτέρω, παρουσιάζουμε και μια άτυπη κωδικοποίηση έχοντας υπόψη τις προτεινόμενες διατάξεις του νομοσχεδίου.
Άρθρο 11. Εξαρτώμενα μέλη |
|
Ισχύουσα διάταξη | Προτεινόμενη διάταξη |
1. Ως «εξαρτώμενα μέλη» του
φορολογούμενου, θεωρούνται: β) άγαμα τέκνα, εφόσον: - είναι ανήλικα έως 18 ετών ή - είναι ενήλικα έως 25 ετών και φοιτούν σε σχολές ή σχολεία ή ινστιτούτα επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή - είναι ενήλικα έως 25 ετών και είναι εγγεγραμμένα στα μητρώα ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) ή υπηρετούν τη στρατιωτική θητεία τους, γ) τα παρακάτω φυσικά πρόσωπα με ποσοστό νοητικής ή σωματικής αναπηρίας τουλάχιστον 67%, εφόσον είναι άγαμα, διαζευγμένα ή σε χηρεία: - τέκνα του φορολογούμενου, - αδελφοί και αδελφές των δύο συζύγων. δ) ανιόντες, ε) ανήλικα ορφανά από πατέρα και μητέρα που έχουν έως τρίτου βαθμού συγγένεια με το φορολογούμενο ή τον/τη σύζυγο. 2. Τα φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις β' , δ' και ε' της παραγράφου 1 δεν θεωρούνται εξαρτώμενα μέλη, εάν το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και εφόσον συνοικούν με τον φορολογούμενο. Τα φυσικά πρόσωπα της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1, δεν θεωρούνται εξαρτώμενα μέλη, εάν το ετήσιο εισόδημά τους υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ. 3. Κατά την εφαρμογή της παραγράφου 2, δεν λαμβάνονται υπόψη οι
παρακάτω κατηγορίες εισοδήματος: 4. Το εισόδημα των ανήλικων τέκνων προστίθεται στα εισοδήματα και
φορολογείται στο όνομα του γονέα που ασκεί τη γονική μέριμνα και σε κάθε
περίπτωση στο όνομα του συζύγου, ο οποίος θεωρείται κατ' αρχήν υπόχρεος
για την υποβολή της δήλωσης. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν
εφαρμόζεται για τις ακόλουθες κατηγορίες εισοδημάτων σχετικά με τα οποία
το ανήλικο τέκνο υπέχει δική του φορολογική υποχρέωση:
|
1. Ως «εξαρτώμενα μέλη» του
φορολογούμενου, θεωρούνται: α) στην περίπτωση υποβολής κοινής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος ο (η) σύζυγος, εφόσον δεν έχει ίδια φορολογητέα εισοδήματα οποιασδήποτε πηγής, β) άγαμα τέκνα, εφόσον: - είναι ανήλικα έως 18 ετών ή - είναι ενήλικα έως 25 ετών και φοιτούν σε σχολές ή σχολεία ή ινστιτούτα επαγγελματικής εκπαίδευσης ή κατάρτισης της ημεδαπής ή αλλοδαπής ή - είναι ενήλικα έως 25 ετών και είναι εγγεγραμμένα στα μητρώα ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.) ή υπηρετούν τη στρατιωτική θητεία τους, γ) τα παρακάτω φυσικά πρόσωπα με ποσοστό νοητικής ή σωματικής αναπηρίας τουλάχιστον 67%, εφόσον είναι άγαμα, διαζευγμένα ή σε χηρεία: - τέκνα του φορολογούμενου, - αδελφοί και αδελφές των δύο συζύγων. δ) ανιόντες, ε) ανήλικα ορφανά από πατέρα και μητέρα που έχουν έως τρίτου βαθμού συγγένεια με το φορολογούμενο ή τον/τη σύζυγο. 2. Τα φυσικά πρόσωπα που αναφέρονται στις περιπτώσεις β' , δ' και ε' της παραγράφου 1 δεν θεωρούνται εξαρτώμενα μέλη, εάν το ετήσιο φορολογητέο εισόδημά τους υπερβαίνει το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ και εφόσον συνοικούν με τον φορολογούμενο. Τα φυσικά πρόσωπα της περίπτωσης γ' της παραγράφου 1, δεν θεωρούνται εξαρτώμενα μέλη, εάν το ετήσιο εισόδημά τους υπερβαίνει το ποσό των έξι χιλιάδων (6.000) ευρώ. 3. Κατά την εφαρμογή της παραγράφου 2, δεν λαμβάνονται υπόψη οι
παρακάτω κατηγορίες εισοδήματος: 4. Το εισόδημα των ανήλικων τέκνων προστίθεται στα εισοδήματα και
φορολογείται στο όνομα του γονέα που ασκεί τη γονική μέριμνα και σε κάθε
περίπτωση στο όνομα του συζύγου, ο οποίος θεωρείται κατ' αρχήν υπόχρεος
για την υποβολή της δήλωσης. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν
εφαρμόζεται για τις ακόλουθες κατηγορίες εισοδημάτων σχετικά με τα οποία
το ανήλικο τέκνο υπέχει δική του φορολογική υποχρέωση: 5. Κατά το έτος υποβολής χωριστής δήλωσης των συζύγων, το εισόδημα των ανήλικων τέκνων, με την επιφύλαξη του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου, προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα που έχει το μεγαλύτερο συνολικό εισόδημα και φορολογείται στο όνομά του. Αν οι γονείς έχουν ίσο ποσό συνολικού εισοδήματος, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στο εισόδημα του πατέρα και φορολογείται στο όνομά του. Σε περίπτωση που ένας των γονέων έχει τη γονική μέριμνα, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα αυτού. Η ρύθμιση αυτή ισχύει και για τα μέρη του συμφώνου συμβίωσης.
|
Άρθρο 34. Διαφορά εισοδήματος και υπολογισμός του φόρου αυτής |
|
Ισχύουσα διάταξη | Προτεινόμενη διάταξη |
1. Η διαφορά που προκύπτει μεταξύ του
τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος κατά την παράγραφο 1 του άρθρου
30, η οποία προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα, προσδιορίζεται από τη
Φορολογική Διοίκηση κατά το ίδιο φορολογικό έτος σύμφωνα με τα οριζόμενα
στις επόμενες παραγράφους και φορολογείται: α) σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από μισθωτή εργασία ή/και συντάξεις ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή δεν υπάρχει εισόδημα από καμία κατηγορία ή έχει εισόδημα μόνο από κεφάλαιο ή/και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό του εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των εννιά χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ ή β) σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από επιχειρηματική δραστηριότητα ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις. γ) σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από ατομική αγροτική επιχείρηση ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από ατομική αγροτική επιχείρηση. δ) σύμφωνα με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15, εφόσον ο φορολογούμενος είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο. Α. Ε.Δ). ε) .................... 2. Η Φορολογική Διοίκηση κατά τον προσδιορισμό της διαφοράς της
προηγούμενης παραγράφου υποχρεούται να λάβει υπόψη τα αναγραφόμενα στη
δήλωση χρηματικά ποσά, τα οποία αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά
στοιχεία. Ο φορολογούμενος φέρει το βάρος της απόδειξης για τα ποσά που
ιδίως είναι: 3. Για τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η ζημία του ίδιου φορολογικού έτους ή και των προηγούμενων δεν εκπίπτει και δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα φορολογικά έτη. 4. Οι φορολογούμενοι που δεν αναγράφουν ή ανακριβώς αναφέρουν στη δήλωση τα στοιχεία, τα σχετικά με τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (δαπάνη αγοράς ή ανέγερσης ακινήτων) και τον προσδιορισμό της ετήσιας συνολικής δαπάνης διαβίωσης, υπόκεινται στις κυρώσεις και τα πρόστιμα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. |
1. Η διαφορά που προκύπτει μεταξύ του
τεκμαρτού και του συνολικού εισοδήματος κατά την παράγραφο 1 του άρθρου
30, η οποία προστίθεται στο φορολογητέο εισόδημα, προσδιορίζεται από τη
Φορολογική Διοίκηση κατά το ίδιο φορολογικό έτος σύμφωνα με τα οριζόμενα
στις επόμενες παραγράφους και φορολογείται: α) σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 15 εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από μισθωτή εργασία ή/και συντάξεις ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις ή δεν υπάρχει εισόδημα από καμία κατηγορία ή έχει εισόδημα μόνο από κεφάλαιο ή/και από υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου και το τεκμαρτό του εισόδημα δεν υπερβαίνει το ποσό των εννιά χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ ή β) σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από επιχειρηματική δραστηριότητα ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του δεν προκύπτει από μισθωτή εργασία και συντάξεις. γ) σύμφωνα με την παρ. 3 του άρθρου 29, εφόσον ο φορολογούμενος έχει εισόδημα μόνο από ατομική αγροτική επιχείρηση ή εφόσον το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων του προκύπτει από ατομική αγροτική επιχείρηση. δ) σύμφωνα με την κλίμακα της παραγράφου 1 του άρθρου 15, εφόσον ο φορολογούμενος είναι εγγεγραμμένος στο μητρώο ανέργων του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο. Α. Ε.Δ). ε) .................... 2. Η Φορολογική Διοίκηση κατά τον προσδιορισμό της διαφοράς της
προηγούμενης παραγράφου υποχρεούται να λάβει υπόψη τα αναγραφόμενα στη
δήλωση χρηματικά ποσά, τα οποία αποδεικνύονται από νόμιμα παραστατικά
στοιχεία. Ο φορολογούμενος φέρει το βάρος της απόδειξης για τα ποσά που
ιδίως είναι: Σε περίπτωση χωριστών δηλώσεων συζύγων, για την κάλυψη ή τον περιορισμό της διαφοράς που προκύπτει από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, λαμβάνονται υπόψη τα αναγραφόμενα στη δήλωση χρηματικά ποσά της παραγράφου αυτής, όπως αυτά δηλώνονται από τον κάθε σύζυγο χωριστά. Οι αντικειμενικές δαπάνες και υπηρεσίες του άρθρου 31, καθώς και οι δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων του άρθρου 32 που αφορούν τον κάθε σύζυγο βαρύνουν αυτόν ατομικά, ενώ για τα ανήλικα εξαρτώμενα μέλη τους εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 11. 3. Για τον προσδιορισμό των κερδών από επιχειρηματική δραστηριότητα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, η ζημία του ίδιου φορολογικού έτους ή και των προηγούμενων δεν εκπίπτει και δεν μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα φορολογικά έτη. 4. Οι φορολογούμενοι που δεν αναγράφουν ή ανακριβώς αναφέρουν στη δήλωση τα στοιχεία, τα σχετικά με τις δαπάνες απόκτησης περιουσιακών στοιχείων (δαπάνη αγοράς ή ανέγερσης ακινήτων) και τον προσδιορισμό της ετήσιας συνολικής δαπάνης διαβίωσης, υπόκεινται στις κυρώσεις και τα πρόστιμα σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. |
Άρθρο 67. Υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων και καταβολή του φόρου |
|
Ισχύουσα διάταξη | Προτεινόμενη διάταξη |
1. Ο φορολογούμενος που
έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του υποχρεούται να δηλώνει όλα
τα εισοδήματά του, τα φορολογούμενα με οποιοδήποτε τρόπο ή απαλλασσόμενα,
στη Φορολογική Διοίκηση ηλεκτρονικά. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η
δήλωση αυτή μπορεί να υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση σε έγχαρτη
μορφή. Δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης οι κεκαρμένοι μοναχοί για το
καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό
διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει
το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή
δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 24 του άρθρου 72 του ανωτέρω νόμου. 2. Για όλα τα αυτοτελώς φορολογούμενα εισοδήματα της παραγράφου 1 δηλώνεται και ο παρακρατηθείς ή αποδοθείς, κατά περίπτωση, φόρος. 3. Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την 30ή Ιουνίου του αμέσως επόμενου φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος αποβιώσει ή μεταφέρει την κατοικία του στο εξωτερικό, η δήλωση υποβάλλεται από τους κατά περίπτωση υπόχρεους, καθ' όλη τη διάρκεια του φορολογικού έτους και συνοδεύεται από δικαιολογητικά και στοιχεία που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Εξαιρετικά, τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν σε νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν απλογραφικά βιβλία, μπορούν να υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων.
5. Υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης είναι: 6. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων υπολογίζεται με βάση την
ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής
οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 32 του Κώδικα Φορολογικής
Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης: 7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, οι εξαιρετικές περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται η μη ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται με αυτήν. |
1. Ο φορολογούμενος που
έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του υποχρεούται να δηλώνει όλα
τα εισοδήματά του, τα φορολογούμενα με οποιοδήποτε τρόπο ή απαλλασσόμενα,
στη Φορολογική Διοίκηση ηλεκτρονικά. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η
δήλωση αυτή μπορεί να υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση σε έγχαρτη
μορφή. Δεν υποχρεούνται σε υποβολή δήλωσης οι κεκαρμένοι μοναχοί για το
καθαρό ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται σε αυτούς κατά το χρονικό
διάστημα που διατηρούν την ανωτέρω ιδιότητα εφόσον αυτό δεν υπερβαίνει
το ποσό των εννέα χιλιάδων πεντακοσίων (9.500) ευρώ. Στην περίπτωση αυτή
δεν εφαρμόζεται η παράγραφος 24 του άρθρου 72 του ανωτέρω νόμου. 2. Για όλα τα αυτοτελώς φορολογούμενα εισοδήματα της παραγράφου 1 δηλώνεται και ο παρακρατηθείς ή αποδοθείς, κατά περίπτωση, φόρος. 3. Η δήλωση υποβάλλεται μέχρι και την 30ή Ιουνίου του αμέσως επόμενου φορολογικού έτους. Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος αποβιώσει ή μεταφέρει την κατοικία του στο εξωτερικό, η δήλωση υποβάλλεται από τους κατά περίπτωση υπόχρεους, καθ' όλη τη διάρκεια του φορολογικού έτους και συνοδεύεται από δικαιολογητικά και στοιχεία που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών. Εξαιρετικά, τα φυσικά πρόσωπα που συμμετέχουν σε νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες που τηρούν απλογραφικά βιβλία, μπορούν να υποβάλλουν δήλωση φορολογίας εισοδήματος μέχρι το πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος νομικών προσώπων και νομικών οντοτήτων. 4.α) Οι σύζυγοι, κατά τη διάρκεια του γάμου, υποβάλλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους. Υπόχρεος για την υποβολή της κοινής δήλωσης είναι ο σύζυγος και για τα εισοδήματα της συζύγου του. Ο φόρος, τα τέλη και οι εισφορές που αναλογούν στα εισοδήματα εκάστου συζύγου βεβαιώνεται χωριστά και η ευθύνη της καταβολής βαρύνει κάθε σύζυγο. 5. Υπόχρεος σε υποβολή δήλωσης είναι: 6. Ο φόρος εισοδήματος φυσικών προσώπων υπολογίζεται με βάση την
ετήσια φορολογική δήλωση του φορολογούμενου και το ποσό της φορολογικής
οφειλής καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 32 του Κώδικα Φορολογικής
Διαδικασίας, κατόπιν έκπτωσης: 7. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται ειδικότερα ο τρόπος και ο χρόνος υποβολής, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, οι εξαιρετικές περιπτώσεις για τις οποίες επιτρέπεται η μη ηλεκτρονική υποβολή της δήλωσης, καθώς και τα δικαιολογητικά ή άλλα στοιχεία τα οποία συνυποβάλλονται με αυτήν. Με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.) καθορίζονται οι όροι, η διαδικασία, καθώς και κάθε αναγκαίο θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτ. β' της παρ. 4 του παρόντος άρθρου. |
Δείτε το επόμενο Webinar του κόμβου
Φορολογία εισοδήματος φυσικών προσώπων - Τεκμαρτό εισόδημα ατομικών επιχειρήσεων - Αλλαγές για το φορολογικό έτος 2023
Στις : 22-04-2024 17:30
Εισηγητές: Γιοβά Βίκυ, Σαφαρής Αθανάσιος
- Ακολουθήστε το taxheaven.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα οικονομικά νέα