Έμμισθοι δικηγόροι: Συμβολή στον επιστημονικό διάλογο για τον υπολογισμό των συντάξεων (με πλασματικό χρόνο ασφάλισης)

Εργατικά - Ασφαλιστικά

19 Ιούλιος 2018
Taxheaven.gr



Ανδρέας Κουτσόλαμπρος
Δικηγόρος, Πρόεδρος της Ένωσης Εμμίσθων Δικηγόρων


emmisthos.blogspot.gr

Μετά το θόρυβο που έχει ξεσπάσει σε σχέση με επιστημονική – νομική ανάλυση σε προηγούμενη ανάρτησή μας ως προς τον υπολογισμό ανταποδοτικής σύνταξης, λεκτέα τα εξής:

1. Η εκφρασθείσα νομική άποψη δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα της Ένωσης Εμμίσθων Δικηγόρων με συντάκτη τον εκλεγμένο Πρόεδρό της, ο οποίος έχει και την ιδιότητα του εκλεγμένου μέλους του Δ.Σ. ΔΣΑ, με κάποιο συγγραφικό και επιστημονικό έργο και  υπό αυτές τις ιδιότητες και μόνον.

2. Η νομική αυτή ανάλυση δεν έχει καμία σχέση με διατυπώσεις «κλοπή», «απάτη» που έχουν χρησιμοποιηθεί σε σχετικά δημοσιεύματα και οι οποίες φυσικά είναι καταδικαστέες.

3. Ως νομική άποψη περιορίζεται αποκλειστικά και μόνον στην έκφραση επιστημονικής άποψης, επιδεχόμενη και επιζητούσα  κριτική. Φυσικό δε είναι να εκφραστούν και αντίθετες νομικές απόψεις και μάλιστα για ένα Νόμο που εφαρμόζεται για πρώτη φορά και έχει υποστεί σωρεία τροποποιήσεων.

4. Η αδιάστικτη όμως διατύπωση της παρ.3 του 28 του Ν.4387/2016 περί του τρόπου υπολογισμού της ανταποδοτικής σύνταξης δεν αφήνει καμία αμφιβολία ότι ο χρόνος ασφάλισης που αποτελεί το διαιρέτη για την εξεύρεση των συνταξίμων αποδοχών είναι σταθερός και πραγματικός από 1.1.2002 και μέχρι και την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης και ισοδυναμεί με τους μήνες του ως άνω χρονικού διαστήματος.

5. Η διατύπωση της περ. δ της παρ.2 του ιδίου άρθρου δεν μπορεί να αντιστρέψει την ως άνω αδιάστικτη διατύπωση της παρ.3, για τους ακόλουθους λόγους:
α) διότι σε κανένα σημείο της διάταξης αυτής δεν ορίζεται ότι ο αναγνωριστέος χρόνος αυτός προσμετράται στο χρονικό διάστημα από 1.1.2002 και μέχρι την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.
β) διότι, ακόμη κι αν ερμηνευθεί σε σχέση με τη συνολική ρύθμιση του άρθρου 28, έρχεται σε αντίθεση με τη διατύπωση της περ. α΄ (για μισθωτούς) όπου «ο μέσος όρος υπολογίζεται ως το πηλίκον της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου δια του συνολικού χρόνου ασφάλισής του.». Αν ο νομοθέτης ήθελε να συνυπολογίζονται (στο διαιρέτη) οι μήνες του πλασματικού χρόνου, θα χρησιμοποιούσε την αυτή ως άνω διατύπωση, ήτοι το πηλίκον του ποσού εξαγοράς δια του αναγνωριστέου χρόνου.
γ) διότι έρχεται σε αντίθεση με τη διατύπωση της περ.γ΄(για αυτοαπασχολούμενους), όπου ως «εισόδημα νοείται το ποσό που θα αποτελούσε το ασφαλιστέο μηνιαίο εισόδημα αν εκλαμβανόταν ως μηνιαία εισφορά το ποσό που πράγματι καταβλήθηκε για κάθε μήνα ασφάλισης, συνυπολογιζομένων, με αναγωγή κατά κεφαλήν, τυχόν υφισταμένων κατά το διάστημα αυτό κοινωνικών πόρων υπέρ των αντίστοιχων ταμείων». Άραγε στα Ταμεία που είχαν κοινωνικούς πόρους πως θα συνυπολογιστεί ο πλασματικός χρόνος για όσους έχουν αναγνωρίσει χρόνο από 1.1.2002 έως την κατάργησή τους το 2016;
δ) διότι, εάν ο νομοθέτης ήθελε να υπολογίζονται (όχι τα ποσά που κατέβαλε ο ασφαλισμένος για εξαγορά) αλλά και οι μήνες του αναγνωρισθέντος χρόνου ασφάλισης, θα το όριζε ρητά τόσον στην περ α΄, όσον και στην περ.β’ της παρ.2 όπου καθορίζεται ο γενικός τρόπος υπολογισμού των συνταξίμων αποδοχών. Κυρίως όμως θα το όριζε στην ειδική και ανεπίδεκτη διαφορετικής ερμηνείας παρ.3 του ιδίου άρθρου.

6. Τέλος, από την απλή ανάγνωση του άρθρου 34 του Ν.4387/2016 προκύπτει πως δεν υπάρχει καμία αναφορά περί συνταξίμων αποδοχών, οπότε η επίκλησή του δεν βοηθάει το νομικό διάλογο, ούτε προσφέρει επιχειρήματα υπέρ της μίας ή της άλλης άποψης.
 
update: Περί άρθρου 34 και πλασματικού χρόνου! Κατά τη ρητή διατύπωση των διατάξεων του άρθρου 40 του Ν.3996/2011 και τις ρητές οδηγίες της σχετικής εγκυκλίου του Υπουργείου, ο πλασματικός χρόνος χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνον για ΤΗΝ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗ της ανταποδοτικής σύνταξης και όχι φυσικά για τη μείωσή της! (Η σχετική εγκύκλιος χρησιμοποιεί τη λέξη προσαύξηση 4 φορές).

Συνοψίζοντας, να θυμίσω ότι βασική αρχή του δικαίου της κοινωνικής ασφάλισης είναι πως σε περίπτωση αμφιβολίας οι διατάξεις ερμηνεύονται υπέρ του ασφαλισμένου (από το βιβλίο του Αείμνηστου Αντωνίου Πετρόγλου, Δίκαιον Κοινωνικής Ασφαλίσεως σελ.107 επ. με πλούσια νομολογία των δύο ανωτάτων Δικαστηρίων της Χώρας, έτσι και Κρεμαλής Δίκαιο Κοινωνικών Ασφαλίσεων σελ.46). Η ίδια ως άνω αρχή μνημονεύεται και στην παλιά ιστοσελίδα της ΓΓΚΑ εδώ.