ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ 2106/2005 για την τροποποίηση του Δ.Λ.Π. 39
23 Δεκέμβριου 2005
Σχόλια
- Εκτιμώμενος χρόνος ανάγνωσης 7 λεπτά
- ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2106/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 21ης Δεκεμβρίου 2005 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 της Επιτροπής για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό <a target='_blank' href='http://www.taxheaven.gr/laws/circular/index/circular/10504' rel='tag circulars'><a target='_blank' href='http://www.taxheaven.gr/laws/circular/view/id/9578' rel='tag circulars'><a target='_blank' href='http://www.taxheaven.gr/laws/circular/view/id/10504' rel='tag circulars'>(ΕΚ) αριθ. 1606/2002</a></a></a> του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39....
ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2106/2005 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ της 21ης Δεκεμβρίου 2005 για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 της Επιτροπής για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστικών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβου λίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρ μογή διεθνών λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παρά γραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 της Επιτροπής (2), υιοθετήθηκαν ορισμένα από τα υφιστάμενα στις 14 Σεπτεμ βρίου 2002 διεθνή λογιστικά πρότυπα και διερμηνείες.
(2) Η Επιτροπή υιοθέτησε το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39, εκτός από ορισμένες διατάξεις σχετικά με τη δυνατότητα πλήρους χρησιμοποίησης της εύλογης αξίας και τη λογι στική αντιστάθμισης, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2086/2004 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστι κών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμ βουλίου όσον αφορά την ενσωμάτωση του ΔΛΠ 39
(3). Η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1864/2005 της Επι τροπής (4), υιοθέτησε το βελτιωμένο ΔΛΠ 39 με τη δυνατό τητα περιορισμένης χρησιμοποίησης της εύλογης αξίας.
(3) Στις 14 Απριλίου 2005, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Board — IASB) δημοσίευσε τροποποίηση του ΔΛΠ 39 με την οποία επιτρέπεται συγκεκριμένα στις οντότητες να ορίζουν, υπό ορισμένες συνθήκες, μια προσδοκώμενη ενδοεταιρική συναλ λαγή εκφραζόμενη σε ξένο νόμισμα, ως το αντισταθμιζόμενο στοιχείο στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. Αποτε λείκοινή πρακτική διαχείρισης κινδύνου ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής να ορίζεται ως το αντισταθμιζόμενο στοιχείο, ενώ το ισχύον ΔΛΠ 39 δεν επιτρέπει λογιστική αντιστάθμισης στην περί πτωση αυτή. Βάσει του ισχύοντος ΔΛΠ 39, μόνον μια συ ναλλαγή της οντότητας με εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο μπορείνα ορισθείως αντισταθμιζόμενο στοιχείο.
(4) Οι διαβουλεύσεις με τεχνικούς εμπειρογνώμονες του τομέα επιβεβαιώνουν ότι οι τροποποιήσεις που επέρχονται στο ΔΛΠ 39 ανταποκρίνονται στα τεχνικά κριτήρια υιοθέτησης που θεσπίζει το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(5) Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 πρέπει να τροποποιηθείανάλογα .
(6) Τα μέτρα που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστι κών θεμάτων, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1725/2003, το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39 τροποποιείται σύμφωνα με τα όσα ορίζει το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι εταιρείες εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που επέρχονται στο ΔΛΠ 39 σύμφωνα με τα όσα ορίζει το παράρτημα του παρόντος κανονισμού από την ημερομηνία έναρξης του οικονομικού τους έτους 2006, το αργότερο.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 21 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή Charlie McCREEVY Μέλος της Επιτροπής
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39 τροποποιείται ως εξής:
ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ
ΔΛΠ αριθ. Τίτλος
ΔΛΠ 39 Χρηματοπιστωτικά μέσα: Αναγνώριση και αποτίμηση
1) Η παράγραφος 80 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
--80. Για σκοπούς λογιστικής αντιστάθμισης, μόνον περιουσιακά στοιχεία, υποχρεώσεις, βέβαιες δεσμεύσεις και πολύ πιθανές προσδοκώμενες συναλλαγές στις οποίες εμπλέκεται μέρος που δεν ανήκει στην οντότητα μπορούν να προσδιοριστούν ως αντισταθμιζόμενα στοιχεία. Έπεται ότι η λογιστική αντιστάθμισης μπορείνα εφαρμοστεί σε συναλλαγές μεταξύ οντοτήτων ή τομέων του ιδίου ομίλου μόνο στις επί μέρους ή ιδιαίτερες οικονομικές καταστάσεις εκείνων των οντοτήτων ή τομέων και όχι στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του ομίλου. Κατ’ εξαίρεση, ο συναλλαγματικός κίνδυνος ενός ενδοεταιρικού χρηματικού στοιχείου (π.χ., πληρωτέος/εισπρακτέος λογαριασμός μεταξύ δύο θυγατρικών) μπορείνα θεωρηθείκατάλληλο αντισταθμιζόμενο στοιχείο στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις αν καταλήγει σε άνοιγμα σε κέρδη ή ζημίες από συναλλαγματικές ισοτιμίες που δεν απαλείφονται πλήρως με την ενοποίηση σύμφωνα με το ΔΛΠ 21, Οι επιδράσεις μεταβολών των τιμών συναλλάγματος. Σύμφωνα με το ΔΛΠ 21, τα κέρδη και ζημίες από συναλλαγματικές ισοτιμίες επί ενδοεταιρικών χρηματικών στοιχείων δεν απαλείφονται πλήρως κατά την ενοποίηση όταν η συναλλαγή που περιλαμβάνει το ενδοεταιρικό χρηματικό στοιχείο διενεργείται μεταξύ δύο οντοτήτων του ομίλου που έχουν διαφορετικά νομίσματα επιχειρηματικής λειτουργίας. Εκτός αυτού, ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας πολύ πιθανής προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής δύναται να χαρακτηρισθείαντισταθμιζόμενο στοιχείο σε ενοποιη μένες οικονομικές καταστάσεις υπό τον όρο ότι η συναλλαγή εκφράζεται σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα λειτουργίας της οντότητας που συνάπτει τη συναλλαγή αυτή και ότι ο συναλλαγματικός κίνδυνος θα επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες.--
2) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 108A και 108B:
--108A. Μια οντότητα εφαρμόζει την τελευταία πρόταση της παραγράφου 80 και τις παραγράφους ΟΕ99A και ΟΕ99B για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2006 ή αργότερα. Ενθαρρύνεται η εφαρμογή πριν από την ημερομηνία αυτή. Εάν μια οντότητα έχει ορίσει ως αντισταθμιζόμενο στοιχείο μια προσδοκώμενη συναλλαγή με εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο η οποία:
α) εκφράζεται στο νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της οντότητας που συνάπτει τη συναλλαγή
β) συνεπάγεται άνοιγμα το οποίο θα επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες (δηλαδή, εκφράζεται σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα στο οποίο καταρτίζονται οι καταστάσεις του ομίλου) και
γ) θα ήταν κατάλληλη για λογιστική αντιστάθμισης εάν δεν εκφραζόταν στο νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της οντότητας που τη συνάπτει,δύναται να εφαρμόσει λογιστική αντιστάθμισης στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις των περιόδων που προηγούνται της ημερομηνίας εφαρμογής της τελευταίας πρότασης της παραγράφου 80 και των παραγράφων ΟΕ99A και ΟΕ99B.
108B. Μια οντότητα δύναται να μην εφαρμόσει την παράγραφο ΟΕ99B όσον αφορά συγκριτική πληροφόρηση για περιόδους που προηγούνται της ημερομηνίας εφαρμογής της τελευταίας πρότασης της παραγράφου 80 και της παραγράφου AG99A.---
3) Στο προσάρτημα Α, «Οδηγίες εφαρμογής», οι παράγραφοι ΟΕ99A και ΟΕ99B λαμβάνουν τους αριθμούς ΟΕ99Γ και ΟΕ99Δ, ενώ προστίθενται οι κάτωθι παράγραφοι ΟΕ99A, ΟΕ99B και ΟΕ133:
--ΟΕ99A. Η παράγραφος 80 ορίζει ότι στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας πολύ πιθανής προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής δύναται να χαρακτηρισθείαντισταθμιζόμενο στοιχείο σε μια αντιστάθμιση ταμιακών ροών υπό τον όρο ότι εκφράζεται σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της οντότητας που συνάπτει τη συναλλαγή και ότι ο συναλλαγματικός κίνδυνος θα επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες.
Προς τον σκοπό αυτό, η οντότητα δύναται να είναι μητρική επιχείρηση, θυγατρική επιχείρηση, συνδεδεμένη επιχείρηση, κοινή επιχείρηση ή υποκατάστημα. Εάν ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας ενδοεταιρικής προσδοκώμενης συναλλαγής δεν επηρεάζει το ενοποιημένο κέρδος ή ζημία, η ενδοεταιρική συναλλαγή δεν δύναται να χαρακτηρισθεί αντισταθμιζόμενο στοιχείο. Αυτό συμβαίνει συνήθως στην περίπτωση καταβολής δικαιωμάτων, τόκων ή διαχειριστικών τελών μεταξύ μελών του ιδίου ομίλου επιχειρήσεων εκτός εάν υφίσταται μια συναφής συναλλαγή με εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο.
Εάν ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής πρόκειται να επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες, η ενδοεταιρική συναλλαγή δύναται να χαρακτηρισθείαντισταθμιζόμενο στοιχείο. Παράδειγμα αποτελούν οι προσδοκώμενες αγο ραπωλησίες αποθεμάτων προϊόντων μεταξύ μελών του ιδίου ομίλου, όταν προβλέπεται μεταγενέστερη πώλησή τους σε εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο. Παρομοίως, μια προσδοκώμενη ενδοεταιρική πώληση μιας μονάδας παραγωγής και εξοπλισμού παραγωγής από την οντότητα του ομίλου που τα παρήγαγε σε οντότητα του ομίλου που πρόκειται να τα χρησιμοποιήσει στις δραστηριότητές της, δύναται να επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες. Αυτό μπορεί να συμβεί, π.χ., στην περίπτωση που η μονάδα και ο εξοπλισμός παραγωγής αποσβεσθούν από την αγοράζουσα οντότητα με πιθανότητα να μεταβληθείτο αρχικά αναγνωρισθέν ποσό για την μονάδα και τον εξοπλισμό εάν η προσδοκώμενη ενδοεταιρική συναλλαγή εκφρασθείσε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της αγοράζουσας οντότητας.
ΟΕ99B. Εάν η αντιστάθμιση κινδύνου μιας ενδοεταιρικής συναλλαγής κρίνεται κατάλληλη για λογιστική αντιστάθμισης, οποιαδήποτε κέρδη ή ζημίες που αναγνωρίζονται απευθείας στα ίδια κεφάλαια βάσει της παραγράφου 95 στοιχείο
α) δύνανται να αναταξινομηθούν ως κέρδη ή ζημίες της περιόδου ή των περιόδων κατά τις οποίες ο συναλλαγ ματικός κίνδυνος της αντισταθμισμένης συναλλαγής επηρεάζει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες.
ΟΕ133. Μια οντότητα δύναται να έχει χαρακτηρίσει ως αντισταθμιζόμενο στοιχείο μια προσδοκώμενη ενδοεταιρική συ ναλλαγή στην αρχή μιας ετήσιας περιόδου η οποία αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2005 ή αργότερα (ή, για τους σκοπούς της επαναδιατύπωσης της συγκριτικής πληροφόρησης, στην αρχή μιας προγενέστερης συγκριτικής περιό δου) σε μια αντιστάθμιση κατάλληλη για λογιστική αντιστάθμισης σύμφωνα με το παρόν πρότυπο (όπως τροπο ποιήθηκε με την τελευταία πρόταση της παραγράφου 80).
Μια τέτοια οντότητα δύναται να χρησιμοποιήσει το χαρακτηρισμό αυτόν προκειμένου να εφαρμόσει λογιστική αντιστάθμισης σε ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις από την αρχή της ετήσιας περιόδου που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2005 ή αργότερα (ή στην αρχή της προηγούμενης συγκριτικής περιόδου). Μια τέτοια οντότητα εφαρμόζει επίσης τις παραγράφους ΟΕ99A και ΟΕ99B από την αρχή της ετήσιας περιόδου που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2005 ή αργότερα. Ωστόσο, σύμφωνα με την παράγραφο 108B, δεν χρειάζεται να εφαρμόσει την παράγραφο ΟΕ99B σε συγκριτική πληροφόρηση που αφορά προηγούμενες περιόδους.---
Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ, Έχοντας υπόψη:
τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβου λίου και του Συμβουλίου, της 19ης Ιουλίου 2002, για την εφαρ μογή διεθνών λογιστικών προτύπων (1), και ιδίως το άρθρο 3 παρά γραφος 1,
Εκτιμώντας τα ακόλουθα:
(1) Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 της Επιτροπής (2), υιοθετήθηκαν ορισμένα από τα υφιστάμενα στις 14 Σεπτεμ βρίου 2002 διεθνή λογιστικά πρότυπα και διερμηνείες.
(2) Η Επιτροπή υιοθέτησε το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39, εκτός από ορισμένες διατάξεις σχετικά με τη δυνατότητα πλήρους χρησιμοποίησης της εύλογης αξίας και τη λογι στική αντιστάθμισης, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2086/2004 της Επιτροπής, της 19ης Νοεμβρίου 2004, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 για την υιοθέτηση ορισμένων διεθνών λογιστι κών προτύπων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1606/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμ βουλίου όσον αφορά την ενσωμάτωση του ΔΛΠ 39
(3). Η Επιτροπή, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1864/2005 της Επι τροπής (4), υιοθέτησε το βελτιωμένο ΔΛΠ 39 με τη δυνατό τητα περιορισμένης χρησιμοποίησης της εύλογης αξίας.
(3) Στις 14 Απριλίου 2005, το Συμβούλιο Διεθνών Λογιστικών Προτύπων (International Accounting Standards Board — IASB) δημοσίευσε τροποποίηση του ΔΛΠ 39 με την οποία επιτρέπεται συγκεκριμένα στις οντότητες να ορίζουν, υπό ορισμένες συνθήκες, μια προσδοκώμενη ενδοεταιρική συναλ λαγή εκφραζόμενη σε ξένο νόμισμα, ως το αντισταθμιζόμενο στοιχείο στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις. Αποτε λείκοινή πρακτική διαχείρισης κινδύνου ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής να ορίζεται ως το αντισταθμιζόμενο στοιχείο, ενώ το ισχύον ΔΛΠ 39 δεν επιτρέπει λογιστική αντιστάθμισης στην περί πτωση αυτή. Βάσει του ισχύοντος ΔΛΠ 39, μόνον μια συ ναλλαγή της οντότητας με εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο μπορείνα ορισθείως αντισταθμιζόμενο στοιχείο.
(4) Οι διαβουλεύσεις με τεχνικούς εμπειρογνώμονες του τομέα επιβεβαιώνουν ότι οι τροποποιήσεις που επέρχονται στο ΔΛΠ 39 ανταποκρίνονται στα τεχνικά κριτήρια υιοθέτησης που θεσπίζει το άρθρο 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1606/2002.
(5) Ως εκ τούτου, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1725/2003 πρέπει να τροποποιηθείανάλογα .
(6) Τα μέτρα που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της κανονιστικής επιτροπής λογιστι κών θεμάτων, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:
Άρθρο 1
Στο παράρτημα του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1725/2003, το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39 τροποποιείται σύμφωνα με τα όσα ορίζει το παράρτημα του παρόντος κανονισμού.
Άρθρο 2
Οι εταιρείες εφαρμόζουν τις τροποποιήσεις που επέρχονται στο ΔΛΠ 39 σύμφωνα με τα όσα ορίζει το παράρτημα του παρόντος κανονισμού από την ημερομηνία έναρξης του οικονομικού τους έτους 2006, το αργότερο.
Άρθρο 3
Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος. Βρυξέλλες, 21 Δεκεμβρίου 2005.
Για την Επιτροπή Charlie McCREEVY Μέλος της Επιτροπής
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Το διεθνές λογιστικό πρότυπο (ΔΛΠ) 39 τροποποιείται ως εξής:
ΔΙΕΘΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ
ΔΛΠ αριθ. Τίτλος
ΔΛΠ 39 Χρηματοπιστωτικά μέσα: Αναγνώριση και αποτίμηση
1) Η παράγραφος 80 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:
--80. Για σκοπούς λογιστικής αντιστάθμισης, μόνον περιουσιακά στοιχεία, υποχρεώσεις, βέβαιες δεσμεύσεις και πολύ πιθανές προσδοκώμενες συναλλαγές στις οποίες εμπλέκεται μέρος που δεν ανήκει στην οντότητα μπορούν να προσδιοριστούν ως αντισταθμιζόμενα στοιχεία. Έπεται ότι η λογιστική αντιστάθμισης μπορείνα εφαρμοστεί σε συναλλαγές μεταξύ οντοτήτων ή τομέων του ιδίου ομίλου μόνο στις επί μέρους ή ιδιαίτερες οικονομικές καταστάσεις εκείνων των οντοτήτων ή τομέων και όχι στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις του ομίλου. Κατ’ εξαίρεση, ο συναλλαγματικός κίνδυνος ενός ενδοεταιρικού χρηματικού στοιχείου (π.χ., πληρωτέος/εισπρακτέος λογαριασμός μεταξύ δύο θυγατρικών) μπορείνα θεωρηθείκατάλληλο αντισταθμιζόμενο στοιχείο στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις αν καταλήγει σε άνοιγμα σε κέρδη ή ζημίες από συναλλαγματικές ισοτιμίες που δεν απαλείφονται πλήρως με την ενοποίηση σύμφωνα με το ΔΛΠ 21, Οι επιδράσεις μεταβολών των τιμών συναλλάγματος. Σύμφωνα με το ΔΛΠ 21, τα κέρδη και ζημίες από συναλλαγματικές ισοτιμίες επί ενδοεταιρικών χρηματικών στοιχείων δεν απαλείφονται πλήρως κατά την ενοποίηση όταν η συναλλαγή που περιλαμβάνει το ενδοεταιρικό χρηματικό στοιχείο διενεργείται μεταξύ δύο οντοτήτων του ομίλου που έχουν διαφορετικά νομίσματα επιχειρηματικής λειτουργίας. Εκτός αυτού, ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας πολύ πιθανής προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής δύναται να χαρακτηρισθείαντισταθμιζόμενο στοιχείο σε ενοποιη μένες οικονομικές καταστάσεις υπό τον όρο ότι η συναλλαγή εκφράζεται σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα λειτουργίας της οντότητας που συνάπτει τη συναλλαγή αυτή και ότι ο συναλλαγματικός κίνδυνος θα επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες.--
2) Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι 108A και 108B:
--108A. Μια οντότητα εφαρμόζει την τελευταία πρόταση της παραγράφου 80 και τις παραγράφους ΟΕ99A και ΟΕ99B για ετήσιες περιόδους που αρχίζουν από την 1η Ιανουαρίου 2006 ή αργότερα. Ενθαρρύνεται η εφαρμογή πριν από την ημερομηνία αυτή. Εάν μια οντότητα έχει ορίσει ως αντισταθμιζόμενο στοιχείο μια προσδοκώμενη συναλλαγή με εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο η οποία:
α) εκφράζεται στο νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της οντότητας που συνάπτει τη συναλλαγή
β) συνεπάγεται άνοιγμα το οποίο θα επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες (δηλαδή, εκφράζεται σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα στο οποίο καταρτίζονται οι καταστάσεις του ομίλου) και
γ) θα ήταν κατάλληλη για λογιστική αντιστάθμισης εάν δεν εκφραζόταν στο νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της οντότητας που τη συνάπτει,δύναται να εφαρμόσει λογιστική αντιστάθμισης στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις των περιόδων που προηγούνται της ημερομηνίας εφαρμογής της τελευταίας πρότασης της παραγράφου 80 και των παραγράφων ΟΕ99A και ΟΕ99B.
108B. Μια οντότητα δύναται να μην εφαρμόσει την παράγραφο ΟΕ99B όσον αφορά συγκριτική πληροφόρηση για περιόδους που προηγούνται της ημερομηνίας εφαρμογής της τελευταίας πρότασης της παραγράφου 80 και της παραγράφου AG99A.---
3) Στο προσάρτημα Α, «Οδηγίες εφαρμογής», οι παράγραφοι ΟΕ99A και ΟΕ99B λαμβάνουν τους αριθμούς ΟΕ99Γ και ΟΕ99Δ, ενώ προστίθενται οι κάτωθι παράγραφοι ΟΕ99A, ΟΕ99B και ΟΕ133:
--ΟΕ99A. Η παράγραφος 80 ορίζει ότι στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας πολύ πιθανής προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής δύναται να χαρακτηρισθείαντισταθμιζόμενο στοιχείο σε μια αντιστάθμιση ταμιακών ροών υπό τον όρο ότι εκφράζεται σε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της οντότητας που συνάπτει τη συναλλαγή και ότι ο συναλλαγματικός κίνδυνος θα επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες.
Προς τον σκοπό αυτό, η οντότητα δύναται να είναι μητρική επιχείρηση, θυγατρική επιχείρηση, συνδεδεμένη επιχείρηση, κοινή επιχείρηση ή υποκατάστημα. Εάν ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας ενδοεταιρικής προσδοκώμενης συναλλαγής δεν επηρεάζει το ενοποιημένο κέρδος ή ζημία, η ενδοεταιρική συναλλαγή δεν δύναται να χαρακτηρισθεί αντισταθμιζόμενο στοιχείο. Αυτό συμβαίνει συνήθως στην περίπτωση καταβολής δικαιωμάτων, τόκων ή διαχειριστικών τελών μεταξύ μελών του ιδίου ομίλου επιχειρήσεων εκτός εάν υφίσταται μια συναφής συναλλαγή με εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο.
Εάν ο συναλλαγματικός κίνδυνος μιας προσδοκώμενης ενδοεταιρικής συναλλαγής πρόκειται να επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες, η ενδοεταιρική συναλλαγή δύναται να χαρακτηρισθείαντισταθμιζόμενο στοιχείο. Παράδειγμα αποτελούν οι προσδοκώμενες αγο ραπωλησίες αποθεμάτων προϊόντων μεταξύ μελών του ιδίου ομίλου, όταν προβλέπεται μεταγενέστερη πώλησή τους σε εξωτερικό αντισυμβαλλόμενο. Παρομοίως, μια προσδοκώμενη ενδοεταιρική πώληση μιας μονάδας παραγωγής και εξοπλισμού παραγωγής από την οντότητα του ομίλου που τα παρήγαγε σε οντότητα του ομίλου που πρόκειται να τα χρησιμοποιήσει στις δραστηριότητές της, δύναται να επηρεάσει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες. Αυτό μπορεί να συμβεί, π.χ., στην περίπτωση που η μονάδα και ο εξοπλισμός παραγωγής αποσβεσθούν από την αγοράζουσα οντότητα με πιθανότητα να μεταβληθείτο αρχικά αναγνωρισθέν ποσό για την μονάδα και τον εξοπλισμό εάν η προσδοκώμενη ενδοεταιρική συναλλαγή εκφρασθείσε νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα επιχειρηματικής λειτουργίας της αγοράζουσας οντότητας.
ΟΕ99B. Εάν η αντιστάθμιση κινδύνου μιας ενδοεταιρικής συναλλαγής κρίνεται κατάλληλη για λογιστική αντιστάθμισης, οποιαδήποτε κέρδη ή ζημίες που αναγνωρίζονται απευθείας στα ίδια κεφάλαια βάσει της παραγράφου 95 στοιχείο
α) δύνανται να αναταξινομηθούν ως κέρδη ή ζημίες της περιόδου ή των περιόδων κατά τις οποίες ο συναλλαγ ματικός κίνδυνος της αντισταθμισμένης συναλλαγής επηρεάζει τα ενοποιημένα κέρδη ή ζημίες.
ΟΕ133. Μια οντότητα δύναται να έχει χαρακτηρίσει ως αντισταθμιζόμενο στοιχείο μια προσδοκώμενη ενδοεταιρική συ ναλλαγή στην αρχή μιας ετήσιας περιόδου η οποία αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2005 ή αργότερα (ή, για τους σκοπούς της επαναδιατύπωσης της συγκριτικής πληροφόρησης, στην αρχή μιας προγενέστερης συγκριτικής περιό δου) σε μια αντιστάθμιση κατάλληλη για λογιστική αντιστάθμισης σύμφωνα με το παρόν πρότυπο (όπως τροπο ποιήθηκε με την τελευταία πρόταση της παραγράφου 80).
Μια τέτοια οντότητα δύναται να χρησιμοποιήσει το χαρακτηρισμό αυτόν προκειμένου να εφαρμόσει λογιστική αντιστάθμισης σε ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις από την αρχή της ετήσιας περιόδου που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2005 ή αργότερα (ή στην αρχή της προηγούμενης συγκριτικής περιόδου). Μια τέτοια οντότητα εφαρμόζει επίσης τις παραγράφους ΟΕ99A και ΟΕ99B από την αρχή της ετήσιας περιόδου που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2005 ή αργότερα. Ωστόσο, σύμφωνα με την παράγραφο 108B, δεν χρειάζεται να εφαρμόσει την παράγραφο ΟΕ99B σε συγκριτική πληροφόρηση που αφορά προηγούμενες περιόδους.---
Δείτε το επόμενο Webinar του κόμβου
Τα «δύσκολα» του ΦΠΑ - Πρακτική προσέγγιση με ερωτήσεις-απαντήσεις
Στις : 28-09-2023 17:30
Εισηγητές: Κορρές Λεωνίδας
Ακολουθήστε το taxheaven.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλα τα οικονομικά νέα