Αποτελέσματα live αναζήτησης

Tax Flash: Αρχική εκτίμηση των επιπτώσεων για την τροποποίηση της Οδηγίας 2003/96 για τη φορολόγηση της ενέργειας και τη διαβούλευση με τους πολίτες και τους ενδιαφερόμενους φορείς

Tax Flash: Αρχική εκτίμηση των επιπτώσεων για την τροποποίηση της Οδηγίας 2003/96 για τη φορολόγηση της ενέργειας και τη διαβούλευση με τους πολίτες και τους ενδιαφερόμενους φορείς
  • Εκτιμώμενος χρόνος ανάγνωσης 13 λεπτά

ΕΔΡΑ JEAN MONNET ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
ΚΑΤΟΧΟΣ ΕΔΡΑΣ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ


48ο Tax Flash


Στόχος της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας είναι να καταστεί η ΕΕ κλιματικά ουδέτερη έως το 2050. Η αναθεώρηση της οδηγίας για τη φορολόγηση της ενέργειας εντάσσεται σε ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων της πολιτικής με στόχο την επίτευξη αυτού του φιλόδοξου στόχου.

Κύριοι στόχοι της αναθεώρησης της οδηγίας είναι οι εξής:
• εναρμόνιση της φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας με τις πολιτικές της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα, ώστε να στηριχθεί η επίτευξη των ενεργειακών στόχων της ΕΕ για το 2030 και της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050·
• διατήρηση της ενιαίας αγοράς της ΕΕ με την επικαιροποίηση του πεδίου εφαρμογής και τη διάρθρωση των φορολογικών συντελεστών, και εξορθολογισμός της χρήσης προαιρετικών φορολογικών απαλλαγών και μειώσεων. 

Η αρχική εκτίμηση των επιπτώσεων της τροποποίησης της Οδηγίας 2003/96 για την φορολόγηση της ενέργειας αποσκοπεί στην ενημέρωση των πολιτών και άλλων ενδιαφερομένων φορέων για τα σχέδια της Επιτροπής που αφορούν στο θέμα αυτό. Στα πλαίσια μελλοντικών διαβουλεύσεων για το ίδιο θέμα καλούνται οι ενδιαφερόμενοι να εκφράσουν τις απόψεις τους για το θέμα αυτό αναφερόμενοι εκτός των άλλων στα πιθανά προβλήματα και στις προτεινόμενες λύσεις. Στο πλαίσιο της ίδιας διαδικασίας σημαίνοντα ρόλο έχει η παροχή σχετικών πληροφοριών, οι οποίες περιλαμβάνουν τις πιθανές επιπτώσεις για τις διάφορες προτεινόμενες από την Επιτροπή για τους πολίτες και τους λοιπούς ενδιαφερομένους,

Α. Γενικό Πλαίσιο, ορισμός του Προβλήματος και έλεγχος της επικουρικότητας

Η Οδηγία 2003/96 θεσπίζει τους κανόνες της ΕΕ για τη φορολόγηση της ενέργειας και των λοιπών ενεργειακών προϊόντων (καύσιμα κινητήρων, καύσιμα θέρμανσης, ηλεκτρική ενέργεια κτλ). Ωστόσο, μετά την υιοθέτηση της ως άνω Οδηγίας, προέκυψαν εξελίξεις, οι οποίες δεν είχαν προβλεφθεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Τέτοιες εξελίξεις μεταξύ άλλων αφορούσαν α) διεθνείς δεσμεύσεις της ΕΕ, όπως συνέβη παραδείγματος χάρη με τη Συμφωνία των Παρισίων και β) την ανάγκη αλλαγής του κανονιστικού πλαισίου της ΕΕ στον τομέα της ενέργειας και της κλιματικής αλλαγής. Αυτά επιβεβαιώνονται από την αξιολόγηση που δημοσίευσαν οι υπηρεσίες της Επιτροπής τον Σεπτέμβριο του 2019 και αναγνωρίστηκαν από τα συμπεράσματα του Συμβουλίου που εγκρίθηκαν από τους Υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ κατά τη συνεδρίαση του ECOFIN της 5ης Δεκεμβρίου 2019.

Το 2011, η Επιτροπή παρουσίασε ήδη μια αναθεώρηση της εν λόγω Οδηγίας με στόχο, μεταξύ άλλων, την καλύτερη ευθυγράμμιση της Οδηγίας με την αγορά ενέργειας και τις κλιματικές προκλήσεις. Μετά από μια σειρά ατελέσφορων συζητήσεων, η Επιτροπή απέσυρε την πρότασή της το 2015.

Στις 11 Δεκεμβρίου του 2019, εγκρίθηκε από την Επιτροπή, η λεγόμενη «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» με κύριους στόχους αφενός μεν τη μετατροπή της οικονομίας της ΕΕ σε μια σύγχρονη και αποδοτική ανταγωνιστική οικονομία, όπου δε θα υπάρχουν εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2050, αφετέρου δε την αποσύνδεση της οικονομικής ανάπτυξης από τη χρήση μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων.

Στο πλαίσιο αυτών των προσπαθειών, η ΕΕ φιλοδοξεί να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 50 έως 55% μέχρι το 2030. Αυτό απαιτεί αποτελεσματική τιμολόγηση του άνθρακα και την κατάργηση των επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων. Με άλλα λόγια απαιτείται ένα κατάλληλο φορολογικό σύστημα που θα επηρεάσει τους παραγωγούς, χρήστες και καταναλωτές, ούτως ώστε να υιοθετηθούν πρακτικές συμβατές με τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ένα βασικό μέτρο που πρέπει να ληφθεί με βάση τα προαναφερθέντα, είναι η αναθεώρηση της Οδηγίας για τη φορολόγηση της ενέργειας, αναθεώρηση που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της Πράσινης Συμφωνίας της ΕΕ.

Τα βασικότερα προβλήματα που στοχεύει να αντιμετωπίσει η εν λόγω πρωτοβουλία της Επιτροπής συνοψίζονται ως εξής:

1. Συνέχιση των επιδοτήσεων για ορυκτά καύσιμα:

Οι διάφορες φορολογικές απαλλαγές και μειώσεις, προκειμένου να διαφυλαχτεί η ανταγωνιστικότητα των βιομηχανιών και γενικά των οικονομιών της ΕΕ, αποτελούν de facto μορφές επιδοτήσεων ορυκτών καυσίμων, οι οποίες όπως προελέχθη είναι ασύμβατες με τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας. Αυτό συμβαίνει σε σημαντικούς τομείς, όπως είναι οι τομείς των αεροπορικών και θαλασσίων μεταφορών, οι οποίες σε αντίθεση με τον τομέα των χερσαίων μεταφορών απαλλάσσονται πλήρως από τη φορολογία της ενέργειας, γεγονός που διαταράσσει τους κανόνες μεταξύ των διαφορετικών τομέων της οικονομίας. Επιπρόσθετα, κάποιες πτυχές της υπάρχουσας Οδηγίας χαρακτηρίζονται από έλλειψη σαφήνειας, συνάφειας και συνοχής.

2. Η Οδηγία δεν είναι σύμφωνη με τους όρους πολιτικής της ΕΕ:

Ειδικότερα υπάρχει έλλειψη εναρμόνισης μεταξύ αφενός της Οδηγίας και αφετέρου του συστήματος εμπορίας εκπομπών της ΕΕ, της Οδηγίας για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και της Οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Οδηγία δεν προωθεί επαρκώς τις μειώσεις των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, την ενεργειακή απόδοση, τα εναλλακτικά καύσιμα (υδρογόνο, συνθετικά καύσιμα, προηγμένα βιοκαύσιμα) ή τη χρήση μπαταριών. Επίσης, η Οδηγία δεν παρέχει επαρκή κίνητρα για επενδύσεις σε καθαρές τεχνολογίες. Όλα τα προαναφερθέντα έχουν ως συνέπεια η Οδηγία να μην ευθυγραμμίζεται με τους στόχους της Πράσινης Συμφωνίας της Ευρώπης.

3. Έλλειψη συνάφειας με την εσωτερική αγορά:

Η Οδηγία δεν επιτυγχάνει πλέον τον πρωταρχικό της στόχο σε σχέση με την εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, λόγω ακατάλληλων φορολογικών συντελεστών. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών μελών φορολογεί τα περισσότερα ενεργειακά προϊόντα και σε ορισμένες περιπτώσεις, την ηλεκτρική ενέργεια, σημαντικά υψηλότερα από το ελάχιστο επίπεδο της Οδηγίας.

Περαιτέρω, η νομική βάση της παρούσας Οδηγίας είναι το άρθρο 113 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ, το οποίο προβλέπει ειδική νομοθετική διαδικασία με την οποία το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα.

Σύμφωνα με το μήνυμα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η αναθεώρηση της Οδηγίας θα πρέπει να επικεντρωθεί στα περιβαλλοντικά ζητήματα. Ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί το άρθρο 192 της Συνθήκης (περιβαλλοντικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων φορολογικής φύσης) που επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εγκρίνουν προτάσεις στον τομέα αυτό μέσω της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας με ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία στο Συμβούλιο.

Στο πλαίσιο των προαναφερθέντων και στο πλαίσιο αξιολόγησης της Οδηγίας για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που προέκυψαν από την ως άνω αξιολόγηση, απαιτούνται δράσεις της ΕΕ συμβατές με την αρχή της επικουρικότητας. Τα πλεονεκτήματα μιας συντονισμένης δράσης από την ΕΕ αναμένεται να είναι μεγαλύτερα από μεμονωμένες δράσεις κρατών μελών.

Β. Στόχοι και επιλογές πολιτικής

Οι κύριοι στόχοι της αναθεώρησης της Οδηγίας είναι:
i) Η ευθυγράμμιση της φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας με τις πολιτικές της ΕΕ αναφορικά με την ενέργεια και το κλίμα, προκειμένου να συμβάλουν στους στόχους της ΕΕ για την κλιματική ουδετερότητα μέχρι το 2050 στο πλαίσιο της Πράσινης Συμφωνίας της Ευρώπης.
ii) Η διατήρηση της εσωτερικής αγοράς της ΕΕ μέσω επικαιροποίησης και εξορθολογισμού της χρήσης προαιρετικών φορολογικών απαλλαγών και μειώσεων από τα κράτη μέλη.
Βεβαίως, οι πολιτικές επιλογές που παρατίθενται παρακάτω δεν αποκλείουν την πιθανότητα εμφάνισης και άλλων εναλλακτικών προσεγγίσεων μέσα από τη διαδικασία διαβούλευσης με τους ενδιαφερόμενους και διεξαγωγής μελετών. Η αφετηρία για την επίτευξη των ως άνω στόχων θα είναι η συνέχιση της ισχύουσας Οδηγίας στο πλαίσιο του νέου βασικού σεναρίου της Ευρωπαϊκής Πράσινης διαπραγμάτευσης για το 2030.

Ειδικότερα, η Επιτροπή θα αναπτύξει διάφορες επιλογές πολιτικής βάσει των ακόλουθων βασικών πυλώνων, ενώ ειδικές επιλογές μπορούν να προταθούν για τους τομείς των αεροπορικών και θαλάσσιων μεταφορών:

1. Οι ελάχιστοι συντελεστές των ειδικών φόρων:


H επανεξέταση θα λάβει υπόψη διάφορους παράγοντες που επηρεάζουν τους συντελεστές των ειδικών φόρων κατανάλωσης, όπως ο πληθωρισμός, το ενεργειακό περιεχόμενο (με στόχο τον εξορθολογισμό της ενεργειακής φορολόγησης), η σύνδεση με τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου και το Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών Ρύπων, προκειμένου να ευθυγραμμιστούν καλύτερα οι ελάχιστοι φορολογικοί συντελεστές στις πολιτικές της ΕΕ για το κλίμα και την ενέργεια.

2. Τομεακή διαφοροποίηση του φόρου:

Η επανεξέταση θα συμπεριλάβει τη διαφοροποίηση μεταξύ των καυσίμων κινητήρων και των καυσίμων θέρμανσης, τον εξορθολογισμό του συστήματος διαφοροποιημένων συντελεστών, απαλλαγών και μειώσεων, όπως στην περίπτωση των θαλάσσιων και αέριων μεταφορών, όπου τα χρησιμοποιούμενα καύσιμα απαλλάσσονται φορολόγησης μέχρι σήμερα. Επίσης, θα δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στον περιορισμό των επιδοτήσεων των ορυκτών καυσίμων και στις Οδηγίες για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση.

3. Ενθάρρυνση της χρήσης νέων ενεργειακών προϊόντων:

Η χρήση ορισμένων νέων ενεργειακών προϊόντων (π.χ. προηγμένα εναλλακτικά καύσιμα στις μεταφορές, τα οποία μπορούν να περιλαμβάνουν ηλεκτρική ενέργεια) αποθαρρύνεται επί του παρόντος, δεδομένου ότι μπορούν να φορολογηθούν με τον ίδιο τρόπο όπως και τα συμβατικά. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή θα πρέπει να εξασφαλίσει τους ενεργειακούς και κλιματικούς στόχους, χωρίς όμως να δημιουργηθεί μεγάλη μείωση των φορολογικών εσόδων. Τελειώνοντας, θα πρέπει να τονιστεί ότι η αναθεώρηση της υπόψη Οδηγίας, θα συνδυαστεί με μια σειρά άλλων αναθεωρήσεων, όπως του Συστήματος Εμπορίας Ρύπων, της χρήσης γης, των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και των έργων υποδομής εναλλακτικών καυσίμων.

Περαιτέρω, η νομική βάση της παρούσας Οδηγίας είναι το άρθρο 113 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ, το οποίο προβλέπει ειδική νομοθετική διαδικασία με την οποία το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα.

Σύμφωνα με το μήνυμα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η αναθεώρηση της Οδηγίας θα πρέπει να επικεντρωθεί στα περιβαλλοντικά ζητήματα. Ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί το άρθρο 192 της Συνθήκης (περιβαλλοντικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων φορολογικής φύσης) που επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εγκρίνουν προτάσεις στον τομέα αυτό μέσω της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας με ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία στο Συμβούλιο.

Στο πλαίσιο των προαναφερθέντων και στο πλαίσιο αξιολόγησης της Οδηγίας για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που προέκυψαν από την ως άνω αξιολόγηση, απαιτούνται δράσεις της ΕΕ συμβατές με την αρχή της επικουρικότητας. Τα πλεονεκτήματα μιας συντονισμένης δράσης από την ΕΕ αναμένεται να είναι μεγαλύτερα από μεμονωμένες δράσεις κρατών μελών.

Γ. Προκαταρκτική εκτίμηση των αναμενόμενων επιπτώσεων. Πιθανές οικονομικές επιπτώσεις

Τα προτεινόμενα μέτρα θα ενισχύσουν την εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά της ΕΕ, συμβάλλοντας παράλληλα στους στόχους της ΕΕ στον τομέα της κλιματικής και ενεργειακής πολιτικής.

Τα προτεινόμενα μέτρα δεν πρέπει να δημιουργούν σημαντικό διοικητικό βάρος ή κόστος για τα κράτη μέλη και για τους οικονομικούς φορείς.

Η εκτίμηση επιπτώσεων που συνοδεύει την πρόταση της Επιτροπής για το 2011 που αποσύρθηκε το 2015 έδειξε ότι οι μακροοικονομικές επιπτώσεις των μεταρρυθμίσεων που στοχεύουν στην ευθυγράμμιση της φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας με τις πολιτικές της ΕΕ για την ενέργεια και το κλίμα επηρεάζονται ουσιαστικά από τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη χρησιμοποιούν τα υφιστάμενα και πιθανά πρόσθετα έσοδα. Η πιθανή μείωση του κόστους εργασίας επηρεάζει θετικά τόσο το ακαθάριστο εθνικό προϊόν όσο και την απασχόληση. Άμεση συνέπεια είναι ότι τα μέτρα θα μπορούσαν να ενθαρρύνουν τις επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και τη χρήση εναλλακτικών, βιώσιμων προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας. 

Περαιτέρω, η νομική βάση της παρούσας Οδηγίας είναι το άρθρο 113 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ, το οποίο προβλέπει ειδική νομοθετική διαδικασία με την οποία το Συμβούλιο αποφασίζει ομόφωνα.

Σύμφωνα με το μήνυμα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, η αναθεώρηση της Οδηγίας θα πρέπει να επικεντρωθεί στα περιβαλλοντικά ζητήματα. Ως εκ τούτου, είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί το άρθρο 192 της Συνθήκης (περιβαλλοντικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων φορολογικής φύσης) που επιτρέπει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εγκρίνουν προτάσεις στον τομέα αυτό μέσω της συνήθους νομοθετικής διαδικασίας με ψηφοφορία με ειδική πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία στο Συμβούλιο.

Στο πλαίσιο των προαναφερθέντων και στο πλαίσιο αξιολόγησης της Οδηγίας για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που προέκυψαν από την ως άνω αξιολόγηση, απαιτούνται δράσεις της ΕΕ συμβατές με την αρχή της επικουρικότητας. Τα πλεονεκτήματα μιας συντονισμένης δράσης από την ΕΕ αναμένεται να είναι μεγαλύτερα από μεμονωμένες δράσεις κρατών μελών.

Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Συμβουλίου του Δεκεμβρίου 2019, ο οικονομικός αντίκτυπος καθώς και το κοινωνικό και περιβαλλοντικό κόστος και τα οφέλη θα πρέπει να αξιολογηθούν προσεκτικά όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση τη βιώσιμη ανάπτυξη και τις μεταξύ τους σχέσεις, ιδίως για τομείς που είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στη διεθνή ανταγωνιστικότητα. 

Πιθανές κοινωνικές επιπτώσεις

Τα μέτρα θα μπορούσαν να έχουν άμεσο αντίκτυπο λόγω ενδεχόμενης αναθεώρησης των συντελεστών, των εξαιρέσεων και μειώσεων τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τη βιομηχανία. Ενώ οι αυξήσεις φόρων για τα ορυκτά καύσιμα στον τομέα των μεταφορών ή της θέρμανσης αποτελούν ισχυρά κίνητρα για αλλαγές συμπεριφοράς. Βραχυπρόθεσμα, οι καταναλωτές ενδέχεται να μην είναι σε θέση να αλλάξουν εύκολα τα καταναλωτικά τους πρότυπα όταν εμπλέκεται σημαντικό μερίδιο του εισοδήματός τους. Αυτό πρέπει να αξιολογηθεί προσεκτικά.

Το τελικό αποτέλεσμα θα εξαρτηθεί εκτός των άλλων από τα μέτρα κοινωνικής πολιτικής και πρόνοιας που θα υιοθετηθούν. Ειδικότερα, η μείωση άλλων φόρων (π.χ. φόρων επί της εργασίας) ή άμεσης αποζημίωσης για τα χαμηλότερα εισοδήματα θα μπορούσε να αντισταθμίσει την πιθανή ανεπιθύμητη κατανομή των επιπτώσεων που θα προκύψουν από τις πιθανές αυξήσεις του φόρου ενέργειας. Επιπλέον, το επενδυτικό σχέδιο «Green Deal» και ο μηχανισμός άμεσης μεταβατικής διαδικασίας θα συμβάλουν στην αντιμετώπιση των μεταβατικών αναγκών για επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιοχών που πλήττονται περισσότερο. Η Πράσινη Συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβλέπει επίσης μέτρα για την αντιμετώπιση της ενεργειακής πενίας.

Η πρόταση 2011 της Επιτροπής για την αναθεώρηση της Οδηγίας, αναφέρει ότι δεν υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις στο εισόδημα, αλλά ο αντίκτυπος στη διανομή του θα ποικίλλει ανάλογα με την επιλεγμένη μέθοδο κατανομής εσόδων. Πάντως θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι οι προαναφερθείσες διεργασίες κατανομής ευνοούν κατά κανόνα τα υψηλότερα εισοδήματα έναντι των χαμηλότερων. Εκτιμάται ότι μια παράλληλη αύξηση του κόστους των μεταφορών μετριάζει τις συνεπακόλουθες διανεμητικές επιπτώσεις της αύξησης του κόστους θέρμανσης.

Πιθανές περιβαλλοντικές επιπτώσεις

Ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος αναμένεται να είναι θετικός τόσο άμεσα (άμεση μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου και άλλων εκπομπών ρύπων) όσο και έμμεσα μέσω της τόνωσης των επενδύσεων σε καθαρές πηγές ενέργειας, καθώς και εξοικονόμησης ενέργειας και βιώσιμων τεχνολογιών μεταφορών.

Πιθανές επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα


Δεν αναμένονται σημαντικές επιπτώσεις στα θεμελιώδη δικαιώματα.

Πιθανές επιπτώσεις στην απλούστευση ή/και στη διοικητική επιβάρυνση


Η αξιολόγηση της Οδηγίας για τη φορολογία των ενεργειακών προϊόντων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι η ύπαρξη φορολογίας των καυσίμων δεν οδήγησε σε σημαντική κανονιστική επιβάρυνση ή κόστος για τα κράτη μέλη ή τους οικονομικούς φορείς.

Οι διευκρινίσεις και οι απλουστεύσεις που προτείνονται για τον ορισμό του πεδίου εφαρμογής της Οδηγίας θα μειώσουν περαιτέρω την κανονιστική της επιβάρυνση.

Δ. Βάση στοιχείων, συλλογή δεδομένων και μέσα βελτίωσης της νομοθεσίας

Θα πρέπει να λάβει χώρα εκτίμηση επιπτώσεων για την υποστήριξη της προετοιμασίας αυτής της πρωτοβουλίας και για την ενημέρωση της απόφασης της Επιτροπής. Η εκτίμηση των επιπτώσεων θα βασίζεται τόσο σε υπάρχουσες όσο και σε ad hoc προγραμματισμένες μελέτες που αφορούν, για παράδειγμα, την εσωτερίκευση του εξωτερικού κόστους στον τομέα των μεταφορών, τις συγκρίσεις των πραγματικών φορολογικών συντελεστών τόσο για τα κράτη μέλη όσο και για τους οικονομικούς τομείς αυτών, τις νέες τεχνολογίες και τα εναλλακτικά καύσιμα, καθώς και στον αντίκτυπο της εφαρμογής της Οδηγίας στους τομείς έντασης ενέργειας. Θα βασιστεί επίσης σε βασικά συμπεράσματα που θα προκύψουν στα πλαίσια εκτιμήσεων για αναθεώρηση άλλων συναφών Οδηγιών, όπως είναι η αναθεώρηση της Οδηγίας για την ανάπτυξη υποδομών εναλλακτικών καυσίμων.

Οι εργασίες συλλογής δεδομένων έχουν ήδη ξεκινήσει, ενώ η οικονομική ανάλυση θα αρχίσει στις αρχές του 2020 και η δημοσίευση της αξιολόγησης αναμένεται ταυτόχρονα με μια πιθανή νομοθετική πρόταση.

Ενόψει της οικονομικής ανάλυσης και προκειμένου να μελετηθούν τόσο οι μακροοικονομικές συνέπειες όσο και οι συνέπειες στα νοικοκυριά, θα γίνει χρήση καταλλήλων μοντέλων που έχουν χρησιμοποιηθεί και από την ίδια την Επιτροπή στο παρελθόν, αλλά και νέων μοντέλων.

Όπως αναφέρεται στην αξιολόγηση, απαιτούνται πρόσθετα δεδομένα και πληροφορίες για τις σχετικές αναλύσεις που στηρίζουν αυτή την πρωτοβουλία. Ειδικότερα, προκειμένου να υπάρξει σαφής εικόνα της λειτουργίας της Οδηγίας, πρέπει να υπολογιστούν οι πραγματικοί φορολογικοί συντελεστές. Για το λόγο αυτό εστάλη ένα ερωτηματολόγιο ad hoc στα κράτη μέλη, προκειμένου να βελτιωθεί η πληροφόρηση σχετικά με τον όγκο των προϊόντων που καλύπτονται από τις διάφορες εξαιρέσεις και μειώσεις, με τον τρόπο αυτό αναμένεται να συμπληρωθούν οι ήδη διαθέσιμες πληροφορίες τιμών στη φορολογία της Ευρωπαϊκής Βάσης Δεδομένων (database).

Επιπλέον, η βάση δεδομένων του ΟΟΣΑ για τους αποτελεσματικούς συντελεστές φορολογίας άνθρακα (με τις κατάλληλες χώρες και τις προσαρμογές των προϊόντων) μπορεί να αποτελέσει πολύτιμη πηγή δεδομένων. 

Τέλος, εκτός από τη συνεκτίμηση των αποτελεσμάτων σχετικών προηγούμενων μελετών και διαβουλεύσεων με τα ενδιαφερόμενα μέρη (σχετικά με την αξιολόγηση της Οδηγίας), η Επιτροπή θα πρέπει να συμβουλευθεί τους πολίτες και άλλους ενδιαφερόμενους φορείς μέσω μιας ειδικής δημόσιας διαβούλευσης η οποία θα ξεκινήσει την άνοιξη του 2020. Η διαβούλευση θα βασίζεται σε ένα ερωτηματολόγιο, το οποίο θα διαρκέσει τουλάχιστον για 12 εβδομάδες και θα είναι προσβάσιμο μέσω της κεντρικής σελίδας διαβουλεύσεων της Επιτροπής (https ://ec. europa.eu/info/consultations_en).

Επιπλέον, θα πρέπει να διοργανωθεί τουλάχιστον μία συνεδρίαση των ενδιαφερομένων, προκειμένου να παρουσιαστούν τα κύρια θέματα και οι επιλογές που εξετάζονται και να συγκεντρωθούν σχόλια.

Οι κύριες αναμενόμενες ομάδες ενδιαφερομένων που πρέπει να συμβουλευθούν είναι: τα Κράτη Μέλη / οι Δημόσιες Αρχές, οι πολίτες (άτομα), οι μη κυβερνητικές οργανώσεις / οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, οι εργατικές ενώσεις / τα συνδικάτα, οι επιχειρηματικές ενώσεις και οι συμβουλευτικές υπηρεσίες, οι ομάδες προβληματισμού, καθώς και τα ερευνητικά και ακαδημαϊκά ιδρύματα.

Τέλος να σημειωθεί ότι μαζί με τη νομοθετική πρόταση θα εκπονηθεί σχέδιο εφαρμογής.

Η περίοδος της διαβούλευσης ορίσθηκε από 4 Μαρτίου έως 1 Απριλίου 2020.



Συνημμένα

Δημιουργία νέας κατηγορίας

Κατηγορίες προσωπικής βιβλίοθήκης