Tax Flash: Δημοσίευση από την ΕΕ της δέσμης αποφάσεων Ιανουαρίου 2019 για παραβάσεις στον τομέα φορολογίας και τελωνειακής ένωσης

Διεθνείς φορολογικές εξελίξεις

29 Ιανουάριος 2019
Taxheaven.gr



ΕΔΡΑ JEAN MONNET ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΟΙΚΗΣΗ
ΚΑΤΟΧΟΣ ΕΔΡΑΣ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΣΑΒΒΑΪΔΟΥ

Δημοσίευση από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή της δέσμης αποφάσεων Ιανουαρίου 2019 για παραβάσεις στον τομέα φορολογίας και τελωνειακής ένωσης

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη μηνιαία της δέσμη αποφάσεων για υποθέσεις παράβασης, κινεί νομική διαδικασία κατά των κρατών μελών που δεν συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του ενωσιακού δικαίου. Οι αποφάσεις αυτές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποβλέπουν στην εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής της ενωσιακής νομοθεσίας προς όφελος των πολιτών και των επιχειρήσεων. Οι κυριότερες αποφάσεις που ελήφθησαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για παραβάσεις στον τομέα φορολογίας και τελωνειακής ένωσης παρατίθενται κατωτέρω:

1. Παραπομπές στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1.1. Παραπομπή της Γερμανίας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, λόγω μη συμμόρφωσης με τους ενωσιακούς κανόνες αναφορικά με την επιστροφή ΦΠΑ

Η Επιτροπή αποφάσισε την παραπομπή της Γερμανίας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή απορρίπτει ορισμένες αιτήσεις επιστροφής ΦΠΑ που υποβάλλονται από επιχειρήσεις άλλων κρατών μελών.

Συγκεκριμένα, η Γερμανία αρνείται σε ορισμένες περιπτώσεις την επιστροφή ΦΠΑ, χωρίς να ζητεί πρόσθετες πληροφορίες από τον αιτούντα, αν κρίνει ότι οι πληροφορίες που παρέχονται σχετικά με τη φύση των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών που παρασχέθηκαν δεν επαρκούν για την έκδοση απόφασης σχετικά με την αίτηση. Η πρακτική αυτή οδηγεί σε καταστάσεις όπου η επιστροφή του ΦΠΑ δεν χορηγείται στους αιτούντες που πληρούν τις ουσιώδεις απαιτήσεις, και παραβιάζει το δικαίωμα επιστροφής του ΦΠΑ το οποίο θεσπίζεται βάσει των ενωσιακών κανόνων (οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου και οδηγία 2008/9/ΕΚ του Συμβουλίου). Η απόφαση για την παραπομπή της υπόθεσης στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης λαμβάνεται αφού η Γερμανία δεν ευθυγράμμισε τη νομοθεσία της με το ενωσιακό δίκαιο, μετά την αιτιολογημένη γνώμη που της απέστειλε η Επιτροπή.

1.2. Παραπομπή του Ηνωμένου Βασιλείου στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή δεν συμμορφώθηκε με τους κανόνες για τον ΦΠΑ όσον αφορά ορισμένες αγορές προϊόντων

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την παραπομπή του Ηνωμένου Βασιλείου στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή επέκτεινε το πεδίο εφαρμογής του μέτρου ΦΠΑ, το οποίο προβλέπει παρεκκλίσεις από τον ΦΠΑ για ορισμένες αγορές προϊόντων. Ειδικότερα, το Ηνωμένο Βασίλειο εφαρμόζει μηδενικό συντελεστή ΦΠΑ στις συναλλαγές που πραγματοποιούνται σε ορισμένες αγορές προϊόντων στο έδαφός του. Η παρέκκλιση αυτή κοινοποιήθηκε στην Επιτροπή το 1977. Έκτοτε, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επεκτείνει σημαντικά το πεδίο εφαρμογής του μέτρου, με αποτέλεσμα να μην περιορίζεται πλέον στην εμπορία των αρχικώς καλυπτόμενων προϊόντων. Σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες που έχουν συμφωνηθεί από όλα τα κράτη μέλη (οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου), το πεδίο εφαρμογής αυτού του τύπου παρέκκλισης αναστολής δεν μπορεί να επεκταθεί. Επίσης, δημιουργεί σημαντικές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού εις βάρος των άλλων χρηματοπιστωτικών αγορών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η παραπομπή στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποφασίστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή επειδή το Ηνωμένο Βασίλειο δεν ευθυγράμμισε τη νομοθεσία του με την ενωσιακή νομοθεσία περί ΦΠΑ μετά την αιτιολογημένη γνώμη του Ιουλίου του 2018.

1.3. Παραπομπή της Ιταλίας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποστολή προειδοποιητικής επιστολής λογω της προτιμησιακής μεταχείρισης που επιφυλάσσει αναφορικά με το τέλος καταγραφής της ακίνητης περιουσίας

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την παραπομπή της Ιταλίας στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επειδή δεν τροποποίησε τη νομοθεσία της, η οποία προβλέπει μειωμένο φορολογικό συντελεστή για τους Ιταλούς που ζουν στο εξωτερικό και αγοράζουν την πρώτη κατοικία τους σε ιταλικό έδαφος. Στους Ιταλούς αυτούς επιβάλλεται προτιμησιακός συντελεστής του τέλους καταγραφής της ακίνητης περιουσίας, χωρίς να χρειάζεται να πληρούν την προϋπόθεση μόνιμης κατοικίας. Οι υπήκοοι των άλλων κρατών μελών δεν έχουν δικαίωμα σ αυτή την προτιμησιακή μεταχείριση, αν δεν κατοικούν πράγματι ή δεν αποκτούν μόνιμη κατοικία εντός 18 μηνών στον δήμο, όπου βρίσκεται η ακίνητη περιουσία. Η εν λόγω μεταχείριση που εισάγει διακρίσεις και βασίζεται άμεσα στην ιθαγένεια δεν επιτρέπεται σύμφωνα με τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ομοίως, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, οι Ιταλοί συνταξιούχοι που ζουν στο εξωτερικό εξαιρούνται από τον δημοτικό φόρο ακίνητης περιουσίας, που είναι γνωστός ως «IMU», ή μπορούν να επωφελούνται από εκπτώσεις του φόρου τοπικών υπηρεσιών όσον αφορά την ακίνητη περιουσία τους στην Ιταλία. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ιταλία, επειδή διατηρεί ευνοϊκότερους όρους για ορισμένους δημοτικούς φόρους επί της πρώτης κατοικίας στην Ιταλία που βαρύνουν τους Ιταλούς συνταξιούχους οι οποίοι διαμένουν στην ΕΕ ή σε χώρες του ΕΟΧ.



2. Αιτιολογημένες γνώμες της Ευρωπαϊκής Eπιτροπής

2.1. Αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στην Γαλλία για την ευθυγράμμιση με την ενωσιακή νομοθεσία των φορολογικών της κανόνων που αφορούν τις υπηρεσίες προσωπικής φροντίδας και τη βοήθεια στο σπίτι
Η Ευρωπαϊκή Eπιτροπή αποφάσισε την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στη Γαλλία, λόγω των φορολογικών μειονεκτημάτων που συνδέονται με τις υπηρεσίες προσωπικής φροντίδας και τη βοήθεια στο σπίτι και τα οποία στρέφονται κατά ορισμένων φορολογικών κατοίκων της και φορολογικών κατοίκων εξωτερικού. Επί του παρόντος, η πίστωση φόρου για υπηρεσίες φροντίδας που παρέχονται κατ' οίκον σε φορολογουμένους ή, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, στους ανιόντες τους χορηγείται μόνο αν οι εν λόγω υπηρεσίες παρέχονται σε κατοικία που βρίσκεται στη Γαλλία. Ωστόσο, η προϋπόθεση αυτή αντιβαίνει σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις αρχές του ενωσιακού δικαίου, καθώς θέτει σε μειονεκτική θέση τους φορολογουμένους που διαμένουν στη Γαλλία και έχουν την κατοικία τους σε άλλο κράτος μέλος της ΕΕ ή του ΕΟΧ. Επιπλέον, ζημιώνει τους φορολογικούς κατοίκους αλλοδαπής, οι οποίοι βρίσκονται σε κατάσταση συγκρίσιμη με εκείνη των φορολογικών κατοίκων ημεδαπής, δεδομένου ότι αντλούν το μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους από τη δραστηριότητά τους στη Γαλλία. Αν η Γαλλία δεν λάβει μέτρα εντός των επόμενων δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.2. Αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στην Γερμανία για την ευθυγράμμιση της νομοθεσίας της με το ενωσιακό δίκαιο σχετικά με το κατ' αποκοπήν καθεστώς ΦΠΑ για τους αγρότες

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στη Γερμανία σχετικά με την εφαρμογή ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ στους αγρότες. Οι κανόνες της ΕΕ (οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου) επιτρέπουν στα κράτη μέλη να εφαρμόζουν κατ' αποκοπήν καθεστώς ΦΠΑ για τους αγρότες. Στο πλαίσιο αυτού του καθεστώτος, οι αγρότες χρεώνουν στους πελάτες τους ένα σταθερό ποσό - ή «κατ αποκοπή συμψηφισμό»- για τα γεωργικά τους προϊόντα και υπηρεσίες, αντί να εφαρμόσουν το κανονικό καθεστώς ΦΠΑ. Με τη σειρά τους, οι αγρότες δεν μπορούν να αξιώσουν αντιστάθμιση για τον ΦΠΑ που έχουν ήδη καταβάλει. Το καθεστώς θα έπρεπε να χρησιμοποιείται από τους αγρότες που είναι πιθανό να συναντήσουν διοικητικές δυσκολίες κατά την εφαρμογή των συνήθων κανόνων ΦΠΑ. Ωστόσο, η Γερμανία εφαρμόζει το κατ' αποκοπήν καθεστώς σε όλους τους αγρότες αδιακρίτως, ακόμη και στους ιδιοκτήτες μεγάλων αγροκτημάτων, χωρίς να κάνει διάκριση μεταξύ των αγροτών που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν τέτοιες δυσκολίες και εκείνων που δεν ενδέχεται να αντιμετωπίσουν τέτοιες δυσκολίες.

Επιπλέον, σύμφωνα με στοιχεία του γερμανικού ανώτατου ελεγκτικού φορέα ("Bundesrechnungshof"), η εφαρμογή του κατ' αποκοπήν καθεστώτος μ' αυτόν τον τρόπο στους αγρότες οδηγεί σε υπεραντιστάθμιση για το ποσό του ΦΠΑ εισροών που έχουν καταβάλει. Αυτό δεν επιτρέπεται σύμφωνα με τους ενωσιακούς κανόνες και δημιουργεί σημαντικές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά. Αν η Γερμανία δεν λάβει μέτρα εντός των επόμενων δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.3. Αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στην Γερμανία για την τροποποίηση των περιοριστικών διατάξεων φορολόγησης κατά την έξοδο όσον αφορά τον φόρο υπεραξίας

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στη Γερμανία, επειδή επιβάλλει άμεσο φόρο κατά την έξοδο στις μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων σε κράτος της ΕΕ / του ΕΟΧ. Η μεταβίβαση γερμανικών περιουσιακών στοιχείων από γερμανικές εταιρείες σε αποδέκτη εγκατεστημένο σε κράτος της ΕΖΕΣ που είναι μέλος του ΕΟΧ (Νορβηγία, Ισλανδία και Λιχτενστάιν) τυγχάνει λιγότερο ευνοϊκής μεταχείρισης απ' ό,τι οι αμιγώς εγχώριες συναλλαγές. Αυτό συμβαίνει επειδή η ισχύουσα γερμανική νομοθεσία απαιτεί τα μη πραγματοποιηθέντα κεφαλαιακά κέρδη να περιλαμβάνονται στη φορολογητέα βάση του οικείου οικονομικού έτους για τις συγκεκριμένες μεταβιβάσεις.

Δεύτερον, οι φορολογούμενοι κάτοικοι αλλοδαπής δεν μπορούν να επωφεληθούν από την εν λόγω αναβολή, αλλά, αντίθετα, φορολογούνται άμεσα, γεγονός που συνιστά παραβίαση της ελευθερίας εγκατάστασης. Συνεπώς, οι επίμαχοι γερμανικοί κανόνες είναι πιθανό ότι θα αποθαρρύνουν τους φορολογουμένους από την άσκηση του δικαιώματός τους στην ελεύθερη εγκατάσταση (άρθρο 49 της ΣΛΕΕ), καθώς και της αντίστοιχης διάταξης στο πλαίσιο της συμφωνίας ΕΟΧ. Αν η Γερμανία δεν λάβει μέτρα εντός των επόμενων δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.4. Αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στην Πορτογαλία για την ευθυγράμμιση των φορολογικών κανόνων της σχετικά με την πώληση ακινήτων από κατοίκους αλλοδαπής

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στην Πορτογαλία, καλώντας την να τροποποιήσει τις περιοριστικές διατάξεις φορολόγησης κατά την έξοδο όσον αφορά τον φόρο υπεραξίας και να τις ευθυγραμμίσει με τις σχετικές αποφάσεις του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Πορτογαλία φορολογεί τα κεφαλαιακά κέρδη φορολογούμενων κατοίκων αλλοδαπής με σταθερό συντελεστή ύψους 28%, ενώ οι κάτοικοι ημεδαπής υπόκεινται σε προοδευτική κλίμακα φορολογίας εισοδήματος. 

Σε δύο περιπτώσεις (υπόθεση C-443/06, Hollmann κατά Publica και υπόθεση C-184/18, Fazenda P^lica κατά Teixeira), το Δικαστήριο έκρινε ότι αυτή η διαφορετική μεταχείριση δεν είναι συμβατή με την ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 63 της ΣΛΕΕ και στη συμφωνία ΕΟΧ. Η Πορτογαλία θέσπισε τη δυνατότητα οι κάτοικοι αλλοδαπής να αντιμετωπίζονται ως κάτοικοι ημεδαπής και το 50% των κεφαλαιακών αυτών κερδών από πορτογαλικές πηγές να φορολογείται με προοδευτικούς συντελεστές φορολογίας εισοδήματος. Ωστόσο, κατά τη νομολογία της ΕΕ, η δυνατότητα και μόνο να αντιμετωπίζεται ένα πρόσωπο ως φορολογούμενος κάτοικος ημεδαπής δεν αίρει την παράβαση, εάν η προκαθορισμένη φορολογία εξακολουθεί να επιβάλλει μεγαλύτερη επιβάρυνση στους φορολογουμένους κατοίκους αλλοδαπής. Αν η Πορτογαλία δεν απαντήσει ικανοποιητικά εντός δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.5. Αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στην Ρουμανία για την συμμόρφωσή της με την ενωσιακή νομοθεσία όσον αφορά την επιστροφή αχρεωστήτως καταβληθέντων τελών ταξινόμησης αυτοκινήτων

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στη Ρουμανία, επειδή δεν μεριμνά για την πλήρη και άμεση επιστροφή των τελών ταξινόμησης μεταχειρισμένων οχημάτων που έχουν αγοραστεί από άλλα κράτη μέλη. Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης έκρινε ότι τα εν λόγω τέλη, στο σύνολό τους, παραβιάζουν τους ενωσιακούς κανόνες (άρθρο 110 της ΣΛΕΕ). Οι ρουμανικές διατάξεις σχετικά με την επιστροφή των φόρων δεν πληρούν τις αρχές της καλόπιστης συνεργασίας, της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας. Αν η Ρουμανία δεν λάβει μέτρα εντός των επόμενων δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.6. Αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στο Ηνωμένο Βασίλειο για την ευθυγράμμιση των κανόνων του για τη φορολογία εισοδήματος με το ενωσιακό δίκαιο

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στο Ηνωμένο Βασίλειο, λόγω της εθνικής νομοθεσίας του σχετικά με την ελάφρυνση του φόρου εισοδήματος για ζημίες από τη διάθεση μετοχών. Σύμφωνα με το ισχύον καθεστώς, μόνο οι μετοχές εταιρειών που ασκούν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες εξ ολοκλήρου ή κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο τυγχάνουν των ελαφρύνσεων αυτών. Ο κανόνας αυτός θέτει σε μειονεκτική θέση τους φορολογουμένους που επενδύουν σε μετοχές εταιρειών, οι οποίες ασκούν τις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες σε άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκτός από το Ηνωμένο Βασίλειο. Επιπλέον, επιβάλλει περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων (άρθρο 63 της ΣΛΕΕ). Αν το Ηνωμένο Βασίλειο δεν απαντήσει ικανοποιητικά εντός δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.7. Αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στο Ηνωμένο Βασίλειο για την εναρμόνιση με το ενωσιακό δίκαιο των κανόνων του φορολογικής ελάφρυνσης για δάνεια σε εμπόρους

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή αιτιολογημένης γνώμης στο Ηνωμένο Βασίλειο, λόγω της εθνικής του νομοθεσίας σχετικά με τη φορολογική ελάφρυνση για δάνεια σε εμπόρους. Η νομοθεσία του Ηνωμένου Βασιλείου προβλέπει ειδική ελάφρυνση όταν ένα «δάνειο που πληροί τις σχετικές προϋποθέσεις» έχει καταστεί μη ανακτήσιμο. Στην περίπτωση αυτή, ο δανειστής δικαιούται να ζητήσει το ποσό του δανείου να εκπέσει από την υποχρέωση του καταβολής φόρου υπεραξίας ή εταιρικού φόρου επί της φορολογητέας υπεραξίας. Ωστόσο, οι κανόνες διαφοροποιούν τη φορολογική μεταχείριση των «μη εισπράξιμων δανείων» που χορηγούνται σε κατοίκους του Ηνωμένου Βασιλείου και εκείνων που χορηγούνται σε δανειολήπτες που δεν είναι κάτοικοι του Ηνωμένου Βασιλείου. Η διαφοροποίηση αυτή επιβάλλει αδικαιολόγητο περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων (άρθρο 63 της ΣΛΕΕ). Αν το Ηνωμένο Βασίλειο δεν απαντήσει ικανοποιητικά εντός δύο μηνών, η Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει την υπόθεση στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3. Προειδοποιητικές επιστολές

3.1. Αποστολή συμπληρωματικής προειδοποιητικής επιστολής στην Ουγγαρία για την ευθυγράμμιση του συστήματος ελέγχου των οδικών μεταφορών με τους κανόνες της EE

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή συμπληρωματικής προειδοποιητικής επιστολές στην Ουγγαρία, για να επιβεβαιώσει ότι οι απαιτήσεις του συστήματος ελέγχου των οδικών μεταφορών^ δεν συμμορφώνονται με την ενωσιακή νομοθεσία περί ΦΠΑ (οδηγία 2006/112/ΕΚ του Συμβουλίου) και να ζητήσει την τροποποίησή τους. Στο πλαίσιο του συστήματος ελέγχου του ηλεκτρονικού εμπορίου και μεταφορών ("EKAER"), οι επιχειρήσεις υποχρεούνται να παρέχουν στις ουγγρικές φορολογικές αρχές λεπτομερείς πληροφορίες για τους σκοπούς του ΦΠΑ όσον αφορά ορισμένες μεταφορές που πραγματοποιούν οϊ επιχειρήσεις ψήσιμο ποιώντας το δημόσιο οδικό δίκτυο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι οι απαιτήσεις του "EKAER" παραβιάζουν τους κανόνες για τον ΦΠΑ. δεδομένου ότι το σύστημα αυτό επηρεάζει κατά κύριο λόγο τις διασυνοριακές συναλλαγές της EE και εισάγει διοικητικές διατυπώσεις που συνδέονται με τη διέλευση των συνόρων. Επιπλέον, "η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι η ουγγρική νομοθεσία παραβιάζει τις αρχές της ουδετερότητας και της αναλογικότητας, καθώς και την επιχειρηματική ελευθερία που κατοχυρώνεται από τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της EE. Εάν η Ουγγαρία δεν λάβει μέτρα εντός των επόμενων δυο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στις ουγγρικές αρχές.

3.2. Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ουγγαρία για την ευθυγράμμιση των φορολογικών συντελεστές για τα τσιγάρα με το κατώτατο όριο της ΕΕ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ουγγαρία, επειδή δεν τήρησε τα κατώτατα όρια της ΕΕ όσον αφορά τον ειδικό φόρο κατανάλωσης για τα τσιγάρα, όπως απαιτείται από τους ενωσιακούς κανόνες σχετικά με τα βιομηχανοποιημένα καπνά (οδηγία 2011/64/ΕΕ του Συμβουλίου). Οι ισχύοντες κανόνες απαιτούν από τα κράτη μέλη να επιβάλλουν ειδικό φόρο κατανάλωσης στα τσιγάρα ύψους τουλάχιστον 60 % της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων που διατίθενται προς κατανάλωση στο έδαφός τους. Χορηγήθηκε μεταβατική περίοδος έως την 31 Δεκεμβρίου 2017 στην Ουγγαρία και σε άλλα κράτη μέλη, προκειμένου να ανταποκριθούν σ' αυτή την απαίτηση, αλλά ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που επιβάλλει η Ουγγαρία στα τσιγάρα παραμένει κάτω από το ελάχιστο όριο. Εάν η Ουγγαρία δεν λάβει μέτρα εντός των επόμενων δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αποστείλει αιτιολογημένη γνώμη στις οικείες εθνικές αρχές.

3.3. Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Πολωνία για την τροποποίηση της νομοθεσίας της περί ΦΠΑ για τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα που διευκολύνονται από τους παραλήπτες

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Πολωνία, καλώντας την να τροποποιήσει τους κανόνες της για τον ΦΠΑ, οι οποίοι υποχρεώνουν τους παραλήπτες που παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης για τα προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης (π.χ. καύσιμα) για τους πελάτες τους να καταβάλλουν ΦΠΑ όχι μόνο για τις υπηρεσίες που παρέχονται από τον ίδιο τον παραλήπτη, αλλά και για το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης και του τέλους καυσίμου που εισπράττονται για το καύσιμο. Αυτό συμβαίνει παρά το γεγονός ότι δεν πραγματοποιούν ενδοενωσιακές αγορές καυσίμων κατά την έννοια των ισχυόντων κανόνων της ΕΕ (οδηγία 2006/112 του Συμβουλίου). Επιπλέον, η συμπερίληψη αυτή μπορεί να οδηγήσει σε διπλή φορολόγηση, δεδομένου ότι οι πελάτες αυτών των εταιρειών υποχρεούνται επίσης να καταβάλλουν ΦΠΑ για την ενδοενωσιακή αγορά του συγκεκριμένου καυσίμου. Εάν η Πολωνία δεν λάβει μέτρα εντός των προσεχών δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να στείλει αιτιολογημένη γνώμη στις πολωνικές αρχές.

3.4. Κίνηση της διαδικασίας επί παραβάσει κατά της Πορτογαλίας για την τροποποίηση της νομοθεσίας της για τη φορολόγηση των αυτοκινήτων

H Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να κινήσει διαδικασία επί παραβάσει κατά της Πορτογαλίας, επειδή δεν έλαβε υπόψη την περιβαλλοντική συνιστώσα του τέλους ταξινόμησης που επιβάλλεται στα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα, τα οποία εισάγονται από άλλα κράτη μέλη για σκοπούς απόσβεσης. Η Επιτροπή θεωρεί ότι η πορτογαλική νομοθεσία δεν είναι συμβατή με το άρθρο 110 της ΣΛΕΕ, αφού τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα που εισάγονται από άλλα κράτη μέλη υπόκεινται σε βαρύτερη φορολογία σε σύγκριση με τα μεταχειρισμένα αυτοκίνητα που αγοράζονται στην πορτογαλική αγορά, επειδή η απόσβεσή τους δεν λαμβάνεται πλήρως υπόψη. Εάν η Πορτογαλία δεν λάβει μέτρα εντός των προσεχών δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να στείλει αιτιολογημένη γνώμη στις πορτογαλικές αρχές.

3.5. Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στη Ρουμανία για την τροποποίηση της νομοθεσίας της για την τελωνειακή οφειλή

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στη Ρουμανία, καλώντας την να ευθυγραμμίσει τη νομοθεσία της για την τελωνειακή οφειλή με τον ενωσιακό τελωνειακό κώδικα (κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013). Σύμφωνα με τους κανόνες αυτούς, οι τελωνειακές αρχές έχουν προθεσμία τριών ετών για να γνωστοποιήσουν μια οφειλή στον οφειλέτη. Αν η τελωνειακή οφειλή έχει γεννηθεί ως αποτέλεσμα εγκληματικής πράξης, οι τελωνειακές αρχές έχουν προθεσμία δέκα ετών για να τη γνωστοποιήσουν. Η εθνική τελωνειακή νομοθεσία της Ρουμανίας ορίζει ότι η τελωνειακή οφειλή δεν μπορεί να γνωστοποιηθεί στον οφειλέτη μετά την παρέλευση πέντε ετών από τη στιγμή που αυτή έχει γεννηθεί, ανεξάρτητα από το αν η εν λόγω οφειλή έχει γεννηθεί ως αποτέλεσμα αξιόποινης πράξης. Η διάταξη αυτή δεν τηρεί ούτε χρονικό διάστημα των τριών ετών που προβλέπεται στην τελωνειακή νομοθεσία της ΕΕ όσον αφορά τη γνωστοποίηση της τελωνειακής οφειλής. Εάν η Ρουμανία δεν λάβει μέτρα εντός των προσεχών δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να στείλει αιτιολογημένη γνώμη στις ρουμανικές αρχές.

3.6. Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ισπανία για την κατάργηση των αδικαιολόγητα περιοριστικών όρων για την αναβολή της φορολόγησης σε περίπτωση διάσπασης εταιρειών

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ισπανία, καλώντας την να καταργήσει τους όρους της νομοθεσίας της που αντιβαίνουν στην οδηγία περί συγχωνεύσεων (οδηγία 90/434/ΕΟΚ του Συμβουλίου). Σκοπός της εν λόγω οδηγίας είναι να διασφαλιστεί ότι η αναδιοργάνωση επιχειρήσεων, όπως η συγχώνευση και η διάσπαση, δεν παρεμποδίζεται από τη φορολόγηση κατά τη χρονική στιγμή της αναδιάρθρωσης. Ως εκ τούτου, η φορολόγηση της υπεραξίας που προκύπτει από την εν λόγω αναδιοργάνωση πρέπει να αναβληθεί για μεταγενέστερη πώληση ή διάθεση των περιουσιακών στοιχείων και των μετοχών. Ωστόσο, το ισπανικό δίκαιο εξαρτά ορισμένους τύπους διάσπασης εταιρειών από αδικαιολόγητα περιοριστικούς όρους. Ειδικότερα, η αναβολή φορολόγησης δεν χορηγείται αν οι μέτοχοι της διασπασθείσας εταιρείας δεν λαμβάνουν την ίδια αναλογία μετοχών σε όλες τις εταιρείες που προκύπτουν από τη διάσπαση, εκτός εάν τα αποκτηθέντα περιουσιακά στοιχεία είναι κλάδοι δραστηριότητας. Αν η Ισπανία δεν λάβει μέτρα εντός των προσεχών δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να στείλει αιτιολογημένη γνώμη στις ισπανικές αρχές.

3.7. Αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ισπανία για την τροποποίηση των κανόνων για την υποβολή εκθέσεων ανά χώρα από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε την αποστολή προειδοποιητικής επιστολής στην Ισπανία, καλώντας την να μεταφέρει το σύνολο των ενωσιακών κανόνων σχετικά με την υποβολή εκθέσεων ανά χώρα από τους πολυεθνικούς ομίλους (4η οδηγία για τη διοικητική συνεργασία - οδηγία 2016/881 του Συμβουλίου). Οι ισχύοντες κανόνες της Ισπανίας στερούνται ορισμένων στοιχείων όσον αφορά τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων που υπέχουν οι πολυεθνικές εταιρείες. Αν η Ισπανία δεν λάβει μέτρα εντός των προσεχών δύο μηνών, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να στείλει αιτιολογημένη γνώμη στις ισπανικές αρχές.

4. Περατώσεις υποθέσεων

4.1. Περάτωση των υποθέσεων κατά της Ελλάδας, της Πολωνίας και της Τσεχίας

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε την ικανοποίησή της για το γεγονός ότι η Ελλάδα, η Πολωνία και η Τσεχία μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο τα μέτρα σχετικά με την υποχρεωτική αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών στον τομέα της φορολογίας όσον αφορά την πρόσβαση των φορολογικών αρχών των κρατών μελών σε πληροφορίες σχετικά με την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (5η οδηγία σχετικά με τη διοικητική συνεργασία — οδηγία (ΕΕ) 2016/2258 του Συμβουλίου). Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποφάσισε να περατώσει τις τρεις αυτές υποθέσεις επί παραβάσει. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει κατά των τριών κρατών μελών τον Ιανουάριο του 2018, και απεστάλη αιτιολογημένη γνώμη στις ελληνικές αρχές τον Ιούνιο του 2016.
Γενικότερα, να υπενθυμισθεί ότι το άρθρο 258 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) εξουσιοδοτεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως θεματοφύλακα των Συνθηκών, να κινήσει διαδικασία κατά κράτους μέλους που δεν τηρεί τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει του δικαίου της ΕΕ. Ρόλος και υποχρέωσή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να εξασφαλίσει την προστασία του δημοσίου συμφέροντος. Η διαδικασία, και ειδικότερα τα επιμέρους στάδια και τα χρονικά όρια, διέπεται από τη Συνθήκη.

Η διαδικασία παράβασης αρχίζει με ένα αίτημα παροχής πληροφοριών («προειδοποιητική επιστολή») προς το σχετικό κράτος μέλος, στο οποίο πρέπει να δοθεί απάντηση εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, συνήθως δύο μηνών. Ακολούθως, εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μείνει ικανοποιημένη από τις πληροφορίες και καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το συγκεκριμένο κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωση που υπέχει βάσει του δικαίου της ΕΕ, μπορεί τότε να απευθύνει επίσημο αίτημα συμμόρφωσης με το δίκαιο της ΕΕ («αιτιολογημένη γνώμη»), καλώντας το κράτος μέλος να την ενημερώσει για τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, συνήθως δύο μηνών.

Σε περίπτωση που ένα κράτος μέλος παραλείπει να διασφαλίσει τη συμμόρφωση με το δίκαιο της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να αποφασίσει να παραπέμψει το εν λόγω κράτος μέλος στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, σε ποσοστό άνω του 95% των υποθέσεων παράβασης, τα κράτη μέλη συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που υπέχουν βάσει του δικαίου της ΕΕ πριν από την παραπομπή τους στο Δικαστήριο.

Η απόφαση για την κίνηση διαδικασίας παράβασης κατά κράτους μέλους λαμβάνεται από το Σώμα των Επιτρόπων. Η απόφαση λαμβάνεται βάσει επακριβούς και αμερόληπτης νομικής ανάλυσης, που διεξάγεται από τις υπηρεσίες της Επιτροπής, των εγγράφων και των πληροφοριών που υποβάλλουν τα μέρη και των καταγγελιών οποιασδήποτε μορφής.

Αν το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκδώσει καταδικαστική απόφαση σε βάρος κράτους μέλους, το τελευταίο οφείλει να λάβει τα απαραίτητα μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση. Στην περίπτωση κράτους μέλους που παρέλειψε να μεταφέρει οδηγίες εντός της προθεσμίας που συμφωνήθηκε από το Συμβούλιο υπουργών της ΕΕ και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να επιβάλει χρηματική ποινή στο κράτος μέλος, μόλις εκδώσει την πρώτη απόφασή του στη συγκεκριμένη υπόθεση. Η δυνατότητα αυτή, που προβλέφθηκε από τη Συνθήκη της Λισαβόνας, κατοχυρώνεται στο άρθρο 260 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ.

Εάν, παρά την πρώτη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το κράτος μέλος συνεχίσει να μην συμμορφώνεται, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δύναται να κινήσει άλλη διαδικασία παράβασης βάσει του άρθρου 260 της ΣΛΕΕ, αποστέλλοντας απλά γραπτή προειδοποίηση προτού παραπέμψει το κράτος μέλος και πάλι στο Δικαστήριο.

Εάν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παραπέμψει κράτος μέλος για δεύτερη φορά στο Δικαστήριο, δύναται να προτείνει στο Δικαστήριο την επιβολή χρηματικών ποινών ανάλογα με τη διάρκεια και τη σοβαρότητα της παράβασης και με το μέγεθος του κράτους μέλους. Ειδικότερα, μπορούν να επιβληθούν δύο είδη χρηματικής ποινής, ένα εφάπαξ ποσό που εξαρτάται από τον χρόνο που μεσολάβησε από την αρχική απόφαση του Δικαστηρίου και ημερήσια χρηματική ποινή για κάθε ημέρα που μεσολαβεί από την δεύτερη απόφαση του Δικαστηρίου μέχρι την παύση της παράβασης. Να σημειωθεί ότι οι χρηματικές κυρώσεις προτείνονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται να τροποποιήσει τα ποσά αυτά στην απόφασή του.

Τέλος, να σημειωθεί ότι οι αποφάσεις της Επιτροπής που αφορούν παραβάσεις συγκεντρώνονται μια φορά το μήνα στο πλαίσιο συνολικής διαδικασίας που καλύπτει διάφορους τομείς πολιτικής. Οι αποφάσεις αυτές δημοσιοποιούνται.