Νέες αποφάσεις του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών για την προσαύξηση περιουσίας (άρθρο 15 παρ.3 ν. 3880/2010)

Οικονομικές Ειδήσεις

15 Σεπτέμβριος 2015
Taxheaven.gr

Νέες αποφάσεις δημοσιεύθηκαν από τους Διοικητικούς Δικαστές για το θέμα της προσαύξησης περιουσίας του άρθρου 15 του ν.3888/2010.

 
-Απόφαση 5981/2014 Δ.Εφ.Αθηνών -τμήμα 3ο Τριμελές (πρόστιμα Κ.Β.Σ.- καταθέσεις σε λογαριασμούς – αναδρομικότητα – κοινοί λογαριασμοί)

Διαπίστωση διαφορών από αντιπαραβολή δηλωθέντων εισοδημάτων προσφεύγοντος και συνολικών καταθέσεών του σε τραπεζικούς λογαριασμούς. Επιβολή προστίμων Κ.Β.Σ. λόγω μη έκδοσης αντίστοιχων αποδείξεων παροχής υπηρεσιών.


Αβάσιμος ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι οι διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 3 του Ν. 3888/2010 δεν έχουν αναδρομική ισχύ,διότι δεν πρόκειται για αναδρομική επιβολή φόρου, αλλά η ρύθμιση της διατάξεως αυτής αποτελεί θεμιτή μέθοδο εξακριβώσεως της πραγματικής φορολογικής ικανότητας, εισάγοντας μάλιστα τεκμήριο, το οποίο αφενός μεν αφορά στην ανεύρεση των πραγματικών εισοδημάτων του ελεύθερου επαγγελματία, αφετέρου δε είναι μαχητό, δυνάμενος ο φορολογούμενος να αποδείξει ότι η επαύξηση της περιουσίας του δεν προέρχεται από την παροχή υπηρεσιών κατά την άσκηση του επαγγέλματός του ως ελεύθερου επαγγελματία, αλλά προέρχεται από άλλη πηγή ή ότι για κάποια νόμιμη αιτία απαλλάσσεται του φόρου ή φορολογείται διαφορετικά. Τούτο δε δεν αντιβαίνει στο άρθρο 78 παρ. 2 του Συντάγματος, διότι από τη συνταγματική αυτή διάταξη δεν αποκλείεται η θέσπιση κατά τρόπο γενικό και απρόσωπο τεκμηρίων προς εξακρίβωση των διαφευγόντων τη φορολογία εισοδημάτων και στην ανεύρεση της πραγματικής φοροδοτικής ικανότητας των φορολογουμένων αρκεί αυτά να συνάδουν με τα δεδομένα της κοινής πείρας και να είναι μαχητά (πρβλ. ΣτΕ 1742/2013), όπως συμβαίνει και με τη διάταξη του άρθρου 15 παρ. 3 του Ν. 3888/2010 (βλ. όμως και Δ.Εφ.Αθ 2829/2015 κ.α.)

Αβάσιμος ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι πρέπει να εφαρμοστεί το τεκμήριο που προβλέπεται από το άρθρο 4 του Ν. 5638/1932, σύμφωνα με το οποίο τα χρήματα των κοινών λογαριασμών ανήκουν σε όλους τους συνδικαιούχους κατ’ ισομοιρία. Τούτο διότι από τις διατάξεις των άρθρων 1 παρ. 1 και 2 α’ και β’ του Ν. 5638/1932 «περί καταθέσεων εις κοινόν λογαριασμόν», όπως το άρθρο 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 1 του Ν. 951/1971 συνδυαζόμενες και με εκείνες των διατάξεων των άρθρων 489, 491, 493, 806, 822, 830 του ΑΚ συνάγεται ότι με την συναπτόμενη μεταξύ αφενός δύο ή περισσοτέρων ενδιαφερομένων και αφετέρου κάποιας τράπεζας σύμβαση καταθέσεως σε κοινό λογαριασμό, εκείνοι καταθέτουν σ’ αυτήν χρήματα με την παράλληλη συμφωνία της τηρήσεως από αυτήν της κατάθεσης στο όνομα από κοινού και με τον πρόσθετο όρο ότι καθένας από εκείνους θα μπορεί να κάνει ολική ή μερική χρήση του λογαριασμού, αναλαμβάνοντας χρήματα χωρίς τη σύμπραξη του άλλου, δημιουργείται δε ενεργητική εις ολόκληρον ενοχή, υπό την έννοια ότι ο καθένας από τους δικαιούχους έχει το δικαίωμα να απαιτήσει από την τράπεζα την ανάληψη των χρημάτων του λογαριασμού, η οφειλέτρια όμως τράπεζα έχει την υποχρέωση να προβεί στην απόδοση των χρημάτων μία μόνο φορά (πρβλ. ΑΠ 878/2013). Συνεπώς τα χρήματα ακόμη κι αν ανήκουν κατ’ ισομοιρία στον καθένα καταθέτη του κοινού λογαριασμού, ο καθένας μπορεί να κάνει ολική χρήση του λογαριασμού και μπορεί να προβεί σε ανάληψη όλου του ποσού του κοινού λογαριασμού, εναπόκειται δε στον κάθε καταθέτη να αποδείξει το δικαιούμενο ποσοστό του επί των χρημάτων αυτών, στρεφόμενος με αναγωγή κατά εκείνου που προέβη στην ανάληψη των χρημάτων του κοινού λογαριασμού. Στην προκειμένη περίπτωση, δεν αποδεικνύεται ότι τα χρήματα του κοινού λογαριασμού ανήκαν κατ’ ισομοιρίαν τόσο στον ίδιο όσο και στην συνδικαιούχο για κάποια νόμιμη αιτία και δεν αποτελεί εισόδημα από την άσκηση του επαγγέλματός του. βλ. όμως και Δ.Εφ.Αθ 2885/2015 κ.α.)



Απόφαση 1450/2015 Δ.Εφ.Αθηνών -τμήμα 3ο Τριμελές (φόρος εισοδήματος – διαδικασία - αναδρομικότητα – αρχή νομιμότητας) (όμοια και  η 1452/2015 ίδιου τμήματος)

Προσδιορισμός φόρου εισοδήματος προσφεύγοντος βάσει του συνολικού ποσού καταθέσεών του σε τραπεζικούς λογαριασμούς.


Οι υπάλληλοι της Υπηρεσίας Ειδικών Ελέγχων (ΥΠ.Ε.Ε.) έχουν πρόσβαση και λαμβάνουν οποιαδήποτε πληροφορία ή στοιχείο που αφορά ή σχετίζεται με την άσκηση του έργου ή της αποστολής τους, ύστερα από σχετική υπηρεσιακή εντολή, μη υποκείμενοι σε περιορισμούς διατάξεων περί απορρήτου. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση δεν απαιτούνταν από τα όργανα του Σ.Δ.Ο.Ε. που διενήργησαν τον έλεγχο η τήρηση οποιασδήποτε διαδικασίας για την άρση του τραπεζικού απορρήτου του προσφεύγοντος.

Αβάσιμος ο ισχυρισμός του προσφεύγοντος ότι οι διατάξεις του άρθρου 15 παρ. 3 του Ν. 3888/2010 δεν έχουν αναδρομική ισχύ (όμοια με 5981/2014 ίδιου τμήματος)

Αβάσιμος ο ισχυρισμός ότι η διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 15 του Ν. 3888/2010 παραβιάζει την συνταγματική αρχή της νομιμότητας του φόρου εισοδήματος, που κατοχυρώνεται με το άρθρο 78 παρ. 1 του Συντάγματος, διότι κατ’ εφαρμογή της ως άνω συνταγματικής αρχής της νομιμότητας του φόρου, που επικαλείται ο προσφεύγων, θεσπίστηκε η διάταξη του άρθρου 48 παρ. 3 του Ν. 2238/1994, σύμφωνα με την οποία ως εισόδημα από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων λογίζεται και κάθε εισόδημα που δεν μπορεί να υπαχθεί σε κάποια από τις κατηγορίες Α’ έως Ζ’ της παρ. 2 του άρθρου 4 του Ν. 2238/1994. Συνεπώς, η διάταξη του άρθρου 15 παρ. 3 του Ν. 3888/2010 όχι μόνο δεν παραβιάζει την ως άνω αρχή, αλλά δίνει τη δυνατότητα στον φορολογούμενο να αποδείξει ότι η προσαύξηση της περιουσίας του δεν υπάγεται στην κατηγορία του εισοδήματος από υπηρεσίες ελευθερίων επαγγελμάτων, (όπως προβλέπεται γενικώς στο άρθρο 48 παρ. 3 του Ν. 2238/1994), αλλά ότι είτε προέρχεται από άλλη πηγή ή αιτία, είτε ότι φορολογήθηκε από άλλες διατάξεις είτε ότι απαλλάσσεται από το φόρο με ειδική διάταξη.



Απόφαση 3983/2015 Δ.Εφ.Αθηνών -τμήμα 6ο Τριμελές (φόρος εισοδήματος - αναδρομικότητα)

Η διάταξη του δευτέρου εδαφίου της παρ 3 του ως άνω άρθρου 48, η οποία προστέθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 15 του ν.3888/2010, δεν χαρακτηρίζει ως εισόδημα, προσαύξηση που δεν φέρει τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος – ώστε να τίθεται ζήτημα αναδρομικής επιβολής φόρου καθ΄ υπέρβαση των χρονικών ορίων του άρθρου 78 παρ 2 του Συντάγματος- αλλά απλώς κατανέμει το βάρος της απόδειξης μεταξύ της φορολογικής αρχής και του φορολογουμένου - της πρώτης περιοριζομενης στην εξακρίβωση της περιουσιακής προσαύξησης και του δεύτερου βαρυνόμενου με την απόδειξη της φορολόγησης ή της νόμιμης απαλλαγής από το φόρο ή της μη υπαγωγής σε φόρο των χρηματικών ποσών που την δημιούργησαν.


Υπενθυμίζουμε ότι για παρόμοια θέματα είχαν δημοσιευθεί και άλλες αποφάσεις που μπορείτε να δείτε εδώ.