Αποτελέσματα live αναζήτησης

Καταργούνται οι μισοί φόροι υπέρ τρίτων

11 Δεκέμβριου 2006 Σχόλια
  • Εκτιμώμενος χρόνος ανάγνωσης 3 λεπτά
  • Κόντρα στα συμφέροντα πολλών ταμείων, οργανισμών, ιδρυμάτων αλλά και πάσης φύσεως συντεχνιών, η κυβέρνηση είναι πλέον υποχρεωμένη να καταργήσει έναν μεγάλο αριθμό φόρων υπέρ τρίτων που σήμερα κοστίζουν στους Ελληνες πολίτες πάνω ....

Κόντρα στα συμφέροντα πολλών ταμείων, οργανισμών, ιδρυμάτων αλλά και πάσης φύσεως συντεχνιών, η κυβέρνηση είναι πλέον υποχρεωμένη να καταργήσει έναν μεγάλο αριθμό φόρων υπέρ τρίτων που σήμερα κοστίζουν στους Ελληνες πολίτες πάνω από 5 δισ. ευρώ ετησίως, προκειμένου να εξυγιάνει το όλο σύστημα και να το εναρμονίσει με τα Κοινοτικά δεδομένα.
Πρόκειται για περισσότερους από 400 φόρους και τέλη που απομυζούν το εισόδημα των φορολογουμένων ενισχύοντας στην πλειονότητά τους ταμεία προβληματικά ή και «φαντάσματα» με πόρους κάθε άλλο παρά ανταποδοτικούς. Το θέμα του εξορθολογισμού τους έχει απασχολήσει εδώ και πολύ καιρό το οικονομικό επιτελείο, αποτελεί ωστόσο πλέον υποχρέωση της χώρας μας, μετά και τις καταδικαστικές αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, που τους θεωρεί ως έμμεση φορολογία που αντιβαίνει στις αρχές της επιχειρηματικότητας και του ανταγωνισμού. Η ΕΕ καλεί έτσι τη χώρα μας να προβεί το ταχύτερο δυνατόν στις αναγκαίες ρυθμίσεις για τη διευκόλυνση της ελεύθερης κυκλοφορίας προϊόντων και υπηρεσιών, καταργώντας εκείνες τις εισφορές υπέρ τρίτων που θέτουν εμπόδια στην ελεύθερη αγορά χωρίς να έχουν ικανά νομικά ερείσματα.

 

Προσπάθεια ιδιαίτερα δύσκολη εάν αναλογισθεί κανείς ότι, ακόμη και σήμερα, παρά τις «φιλότιμες» προσπάθειες πολλών κυβερνήσεων, δεν κατέστη δυνατόν να καταγραφούν στο σύνολό τους όλοι οι Φόροι Υπέρ Τρίτων (ΦΥΤ). Αξίζει να σημειωθεί ότι ο εντοπισμός του προβλήματος και η προσπάθεια επίλυσής του μέσω μιας γενικότερης μεταρρύθμισης του όλου συστήματος των Φόρων Υπέρ Τρίτων χρονολογείται από πολύ παλαιά. Η πρώτη προσπάθεια έγινε μάλιστα το 1947 (!), που υποχρέωνε όσους καρπούνται αυτούς τους πόρους να δηλώνουν την ύπαρξή τους. Η δεύτερη προσπάθεια έγινε το 1996, όπου έγινε μία καταγραφή 330 από τους ΦΥΤ και η τρίτη το 2000 όπου κατεγράφησαν επίσης περί τους 300 ΦΥΤ, οι οποίοι δεν εμφανίζονται στον προϋπολογισμό, αλλά εισπράττονται κατευθείαν από τρίτους, που απολαμβάνουν τους σχετικούς πόρους. Παρά ταύτα, όπως σημειώνεται και στην τελευταία προσπάθεια καταγραφής τους από την Επιτροπή Γεωργακόπουλου, καμία καταγραφή από αυτές που έχουν γίνει μέχρι σήμερα δεν μπορεί να θεωρηθεί πλήρης. Πόσο μάλλον όταν ο συνολικός αριθμός των ΦΥΤ συνεχώς αυξάνει, λόγω των πιέσεων που ασκούνται από διάφορες ομάδες που καρπώνονται τους φόρους.
Σημειώνεται ότι πολλοί από τους δικαιούχους είναι ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά ταμεία, εκατοντάδες οργανισμοί, νομικά πρόσωπα δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, νοσοκομεία, εκπαιδευτήρια, μουσεία, αλλά και δημόσια και ιδιωτικά ιδρύματα. Το βασικό κίνητρο με το οποίο έχουν επιβληθεί οι περισσότεροι ΦΥΤ είναι η εξασφάλιση θεσμοθετημένων οικονομικών ενισχύσεων υπέρ τους, με έμμεσο τρόπο και συχνά χωρίς τον έλεγχο της Βουλής. Συνήθως, δε, ο τρόπος χρήσης των σχετικών κονδυλίων από τους τρίτους δεν ελέγχεται, όπως επίσης δεν ελέγχεται και το κατά πόσο οι τρίτοι εξακολουθούν να έχουν ανάγκη των κονδυλίων αυτών.

Πρώτο «ψαλίδισμα»
Η πρώτη φορά που οι ΦΥΤ περιορίστηκαν δραστικά ήταν το 2001 όταν το υπουργείο Οικονομικών κατήργησε πάνω από 50 Φόρους Υπέρ Τρίτων, ενώ άλλους τόσους, που ήταν ανύπαρκτοι δημοσιονομικά, τους ενέταξε στον προϋπολογισμό προκειμένου να αποκτήσουν τουλάχιστον ένα ελάχιστο ανταποδοτικό χαρακτήρα. Oι φόροι αυτοί απέφεραν το 1975 έσοδα στο Δημόσιο ύψους 7,5 δισ. δρχ. και το 2000 έφθασαν στα 819 δισ. δρχ. Ως ποσοστό των φορολογικών εσόδων και των πρωτογενών δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού οι Φόροι Yπέρ Tρίτων αυξήθηκαν κατά 55%, δηλαδή από 6,135% σε 9,53%.
Η διάρθρωση των φόρων αυτών και ο τρόπος με τον οποίο επιβάλλονται είναι εξαιρετικά πολύπλοκος με αποτέλεσμα να αυξάνεται το κόστος διαχείρισης ολόκληρου του φορολογικού συστήματος. Οι Φόροι Υπέρ Τρίτων χαρακτηρίζονται από μεγάλη αδιαφάνεια και ακαμψία, δεδομένου ότι ενδεχόμενη μείωσή τους ή ακόμη και απλή τροποποίησή τους επισύρει άμεσες και έντονες αντιδράσεις από τους «τρίτους», τα συμφέροντα των οποίων θίγει. Αυτό ακριβώς άλλωστε εξηγεί και την αδυναμία περιορισμού των ΦΥΤ, παρά τις αρνητικές τους επιδράσεις. Πέραν αυτών, πρόκειται για φόρους με μικρή, κατά τεκμήριο, απόδοση με συνέπεια το κόστος της διαχείρισής τους όσο και της συμμόρφωσης των φορολογουμένων να είναι συνήθως μεγάλο. Παράλληλα ενισχύουν την τάση για φοροδιαφυγή, καθώς η πλειονότητα των πολιτών θεωρεί αδικία να καταβάλλει φόρους υπέρ συγκεκριμένων τάξεων. Επίσης οι ΦΥΤ χαρακτηρίζονται από έντονα αρνητική προοδευτικότητα, καθώς επιβάλλονται ως έμμεση φορολογία και καλύπτουν συναλλαγές που επιβαρύνουν περισσότερο τις ασθενέστερες τάξεις.

Πηγή Κέρδος



Δημιουργία νέας κατηγορίας

Κατηγορίες προσωπικής βιβλίοθήκης