ΣτΕ 1885/1998

Συμβάσεις παροχής πίστωσης σε ανοιχτό λογαριασμό τράπεζας υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου 0,5% και επί του ύψους του ποσού της ισχύουσας κάθε φορά σύμβασης και δεν λαμβάνεται υπόψη το προβλεπόμενο στην αρχική σύμβαση ύψος της πίστωσης.



Σχόλια:


1 Ιαν 1998

Taxheaven.gr
Τέλος χαρτοσήμου επί παρασχεθείσας πίστωσης Σ.τ.Ε.: 1885/1998 Συμβάσεις παροχής πίστωσης σε ανοιχτό λογαριασμό τράπεζας υπόκεινται σε τέλος χαρτοσήμου 0,5% και επί του ύψους του ποσού της ισχύουσας κάθε φορά σύμβασης και δεν λαμβάνεται υπόψη το προβλεπόμενο στην αρχική σύμβαση ύψος της πίστωσης. <------> 7. Επειδή, όπως δέχθηκε και το Διοικητικό Εφετείο, από την ανωτέρω διάταξη του άρθρου 15, παρ. 8 του ΚΝΤΧ, η οποία ορίζει ότι το τέλος χαρτοσήμου υπολογίζεται επί του ποσού της πίστωσης και χωριστά για κάθε έτος της διάρκειας της σύμβασης παροχής πίστωσης σε ανοιχτό λογαριασμό, συνάγεται ότι το τέλος αυτό υπολογίζεται με βάση το ύψος της πίστωσης που ισχύει για το συγκεκριμένο έτος της φορολογίας. Επομένως στην περίπτωση που, για το συγκεκριμένο έτος της φορολογίας, το ύψος της πίστωσης αυξηθεί ή μειωθεί μετά από σχετική τροποποίηση της αρχικής σύμβασης, όπως εν προκειμένω, το τέλος υπολογίζεται με βάση το ύψος της πίστωσης που συμφωνήθηκε με την τροποποιητική σύμβαση και δεν λαμβάνεται υπόψη το προβλεπόμενο στην αρχική σύμβαση ύψος της πίστωσης, το οποίο αφορά προγενέστερο του έτους της φορολογίας χρόνο. Με τις σκέψεις αυτές και υπό το προεκτεθέν πραγματικό, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο έκρινε ότι ορθώς, εν προκειμένω, το Διοικητικό Πρωτοδικείο δέχθηκε ότι το οφειλόμενο από την αναιρεσίβλητη τέλος χαρτοσήμου για το κρίσιμο έτος της φορολογίας, από 16.7.1987 έως 16.7.1988, έπρεπε να υπολογιστεί με βάση το ύψος της πίστωσης που συμφωνήθηκε με την από 16.7.1987 σύμβαση, με την οποία, κατά τροποποίηση της μέχρι τότε ισχύουσας σύμβασης, το ύψος της πίστωσης μειώθηκε για τον εφεξής χρόνο κατά 360.000.000 δρχ. και διέταξε την επιστροφή, ως αχρεωστήτως καταβληθέντος, του ποσού του τέλους του αναλογούντος στο ανωτέρω ποσό των 360.000.000 δρχ. 8. Επειδή, η κρίση αυτή του Διοικητικού Εφετείου είναι νομίμως και επαρκώς αιτιολογημένη και τα περί του αντιθέτου προβαλλόμενα με την κρινόμενη αίτηση, ότι δηλαδή κρίσιμος χρόνος για την επιβολή του τέλους, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 15, παρ. 8 του ΚΝΤΧ, ήταν ο χρόνος κατάρτισης της "αρχικής" από 16.7.1984 σύμβασης και ότι επομένως ληπτέο υπόψη ποσό για τον υπολογισμό του οφειλόμενου τέλους ήταν το προβλεπόμενο στη σύμβαση αυτή ύψος της πίστωσης, αδιάφορα αν το εν λόγω τέλος αφορά το χρονικό διάστημα από 16.7.1987 έως 16.7.1988 για το οποίο ίσχυε, βάσει τροποποιητικής σύμβασης, μειωμένο ύψος πίστωσης, είναι απορριπτέα ως αβάσιμα, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στην προηγούμενη σκέψη. 9. Επειδή εξάλλου, εφόσον όπως κρίθηκε ανωτέρω το ένδικο τέλος καταβλήθηκε αχρεώστητα, υπήρχε υποχρέωση επιστροφής του, σύμφωνα με την προπαρατεθείσα διάταξη του άρθρου 9, παρ. 4 του ΚΝΤΧ, η οποία ρητά προβλέπει ότι τα αχρεώστητα, εν όλω ή εν μέρει, καταβληθέντα τέλη χαρτοσήμου επιστρέφονται. Επομένως, ο περί του αντιθέτου λόγος αναίρεσης, με τον οποίο προβάλλεται ειδικότερα ότι, εφόσον το αχρεώστητο δεν υφίστατο κατά το χρόνο κατάρτισης της αρχικής σύμβασης, δεν συνέτρεχε νόμιμη περίπτωση επιστροφής του ένδικου τέλους, σύμφωνα με την τελευταία ανωτέρω διάταξη, για την εφαρμογή της οποίας δεν έχει σημασία η μεταγενέστερη, δια τροποποίησης της "αρχικής" σύμβασης, μείωση του ύψους της πίστωσης είναι επίσης απορριπτέος ως αβάσιμος.
Taxheaven.gr