ΠΟΛ.1003/5.1.1990

Οδηγίες για την εφαρμογή της έκτακτης εισφοράς του ν. 1870/89

5 Ιαν 1990

Taxheaven.gr
ΠΟΛ. 1003/5.1.90 Οδηγίες για την εφαρμογή της έκτακτης εισφοράς του ν. 1870/89

Η 1001139/5/Α0012/ΠΟΛ. 1003/5.1.90 εγκύκλιος του υπουργείου Οικονομικών

Κοινοποίηση των διατάξεων των άρθρων 7 έως και 11 του ν. 1870/1989 οι οποίες αναφέρονται στην επιβολή έκτακτης εφάπαξ εισφοράς.

Με τις διατάξεις των άρθρων 7 έως και 11 του ν. 1870/1989 (ΦΕΚ - Α΄ 250) επιβάλλεται έκτακτη εφάπαξ εισφορά στο φόρο εισοδήματος των φυσικών προσώπων, καθώς και στα καθαρά κέρδη των νομικών προσώπων.

Τις διατάξεις αυτές σας κοινοποιούμε μαζί με τις ακόλουθες οδηγίες, για την ορθή και ομοιόμορφη εφαρμογή της.

ΆΑρθρο 7

Υποκείμενο και αντικείμενο της εισφοράς

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καθορίζεται το υποκείμενο, δηλαδή, οι υπόχρεοι για την καταβολή της εισφοράς, που είναι τόσο τα φυσικά όσο και τα νομικά πρόσωπα, καθώς και το αντικείμενο αυτής, δηλαδή η βάση που, κατά περίπτωση, λαμβάνεται υπόψη για την επιβολή της.

Ειδικότερα:

Α. ΓΙΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

1. Με την παράγραφο 1 του άρθρου αυτού επιβάλλεται έκτακτη εφάπαξ εισφορά στο φόρο που αναλογεί στα εισοδήματα των φυσικών προσώπων, τα οποία φορολογούνται κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 του π.δ. 129/1989, καθώς και στο φόρο που αναλογεί στα εισοδήματα της σχολάζουσας κληρονομίας.

Επίσης, η εισφορά επιβάλλεται στο φόρο που αναλογεί στα εισοδήματα των φυσικών προσώπων, τα οποία φορολογούνται με βάση τις διατάξεις του άρθρου 5 του Ζ΄ Ψηφίσματος του έτους 1975, δηλαδή του Προέδρου Δημοκρατίας, βουλευτών κ.τ.λ.

Για την επιβολή της εισφοράς στα φυσικά πρόσωπα και στις σχολάζουσες κληρονομίες λαμβάνεται ως βάση το ποσό του κύριου και συμπληρωματικού φόρου εισοδήματος το οποίο αναλογεί κατά το οικονομικό έτος 1989 στο συνολικό τους εισόδημα με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 1 έως και 5 του άρθρου 9 του π.δ. 129/1989.

Αν το ποσό του κύριου και συμπληρωματικού φόρου που αναλογεί στο εισόδημα των φυσικών προσώπων και των σχολαζουσών κληρονομιών δεν υπερβαίνει τις 170.000 δραχμές, δεν επιβάλλεται εφάπαξ εισφορά.

Διευκρινίζεται, ότι το ποσό του κύριου και συμπληρωματικού φόρου που απομένει μετά από την αφαίρεση, από αυτό το ποσό, του ποσού της εφάπαξ εισφοράς που αναλογεί σε αυτό σύμφωνα με τα παραπάνω, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από τις 170.000 δραχμές.

Παράδειγμα:

Έστω ότι το ποσό του κύριου και συμπληρωματικού φόρου που αναλογεί στο εισόδημα φορολογουμένου οικον. έτους 1989 είναι 175.000 δραχμές.

Το ποσό της έκτακτης εισφοράς που αναλογεί είναι ίσο με 175.000 Χ 5% = 8.750 δραχμές.

Επειδή η διαφορά 175.000 δρχ. - 8.750 δρχ. δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 170.000 δραχμές, το ποσό της εισφοράς που οφείλεται περιορίζεται σε 5.000 δραχμές.

Β. ΓΙΑ ΤΑ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

1. Από τα νομικά πρόσωπα που φορολογούνται με βάση τις διατάξεις των άρθρων 86 έως 103 του π.δ. 129/1989, η εισφορά επιβάλλεται σε όλες ανεξαίρετα τις ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, στις δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις κερδοσκοπικού χαρακτήρα (ΔΕΗ, ΟΤΕ, ΟΣΕ, κ.λ.π.), στους συνεταιρισμούς και τις ενώσεις αυτών, στις αλλοδαπές επιχειρήσεις που λειτουργούν με οποιοδήποτε τύπο εταιρίας και στους αλλοδαπούς οργανισμούς που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων.

Διευκρινίζεται ότι, η εισφορά αυτή επιβάλλεται και στις επιχειρήσεις που υπάγονται στις διατάξεις του ν.δ. 2687/1953 και του ν. 4171/1961 καθώς και στις επιχειρήσεις που έχουν συνάψει μετά του Ελληνικού Δημοσίου συμβάσεις που έχουν κυρωθεί με νόμο, με τις οποίες παγιοποιούνται οι φορολογικοί συντελεστές, καθόσον η εισφορά αυτή δεν αποτελεί φόρο εισοδήματος αλλά ιδιότυπη έκτακτη εφάπαξ επιβάρυνση, όπως έχει γίνει δεκτό με τις αριθ.3098/1981 και 3151/1981 αποφάσεις ΣτΕ για την έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε με το ν.δ.44/1974, καθώς και με τις αριθ. 357/1984 και 3639/1984 αποφάσεις της Διαιτησίας για την έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε με το ν. 257/1976.

Στην έκτακτη εφάπαξ εισφορά υπάγονται κατά ρητή διατύπωση του νόμου τα νομικά πρόσωπα που έχουν συσταθεί μέχρι και την 31.12.1988. Στα νομικά αυτά πρόσωπα η εισφορά επιβάλλεται στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 93 του π.δ. 129/89 για χρονικό διάστημα δώδεκα μηνών και το οποίο προκύπτει από ισολογισμούς που έκλεισαν μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1988. Προκειμένου για τεχνικές επιχειρήσεις, η εισφορά επιβάλλεται στα καθαρά κέρδη που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32 του π.δ. 129/89 για χρονικό διάστημα δώδεκα μηνών και τα οποία αφορούν ισολογισμούς που έκλεισαν μετά τις 20 Δεκεμβρίου 1988.

Επομένως, αν νομικό πρόσωπο έκλεισε ισολογισμό στις 31.12.1988 (διαχ/κή περίοδος 1.1.88 - 31.12.88), η εισφορά θα επιβληθεί στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος που προκύπτει βάσει του ισολογισμού αυτού. Επίσης, αν το νομικό πρόσωπο έκλεισε ισολογισμό στις 30.6.1989 (διαχ/κή περίοδος 1.7.88 - 30.6.89), η εισφορά θα επιβληθεί στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος που προκύπτει βάσει του ισολογισμού αυτού.

Αν το πιο πάνω συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος που προκύπτει από τον ισολογισμό αναμορφώθηκε με την προσθήκη λογιστικών διαφορών, είτε αυτές έχουν δηλωθεί από την επιχείρηση, είτε αυτές έχουν προκύψει από διενεργηθέντα φορολογικό έλεγχο, η έκτακτη εισφορά θα υπολογισθεί στο συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος μετά την προσθήκη των λογιστικών διαφορών.

Περαιτέρω, με ρητή διάταξη του νόμου ορίζεται ότι από το συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος των πιο πάνω νομικών προσώπων που προκύπτει από τον ισολογισμό που έκλεισαν μετά την 30.12.1988, δεν αφαιρούνται και συνεπώς υπόκεινται στην έκτακτη εισφορά τα ακόλουθα ποσά:

α) Τα διανεμηθέντα στους μετόχους και κατόχους ιδρυτικών τίτλων ποσά, τα ποσοστά και οι αμοιβές των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου ανώνυμης εταιρίας, οι εκτός μισθού αμοιβές και ποσοστά που καταβλήθηκαν στους διευθυντές και διαχειριστές ανωνύμων εταιριών, καθώς και οι αμοιβές που καταβλήθηκαν από τα κέρδη στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό.

β) Οι συμψηφιζόμενες φορολογικά ζημίες, δηλαδή οι ζημίες των πέντε προηγούμενων ετών προκειμένου για βιομηχανικές, μεταλλευτικές, ξενοδοχειακές και γεωργικές επιχειρήσεις και των τριών προηγούμενων ετών προκειμένου για εμπορικές επιχειρήσεις.

γ) Τα ποσά των ζημιών που προέρχονται από συμμετοχή των πιο πάνω νομικών προσώπων σε προσωπικές εταιρίες, Ε.Π.Ε. και κοινοπραξίες, είτε οι ζημίες αυτές αφορούν ζημία της ίδιας διαχειριστικής χρήσης είτε προηγουμένων ετών.

δ) Τα αφορολόγητα αποθεματικά που έγιναν με βάση τους διάφορους αναπτυξιακούς νόμους (ν.δ. 4002/1959, ν. 289/1976, ν. 1116/1981, ν. 1262/1982, Ε. 2665/1988 απόφασης, ν. 1828/1989).

Αντίθετα, από το συνολικό καθαρό εισόδημα ή κέρδος των πιο πάνω νομικών προσώπων, αφαιρούνται τα πιο κάτω ποσά:

α) Τα μερίσματα από μετοχές και ιδρυτικούς τίτλους από άλλες ημεδαπές ανώνυμες εταιρίες, τα οποία έχουν περιληφθεί στα ακαθάριστα έσοδα της εταιρίας.

β) Τα εισοδήματα που απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος με βάση τις διατάξεις του άρθρου 91 του π.δ. 129/89 (τόκοι καταθέσεων σε Τράπεζες, τόκοι ομολογιών, κέρδη από την εκμετάλλευση πλοίων κ.λ.π.).

γ) Τα εισοδήματα των επιχειρήσεων για τα οποία προβλέπεται απαλλαγή από τις διατάξεις του άρθρου 225 του ν. 1065/1980 και του ν. 1416/1984.

Επομένως, η εφάπαξ εισφορά δεν επιβάλλεται επί των αδιανέμητων κερδών των ακόλουθων δημοτικών - μη αμιγών - επιχειρήσεων:

αα) Δημοτικών ή κοινοτικών εταιριών λαϊκής βάσης, εφόσον δεν έχουν παρέλθει δύο χρόνια από την ίδρυσή τους (π.δ. 323/1989 άρθρο 273).

ββ) Δημοτικών ή κοινοτικών επιχειρήσεων συνεταιριστικού χαρακτήρα, εφόσον δεν έχει παρέλθει πενταετία από την ίδρυσή τους (π.δ. 323/1989 άρθρο 272).

γγ) Των ανωνύμων εταιριών που συνιστούν οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων και τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων με συνεταιρισμούς, εφόσον δεν έχει παρέλθει πενταετία από την ίδρυσή τους (π.δ. 323/1989, άρθρο 271).

δδ) Των ανωνύμων εταιριών που συνιστώνται μόνο από φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης και στις οποίες μπορούν να συμμετέχουν και φορείς του δημόσιου τομέα, με κοινές μετοχές, που αντιπροσωπεύουν αθροιστικά μέχρι το είκοσι τοις εκατό (20%) του κεφαλαίου, εφόσον δεν έχουν παρέλθει πέντε χρόνια από την ίδρυσή τους (π.δ.323/1989, άρθρο 274).

Τούτο, καθόσον οι εταιρίες αυτές για τα πρώτα δύο ή πέντε χρόνια (κατά περίπτωση) λειτουργίας τους απαλλάσσονται της φορολογίας εισοδήματος, ως έχουσες, κατά τα χρόνια αυτά τις φορολογικές απαλλαγές των αμιγών δημοτικών επιχειρήσεων.

Τονίζεται, ότι η εφάπαξ εισφορά θα επιβληθεί στα διανεμόμενα κέρδη των εταιριών αυτών, με εξαίρεση βέβαια τα μερίσματα που έχουν λάβει το Δημόσιο, οι Δήμοι και οι κοινότητες - μέτοχοι.

ε) Η εισφορά υπέρ ΟΓΑ, που αναλογεί στα φορολογητέα μη διανεμόμενα κέρδη, για τις περιπτώσεις που δεν καταργήθηκε με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 1473/1984 η επιβολή εισφοράς υπέρ ΟΓΑ στο φόρο εισοδήματος.

στ) Η ωφέλεια που προέκυψε από την έκπτωση 10% λόγω εξόφλησης του φόρου εισοδήματος εντός της προθεσμίας καταβολής της πρώτης δόσης, εφόσον έχει περιληφθεί το ποσό αυτής στο λογαριασμό «Αποτελέσματα Χρήσεως».

Στις περιπτώσεις που η διαχειριστική περίοδος περιλαμβάνει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του δωδεκαμήνου, η εισφορά θα επιβληθεί στα καθαρά κέρδη που αναλογούν στη δωδεκάμηνη περίοδο, τα οποία θα εξευρεθούν με επιμερισμό του συνόλου των καθαρών κερδών προς τα ακαθάριστα έσοδα της δωδεκάμηνης χρονικής περιόδου και του υπόλοιπου χρονικού διαστήματος.

Παράδειγμα 1ον: Έστω ότι ανώνυμη εταιρία άρχισε να λειτουργεί την 1η Ιουνίου 1988 και έκλεισε την πρώτη διαχείριση (ισολογισμό) την 31 Δεκεμβρίου 1989 με σύνολο καθαρών κερδών 40.000.000 δρχ. Το σύνολο των ακαθ. εσόδων ανέρχεται σε 400.000.000 δρχ. και τα ακαθ. έσοδα της περιόδου 1.6.88 - 31.5.1989 ανήλθαν σε 300.000.000 δρχ.

Με βάση τα πιο πάνω, τα καθαρά κέρδη της ανώνυμης εταιρίας τα οποία θα ληφθούν ως βάση για τον υπολογισμό της εισφοράς ανέρχονται σε 30.000.000 δρχ. 40.000.000 Χ 300.000.000 : 400.000.000.

Παράδειγμα 2ον: Έστω ότι η ανώνυμη εταιρία άρχισε να λειτουργεί στις 20 Απριλίου 1987 και έκλεισε την πρώτη διαχείριση (ισολογισμό) την 31 Δεκεμβρίου 1988 με σύνολο καθαρών κερδών 35.000.000 δρχ. Το σύνολο των ακαθαρίστων εσόδων ανέρχεται σε 200.000.000 δρχ. και τα ακαθ. έσοδα της περιόδου 1.1.1988 - 31.12.1988 ανέρχονται σε 150.000.000 δρχ.

Με βάση τα πιο πάνω και δεδομένου ότι η εισφορά επιβάλλεται κατά κανόνα στα κέρδη που πραγματοποιήθηκαν στο έτος 1988, τα καθαρά κέρδη της ανώνυμης εταιρίας, τα οποία θα ληφθούν ως βάση για τον υπολογισμό της εισφοράς ανέρχονται σε 26.250.000 δρχ. 35.000.000 Χ 150.000.000 : 200.000.000.

ΆΑρθρο 8

Υπολογισμός της εισφοράς

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού καθορίζεται ο συντελεστής υπολογισμού της εισφοράς, χωριστά για τα φυσικά και τα νομικά πρόσωπα.

Ειδικότερα:

Α. ΓΙΑ ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι, προκειμένου για τα φυσικά πρόσωπα και τις σχολάζουσες κληρονομίες, ο συντελεστής υπολογισμού της εισφοράς είναι 5% στο ποσό του κύριου και συμπληρωματικού φόρου, που αναλογεί στα εισοδήματα οικονομικού έτους 1989, όπως προσδιορίζεται αυτός σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 7 του νόμου που κοινοποιείται. Προκειμένου για εγγάμους η εισφορά υπολογίζεται χωριστά για κάθε σύζυγο.

Β. ΓΙΑ ΤΑ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ

Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού η έκτακτη εισφορά που επιβάλλεται στα προαναφερθέντα νομικά πρόσωπα υπολογίζεται στα καθαρά κέρδη αυτών όπως αυτά προσδιορίζονται με τις διατάξεις της περ. β΄ της παρ.2 του προηγούμενου άρθρου, με τους εξής συντελεστές: 5% για κέρδη μέχρι 5.000.000 δρχ. και με 7% για τα πέρα, από το ποσό αυτό, κέρδη.

Παράδειγμα: Έστω ότι βιομηχανική ανώνυμη εταιρία πραγματοποίησε κατά τη διαχειριστική περίοδο 1.1.88 - 31.12.88 βάσει ισολογισμού συνολικά καθαρά κέρδη δρχ. 70.000.000 και ότι στα κέρδη αυτά περιλαμβάνονται:

α) Έσοδα από τόκους καταθέσεων δρχ. 4.000.000, β) Μερίσματα από συμμετοχή σε άλλη ημεδαπή ανώνυμη εταιρία δρχ. 6.000.000, γ) Κέρδη από συμμετοχή σε ΕΠΕ που έκλεισε ισολογισμό 31.12.87 δρχ. 8.000.000.

Από τα πιο πάνω κέρδη:

α) Διανεμήθηκαν στους μετόχους μερίσματα δρχ. 30.000.000.

β) Καταβλήθηκαν στα μέλη του Δ.Σ. αμοιβές και ποσοστά δρχ. 5.000.000.

Η επιχείρηση από τα κέρδη της πιο πάνω διαχειριστικής περιόδου ενήργησε αφορολόγητες κρατήσεις του ν. 1116/1981 δρχ. 4.000.000 και του ν. 1262/1982 δρχ. 12.000.000.

Κατά τη διαχειριστική περίοδο 1.1.87 -31.12.87 η επιχείρηση είχε πραγματοποιήσει ζημία δρχ. 4.000.000, η οποία και αναγνωρίσθηκε από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας.

Με την υποβληθείσα δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικον. έτους 1989 αναμόρφωσε τα προκύψαντα από τον ισολογισμό καθαρά κέρδη με την προσθήκη λογιστικών διαφορών δρχ. 8.000.000.

Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, η οφειλόμενη εισφορά επί των κερδών της διαχειριστικής περιόδου 1.1.88 - 31.12.88, θα υπολογισθεί ως ακολούθως:

Καθαρά κέρδη βάσει ισολογισμού δρχ. 70.000.000

Πλέον δηλωθείσες λογιστικές διαφορές δρχ. 8.000.000

Σύνολο κερδών δρχ. 78.000.000

Από το πιο πάνω ποσό αφαιρούνται:

α) Αφορολόγητα έσοδα από τόκους καταθέσεων δρχ. 4.000.000

β) Μερίσματα από συμμετοχή σε άλλη ημεδαπή δρχ. 6.000.000

ανώνυμη εταιρία δρχ. 10.000.000

Υπόλοιπο κερδών στο οποίο θα υπολογισθεί η εισφορά δρχ. 68.000.000

Υπολογισμός εισφοράς:

Κέρδη 5.000.000 Χ 5% = 250.000 δρχ.

Κέρδη 63.000.000 Χ 7% = 4.410.000 δρχ.

Κέρδη 68.000.000 4.660.000 δρχ.

Συνολικό ποσό εισφοράς που αναλογεί στα κέρδη της Α.Ε.

Σημειώνεται ότι από τα καθαρά κέρδη της ανώνυμης εταιρίας αφαιρέθηκαν, σύμφωνα με το προτελευταίο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 7 του κοινοποιούμενου νόμου, μόνο τα έσοδά της από τόκους καταθέσεων ως απαλλασσόμενα με το άρθρο 91 του π.δ. 129/89 της φορολογίας εισοδήματος και τα μερίσματα από τη συμμετοχή της σε άλλη ανώνυμη εταιρία.

Αντίθετα, δεν αφαιρέθηκαν από τα καθαρά κέρδη τα διανεμηθέντα στους μετόχους μερίσματα, οι καταβληθείσες αμοιβές και τα ποσοστά στα μέλη του Δ.Σ. τα αφορολόγητα αποθεματικά των νόμων 1116/1981 και 1262/1982, καθώς και το ποσό της ζημίας που πραγματοποίησε στην προηγούμενη χρήση 1987 η εταιρία, γιατί τα ποσά αυτά κατά ρητή διάταξη της περίπτ. β΄ της παρ. 2 του άρθρου 7, δεν αφαιρούνται από τα καθαρά κέρδη. Επίσης, δεν αφαιρέθηκαν τα κέρδη της εταιρίας από τη συμμετοχή της στην ΕΠΕ, γιατί αφενός μεν δεν προβλέπεται από το νόμο και αφετέρου το νομικό πρόσωπο της ΕΠΕ δεν είναι υποκείμενο στην έκτακτη εφάπαξ εισφορά, αλλά τα μέλη αυτής φυσικά ή νομικά πρόσωπα που φορολογούνται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 86 έως 103 του π.δ. 129/89, όπως αναφέρεται στο άρθρο 7 του κοινοποιούμενου νόμου.

ΆΑρθρο 9

Βεβαίωση της εισφοράς

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι, η βεβαίωση της οφειλόμενης εισφοράς θα γίνει οίκοθεν από τον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας που είναι αρμόδιος για τη φορολογία εισοδήματος οικον. έτους 1989 του φυσικού ή νομικού προσώπου με βάση τους τίτλους βεβαίωσης τους οποίους έχει στη διάθεσή του.

Ειδικότερα:

1. Η βεβαίωση της εισφοράς θα διενεργηθεί με βάση τους τίτλους που αναφέρονται στο άρθρο 65 του π.δ. 129/1989, το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 100 του ιδίου νομοθετήματος, εφαρμόζεται και στα νομικά πρόσωπα, καθώς και τους ισολογισμούς που συνυποβάλλονται, δηλαδή με βάση:

α) Τις δηλώσεις (αρχικές, συμπληρωματικές, ύστερα από την υπογραφή πρακτικού διοικητικής λύσης της διαφοράς), οι οποίες γενικά υποβάλλονται από τους πιο πάνω υπόχρεους.

β) Τα φύλλα ελέγχου, που οριστικοποιήθηκαν επειδή δεν ασκήθηκε προσφυγή ή δεν ασκήθηκε εμπρόθεσμα προσφυγή και

γ) Τις αποφάσεις των διοικητικών δικαστηρίων.

2. Η εισφορά βεβαιώνεται:

α) Στο όνομα των υπόχρεων για την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, με βάση την οποία υπολογίζεται η εισφορά, φυσικών ή νομικών προσώπων ή σχολάζουσας κληρονομίας κατά περίπτωση.

β) Σε περίπτωση θανάτου υποχρέου στο όνομα των κληρονόμων.

3. Πριν από τη σύνταξη του χρηματικού καταλόγου, με τον οποίο θα βεβαιώνεται η εισφορά, θα εκδίδεται σε δύο αντίτυπα για κάθε υπόχρεο, σημείωμα εκκαθάρισης και υπολογισμού της εισφοράς. Τα σημειώματα αυτά θα καταχωρίζονται σε ιδιαίτερο βιβλίο μεταγραφής και θα παίρνουν, κατά σειρά καταχώρισης, αντίστοιχο αριθμό. Σε ιδιαίτερες στήλες του βιβλίου αυτού θα σημειώνονται τα στοιχεία του υποχρέου, φυσικού ή νομικού προσώπου, ο φόρος ή το εισόδημα που υπόκειται στην εισφορά (προκειμένου για έγγαμους χωριστά για το σύζυγο και τη σύζυγο), καθώς και το συνολικό ποσό της εισφοράς.

Το πρωτότυπο του πιο πάνω σημειώματος θα παραμείνει στο φάκελο φορολογίας εισοδήματος, οικον. έτους 1989, του υπόχρεου.

4. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου αυτού η προθεσμία άσκησης προσφυγής ή υποβολή αίτησης διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, καθώς και η άσκηση προσφυγής στο αρμόδιο διοικητικό πρωτοδικείο δεν αναστέλλει τη βεβαίωση, και την είσπραξη της εισφοράς που βεβαιώθηκε με τη διαδικασία που προαναφέραμε.

Διευκρινίζεται ότι, κάθε φορά που θα διαπιστώνετε εσφαλμένο υπολογισμό της εισφοράς από λογιστικό λάθος κ.λ.π. σε βάρος ή όχι του Δημοσίου θα συντάσσετε σχετική απόφαση και θα ενεργείται νέα εκκαθάριση της εισφοράς και συμπληρωματική βεβαίωση ή σύνταξη ατομικού φύλλου ελέγχου έκπτωσης, κατά περίπτωση, και το νέο εκκαθαριστικό σημείωμα θα αποστέλλεται στον υπόχρεο.

5. Αν εκκρεμεί προσφυγή ενώπιον διοικητικού πρωτοδικείου, θα εκδοθεί φύλλο ελέγχου για τον υπολογισμό της εισφοράς στο εισόδημα που προσδιορίστηκε με το φύλλο ελέγχου της φορολογίας εισοδήματος, το οποίο μαζί με συνοπτική έκθεση ελέγχου θα κοινοποιείται στον υπόχρεο με τη συνηθισμένη διαδικασία.

Αν ασκηθεί προσφυγή κατ' αυτού του φύλλου ελέγχου από το φορολογούμενο, θα γίνεται βεβαίωση του ποσοστού 20% στο ποσό της εισφοράς που αμφισβητείται από το φορολογούμενο. Παράλληλα θα ενεργούνται τα νόμιμα προκειμένου να συνεκδικασθούν οι προσφυγές που έχουν ασκηθεί από το φορολογούμενο κατά του φύλλου ελέγχου φορολογίας εισοδήματος και κατά του φύλλου ελέγχου της εισφοράς.

Για τη σύνταξη των φύλλων ελέγχου της εισφοράς, θα χρησιμοποιούνται τα έντυπα φύλλων ελέγχου φορολογίας εισοδήματος, αφού τροποποιηθούν ανάλογα μέχρι να εκτυπωθούν νέα ειδικά έντυπα.

Τα πιο πάνω φύλλα ελέγχου θα παίρνουν αριθμό κατά σειρά καταχώρισης σε ιδιαίτερο βιβλίο μεταγραφής φύλλων ελέγχου.

Στο βιβλίο αυτό θα καταχωρούνται:

αα) Τα στοιχεία του υπόχρεου.

ββ) Το ποσό του φόρου ή του εισοδήματος που υπόκειται στην εισφορά, κατά δήλωση, κατ' έλεγχο και οριστικά.

γγ) Η εισφορά που αναλογεί.

δδ) Η ημερομηνία έκδοσης του φύλλου ελέγχου.

εε) Η ημερομηνία κοινοποίησης του φύλλου ελέγχου και

στστ) Ο τρόπος οριστικοποίησης.

6. Αν έχει κοινοποιηθεί φύλλο ελέγχου φορολογίας εισοδήματος ή πράξη προσδιορισμού αποτελεσμάτων θα βεβαιώσετε την οφειλόμενη εισφορά με βάση τη δήλωση και θα αναμένετε να παρέλθει η προθεσμία άσκησης της προσφυγής ή διοικητικής επίλυσης της διαφοράς για το επιπλέον οφειλόμενο ποσό εισφοράς με βάση τον έλεγχο.

Σε περίπτωση διοικητικής επίλυσης της διαφοράς θα εκδώσετε, με βάση τη συμπληρωματική δήλωση που υποβάλλεται από τον φορολογούμενο ύστερα από την υπογραφή του σχετικού πρακτικού, που είναι εκτυπωμένο στο σχετικό φύλλο ελέγχου, συμπληρωματικό εκκαθαριστικό σημείωμα, το οποίο θα αποστείλετε στον υπόχρεο και θα βεβαιώσετε τη διαφορά της εισφοράς που προκύπτει.

Αν ο φορολογούμενος ασκήσει προσφυγή κατά του φύλλου ελέγχου φορολογίας εισοδήματος ή της πράξης προσδιορισμού αποτελεσμάτων, θα εκδώσετε φύλλο ελέγχου με συνοπτική έκθεση για την εισφορά που αναλογεί ύστερα από τον έλεγχο, το οποίο θα κοινοποιήσετε στον υπόχρεο με τη συνηθισμένη διαδικασία και θα βεβαιώσετε το 20% της διαφοράς της εισφοράς σύμφωνα με όσα προαναφέραμε.

Αν οριστικοποιηθεί το φύλλο ελέγχου φορολογίας εισοδήματος, λόγω παρόδου απράκτου της προθεσμίας διοικητικής επίλυσης προσφυγής, θα εκδώσετε εκκαθαριστικό σημείωμα για τη διαφορά της εισφοράς, το ποσό της οποίας θα βεβαιώσετε, κατά τα ανωτέρω.

7. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου αυτού, οι διατάξεις των άρθρων 57, 58, 59, 60, 61, 62, 65, 66, 74, 75, και 100 του π.δ. 129/89, καθώς και του ν. 4125/1960 εφαρμόζονται ανάλογα και κατά την επιβολή της εισφοράς που προβλέπεται από το νόμο που κοινοποιείται, με την επιφύλαξη αυτών που ορίζονται στην παράγραφο 6.

Ειδικότερα, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες μετά από τον έλεγχο συντρέχει περίπτωση επιβολής εισφοράς επί πλέον αυτής που βεβαιώθηκε, θα συντάσσεται ιδιαίτερη έκθεση και θα εκδίδεται ίδιο φύλλο ελέγχου, το οποίο θα κοινοποιείται στον υπόχρεο. Αν μετά τον έλεγχο δεν οφείλεται εισφορά επιπλέον από αυτή που βεβαιώθηκε με βάση τη δήλωση, θα αναφέρεται τούτο στο τέλος της έκθεσης ελέγχου φορολογίας εισοδήματος.

8. Όταν το ποσό της εισφοράς δεν υπερβαίνει τις 1.500 δραχμές, αμελείται η βεβαίωση. Προκειμένου για έγγαμους αυτό εφαρμόζεται όταν το ποσό της εισφοράς δεν υπερβαίνει τις 1.500 δραχμές αθροιστικά λαμβανόμενο για το φορολογούμενο και τη σύζυγό του.

9. Για τη διευκόλυνση του έργου των δημοσίων οικονομικών υπηρεσιών ο υπολογισμός της εισφοράς, καθώς και η σύνταξη των οικείων σημειωμάτων των χρηματικών καταλόγων, για τα φυσικά πρόσωπα και τις σχολάζουσες κληρονομίες, θα διενεργηθεί από το ΚΕΠΥΟ με βάση τα στοιχεία των αρχικών και συμπληρωματικών δηλώσεων οικονομικού έτους 1989, καθώς και τα οριστικά στοιχεία ελέγχου που υπάρχουν στην υπηρεσία, εφόσον το ΚΕΠΥΟ έχει ενημερωθεί με τα στοιχεία αυτά.

Το ΚΕΠΥΟ θα αποστείλει ταχυδρομικά στα υπόχρεα φυσικά πρόσωπα τα εκκαθαριστικά σημειώματα υπολογισμού της εφάπαξ εισφοράς, τα οποία επέχουν θέση και ατομικής ειδοποίησης, με ενσωματωμένα τα προεκτυπωμένα μηχανόγραφα αποδεικτικά είσπραξης για την πληρωμή της εισφοράς. Η διαδικασία της είσπραξης θα γίνει μηχανογραφικά μέχρι την τελευταία δόση της εισφοράς. Για τον τρόπο και τη διαδικασία είσπραξης των προεκτυπωμένων μηχανόγραφων αποδεικτικών είσπραξης θα σας ενημερώσουμε έγκαιρα.

10. Για τα φυσικά πρόσωπα και τις σχολάζουσες κληρονομίες με των οποίων τα στοιχεία των δηλώσεων οικονομικού έτους 1989 δεν έχει ενημερωθεί το ΚΕΠΥΟ, καθώς και για τα νομικά πρόσωπα, ο υπολογισμός της εισφοράς και η σύνταξη των οικείων χρηματικών καταλόγων θα γίνει από τις αρμόδιες δημόσιες οικονομικές υπηρεσίες, με βάση έντυπο σημειώματος υπολογισμού το οποίο θα σας σταλεί έγκαιρα.

Το έντυπο αυτό σημείωμα θα φέρει στη μια όψη του το εκκαθαριστικό σημείωμα υπολογισμού της εισφοράς και στην άλλη όψη του θα φέρει την κατά νόμο ατομική ειδοποίηση προς τον υπόχρεο. Μετά τον προσδιορισμό του ποσού της εφάπαξ εισφοράς από το Τμήμα ή Γραφείο Φορολογίας Εισοδήματος της ΔΟΥ θα συντάσσεται αμέσως ο σχετικός χρηματικός κατάλογος στον οποίο θα επισυνάπτεται και το αντίγραφο του εκκαθαριστικού σημειώματος που προορίζεται για τον υπόχρεο και θα παραδίδεται στο Τμήμα ή Γραφείο Εσόδων της ΔΟΥ για τη διενέργεια της πράξης της βεβαίωσης.

Το Τμήμα ή Γραφείο Εσόδων της ΔΟΥ αφού βεβαιώσει το χρηματικό κατάλογο και συμπληρώσει την πίσω όψη του εκκαθαριστικού σημειώματος με τις σχετικές ενδείξεις της ατομικής ειδοποίησης, θα το στείλει αμέσως ταχυδρομικά στο υπόχρεο φυσικό ή νομικό πρόσωπο.

ΆΑρθρο 10

Καταβολή της εισφοράς

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι το ποσό της εισφοράς που βεβαιώθηκε καταβάλλεται από τους υποχρέους σε τέσσερις (4) ίσες μηνιαίες δόσεις από τις οποίες η πρώτη μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του μήνα Ιανουαρίου 1990 και κάθε μια από τις επόμενες μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα των επομένων μηνών.

Σε περίπτωση που βεβαιώνεται εισφορά μετά από το μήνα Ιανουάριο 1990 η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις δημόσιες υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση και οι λοιπές την αντίστοιχη ημέρα των επομένων μηνών.

Αν το συνολικό ποσό της οφειλής δεν υπερβαίνει τις 30.000 δραχμές, καταβάλλεται εφάπαξ.

Αν το συνολικό ποσό της οφειλής υπερβαίνει τις 30.000 δραχμές, το ποσό κάθε μιας από τις δόσεις δεν μπορεί να είναι μικρότερο από τις 30.000 δραχμές (π.χ. εισφορά 75.000 δραχμών καταβάλλεται σε τρεις δόσεις, η πρώτη 30.000 δρχ., η δεύτερη 30.000 δρχ. και η τρίτη 15.000 δρχ.).

Τα παραπάνω εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τον τίτλο (δήλωση, φύλλο ελέγχου, δικαστική απόφαση). Συνεπώς, οι προθεσμίες καταβολής του φόρου εισοδήματος που προβλέπονται από τις διατάξεις του π.δ.129/89 δεν εφαρμόζονται για την καταβολή της εισφοράς.

2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι υπόχρεος για την καταβολή της εισφοράς είναι το φυσικό ή το νομικό πρόσωπο στο όνομα του οποίου βεβαιώθηκε το ποσό αυτής.

Όταν κατ' εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 5 του π.δ. 129/89, οι σύζυγοι υποβάλλουν κοινή δήλωση για τα εισοδήματά τους, η σύζυγος ευθύνεται για την καταβολή του ποσού της εισφοράς που προκύπτει με βάση το φόρο που αναλογεί στο συνολικό εισόδημά της.

Επίσης, εφόσον συντρέχει περίπτωση εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 2 ή 3 του άρθρου 5 του π.δ. 129/1989, για την καταβολή της εισφοράς που αναλογεί επιμεριστικά στο εισόδημα που προστίθεται και φορολογείται στο όνομα του ενός συζύγου, ευθύνεται εις ολόκληρον και ο άλλος σύζυγος.

Οι υπόχρεοι που αναφέρονται στις περιπτώσεις α' και β' της παραγράφου 3 του άρθρου 52 του π.δ. 129/1989 (κηδεμόνας, επίτροπος κ.λ.π.) ευθύνονται εις ολόκληρον με εκείνους που βαρύνονται με την εισφορά, για την καταβολή της, έχουν όμως δικαίωμα αναγωγής.

Σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου, οι κληρονόμοι του ευθύνονται για την καταβολή του ποσού της εισφοράς, ανάλογα με το ποσοστό της κληρονομικής τους μερίδας.

ΆΑρθρο 11

Έκπτωση εισφοράς

1. Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι, από το ποσό της εισφοράς που βαρύνει τα φυσικά πρόσωπα, ποσοστό 50% αποτελεί προσωπικό αφορολόγητο ποσό του υποχρέου, κατά το έτος μέσα στο οποίο καταβλήθηκε αυτή από τον υπόχρεο.

2. Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού ορίζεται ότι, ποσοστό 50% από το ποσό της εισφοράς που θα καταβληθεί από νομικά πρόσωπα, εκπίπτει ως δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα του έτους μέσα στο οποίο καταβλήθηκε, προκειμένου να υπολογισθούν τα καθαρά κέρδη τους που υπόκεινται σε φορολογία.

Επομένως, τα νομικά πρόσωπα, που αναφέρονται στην περ. β' της παρ. 1 του άρθρου 7 του κοινοποιούμενου νόμου, κατά την υποβολή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος του οικον. έτους που αναφέρεται στη διαχειριστική περίοδο εντός της οποίας κατέβαλαν την εισφορά και την οποία ήδη έχουν εκπέσει (στο σύνολό της) από τα ακαθάριστα έσοδα στα τηρούμενα βιβλία τους, θα προβούν, προκειμένου για τον προσδιορισμό των φορολογητέων κερδών τους, σε αναμόρφωση των προκυψάντων από τα βιβλία αποτελεσμάτων, προσθέτοντας σε αυτά το ήμισυ του καταβληθέντος ποσού εισφοράς, το οποίο δεν αναγνωρίζεται φορολογικά προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα.

Ο Υπουργός

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΣΟΥΦΛΙΑΣ


Taxheaven.gr