ΠΟΛ.1246/9.10.1998

Γενική ρύθμιση βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο και ρυθμίσεις χρεών ειδικών κατηγοριών οφειλετών



Σχόλια:


9 Οκτ 1998

Taxheaven.gr
Αθήνα, 9 Οκτωβρίου 1998
Αριθμ. Πρωτ.: 1113960/5668/0016

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝ. Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 16η (Εισ. Δημ. Εσόδων)
ΤΜΗΜΑΤΑ Α', Β', ΕΒΕΤ
H.Π. 13/10/1998/ΑΧ

ΠΟΛ.: 1246

ΘΕΜΑ: Γενική ρύθμιση βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο και ρυθμίσεις χρεών ειδικών κατηγοριών οφειλετών

Σας κοινοποιούμε τις διατάξεις των άρθρων 36, 37 και 38 του σχεδίου νόμου "Ρυθμίσεις δασμολογικού και φορολογικού περιεχομένου, τροποποίηση του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις", που ήδη ψηφίστηκε από τη Βουλή, με τις οποίες διατάξεις γίνεται γενική ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς το
Δημόσιο, καθώς και ρυθμίσεις χρεών ειδικών κατηγοριών οφειλετών και σας αποστέλλουμε τις παρακάτω οδηγίες για ενιαία εφαρμογή αυτών.

Α. Γενική ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών

Με τις διατάξεις του άρθρου 36 γίνεται γενική ρύθμιση των ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο.

1. Χρέη που ρυθμίζονται

Χρέη προς το Δημόσιο βεβαιωμένα στις ΔΟΥ ή τα Τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ Νομικών Προσώπων και λοιπών τρίτων, που εισπράττονται μέσω των ΔΟΥ, τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα μέχρι και τις 17.9.1998.

2. Χρέη που δεν ρυθμίζονται

Στη ρύθμιση αυτή δεν υπάγονται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς που δεν έχουν ανατραπεί, τα χρέη από συμβάσεις εκτός των χρεών από δάνεια που έχουν χορηγηθεί με την εγγύηση του Δημοσίου και έχουν βεβαιωθεί στις ΔΟΥ για είσπραξη, ο φόρος εισοδήματος Φυσικών και Νομικών
Προσώπων οικονομικού έτους 1998, τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων του ιδίου έτους, τα αυτοτελώς βεβαιωμένα χρέη υπέρ ΟΤΑ, τα χρέη υπέρ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και τα χρέη υπέρ ξένων κρατών από φόρο εισοδήματος.

3. Αριθμός δόσεων, ημερομηνία πληρωμής τους, χρονικό διάστημα κατάθεσης αιτήσεων, έκπτωση στις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής
Τα χρέη που υπάγονται στη ρύθμιση αυτή καταβάλλονται σε δέκα οκτώ, κατ' ανώτατο όριο, ίσες διμηνιαίες δόσεις, μαζί με το 85% των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σ' αυτά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί ναι είναι μικρότερο των 100.000 δρχ., περιοριζομένου αναλόγως του αριθμού των δόσεων.
Η σχετική αίτηση για τη ρύθμιση των χρεών, που υφίστανται κατά την ημερομηνία υποβολής της και έχουν γίνει ληξιπρόθεσμα μέχρι την ημερομηνία που αναφέρεται παραπάνω, πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια ΔΟΥ, μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πρώτη δόση πρέπει να καταβληθεί μέχρι και την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα Νοεμβρίου 1998 και οι υπόλοιπες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε δεύτερου μήνα μετά το μήνα της καταβολής της πρώτης δόσης που ορίζεται στη διάταξη (Νοέμβρης 1998, Γενάρης 1999, Μάρτης 1999 και ούτω καθεξής).
Οι οφειλέτες που θα εξοφλήσουν ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό μέχρι την 31.12.1998, δικαιούνται επιπλέον έκπτωση 35% στις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης. Η έκπτωση αυτή χορηγείται και στην περίπτωση που το ρυθμιζόμενο ποσό δεν καλύπτει το ελάχιστο ποσό της δόσης (ποσό κάτω των 100.000 δρχ.), με την προϋπόθεση ότι αυτό θα καταβληθεί μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης.

Διευκρινίζεται ότι, για να τύχει ο οφειλέτης της παραπάνω συνολικής έκπτωσης 50%, θα πρέπει να έχει ρυθμίσει όλες τις ρυθμιζόμενες σ' αυτή βεβαιωμένες και ληξιπρόθεσμες μέχρι της 17.9.1998 οφειλές του, με εξαίρεση μόνο, εφόσον το ζητήσει, αυτές για τις οποίες έχει χορηγηθεί από το αρμόδιο Δικαστήριο αναστολή είσπραξής τους (όχι αναστολή εκτέλεσης κατόπιν ανακοπής κατ' άρθρο 73 του ΚΕΔΕ).
Επομένως, ο οφειλέτης θα πρέπει να καταβάλει την πρώτη διμηνιαία δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα Νοεμβρίου 1998 και μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του Δεκεμβρίου 1998 να καταβάλει και το υπόλοιπο ποσό της οφειλής του.
Επισημαίνεται, ότι η καταβολή της πρώτης διμηνιαίας δόσης μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα Νοεμβρίου 1998, αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση.

4. Λοιπά ευεργετήματα της ρύθμισης

Οι οφειλέτες που θα ρυθμίσουν τις οφειλές τους σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου που αναφέρθηκε παραπάνω και θα είναι συνεπείς σ' αυτές, έχουν εκτός από το δικαίωμα έκπτωσης των προσαυξήσεων της εκπρόθεσμης καταβολής που προαναφέρθηκε και τα ακόλουθα ευεργετήματα:

α) Την απαλλαγή τους από τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν, κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ, από την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης μέχρι την εξόφληση της οφειλής.

β) Τη μη λήψη σε βάρος τους των παρακάτω μέτρων, εφόσον δεν έχουν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν ρυθμίζονται.

αα) Της ποινικής δίωξης λόγω μη καταβολής ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο (άρθρο 25 του Ν.1882/1990), όπως ισχύει σήμερα.

ββ) Της προσωπικής κράτησης (Ν.1867/1989), όπως ισχύει σήμερα.

γγ) Του κλεισίματος των καταστημάτων ή επιχειρήσεων (άρθρο 22 του Ν.2523/1997).

δδ) Της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα (Ν.395/1976 και άρθρο 27 του Ν.1882/1990).

γ) Την αναστολή των πιο πάνω σε βάρος τους μέτρων που ήδη έχουν ληφθεί. Ειδικά το μέτρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα, αναστέλλεται με σχετικό έγγραφο της αρμόδιας ΔΟΥ προς το Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Επίσης, αναστέλλεται η εκτέλεση απόφασης για προσωποκράτηση ή, αν αυτή έχει αρχίσει, διακόπτεται,
καθώς επίσης αναστέλλεται η ποινική δίωξη και αναβάλλεται η εκτέλεση της καταγνωσθείσας ποινής ή διακόπτεται η εκτέλεση αυτής που έχει ήδη αρχίσει.

δ) Αναστέλλεται η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης κινητών ή ακινήτων, εφόσον η εκτέλεση αφορά μόνο ρυθμισθέντα χρέη.
Επισημαίνεται, ότι δεν αναστέλλονται οι κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί "στα χέρια τρίτων", ούτε στις περιπτώσεις που έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες κατάσχεσης, τα ποσά όμως που θα αποδίδονται από αυτές θα πιστώνονται σε δόση ή δόσεις της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες ληξιπρόθεσμες μη ρυθμισμένες οφειλές.
Επίσης, η συνέπεια του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει το Δημόσιο, προς διασφάλιση της οφειλής, να επιβάλει κατάσχεση ή να λάβει εξασφαλιστικά μέτρα, όπως υποθήκη.

ε) Θεωρούνται τα φορολογικά στοιχεία και βιβλία του οφειλέτη.

στ) Χορηγείται στο συνεπή στη ρύθμιση οφειλέτη αποδεικτικό ενημερότητας για τα χρέη του προς το Δημόσιο. Ειδικά, όμως, για το αποδεικτικό ενημερότητας πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα παρακάτω:

5. Χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας

Ειδικά για τη χορήγηση του αποδεικτικού ενημερότητας, κατά την έναρξη της ρύθμισης, απαιτείται καταβολή ποσού που να καλύπτει τις δύο πρώτες δόσεις της ρύθμισης (Νοεμβρίου 1998, Ιανουαρίου 1999).
Αν, όμως, το αποδεικτικό ενημερότητας ζητείται για είσπραξη χρημάτων, σύναψη και εκτέλεση συμβάσεων δανείων, καθώς και μεταβίβαση ακινήτων, η χορήγησή του επιτρέπεται χωρίς τον παραπάνω περιορισμό της καταβολής ποσού που αντιστοιχεί στις δύο πρώτες δόσεις, αλλά με την προϋπόθεση ότι το εισπραττόμενο ποσό ή το τίμημα που αντιστοιχεί στις δόσεις αυτές θα παρακρατηθεί και θα αποδοθεί για την εξόφληση ισόποσων ρυθμισθέντων οφειλών. Με την ίδια διαδικασία και για τις ίδιες χρήσεις επιτρέπεται η χορήγηση του αποδεικτικού ενημερότητας του προηγούμενου εδαφίου, όταν δεν έχει πληρωθεί η δεύτερη δόση της ρύθμισης. Τα ποσά, όμως, θα παρακρατηθούν από τις αιτίες αυτές, πρέπει να αποδοθούν στο Δημόσιο, πριν από την ημερομηνία λήξης πληρωμής της δεύτερης οφειλόμενης δόσης, διαφορετικά ο οφειλέτης έχει τη συνέπεια όχι μόνο της μη εμπρόθεσμης πληρωμής δόσης, αλλά και την απώλεια της ρύθμισης, κατά περίπτωση.
Σημειώνεται, ότι με τη διάταξη αυτή δεν θίγεται η διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 82 του Ν.Δ.118/1973, που απαιτεί την απόδοση του τιμήματος από το συμβολαιογράφο εντός τριών ημερών από τη σύνταξη του συμβολαίου μεταβίβασης του κληρονομιαίου ακινήτου.
Επισημαίνεται, ότι όλα τα αποδεικτικά ενημερότητας που εκδίδονται με βάση την παρούσα ρύθμιση, θα έχουν ισχύ για ένα μήνα από την ημέρα έκδοσής τους, ανεξάρτητα της χρήσης για την οποία εκδίδονται.

6. Απώλεια ρύθμισης - Συνέπειες

Ο οφειλέτης που θα καθυστερήσει να καταβάλει δύο συνεχείς δόσεις έχει ως συνέπεια:

α) Την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης.
β) Τη συνέχιση των μέτρων είσπραξης που είχαν ανασταλεί.
γ) Τη συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης κινητών ή ακινήτων που είχε ανασταλεί.
δ) Την είσπραξη του υπολοίπου ποσού της οφειλής με όλες τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σ' αυτό, κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ και τη λήψη σε βάρος του όλων των μέτρων είσπραξης.
ε) Τη λήξη της αναστολής απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα.

7. Καθυστέρηση πληρωμής μιας δόσης

Ο οφειλέτης που καθυστερεί να καταβάλει κάποια από τις δόσεις της ρύθμισης, δεν χάνει το ευεργέτημα της ρύθμισης, αλλά έχει ως συνέπεια:

α) Τη μη χορήγηση σ' αυτόν αποδεικτικού ενημερότητας και τη μη θεώρηση φορολογικών στοιχείων και βιβλίων του, για όσο χρόνο καθυστερεί η καταβολή της δόσης αυτής. Χορηγείται, όμως, το αποδεικτικό που θα ζητηθεί για είσπραξη χρημάτων κ.λπ., μέρος των οποίων θα παρακρατηθούν σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παρ. 5 της παρούσας.

β) Την επιβάρυνση του συνόλου της δόσης αυτής (κεφάλαιο συν προσαύξηση) με προσαύξηση 2% για κάθε μήνα καθυστέρησης.

8. Συμψηφισμός απαιτήσεων κατά του Δημοσίου

Ολες οι απαιτήσεις κατά του Δημοσίου οφειλετών οι οποίοι έχουν ρυθμίσει τα χρέη τους με τις διατάξεις αυτές, συμψηφίζονται υποχρεωτικά με τις δόσεις της ρύθμισης. Αν υπάρχουν άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί, ο συμψηφισμός γίνεται μ' αυτές, κατά προτεραιότητα. Οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής σταματούν την ημερομηνία συνάντησης των αμοιβαίων απαιτήσεων, οπότε υπάρχει περίπτωση διαφοροποίησης του ποσού των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που έχει ρυθμιστεί.
Στην περίπτωση που η δήλωση συμψηφισμού του οφειλέτη ή ο αυτεπάγγελτος συμψηφισμός του Προϊσταμένου της ΔΟΥ ή η πληρωμή με γραμμάτιο συμψηφισμού σε άλλη ΔΟΥ, έχουν προηγηθεί της αίτησης για την υπαγωγή στη ρύθμιση, θα γίνεται κανονική πίστωση των οφειλών και το υπόλοιπο ποσό της οφειλής θα υπάγεται στη
ρύθμιση, δεδομένου ότι έχει συντελεστεί ήδη η απόσβεση των αμοιβαίων απαιτήσεων, το δε χρέος που συμψηφίστηκε δεν υφίσταται κατά την ημερομηνία της αίτησης, ανεξάρτητα από το χρόνο της λογιστικής του τακτοποίησης. Σε περίπτωση εξόφλησης συμψηφιστικών καταστάσεων που εκδίδονται από το ΚΕΠΥΟ, λόγω παρακράτησης για εξόφληση καταλογισθέντων ποσών συντάξεων ή επιδομάτων, ο συμψηφισμός των απαιτήσεων ανατρέχει στο μήνα που αφορά η παρακράτηση και όχι στην ημερομηνία που η κατάσταση αυτή τακτοποιείται λογιστικά από τη ΔΟΥ.

9. Περιπτώσεις που εισπράττεται υποχρεωτικά ολόκληρη η οφειλή Οπου ειδικές διατάξεις ορίζουν την πληρωμή συγκεκριμένης οφειλής για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων, που γίνονται μετά την υπαγωγή στη ρύθμιση, η
οφειλή αυτή εισπράττεται ολόκληρη, ανεξάρτητα από τη συνέπεια του οφειλέτη στη ρύθμιση. Τέτοιες πράξεις είναι ενδεικτικά:

α) η μεταβίβαση κληρονομιαίου ακινήτου, οπότε απαιτείται η πληρωμή όλου του επιμεριστικά αναλογούντος φόρου,

β) η μεταβίβαση αυτοκινήτου, οπότε απαιτείται η πληρωμή όλων των οφειλομένων τελών κυκλοφορίας. Τα ποσά που εισπράττονται από τις καταβολές αυτές κατανέμονται ισομερώς σε όλες τις ανεξόφλητες δόσεις της ρύθμισης, μειουμένου ανάλογα του ύψους αυτών.

10. Παραγραφή

Η παραγραφή των χρεών που δύνανται να ρυθμιστούν με τις διατάξεις αυτές και για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στη ρύθμιση, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξάρτητα καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται
πριν παρέλθει ένα έτος από την παύση της αναστολής της παραγραφής.

Β. Ρύθμιση βεβαιωμένων ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο ειδικών περιπτώσεων

Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 37 ρυθμίζονται τα χρέη των επιτηδευματιών, οι οποίοι είχαν αναθέσει το χειρισμό των φορολογικών τους υποθέσεων και την εμπρόθεσμη καταβολή των πάσης φύσεως φόρων και τελών σε λογιστές, οι οποίοι εξαπάτησαν τους εντολείς τους και δεν υπέβαλαν ή υπέβαλαν ανακριβείς δηλώσεις και παρακράτησαν τα χρηματικά ποσά, τα οποία εμπρόθεσμα τους είχαν δοθεί από τους υπόχρεους, για την εξόφληση των οφειλών τους.

1. Χρέη που ρυθμίζονται

Χρέη βεβαιωμένα με τη στενή του όρου έννοια (ταμειακή βεβαίωση) στις ΔΟΥ από 1.1.1987 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και μη καταβληθέντα μέχρι την ίδια ημερομηνία, τα οποία προέκυψαν λόγω μη υποβολής των δηλώσεων ή λόγω ανακρίβειας των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 1988 έως και
1997 και για τις ακόλουθες φορολογίες, εφόσον οι πράξεις ή συναλλαγές, βάσει των οποίων γεννήθηκε η σχετική φορολογική υποχρέωση, πραγματοποιήθηκαν εντός του χρονικού διαστήματος από 1.1.1987 έως και 31.12.1997.

α) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων του άρθρου 32 του Ν.Δ.3323/1955 ή του άρθρου 13 του Ν.2238/1994.
β) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις.
γ) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων, με βάση την υπ' αριθ. Ε.2665/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που κυρώθηκε με το Ν.1839/1989 και τα άρθρα 20 έως και 27 του Ν.2065/1992.
δ) ΦΠΑ του Ν.1642/1986.
ε) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου που δεν περιλαμβάνεται στις πιο πάνω περ. α' έως και δ', με εξαίρεση το φόρο κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων, ακίνητης περιουσίας, τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών και το τέλος διενέργειας ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων.

2. Αριθμός δόσεων, ημερομηνία πληρωμής τους, χρονικό διάστημα κατάθεσης αιτήσεων

Τα χρέη που υπάγονται στη ρύθμιση αυτή καταβάλλονται σε δώδεκα ίσες διμηνιαίες δόσεις, χωρίς τους πρόσθετους φόρους, τα πρόστιμα και τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο από 100.000 δρχ.
Προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση είναι η υποβολή στη ΔΟΥ, όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη, αίτησης από τον οφειλέτη, με την οποία θα ζητείται η υπαγωγή στη ρύθμιση του συνόλου του βεβαιωμένου και οφειλόμενου χρέους της κατηγορίας αυτής, χωρίς τους πρόσθετους φόρους, τα πρόστιμα και τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής και η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος.
Η αίτηση θα συνοδεύεται υποχρεωτικά από επικυρωμένο αντίγραφο της μήνυσης του επιτηδευματία κατά των υπευθύνων. Η μήνυση θα πρέπει να έχει υποβληθεί νομίμως μέχρι 31.8.1998 για απάτη, υπεξαίρεση και λοιπές πράξεις, η οποία σύμφωνα με βεβαίωση της Γραμματείας του οικείου Δικαστηρίου εκκρεμεί μέχρι την υποβολή
αυτών των δηλώσεων και από την οποία μήνυση προκύπτει ότι η μη υποβολή των δηλώσεων οφείλεται σε αξιόποινη πράξη των μηνυομένων. Οι υπόλοιπες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα κάθε δεύτερου μήνα μετά το μήνα καταβολής της πρώτης δόσης που ορίζεται στη
σχετική διάταξη.
Η καθυστέρηση καταβολής δύο συνεχών διμηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπολοίπου της οφειλής, επιβαρυνόμενου με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης.
Επίσης, σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας δόσης, επιβάλλονται οι, κατά ΚΕΔΕ, προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Στην περίπτωση που έχουν καταβληθεί ποσά από την ανωτέρω αιτία μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος δεν αναζητούνται και δεν συμψηφίζονται, όσον αφορά την κύρια οφειλή. Οι πρόσθετοι όμως φόροι, τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που έχουν βεβαιωθεί για την αιτία αυτή και καταβληθεί, συμψηφίζονται με λοιπά χρέη και υποχρεώσεις των οφειλετών.
Εάν, μετά την υπαγωγή τους στη ρύθμιση, τα ως άνω πρόσωπα ζητήσουν την κατάργηση της σχετικής ποινικής δίκης ή εμποδίσουν την εξέλιξη αυτής ή δεν εμμείνουν στη μήνυση, τότε εκπίπτουν όλων των ευεργετημάτων της ρύθμισης. Προς τούτο, η Γραμματεία των αρμόδιων Ποινικών Δικαστηρίων οφείλει να ενημερώσει εγκαίρως τον Προϊστάμενο της οικείας ΔΟΥ, περί της πορείας και του αποτελέσματος των σχετικών ποινικών δικών. Την ίδια υποχρέωση έχει ο μηνυτής επιτηδευματίας. Επίσης, σε περίπτωση έκδοσης αθωωτικής αμετάκλητης δικαστικής
απόφασης, ανατρέπονται οι ευνοϊκές ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου.
Η παραγραφή των χρεών, για τα οποία υποβάλλεται αίτηση ρύθμισης με τις διατάξεις αυτές, αναστέλλεται για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οποιασδήποτε δόσης αυτής, μετά δε την παύση της αναστολής δεν συμπληρώνεται η παραγραφή πριν παρέλθει ένα έτος από την παύση αυτής.
Κατά τα λοιπά, ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των παρ. 6, 8 και 9 του άρθρου 36 του παρόντος νόμου.
Για την ορθή εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου αυτού είναι σκόπιμο να γίνεται συνεννόηση με το αρμόδιο, για τη βεβαίωση του φόρου, τμήμα της ΔΟΥ, πριν την ένταξη οφειλών στη ρύθμιση των διατάξεών του.

Γ. Ρύθμιση βεβαιωμένων χρεών οφειλετών του Δημοσίου που επλήγησαν από πράξεις βίας αναρχικών ατόμων στην πόλη της Αθήνας, το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1998
Με τις διατάξεις του άρθρου 38 ρυθμίζονται χρέη οφειλετών του Δημοσίου που επλήγησαν από πράξεις βίας αναρχικών ατόμων στην πόλη της Αθήνας, κατά το χρονικό διάστημα από 18.11.1985 έως 31.8.1998.
Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παρ. 1 του προαναφερθέντος άρθρου ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε δέκα οκτώ ίσες διμηνιαίες δόσεις χρέη προς το Δημόσιο, προερχόμενα από φόρο εισοδήματος, παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, βεβαιωμένα στις ΔΟΥ και ληξιπρόθεσμα μέχρι 31.8.1998, που οφείλονται από επιτηδευματίες ή επιχειρήσεις της πόλης της Αθήνας (του Δήμου Αθηναίων), οι οποίοι έχουν υποστεί υλικές ζημιές από πράξεις βίας αναρχικών ατόμων κατά το προαναφερθέν διάστημα. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δρχ. και στα χρέη που ρυθμίζονται δεν υπολογίζονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σ' αυτά.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή αποτελεί: Η κατάθεση αίτησης στην αρμόδια ΔΟΥ μέσα σε ένα μήνα από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, με συνημμένη βεβαίωση της Αστυνομικής ή Πυροσβεστικής Αρχής, από την οποία να προκύπτει ότι ο επιτηδευματίας ή η επιχείρηση έχουν υποστεί υλικές ζημιές, κατά το χρονικό διάστημα που αναφέρεται παραπάνω, από ομάδες αναρχικών ατόμων, καθώς και η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης, μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου, από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, μήνα.
Οι επόμενες δόσεις της ρύθμισης καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε δεύτερου μήνα, μετά το μήνα καταβολής που ορίζεται στη διάταξη. Η καθυστέρηση καταβολής δύο συνεχών διμηνιαίων δόσεων έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπολοίπου της οφειλής, επιβαρυνόμενου με προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης.
Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας δόσης, επιβάλλονται οι, κατά ΚΕΔΕ, προβλεπόμενες προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Με την παρούσα ρύθμιση δεν ρυθμίζονται οφειλές που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς.
Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι διατάξεις 6 έως 9 του άρθρου 36 του ιδίου νόμου. Τέλος, για την πιο γρήγορη εξυπηρέτηση των οφειλετών, αλλά συνάμα και για τη διευκόλυνση επί του προκειμένου του όλου έργου σας, συναποστέλλουμε υπόδειγμα αίτησης - σχέδιο απόφασης ρύθμισης και παρακαλούμε για την αναπαραγωγή τούτου
σε ικανό αριθμό φωτοαντιγράφων.

Δ. Αποστολή στοιχείων

Παρακαλούνται όλες οι ΔΟΥ να μας αποστείλουν στα fax: 36.35.077, 36.36.833 και 36.11.752 τα ακόλουθα στοιχεία:

α) Μέχρι 11 Δεκεμβρίου 1998:

1. Αριθμό οφειλετών που κατέθεσαν αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση και πλήρωσαν ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό μέχρι την ημερομηνία της πρώτης δόσης και το ύψος των ποσών που καταβλήθηκαν στην περίπτωση αυτή.

2. Αριθμό οφειλετών που ρύθμισαν τα χρέη τους σε δόσεις, το ύψος των ρυθμισθέντων ποσών και το ποσό που καταβλήθηκε στην περίπτωση αυτή.

β) Μέχρι 15 Ιανουαρίου 1999:

Αριθμό οφειλετών που εξόφλησαν τα χρέη τους μέχρι 31.12.1998 με την προβλεπόμενη έκπτωση επί των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και το ύψος των ποσών που καταβλήθηκαν στην περίπτωση αυτή. Διευκρινίζουμε, ότι για την κατηγορία των οφειλών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης στις ευεργετικές διατάξεις του άρθρου αυτού, μπορούν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 36 που αναφέρονται παραπάνω, με τους περιορισμούς βέβαια και τις προϋποθέσεις που ορίζονται σ' αυτές.
Η ισχύς όλων των παραπάνω διατάξεων αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου, την οποία θα σας γνωστοποιήσουμε με νεότερο έγγραφό μας.

Οδηγίες

1. Η αίτηση υποβάλλεται σε δύο αντίγραφα. Το ένα παραμένει στη ΔΟΥ και το άλλο παραλαμβάνεται (μετά την πληρωμή της πρώτης δόσης) από τον οφειλέτη.

2. Η πρώτη δόση των ρυθμιζόμενων χρεών πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Νοεμβρίου (30.11.1998) και οι υπόλοιπες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε δεύτερου μήνα μετά την καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης που ορίζεται στη διάταξη (Ιανουάριος 1999, Μάρτιος 1999 κ.ο.κ.).

3. Εάν καθυστερήσει να πληρωθεί μία δόση της ρύθμισης, αυτή επιβαρύνεται στο σύνολό της με προσαύξηση 2% μηνιαίως και δεν χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας μέχρι την πληρωμή της.

4. Εάν δεν καταβληθούν δύο συνεχείς διμηνιαίες δόσεις, επέρχεται απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και όλο το οφειλόμενο υπόλοιπο επιβαρύνεται με τις προσαυξήσεις που αναλογούν σ' αυτό, κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ.
5. Το ελάχιστο ποσό της δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δρχ., κεφάλαιο και προσαύξηση.

Δ. Αποστολή στοιχείων

Παρακαλούνται όλες οι ΔΟΥ να μας αποστείλουν στα fax: 36.35.077, 36.36.833 και 36.11.752 τα ακόλουθα στοιχεία:

α) Μέχρι 11 Δεκεμβρίου 1998:

1. Αριθμό οφειλετών που κατέθεσαν αίτηση για υπαγωγή στη ρύθμιση και πλήρωσαν ολόκληρο το οφειλόμενο ποσό μέχρι την ημερομηνία της πρώτης δόσης και το ύψος των ποσών που καταβλήθηκαν στην περίπτωση αυτή.

2. Αριθμό οφειλετών που ρύθμισαν τα χρέη τους σε δόσεις, το ύψος των ρυθμισθέντων ποσών και το ποσό που καταβλήθηκε στην περίπτωση αυτή.

β) Μέχρι 15 Ιανουαρίου 1999:

Αριθμό οφειλετών που εξόφλησαν τα χρέη τους μέχρι 31.12.1998 με την προβλεπόμενη έκπτωση επί των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και το ύψος των ποσών που καταβλήθηκαν στην περίπτωση αυτή. Διευκρινίζουμε, ότι για την κατηγορία των οφειλών που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις ένταξης στις ευεργετικές διατάξεις του άρθρου αυτού, μπορούν να εφαρμοστούν οι διατάξεις του άρθρου 36 που αναφέρονται παραπάνω, με τους περιορισμούς βέβαια και τις προϋποθέσεις που ορίζονται σ' αυτές.
Η ισχύς όλων των παραπάνω διατάξεων αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσης του νόμου, την οποία θα σας γνωστοποιήσουμε με νεότερο έγγραφό μας.

Οδηγίες

1. Η αίτηση υποβάλλεται σε δύο αντίγραφα. Το ένα παραμένει στη ΔΟΥ και το άλλο παραλαμβάνεται (μετά την πληρωμή της πρώτης δόσης) από τον οφειλέτη.

2. Η πρώτη δόση των ρυθμιζόμενων χρεών πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μηνός Νοεμβρίου (30.11.1998) και οι υπόλοιπες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε δεύτερου μήνα μετά την καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης που ορίζεται στη διάταξη (Ιανουάριος 1999, Μάρτιος 1999 κ.ο.κ.).

3. Εάν καθυστερήσει να πληρωθεί μία δόση της ρύθμισης, αυτή επιβαρύνεται στο σύνολό της με προσαύξηση 2% μηνιαίως και δεν χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας μέχρι την πληρωμή της.

4. Εάν δεν καταβληθούν δύο συνεχείς διμηνιαίες δόσεις, επέρχεται απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και όλο το οφειλόμενο υπόλοιπο επιβαρύνεται με τις προσαυξήσεις που αναλογούν σ' αυτό, κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ.

5. Το ελάχιστο ποσό της δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δρχ., κεφάλαιο και προσαύξηση.


Σχέδιο Νόμου "Ρυθμίσεις δασμολογικού και φορολογικού περιεχομένου, τροποποίηση του Κώδικα Φορολογικής Δικονομίας και άλλες διατάξεις"
...............................................................................

Αρθρο 36

Ρύθμιση βεβαιωμένων οφειλών

1. Χρέη προς το Δημόσιο, βεβαιωμένα στις ΔΟΥ, Τελωνεία, καθώς και χρέη υπέρ Νομικών Προσώπων και λοιπών τρίτων που εισπράττονται μέσω των ΔΟΥ, τα οποία κατέστησαν ληξιπρόθεσμα μέχρι και τις 17.9.1998, ρυθμίζονται, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη και καταβάλλονται σε δέκα οκτώ, κατ' ανώτατο όριο, ίσες διμηνιαίες δόσεις, μαζί με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σε αυτά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης. Στην περίπτωση αυτή, οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής μειώνονται κατά 15%. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δρχ. Οι οφειλέτες που θα είναι συνεπείς στη ρύθμιση αυτή, απαλλάσσονται από το υπόλοιπο ποσό των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, μέχρι την εξόφληση της οφειλής.

2. Η σχετική αίτηση για τη ρύθμιση των ως άνω χρεών, που υφίστανται κατά την ημερομηνία υποβολής της, πρέπει να κατατεθεί στην αρμόδια ΔΟΥ ή Τελωνείο, εντός μηνός από τη δημοσίευση του παρόντος στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Η πρώτη δόση για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία
εργάσιμη ημέρα του μηνός Νοεμβρίου 1998 και οι υπόλοιπες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν.

3. Η εφάπαξ καταβολή ολόκληρου του οφειλόμενου ποσού μέχρι και την 31.12.1998, συνεπάγεται πρόσθετη έκπτωση κατά ποσοστό 35% των προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν μέχρι την ημερομηνία καταβολής της πρώτης δόσης.

4. Από την ανωτέρω ρύθμιση, εξαιρούνται τα χρέη που έχουν υπαχθεί σε πτωχευτικούς ή εξωπτωχευτικούς συμβιβασμούς, που δεν έχουν ανατραπεί, τα χρέη από συμβάσεις εκτός των δανείων που έχουν χορηγηθεί με την εγγύηση του Δημοσίου και έχουν βεβαιωθεί στις ΔΟΥ για είσπραξη, ο φόρος εισοδήματος Φυσικών και Νομικών Προσώπων οικονομικού έτους 1998, τα τέλη κυκλοφορίας αυτοκινήτων του ίδιου έτους, τα αυτοτελώς βεβαιωμένα χρέη υπέρ ΟΤΑ, τα χρέη υπέρ των κρατών - μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης και τα χρέη υπέρ ξένων κρατών από φόρο εισοδήματος.

5. Η καθυστέρηση καταβολής δύο συνεχών διμηνιαίων δόσεων, έχει ως συνέπεια την απώλεια του ευεργετήματος της ρύθμισης και την είσπραξη του υπόλοιπου ποσού της οφειλής, επιβαρυνόμενου με τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, με βάση τα στοιχεία της βεβαίωσης. Σε περίπτωση καθυστέρησης καταβολής μιας δόσης, ο οφειλέτης επιβαρύνεται με προσαύξηση 2% μηνιαίως, που υπολογίζεται στο σύνολο της δόσης.

6. Εφόσον ο οφειλέτης είναι συνεπής στη ρύθμιση και δεν υφίστανται άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας των χρεών του προς το Δημόσιο, κάθε φορά για ένα μήνα και δεν λαμβάνονται σε βάρος του τα προβλεπόμενα μέτρα από τις διατάξεις του άρθρου 27 του Ν.1882/1990 (ΦΕΚ 43/Α'), των άρθρων 22 και 23 του Ν.2523/1997 (ΦΕΚ 179/Α') και του Ν.395/1976 (ΦΕΚ 199/Α'), αναστέλλονται δε τα τυχόν ληφθέντα ως άνω μέτρα. Επίσης, αναστέλλεται η εκτέλεση της απόφασης για προσωποκράτηση ή, αν αυτή έχει αρχίσει,
διακόπτεται, καθώς και η ποινική δίωξη που προβλέπεται από το άρθρο 23 του Ν.2523/1997 και αναβάλλεται η εκτέλεση της καταγνωσθείσας ποινής ή διακόπτεται η αρξαμένη εκτέλεση αυτής. Ομοίως, αναστέλλεται η διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης των κινητών ή ακινήτων και με την προϋπόθεση ότι η εκτέλεση αφορά
μόνο χρέη που ρυθμίζονται με τις διατάξεις αυτού του άρθρου. Η αναστολή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν συμψηφίζονται με άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθμιστεί. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης απωλέσει το δικαίωμα της ρύθμισης αυτής, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται κανονικά. Η υπαγωγή του οφειλέτη στη ρύθμιση δεν εμποδίζει, προς διασφάλιση της οφειλής, την επιβολή κατάσχεσης ή τη λήψη ασφαλιστικών μέτρων είσπραξης. Ειδικά για τη χορήγηση αποδεικτικού ενημερότητας, στο πλαίσιο της παρούσας ρύθμισης, το αποδεικτικό αυτό δεν χορηγείται εφόσον δεν έχει καταβληθεί το ποσό που αντιστοιχεί στις δύο πρώτες δόσεις. Επίσης, δεν χορηγείται το αποδεικτικό αυτό για όσο χρόνο καθυστερεί η καταβολή οποιασδήποτε δόσης. Οπου, όμως, το αποδεικτικό ενημερότητας απαιτείται για είσπραξη χρημάτων, σύναψη και εκτέλεση συμβάσεων δανείων, καθώς και μεταβίβαση ακινήτων, η χορήγησή του επιτρέπεται, χωρίς την καταβολή των δύο πρώτων δόσεων ή της δόσης που καθυστερεί, με την προϋπόθεση ότι το χρηματικό ποσό ή τίμημα που πρόκειται να εισπραχθεί από τον οφειλέτη, θα παρακρατηθεί κατά το μέρος που απαιτείται υπέρ του Δημοσίου και θα αποδοθεί σ' αυτό για την ισόποση εξόφληση των ρυθμισθέντων χρεών, ανεξάρτητα αν δεν έχει λήξει ο χρόνος πληρωμής των δόσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο οφειλέτης θεωρείται συνεπής στη ρύθμιση, εφόσον αποδοθούν τα σχετικά ποσά στην αρμόδια ΔΟΥ μέχρι την ημερομηνία λήξης πληρωμής της δόσης ή των δόσεων που καλύπτουν.

7. Η παραγραφή των χρεών, που κατά τα ανωτέρω δύνανται να ρυθμιστούν και για τα οποία υποβάλλεται σχετική αίτηση υπαγωγής τους στη ρύθμιση, αναστέλλεται από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξάρτητα καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα έτος από την παύση αυτής.

8. Με την παρούσα ρύθμιση δεν θίγονται ισχύουσες διατάξεις που απαιτούν την καταβολή συγκεκριμένης οφειλής για τη διενέργεια ορισμένων πράξεων, όπως η πληρωμή των τελών κυκλοφορίας για μεταβίβαση αυτοκινήτων και τα καταβαλλόμενα ποσά επιμερίζονται στις υπόλοιπες δόσεις, μειούμενου ανάλογα του ύψους αυτών.

9. Απαιτήσεις κατά του Δημοσίου οφειλετών που έχουν υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση, συμψηφίζονται υποχρεωτικά με τις δόσεις της ρύθμισης αυτής, εφόσον δεν υπάρχουν άλλες ληξιπρόθεσμες οφειλές, έναντι των οποίων συμψηφίζονται κατά προτεραιότητα.

Αρθρο 37

Ρύθμιση ληξιπρόθεσμων χρεών προς το Δημόσιο ειδικών περιπτώσεων

1. Χρέη προς το Δημόσιο που οφείλονται από επιτηδευματίες, οι οποίοι είχαν αναθέσει το χειρισμό των εν γένει φορολογικών τους υποθέσεων και την εμπρόθεσμη καταβολή των πάσης φύσεως φόρων και τελών σε λογιστές, οι οποίοι εξαπάτησαν τους εντολείς τους και δεν υπέβαλαν ή υπέβαλαν ανακριβείς δηλώσεις και παρακράτησαν τα χρηματικά ποσά, τα οποία εμπρόθεσμα τους είχαν δοθεί από τους υπόχρεους για την εξόφληση των οφειλών τους, ρυθμίζονται ως εξής:

Α. Οι ως άνω επιτηδευματίες, Φυσικά ή Νομικά Πρόσωπα, οι οποίοι, συνεπεία της αιτίας που προαναφέρεται, δεν έχουν υποβάλει ή έχουν υποβάλει ανακριβείς δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος οικονομικών ετών 1988 έως και 1997, μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, δύνανται να υποβάλουν γι' αυτά τα οικονομικά έτη αρχικές ή συμπληρωματικές, κατά περίπτωση, δηλώσεις στις αρμόδιες ΔΟΥ, μέσα σ' ένα μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, χωρίς την επιβολή των προβλεπόμενων κυρώσεων λόγω της εκπρόθεσμης υποβολής τους.
Η δυνατότητα υποβολής δήλωσης, κατά τα πιο πάνω, παρέχεται και για τις ακόλουθες φορολογίες, εφόσον οι πράξεις ή συναλλαγές, βάσει των οποίων γεννήθηκε η σχετική φορολογική υποχρέωση, πραγματοποιήθηκαν εντός του χρονικού διαστήματος από 1.1.1997 έως και 31.12.1997:

α) Αυτοτελούς φορολογίας εισοδημάτων του άρθρου 32 του Ν.Δ.3323/1955 ή του άρθρου 13 του Ν.2238/1994.
β) Φόρων που παρακρατούνται ή προκαταβάλλονται, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις, από τις κάθε είδους αμοιβές, αποδοχές και αποζημιώσεις.
γ) Φόρου υπεραξίας από την αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων, με βάση την υπ' αριθ. Ε.2665/1998 κοινή απόφαση των Υπουργών Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, που κυρώθηκε με το Ν.1839/1989 και τα άρθρα 20 έως και 27 του Ν.2065/1992.
δ) ΦΠΑ του Ν.1642/1986.
ε) Οποιουδήποτε άλλου φόρου, τέλους, εισφοράς ή κράτησης υπέρ του Δημοσίου, που δεν περιλαμβάνεται στις πιο πάνω περ. α' έως και δ', με εξαίρεση το φόρο κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων, ακίνητης περιουσίας, τα τέλη κυκλοφορίας των αυτοκινήτων και μοτοσικλετών και το τέλος διενέργειας ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων.
Τα παραπάνω δεν έχουν εφαρμογή στις υποθέσεις των ως άνω επιτηδευματιών για τις οποίες έχουν κοινοποιηθεί φύλλα ελέγχου ή καταλογιστικές πράξεις, μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου.
Η συνολική οφειλή που προκύπτει, με βάση τις δηλώσεις αυτές, βεβαιώνεται και καταβάλλεται σε δώδεκα ίσες διμηνιαίες δόσεις. Η πρώτη δόση καταβάλλεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωση της οφειλής και κάθε μία από τις επόμενες την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δρχ. Οταν, κατά την εφαρμογή των ανωτέρω, προκύπτει ποσό δόσης μικρότερο του ως άνω ορίου, ο αριθμός των δόσεων μειώνεται ανάλογα.
Οι πιο πάνω δηλώσεις είναι παραδεκτές και παράγουν έννομο αποτέλεσμα, εφόσον:
i) Εχει υποβληθεί νομίμως μέχρι 31.8.1998 μήνυση κατά των υπευθύνων για απάτη, υπεξαίρεση και λοιπές πράξεις, που αναφέρονται στην παρ. 1 του παρόντος, η οποία, σύμφωνα με βεβαίωση της Γραμματείας του οικείου Δικαστηρίου, εκκρεμεί μέχρι την υποβολή αυτών των δηλώσεων και από την οποία μήνυση προκύπτει ότι η
μη υποβολή των δηλώσεων οφείλεται σε αξιόποινη πράξη των μηνυομένων.
ii) Συνοδεύονται από επικυρωμένο αντίγραφο της ως άνω μήνυσης και την ως άνω βεβαίωση.
iii) Δεν περιέχουν επιφύλαξη.

Σε περίπτωση έκδοσης αθωωτικής αμετάκλητης δικαστικής απόφασης ή αμετάκλητου απαλλακτικού βουλεύματος, ανατρέπονται οι ευνοϊκές ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου. Τα ποσά που βεβαιώνονται κατ' εφαρμογή των παραπάνω, καταβάλλονται εφάπαξ μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη βεβαίωσή τους.

Β. Οι επιτηδευματίες που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου και στους οποίους έχουν κοινοποιηθεί φύλλα ελέγχου ή καταλογιστικές πράξεις που εκκρεμούν, μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου, στις αρμόδιες ΔΟΥ, για διοικητική επίλυση της διαφοράς ή στα αρμόδια Διοικητικά Πρωτοδικεία, λόγω άσκησης εμπρόθεσμης προσφυγής, δύνανται, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος, να ζητήσουν με αίτησή τους τη διοικητική επίλυση της διαφοράς. Η διοικητική επίλυση της διαφοράς
επιτυγχάνεται με την αποδοχή από τους επιτηδευματίες των κύριων οφειλών, όπως αυτές προκύπτουν από τα φύλλα ελέγχου και τις καταλογιστικές πράξεις και τη διαγραφή των πρόσθετων φόρων και των προστίμων. Εκκρεμείς ποινικές δίκες που συναρτώνται με τα ως άνω φύλλα ελέγχου και καταλογιστικές πράξεις, καταργούνται.
Οι κύριες οφειλές που προκύπτουν κατόπιν της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς, μετά το συμψηφισμό, όπου συντρέχει περίπτωση των κύριων οφειλών, των πρόσθετων φόρων και των προστίμων που έχουν βεβαιωθεί λόγω άσκησης προσφυγής, βεβαιώνονται και καταβάλλονται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο τέταρτο έως και έβδομο εδάφιο της προηγούμενης περ. Α'. Για ποσά πρόσθετων φόρων και προστίμων που έχουν βεβαιωθεί λόγω άσκησης προσφυγής, τα οποία δεν έχουν καταβληθεί και έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμα, δεν οφείλονται προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής.
Η κατά τα άνω υποβαλλόμενη αίτηση είναι παραδεκτή και παράγει έννομο αποτέλεσμα, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις i και ii της προηγούμενης περ. Α'. Επιπλέον, στην περίπτωση που τα φύλλα ελέγχου ή οι καταλογιστικές πράξεις εκκρεμούν στα αρμόδια Διοικητικά Πρωτοδικεία λόγω άσκησης προσφυγής, η παραπάνω
αίτηση απαιτείται να συνοδεύεται από βεβαίωση της Γραμματείας του οικείου Διοικητικού Πρωτοδικείου, από την οποία προκύπτει ότι η σχετική φορολογική δίκη καταργήθηκε κατόπιν αίτησης του ενδιαφερόμενου επιτηδευματία. Τα δύο τελευταία εδάφια της προηγούμενης περ. Α', ισχύουν ανάλογα και στην παρούσα περίπτωση, καταργουμένης της διοικητικής επίλυσης της διαφοράς.

2. Χρέη των επιτηδευματιών της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, εξαιρουμένων των χρεών από φόρο κληρονομιών, δωρεών, γονικών παροχών, μεταβίβασης ακινήτων και ακίνητης περιουσίας, βεβαιωμένα στις αρμόδιες ΔΟΥ με τη στενή του όρου έννοια από 1.1.1987 μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος και μη καταβληθέντα μέχρι την ίδια ημερομηνία, τα οποία προέκυψαν λόγω μη υποβολής των δηλώσεων που αναφέρονται στην περ. Α' της προηγούμενης παραγράφου ή λόγω ανακρίβειας των δηλώσεων αυτών, καταβάλλονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του παρόντος, οι οποίες ισχύουν ανάλογα, χωρίς τους πρόσθετους φόρους, τα πρόστιμα και τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής. Προϋποθέσεις υπαγωγής στη ρύθμιση αυτή είναι η υποβολή στη ΔΟΥ, όπου είναι βεβαιωμένα τα χρέη, από τον οφειλέτη, αίτησης, με την οποία θα ζητείται η υπαγωγή στη ρύθμιση του συνόλου του βεβαιουμένου και του οφειλόμενου χρέους της κατηγορίας αυτής, χωρίς τις προσαυξήσεις και η καταβολή της πρώτης δόσης της ρύθμισης γίνεται μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του παρόντος. Η αίτηση θα συνοδεύεται υποχρεωτικά από επικυρωμένο
αντίγραφο της μήνυσης, που αναφέρεται στην παρ. 1 του παρόντος. Οι υπόλοιπες δόσεις καταβάλλονται την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα των μηνών που ακολουθούν.
Στην περίπτωση που έχουν καταβληθεί ποσά από την ανωτέρω αιτία μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος, δεν αναζητούνται και δεν συμψηφίζονται όσον αφορά την κύρια οφειλή. Οι δε πρόσθετοι φόροι, τα πρόστιμα και οι προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής, που έχουν βεβαιωθεί για την αιτία αυτή και καταβληθεί, συμψηφίζονται με λοιπά χρέη και υποχρεώσεις των οφειλετών. Εάν, μετά την υπαγωγή τους στη ρύθμιση, τα ως άνω πρόσωπα ζητήσουν την κατάργηση της σχετικής ποινικής δίκης ή εμποδίσουν την εξέλιξη αυτής ή δεν εμμείνουν στη μήνυση, τότε εκπίπτουν όλων των ευεργετημάτων της ρύθμισης. Προς τούτο, η Γραμματεία των αρμόδιων Ποινικών Δικαστηρίων οφείλει να ενημερώνει εγκαίρως τον Προϊστάμενο της οικείας ΔΟΥ, περί της πορείας και του
αποτελέσματος των σχετικών ποινικών δικών. Την ίδια υποχρέωση έχει αμελητί ο μηνυτής επιτηδευματίας. Επίσης, σε περίπτωση έκδοσης αθωωτικής αμετάκλητης δικαστικής απόφασης, ανατρέπονται οι ευνοϊκές ρυθμίσεις του παρόντος άρθρου. Η παραγραφή των χρεών, για τα οποία υποβάλλεται αίτηση ρύθμισης με τις διατάξεις αυτές, αναστέλλεται για ολόκληρο το χρονικό διάστημα που αφορά η ρύθμιση, ανεξαρτήτως καταβολής οιασδήποτε δόσης αυτής, μετά δε την παύση της αναστολής, δεν συμπληρώνεται η παραγραφή πριν παρέλθει ένα έτος από την παύση αυτής.
Κατά τα λοιπά, ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των παρ. 5, 6, 8 και 9 του άρθρου 36 του παρόντος.

Αρθρο 38

Ρύθμιση χρεών οφειλετών του Δημοσίου που επλήγησαν από πράξεις βίας αναρχικών ατόμων στην πόλη της Αθήνας το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1998

1. Χρέη προς το Δημόσιο που προέρχονται από φόρο εισοδήματος, παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους, βεβαιωμένα στις ΔΟΥ, τα οποία έγιναν ληξιπρόθεσμα κατά τις διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων μέχρι 31.8.1998 και οφείλονται από επιτηδευματίες ή επιχειρήσεις της πόλης της Αθήνας, που υπέστησαν υλικές ζημιές από πράξεις βίας ομάδας-ων αναρχικών ατόμων, που έγιναν στην ίδια πόλη το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1998, ρυθμίζονται και καταβάλλονται σε δέκα οκτώ ίσες διμηνιαίες δόσεις, χωρίς τις προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που αναλογούν σ' αυτά.

2. Η πρώτη δόση των οφειλών που ρυθμίζονται πρέπει να καταβληθεί μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα του επόμενου μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού και οι υπόλοιπες δόσεις μέχρι την τελευταία εργάσιμη, για τις Δημόσιες Υπηρεσίες, ημέρα των αντίστοιχων μηνών που ακολουθούν. Το ποσό της κάθε δόσης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 100.000 δρχ.

3. Προϋπόθεση για την υπαγωγή στη ρύθμιση αυτή είναι η κατάθεση από τον ενδιαφερόμενο αίτησης στη ΔΟΥ, που είναι βεβαιωμένες οι οφειλές του, μέσα σ' ένα μήνα από τη δημοσίευση του νόμου αυτού, με συνημμένη βεβαίωση της Αστυνομικής ή Πυροσβεστικής Αρχής ότι έχει υποστεί ζημιές, λόγω των γεγονότων που έλαβαν χώρα στην πόλη της Αθήνας, το διάστημα 18.11.1985 έως 31.8.1998, καθώς και η καταβολή της πρώτης δόσης μέχρι την προθεσμία που ορίζεται στην προηγούμενη παράγραφο.

4. Εξαιρούνται από τη ρύθμιση αυτή τα χρέη για τα οποία έχει γίνει πτωχευτικός ή εξωπτωχευτικός συμβιβασμός.

5. Κατά τα λοιπά, ισχύουν ανάλογα οι διατάξεις των παρ. 5 έως και 9 του άρθρου 36 του παρόντος.


Taxheaven.gr