ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 994/98

ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 7ης Μαΐου 1998 για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων

7 Μάι 1998

Taxheaven.gr

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 994/98 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 7ης Μαΐου 1998 για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε ορισμένες κατηγορίες οριζόντιων κρατικών ενισχύσεων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 94,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

Μετά από διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (2),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι, σύμφωνα με το άρθρο 94 της συνθήκης, το Συμβούλιο μπορεί να εκδώσει κάθε αναγκαίο κανονισμό για την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93, και ιδίως να καθορίσει τους όρους εφαρμογής του άρθρου 93 παράγραφος 3 και τις κατηγορίες ενισχύσεων που εξαιρούνται από τη διαδικασία αυτή 7

(2) ότι, δυνάμει της συνθήκης, η Επιτροπή είναι κατ' ουσίαν αρμόδια για να εκτιμήσει εάν μια ενίσχυση συμβιβάζεται με την κοινή αγορά 7

(3) ότι, για την καλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, απαιτείται η αυστηρή και αποτελεσματική εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού στον τομέα των κρατικών ενισχύσεων 7

(4) ότι η Επιτροπή έχει εφαρμόσει τα άρθρα 92 και 93 της συνθήκης, μέσω πολυάριθμων αποφάσεων, και ότι έχει επίσης εκθέσει την πολιτική της σε πολλές ανακοινώσεις 7 ότι, λαμβάνοντας υπόψη, αφενός, τη σημαντική εμπειρία που έχει αποκτήσει όσον αφορά την εφαρμογή των άρθρων 92 και 93 της συνθήκης και, αφετέρου, τα γενικά κείμενα που έχει εκδόσει βάσει των εν λόγω διατάξεων, είναι σκόπιμο, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αποτελεσματική εποπτεία και να απλουστευθεί η διοικητική διαχείριση, χωρίς να ατονίσει ο έλεγχος της Επιτροπής, να της δοθεί η δυνατότητα να δηλώνει με κανονισμούς, σε τομείς όπου διαθέτει επαρκή εμπειρία ώστε να καθορίσει γενικά κριτήρια συμβατότητας, ότι ορισμένες κατηγορίες ενισχύσεων συμβιβάζονται με την κοινή αγορά σύμφωνα με μια ή περισσότερες διατάξεις του άρθρου 92 παράγραφοι 2 και 3 της συνθήκης και εξαιρούνται από τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης 7

(5) ότι κανονισμοί σχετικά με εξαιρέσεις κατά κατηγορίες θα αυξήσουν τη διαφάνεια και την ασφάλεια δικαίου 7 ότι μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα από τα εθνικά δικαστήρια, με την επιφύλαξη των άρθρων 5 και 177 της συνθήκης 7

(6) ότι είναι σκόπιμο όταν η Επιτροπή εκδίδει κανονισμούς για την εξαίρεση ορισμένων κατηγοριών ενισχύσεων από την υποχρέωση κοινοποίησης του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης, να προσδιορίζει το σκοπό των ενισχύσεων αυτών, τις κατηγορίες των δικαιούχων καθώς και τα όρια τα οποία προορίζονται να κωλύουν τις εξαιρούμενες ενισχύσεις να υπερβαίνουν τις εντάσεις που υπολογίζονται σε σχέση με το σύνολο του αποδεκτού κόστους ή των ανώτατων ποσών και τους όρους σχετικά με τη σώρευση των ενισχύσεων καθώς και τις προϋποθέσεις ελέγχου, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι ενισχύσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό συμβιβάζονται με την κοινή αγορά 7

(7) ότι είναι σκόπιμο να επιτραπεί στην Επιτροπή, όταν εκδίδει κανονισμούς για την εξαίρεση συγκεκριμένων κατηγοριών ενισχύσεων από την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης, να καθορίζει περαιτέρω επακριβείς όρους, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι ενισχύσεις που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό συμβιβάζονται με την κοινή αγορά 7

(8) ότι μπορεί να είναι σκόπιμο να καθοριστούν όρια ή άλλοι κατάλληλοι όροι για την κοινοποίηση περιπτώσεων χορήγησης ενισχύσεων, ώστε η Επιτροπή να έχει τη δυνατότητα να εξετάζει ξεχωριστά, αφενός, τις συνέπειες ορισμένων ενισχύσεων στον ανταγωνισμό και τις συναλλαγές μεταξύ των κρατών μελών και, αφετέρου, τη συμβατότητά τους με την κοινή αγορά 7

(9) ότι, έχοντας υπόψη την ανάπτυξη και τη λειτουργία της κοινής αγοράς, θα πρέπει να δοθεί στην Επιτροπή η δυνατότητα να δηλώνει, μέσω κανονισμού, ότι ορισμένες ενισχύσεις δεν ανταποκρίνονται σε όλα τα κριτήρια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης και ότι, για το λόγο αυτό, εξαιρούνται της διαδικασίας κοινοποίησης του άρθρου 93 παράγραφος 3 της συνθήκης, υπό τον όρο ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται στην ίδια επιχείρηση για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα δεν υπερβαίνουν ένα καθορισμένο ποσό 7

(10) ότι, σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 1 της συνθήκης, η Επιτροπή έχει την υποχρέωση να εξετάζει διαρκώς, μαζί με τα κράτη μέλη, όλα τα καθεστώτα υφιστάμενων ενισχύσεων 7 ότι, για το σκοπό αυτό, και για να εξασφαλιστεί η μέγιστη δυνατή διαφάνεια και ο κατάλληλος έλεγχος, η Επιτροπή είναι σκόπιμο, αφενός, να μεριμνήσει για τη δημιουργία ενός αξιόπιστου συστήματος καταγραφής και αποθήκευσης πληροφοριών για την εφαρμογή των κανονισμών που εκδίδει, στο οποίο να έχουν πρόσβαση όλα τα κράτη μέλη, και, αφετέρου, να συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες από τα κράτη μέλη για την εφαρμογή των ενισχύσεων που εξαιρούνται της υποχρέωσης κοινοποίησης, τις οποίες ενδεχομένως θα εξετάζει και θα αξιολογεί μαζί με τα κράτη μέλη, στο πλαίσιο συμβουλευτικής επιτροπής 7 ότι, για το σκοπό αυτό, είναι επίσης σκόπιμο η Επιτροπή να μπορεί να ζητήσει την παροχή των πληροφοριών αυτών, στο βαθμό που αυτό είναι απαραίτητο για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της εν λόγω εξέτασης 7

(11) ότι, για τον έλεγχο της χορήγησης των ενισχύσεων, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ποικίλα και πολυσύνθετα πραγματικά περιστατικά, καθώς και νομικά ή οικονομικά θέματα, σε ένα συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον 7 ότι, για το λόγο αυτό, η Επιτροπή θα πρέπει να επανεξετάζει τακτικά τις κατηγορίες ενισχύσεων που πρέπει να εξαιρεθούν της υποχρέωσης κοινοποίησης 7 ότι η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να καταργεί ή να τροποποιεί τους κανονισμούς που η ίδια εξέδωσε βάσει του παρόντος κανονισμού, εφόσον έχει τροποποιηθεί οποιοδήποτε από τα σημαντικά στοιχεία στα οποία βασίστηκε η έκδοσή τους ή εφόσον το απαιτεί η προοδευτική ανάπτυξη ή η λειτουργία της κοινής αγοράς 7

(12) ότι η Επιτροπή, σε στενή και διαρκή επαφή με τα κράτη μέλη, θα πρέπει να μπορεί να προσδιορίσει με ακρίβεια το πεδίο εφαρμογής των εν λόγω κανονισμών και τους όρους που αυτοί θέτουν 7 ότι, προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεργασία αυτή μεταξύ της Επιτροπής και των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, είναι σκόπιμο να δημιουργηθεί μια συμβουλευτική επιτροπή για τις κρατικές ενισχύσεις, με την οποία η Επιτροπή θα πραγματοποιεί διαβουλεύσεις, πριν εκδώσει κανονισμούς σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Εξαιρέσεις κατά κατηγορίες

1. Η Επιτροπή μπορεί, εκδίδοντας κανονισμό σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίζεται στο άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού και σύμφωνα με το άρθρο 92 της συνθήκης, να δηλώνει ότι οι ακόλουθες κατηγορίες ενισχύσεων συμβιβάζονται με την κοινή αγορά και δεν πρέπει να κοινοποιούνται όπως απαιτεί το άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης:

α) ενισχύσεις για:

i) μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις,

ii) έρευνα και ανάπτυξη,

iii) προστασία του περιβάλλοντος,

iv) απασχόληση και κατάρτιση 7

β) ενισχύσεις που είναι σύμφωνες με το χάρτη που έχει εγκρίνει η Επιτροπή για κάθε κράτος μέλος όσον αφορά τη χορήγηση περιφερειακών ενισχύσεων.

2. Οι κανονισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1 πρέπει να καθορίζουν για κάθε κατηγορία ενισχύσεων:

α) το σκοπό των ενισχύσεων 7

β) τις κατηγορίες δικαιούχων 7

γ) τα όρια τα εκφραζόμενα είτε ως εντάσεις ενίσχυσης σε σχέση με το σύνολο του αποδεκτού κόστους είτε ως ανώτατα ποσά 7

δ) τους όρους σχετικά με τη σώρευση των ενισχύσεων 7

ε) τις προϋποθέσεις ελέγχου, όπως ορίζονται στο άρθρο 3.

3. Επιπλέον, οι κανονισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 1, μπορούν ιδίως:

α) να καθορίζουν τα όρια ή άλλους όρους για την κοινοποίηση των περιπτώσεων χορήγησης επιμέρους ενισχύσεων 7

β) να εξαιρούν ορισμένους τομείς από το πεδίο εφαρμογής τους 7

γ) να θέτουν περαιτέρω όρους για τη συμβατότητα των εξαιρουμένων ενισχύσεων σύμφωνα με τους εν λόγω κανονισμούς.

Άρθρο 2

De minimis

1. Η Επιτροπή μπορεί να αποφασίζει, εκδίδοντας κανονισμό σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίζεται στο άρθρο 8 του παρόντος κανονισμού, ότι, λαμβάνοντας υπόψη την ανάπτυξη και τη λειτουργία της κοινής αγοράς, ορισμένες ενισχύσεις δεν ανταποκρίνονται σε όλα τα κριτήρια του άρθρου 92 παράγραφος 1 της συνθήκης και ότι, για το λόγο αυτό, εξαιρούνται από τη διαδικασία κοινοποίησης που προβλέπεται στο άρθρο 93 παράγραφος 3 της συνθήκης, υπό τον όρο ότι οι ενισχύσεις που χορηγούνται στην ίδια επιχείρηση δεν υπερβαίνουν καθορισμένο ποσό σε μια δεδομένη χρονική περίοδο.

2. Μετά από αίτηση της Επιτροπής, τα κράτη μέλη της παρέχουν ανά πάσα στιγμή κάθε συμπληρωματική πληροφορία σχετικά με τις ενισχύσεις που εξαιρούνται βάσει της παραγράφου 1.

Άρθρο 3

Διαφάνεια και έλεγχος

1. Όταν εκδίδει κανονισμούς σύμφωνα με το άρθρο 1, η Επιτροπή θέτει επακριβείς κανόνες στα κράτη μέλη για να εξασφαλίσει τη διαφάνεια και τον έλεγχο των ενισχύσεων που εξαιρούνται της υποχρέωσης κοινοποίησης βάσει των εν λόγω κανονισμών. Οι κανόνες αυτοί έγκεινται, ειδικότερα, στις υποχρεώσεις που ορίζονται στις παραγράφους 2, 3 και 4.

2. Μόλις θεσπιστούν καθεστώτα ενίσχυσης ή μεμονωμένες ενισχύσεις οι οποίες χορηγούνται εκτός καθεστώτος, που εξαιρούνται, κατ' εφαρμογή των εν λόγω κανονισμών, τα κράτη μέλη αποστέλλουν στην Επιτροπή, προκειμένου να δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, περίληψη των πληροφοριών σχετικά με αυτά τα καθεστώτα ενίσχυσης ή περιπτώσεις μεμονωμένων ενισχύσεων που δεν υπάγονται σε καθεστώς ενίσχυσης που εξαιρείται.

3. Τα κράτη μέλη καταγράφουν και συγκεφαλαιώνουν όλες τις πληροφορίες που αφορούν την εφαρμογή των εξαιρέσεων κατά κατηγορία. Αν η Επιτροπή διαθέτει στοιχεία που δημιουργούν αμφιβολίες ως προς την ορθή εφαρμογή ενός κανονισμού περί εξαιρέσεων, τα κράτη μέλη της γνωστοποιούν κάθε πληροφορία που εκείνη κρίνει αναγκαία για να εκτιμήσει τη συμβατότητα μιας δεδομένης ενίσχυσης με τον εν λόγω κανονισμό.

4. Τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή τουλάχιστον μία φορά το χρόνο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή των εξαιρέσεων κατά κατηγορία, σύμφωνα με τις ειδικές απαιτήσεις της Επιτροπής, κατά προτίμηση σε ηλεκτρονική μορφή. Η Επιτροπή μεριμνά ώστε όλα τα κράτη μέλη να έχουν πρόσβαση στις εκθέσεις αυτές. Μία φορά το χρόνο οι εκθέσεις αυτές εξετάζονται και αξιολογούνται στο πλαίσιο της συμβουλευτικής επιτροπής που αναφέρεται στο άρθρο 7.

Άρθρο 4

Διάρκεια ισχύος και τροποποίηση των κανονισμών

1. Οι κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 ισχύουν για συγκεκριμένη περίοδο. Οι ενισχύσεις που εξαιρούνται βάσει κανονισμού ο οποίος έχει εκδοθεί δυνάμει των άρθρων 1 και 2, εξαιρούνται για τη διάρκεια ισχύος του εν λόγω κανονισμού, καθώς και για τη διάρκεια της περιόδου προσαρμογής που προβλέπεται από τις παραγράφους 2 και 3.

2. Οι κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 μπορούν να καταργηθούν ή να τροποποιηθούν εφόσον έχει τροποποιηθεί οποιοδήποτε από τα σημαντικά στοιχεία στα οποία βασίστηκε η έκδοσή τους ή εφόσον το απαιτεί η προοδευτική ανάπτυξη ή η λειτουργία της κοινής αγοράς. Στην περίπτωση αυτή, ο νέος κανονισμός ορίζει εξάμηνη προθεσμία για την προσαρμογή των ενισχύσεων που υπόκεινται στον προηγούμενο κανονισμό.

3. Οι κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 προβλέπουν προθεσμία ίδια με εκείνη της παραγράφου 2 για την περίπτωση κατά την οποία, όταν λήγει η ισχύς τους, δεν παρατείνεται η εφαρμογή τους.

Άρθρο 5

Έκθεση αξιολόγησης

Κάθε πέντε χρόνια, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Σχέδιο έκθεσης υποβάλλεται προς εξέταση στη συμβουλευτική επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 7.

Άρθρο 6

Ακρόαση των ενδιαφερομένων

Όταν η Επιτροπή προτίθεται να εκδώσει κανονισμό, δημοσιεύει σχέδιό του προκειμένου να παράσχει τη δυνατότητα σε όλους τους ενδιαφερόμενους, πρόσωπα και οργανώσεις, να υποβάλλουν τις παρατηρήσεις τους εντός εύλογης προθεσμίας καθοριζόμενης από την Επιτροπή αλλά σε καμία περίπτωση μικρότερης από ένα μήνα.

Άρθρο 7

Συμβουλευτική επιτροπή

Συγκροτείται επιτροπή συμβουλευτικού χαρακτήρα, επονομαζόμενη εφεξής «συμβουλευτική επιτροπή για τις κρατικές ενισχύσεις». Η εν λόγω επιτροπή αποτελείται από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών, με πρόεδρο τον αντιπρόσωπο της Επιτροπής.

Άρθρο 8

Αίτηση της γνώμης της συμβουλευτικής επιτροπής

1. Η Επιτροπή ζητεί τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής για τις κρατικές ενισχύσεις:

α) πριν από τη δημοσίευση σχεδίου κανονισμού 7

β) πριν από την έκδοση κανονισμού.

2. Η γνώμη της επιτροπής ζητείται κατά τη διάρκεια συνεδρίασης που συγκαλείται από την Επιτροπή. Στο έγγραφο της σύγκλισης, προσαρτώνται τα προς εξέταση σχέδια και έγγραφα. Η συνεδρίαση διεξάγεται το ενωρίτερο δύο μήνες από την αποστολή της σχετικής πρόσκλησης.

Η προθεσμία αυτή είναι δυνατόν να συντμηθεί στις περιπτώσεις διαβούλευσης, που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο β), καθώς και σε περίπτωση επείγουσας ανάγκης ή απλής παράτασης ισχύος ενός κανονισμού.

3. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν. Η συμβουλευτική επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με το επείγον του θέματος και, αν χρειασθεί, προβαίνει σε ψηφοφορία.

4. Η γνώμη καταχωρείται στα πρακτικά. Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος έχει το δικαίωμα να ζητήσει να καταχωρηθεί η θέση του στα πρακτικά αυτά. Η συμβουλευτική επιτροπή μπορεί να εισηγηθεί τη δημοσίευση της γνώμης αυτής στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

5. Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαίτερα υπόψη τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής και την ενημερώνει για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη τη γνώμη αυτή.

Άρθρο 9

Τελικές διατάξεις

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 7 Μαΐου 1998.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. BECKETT

(1) ΕΕ C 262 της 28. 8. 1997, σ. 6.

(2) ΕΕ C 138 της 4. 5. 1998.

(3) ΕΕ C 129 της 27. 4. 1998, σ. 70.


Taxheaven.gr