1022251/98/0015/11.3.2009

Παρέχονται πληροφορίες σε υπόθεση επιβολής προστίμων

11 Μάρ 2009

Taxheaven.gr
Αρ. Πρωτ.: 1022251/98/0015/11.3.2009


ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΛΩΝΕΙΑΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ               
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ                       
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 15η  ΒΙΒΛΙΩΝ & ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ                        
Ταχ.Δ/νση: Καρ. Σερβίας 10       
Ταχ.Κώδικας: 101 84  ΑΘΗΝΑ
Πληροφορίες:               
Τηλέφωνο: 2103610065


ΘΕΜΑ: Παρέχονται πληροφορίες σε υπόθεση επιβολής προστίμων.


Σε απάντηση του με αριθμ. 557/16.2.2009 εγγράφου σας, αναφορικά με το αντικείμενο του θέματος, θέτουμε υπόψη σας τα εξής:
1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης β΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του ν.2523/1997 (Φ.Ε.Κ. Α΄ 179), η έκδοση πλαστών ή εικονικών φορολογικών στοιχείων και η λήψη εικονικών, η νόθευση αυτών, καθώς και η καταχώρηση στα βιβλία αγορών ή εξόδων που δεν έχουν πραγματοποιηθεί και δεν έχει εκδοθεί φορολογικό στοιχείο, συνιστά ιδιάζουσα φορολογική παράβαση και επισύρει πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο της αξίας κάθε στοιχείου ή καταχώρησης, μη συμπεριλαμβανομένου του Φ.Π.Α. εφόσον αυτή είναι μεγαλύτερη των οκτακοσίων ογδόντα (880) ευρώ ….… Αν η αξία του στοιχείου είναι μερικώς εικονική, το ως άνω πρόστιμο επιβάλλεται για το μέρος της εικονικής αξίας. Όταν δεν είναι δυνατός ο προσδιορισμός της μερικώς εικονικής αξίας το πρόστιμο της περίπτωσης αυτής, επιβάλλεται μειωμένο κατά πενήντα τοις εκατό (50%). Η ίδια μείωση ισχύει και για το λήπτη εικονικού στοιχείου στην περίπτωση που η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη.
Με βάση τις προαναφερόμενες διατάξεις, όπως αυτές ερμηνεύθηκαν με την εγκύκλιο 1125403/2171/ΠΟΛ.1317/2.12.1997, προσδιορίζεται με αντικειμενικό τρόπο το πρόστιμο που αφορά τις εξής περιπτώσεις παραβάσεων:
Έκδοση εικονικών στοιχείων, έκδοση πλαστών στοιχείων, λήψη εικονικών στοιχείων και τέλος νόθευση στοιχείων. Όπως δε προκύπτει από τις διατάξεις για την επιβολή του προστίμου απαιτείται κατ’ αρχήν ο προσδιορισμός της αξίας του κάθε στοιχείου.
Περαιτέρω, η εικονικότητα του στοιχείου μπορεί να ανάγεται:
α) στην αξία του στοιχείου, δηλαδή είτε να πρόκειται για παντελώς ανύπαρκτη συναλλαγή (εικονική αξία στο σύνολό της) οπότε το πρόστιμο ισούται με το διπλάσιο της αξίας του στοιχείου χωρίς το Φ.Π.Α. εφόσον αυτή είναι πάνω από 880 ευρώ, είτε για αναγραφή αξίας μεγαλύτερης από την πραγματική (υπερτιμολόγηση). Στην περίπτωση αυτή το στοιχείο είναι εικονικό κατά το μέρος της μεγαλύτερης αυτής αξίας (μερικώς εικονική αξία) και το πρόστιμο ισούται με το διπλάσιο της μερικώς εικονικής αξίας χωρίς το Φ.Π.Α., εφόσον αυτή είναι πάνω από 880 ευρώ.
β) στο πρόσωπο του εκδότη. Ειδικά στην περίπτωση λήψης εικονικού φορολογικού στοιχείου, εφόσον η εικονικότητα ανάγεται αποκλειστικά στο πρόσωπο του εκδότη, το πρόστιμο λαμβανομένης υπόψη της προβλεπόμενης μείωσης (αξία του στοιχείου Χ 2 – 50%) ισούται με την αξία του στοιχείου δηλαδή είναι ισόποσο αυτής.
Κατά συνέπεια η έκδοση (ή η λήψη) εικονικών στοιχείων με βάση τις προαναφερόμενες διατάξεις αντιμετωπίζεται ως μία ενιαία/ιδιαίτερη κατηγορία ιδιάζουσας φορολογικής παράβασης της περίπτωσης αυτής (περ.β΄ της παρ.10), με προέχουσα αναφορά/αντιμετώπιση της εικονικότητας της συναλλαγής. Περαιτέρω για λόγους επιεικέστερης μεταχείρισης του λήπτη και για την επιμέτρηση του προστίμου, προβλέπεται η επιβολή μειωμένου προστίμου σε βάρος του, στην περίπτωση που η συναλλαγή είναι πραγματική και η εικονικότητα ανάγεται μόνο στο πρόσωπο του εκδότη του στοιχείου.
Από το συνδυασμό των προαναφερόμενων συνάγεται ότι εφόσον η εικονικότητα του στοιχείου ανάγεται τόσο στην αξία όσο και στο πρόσωπο του εκδότη του στοιχείου, πρόκειται για μία παράβαση και επιβάλλεται ένα πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο της εικονικής αξίας αυτού είτε η αξία αυτή είναι εικονική στο σύνολό της είτε είναι μερικώς εικονική, χωρίς το Φ.Π.Α. και με την προϋπόθεση ότι αυτή είναι πάνω από 880 ευρώ. Σε διαφορετική περίπτωση (εικονική αξία μικρότερη των οκτακοσίων ογδόντα ευρώ) επιβάλλεται το πρόστιμο κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των παραγράφων 8 και 9 του άρθρου 5 του ν.2523/1997 (έγγρ. 1006008/35/0015/11.3.2008).
2. Σύμφωνα με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 10 του άρθρου 5 του ν.2523/1997, όπως αντικαταστάθηκε και ισχύει με την παρ.5 του άρθρου 9 του ν.3052/2002, «ειδικά στις περιπτώσεις που προκύπτει το ύψος της συνολικής αποκρυβείσας αξίας, χωρίς να προσδιορίζεται το πλήθος των συναλλαγών ως και η αξία μιας εκάστης ξεχωριστά, επιβάλλεται πρόστιμο ισόποσο της συναλλαγής, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υπερβεί το δεκαπενταπλάσιο της ΒΑΣ.ΥΠ.1, με εξαίρεση τις περιπτώσεις που ο υπόχρεος τηρεί βιβλίο αγορών, οπότε το ανωτέρω πρόστιμο επιβάλλεται μειωμένο κατά πενήντα τοις εκατό (50%)».
Στο σημείο αυτό επισημαίνεται ότι με την εγκύκλιο 1083807/607/ΠΟΛ.1239/16.10.2002, με την οποία παρασχέθηκαν οδηγίες για την εφαρμογή των προαναφερομένων διατάξεων, διευκρινίσθηκε ότι οι ρυθμίσεις αυτές, με τις οποίες προβλέπεται η θέσπιση ανωτάτου ορίου (οροφής) που δεν μπορεί να υπερβεί το δεκαπενταπλάσιο της ΒΑΣ.Υπ.1 (κατηγορία τηρουμένων βιβλίων), αφορούν παραβάσεις που επέσυραν μέχρι την έναρξη εφαρμογής των υπόψη διατάξεων πρόστιμο ισόποσο της συναλλαγής, εφόσον καταλογισθεί σε βάρος του υπόχρεου παράβαση για αποκρυβείσα αξία (μη έκδοση στοιχείων) της οποίας δεν προκύπτει το πλήθος των συναλλαγών (των μη εκδοθέντων στοιχείων) και η αξία μιας εκάστης.
Εξάλλου, σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης α΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν.2523/1997, Βάση Υπολογισμού 1 είναι το αντικειμενικό ποσό επί του οποίου εφαρμόζονται οι συντελεστές βαρύτητας για συγκεκριμένες παραβάσεις, όπως ορίζονται στις κατ’ ιδίαν διατάξεις, το ποσό δε αυτό κλιμακώνεται ανάλογα με την κατηγορία των βιβλίων που υποχρεούται να τηρεί ο επιτηδευματίας. Για τους υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων Α΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ. το ποσό αυτό ανέρχεται σε 293 ευρώ και για τους υπόχρεους σε τήρηση βιβλίων Β΄ κατηγορίας του Κώδικα αυτού σε 586 ευρώ.
Ενόψει των ανωτέρω όσον αφορά τα επιβλητέα πρόστιμα, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες διατάξεις, για τις διαπιστούμενες παραβάσεις με βάση τη διενέργεια «κλειστής αποθήκης», εφόσον από τη συνημμένη στη σχετική Α.Ε.Π. έκθεση ελέγχου δεν προσδιορίζεται το πλήθος των συναλλαγών, ούτε η αξία μιας εκάστης ξεχωριστά αλλά μόνον η συνολικά αποκρυβείσα αξία, είναι κατ’ ανώτατο όριο το 15πλάσιο της ΒΑΣ. ΥΠ.1.

Taxheaven.gr