ΠΟΛ. 1261/13.12.91 Κοινοποίηση της 739/1991 Γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ.
Με την Υπ. Οικ. Εγκ. 11Ο4624/7587/ΠΟΛ.1261/13.12.1991
κοινοποιήθηκε η Γνωμ. Ν.Σ.Κ. 739/91,
όπως έγινε δεκτή από το Γεν. Γραμ. Υπ. Οικ.
Σας κοινοποιούμε την 739/1991 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους
Τμ. Γ', που έγινε αποδεκτή από τον κ. Γενικό Γραμματέα και παρακαλούμε για την
εφαρμογή αυτής, σε ανάλογες περιπτώσεις.
Με τη γνωμοδότηση αυτή γίνεται δεκτό ότι είναι δυνατή η εφαρμογή
του άρθρου 60 παρ. 2, του Π.Δ/τος 11/12.11.1929,
εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσες αυτού, όταν μεταξύ τoυ έχοντος γειτονική ιδιοκτησία
ή κατάστημα μεσολαβεί δρόμος οιασδήποτε μορφής(αγροτικός, κοινοτικός, επαρχιακός,
εθνικός κ.λπ.).
Γνωμ. 739/1991
Περίληψη Ερωτήματος: Εφαρμογή άρθρου 60 Δ/τος
11/12.11.1929 όταν μεταξύ της γειτονικής ιδιοκτησίας και αιγιαλού μεσολαβεί δρόμος.
Επί του ανωτέρω ερωτήματος το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους
εγνωμοδότησε ως εξής:
Α. Με το υπ' αριθ. 1028928
/1783 / ΒΟ010 / 11.6.1991 έγγραφο της Γεν. Δ/νσεως Φορολογίας
και Δ.Π. Δ/νσεως Δημ. Περιουσίας, Τμήμα Αιγιαλού Παραλίας, του Υπουργείου Οικονομικών
ερωτάται αν είναι δυνατή η απευθείας παραχώρηση της απλής χρήσης αιγιαλού, σύμφωνα
με τις διατάξεις του άρθρου 60 Δ/τος 11/12.11.1929,
όταν μεταξύ της ιδιοκτησίας του αιτούντος την απλή χρήση και του αιγιαλού
μεσολαβεί δρόμος (αγροτικός, κοινοτικός, επαρχιακός, εθνικός κ.λπ.).
Κατά το άρθρο 1 του ΑΝ. 2344/1940 «περί αιγιαλού και παραλίας»: «Ο αιγιαλός, ήτοι
η περιστοιχούσα την θάλασσα χερσαία ζώνη, η βρεχόμενη από τας μεγίστας πλην συνήθεις
αναβάσεις των κυμάτων, είναι κτήμα κοινόχρηστον, ανήκει ως τοιούτον εις το Δημόσιον
και προστατεύεται και διαχειρίζεται υπ' αυτού».
Εξάλλου, κατά το άρθρο 967 ΑΚ. «Κοινής χρήσεως πράγματα είναι
ιδία τα ελευθέρως και αενάως ρέοντα ύδατα, αι οδοί, αι πλατείαι, οι αιγιαλοί...»,
ενώ κατά το άρθρο 968 ΑΚ. «Τα κοινής χρήσεως πράγματα, εφ' όσον δεν ανήκουσιν
εις δήμον ή κοινότητα, ή ο νόμος δεν ορίζει άλλως, ανήκουσιν εις το Δημόσιον».
Εκ του συνδυασμού των διατάξεων αυτών προκύπτει ότι ο αιγιαλός
αποτελεί, κατά ρητήν επιταγήν του νόμου, κοινόχρηστο πράγμα και μάλιστα εκτός
συναλλαγής, ανήηκει εις το Δημόσιον, το οποίον προστατεύει και διαχειρίζεται
τούτο, του Δημοσίου δυναμένου να εγείρει, εφόσον συντρέχουν οι νόμιμες προϋποθέσεις
τις σχετικές περί νομής και κυριότητος αγωγές (βλ Ευαγ. Δ., Αιγιαλός και παραλία,
1977 σελ 26 επ. ΑΠ 590/1981 ΝοΒ
20 σελ 221).
Φυσική συνέπεια των ανωτέρω είναι ότι, υπό το ισχύον δίκαιον,
ουδέποτε χωρεί εκποίηση ή κατ’ άλλον τρόπον απόκτησις κυριότητος επί του αιγιαλού,
παρά μόνον παραχώρησις της χρήσεως του αιγιαλού μπορεί να λάβει χώραν και μάλιστα
υπό την προϋπόθεση ότι από την παραχώρηση εξακολουθεί να εξυπηρετείται ή τουλάχιστον
δεν αναιρείται η κατά τον προορισμόν του κοινή χρήσις αυτού (βλ Fleiner - Στυμφαλιάδου: Διοικ.
Δικ. σελ 344, ΣτΕ 1377/1971 ΣτΕ
2799/1972 Ε.Δ.Δ.Δ. 16 σελ.
380, ΣτΕ 61/1974 Ε.Ε.Δ.Δ.
18 σελ. 248, ΣτΕ 2188/1982, 2006/1981,
4807/1984, 1133/1985).
Γ. Στο άρθρο 60 του Π.Δ/τος της 11/12.11.1929 «περί διοικήσεως δημοσίων κτημάτων» (ΦΕΚ Α'
399), όπως ισχύει, ορίζεται:
«Η εκμετάλλευσις των αιγιαλών διενεργείται υπό της Δ.Δ.Κ.
διά μονοετούς ή πολυετούς κατά τας διατάξεις του προηγουμένου εδαφίου παραχωρήσεως
της χρήσεως αυτών, προς ίδρυσιν κέντρων αναψυχής, εγκαταστάσεων λουτρών, ίδρυσιν
εργοστασίων κ.λπ. εφ' όσον δεν παραβιάζεται εντεύθεν ο προορισμός αυτών ως κοινοχρήστων.
2. Επιτρέπεται υπό τους άνω όρους κατόπιν αποφάσεως της Διοικ. Επιτροπής ή άνευ
δημοπρασίας χορήγησις επί μισθώματι αδειών απλής χρήσεως των αιγιαλών μέχρις
ενός έτους εις τους έχοντας γειτονικάς ιδιοκτησίας ή καταστήματα, ως επίσης διά
το αυτό χρονικόν διάστημα χορήγησις αδειών, δι' εγκατάστασιν λουτήρων δι' ατομικήν
ή οικογενειακήν χρήσιν. 3. Αι παραχωρήσεις χρήσεως του παρόντος άρθρου υπόκεινται
πάντοτε εις μονομερή διάλυσιν εκ μέρους της Δ.Δ.Κ. διά λόγους γενικού συμφέροντος
(Αμύνης της χώρας, συγκοινωνίας κ.λπ.)».
Δ. Εκ των διατάξεων αυτών σαφώς προκύπτει ότι: α) η εκμετάλλευση
των αιγιαλών ανήκει εις το Δημόσιον (βλ. και άρθρο 49 Ν. 1416/1984 σχετικά με τους Ο.Τ.Α.)
β) η παραχώρηση από το Δημόσιο δικαιώματος χρήσεως επί τμήματος του αιγιαλού,
μπορεί να γίνει, καταρχήν, κατόπιν δημοπρασίας, όπως προβλέπεται διά των άρθρων
30 επ. του αυτού, ως άνω, Π.Δ/τος της 11/12.11.1929
και στα οποία γίνεται ρητή παραπομπή με την παράγρ. 1 του ως άνω άρθρου
60 αυτού. Μπορεί, όμως, να γίνει η παραχώρηση αυτή και απευθείας (άνευ δημοπρασίας),
αλλά πάντοτε αν συντρέχουν οι λοιπές προϋποθέσεις της παραγρ. 1 του ως άνω άρθρου
60 και οι συμπληρωματικές προϋποθέσεις της παραγρ. 2 του αυτού άρθρου.
Ειδικότερα, προϋποθέσεις της παραγρ. 2 του άρθρου 60 είναι:
α) η παραχώρηση του δικαιώματος να γίνεται χωρίς δημοπρασία, δηλαδή απευθείας
β) να μην «παραβιάζεται» ο προορισμός του
αιγιαλού ως κοινοχρήστου πράγματος (βλ. και άρθρα 967 και 970 ΑΚ., όπως και άρθρα
1 και 7 του ΑΝ. 2344/1940) δηλ.
με την άσκηση του εκ της παραχωρήσεως προκύπτοντος δικαιώματος, να μην καθίσταται
ανέφικτος με οποιοδήποτε τρόπο και σ' οποιαδήποτε έκταση, η εκπλήρωση από τον
αιγιαλό του κατά τον νόμον προορισμού του, ο οποίος κείται πέραν κάθε ιδιωτικού
ατομικού δικαιώματος ή ιδιωτικού ατομικού συμφέροντος, εκτός αν βεβαίως ειδικές
διατάξεις επιτρέπουν τυχόν το εναντίον.
γ) Η παραχώρηση να είναι διαρκείας το πολύ ενός έτους, δυναμένη
όμως να ανανεώνεται, αφού η ανανέωση δεν αποκλείεται από τη διάταξη και εφόσον
το έτος εδώ τίθεται για χάρη της ευελιξίας και αναπροσαρμοστικότητος της όλης
εκ της παραχωρήσεως σχέσεως.
δ) Η παραχώρηση μπορεί να γίνει μόνο σε πρόσωπα, τα οποία
έχουν γειτονική ιδιοκτησία, δηλ. ιδιοκτησία συνεχόμενη του αιγιαλού ή τα οποία
έχουν κατάστημα επί ακινήτου γειτονικού δηλ. συνεχόμενου του αιγιαλού.
Στην περίπτωση αυτή είναι φανερό ότι n παραχώρηση και
η εξ αυτής χρήση του αιγιαλού πρέπει αναγκαίως να τείνει στην ικανοποίηση ανάγκης,
n οποία
προκύπτει κατά την άσκηση κάποιας επιχειρηματικής δράσεως επί του ακινήτου που
γειτνιάζει προς τον αιγιαλό, είτε αυτή ασκείται από τον ιδιοκτήτη του ακινήτου
είτε από τρίτο, ο οποίος όμως έχει επ’ αυτού σχετικό δικαίωμα κατά τις κείμενες
διατάξεις.
Πάντως η παραχώρηση δεν μπορεί να αποσπασθεί από την επιχειρηματική
ή οικονομική ή επαγγελματική δράση που ασκείται από τον παραχωρησιούχο προσωπικώς
επί του παρακειμένου του αιγιαλού ακινήτου και έχει καταρχήν σκοπό, που εμπίπτει
σε ευρύ φάσμα δραστηριοτήτων, όπως τούτο διαγράφεται στην παράγρ. 1 του αυτού
άρθρου. Αυτά ευχερώς συνάγονται ως βούληση του νομοθέτη, όχι μόνο γιατί η παράγρ.
2 παραπέμπει στους όρους της παραγρ. 1 του άρθρου 60 και ενόψει της αμέσως κατωτέρω
εξαιρέσεως.
ε) Η παραχώρηση, όμως, κατά την παράγραφο αυτή, μπορεί να
τείνει και στην ικανοποίηση όχι επιχειρηματικής δράσεως, για την οποία έγινε
λόγος αμέσως ανωτέρω, αλλά ατομικής ή οικογενειακής ανάγκης του ιδιοκτήτη παρακειμένου
ακινήτου, αλλά μόνο ειδικώς για την εγκατάσταση λουτήρων στο τμήμα του αιγιαλού.
Ε. Ας εξετάσουμε την ευρύτητα του περιεχομένου του όρου
«γειτονική ιδιοκτησία ή κατάστημα», που χρησιμοποιείται στο άρθρο 60 παράγρ.
2 του Δ/τος της 11/12.11.1929, στο πλαίσιο του σκοπού της διατάξεως του άρθρου
60.
Είναι φανερό ότι σκοπός της διατάξεως αυτής είναι να διευκολυνθεί
η λειτουργία καταστημάτων ή η εκμετάλλευση ιδιοκτησιών ή η λειτουργία ξενοδοχείων,
εργοστασίων, κέντρων αναψυχής κ.λπ. όταν προς τούτο αναγκαίος είναι ο αιγιαλός,
ο οποίος τελεί προς τας επιχειρήσεις ή ιδιοκτησίας αυτάς σε άμεση χωρική ή τοπική
σχέση, η οποία επιτρέπει λογικώς τη λειτουργική αυτή συσχέτιση.
Δεν υπάρχει λόγος να αμφιβάλλουμε ότι ο νομοθέτης εκκινεί
βασικώς από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο αιγιαλός αποτελεί τη συνέχεια
της ιδιοκτησίας, επί της οποίας υπάρχει το κατάστημα ή το εργοστάσιο ή το κέντρο
αναψυχής. Δηλαδή, οι δύο εδαφικές αυτές περιοχές συνορεύουν. Αυτή είναι η απλούστερη
περίπτωση γειτνιαζουσών παρακειμένων ιδιοκτησιών.
Δεν πρέπει όμως να διαφεύγει της προσοχής ότι, όχι σπάνια
και ιδία για την πραγματικότητα των ελληνικών, παραθαλασσίων κέντρων αναψυχής,
καταστημάτων, ναυπηγείων, ξενοδοχείων και ιδιοκτησιών γενικότερα, μεταξύ του
αιγιαλού και ως άνω ιδιωτικών κτήσεων παρεμβάλλεται η λωρίδα της παραλίας.
Η παραλία από τη σκοπιά της διατάξεως του άρθρου 60, δεν επιφέρει
την αναίρεση της εννοίας της γειτονικής ή παρακειμένης κτήσεως ή εδαφικής εκτάσεως.
Δεν παύουν οι κτήσεις ή ιδιοκτησίες αυτές να αποτελούν το ενδιαφέρον του νομοθέτη
από της πλευράς εξυπηρετησεώς των διά του προ αυτών αιγιαλού, καθόσον η λωρίδα
της παραλίας, αφενός δεν επιτρέπεται να καταλαμβάνεται από κτίσματα και αφετέρου
δε διακόπτει τη λειτουργική σχέση η οποία διαπιστώνεται ότι υπάρχει μεταξύ του
αιγιαλού και των ως άνω κτήσεων ή εδαφικών εκτάσεων και η οποία απετέλεσε την
αιτία των ως άνω νομοθετικών ρυθμίσεων. Τούτο είναι φαινόμενο πασίδηλο για τη
συντριπτική πλειοψηφία των «παραλιακών καταστημάτων» και θα ήταν ανεδαφικός ο
αποκλεισμός των περιπτώσεων αυτών από τα πλαίσια της βουλήσεως του νομοθέτη.
Η παρεμβολή της παραλίας δεν αναιρεί εν προκειμένω την έννοια
της «γειτονικής» ιδιοκτησίας.
ΣΤ. Όσα ελέχθησαν αμέσως ανωτέρω για την παραλία ισχύουν και
για το δρόμο, ο οποίος τυχόν παρεμβάλλεται μεταξύ αιγιαλού και ιδιωτικής κτήσεως.
Λέγοντας δε δρόμο εννοούμε οποιασδήποτε κατηγορίας τοιούτο (αγροτικό, κοινοτικό,
επαρχιακό, εθνικό κ.λπ.) που έχει διαμορφωθεί πραγματικώς ή νομικώς. Και τούτο,
γιατί από της σκοπιάς των ως άνω διατάξεων του άρθρου 60, η παρεμβολή της ζώνης
παραλίας και του δρόμου μεταξύ των πέραν αυτών αιγιαλού και της εντεύθεν αυτών
υπάρχουσας ιδιωτικής κτήσεως, καταστήματος, λειτουργούσης επιχειρήσεως κ.λπ. δε
διακόπτει τη μεταξύ αιγιαλού και των ως άνω ιδιωτικών κτήσεων κ.λπ. υπάρχουσα
λειτουργική σχέση.
Ζ. Κατόπιν των ανωτέρω στο ερώτημά σας το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους γνωμοδοτεί ομόφωνα ότι είναι δυνατή η εφαρμογή του άρθρου 60 παρ. 2, του Π.Δ/τος 11/12.11.1929, εφόσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτού, όταν μεταξύ του έχοντος γειτονική ιδιοκτησία ή κατάστημα μεσολαβεί δρόμος οιασδήποτε μορφής (αγροτικός, κοινοτικός, επαρχιακός, εθνικός κ.λπ.).