80015/22.3.2001

Εγκύκλιος επί των σχετικών διατάξεων του Ν.2874/2000 που αφορούν θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου μας

22 Μάρ 2001

Taxheaven.gr

Aθήνα 22 Μαρτίου 2001
Αρ. Πρωτ : 80015

ΘΕΜΑ: Εγκύκλιος επί των σχετικών διατάξεων του Ν.2874/2000 που αφορούν θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου μας

Στο ΦΕΚ 286/29-12-2000 τεύχος Α’, δημοσιεύθηκε ο Ν.2874/2000 "Προώθηση της Απασχόλησης και άλλες διατάξεις".

Για την ομοιόμορφη εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Νόμου αυτού σε θέματα αρμοδιότητας του Υπουργείου μας, σας παρέχουμε κατ’ άρθρο τις πιο κάτω διευκρινίσεις:

`Αρθρο 1
Περιφερειακά σχέδια δράσης για την απασχόληση

Με τη διάταξη της παρ. 1 προβλέπεται, ότι στα Περιφερειακά Συμβούλια της Περιφέρειας, όπως αυτά λειτουργούν κατ’ εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 61 επ. Ν. 1622/86 σε συνδυασμό με τις διατάξεις του Ν. 2503/97, συμμετέχουν επιπλέον ένας εκπρόσωπος του Σ.ΕΠ.Ε και ένας εκπρόσωπος του Ο.Α.Ε.Δ., που ορίζονται αντίστοιχα από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και τον Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ. Οι παραπάνω δύο εκπρόσωποι συμμετέχουν, ως ισότιμα μέλη, στις συνεδριάσεις των Περιφερειακών Συμβουλίων κατά τη συζήτηση θεμάτων που αφορούν την προώθηση της απασχόλησης και ειδικότερα κατά το σχεδιασμό, προγραμματισμό και εφαρμογή της πολιτικής για την απασχόληση, τη σύνδεσή της με το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα της Περιφέρειας καθώς και κατά τον ουσιαστικό έλεγχο τήρησης των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας.

Ο Γενικός Γραμματέας της Περιφέρειας, ως πρόεδρος του Περιφερειακού Συμβουλίου, μπορεί να καλεί τον εκπρόσωπο του Σ.ΕΠ.Ε. και τον εκπρόσωπο του Ο.Α.Ε.Δ. να συμμετέχουν στη συζήτηση και οποιουδήποτε θέματος της ημερήσιας διάταξης, εφόσον κρίνει ότι η παρουσία τους είναι χρήσιμη.

Με την παρ. 2 προβλέπεται ότι ο Υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στο πλαίσιο του δημοκρατικού προγραμματισμού, μπορεί να καλεί το Περιφερειακό Συμβούλιο με τη νέα διευρυμένη του πλέον μορφή, για να του υποβάλει προτάσεις τόσο πριν την κατάρτιση του Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Απασχόληση (Ε.Σ.Δ.Α) όσο και μετά την έγκρισή του, έτσι ώστε να υπάρχει δυνατότητα εξειδίκευσης του προγράμματος στην κάθε Περιφέρεια. Αυτό θα καθιστά δυνατό να λαμβάνονται υπόψη οι τοπικές ιδιαιτερότητες και τα ιδιαίτερα προβλήματα κάθε Περιφέρειας της χώρας και το αναπτυξιακό της πρόγραμμα.

Με τη παρ. 3 του άρθρου συνίσταται σε κάθε μια από τις δεκατρείς Περιφέρειες της χώρας οργανική Μονάδα σε επίπεδο Διεύθυνσης ή Τμήματος, αρμόδια για θέματα απασχόλησης. Η Μονάδα αυτή υπάγεται στη Γενική Δ/νση Περιφέρειας (άρθρο 2 Ν. 2503/97).

Με Π.Δ., που θα εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του Νόμου, θα καθοριστεί σε περιφερειακό επίπεδο, εάν η προαναφερόμενη Μονάδα θα λειτουργήσει ως Διεύθυνση ή Τμήμα, ανάλογα με τις οργανωτικές δυνατότητες κάθε Περιφέρειας. Με το ίδιο Π.Δ. θα καθορισθούν οι αρμοδιότητες, η διάρθρωσή της, η σύσταση των οργανικών θέσεων του προσωπικού της κ.λ.π.

Οι Μονάδες αυτές θα περιληφθούν στους Οργανισμούς των Περιφερειών, που προωθούνται ήδη από το Υπουργείο Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης.

Με τη λειτουργία των περιφερειακών αυτών υπηρεσιών θα καταστεί αποτελεσματικότερος ο εποπτικός - επιτελικός ρόλος του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως προς την προώθηση της απασχόλησης.

`Αρθρο 2
Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων Απασχόλησης και Κοινωνικής Ασφάλισης

Με το άρθρο 2 του νόμου συνίσταται συμβουλευτικό - γνωμοδοτικό όργανο με την ονομασία "Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων Απασχόλησης και Κοινωνικής Ασφάλισης" που θα στελεχωθεί από πέντε (5) πρόσωπα κύρους, ιδιαίτερης επιστημονικής κατάρτισης και εμπειρίας σε θέματα απασχόλησης, κοινωνικής ασφάλισης και γενικότερα θέματα κοινωνικής πολιτικής αρμοδιότητας του Υπουργείου. Η πενταμελής σύνθεση του Συμβουλίου θα καθορίζεται με υπουργική απόφαση, η οποία θα αναφέρει τα μέλη, την επιστημονική τους εξειδίκευση, την εμπειρία τους σε συγκεκριμένο τομέα, τον πρόεδρο του Συμβουλίου, το νόμιμο αναπληρωτή του, τον χρόνο έναρξης και λήξης της θητείας του Συμβουλίου (ανά τριετία). Η αποζημίωση των μελών θα καθορίζεται με κοινή υπουργική απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, όπως προβλέπεται στην παρ.6 του παρόντος άρθρου. Το Συμβούλιο αυτό, κατόπιν προσκλήσεως του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων θα γνωμοδοτεί και θα αναλύει θέματα απασχόλησης, κοινωνικής ασφάλισης και κοινωνικής πολιτικής, αρμοδιότητας του Υπουργείου, τα οποία θα προσδιορίζει κάθε φορά ο Υπουργός. Με τον ίδιο τρόπο θα ασκεί τα καθήκοντα, που περιγράφονται αναλυτικά στις διατάξεις των παραγράφων 1α έως στ.

Η σύσταση του Συμβουλίου αυτού εξυπηρετεί την ανάγκη ύπαρξης ενός κεντρικού συμβουλευτικού - γνωμοδοτικού οργάνου για το σχεδιασμό και την παρακολούθηση των σχετικών πολιτικών του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Παράλληλα, δημιουργείται στο Υπουργείο υπηρεσιακή "Μονάδα Ανάλυσης και Τεκμηρίωσης", στελεχωμένη με ειδικό επιστημονικό προσωπικό για την επιστημονική και διοικητική στήριξη του Συμβουλίου Εμπειρογνωμόνων.

Η σύσταση των θέσεων της Μονάδας αυτής προβλέπεται από το νόμο. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται τα απαιτούμενα προσόντα για τη πρόσληψη του ειδικού επιστημονικού προσωπικού κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 1943/91.

`Αρθρο 3

Σύσταση Ειδικών Υπηρεσιών

Με το άρθρο 3 του Ν. 2874/2000 (Φ.Ε.Κ 286/Α/29-12-2000) συνιστώνται στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων οι κάτωθι αναφερόμενες Ειδικές Υπηρεσίες, οι οποίες θα διέπονται από το καθεστώς των διατάξεων του Ν. 2860/00 (Φ.Ε.Κ. 251/Α/14-11-2000):

1. ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΡΑΣΕΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΤΑΜΕΙΟΥ.

Η εν λόγω Ειδική Υπηρεσία θα είναι αρμόδια για το συντονισμό των δράσεων του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (Ε.Κ.Τ.) στο Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (Κ.Π.Σ.) και για την παρακολούθηση της εξέλιξης και της αποτελεσματικότητας των παρεμβάσεων του Ε.Κ.Τ., που περιλαμβάνονται στα Επιχειρησιακά Προγράμματα του Γ’ Κ.Π.Σ.

Ενδεικτικά στόχοι της δημιουργίας της προαναφερόμενης Υπηρεσίας είναι οι ακόλουθοι:

α) Παρακολούθηση της πορείας του σχεδιασμού και της υλοποίησης των δράσεων Ε.Κ.Τ. που έχουν στρατηγικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη των ανθρωπίνων πόρων.

β) Εκπόνηση ετήσιων εκθέσεων για την πορεία υλοποίησης και αποτελεσματικότητας όλων των ενεργειών Ε.Κ.Τ.

γ) Εκπόνηση οριζόντιων διαχειριστικών και υποστηρικτικών εργαλείων παρακολούθησης με στόχο την ομοιογένεια σε διαδικασίες και καινοτομικές μεθόδους.

δ) Οργάνωση και συντονισμός της δημοσιότητας δράσεων Ε.Κ.Τ. στην Ελλάδα.

ε) Έκδοση εγκυκλίων - οδηγιών για την αξιολόγηση των δράσεων Ε.Κ.Τ.

2. ΕΙΔΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΣΥΓΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΟΥΜΕΝΩΝ ΕΝΕΡΓΕΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΤΑΜΕΙΟ

Η προαναφερόμενη Υπηρεσία θα είναι αρμόδια για την άσκηση των αρμοδιοτήτων του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως τελικού δικαιούχου ενεργειών Ε.Κ.Τ. που εντάσσονται σε διάφορα Επιχειρησιακά Προγράμματα του Γ’ Κ.Π.Σ.

Στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ως τελικός δικαιούχος, η εν λόγω Υπηρεσία θα:

α) δραστηριοποιείται σε διαδικασίες προκήρυξης των σχετικών ενεργειών,

β) επιμελείται της αξιολογητικής διαδικασίας των προτεινόμενων πράξεων,

γ) παρακολουθεί την πορεία εκτέλεσης των έργων και των υποέργων και εξασφαλίζει την τήρηση των υποχρεώσεων των αναδόχων.

Με αποφάσεις του Υπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων θα καθοριστούν ειδικότερα η οργάνωση, η διάρθρωση, η στελέχωση και οι αρμοδιότητες των δύο Ειδικών Υπηρεσιών, η υπαγωγή της δεύτερης εξ αυτών και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για τη λειτουργία των Ειδικών Υπηρεσιών.

`Αρθρο 4

Κατάργηση υπερεργασιακής απασχόλησης

Αμοιβή υπερωριακής απασχόλησης

Οι επιχειρήσεις αντί να προσλαμβάνουν νέο προσωπικό, τείνουν να καλύπτουν τις ανάγκες τους για επιπλέον ώρες εργασίας με προσφυγή στη χρήση των υπερωριών. Με το παρόν άρθρο επιδιώκεται η αποθάρρυνση της ευρείας χρήσης των υπερωριών, μέσω της αύξησης του κόστους τους, ώστε οι επιχειρήσεις να προτιμούν νέες προσλήψεις.

Με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Ν. 2874/2000 καταργείται από την 1η Απριλίου 2001 για τις επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο 40 ωρών την εβδομάδα, η κατά την κρίση του εργοδότη υποχρέωση του μισθωτού για υπερεργασιακή απασχόληση πέντε (5) ωρών την εβδομάδα.

Με την παράγραφο 2 του ως άνω άρθρου του ίδιου νόμου παρέχεται η ευχέρεια στον εργοδότη να απασχολήσει τους μισθωτούς, ασκώντας το διευθυντικό του δικαίωμα, για τρεις (3) ώρες πέραν του συμβατικού ωραρίου (41η, 42η, 43η ώρα) την εβδομάδα (ιδιόρρυθμη υπερωριακή απασχόληση).

Για την ιδιόρρυθμη υπερωριακή απασχόληση της παρ.2 δεν απαιτείται άδεια της αρμόδιας αρχής ούτε σχετική αναγγελία προς αυτή.

Με την παράγραφο 3 του ίδιου άρθρου από την 1η Απριλίου 2001 καταργείται η υποχρέωση του εργαζόμενου να εργαστεί υπερωριακά πέραν των σαράντα τριών (43) ωρών την εβδομάδα. Με τις προϊσχύουσες διατάξεις το όριο υπερεργασίας ή ιδιόρρυθμης υπερωρίας ήταν 48 ώρες. Με τον νέο νόμο η πέραν των 43 ωρών απασχόληση των μισθωτών θεωρείται υπερωριακή απασχόληση ως προς όλες τις νόμιμες συνέπειες, διατυπώσεις και διαδικασίες έγκρισης. Απαιτείται, δηλαδή πέραν των 43 ωρών ο εργοδότης να ζητήσει για υπερωριακή απασχόληση την έγκριση του Σ.ΕΠ.Ε. ή την έγκριση του Υπουργού ύστερα από γνώμη του ΑΣΕ, στην περίπτωση που εξαντλήθηκε το ανώτατο όριο που μπορεί να χορηγεί το Σ.ΕΠ.Ε.

Επειδή διατυπώνονται ερωτήματα για το τι εφαρμόζεται για επιχειρήσεις που έχουν συμβατικό χρόνο απασχόλησης κάτω των 40 ωρών, είναι ευνόητο ότι, όπως είχε κριθεί νομολογιακά και κατά το παρελθόν, οι διατάξεις του άρθρου αυτού εφαρμόζονται για την πέραν των 40 ωρών εργασία.

Με τις παραγράφους 4 και 5 αυξάνεται η αμοιβή των εργαζομένων υπερωριακά. Με την παράγραφο 4, οι μισθωτοί που απασχολούνται υπερωριακά, σε οποιοδήποτε εργοδότη ανεξάρτητα από το συμβατικό ωράριο εργασίας τους δικαιούνται, τόσο για κάθε ώρα ιδιόρρυθμης υπερωριακής απασχόλησης, όσο και για κάθε ώρα νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης μέχρι την συμπλήρωση 120 ωρών ετησίως, αμοιβή ίση με το καταβαλλόμενο ωρομίσθιο προσαυξημένο κατά 50%.

Για την πέραν των 120 ωρών υπερωριακή απασχόληση ή του χρονικού ορίου υπερωριών που εγκρίνεται γενικότερα από το Σ.ΕΠ.Ε, εφαρμόζονται, σε ό,τι αφορά την αμοιβή, οι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 435/76.

Σύμφωνα δε με την παράγραφο 5 του άρθρου αυτού, οι μισθωτοί σε κάθε περίπτωση μη νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης δικαιούνται αποζημίωση ίση με το 250% του καταβαλλομένου ωρομισθίου για κάθε ώρα μη νόμιμης υπερωρίας. ( Δηλαδή 150 % προσαύξηση του ωρομισθίου).

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ : Μισθωτός μη νόμιμης υπερωριακής απασχόλησης κατά τη παρ.5, αμειβόμενος με π.χ 1.000 δρχ ωρομίσθιο, πρέπει να λαμβάνει ως αποζημίωση- αμοιβή το 250% του καταβαλλόμενου ωρομισθίου για κάθε ώρα μη νόμιμης υπερωρίας, δηλαδή 2.500 δρχ.

Η κατάργηση των 5 ωρών υπερεργασιακής απασχόλησης εβδομαδιαίως εφαρμόζεται ανεξαρτήτως εάν οι εργαζόμενοι είναι σε καθεστώς πενθήμερης ή εξαήμερης απασχόλησης.

Διευκρινίζεται ότι οι διατάξεις των παραγράφων 4 και 5 έχουν εφαρμογή για όλους τους εργοδότες και εργαζόμενους και ισχύουν για το ενιαίο της ρύθμισης από την 1η Απριλίου 2001.

Διάγραμμα Α

Αποζημίωση υπερωριακής απασχόλησης

40 - 43 ώρες: +50%

43 - 45,6 ώρες *: +50%

45,6 - 48 ώρες: +75%

48+ ώρες: +150% = " παράνομες "

* αναγωγή από 120 ώρες ετησίως

`Αρθρο 5

Διευθέτηση του χρόνου εργασίας

Με το παρόν άρθρο εισάγονται κίνητρα για τις επιχειρήσεις και τους εργαζομένους για τη σύναψη συμφωνιών διευθέτησης των ωρών εργασίας σε ετήσια βάση. Η διευθέτηση σε ετήσια βάση επιτρέπει στις επιχειρήσεις την ταχύτερη προσαρμογή της παραγωγής στις διακυμάνσεις της ζήτησης, με αποτέλεσμα τη μείωση του κόστους και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας. Οι εργαζόμενοι, από την πλευρά τους, "αποζημιώνονται" με τη μείωση του συμφωνημένου ωραρίου από τις 40 στις 38 ώρες την εβδομάδα κατά μέσο ετήσιο όρο (92 ώρες το χρόνο). Η εφαρμογή της ετήσιας διευθέτησης του χρόνου εργασίας προϋποθέτει την κατάργηση των τριών (3) ωρών ιδιόρρυθμης υπερωρίας την εβδομάδα.

Συγκεκριμένα: Σε επιχειρήσεις για τις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο εργασίας 40 ωρών εβδομαδιαίως επιτρέπεται να καθορίζεται με επιχειρησιακές συλλογικές συμβάσεις εργασίας ή με συμφωνίες του εργοδότη και του επιχειρηματικού σωματείου ή με συμφωνίες του εργοδότη και του συμβουλίου των εργαζομένων ή του εργοδότη και των ενώσεων προσώπων της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του Ν. 1264/82 (όπως ισχύει), ότι 138 ώρες εργασίας από τον συνολικό ετήσιο χρόνο εργασίας κατανέμονται με αυξημένο αριθμό ωρών σε συγκεκριμένες περιόδους. Ο χρόνος αυτός επιστρέφεται με άδεια ή ρεπό ή με αντίστοιχη μείωση ωρών εργασίας κατά το υπόλοιπο διάστημα. Με τον ίδιο τρόπο θα πρέπει να επιστραφούν και οι 92 ώρες (που προκύπτουν ετησίως από τη μείωση των 40 ωρών συμβατικής εβδομαδιαίας απασχόλησης σε 38) ως "αποζημίωση" προς τον εργαζόμενο, ο οποίος θα συμφωνήσει στη διευθέτηση. Οι εκάστοτε κείμενες διατάξεις για το χρόνο υποχρεωτικής ανάπαυσης των εργαζομένων τηρούνται, καθώς και το εκάστοτε ισχύον ανώτατο όριο του μέσου χρόνου εβδομαδιαίας απασχόλησης, (48 ώρες εβδομαδιαίως) συμπεριλαμβανομένων των υπερωριών. Στην περίπτωση αυτή, ο ανώτατος μέσος όρος ωρών εβδομαδιαίας εργασίας ετησίως είναι οι (38) ώρες. Οι περίοδοι ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών και οι περίοδοι υποχρεωτικών αργιών δεν συνεκτιμώνται στο υπολογισμό του μέσου όρου. Στις επιχειρήσεις αυτές απαγορεύεται η ιδιόρρυθμη υπερωρία. Υφίσταται η δυνατότητα μόνο των υπερωριών που εγκρίνονται από το Σ.ΕΠ.Ε ή από τον Υπουργό μετά από γνώμη του ΑΣΕ.

Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται αναλογικά και για εργαζόμενους σε εποχιακές επιχειρήσεις και για εργαζόμενους με σύμβαση εργασίας μικρότερη του ενός έτους. Σε επιχειρήσεις που δεν υπάρχει επιχειρησιακό σωματείο ή συμβούλιο εργαζομένων ή ένωση προσώπων της παραγράφου 3 του άρθρου 1 του Ν. 1264/82, η συμφωνία διευθέτησης του χρόνου εργασίας γίνεται μεταξύ του εργοδότη και του αντίστοιχου κλαδικού σωματείου ή της αντίστοιχης ομοσπονδίας. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ του εργοδότη και του αντίστοιχου κλαδικού σωματείου ή ομοσπονδίας οποιοδήποτε από τα δύο μέρη, μπορεί να προσφύγει στις υπηρεσίες του Οργανισμού Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.ΜΕ.Δ).

Είναι προφανές ότι η συλλογική σύμβαση ή συμφωνία μπορεί να προβλέπει διευθέτηση του χρόνου εργασίας και μόνο για συγκεκριμένο κλάδο της επιχείρησης ή συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων σ’ αυτή.

Επιτρέπεται δηλαδή η διευθέτηση του χρόνου εργασίας να αφορά είτε το σύνολο των εργαζομένων, είτε μόνο ένα ορισμένο κλάδο ή τμήμα της επιχείρησης ή μια κατηγορία ή ειδικότητα εργαζομένων.

Σε επιχειρήσεις στις οποίες εφαρμόζεται συμβατικό ωράριο μικρότερο των 40 ωρών, ως προϊόν συλλογικής σύμβασης, επιτρέπεται η διευθέτηση του χρόνου εργασίας με σύναψη συλλογικής σύμβασης και, εάν απαιτείται, μπορεί να καλυφθεί με σχετική νομοθετική ρύθμιση.

Αν στην ίδια επιχείρηση άλλοι εργαζόμενοι έχουν συμβατικό ωράριο 40 ωρών εβδομαδιαίως και άλλοι εργαζόμενοι συμβατικό ωράριο μικρότερο των 40 ωρών εβδομαδιαίως (με βάση συλλογική σύμβαση εργασίας, διαιτητική απόφαση, ατομική σύμβαση) τότε:

α. ως προς τους εργαζόμενους με συμβατικό ωράριο μικρότερο των 40 ωρών επιτρέπεται η διευθέτηση του χρόνου εργασίας με σύναψη συλλογικής σύμβασης εργασίας

β. ως προς τους εργαζόμενους με συμβατικό ωράριο 40 ωρών επιτρέπεται η διευθέτηση του χρόνου της εργασίας τους είτε ως προς όλους, είτε ως προς ορισμένους από αυτούς κατά κλάδο, κατηγορία ή ειδικότητα σύμφωνα με τις διατάξεις και τη διαδικασία του άρθρου αυτού.

Διευκρινίζεται στη παράγραφο 3 ότι η αμοιβή των κατά μέσο όρο 38 ωρών εβδομαδιαίας εργασίας πρέπει να είναι ίση με την αμοιβή, που οφείλεται στους συγκεκριμένους εργαζόμενους για 8 ώρες ημερήσιας και 40 ώρες εβδομαδιαίας εργασίας. Δεν επιτρέπεται δηλαδή να μειώνεται κατά το χρονικό διάστημα των ολιγότερων ωρών απασχόλησης και αντιστοίχως να αυξάνεται κατά το χρονικό διάστημα των αυξημένων ωρών απασχόλησης, εφόσον η μείωση ή η αύξηση αντιστοίχως είναι σύμφωνες με τα προβλεπόμενα στη συμφωνία διευθέτησης.

Διάγραμμα Β

Σύγκριση χρόνου απασχόλησης με το προηγούμενο και το νέο σύστημα οργάνωσης του εργάσιμου χρόνου

Ώρες εργασίας

Προηγούμενο σύστημα Νέο σύστημα

Συνολικές ετήσιες ώρες εργασίας
    

1.840 ώρες
    

1.750 ώρες

Υπερεργασία, ιδιόρρυθμη υπερωρία
    

368 ώρες
    

Δεν υπάρχουν

Επιπλέον υπερωρίες
    

Όσες εγκρίνονται
    

Καμία αλλαγή

Σύνολο σε ετήσια βάση
    

2208 ώρες + υπερωρίες
    

1842 ώρες + υπερωρίες

Μέγιστος χρόνος εβδομαδιαίας
    

    

απασχόλησης
    

48 ώρες +
    

43 ώρες +

    

εγκεκριμένες
    

εγκεκριμένες

    

υπερωρίες
    

υπερωρίες

Ελάχιστος χρόνος εβδομαδιαίας
    

    

απασχόλησης
    

40 ώρες
    

Δεν υπάρχει

    

    

κατώτατο όριο

Μέγιστος χρόνος ημερήσιας
    

    

απασχόλησης
    

Σύμφωνα με κείμενες
    

Καμία αλλαγή

    

    

διατάξεις

Όπως ορίζεται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων οι συμφωνίες, που προβλέπονται στο άρθρο αυτό πρέπει να καταρτίζονται εγγράφως σε τρία πρωτότυπα. Στο έγγραφο πρέπει να αναγράφονται τα συμβαλλόμενα μέρη, η ημερομηνία κατάρτισης, το περιεχόμενο της συμφωνίας και η έναρξη ισχύος. Το ένα από τα πρωτότυπα κατατίθεται στην αρμόδια κατά τόπο Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.) και συντάσσεται πράξη καταθέσεως. Η συμφωνία καταχωρείται σε τηρούμενο σε κάθε υπηρεσία Κοινωνικής Επιθεώρησης του Σ.ΕΠ.Ε. ειδικό βιβλίο συμφωνιών διευθέτησης και επικυρωμένο της αντίγραφο αποστέλλεται αμέσως στην αρμόδια διεύθυνση (Δ3) της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Η αυτή διαδικασία ακολουθείται στην περίπτωση υπογραφής συμφωνίας ενώπιον του μεσολαβητή του Ο.ΜΕ.Δ.

Σε περίπτωση μη επίτευξης συμφωνίας ενώπιον του μεσολαβητή και παραπομπής του θέματος στη διαδικασία της διαιτησίας, η απόφαση του διαιτητή διαβιβάζεται με ευθύνη του Ο.ΜΕ.Δ. στα ενδιαφερόμενα μέρη, στην αρμόδια κατά τόπο Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας και στην αρμόδια Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Για την παραβίαση των συμφωνιών ή διαιτητικών ρυθμίσεων για τη διευθέτηση του χρόνου εργασίας επιβάλλονται οι διοικητικές κυρώσεις του άρθρου 16 του Ν. 2639/98.

Διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση διευθέτησης του χρόνου εργασίας με συλλογική σύμβαση εργασίας ισχύουν τα οριζόμενα εν γένει για τις συλλογικές συμβάσεις.

Οι συλλογικές συμβάσεις που περιέχουν και διευθέτηση του χρόνου εργασίας καταχωρούνται επιπλέον και σε ειδικό βιβλίο στη Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου.

Οι συμβάσεις και οι συμφωνίες θα πρέπει να κατατίθενται κατά το δυνατόν και σε ηλεκτρονική μορφή (δισκέτα, cd - rom).

`Αρθρο 6

Μείωση ασφαλιστικών εισφορών

Το υψηλό μη μισθολογικό κόστος της εργασίας αποθαρρύνει τη ζήτηση εργασίας, ιδίως της χαμηλά αμειβόμενης. Η έμμεση μείωση του μη μισθολογικού κόστους προσδοκάται ότι θα οδηγήσει στην αύξηση της ζήτησης εργαζομένων χαμηλής ειδίκευσης και κατά συνέπεια θα συμβάλλει στον περιορισμό της ανεργίας, ιδίως της μακροχρόνιας, που πλήττει ιδιαίτερα αυτές τις συγκεκριμένες κατηγορίες εργατικού δυναμικού.

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού μειώνεται κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή από 13,67% στο 11,67%, η εισφορά κλάδου κύριας σύνταξης του Ι.Κ.Α που βαρύνει τους εργοδότες που απασχολούν μισθωτούς με σχέση εξαρτημένης εργασίας, οι οποίοι έχουν πλήρη απασχόληση και αμείβονται με μηνιαίο μισθό ή ημερομίσθιο. Η παραπάνω μείωση αφορά περίοδο απασχόλησης από την 1η Απριλίου 2001 έως και την 31η Δεκεμβρίου 2003. Προϋποθέσεις που τίθενται από τις κοινοποιούμενες διατάξεις για τη μείωση της εργοδοτικής εισφοράς του κλάδου κύριας σύνταξης είναι:

α. οι μισθωτοί να πραγματοποιούν κατά μήνα τόσες ημέρες εργασίας όσες και οι εργάσιμες ημέρες του μήνα,

β. οι μηνιαίες ασφαλιστέες (μικτές) αποδοχές των εργαζόμενων- αφαιρουμένων των υπερωριών- να μην υπερβαίνουν τις 200.000 δρχ. Επισημαίνουμε στο σημείο αυτό ότι η μείωση γίνεται και για τους μήνες που καταβάλλονται τα επιδόματα εορτών και αδείας. Είναι προφανές οτι η υπέρβαση του ποσού των 200.000 δρχ τους μήνες αυτούς δεν θεωρείται ότι είναι εκτός των προϋποθέσεων του νόμου,

γ. Η εμπρόθεσμη καταβολή εκ μέρους του εργοδότη των συνολικών εισφορών του αντίστοιχου μήνα απασχόλησης όλων των εργαζόμενων.

Ρητή εξαίρεση από τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών προβλέπεται:

α. για το δημόσιο, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τις επιχειρήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα. Εφιστούμε την προσοχή σας όσο αφορά τον κύκλο των επιχειρήσεων που ανήκουν στο ευρύτερο δημόσιο τομέα, δεδομένου ότι για τα ασφαλιστικά και τα συνταξιοδοτικά θέματα, εξακολουθεί να ισχύει η οριοθέτηση που είχε γίνει αρχικά με την παράγραφο 6 του άρθρου 1 του Ν. 1256/82. Συνεπώς, ανεξάρτητα από το αν μια επιχείρηση εξήλθε από το δημόσιο τομέα με ειδικό ή γενικό νόμο μετά το 1982, δεν δικαιούται τη μείωση εργοδοτικών εισφορών, εφόσον περιλαμβάνεται στην αρχική οριοθέτηση του δημόσιου τομέα που έγινε με το Ν. 1256/82.

β. για τους εργαζόμενους συνταξιούχους, για τα πρόσωπα που ασφαλίζονται στο Ι.Κ.Α μέσω ειδικών κανονισμών (εφημεριδοπώλες, οικοδόμοι, αυτοτελώς απασχολούμενοι, ρητινοσυλλέκτες κλπ), καθώς και για όσους ασφαλίζονται με κυμαινόμενες αποδοχές και κατατάσσονται σε ασφαλιστικές κλάσεις τεκμαρτών ημερομισθίων.

Η επιβάρυνση που προκαλείται στο Ι.Κ.Α από την κατά τα παραπάνω μείωση της εργοδοτικής εισφοράς του Κλάδου Σύνταξης καλύπτεται από το Δημόσιο.

Η διαδικασία και ο τρόπος είσπραξης από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων των μη αποδιδόμενων εργοδοτικών εισφορών θα καθοριστούν με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Η διάταξη αυτή ισχύει από την 1η Απριλίου 2001 έως την 31η Δεκεμβρίου 2003.

Τέλος, με κοινή απόφαση θα είναι δυνατή η αναπροσαρμογή του ποσοστού της μείωσης της εργοδοτικής εισφοράς και του ύψους των αποδοχών, καθώς και η παράταση του χρόνου ισχύος των κοινοποιούμενων διατάξεων.

`Αρθρο 7

Προσαύξηση αμοιβής των μερικώς απασχολουμένων

Με τη διάταξη αυτή καθορίζεται προσαύξηση κατά 7,5% στις αποδοχές των μερικώς απασχολουμένων, που εργάζονται λιγότερο από τέσσερις ώρες ημερησίως.

Προϋπόθεση για την εφαρμογή αυτής της διάταξης είναι να αμείβονται οι μερικώς απασχολούμενοι με τα θεσμοθετημένα κατώτατα όρια αποδοχών των κείμενων διατάξεων.

Η διάταξη αυτή θα ενισχύσει όσους εργάζονται με λίγες ώρες μερικής απασχόλησης και θα ευνοήσει τη μεγαλύτερη συμμετοχή στην αγορά εργασίας ιδίως των γυναικών και νέων, για τους οποίους αυτή η μορφή απασχόλησης είναι συχνά η μόνη δυνατή, λόγω εκπαιδευτικών, οικογενειακών ή άλλων υποχρεώσεων.

Είναι φανερό ότι η προσαύξηση γίνεται και στη περίπτωση που ο εργαζόμενος έχει συνάψει πάνω από μια σύμβαση, εφόσον ο χρόνος απασχόλησης για κάθε μια είναι κάτω των 4 ωρών.

`Αρθρο 8

Κίνητρο επανένταξης μακροχρόνια ανέργων στην αγορά εργασίας

Με το άρθρο 8 προβλέπεται η χορήγηση μηνιαίας εισοδηματικής ενίσχυσης ύψους 30.000 δρχ. σε μακροχρόνια ανέργους που προσλαμβάνονται σε θέση μερικής απασχόλησης, για όσο διάστημα διαρκεί η σχέση εργασίας.

Η παράταση της περιόδου της ανεργίας, κυρίως πέραν των 12 μηνών, μειώνει αισθητά τις πιθανότητες να ξεφύγει ο άνεργος από τη κατάσταση της ανεργίας και να συνεχίσει την ενεργό αναζήτηση εργασίας. Οι πολιτικές αντιμετώπισης της ανεργίας πρέπει, επομένως, να επιδιώκουν τη διατήρηση της ικανότητας των ανέργων για εργασία και της επαφής τους με τον κόσμο της εργασίας.

Η αξιοποίηση κάθε προσφερόμενης ευκαιρίας για επανένταξη, άρα και η μερική απασχόληση, είναι προτιμότερη από την παρατεταμένη ανεργία. Επειδή όμως τα σημερινά επίπεδα αμοιβών για τη μερική απασχόληση (4ωρη) προσεγγίζουν το ύψος του επιδόματος της ανεργίας, παρέχεται - ως κίνητρο για την αποδοχή μιας θέσης εργασίας - η δυνατότητα σε μακροχρόνια ανέργους να συνδυάζουν μια θέση μερικής απασχόλησης με την είσπραξη του προαναφερθέντος ποσού των 30.000 δρχ. το μήνα. Η επιτυχία αυτού του μέτρου θα έχει ευεργετικές συνέπειες στη μείωση του ποσοστού της μακροχρόνιας ανεργίας, που είναι ιδιαίτερα υψηλό στη χώρα μας.

Όπως έχει ορισθεί με υπουργική απόφαση δικαιούχοι είναι :

Α) Μακροχρόνια άνεργοι που προσλαμβάνονται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας μερικής απασχόλησης τουλάχιστον 4 έως 6 ωρών με ανώτατο όριο ενίσχυσης τους 12 μήνες, εφόσον ο άνεργος είναι εγγεγραμμένος στα μητρώα ανέργων του Ο.Α.Ε.Δ επί 12 τουλάχιστον συνεχείς μήνες πριν την ημερομηνία ανάληψης της μερικής απασχόλησης.

Β) Έχει συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας του.

Γ) Το ύψος του ετήσιου οικογενειακού του εισοδήματος δεν υπερβαίνει το ποσό των 3.000.000 δρχ. και η αξία της ακίνητης περιουσίας της οικογένειάς του δεν υπερβαίνει τα 15.000.000 δρχ.

Δ) Θα πρέπει να απασχολούνται τουλάχιστον 4 και όχι περισσότερο από 6 ώρες ημερησίως καθ’ όλη τη διάρκεια του μήνα.

Ε) Η απασχόληση δεν θα πρέπει να είναι σε εποχιακά λειτουργούσες επιχειρήσεις (κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 24 του Ν. 1836/1989).

Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος έχει καταρτίσει πάνω από μια σύμβαση μερικής απασχόλησης, δικαιούχος μπορεί να είναι μόνο για τη μια από τις συμβάσεις, εφόσον το συνολικό ωράριο απασχόλησής του είναι μικρότερο των 8 ωρών ημερησίως. Αν συμπληρώνει απασχόληση 8 ωρών και άνω δεν δικαιούται το επίδομα.

Ως δικαιολογητικά πρέπει να κατατεθούν:

• δελτίο ανεργίας σε ισχύ, θεωρημένο επί 12 τουλάχιστον συνεχείς μήνες,

• επικυρωμένο αντίγραφο της σύμβασης ή των συμβάσεων εργασίας,

• ασφαλιστικό βιβλιάριο από το οποίο θα προκύπτουν οι μέρες ασφάλισης για το χρονικό διάστημα για το οποίο ζητείται η καταβολή της ενίσχυσης,

• υπεύθυνη δήλωση του εργοδότη από την οποία θα προκύπτει ότι η επιχείρησή του δεν λειτουργεί εποχιακά,

• τελευταίο εκκαθαριστικό σημείωμα της Δ.Ο.Υ ή υπεύθυνη δήλωση θεωρημένη από τη Δ.Ο.Υ., από την οποία θα προκύπτει ότι δεν υποχρεούται ο ενδιαφερόμενος να υποβάλλει δήλωση φόρου εισοδήματος,

• αντίγραφο του Ε9 της φορολογικής δήλωσης του ενδιαφερομένου θεωρημένο από τη Δ.Ο.Υ.

Αν έχει πάνω από μια σύμβαση μερικής απασχόλησης οφείλει να καταθέσει όλες τις συμβάσεις. Αλλιώς, να καταθέσει υπεύθυνη δήλωση περί του ότι δεν έχει άλλη σύμβαση μερικής απασχόλησης.

`Αρθρο 9

Τροποποιήσεις του Ν. 1387/1983

Με το άρθρο 9 το όριο πέρα από το οποίο οι απολύσεις θεωρούνται ομαδικές καθορίζεται σε τέσσερις (4) εργαζόμενους, προκειμένου για επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που στην αρχή του μήνα απασχολούν είκοσι έως διακόσιους εργαζομένους. Για τις επιχειρήσεις που απασχολούν περισσότερους από διακόσιους εργαζόμενους ισχύουν τα όσα καθορίζονται με το Ν.1387/83 άρθρο 1 παρ.2, δηλαδή το όριο πέρα από το οποίο οι απολύσεις θεωρούνται ομαδικές είναι ποσοστό 2% έως 3% του προσωπικού και μέχρι 30 άτομα.

Με αυτή τη ρύθμιση επιτυγχάνεται η εξομάλυνση - ο εξορθολογισμός- των ορίων των ομαδικών απολύσεων. Μέχρι σήμερα οι επιχειρήσεις με λιγότερους από 50 απασχολούμενους μπορούσαν να απολύουν πέντε εργαζόμενους κάθε μήνα χωρίς υποχρέωση εφαρμογής της διαδικασίας για τις ομαδικές απολύσεις. Ωστόσο, σε επιχειρήσεις με πενήντα έως εκατόν ενενήντα εννέα (50-199) απασχολούμενους, η ισχύς του ορίου του 2 % είχε ως αποτέλεσμα ο αριθμός των "επιτρεπομένων" απολύσεων να κυμαίνεται από ένα (1) έως τέσσερις (4) εργαζόμενους το μήνα, αναλόγως του μεγέθους τους. Αυτό δημιουργούσε στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό μεταξύ μεγαλύτερων και μικρότερων επιχειρήσεων και δυσχέραινε την κινητικότητα του εργατικού δυναμικού.

Με την τροποποίηση των ορίων των ομαδικών απολύσεων αίρονται αντικίνητρα στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων - την αύξηση του μεγέθους τους- και περιστέλλονται, γενικότερα, οι δισταγμοί για διενέργεια νέων προσλήψεων. Ενθαρρύνεται, επομένως, η δημιουργία νέων θέσεων εργασίας- αντί της προσφυγής σε υπερωρίες - και μειώνεται η ανεργία.

Παράλληλα με το άρθρο αυτό ορίζεται ότι σε ομαδικές απολύσεις που προκαλούνται από τη διακοπή της δραστηριότητας της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης κατόπιν δικαστικής απόφασης δεν εφαρμόζεται η διαδικασία ενημέρωσης και διαβούλευσης στην τασσόμενη προθεσμία των είκοσι ημερών όπως προβλέπεται από τα άρθρα 3, 4 και 5 παράγραφος 1 του Ν. 1387/1983.

`Αρθρο 10

Καταβολή εισφορών για μακροχρόνια ανέργους

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού δίνεται η δυνατότητα σε ανέργους ασφαλισμένους του Ι.Κ.Α, στους οποίους υπολείπονται μέχρι και 5 χρόνια για τη συμπλήρωση των ελάχιστων (4500) ημερών ασφάλισης, να συνεχίσουν προαιρετικά την ασφάλισή τους στον κλάδο κύριας σύνταξης του Ιδρύματος και στα οικεία ταμεία επικουρικής ασφάλισης μισθωτών, προκειμένου να συνταξιοδοτηθούν. Η καταβολή των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών βαρύνει τον Λ.Α.Ε.Κ.

Δικαιούχοι του παραπάνω μέτρου είναι :

Α. Ασφαλισμένοι του Ι.Κ.Α (στον κλάδο κύριας σύνταξης) που έχουν συμπληρώσει το 60ο έτος της ηλικίας τους οι άνδρες και 55ο οι γυναίκες.

Β. Ασφαλισμένοι του κλάδου βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων, που έχουν συμπληρώσει το 55ο έτος της ηλικίας τους οι άνδρες και το 50ο έτος οι γυναίκες.

Και για τις δύο κατηγορίες ασφαλισμένων προϋπόθεση που τίθεται από τις κοινοποιούμενες διατάξεις για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης στον κλάδο κύριας σύνταξης του Ι.Κ.Α και στα οικεία επικουρικά ταμεία είναι -ανεξάρτητα από την ημερομηνία εισόδου και διακοπής στην υποχρεωτική ασφάλιση- να έχουν εγγραφεί ως άνεργοι στον Ο.Α.Ε.Δ. για 12 τουλάχιστον συνεχείς μήνες πριν την υποβολή της αίτησης για την υπαγωγή τους στην προαιρετική ασφάλιση, να εξακολουθούν να είναι άνεργοι και να κατέχουν κάρτα ανεργίας , η οποία ανανεώνεται κάθε μήνα.

Ο χρόνος προαιρετικής ασφάλισης σε καμία περίπτωση δεν θεωρείται διανυθείς στα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Συνεπώς, οι ασφαλισμένοι μπορούν να τον χρησιμοποιήσουν μόνο για τη συμπλήρωση των 4500 ημερών εργασίας και όχι των ειδικών προϋποθέσεων συνταξιοδότησης (π.χ. 3600 ημερών στον Κ.Β.Α.Ε. από τα οποία 1000 την τελευταία 10ετία πριν από τη συνταξιοδότηση).

Οι καταστατικές διατάξεις του Ι.Κ.Α. και των λοιπών επικουρικών φορέων μισθωτών για την προαιρετική συνέχιση της ασφάλισης παραμένουν σε ισχύ και δεν θίγονται από τις κοινοποιούμενες διατάξεις.

Ο Λ.Α.Ε.Κ. θα καταβάλλει στο Ι.Κ.Α. και στα ταμεία επικουρικής ασφάλισης τις εισφορές για την προαιρετική ασφάλιση των ανέργων.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων θα καθοριστεί ο ελάχιστος αριθμός ημερών ασφάλισης που πρέπει να συγκεντρώνει ο άνεργος, η διαδικασία, τα απαιτούμενα δικαιολογητικά, ο τρόπος απόδοσης των εισφορών στο Ι.Κ.Α. και στα οικεία επικουρικά ταμεία, οι αποδοχές επί των οποίων θα υπολογίζονται οι εισφορές καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την υλοποίηση των κοινοποιούμενων διατάξεων.

Με όμοια απόφαση θα καθορίζεται και η χρονική διάρκεια του δικαιώματος των ανέργων.

`Αρθρο 11

`Αδεια μητρότητας

Με την παρ. 1 του άρθρου 11 κυρώθηκε και απέκτησε ισχύ νόμου η διάταξη του άρθρου 7 της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε 2000-2001, με την οποία χορηγήθηκε μια επιπλέον εβδομάδα ως άδεια λοχείας στις εργαζόμενες, ανερχόμενη η συνολική διάρκεια της άδειας μητρότητας κατ’ αυτόν τον τρόπο σε 17 εβδομάδες.

Με τη παρ. 2 του ίδιου άρθρου ορίζεται ότι οι ασφαλιστικοί οργανισμοί της αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που ασφαλίζουν μισθωτές, θα καταβάλλουν επίδομα λοχείας για μια επιπλέον εβδομάδα, έτσι ώστε να χορηγείται το επίδομα λοχείας για 9 εβδομάδες συνολικά.

Η νέα ρύθμιση καταλαμβάνει περιπτώσεις τοκετών, που επήλθαν από την 29η Δεκεμβρίου 2000 (ημέρα δημοσίευσης νόμου) και μετά ή (για να καλυφθούν και κάποιες οριακές περιπτώσεις, λόγω του ότι το επίδομα προκαταβάλλεται) και όσες περιπτώσεις τοκετών είχαν πιθανολογηθεί με βεβαίωση ιατρού κατά την ημερομηνία αυτή, αλλά ο τοκετός επήλθε λίγες ημέρες πριν της 29ης Δεκεμβρίου 2000 (σύντομο χρονικό διάστημα).

`Αρθρο 12

Ιδιωτικά Γραφεία Συμβούλων Εργασίας

Κατ’ εξουσιοδότηση της παρ. 2 του άρθρου 5 του Ν. 2639/1998, που συνέστησαν για πρώτη φορά τα Ιδιωτικά Γραφεία Συμβούλων Εργασίας, εξεδόθη το Π.Δ. 160/99, που έθεσε τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία για τη σύσταση και λειτουργία των γραφείων. Με την παρ. 1 του άρθρου 12 του νόμου εδόθη εξουσιοδότηση για έκδοση νέου Π.Δ. που θα τροποποιήσει το ισχύον (Π.Δ. 160/99) και θα καθορίσει νέες προδιαγραφές για τη σύσταση των γραφείων, θα θέσει τους όρους, τις προϋποθέσεις, τη διαδικασία χορήγησης της άδειας λειτουργίας των παραρτημάτων όπως και τη διαδικασία ανάκλησης της άδειας λειτουργίας τους. Το νέο Π.Δ. θα καλύψει τα όποια κενά δημιουργήθηκαν με την πρώτη εφαρμογή των γραφείων αυτών, σε συνδυασμό με την ανάγκη συμβολής τους στην προώθηση της απασχόλησης και του ουσιαστικού ρόλου που καλούνται να έχουν. Δεν δικαιολογείται η ύπαρξη γραφείου που η εικόνα και εν γένει η λειτουργία του δεν θα σέβεται την προσωπικότητα του ανθρώπου που αναζητά εργασία.

Με τη παρ. 2 στα γραφεία εκτός της υποχρέωσης, που είχαν να συνεργάζονται με την Επιθεώρηση Εργασίας και τα γραφεία του Ο.Α.Ε.Δ., που προβλεπόταν από τις διατάξεις του Ν. 2639/1998 και του Π.Δ. 160/99, τους επιβάλλεται η συνεργασία με το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και το Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης, προκειμένου να τους παρέχουν τα στοιχεία, που αφορούν στον αριθμό των θέσεων εργασίας για τις οποίες μεσολάβησαν το προηγούμενο εξάμηνο ανά ειδικότητα, επίπεδο εκπαίδευσης ή κατηγορία. Με υπουργική απόφαση, που θα εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του νόμου, θα καθοριστούν οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων αυτών.

Με τη παρ. 3 ορίζεται ότι όποιο γραφείο (ανεξαρτήτως της νομικής μορφής που έχει) λειτουργεί κατά την έναρξη ισχύος του νόμου χωρίς άδεια λειτουργίας, και έχει ως αντικείμενο τη μεσολάβηση με οποιοδήποτε τρόπο για εξεύρεση θέσεων εργασίας σε ημεδαπούς ή αλλοδαπούς, οφείλει να υποβάλει στη Διεύθυνση Απασχόλησης του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 45 ημερών από τη δημοσίευση του νόμου (29-12-2000) αίτηση για χορήγηση αδείας λειτουργίας. Η προθεσμία έληξε την 12η Φεβρουαρίου 2001. Μετά την ημερομηνία αυτή η λειτουργία γραφείων που δεν έχουν υποβάλει αίτηση είναι παράνομη. Τα όργανα του Σ.ΕΠ.Ε. οφείλουν να προβούν σε ελέγχους. Η άδεια χορηγείται με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τη διαδικασία του παρόντος νόμου και κατ΄ εξουσιοδότηση του Π.Δ.

Στο γραφείο ή παράρτημά του, που διαπιστωθεί μετά την ανωτέρω ημερομηνία ότι συνεχίζει να λειτουργεί χωρίς άδεια ή κατά παράβαση των όρων αδείας ή κατά παράβαση των παραγράφων 2 και 3 του νόμου (περί συνεργασίας με Ε.Π.Α. -Υπουργείο) θα επιβληθούν οι προβλεπόμενες διοικητικές κυρώσεις: (α) πρόστιμο ύψους τουλάχιστον δύο εκατομμυρίων δραχμών (β) προσωρινή διακοπή της λειτουργίας τους μέχρι 1 μήνα.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μπορεί, ύστερα από αιτιολογημένη εισήγηση του Σ.ΕΠ.Ε., να επιβληθεί προσωρινή διακοπή και μεγαλύτερη του ενός μηνός μέχρι και οριστική διακοπή της λειτουργίας τους.

Με τη παρ.6 προστίθεται δεύτερο εδάφιο στο άρθρο 8 του Π.Δ. 160/99, το οποίο προβλέπει ότι το τίμημα μεσολάβησης του εργοδότη προς το Ι.Γ.Σ.Ε., για στελέχη επιχειρήσεων, των οποίων οι μηνιαίες αποδοχές υπερβαίνουν το επταπλάσιο του κατώτατου ορίου αποδοχών, όπως εκάστοτε καθορίζεται από την Ε.Γ.Σ.Ε.Ε. (υψηλά αμειβόμενα στελέχη), διαμορφώνεται ύστερα από συμφωνία του Ιδιωτικού Γραφείου και του εργοδότη, που προσλαμβάνει το στέλεχος.

Τονίζεται ότι για πρώτη φορά περιλαμβάνεται στο νόμο, η διάταξη του Π.Δ. (άρθρο 25), ότι η διαμεσολάβηση γίνεται πάντα χωρίς οικονομική επιβάρυνση του εργαζομένου.

`Αρθρο 13

Γνωμοδοτική Επιτροπή για χορήγηση άδειας ΕΞ.Υ.Π.Π.

Με το Π.Δ. 95/99 (ΦΕΚ 102Α) καθορίστηκαν, μεταξύ των άλλων, οι όροι ίδρυσης Εξωτερικών Υπηρεσιών Προστασίας και Πρόληψης που προβλέπονται στα άρθρα 4 και 5 του Π.Δ. 17/96 (11/Α).

Οι Εξωτερικές Υπηρεσίες Προστασίας και Πρόληψης (ΕΞ.Υ.Π.Π.), προκειμένου να λειτουργήσουν, όπως ορίζεται στο άρθρο 6 του Π.Δ. 95/99 πρέπει να λάβουν σχετική άδεια από την αρμόδια Γενική Διεύθυνση του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Στο άρθρο 13 του Ν. 2874/2000 προβλέπεται η σύσταση Γνωμοδοτικής Επιτροπής αποτελούμενη από εκπροσώπους των Υπουργείων Εργασίας, Κοινωνικών Ασφαλίσεων και Υγείας - Πρόνοιας, των εργαζομένων, των εργοδοτών (Σ.Ε.Β. Γ.Σ.Ε.Β.Ε.Ε. Ε.Σ.Ε.Ε.) και επιστημονικών φορέων (Τ.Ε.Ε. Ε.Ε.Χ. και Π.Ι.Σ.) με έργο τον έλεγχο των υπό αδειοδότηση ΕΞ.Υ.Π.Π. Η γνωμοδότηση της επιτροπής αυτής είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την έκδοση άδειας ΕΞ.Υ.Π.Π.

Κατ’ εξουσιοδότηση του παρόντος άρθρου εκδίδεται υπουργική απόφαση που καθορίζει τα της συγκρότησης και λειτουργίας της επιτροπής, τα των αρμοδιοτήτων και του τρόπου άσκησης του έργου της και κάθε άλλη λεπτομέρεια. Τα της αποζημίωσης των μελών της επιτροπής καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, που προβλέπεται να εκδοθεί.

`Αρθρο 14

Δευτεροβάθμιες Επιτροπές του Ν. 2643/1998

Με το άρθρο 14 του Ν. 2874/00 διευκρινίζεται ότι οι Δευτεροβάθμιες Επιτροπές του άρθρου 10 του Ν. 2643/98 είναι επιτροπές ουσίας και κατά την εξέταση των ενδικοφανών προσφυγών, εξετάζουν τόσο τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης πράξης της πρωτοβάθμιας επιτροπής του ίδιου νόμου, όσο και την ουσία της εξεταζόμενης υπόθεσης. Στις περιπτώσεις δε κατά τις οποίες ακυρώνουν την προσβαλλόμενη με την ενδικοφανή προσφυγή πράξη της πρωτοβάθμιας επιτροπής, μπορεί να προβαίνουν αναλόγως και σε τοποθέτηση του προσφεύγοντος στη θέση εργασίας, που κενώθηκε.

`Αρθρο 15

Την αρμοδιότητα της κύρωσης των εσωτερικών κανονισμών εργασίας κατά τη διαδικασία του Ν.Δ 3789/57 ασκούσαν αρχικά οι Επιθεωρήσεις Εργασίας. Με τον Ν. 2639/1998 (άρθρο 15 παρ.3) η παραπάνω αρμοδιότητα της κύρωσης εσωτερικών κανονισμών εργασίας επιχειρήσεων, μαζί με άλλες που αφορούσαν θέματα απασχόλησης εκχωρήθηκε στο Νομάρχη. Μετά τη σύσταση του Σ.ΕΠ.Ε. κρίθηκε σκόπιμη η επαναφορά της ανωτέρω αρμοδιότητας στο Σ.ΕΠ.Ε., ο οποίος είναι αρμόδιος να ελέγχει την εφαρμογή της εργατικής νομοθεσίας.

Με υπουργική απόφαση που εξεδόθη, ρυθμίστηκε ειδικότερα το θέμα και μεταβιβάσθηκε η αρμοδιότητα που είχαν οι νομάρχες της κύρωσης των εσωτερικών κανονισμών εργασίας επιχειρήσεων, κατά τις διατάξεις του Ν.Δ 3789/57, της έγκρισης ή απόρριψης παραπόνων οργανώσεων εργαζομένων κατά διατάξεων κανονισμών εργασίας βάση της παρ. 3 του άρθρου 2 του Ν.Δ 3789/57, της επέκτασης της υποχρέωσης κύρωσης εσωτερικών κανονισμών εργασίας και σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις και εργασίες, που απασχολούν προσωπικό κάτω των 70 και όχι κάτω των 40 προσώπων στους Διευθυντές των Περιφερειακών Δ/νσεων Κοινωνικής Επιθεώρησης. Μετά τη δημοσίευσή της διευκρινίζεται ότι οι Περιφερειακοί Διευθυντές του Σ.ΕΠ.Ε δεν θα μπορούν να μετέχουν στην Επιτροπή Εργασίας του άρθρου 8 του Π.Δ 369/89 για σύνταξη γνωμοδότησης για την κύρωση κανονισμού εργασίας επιχειρήσεων.

Οι υπόχρεες για κύρωση εσωτερικού κανονισμού εργασίας επιχειρήσεις θα υποβάλλουν το σχέδιο κανονισμού για γνωμοδότηση στην επιτροπή του άρθρου 8 του Π.Δ 369/89, που λειτουργεί στη Νομαρχία, όπου είναι η έδρα της επιχείρησης. Η γνωμοδότηση της επιτροπής θα προωθείται στο Δ/ντή της Περιφερειακής Δ/νσης του Σ.ΕΠ.Ε, ο οποίος έχει αρμοδιότητα να κυρώνει ή να απορρίπτει τον κανονισμό, όχι όμως να τροποποιεί ή να αναμορφώνει τις διατάξεις του.

Διευκρινίζεται, ότι η εκδίκαση εφέσεων κατά ποινών, που επιβάλλονται στους εργαζόμενους με βάση τους κανονισμούς εργασίας που έχουν κυρωθεί κατά τη διαδικασία του Ν.Δ 3789/57 εξακολουθεί να υπάγεται στην αρμοδιότητα των Νομαρχών. (`Αρθρο 15 παρ. 3)

Με την παρ. 2, προβλέπεται ότι η στελέχωση του Σ.ΕΠ.Ε γίνεται εκτός των άλλων τρόπων, που προβλεπόταν με το άρθρο 8 του Ν. 2639/1998 και με μετατάξεις υπαλλήλων. Οι μετατάξεις γίνονται σύμφωνα με τα όσα προβλέπονται από τις εκάστοτε κείμενες διατάξεις.

Με την παρ. 3 δίνεται η δυνατότητα σε υπαλλήλους του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αποσπασμένους στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση, που είχαν το δικαίωμα να τοποθετηθούν στο Σ.ΕΠ.Ε ως Επιθεωρητές Εργασίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 8 του Ν. 2639/1998, όπως ισχύει, να υποβάλλουν αίτηση εκ νέου για ένταξή τους στο Σώμα Επιθεωρητών Εργασίας, παρότι δεν το δήλωσαν στην προβλεπόμενη προθεσμία του Ν. 2639/1998 κατά την διαδικασία αρχικής στελέχωσης, εντός διμήνου από τη δημοσίευση του νόμου. Η προθεσμία υποβολής αίτησης έληξε την 28η Φεβρουαρίου 2001 (άρθρο 10 παρ.7 Ν.2690/99 σε συνδυασμό με Α.Κ 243). Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται και σε όσους είχαν όλες τις προϋποθέσεις, αλλά δεν μπορούσαν τότε να ενταχθούν επειδή ήταν συμβασιούχοι, εφόσον με μεταγενέστερες διατάξεις εντάχθηκαν στο τακτικό προσωπικό του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Με τη παρ. 5 δίνεται η δυνατότητα στους υπάλληλους του Σ.ΕΠ.Ε να προάγονται και στη θέση του βαθμού Γενικού Διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας του Υπουργείου. Έτσι, τόσο για τη θέση σε βαθμό Γενικού Διευθυντή της Κ.Υ όσο και σε θέση Διευθυντή της Κ.Υ του Υπουργείου ή του Σ.ΕΠ.Ε κρίνονται οι υπάλληλοι και των δύο υπηρεσιών που έχουν τις προϋποθέσεις. Η σύνταξη των πινάκων προακτέων σε θέσεις Διευθυντή, οι τοποθετήσεις καθώς και οι μεταθέσεις Διευθυντών θα ασκούνται από το Υπηρεσιακό Συμβούλιο Υπαλλήλων Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Με τη ρύθμιση αυτή δίνεται εκάστοτε η δυνατότητα να τοποθετείται στην υψηλόβαθμη κενή θέση ο καλύτερος από όσους διαθέτουν τα απαιτούμενα αυξημένα προσόντα και των δύο υπηρεσιών. Με τον τρόπο αυτό εναλλάσσεται το προσωπικό και των δύο υπηρεσιών. Σε κάθε περίπτωση, η εναλλαγή - κινητικότητα των υπαλλήλων είναι προς όφελος και της υπηρεσίας, αλλά και των ίδιων των υπαλλήλων, διότι έτσι μεταφέρεται η εμπειρία από τον ένα χώρο στον άλλο.

Με την παράγραφο 6 δίνεται λύση στην ανάγκη ορισμού προϊσταμένου υπηρεσιών σε περιοχές, όπως παραμεθόριες και νησιά, στις οποίες λόγω του περιορισμένου αριθμού υπαλλήλων δεν υπάρχουν υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ για να επιλεγούν ως προϊστάμενοι τμήματος ή αντίστοιχου επιπέδου οργανικής μονάδας. Έτσι, όσοι υπάλληλοι κλάδου ΔΕ (προσωρινός κλάδος ΔΕ Επιθεωρητών Εργασίας) έχουν τις απαιτούμενες προϋποθέσεις του άρθρου 22 του Ν.2736/99 και του Ν.2683/99 δύναται να επιλεγούν ως προϊστάμενοι τμήματος, εφόσον κατά την κρίση δεν υπάρχουν υπάλληλοι κατηγορίας ΠΕ ή ΤΕ. Επίσης με το άρθρο αυτό διευκρινίζεται ότι το Ειδικό Υπηρεσιακό Συμβούλιο του Σ.ΕΠ.Ε έχει πλέον αρμοδιότητα για τα θέματα κρίσης προσωπικού σε επίπεδο τμήματος.

`Αρθρο 16

Υποβολή καταστάσεων προσωπικού και

προγραμμάτων ωρών εργασίας

Με το άρθρο 16 του Ν. 2874/2000 αντικαταστάθηκαν οι διατάξεις των Ν.Δ/των 515/70 και 1037/71, που αναφέρονται στον τρόπο και χρόνο υποβολής των πινάκων προσωπικού και προγραμμάτων ωρών εργασίας, στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε από τους υπόχρεους εργοδότες, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματικότερη τήρηση και αξιοποίησή τους. Με τους πίνακες αυτούς προκύπτει άμεσα μια ολοκληρωμένη εικόνα κάθε επιχείρησης για να μπορεί να γίνει σωστός έλεγχος.

Με τη ρύθμιση καθιερώνεται νέος τρόπος υποβολής των καταστάσεων προσωπικού και των προγραμμάτων ωρών εργασίας (ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΤΟ ΧΡΟΝΟ, αντί της προηγουμένως ισχύουσας θεωρήσεως δύο φορές το χρόνο). Επιτυγχάνεται έτσι αφενός η ταχύτερη εξυπηρέτηση του κοινού και αφετέρου ουσιαστικός και αποτελεσματικότερος έλεγχος. Ο έλεγχος θα γίνεται σε κάθε στάδιο.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 16 ρυθμίζονται τα εξής:

1. Οι εργοδότες υποχρεούνται να καταθέτουν μια φορά το χρόνο, εντός προθεσμίας δύο (2) μηνών και συγκεκριμένα από 15 Σεπτεμβρίου έως 15 Νοεμβρίου (διάστημα κατά το οποίο έχει συνομολογηθεί το σύνολο σχεδόν των Δ.Α και Σ.Σ.Ε και το ποσό των αποδοχών έχει οριστικοποιηθεί), πίνακα προσωπικού, εις διπλούν, ο οποίος θα περιλαμβάνει τα κατωτέρω στοιχεία:

• Α. ΠΛΗΡΗ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ:

Επωνυμία (στοιχεία υπεύθυνου εργοδότη ή του ορισθέντος νόμιμου εκπροσώπου του), είδος δραστηριότητας, διεύθυνση λειτουργίας, Α.Φ.Μ., αριθμός τηλεφώνου και Fax.

• Β. ΠΛΗΡΗ ΚΑΙ ΑΚΡΙΒΗ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΩΝ ΑΠΑΣΧΟΛΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΜΙΣΘΩΤΩΝ:

Ονοματεπώνυμο, όνομα πατέρα και μητέρας, ηλικία, οικογενειακή κατάσταση (άγαμος, έγγαμος, τέκνα) ειδικότητα, ημερομηνία πρόσληψης, τυχόν προϋπηρεσία σε όμοια ή παρεμφερή καθήκοντα, στοιχεία κάρτας πρόσληψης του Ο.Α.Ε.Δ και κυρίως ημερομηνία αναγγελίας, αριθμός Μητρώου Ι.Κ.Α, αριθμός βιβλιαρίου ανηλίκων και άδεια εργασίας αλλοδαπού σε περίπτωση απασχόλησης ανηλίκου ή αλλοδαπού αντίστοιχα, διάρκεια εργασίας (ώρα έναρξης και λήξης της ημερήσιας εργασίας), ώρες διαλείμματος και διακοπών εργασίας καθώς και το σύνολο των πάσης φύσεως καταβαλλομένων μικτών αποδοχών. Η υποβολή γίνεται με κάθε πρόσφορο μέσο (ταχυδρομικώς - FAX). Στις περιπτώσεις αυτές ο ενδιαφερόμενος φροντίζει να εξασφαλίσει τον τρόπο παραλαβής των σφραγισμένων μετά την κατάθεση αντιγράφων.

Επίσης, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του Π.Δ 17/96, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του Π.Δ. 159/99, στον ανωτέρω πίνακα θα περιλαμβάνονται και τα στοιχεία του τεχνικού ασφαλείας και του γιατρού εργασίας, καθώς και το ωράριο απασχόλησής τους στην επιχείρηση.

Τα στοιχεία κάθε μισθωτού θα παρατίθενται σε ευθεία γραμμή μετά το ονοματεπώνυμό του και σε κάθετες στήλες του πίνακα. Η συμπλήρωση των στοιχείων που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματική κατάσταση μισθωτού τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο (π.χ. προϋπηρεσία, οικογενειακή κατάσταση, κλπ) θα γίνεται με την αναγραφή στην αντίστοιχη στήλη των λέξεων ΝΑΙ ή ΌΧΙ και σε καμία περίπτωση με το σημείο της παύλας (-).

1. Οι εργοδότες ή τα εξουσιοδοτημένα απ’αυτούς πρόσωπα αναλαμβάνουν, κατά ρητή διάταξη πλέον του Νόμου την ευθύνη για την ακρίβεια και ορθότητα των στοιχείων που περιέχονται στους πίνακες προσωπικού που κατατίθενται στις αρμόδιες Υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε.

2. Καθιερώνεται η υποχρεωτική προσυπογραφή του πίνακα προσωπικού από τον Προϊστάμενο Προσωπικού ή Οικονομικού ή Λογιστηρίου ή τον υπεύθυνο λογιστή, που συμπράττει στη σύνταξη του πίνακα, ο οποίος βεβαιώνει στον πίνακα την ακρίβεια των πάσης φύσεων καταβαλλομένων αποδοχών των μισθωτών, έχοντας τις ευθύνες του Ν.1599/86 σε περίπτωση ψευδούς βεβαίωσης. Μέχρι σήμερα ο εργοδότης απέφευγε να δηλώσει τις πραγματικά καταβαλλόμενες αποδοχές όταν αυτές ήταν υψηλότερες και ο Επιθεωρητής Εργασίας ανέγραφε τα κατώτερα όρια.

Εφόσον ο εργοδότης δεν χρησιμοποιεί τις υπηρεσίες λογιστή ή άλλου εντεταλμένου προσώπου για τη σύνταξη του πίνακα, υποχρεούται να το δηλώσει, καταθέτοντας μαζί με τον πίνακα σχετική υπεύθυνη δήλωση του Ν.1599/86, η οποία προσαρτάται στον πίνακα που παρακρατείται για το Αρχείο της Υπηρεσίας. Θεωρείται αυτονόητο ότι, σε κάθε περίπτωση, την υπογραφή των προσώπων, που βεβαιώνουν τα ανωτέρω, συνοδεύουν τα πλήρη στοιχεία της ταυτότητάς τους, τη διεύθυνση διαμονής τους και το νούμερο τηλεφώνου τους.

Επισημαίνεται, ότι σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται ο ελέγχων Επιθεωρητής να προβαίνει ο ίδιος σε διόρθωση λανθασμένων ή σε συμπλήρωση ελλιπών στοιχείων του πίνακα ούτε να αρνείται την παραλαβή της κατάστασης. Εφόσον οι πίνακες προσωπικού και ωρών εργασίας που προσκομίζονται στις υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε για κατάθεση αυτοπροσώπως, ή αποστέλλονται με το Ταχυδρομείο ή με τηλεομοιότυπο (Fax) και ηλεκτρονικό ταχυδρομείο δεν περιλαμβάνουν όλα τα προβλεπόμενα από τον ισχύοντα νόμο στοιχεία, οι υπηρεσίες τις παραλαμβάνουν και ενημερώνονται οι εργοδότες για τις ελλείψεις.

3. Ειδικά για τις επιχειρήσεις εποχικού χαρακτήρα, ως προθεσμία κατάθεσης του πίνακα ορίζεται ένας (1) μήνας από την έναρξη της εποχικής περιόδου. Εξυπακούεται ότι, εφόσον η διάρκεια λειτουργίας της επιχείρησης θα είναι μικρότερη του μηνός, η κατάθεση των πινάκων προσωπικού και ωρών εργασίας θα γίνεται έγκαιρα και οπωσδήποτε μέσα στο χρονικό διάστημα της λειτουργίας της επιχείρησης.

Επειδή, η έναρξη της εποχικής περιόδου διαφέρει κατά περιοχή και κατά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, συναρτώμενη από τις τοπικές, κλιματολογικές, εθιμικές ή άλλες συνθήκες της περιοχής, η έναρξη της προθεσμίας του μήνα για κατάθεση του πίνακα, θεωρείται ότι αρχίζει από την έναρξη λειτουργίας της επιχείρησης που αποδεικνύεται με κάθε νόμιμο στοιχείο (π.χ. βιβλίο νεοπροσλαμβανομένου προσωπικού, κάρτα αναγγελίας πρόσληψης, ατομικές συμβάσεις εργασίας).

4. Μετά την κατάθεση του πίνακα ο εργοδότης οφείλει έγκαιρα, με δική του φροντίδα να παραλαμβάνει το ένα αντίγραφο του πίνακα από την αρμόδια τοπική υπηρεσία του Σ.ΕΠ.Ε. Αντίγραφο του πίνακα χωρίς τη στήλη των καταβαλλομένων αποδοχών, υποχρεούται να έχει αναρτημένο σε εμφανές σημείο του τόπου εργασίας προφυλασσόμενο κατάλληλα από τυχόν φθορές.

5. Κατάθεση πίνακα προσωπικού στις Υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε., σε χρονική περίοδο διαφορετική από εκείνη, που ορίζει ο νόμος, γίνεται, εφόσον συντρέχουν οι εξής περιπτώσεις:

Α) αλλαγή της νομικής εκπροσώπησης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης,

Β) αλλαγή του ωραρίου εργασίας ή της οργάνωσης του χρόνου εργασίας και,

Γ) νέες προσλήψεις προσωπικού

Μόνο για τις περιπτώσεις αυτές ο εργοδότης υποχρεούται να καταθέσει συμπληρωματικό πίνακα με τα νέα στοιχεία, σε άλλη χρονική περίοδο και πάντως εντός προθεσμίας 15 ημερών από την ημερομηνία που έγινε η όποια αλλαγή.

6. Επιχειρήσεις, που λειτουργούν με τη διαδοχική εναλλαγή περισσότερων της μιας ομάδων εργαζομένων, καθώς και επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις συνεχούς λειτουργίας με εναλλασσόμενες βάρδιες, υποχρεούνται να καταθέτουν σχετικά προγράμματα εργασίας τουλάχιστον δύο (2) φορές το χρόνο ( μια ανά εξάμηνο). Προγράμματα εργασίας που κατατίθενται για μικρότερα χρονικά διαστήματα (εβδομαδιαία, μηνιαία κλπ) θα παραλαμβάνονται κανονικά από τις Υπηρεσίες του Σ.ΕΠ.Ε.

7. Τονίζεται ότι ο έλεγχος των κατατεθειμένων πινάκων από τους επιθεωρητές Εργασίας γίνεται σε κάθε στάδιο.

Με τις διατάξεις παρέχεται η δυνατότητα πρόσβασης των αρμοδίων υπηρεσιών του ΙΚΑ στο αρχείο των υπηρεσιών του Σ.ΕΠ.Ε., όπου φυλάσσονται οι πίνακες προσωπικού των επιχειρήσεων για τυχόν διασταυρώσεις ή εξακριβώσεις στοιχείων .

8. Για την ενιαία αντιμετώπιση τυχόν προβλημάτων που θα ανακύψουν μέχρι τις 15.9.2001, (ημερομηνία έναρξης κατάθεσης των πινάκων σύμφωνα με τον ισχύοντα νόμο), διευκρινίζονται τα εξής:

• Α) Πίνακες προσωπικού των οποίων η ισχύς λήγει μέχρι το Μάιο του 2001 θεωρούνται ότι ισχύουν μέχρι της νέας καταθέσεως, εντός του τασσόμενου από το νόμο χρονικού διαστήματος.

Αυτό θα δηλώνεται προφορικά στους ενδιαφερομένους και με σχετική ανακοίνωση που θα αναρτηθεί στα καταστήματα των Υπηρεσιών του Σ.ΕΠ.Ε.

Εφόσον ζητείται για αυτό γραπτή δήλωση, θα χορηγείται από την αρμόδια Υπηρεσία σχετικό έντυπο υπηρεσιακό σημείωμα στο οποίο θα αναγράφεται: "ο υπ’ αριθμ...... πίνακας προσωπικού της επιχείρησης ...... θεωρείται ότι ισχύει μέχρι της νέας κατάθεσης εντός του τασσόμενου από το νόμο χρονικού διαστήματος: 15/9 έως 15/11".

• Β) Προκειμένου για νεοσύστατες επιχειρήσεις ή νέες προσλήψεις παλαιών επιχειρήσεων, οι πίνακες θα κατατίθενται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις (άρθρο 16 του Ν. 2874/2000), και η ισχύς τους θα ορίζεται μέχρι της νέας καταθέσεως, εντός του τασσόμενου από το νόμο χρονικού διαστήματος. Το ίδιο ισχύει και για τις επιχειρήσεις που δεν είχαν θεωρήσει, ως όφειλαν, καταστάσεις προσωπικού για το διάστημα Οκτώβριος 2000-Μάιος 2001 ή και προγενέστερα.

9. Τέλος, εφιστούμε την προσοχή των Επιθεωρητών Εργασίας για το συστηματικό έλεγχο των καταστάσεων προσωπικού και προγραμμάτων εργασίας και την κίνηση της διαδικασίας επιβολής διοικητικών και ποινικών κυρώσεων σε περίπτωση διαπίστωσης παράβασης των διατάξεων της εργατικής νομοθεσίας.

`Αρθρο 17

Ίδρυση ΤΕΕ Β’ κύκλου Σπουδών του Ο.Α.Ε.Δ

Με το Ν.2640/98 δόθηκε η δυνατότητα και σε άλλους φορείς με έκδοση κοινής υπουργικής απόφασης να λειτουργήσουν ΤΕΕ Α’ κύκλου-μαθητεία και να ενταχθούν τα προγράμματα μαθητείας στο Εθνικό Σύστημα Τεχνικής και Επαγγελματικής Εκπαίδευσης. Η πρακτική άσκηση σε επιχειρήσεις στο πλαίσιο του Α΄ κύκλου σπουδών επιβάλει τη διατήρηση της σχέσης μαθητή-επιχείρησης και σε Β’ κύκλο, με κατάλληλη διάρθρωση του σχολικού προγράμματος, ώστε να διατηρηθεί το πλεονέκτημα του υψηλού βαθμού απορρόφησης των αποφοίτων από τις ίδιες ή άλλες επιχειρήσεις. Η απουσία Β’ κύκλου σπουδών από τον Ο.Α.Ε.Δ, εκτός από την αποκοπή των εκπαιδευομένων από την αγορά εργασίας, μπορεί να τους οδηγήσει και σε πρόωρη έξοδο από το σχολικό σύστημα, καθώς δε θα έχουν τη δυνατότητα να συνεχίσουν την εκπαιδευτική τους διαδρομή και την επαγγελματική τους ανέλιξη. Για το λόγο αυτό δίνεται τώρα η δυνατότητα με απόφαση του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων να λειτουργήσει και Β’ κύκλος σπουδών στα ΤΕΕ του Ο.Α.Ε.Δ. Για τη λειτουργία τους εφαρμόζονται οι διατάξεις που διέπουν τη λειτουργία των δημόσιων ΤΕΕ.

Το εκπαιδευτικό προσωπικό προσλαμβάνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2525/97. Με απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Παιδείας και Θρησκευμάτων και Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων καθορίζονται ειδικότερα τα όσα αφορούν στη διενέργεια των διαγωνισμών για τη πρόσληψη των εκπαιδευτικών των ΤΕΕ του Ο.Α.Ε.Δ.

`Αρθρο 18

Ασφάλιση κατά ατυχήματος των συμμετεχόντων σε προγράμματα συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης του Ο.Α.Ε.Δ. Διενέργεια ελέγχων.

Με την παράγραφο 1 προβλέπεται, ότι όσοι συμμετέχουν στα προγράμματα απόκτησης εργασιακής εμπειρίας ανέργων, που υλοποιεί ο Ο.Α.Ε.Δ κατά το χρόνο άσκησής τους εκτός της ασφάλισής τους στο Ι.Κ.Α για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καλύπτονται από την έναρξη ισχύος του νόμου και κατά του κινδύνου ατυχήματος.

Με τον τρόπο αυτό αντιμετωπίζονται πλέον περιστατικά εργατικών ατυχημάτων των εκπαιδευομένων σε εργασιακούς χώρους. Έτσι, καλύπτεται το κενό που υπήρχε καθώς στη πράξη φάνηκε ότι συχνά και για τους εκπαιδευόμενους υφίστανται, όπως και για τους λοιπούς εργαζόμενους, οι ίδιοι κίνδυνοι στον ίδιο εργασιακό χώρο.

Η προβλεπόμενη εισφορά για τον κίνδυνο αυτό (1%) όπως και οι αναλογούσες εισφορές κλάδου παροχών ασθένειας σε είδος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 του Ν.2458/97 υπολογίζεται επί του ποσού που λαμβάνουν ως αποζημίωση.

Με τη παρ.2 καλύπτεται το νομοθετικό κενό που διαπιστώθηκε από το Ελεγκτικό Συνέδριο σχετικά με τη διενέργεια ελέγχων στην εκτέλεση προγραμμάτων κατάρτισης και απασχόλησης και στην υποστήριξη αυτών.

`Αρθρο 19

Συγχώνευση νομικών προσώπων

Με το παρόν άρθρο το Εθνικό Ινστιτούτο Εργασίας (ΕΙΕ) καταργείται ως αυτοτελές νομικό πρόσωπο και συγχωνεύεται με το Εθνικό Παρατηρητήριο Απασχόλησης (ΕΠΑ). Η συγχώνευση αυτή επιχειρήθηκε με σκοπό την πληρέστερη λειτουργία ενός Εθνικού Παρατηρητηρίου για την Απασχόληση.

Η συγχώνευσή τους έχει σκοπό την αξιοποίηση των δυνατοτήτων τους, την αλληλοσυμπλήρωση των δραστηριοτήτων τους και την αποφυγή των επικαλύψεων των αρμοδιοτήτων. Το προσωπικό του ΕΙΕ μεταφέρεται στο ΕΠΑ με την ίδια σχέση εργασίας και τα ίδια ασφαλιστικά δικαιώματα και υποχρεώσεις που είχε κατά τη δημοσίευση του Ν. 2784/00. Οι συμβάσεις έργου που έχει συνάψει το ΕΙΕ ισχύουν και δεσμεύουν το ΕΠΑ. Η κινητή και ακίνητη περιουσία του ΕΙΕ περιέχεται στο ΕΠΑ, το οποίο υπεισέρχεται σε όλα τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του ΕΙΕ.

Με Προεδρικό Διάταγμα που θα εκδοθεί εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, με πρόταση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, θα ορισθεί ο τρόπος και η διαδικασία μεταφοράς της περιουσίας, οι αρμοδιότητες του ΕΙΕ που μεταφέρονται στο ΕΠΑ, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια.

Μέχρι την έκδοση του Προεδρικού Διατάγματος διευκρινίζεται ότι εξακολουθούν να ισχύουν οι διατάξεις που αναφέρονται στη διοίκηση, οργάνωση, λειτουργία και στο προσωπικό των συγχωνευομένων νομικών προσώπων, ώστε να μην υπάρξει "κενό". Διευκρινίζεται επίσης ότι όπου σε νόμο, διάταγμα ή υπουργική απόφαση αναφέρεται το ΕΙΕ, νοείται στο εξής ότι αναφέρεται το ΕΠΑ. Διατάξεις νόμου που θεσπίζουν πόρους του ΕΙΕ, καθώς και κάθε διάταξη νόμου, διατάγματος ή υπουργικής απόφασης υπέρ του ΕΙΕ θεωρείται ότι ισχύουν υπέρ του ΕΠΑ. Οι διατάξεις αυτές διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρξει μέχρι την ουσιαστική συγχώνευση, πρόβλημα.

`Αρθρο 20

Θέματα Ο.Α.Ε.Δ-Ο.Ε.Κ-Ο.Ε.Ε

Με τις πρώτες παραγράφους των άρθρων αυτού προβλέπονται τα του τρόπου καθορισμού των αποδοχών του Διοικητή του Ο.Α.Ε.Δ και των Προέδρων του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας και Οργανισμού Εργατικής Εστίας και αντιστοίχως των αντιπροέδρων των Οργανισμών αυτών.

Παράλληλα ρυθμίζονται με τις διάφορες παραγράφους θέματα που αφορούν τον Ο.Ε.Κ και Ο.Ε.Ε ως εξής:

• ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Κ

Με τη διάταξη της παραγράφου 5 παρατείνεται για 6 μήνες από τη δημοσίευση του νόμου, δηλαδή μέχρι 28-6-2001, η προθεσμία μέσα στην οποία οι δικαιούχοι του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ) στους οποίους έχει χορηγηθεί μέχρι 26-8-1999 από τον Οργανισμό δάνειο αποκλειστικά από το στεγαστικό κεφάλαιό του για αποπεράτωση, επέκταση, αναμόρφωση και επισκευή κατοικίας, μπορούν να εξοφλήσουν εφάπαξ, το ληξιπρόθεσμο και το μη ληξιπρόθεσμο ποσό του δανείου τους με έκπτωση 50%. Η έκπτωση ισχύει, εφόσον καταβάλουν ταυτόχρονα με το συνολικό ποσό της οφειλής που προκύπτει μετά την έκπτωση και τυχόν τόκους υπερημερίας για τους οποίους δεν παρέχεται έκπτωση.

Η εξόφληση θα γίνεται κατόπιν αιτήσεως των δικαιούχων, η οποία θα πρέπει να υποβληθεί στον Ο.Ε.Κ μέσα στην ανωτέρω προθεσμία και η καταβολή του ποσού θα πρέπει να γίνει μέσα σε ανατρεπτική προθεσμία 4 μηνών από την υποβολή της αίτησης, στην αρμόδια Τράπεζα από την οποία είχε εκταμιευθεί το δάνειο.

Με τη διάταξη της παραγράφου 6 παρατείνεται για 6 μήνες από τη δημοσίευση του νόμου, δηλαδή μέχρι την 28η Ιουνίου 2001, η προθεσμία μέσα στην οποία οι δικαιούχοι του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ) στους οποίους έχει παραχωρηθεί κατοικία που έχει κατασκευάσει ο Οργανισμός ή διαμέρισμα που έχει αγοράσει και έχει εκδοθεί στο όνομά τους οριστικό παραχωρητήριο μέχρι την 25η Αυγούστου 1999 (προηγούμενη ημέρα της δημοσίευσης του Ν. 2736/99), μπορούν να εξοφλήσουν εφάπαξ την αξία της κατοικίας (προσδιορισθέν τίμημα ληξιπρόθεσμο και μη ληξιπρόθεσμο) με έκπτωση 40% επί του τιμήματος, εφόσον καταβάλλουν ταυτόχρονα τυχόν τόκους υπερημερίας.

Οι δικαιούχοι θα πρέπει να απευθύνονται στα κατά τόπους Γραφεία του Ο.Ε.Κ μέσα στην ανωτέρω προθεσμία και από την αρμόδια υπηρεσία του Οργανισμού θα χορηγείται σε κάθε δικαιούχο, σχετικό σημείωμα εξόφλησης, στο οποίο θα αναγράφεται το συνολικό ποσό που πρέπει να καταβληθεί και η αρμόδια Τράπεζα.

Με τη διάταξη της παραγράφου 7 επιτρέπεται να λαμβάνονται μέτρα ανάλογα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 14 του Ν. 2819/00 (Φ.Ε.Κ 84 Α΄) για τους σεισμόπληκτους και για δικαιούχους του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας που έγιναν πυρόπληκτοι λόγω καταστροφής της κατοικίας τους σε περιοχές που κηρύχθηκαν κατά τις κείμενες διατάξεις ως πυρόπληκτες.

Τα μέτρα αυτά αφορούν, τη χορήγηση β’ συνδρομής από τον Ο.Ε.Κ με τη μορφή δανείου ή την παραχώρηση κατοικίας και τη διευκόλυνσή τους, όπως, αναστολή οφειλών από στεγαστική συνδρομή που τους έχει χορηγηθεί, επιμήκυνση της συνολικής διάρκειας εξόφλησης των δανείων, διαγραφή οφειλών και ρυθμίσεις για την εξόφλησή τους. Για τη λήψη των μέτρων και ειδικότερα τον τρόπο, τη διαδικασία διαγραφής των οφειλόμενων δόσεων καθώς και τις αναγκαίες λεπτομέρειες θα πρέπει να εκδοθούν σχετικές υπουργικές αποφάσεις μετά από γνώμη του Δ.Σ του Ο.Ε.Κ.

Με τη διάταξη της παραγράφου 8 παρέχεται η δυνατότητα συμμετοχής στο πρόγραμμα επιδότησης ενοικίου σε ανέργους δικαιούχους του Ο.Ε.Κ που κατά το χρόνο που ισχύει το πρόγραμμα δεν παρέχουν εξαρτημένη εργασία με σχέση ιδιωτικού δικαίου, λόγω μακροχρόνιας ανεργίας, εφόσον δεν έχουν αλλάξει φορέα ασφάλισης. Η επιδότηση έχει διάρκεια δύο ετών, αρχής γενομένης από τη διακοπή επιδότησης από τον Ο.Α.Ε.Δ.

Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής απαιτείται η έκδοση απόφασης του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων μετά από απόφαση του Δ.Σ του Ο.Ε.Κ με την οποία θα καθορίζονται ο τρόπος και η διαδικασία για τη διαπίστωση της ανεργίας και της διάρκειάς της μέχρι την υποβολή της αίτησης καθώς και της μη αλλαγής του επαγγελματικού προσανατολισμού.

Με τη διάταξη της παραγράφου 13 προβλέπεται ότι οι δικαιούχοι του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.), στους οποίους έχει παραχωρηθεί κατοικία στην περιοχή Χριστού Βαρβασίου Χίου, σε εφαρμογή κοινού στεγαστικού προγράμματος του Υπουργείου Κοινωνικής Πρόνοιας, νυν Υγείας και Πρόνοιας και του Ο.Ε.Κ, σύμφωνα με την αριθμ. Δ4γ/6618/7-6-1968 κοινή απόφαση των Υπουργών Κοινωνικής Πρόνοιας και Εργασίας, απαλλάσσονται από την οφειλή, η οποία τους βαρύνει έναντι του Ο.Ε.Κ και η οποία προέρχεται από τη συμμετοχή του Οργανισμού στη δαπάνη της κατασκευής των κατοικιών αυτών, προκειμένου να διευκολυνθεί η έκδοση των παραχωρητηρίων.

• ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Ε

Με τη διάταξη της παραγράφου 9 από 1ης Ιανουαρίου 2001 καταργούνται οι διατάξεις των εδαφίων εε και ζζ της παραγράφου α του άρθρου 1 του Ν.678/77 (Φ.Ε.Κ 246 Α΄) όπως ισχύουν, οι οποίες προέβλεπαν χορήγηση δώρου σύστασης οικογένειας σε εργαζόμενους και συνταξιούχους και χρηματικού βραβείου σε μαθητές, σπουδαστές και φοιτητές, εφόσον οι ίδιοι ή οι γονείς τους ήταν εργαζόμενοι ή συνταξιούχοι.

Οι παροχές αυτές, λόγω και του ποσού, είχαν περισσότερο συμβολικό χαρακτήρα, χορηγούντο δε εφάπαξ για το γαμήλιο βοήθημα ή περιοδικά και υπό προϋποθέσεις για τα σπουδαστικά βραβεία. Οι εν λόγω παροχές, πέραν του γεγονότος ότι δεν συνιστούν ουσιαστική βοήθεια, από πλευράς του Ο.Ε.Ε προς τους δικαιούχους, επικαλύπτονται και από ομοειδείς ή παρεμφερείς παροχές που χορηγούν άλλοι δημόσιοι φορείς.

Τα ποσά που θα αποδεσμευτούν από τις καταργούμενες διατάξεις θα διατεθούν για τη λειτουργία νέων βρεφονηπιακών σταθμών, δραστηριότητα που προσιδιάζει περισσότερο στη κοινωνική αποστολή του Οργανισμού και αποτελεί ουσιαστική παροχή προς τους δικαιούχους του.

Αιτήσεις όμως δικαιούχων που έχουν υποβληθεί μέχρι και τη 31η Δεκεμβρίου 2000 θα ικανοποιηθούν κατά τα ισχύοντα μέχρι τη δημοσίευση του νόμου αυτού.

Με τη διάταξη της παραγράφου 10 ορίζεται ότι, ο Οργανισμός Εργατικής Εστίας δύναται να καθορίσει χρηματική εισφορά στους δικαιούχους του, για τη φύλαξη των βρεφών και νηπίων στους σταθμούς του Οργανισμού και για τη συμμετοχή τους στα εκδρομικά και πολιτιστικά προγράμματά του, με την προϋπόθεση ότι η απόφαση αυτή του Ο.Ε.Ε θα εγκριθεί από τον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.

Έτσι, θα μπορεί να εναρμονίζεται ο Ο.Ε.Ε. με το καθεστώς που ισχύει σχεδόν σε όλο τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και στους Ο.Τ.Α που ήδη εφαρμόζουν τη συμμετοχή των γονέων στις δαπάνες των σταθμών που λειτουργούν, δεδομένου ότι οι ιδιόκτητοι Βρεφονηπιακοί Σταθμοί του Ο.Ε.Ε κατασκευάζονται και λειτουργούν με ιδιαίτερα υψηλές προδιαγραφές και αποτελούν πρότυπο. Φιλοξενούν βρέφη και νήπια μέχρι και την προσχολική ηλικία και παρέχουν δωρεάν διατροφή και φύλαξη έως απογευματινές ώρες.

Επιπλέον, το δικαίωμα για τη φιλοξενία βρεφών και νηπίων στους σταθμούς του Ο.Ε.Ε δεν αποκλείει τους δικαιούχους και των άλλων παροχών, όπως η συμμετοχή τους στο πρόγραμμα Κοινωνικού Τουρισμού ή στο πολιτιστικό - ψυχαγωγικό ή στο εκδρομικό πρόγραμμα.

Όσο αφορά στη θέσπιση χρηματικής εισφοράς για τη συμμετοχή των δικαιούχων στο εκδρομικό πρόγραμμα, με τη προτεινόμενη διάταξη θα μπορεί να υπάρχει ίδια μεταχείριση με τους δικαιούχους που επιλέγουν το πρόγραμμα Κοινωνικού Τουρισμού. Και τούτο διότι οι τελευταίοι καταβάλουν ημερήσια συμμετοχή στο ξενοδοχείο που διαμένουν, πέραν της επιδοτήσεως από τον Ο.Ε.Ε, ενώ στο εκδρομικό πρόγραμμα, που από πλευράς δαπάνης παρουσιάζει υψηλότερη επιβάρυνση για τον Οργανισμό, δεν υπάρχει συμμετοχή.

Με τη διάταξη της παραγράφου 12 προβλέπεται ότι ο διαθέτων σε μη δικαιούχο, καθώς και ο άνευ δικαιώματος χρησιμοποιών δελτία θεάματος, δελτία κοινωνικού τουρισμού, δελτία αγοράς βιβλίων, εισιτήρια εκδρομών και κινηματογράφου, τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον έξι (6) μηνών και με χρηματική ποινή μέχρι ένα εκατομμύριο (1.000.000) δρχ, εκτός εάν συντρέχει περίπτωση επιβολής βαρύτερης ποινής από άλλη διάταξη, οπότε επιβάλλεται η βαρύτερη ποινή. Η με σκοπό κέρδους διάθεση και χρήση των δελτίων και εισιτηρίων αποτελεί επιβαρυντική περίπτωση.

`Αρθρο 21

Έκδοση τίτλων προεσόδων από το Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.Κ.Α)

Με το άρθρο αυτό το Ι.Κ.Α έχει τη δυνατότητα να τιτλοποιεί απαιτήσεις του έναντι του Δημοσίου, κατά την διαδικασία που έχει προσφάτως καθιερωθεί στην Ελλάδα με το άρθρο 14 του Ν.2801/2000. Η παρούσα ρύθμιση προβλέπει την τιτλοποίηση των απαιτήσεων του Ι.Κ.Α έναντι του Δημοσίου από καθυστερούμενες εισφορές κοινωνικής ασφάλισης.

Το Ι.Κ.Α δύναται να εκδίδει και διαθέτει στο επενδυτικό κοινό, στο εσωτερικό ή και στο εξωτερικό, αξιόγραφα με τη μορφή άυλων τίτλων και την ονομασία " Τίτλοι προ εσόδων", που αναφέρονται σε μελλοντικά έσοδά του από απαιτήσεις του κατά του Ελληνικού Δημοσίου, που έχουν γεννηθεί αλλά δεν έχουν εισπραχθεί. Αρμόδιο για την έκδοση των "τίτλων προ εσόδων" είναι το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους του Υπουργείου Οικονομικών.

`Αρθρο 22

Ρύθμιση καθυστερούμενων ασφαλιστικών

εισφορών Ο.Γ.Α

Με το άρθρο 22 οι ασφαλισμένοι του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, οι οποίοι είχαν παραλείψει να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους προς τον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης, μπορούν να υποβάλλουν σχετική αίτηση μέχρι 31-12-2001, προκειμένου να εξοφλήσουν τις οφειλές τους είτε εφάπαξ με έκπτωση 10% εντός τριμήνου από την ειδοποίηση της σχετικής οφειλής, είτε σε δόσεις υπό την προϋπόθεση ότι θα καταβληθεί η πρώτη δόση μέχρι 31-12-2001.

Οι ασφαλισμένοι στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης που οφείλουν εισφορές του Κλάδου αυτού, μπορούν να καταβάλλουν εφάπαξ το σύνολο των εισφορών τους μέχρι 31-12-2001.

Με τη ρύθμιση αυτή παρέχεται ακόμη μια ευκαιρία στους ασφαλισμένους του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών, καθώς και σ’ εκείνους που οφείλουν εισφορές μόνο στον Κλάδο Πρόσθετης Ασφάλισης να εξοφλήσουν τις καθυστερούμενες εισφορές τους προς τον Κλάδο, προκειμένου να χρησιμοποιήσουν το χρόνο αυτό, για θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος ή για προσαύξηση του ποσού της σύνταξής τους.

`Αρθρο 23

Με την παράγραφο 1 καταργείται η διάταξη της παρ. 4 του άρθρου 85 του Ν.2084/92, σύμφωνα με την οποία η μη έγκαιρη υποβολή από τους Ασφαλιστικούς Οργανισμούς αρμοδιότητας στο Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων των ισολογισμών - απολογισμών τους για κάθε οικονομικό έτος τους, για έγκριση στο Υπουργείο συνεπάγεται την αυτοδίκαιη λήξη της θητείας του ΔΣ του Οργανισμού, διάταξη που δεν είχε άλλωστε εφαρμοστεί μέχρι σήμερα.

Με την παράγραφο 2 καταργείται η προβλεπόμενη ειδική εισφορά επί της αξίας των εξαγόμενων εκτός των ορίων της χώρας καπνών.

Με την παράγραφο 3 εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Ν. 1976/91 οι μεταπτυχιακοί φοιτητές του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας, οι οποίοι λαμβάνουν υποτροφίες με απόφαση του ΔΣ του ΙΤΕ για την εκπόνηση διδακτορικής διατριβής ή λήψη μεταπτυχιακού διπλώματος.

Η εξαίρεση της κατηγορίας αυτής των μεταπτυχιακών φοιτητών από την ασφάλιση του Ι.Κ.Α υιοθετήθηκε, γιατί η απασχόλησή τους στο ΙΤΕ δεν συνιστά παροχή εργασίας με σκοπό τον βιοπορισμό, αλλά αποτελεί προϋπόθεση για την εκπόνηση της διδακτορικής τους διατριβής ή τη λήψη μεταπτυχιακού διπλώματος. Τα πρόσωπα αυτά ασφαλίζονται πλέον στο δημόσιο για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.

Δεδομένου ότι η ασφάλιση των προσώπων αυτών στο Ι.Κ.Α από την έναρξη ισχύος της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του Ν.1976/91 εμφάνιζε σημαντικά προβλήματα και είχε δημιουργηθεί ασφαλιστική διαφορά μεταξύ του Ιδρύματος και του ΙΤΕ, προβλέφθηκε στην κοινοποιούμενη διάταξη διαγραφή των ανεξόφλητων ασφαλιστικών εισφορών οι οποίες έχουν βεβαιωθεί μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2000 σε βάρος του Ιδρύματος Έρευνας και Τεχνολογίας.

Αντίθετα παραμένει ισχυρός ο μέχρι την 29-12-2000 χρόνος ασφάλισής τους, για τον οποίο έχουν καταβληθεί μέχρι την ίδια ημερομηνία οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές.

`Αρθρο 24

Ρύθμιση χρεών επιχειρήσεων που έχουν πληγεί

από σεισμούς

Η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 24 του προαναφερόμενου νόμου είναι μεταβατική και καταλαμβάνει μόνο τις επιχειρήσεις που τα κτίριά τους έπαθαν ζημιές από το σεισμό της 7ης Σεπτεμβρίου 1999.

Επισημαίνεται ότι, οι ως άνω περιπτώσεις έχουν αντιμετωπισθεί με το Φ14/οικ.582/17-3-2000 σχετικό έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Σύμφωνα με το εν λόγω έγγραφο, όσες επιχειρήσεις έχουν υποστεί ζημιές μόνο στις κτιριακές τους εγκαταστάσεις και όχι στο μηχανολογικό τους εξοπλισμό, πρώτες ύλες κλπ και έχουν χαρακτηρισθεί με το δελτίο αυτοψίας δευτεροβάθμιου ελέγχου του ειδικού συνεργείου του ΥΠΕΧΩΔΕ με "κόκκινο" ή "κίτρινο" ρυθμίζουν την οφειλή τους σε 48 ή 36 ισόποσες μηνιαίες δόσεις αντίστοιχα, αρχής γενομένης από 1-3-2000, ημερομηνία λήξης της αναστολής, ανεξαρτήτως ύψους ζημίας, χωρίς δηλαδή να προσκομίσουν σχετική βεβαίωση σχετικά με το ύψος της ζημίας που υπέστησαν.

Η παραπάνω δυνατότητα δόθηκε στις εν λόγω επιχειρήσεις δεδομένου ότι οι οφειλέτες δεν μπορούσαν να προσκομίσουν σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην αρ.Φ14/οι.333/6-3-98 Υπουργική Απόφαση, βεβαίωση της οικείας Νομαρχίας ή του οικείου Επιμελητηρίου του Νομού, από την οποία να προκύπτει η ζημία που έχουν υποστεί οι επιχειρήσεις καθώς και το ύψος αυτής.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 24, εκτός των προαναφερομένων ρυθμίσεων, δόθηκε στην εν λόγω κατηγορία σεισμόπληκτων επιχειρήσεων, εργοδοτών και ασφαλισμένων επιπλέον η δυνατότητα διαγραφής των οίκοθεν και αυτοτελών προσθέτων τελών, προσαυξήσεων, επιβαρύνσεων κλπ για εναρμόνιση με το Δημόσιο.

Με δεδομένο όμως ότι οι ενδιαφερόμενοι οφειλέτες έχουν ήδη υπαχθεί στη ρύθμιση και πληρώνουν τις δόσεις τους, θα πρέπει να επανεξετασθούν όλες οι περιπτώσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις του προαναφερόμενου άρθρου από τις αρμόδιες υπηρεσίες του κάθε ταμείου και να επανυπολογιστεί η οφειλή των εργοδοτών και ασφαλισμένων με βάση τα νέα δεδομένα, αφού δηλαδή διαγραφούν τα πρόσθετα τέλη (οίκοθεν και αυτοτελή), τόκοι, προσαυξήσεις, επιβαρύνσεις κλπ, προσδιορίζοντας ταυτόχρονα και το νέο αριθμό δόσεων.

Στις περιπτώσεις που μετά τη διαγραφή των προσθέτων τελών, προσαυξήσεων κ.λ.π και το επανυπολογισμό των δόσεων προκύπτει ποσό για επιστροφή στον ενδιαφερόμενο, το ποσό αυτό, αν μεν ο ενδιαφερόμενος συνεχίζει να καταβάλλει δόσεις, θα αφαιρεθεί από τις τελευταίες δόσεις, αν όμως έχει εξοφλήσει την οφειλή του, θα επιστραφεί στον ενδιαφερόμενο.

Επισημαίνεται ότι, εφόσον υπάρχουν περιπτώσεις οφειλετών που υπήχθησαν στη ρύθμιση και με υπαιτιότητά τους απώλεσαν το δικαίωμα συνέχισής της, δεν έχουν το δικαίωμα να υπαχθούν εκ νέου στη ρύθμιση, αφού με τη διάταξη του άρθρου 24 δεν χορηγείται νέα προθεσμία, αλλά γίνεται μόνο νομοθετική τακτοποίηση των περιπτώσεων που είχαν ήδη κάνει χρήση του παρεχόμενου δικαιώματος.

Εξάλλου, με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου αποσαφηνίζεται το θέμα της ρύθμισης των χρεών των λοιπών επιχειρήσεων που επλήγησαν από τους σεισμούς της 7ης Σεπτεμβρίου 1999 και έχουν υποστεί ζημιές μόνο στο μηχανολογικό εξοπλισμό τους, εμπορεύματα κλπ, οι οποίες εξακολουθούν να ρυθμίζουν την οφειλή τους σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 2 του άρθρου 4 του Ν. 2556/97 και την Φ14/οικ333/6-3-98 Υπουργική Απόφαση, αφού για τις περιπτώσεις αυτές είναι δυνατή η προσκόμιση βεβαίωσης από την οποία προκύπτει το ύψος της ζημίας που έχει υποστεί η πληγείσα επιχείρηση και επομένως και ο υπολογισμός των δόσεων με βάση τη διαίρεση του ύψους ζημίας και οφειλής.

`Αρθρο 25

Ρύθμιση χρεών επιχειρήσεων που έχουν πληγεί

από πυρκαγιές

Η διάταξη του άρθρου 25 του παραπάνω νόμου είναι μεταβατική και καταλαμβάνει μόνο τις επιχειρήσεις, εργοδότες και ασφαλισμένους που έχουν επαγγελματική εγκατάσταση ή δραστηριότητα στη νήσο Σάμο, η οποία, ως γνωστόν, επλήγη από τις πυρκαγιές τον μήνα Ιούλιο 2000.

Επισημαίνεται ότι, με τα αρ.φ14/1405/27-7-2000 και Φ14/οικ.1430/3-8-2000 έγγραφα της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικών Ασφαλίσεων, έχουν ήδη αντιμετωπιστεί οι ως άνω περιπτώσεις επιχειρήσεων στη νήσο Σάμο, οι οποίες είχαν οφειλές από εισφορές προς ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, στις οποίες δόθηκε η δυνατότητα να ρυθμίσουν την οφειλή τους σε 24 μηνιαίες δόσεις, ανεξάρτητα αν επλήγησαν ή όχι από τις πυρκαγιές, με σκοπό την ενίσχυση της οικονομίας του νησιού.

Επισημαίνεται ότι, για τις επιχειρήσεις της νήσου Σάμου που έχουν υπαχθεί στη ρύθμιση, η εξάμηνη περίοδος αναστολής καταβολής των χρεών τους έληξε την 31-12-2000. Από 1-1-2001 αρχίζει η περίοδος καταβολής των μηνιαίων δόσεων. Για την προθεσμία καταβολής των δόσεων, την απώλεια του δικαιώματος της ρύθμισης κλπ θα εκδοθεί σχετική Υπουργική απόφαση, η οποία θα κοινοποιηθεί μετά τη δημοσίευσή της.

`Αρθρο 26

Χορήγηση νοσήλιου-τροφείου

Με το άρθρο 26 του ίδιου νόμου προβλέπεται ότι το νοσήλιο-τροφείο που χορηγούν οι ασφαλιστικοί οργανισμοί στα ΑΜΕΑ τέκνα των ασφαλισμένων τους, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 6 του Ν. 861/79 και 22 του Ν. 997/79 εξακολουθεί να καταβάλλεται και στις περιπτώσεις που οι ανωτέρω έχουν καταστεί συνταξιούχοι λόγω θανάτου του γονέα τους.

Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε αναγκαία για τη προστασία των προσώπων αυτών, επειδή οι ανάγκες τους δεν εκλείπουν από το γεγονός ότι καθίστανται "συνταξιούχοι". Για το λόγο αυτό οι Ασφαλιστικοί Οργανισμοί οφείλουν πλέον να συνεχίσουν την καταβολή νοσηλίων και τροφείων.

`Αρθρο 27

Εισφορά για τη λήψη διαφοράς εφάπαξ

βοηθήματος

Με το άρθρο 27 του ίδιου νόμου ρυθμίζεται: α) το θέμα της καταβολής εισφοράς των υγειονομικών υπαλλήλων του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων (ΕΟΦ) που υπάγονται στον κλάδο πρόνοιας του ΤΣΑΥ για την καταβολή διαφοράς εφάπαξ βοηθήματος μεταξύ του βοηθήματος που χορηγεί ο κλάδος αυτός και εκείνου που χορηγείται βάσει των διατάξεων του Ν. 103/75 και β) θεσπίζεται ειδική πρόβλεψη για την τύχη των ποσών εισφορών και παροχών που κατεβλήθησαν πριν από τη ρύθμιση του παραπάνω θέματος.

`Αρθρο 28

Παράταση προθεσμίας για αναγνώριση χρόνου εργασίας

Με το άρθρο 28 του Ν. 2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α) δίνεται νέα προθεσμία για την αναγνώριση χρόνων προϋπηρεσίας ή προθεσμία για την προσμέτρηση άλλων πλασματικών χρόνων πλην των αναφερόμενων στο άρθρο 40 του Ν. 2084/1992. Οι διατάξεις αυτές, ως γνωστό, καταργήθηκαν από 1-1-1993. Δόθηκε όμως νέα προθεσμία μέχρι 31-12-1996 με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 5 του Ν.2335/95 και μέχρι 31-5-1998 με την παράγραφο 7 του άρθρου 16 του Ν.2556/97.

Ειδικότερα:

α. Με την παράγραφο 1 του άρθρου 28 του Ν.2874/2000 (ΦΕΚ 286 Α΄) τροποποιείται και πάλι μόνο το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 5 του άρθρου 5 του Ν. 2335/95 και δίνεται έτσι νέα προθεσμία αναγνώρισης. Επομένως, όπως προβλέπουν οι διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 5 του άρθρου 5 του Ν. 2335/95, δικαίωμα αναγνώρισης έχουν μόνο οι ασφαλισμένοι που μέχρι την 31-12-1993 μπορούσαν να αναγνωρίσουν τους πιο πάνω χρόνους. Επίσης, εξακολουθούν να ισχύουν οι εξαιρέσεις του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 12 του άρθρου 47 του Ν.2084/1992 όσο αφορά τους αναγνωριζόμενους χρόνους.

β. Με το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2 του ίδιου άρθρου ρυθμίζονται οι περιπτώσεις ασφαλισμένων που υπέβαλαν αιτήσεις μετά την 31-5-1998, με συνέπεια αυτές να απορριφθούν ως εκπρόθεσμες. Οι περιπτώσεις αυτές επανακρίνονται μετά από νέα αίτηση, η οποία έπρεπε να υποβληθεί από τους ενδιαφερόμενους μέχρι και την 30-1-2001.

γ. Με το δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου καθορίζεται ο τρόπος που θα γίνει η αναγνώριση στις περιπτώσεις ασφαλισμένων οι οποίοι έχουν διακόψει την ασφάλισή τους και δεν έχουν αποδοχές επί των οποίων θα πρέπει να υπολογιστούν οι εισφορές αναγνώρισης, με την προϋπόθεση ότι δεν έχουν δικαιωθεί σύνταξης. Για τις περιπτώσεις αυτές, η αναγνώριση του χρόνου πραγματοποιείται με την καταβολή εισφοράς, η οποία υπολογίζεται με το ασφάλιστρο και τις αποδοχές που ίσχυαν κατά τη διακοπή της ασφάλισης, όπως θα είναι διαμορφωμένες όταν οι ενδιαφερόμενοι υποβάλουν την αίτησή τους, εντός της πιο πάνω προθεσμίας.

Όσο αφορά τα ταμεία Αυτοτελώς Απασχολουμένων η αναγνώριση του χρόνου πραγματοποιείται με την καταβολή της εισφοράς που ισχύει κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης.

`Αρθρο 29

Διαδοχική ασφάλιση Ο.Γ.Α

Με το άρθρο 29 του ίδιου νόμου παρέχεται η δυνατότητα προσδιορισμού του ποσού της σύνταξης που θα πρέπει να καταβάλλει ο Ο.Γ.Α, είτε είναι απονέμων, είτε είναι συμμετέχων φορέας στις περιπτώσεις που υπάρχουν χρόνοι ασφάλισης και σε άλλους ασφαλιστικούς φορείς, στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης.

Ειδικότερα:

α) Χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί σε φορείς Κύριας Ασφάλισης Μισθωτών, λογίζεται από τον Ο.Γ.Α ως χρόνος που έχει διανυθεί στην Γ΄ Ασφαλιστική Κατηγορία του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.

β) Χρόνος ασφάλισης που έχει διανυθεί σε φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης Αυτοαπασχολούμενων λογίζεται από τον Ο.Γ.Α ως χρόνος διανυθείς στην Α’ ασφαλιστική κατηγορία του Κλάδου Κύριας Ασφάλισης Αγροτών.

γ) Χρόνος ασφάλισης που διανύθηκε σε φορείς Επικουρικής Ασφάλισης, λογίζεται από τον Ο.Γ.Α ως χρόνος διανυθείς στην Α΄ Ασφαλιστική κλάση του Κλάδου Πρόσθετης Ασφάλισης Αγροτών.

Με τη ρύθμιση αυτή επιδιώκεται ο προσδιορισμός του ποσού της σύνταξης που βαρύνει τον Ο.Γ.Α κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της διαδοχικής ασφάλισης με τον πλέον δίκαιο τρόπο ειδικότερα για χρόνους που έχουν διανυθεί σε άλλους ασφαλιστικούς φορείς πριν από το έτος 1988 που στον Ο.Γ.Α δεν προβλεπόταν η καταβολή ασφαλιστικών εισφορών.

Αρθρο 32

Απονομή σύνταξης μετά 35ετή ασφάλιση

Με το άρθρο αυτό τροποποιούνται οι διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 25 του Ν. 2556/97 όσο αφορά τα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης λόγω 35ετίας των απασχολούμενων σε βαριές και ανθυγιεινές εργασίες.

Συγκεκριμένα, από 29-12-2000 καθιερώνεται για πρώτη φορά η δυνατότητα λήψης πλήρους σύνταξης λόγω 35ετίας σε μειωμένο όριο ηλικίας (55ο) αντί του 58ου για τους ασφαλισμένους του Ιδρύματος που από το συνολικό αριθμό των 10.500 ημερών ασφάλισης έχουν πραγματοποιήσει 7.500 ημέρες εργασίας στα βαριά και ανθυγιεινά επαγγέλματα.

Για την κατηγορία αυτή των ασφαλισμένων που συμπληρώνουν τις προαναφερόμενες χρονικές προϋποθέσεις μειώνεται παράλληλα και το όριο ηλικίας για λήψη μειωμένης σύνταξης λόγω 35ετίας και πλέον μπορούν να συνταξιοδοτούνται στο 53ο (αντί του 56ου). Το ποσό της σύνταξης στην τελευταία αυτή περίπτωση μειώνεται κατά 1.200 στο για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του 55ου έτους της ηλικίας τους.

Η ετήσια οικονομική επιβάρυνση που θα προκληθεί στο Ίδρυμα μέχρι 31-12-2004: α. από την καταβολή των συντάξεων και β. από την απώλεια των ασφαλιστικών εισφορών καλύπτεται από το Λογαριασμό για την Απασχόληση και την Επαγγελματική Κατάρτιση (Λ.Α.Ε.Κ).

Συγκεκριμένα, ο Λ.Α.Ε.Κ θα αποδίδει τα ποσά που αντιστοιχούν στις καταβληθείσες συντάξεις κάθε έτους απολογιστικά εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους.

Μέσα στο ίδιο χρονικό διάστημα θα καταβάλλει και το ποσό που αντιστοιχεί στις κατά μήνα αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές (εργοδότη και εργαζόμενου) κλάδου κύριας σύνταξης και ΙΚΑ-ΤΕΑΜ των συνταξιοδοτηθέντων ασφαλισμένων. Για τον προσδιορισμό του ποσού που αντιστοιχεί στον κάθε συνταξιοδοτούμενο οι αρμόδιες Υπηρεσίες του Ιδρύματος υπολογίζουν το ποσοστό εισφοράς (31.60%) επί του τεκμαρτού μισθού της κλάσης συνταξιοδότησης, όπως ισχύει κάθε φορά. Ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται και επί των δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, καθώς και επί του επιδόματος αδείας. Τα ποσά που προκύπτουν μετά τον παραπάνω υπολογισμό για κάθε ένα συνταξιοδοτηθέντα αποτελούν τη συνολική απώλεια εσόδων του Ιδρύματος και γνωστοποιούνται στο Λ.Α.Ε.Κ εγκαίρως, ώστε να είναι δυνατή η απόδοσή τους στο Ίδρυμα εντός του πρώτου τριμήνου του επόμενου έτους.

Αρθρο 33

Στο άρθρο 33 του νόμου τούτου καθορίστηκαν οι αποδοχές επί των οποίων θα πρέπει να γίνονται κρατήσεις και να υπολογίζονται οι παροχές για τους Φορείς Επικουρικής Ασφάλισης και Εφάπαξ βοηθήματος του τακτικού προσωπικού των Ν.Π.Δ.Δ. το οποίο υπηρετούσε κατά τη μετατροπή αυτών σε ανώνυμες εταιρίες.

Ειδικότερα, ως προς το θέμα των κρατήσεων, διευκρινίζεται ότι αυτές θα πρέπει να γίνονται στις αποδοχές των υπαλλήλων της παραπάνω κατηγορίας που λαμβάνονται υπόψη από τον αντίστοιχο φορέα κύριας ασφάλισής τους, πλην των υπαλλήλων που υπάγονται στο καθεστώς του Ν. 103/75 οι κρατήσεις των οποίων καθώς και το εφάπαξ βοήθημα θα υπολογίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 10 του άρθρου 7 του Ν. 2703/99, "βάσει του εκάστοτε βασικού μισθού ενεργείας του μισθολογικού κλιμακίου ή του βαθμού του κλάδου δημοσίων πολιτικών υπαλλήλων με τους οποίους έχουν τα ίδια τυπικά προσόντα..." με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 37 και 38 του Ν. 2084/1992.

Για περαιτέρω διευκρινίσεις επί του περιεχομένου της εγκυκλίου οι ενδιαφερόμενοι θα μπορούν να απευθύνονται στις καθ’ ύλη αρμόδιες Διευθύνσεις και Υπηρεσίες, ως εξής:

α) άρθρα 4, 5 και 7, στη Διεύθυνση Όρων Εργασίας. Τηλ. 5295407, 5295402 και 5295302

β) άρθρα 19, 20 παρ. 10, στη Διεύθυνση Εποπτείας Οργανισμών. Τηλ. 5295415

γ) άρθρο 20 παρ. 5, 6, 7, 8, 9, 12, 13, στη Διεύθυνση Συνδρομής. Τηλ. 5295257 και 5295258

δ) άρθρα 9, 12 και 14, στη Διεύθυνση Απασχόλησης. Τηλ. 5295400

ε) άρθρο 13, στη Γενική Διεύθυνση Συνθηκών και Υγιεινής της Εργασίας. Τηλ. 3214310

στ) άρθρο 15, στη Διεύθυνση Οργάνωσης και Απλούστευσης Διαδικασιών. Τηλ. 5295454, 5295185

ζ) άρθρο 16, στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.ΕΠ.Ε.). Τηλ. 3702401, 3702402 και 3702418

η) άρθρα 6, 10, 11, 18, 22, 23, 24, 25, 26, 27, 28, 29, 32, 33, στη Γενική Γραμματεία Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Τηλ. 3368126, 3368178, 3368179, 3368052, 3368054 και 3368116

Αρθρο 34

Ρύθμιση θεμάτων Εθνικού Κέντρου Πιστοποίησης Δομών Σ.Ε.Κ. και Σ.Υ.Υ.

Με το άρθρο αυτό τροποποιείται η διάταξη του Ν. 2469/97 όσο αφορά τις αρμοδιότητες του Εθνικού Κέντρου Πιστοποίησης Δομών Σ.Ε.Κ. και Σ.Υ.Υ. καθώς και οι αρμοδιότητες του Διοικητικού τους Συμβουλίου αναδρομικά από τότε που ο Ν. 2469/97 ίσχυσε. Επίσης, προβλέπεται ότι εφεξής οι όροι, οι προϋποθέσεις, τα κριτήρια και οι διαδικασίες ελέγχου πιστοποίησης, οι ανάγκες σε πιστοποιήσιμες δομές Σ.Ε.Κ. και Σ.Υ.Υ., καθώς και σε εκπαιδευτές και στελέχη Σ.Υ.Υ., η συγκρότηση των γνωμοδοτικών επιτροπών πιστοποίησης και εξουσιοδότησης για τη συγκρότηση επιτροπών ελέγχου και αξιολόγησης των ήδη πιστοποιημένων δομών και λειτουργιών γίνονται με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων ύστερα από πρόταση του ΔΣ του Εθνικού Κέντρου.

Με τη παράγραφο 4 προβλέπονται τα της συμμετοχής ανωτέρου υπαλλήλου του Υπουργείου στο ΔΣ του Κέντρου μετά την κατάργηση ή συγχώνευση της Δ/νσης Έλεγχου και Αξιολόγησης της Γενικής Γραμματείας Διαχείρισης Κοινοτικών Πόρων του Υπουργείου.

Σας πληροφορούμε, ότι σε περίπτωση που υπάρξουν ερωτήματα σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος νόμου, θα αποσταλεί νεότερη διευκρινιστική εγκύκλιος.

Η παρούσα εγκύκλιος θα πρέπει να κοινοποιηθεί άμεσα στους φορείς που εποπτεύονται από το Υπουργείο και στους οποίους έχουν εφαρμογή οι διατάξεις και να ενημερώσετε σχετικά τους υπαλλήλους.

Σημείωση: Στο άρθρο 6 της εγκυκλίου, που δημοσιεύθηκε στο τεύχος 173, αναφέρεται εσφαλμένα, λόγω τυπογραφικού λάθους του Υπουργείου: "......μειώνεται κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή από 13,67% στο 11,67%, η εισφορά κλάδου κύριας σύνταξης του Ι.Κ.Α.....", αντί του σωστού "....από 13,33% στο 11,33%....".



Taxheaven.gr