Αποτελέσματα live αναζήτησης

Άρειος Πάγος 1331/2022 Μισθοί υπερημερίας


Δημοσιεύθηκε στις : [ 21-11-2022 ]
Κατηγορία: Εργατικά - Απασχόληση

Άρειος Πάγος 1331/2022
Για να θεωρηθεί καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος του εργαζομένου να ζητήσει μισθούς υπερημερίας απαιτείται δόλια και κακόβουλη αποφυγή της απασχολήσεώς του και δεν αρκεί ότι δεν βρήκε άλλη εργασία από αμέλεια


Περίληψη

Υπερήμερος περί την αποδοχή της εργασίας καθίσταται και ο εργοδότης που κατήγγειλε ακύρως (για οποιοδήποτε λόγο) την εργασιακή σύμβαση, εφόσον πλέον δεν αποδέχεται τις υπηρεσίες του μισθωτού (ΑΠ 440/2016, ΑΠ 414/2016, ΑΠ 359/2015). Το δικαίωμα του εργαζομένου να αξιώσει μισθούς υπερημερίας κατά το άρθρο 656 ΑΚ υπόκειται, όπως κάθε άλλο δικαίωμα, στους περιορισμούς του άρθρου 281 ΑΚ, δηλαδή απαγορεύεται η άσκησή του αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Τέτοια υπέρβαση υπάρχει και όταν, κατά το διάστημα της υπερημερίας του εργοδότη του, ο εργαζόμενος παραμένει θεληματικά άνεργος, αποφεύγοντας αδικαιολόγητα και κακόβουλα να επιδιώξει την εξεύρεση άλλης εργασίας, την οποία μπορεί να ανεύρει και να παράσχει ευχερώς, για να εισπράττει τους μισθούς υπερημερίας χωρίς να εργάζεται.

Για να θεωρηθεί δηλαδή καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος του εργαζομένου να ζητήσει μισθούς υπερημερίας απαιτείται δόλια και κακόβουλη αποφυγή της απασχολήσεώς του και δεν αρκεί ότι δεν βρήκε άλλη εργασία από αμέλεια (ΑΠ 414/2016, ΑΠ 363/2015, ΑΠ 223/2014).

Ειδικότερα απαιτείται, για την ευδοκίμηση της ως άνω ενστάσεως του εργοδότη, όπως ο τελευταίος επικαλεσθεί και αποδείξει,
α) την εργασία την οποία ο εργαζόμενος μπορούσε να εκτελέσει, χωρίς να είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης επιχείρησης,
β) τους λόγους για τους οποίους είναι αδικαιολόγητη και κακόβουλη η μη απασχόληση του εργαζομένου αλλού,
γ) την ωφέλεια την οποία θα αποκόμιζε από την άλλη εργασία, με αναφορά συγκεκριμένων αποδοχών που θα ελάμβανε από την εργασία αυτή και
δ) την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υπερημερίας του εργοδότη και της ωφέλειας που αποκόμισε ο εργαζόμενος, δηλαδή από το γεγονός ότι δεν απασχολήθηκε στην υπηρεσία του εργοδότη και διέθεσε το χρόνο που αποδεσμεύτηκε σε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα (AΠ 223/2014).
Μόνη η μακρά διάρκεια του χρονικού διαστήματος για το οποίο ζητούνται αποδοχές υπερημερίας, χωρίς παράλληλα να είναι δόλια και κακόβουλη η αποφυγή του εργαζομένου προς ανεύρεση εργασίας, δεν καθιστά την άσκηση της σχετικής αξίωσης καταχρηστική (ΑΠ 613/2018, ΑΠ 118/2017, ΑΠ 394/2016, ΑΠ 363/2015, ΑΠ 142/2007).


Απόφαση 1331 / 2022

(Β1, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)

Αριθμός 1331/2022


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Β1' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους δικαστές, Λουκά Μόρφη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Δήμητρα Ζώη, Ιωάννα Μαργέλλου-Μπουλταδάκη, Ιωάννη Δουρουκλάκη και Δημητρία Στρούζα-Ξένου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο κατάστημά του, την 1η Φεβρουαρίου 2022, με την παρουσία και της Γραμματέως Ελένης Τσιουρή, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας: Π. Κ. του Γ., κατοίκου ..., που παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξουσίου δικηγόρου ..............., ο οποίος δεν κατέθεσε προτάσεις.
Της αναιρεσίβλητης: Ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "....", όπως εκπροσωπείται νόμιμα, που εδρεύει στην ... και παραστάθηκε δια δηλώσεως (ΚΠολΔ 242 παρ.2) του πληρεξουσίου δικηγόρου ..........., ο οποίος κατέθεσε προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 24/3/2017 αγωγή της ήδη αναιρεσείουσας, που κατατέθηκε στο Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών. Εκδόθηκαν η 2005/2018 οριστική απόφαση του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου και, κατόπιν ασκήσεως εφέσεως, η 304/2020 απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Την αναίρεση της τελευταίας, ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 19-10-2020 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Εισηγήτρια ορίσθηκε η Αρεοπαγίτης Ιωάννα Μαργέλλου-Μπουλταδάκη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ


Με την από 19.10.2020 και με αριθμό κατάθεσης 8005/954/2020 αίτηση αναίρεσης της ενάγουσας και ήδη αναιρεσείουσας Π. Κ. προσβάλλεται η αντιμωλία των διαδίκων εκδοθείσα κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών υπ' αριθμ. 304/2020 τελεσίδικη απόφαση του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών. Με την προσβαλλόμενη απόφαση έγινε τυπικά και κατ' ουσία δεκτή η από 5.12.2018 και με αριθμ. εκθ. κατάθ. 114062/8040/5.12.2018 έφεση της εναγομένης και ήδη αναιρεσίβλητης ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία "..." και μετά από εξαφάνιση της υπ' αριθμ. 2005/26.10.2018 αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, η οποία είχε δεχθεί εν μέρει ως ουσία βάσιμη την από 24.3.2017 (αριθμ. εκθ. καταθ. ........../ ......./29.3.2017) αγωγή της αναιρεσείουσας, απέρριψε αυτή ως ουσία βάσιμη. Η αίτηση ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 518, 552, 553, 556, 558, 564, 566 παρ. 1 και 144 παρ. 1 ΚΠολΔ). Είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ. 577 ΚΠολΔ) και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 ΚΠολΔ).

Κατά το άρθρο 656 του ΑΚ, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 61 του ν. 4139/2013, το οποίο (σύμφωνα με το άρθρο 98 παρ. 1 του ίδιου νόμου) καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς υποθέσεις και συνακόλουθα την ένδικη υπόθεση που ήταν εκκρεμής ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου την 20.3.2013, που δημοσιεύθηκε στο ΦΕΚ ο νόμος αυτός (4139/2013) και τέθηκε σε ισχύ κατά το άρθρο 104 αυτού "Αν ο εργοδότης έγινε υπερήμερος ως προς την αποδοχή της εργασίας ο εργαζόμενος έχει δικαίωμα να απαιτήσει την πραγματική απασχόλησή του, καθώς και το μισθό για το διάστημα που δεν απασχολήθηκε. Δικαίωμα να απαιτήσει το μισθό έχει ο εργαζόμενος και στην περίπτωση που η αποδοχή της εργασίας είναι αδύνατη από λόγους που αφορούν στον εργοδότη και δεν οφείλονται σε ανώτερη βία. Στις ανωτέρω περιπτώσεις ο εργαζόμενος δεν είναι υποχρεωμένος να παράσχει την εργασία σε άλλο χρόνο. Ο εργοδότης, όμως, έχει δικαίωμα να αφαιρέσει από το μισθό καθετί που ο εργαζόμενος ωφελήθηκε από τη ματαίωση της εργασίας ή από την παροχή της αλλού".

Υπερήμερος περί την αποδοχή της εργασίας καθίσταται και ο εργοδότης που κατήγγειλε ακύρως (για οποιοδήποτε λόγο) την εργασιακή σύμβαση, εφόσον πλέον δεν αποδέχεται τις υπηρεσίες του μισθωτού (ΑΠ 440/2016, ΑΠ 414/2016, ΑΠ 359/2015). Το δικαίωμα του εργαζομένου να αξιώσει μισθούς υπερημερίας κατά το άρθρο 656 ΑΚ υπόκειται, όπως κάθε άλλο δικαίωμα, στους περιορισμούς του άρθρου 281 ΑΚ, δηλαδή απαγορεύεται η άσκησή του αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Τέτοια υπέρβαση υπάρχει και όταν, κατά το διάστημα της υπερημερίας του εργοδότη του, ο εργαζόμενος παραμένει θεληματικά άνεργος, αποφεύγοντας αδικαιολόγητα και κακόβουλα να επιδιώξει την εξεύρεση άλλης εργασίας, την οποία μπορεί να ανεύρει και να παράσχει ευχερώς, για να εισπράττει τους μισθούς υπερημερίας χωρίς να εργάζεται. Για να θεωρηθεί δηλαδή καταχρηστική η άσκηση του δικαιώματος του εργαζομένου να ζητήσει μισθούς υπερημερίας απαιτείται δόλια και κακόβουλη αποφυγή της απασχολήσεώς του και δεν αρκεί ότι δεν βρήκε άλλη εργασία από αμέλεια (ΑΠ 414/2016, ΑΠ 363/2015, ΑΠ 223/2014). Ειδικότερα απαιτείται, για την ευδοκίμηση της ως άνω ενστάσεως του εργοδότη, όπως ο τελευταίος επικαλεσθεί και αποδείξει, α) την εργασία την οποία ο εργαζόμενος μπορούσε να εκτελέσει, χωρίς να είναι αναγκαίος ο προσδιορισμός της συγκεκριμένης επιχείρησης, β) τους λόγους για τους οποίους είναι αδικαιολόγητη και κακόβουλη η μη απασχόληση του εργαζομένου αλλού, γ) την ωφέλεια την οποία θα αποκόμιζε από την άλλη εργασία, με αναφορά συγκεκριμένων αποδοχών που θα ελάμβανε από την εργασία αυτή και δ) την ύπαρξη αιτιώδους συνάφειας μεταξύ της υπερημερίας του εργοδότη και της ωφέλειας που αποκόμισε ο εργαζόμενος, δηλαδή από το γεγονός ότι δεν απασχολήθηκε στην υπηρεσία του εργοδότη και διέθεσε το χρόνο που αποδεσμεύτηκε σε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα (AΠ 223/2014). Μόνη η μακρά διάρκεια του χρονικού διαστήματος για το οποίο ζητούνται αποδοχές υπερημερίας, χωρίς παράλληλα να είναι δόλια και κακόβουλη η αποφυγή του εργαζομένου προς ανεύρεση εργασίας, δεν καθιστά την άσκηση της σχετικής αξίωσης καταχρηστική (ΑΠ 613/2018, ΑΠ 118/2017, ΑΠ 394/2016, ΑΠ 363/2015, ΑΠ 142/2007).

Εξ άλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ.1 εδ. α' ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης αν παραβιάστηκε κανόνας ουσιαστικού δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται αν δεν εφαρμοστεί, ενώ συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής του ή αν εφαρμοστεί, ενώ δεν έπρεπε, καθώς και αν εφαρμοστεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε με ψευδή ερμηνεία είτε με κακή εφαρμογή, δηλαδή με εσφαλμένη υπαγωγή. Και κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αρ. 19 ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναιρέσεως αν η απόφαση του δικαστηρίου της ουσίας δεν έχει νόμιμη βάση, πράγμα που συμβαίνει όταν στις αιτιολογίες, που συνιστούν την ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού, δεν αναφέρονται διόλου ή αναφέρονται ανεπαρκώς ή αντιφατικώς τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία το δικαστήριο της ουσίας στήριξε την κρίση του επί ζητήματος με ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης και, έτσι, δεν μπορεί να ελεγχθεί αν στη συγκεκριμένη περίπτωση συνέτρεχαν οι όροι του κανόνα ουσιαστικού δικαίου που εφαρμόστηκε ή δεν συνέτρεχαν οι όροι εκείνου που δεν εφαρμόστηκε. Αντιθέτως, η απόφαση δεν στερείται από νόμιμη βάση όταν οι ανωτέρω ελλείψεις αφορούν στα νομικά ή πραγματικά επιχειρήματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου ή ανάγονται στην αναιρετικώς ανέλεγκτη εκτίμηση των αποδείξεων (ΚΠολΔ 561 παρ. 1) και ειδικότερα στην ανάλυση και αιτιολόγηση του αποδεικτικού πορίσματος, αρκεί τούτο να εκτίθεται στην απόφαση σαφώς.

Στην προκείμενη περίπτωση, από την επισκόπηση της προσβαλλομένης απόφασης σύμφωνα με τις ανέλεγκτες παραδοχές της και των διαδικαστικών εγγράφων της υπόθεσης, προκύπτουν τα εξής: Η ενάγουσα και ήδη αναιρεσείουσα από 1.12.1998 είχε καταρτίσει έγγραφη σύμβαση με την ασφαλιστική εταιρεία με την επωνυμία "..." καθολική διάδοχος της οποίας, λόγω συγχώνευσης με απορρόφηση δυνάμει της υπ' αριθμ. Κ3-......./31.12.2002 απόφασης του Υπουργού Ανάπτυξης ( ΦΕΚ ........./2002), κατέστη η εκκαλούσα και ήδη αναιρεσείουσα, η οποία, έννομη σχέση που συνέδεε την αναιρεσείουσα με την αναιρεσίβλητη, φέρει το χαρακτήρα της σύμβασης εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, όπως προκύπτει από την υπ' αριθμ. 2568/26.5.2017 τελεσίδικη απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε επί της υπ' αριθμ. εκθ. καταθ. ....../......../2005 σχετικής αγωγής της αναιρεσείουσας. Από την εν λόγω απόφαση το Μονομελές Εφετείο με την αναιρεσιβαλλομένη απόφασή του δέχθηκε ότι απορρέει δεδικασμένο, ως προς τα εξής πραγματικά περιστατικά: 1) Ότι η από 1.12.1998 έως 9.11.2005 έννομη σχέση που συνέδεε τα διάδικα μέρη ήταν σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, 2) ότι η από 9.11.2005 καταγγελία της ως άνω σύμβασης από την αρχική εναγομένη ήταν άκυρη, 3) ότι η εναγομένη ήταν υποχρεωμένη να αποδέχεται τις υπηρεσίες της ενάγουσας καταβάλλοντας σε αυτήν τις νόμιμες αποδοχές της, και 4) ότι η ενάγουσα δεν τηρεί τις προϋποθέσεις ένταξής της στα μισθολογικά κλιμάκια της εναγομένης, ούτε δικαιούται το επιστημονικό επίδομα ως απόφοιτη Τ.Ε.Ι. Λογιστικής, και εκείνο της τετραετούς προϋπηρεσίας σε άλλον εργοδότη... Αποτέλεσμα της ως άνω τελεσίδικης κρίσης ήταν η εναγομένη να περιέλθει σε υπερημερία οφειλέτη από τις 9.11.2005. Περαιτέρω το Μονομελές Εφετείο, επιλαμβανόμενο του λόγου εφέσεως της αναιρεσίβλητης κατά της αποφάσεως του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, το οποίο είχε απορρίψει ως αόριστο τον ισχυρισμό αυτής ότι η επίδικη αξίωση περί καταβολής μισθών υπερημερίας ασκείται από την ενάγουσα καταχρηστικώς, καθ' όσον με δική της θέληση και προκειμένου να εισπράξει υψηλές αποδοχές υπερημερίας παρέμεινε άνεργη καθ' όλο το επίδικο χρονικό διάστημα, αν και ευχερώς θα μπορούσε να ανεύρει άλλη εργασία ανάλογη προς την αναφερόμενη ειδικότητά της και με αποδοχές ανάλογες με αυτές που λάμβανε από αυτή (εναγομένη) δέχθηκε τα εξής: " Ότι επί μακρό όμως χρόνο από την άνω καταγγελία της συμβάσεως εργασίας της ενάγουσας μέχρι την άσκηση της κρινόμενης αγωγής, η τελευταία ηθελημένα και μάλιστα από κακοβουλία παρέλειψε να βρει αλλού εργασία υπαλλήλου γραφείου ή παρεμφερούς σχετικής με τα προσόντα της, με ανάλογες αποδοχές, τις οποίες λάμβανε και από την εναγομένη και συγκεκριμένα τις νόμιμες μηνιαίες που ανέρχονταν στα 1237,31 € (1.043 € ο βασικός μισθός, σύμφωνα με την ισχύουσα ΣΣΕ των ετών 2009-2010 των εργαζομένων στις ασφαλιστικές επιχειρήσεις θυγατρικών τραπεζών και δεδομένου ότι η ενάγουσα έως τότε είχε συμπληρώσει 13 χρόνια υπηρεσίας + 194,31 € από τον συνυπολογισμό των προβλεπόμενων επιδομάτων πολυετούς υπηρεσίας, δηλαδή 2,63% + 5,25% + 10,75%), έκτοτε δε παρέμειναν στο ύψος αυτό, λόγω της αναστολής απόληψης των επιδομάτων ωρίμανσης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 4 της Π.Υ.Σ. 6/2012) που θα μπορούσε ευχερώς να εξεύρει, ενόψει της προϋπηρεσίας της, του βαθμού ζήτησης ισότιμης εργασίας, των αναγκών της εγχώριας αγοράς και των ικανοτήτων της ως υπαλλήλου γραφείου (πτυχιούχος Τ.Ε.Ι. Λογιστικής). Τέτοια εργασία η ενάγουσα θα μπορούσε να είχε ανεύρει, κατά την κρίση του Δικαστηρίου σε διάστημα έως έξι μηνών μετά την ως άνω άκυρη καταγγελία, καθώς κατά τον χρόνο αυτό δεν είχε περιέλθει ακόμη η χώρα στη γνωστή οικονομική κρίση. Μάλιστα επρόκειτο περί περιόδου αμέσως μετά τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών αγώνων στην Αθήνα, χωρίς ακόμη ίχνος εμφάνισης της οικονομικής ύφεσης που έπληξε σχεδόν όλους τους επαγγελματικούς κλάδους. Αντ' αυτού η ενάγουσα με την από 22.12.2014 αγωγή της ζήτησε μισθούς υπερημερίας από την ημερομηνία της ως άνω άκυρης καταγγελίας έως 10.11.2006 και για το μεταγενέστερο διάστημα δια της κρινόμενης αγωγής ήτοι από 1.7.2015 έως 31.12.2016. Παρά ταύτα όμως καθ' όλο το μετέπειτα χρονικό διάστημα μέχρι την ένδικη αγωγή, ήτοι επί σειρά δέκα ετών, αυτή προτίμησε να παραμένει άεργη, μολονότι θα μπορούσε εύκολα να προσφέρει τις υπηρεσίες της σε επιχειρήσεις, ομίλους, εταιρείες κλπ, ενόψει του ότι κατά το χρόνο απολύσεώς της διήγε το 33ο έτος της ηλικίας της (γεν. το έτος 1972), διέθετε ανάλογη πείρα εργασθείσα στην ως άνω ειδικότητα και επιπλέον διέθετε πτυχίο Τ.Ε.Ι. Λογιστικής. Αντίθετα όμως από ηθελημένη οκνηρία και κακοβουλία, ήτοι με πρόθεση να αποκομίσει χωρίς δικαιολογητικό λόγο ωφέλεια με ζημία της εργοδότιδος (εισπράττοντας τους αξιούμενους μισθούς υπερημερίας, χωρίς να εργάζεται) συνέχισε να εμμένει στην ανωτέρω τακτική, επιμένοντας να μην ασχολείται σε άλλες εργασίες και να ζητεί την επαναπρόσληψή της από την εναγομένη, παρά το ότι γνώριζε ότι η τελευταία δεν επιθυμούσε τη συνέχιση της συμβάσεως εργασίας της. Με βάση τα ανωτέρω, το δικαίωμα της ενάγουσας να απαιτήσει μισθούς υπερημερίας και για το χρονικό διάστημα από 1.7.2015 μέχρι 31.12.2016 ασκείται καταχρηστικά". Συνακόλουθα το δευτεροβάθμιο δικαστήριο με την προσβαλλόμενη απόφασή του, δέχθηκε τυπικά και ουσιαστικά την έφεση της αναιρεσίβλητης εταιρείας και μετά από εξαφάνιση εν μέρει της υπ' αριθμ. 2005/2018 αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, κάνοντας δεκτή κατ' ουσίαν την υποβληθείσα από την εναγομένη - αναιρεσίβλητη ένσταση καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος της ενάγουσας - αναιρεσείουσας, απέρριψε κατ' ουσία την αγωγή ως προς το κεφάλαιο επιδικάσεως μισθών υπερημερίας για το προαναφερθέν χρονικό διάστημα. Υπό τις ως άνω παραδοχές το Εφετείο ορθά υπήγαγε τα πραγματικά περιστατικά που, κατά την αναιρετικώς ανέλεγκτη κρίση του, δέχθηκε ως αποδειχθέντα, στις προαναφερόμενες ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 281 και 656 του ΑΚ, τις οποίες δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή. Ειδικότερα, πληρούν το πραγματικό της νομικής έννοιας της καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος και δικαιολογούν την απόρριψη της αγωγής της αναιρεσείουσας τα ανελέγκτως δεκτά γενόμενα ως αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά, ήτοι: α) ότι η αναιρεσείουσα ηθελημένα και μάλιστα από κακοβουλία παρέλειψε να βρει αλλού εργασία υπαλλήλου ή παρεμφερούς σχετικής με τα προσόντα της, με ανάλογες αποδοχές ύψους, με αυτές που ελάμβανε από την αναιρεσίβλητη, την οποία θα μπορούσε ευχερώς να εξεύρει, λαμβανομένου υπ' όψη της προϋπηρεσίας της, του βαθμού ζήτησης ισότιμης εργασίας, σε σχέση με τις ανάγκες της εγχώριας αγοράς και των ικανοτήτων της ως υπαλλήλου γραφείου, με πτυχίο Τ.Ε.Ι. Λογιστικής, β) ότι τέτοιου είδους εργασία θα μπορούσε να ανεύρει σε σύντομο χρονικό διάστημα μετά την άκυρη καταγγελία σε συνάρτηση με το γεγονός ότι η Χώρα δεν είχε περιέλθει σε οικονομική ύφεση εξ αιτίας της γνωστής οικονομικής κρίσης, γ) ότι αντίθετα η οικονομική κατάσταση της Χώρας ήταν σε πολύ καλό επίπεδο εν όψει ότι ήταν περίοδος μετά τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, δ) ότι η αναιρεσείουσα, ενώ είχε τη δυνατότητα ανευρέσεως άλλης εργασίας, αντίστοιχης ειδικότητας και αποδοχών, εν όψει της ηλικίας της, διήγε το 33ο έτος και των επαγγελματικών της προσόντων, ενεργώντας σκοπίμως και από οκνηρία, επέλεξε την ικανοποίηση των αξιώσεών της, παρότι γνώριζε ότι η αναιρεσίβλητη δεν επιθυμούσε τη συνέχιση της συμβάσεως εργασίας της.

Περαιτέρω το Εφετείο, υπό τις προεκτεθείσες παραδοχές του, δεν στέρησε την προσβαλλόμενη απόφασή του από νόμιμη βάση, καθ' όσον διέλαβε σε αυτή, ως προς το κρίσιμο ζήτημα της καταχρηστικής ασκήσεως του ενδίκου δικαιώματος, την απαιτούμενη αιτιολογία, που ανταποκρίνεται στο πραγματικό των προδιαληφθεισών ουσιαστικού δικαίου διατάξεων και καθιστά εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο περί της ορθής εφαρμογής αυτών, τις οποίες δεν παραβίασε ούτε εκ πλαγίου. Τούτο δε, διότι αναφέρονται στην απόφαση με σαφήνεια και επάρκεια τα πραγματικά περιστατικά που θεμελιώνουν το σαφώς διατυπούμενο αποδεικτικό της πόρισμα, ότι δηλαδή η αξίωση μισθών υπερημερίας από την αναιρεσείουσα στην αναιρεσίβλητη εταιρεία, λόγω μη αποδοχής των υπηρεσιών της εκ μέρους της τελευταίας, υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη, τα χρηστά ήθη, ο κοινωνικός και οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Επομένως, οι περί του αντιθέτου σχετικοί τρίτος και τέταρτος, από τους αριθμούς 1 και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, λόγοι της αιτήσεως αναιρέσεως, με τους οποίους προβάλλονται τέτοιες αιτιάσεις, είναι αβάσιμοι. Κατά το άρθρο 559 αριθμ. 8 ΚΠολΔ, αναίρεση επιτρέπεται όταν το δικαστήριο το δικαστήριο της ουσίας παρά το νόμο έλαβε υπ' όψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη του πράγματα που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Ως πράγματα κατά την έννοια της διάταξης αυτής νοούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και συγκροτούν την ιστορική βάση και επομένως, στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης, ή αντένστασης (ΑΠ 95/2017, 1/2016). Δεν αποτελούν "πράγματα" οι αρνητικοί ισχυρισμοί, που συνέχονται με την ιστορική βάση της αγωγής, ένστασης ή αντένστασης και αποτελούν αιτιολογημένη άρνηση καθεμιάς εξ αυτών, αφού οι τελευταίοι αποκρούονται με την παραδοχή ως βάσιμων των θεμελιωτικών τους γεγονότων (Ολ ΑΠ 469/1984, ΑΠ 141/2017) ή οι ισχυρισμοί που αποτελούν επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου από την εκτίμηση των αποδείξεων, και προβάλλονται προς υποστήριξη των απόψεων των διαδίκων, ούτε οι νομικοί ισχυρισμοί και η νομική επιχειρηματολογία του διαδίκου ή τα πορίσματα των αποδείξεων, τα οποία το δικαστήριο εκτιμά ανελέγκτως, έστω και αν αποτελούν περιεχόμενο λόγου έφεσης, ούτε οι απαράδεκτοι ή αβάσιμοι ισχυρισμοί (ΟλΑΠ 3/1997, ΑΠ 11/2017) ή τα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους αποδεικτικά μέσα και τα πραγματικά περιστατικά που προκύπτουν από αυτά (ΟλΑΠ 9/1997, ΑΠ 34/2016, 76/2016). Στοιχείο ενός αυτοτελούς ισχυρισμού είναι κάθε περιστατικό το οποίο, αφηρημένως λαμβανόμενο, οδηγεί κατά νόμο στη γέννηση ή στην κατάλυση του δικαιώματος που ασκείται με την αγωγή ή την ένσταση. Δεν στοιχειοθετείται, όμως, ο λόγος αυτός αναίρεσης, αν ο αυτοτελής πραγματικός ισχυρισμός λήφθηκε υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας και απορρίφθηκε ρητά για οποιοδήποτε λόγο, τυπικό ή ουσιαστικό (ΑΠ 69/2016, 725/2012), αλλά και όταν το δικαστήριο αντιμετώπισε και απέρριψε στην ουσία εκ των πραγμάτων προβληθέντα ισχυρισμό, με την παραδοχή ως αποδειχθέντων γεγονότων αντίθετων προς αυτά που τον συγκροτούν και τούτο συνάγεται από το περιεχόμενο της απόφασης (ΟλΑΠ 11/1996, ΑΠ 1386/2015). Επίσης, δεν στοιχειοθετείται ο λόγος αυτός της αναίρεσης και στην περίπτωση κατά την οποία, το δικαστήριο της ουσίας, στα πλαίσια της αξιολόγησης του αποδεικτικού υλικού και προς τον σκοπό του ακριβέστερου προσδιορισμού κατά το χρόνο, τόπο ή άλλων στοιχείων των εκτιθέμενων πραγματικών περιστατικών στην αγωγή, που συγκροτούν την ιστορική και νομική βάση της, διαφοροποιείται ως προς τα στοιχεία αυτά, υπό την προϋπόθεση βεβαίως ότι η διαφοροποίηση αυτή δεν επάγεται αλλοίωση ως προς τα ουσιώδη στοιχεία του περιγραφόμενου στην αγωγή βιοτικού συμβάντος, ως γενεσιουργού αιτίας της διαγνωστέας έννομης συνέπειας (ΑΠ 195/2017). Για να είναι ορισμένος ο προαναφερόμενος λόγος αναίρεσης, πρέπει να αναφέρονται σ' αυτόν "τα πράγματα", που παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη το δικαστήριο, παρότι είχαν προταθεί νομίμως από τον αναιρεσείοντα, καθώς και τα στοιχεία εκείνα, από τα οποία θα κρινόταν αν τα "πράγματα" είχαν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης (ΑΠ 161/2017, 173/2017, 99/2016). Εξ άλλου, από τη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 262 του ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η ένσταση, ως αυτοτελής πραγματικός ισχυρισμός, που περιέχει πραγματικά περιστατικά διάφορα από εκείνα που αποτελούν την ιστορική βάση της αγωγής και με τα οποία επιδιώκεται η προσωρινή ή οριστική απόρριψη της αγωγής, πρέπει να περιλαμβάνει ορισμένη αίτηση και σαφή έκθεση των γεγονότων που τη θεμελιώνουν σύμφωνα με το νόμο και δικαιολογούν την άσκηση της από τον εναγόμενο κατά του ενάγοντα. Διαφορετικά η ένσταση είναι αόριστη (ΑΠ 1070/2017, 856/2017, 1864/2011, 1014/2010).

Στην προκείμενη περίπτωση, με τον πρώτο λόγο της αιτήσεως, η αναιρεσείουσα αποδίδει στην προσβαλλομένη απόφαση την από τον αριθμό 8α του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλεια και ειδικότερα καταλογίζεται στην προσβαλλομένη απόφαση ότι έλαβε υπ' όψη της τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής ασκήσεως του δικαιώματος της αναιρεσείουσας που προέβαλε η αναιρεσίβλητη στην αξίωση της αναιρεσείουσας για επιδίκαση αποδοχών υπερημερίας για το χρονικό διάστημα από 1.7.2015 έως 30.12.2016, και ο οποίος πρωτοδίκως απορρίφθηκε ως απαράδεκτος λόγω αοριστίας και από το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, στο οποίο τον επανέφερε με λόγο έφεσης, έγινε δεκτός ως βάσιμος κατ' ουσίαν παρά την αοριστία του συγκεκριμένου ισχυρισμού σχετικά α) με τη δόλια και κακόβουλη αποφυγή απασχολήσεως της αναιρεσείουσας και β) με τη μη αναφορά της ωφέλειας που θα αποκόμιζε αυτή από άλλη εργασία. Δηλαδή, ότι παρά το νόμο έλαβε υπ' όψη την ένσταση του άρθρου 281ΑΚ, καίτοι αυτή ήταν αόριστη, διότι δεν γινόταν μνεία των αναφερομένων δύο ελλείψεων. Ο πρώτος λόγος αυτός ως προς την υπό στοιχεία β' αιτίαση πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος διότι από την επισκόπηση του περιεχομένου της απόφασης του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου προκύπτει ότι η ένσταση υποβλήθηκε στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο κατά τρόπο ορισμένο, αφού περιέχονταν τα προαναφερόμενα στοιχεία: ήτοι αναφέρθηκε η ωφέλεια που θα αποκόμιζε η αναιρεσείουσα από άλλη εργασία, καθ' όσον οι αποδοχές της θα ήταν ανάλογες αυτών που ελάμβανε από την αναιρεσίβλητη και επί τόσο μακρό χρονικό διάστημα απέφυγε την αλλαχού απασχόλησή της και ως προς την υπό στοιχεία α' αιτίαση , είναι απαράδεκτος διότι αφορά την ουσιαστική κρίση του Εφετείου επί του εν λόγω ζητήματος και ως εκ τούτου ανάγεται στην ανέλεγκτη αναιρετικώς περί των πραγμάτων σχετική κρίση του Εφετείου. Επίσης, με τον έκτο λόγο της αιτήσεως, η αναιρεσείουσα αποδίδει την πλημμέλεια από το άρθρο 559 αριθμ. 8β του ΚΠολΔ, ότι παρά το νόμο η προσβαλλόμενη απόφαση δεν έλαβε υπ' όψη τον ισχυρισμό της, ότι ήταν καταχρηστική η προβολή από την αναιρεσίβλητη της ένστασης του άρθρου 281ΑΚ. Ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος, διότι πρόκειται για αρνητικό ισχυρισμό της προβληθείσας από την αναιρεσίβλητη ένστασης από το άρθρο 281ΑΚ, και συνεπώς, δεν αποτελεί "πράγμα" υπό την εκτεθείσα έννοια, σε κάθε δε περίπτωση αφορά την ουσιαστική κρίση του Εφετείου επί του αμέσως πιο πάνω ζητήματος.

Κατά το άρθρο 559 αριθμ. 16 του ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης επιτρέπεται και αν το δικαστήριο κατά παράβαση του νόμου δέχθηκε, μεταξύ άλλων, ότι υπάρχει ή δεν υπάρχει δεδικασμένο. Ο Άρειος Πάγος ελέγχει μόνο την "παράβαση νόμου", δηλαδή την ψευδή ερμηνεία ή εσφαλμένη εφαρμογή των περί δεδικασμένου διατάξεων σε σχέση με όσα γίνονται ανελέγκτως δεκτά, ήτοι αν αυτά συνιστούν την έννοια του δεδικασμένου και σε καταφατική περίπτωση αν αυτό έχει την έκταση και τα αποτελέσματα που του προσέδωσε η προσβαλλόμενη απόφαση, ενώ διαφεύγει του αναιρετικού ελέγχου, ως κρίση περί τα πράγματα, η συνδρομή ή όχι των περιστατικών ως προς την ταυτότητα της διαφοράς και των διαδίκων. Αν η κρίση περί δεδικασμένου στηρίζεται μόνον επί διαδικαστικών εγγράφων, προς διακρίβωση της βασιμότητας ή μη του λόγου ελέγχεται και η εκτίμηση του περιεχομένου τους, ενώ επισκοπείται από τον Άρειο Πάγο και η απόφαση από όπου απορρέει το δεδικασμένο (ΟλΑΠ 7/2013). Από τις διατάξεις των άρθρων 322, 324, 330 και 331 ΚΠολΔ, προκύπτει ότι η τελεσίδικη δικαστική απόφαση, που δέχεται την αγωγή του εργαζομένου για μισθούς υπερημερίας λόγω άκυρης απολύσεως, δημιουργεί δεδικασμένο ως προς την αξίωση για μισθούς υπερημερίας του συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος, την ύπαρξη έγκυρης συμβάσεως εργασίας και την ακυρότητα της καταγγελίας που προτάθηκε κατ' αντένσταση ή αποτέλεσε αυτοτελές αναγνωριστικό αίτημα της αγωγής (ΑΠ 1673/2007). Επομένως, η εν λόγω απόφαση δεν αποτελεί δεδικασμένο όσον αφορά την αξίωση για επιδίκαση μισθών υπερημερίας μεταγενέστερου χρονικού διαστήματος. Στην προκειμένη περίπτωση, δέχθηκε δηλαδή το Εφετείο, με την προσβαλλομένη απόφασή του, ότι από την προηγηθείσα υπ' αριθμ. 2568/2017 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, παράγεται δεδικασμένο, πέραν των ανωτέρω αναφερθέντων και ως προς το ότι η αναιρεσίβλητη ήταν υποχρεωμένη να αποδέχεται τις υπηρεσίες της αναιρεσείουσας καταβάλλοντας σε αυτήν τις νόμιμες αποδοχές της, όχι όμως και ως προς το ότι η υπερημερία της αναιρεσίβλητης , συνεχίσθηκε και για το μεταγενέστερο, του αναφερομένου στην πρώτη αγωγή, χρονικό διάστημα, δηλαδή για το αναφερόμενο στην ένδικη αγωγή χρονικό διάστημα ήτοι από 1.7.2015 έως 30.12.2016, για το οποίο ζητήθηκαν αποδοχές υπερημερίας με αυτή. Με τον δεύτερο λόγο αναιρέσεως προβάλλεται αιτίαση από τον αριθμ. 16 του άρθρου 559 ΚΠολΔ, ότι εσφαλμένα η προσβαλλόμενη απόφαση δέχθηκε ότι η ένσταση της αναιρεσίβλητης για κακόβουλη παράλειψη της αναιρεσείουσας για ανεύρεση εργασίας καλύπτεται από το δεδικασμένο που απορρέει τόσο από την 6190/2012 απόφαση του Εφετείου Αθηνών όσο και από την 2568/2017 τοιαύτη και πως το δεδικασμένο που παρήχθη από την υπ' αριθμ. 2568/2017 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, καλύπτει, πέραν των προαναφερθέντων και την υποχρέωσή της - αναιρεσίβλητης - για καταβολή μισθών υπερημερίας για το επίδικο χρονικό διάστημα, δηλαδή για χρονικό διάστημα άλλο από αυτό που αφορούσε η ως άνω τελεσίδικη απόφαση της προγενέστερης δίκης μεταξύ των διαδίκων. Ο λόγος αυτός αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος διότι ορθά το Εφετείο με την προσβαλλομένη απόφασή του δέχθηκε πως από την υπ' αριθμ. 2568/2017 τελεσίδικη απόφαση του Εφετείου Αθηνών, δεν παράγεται δεδικασμένο και ως προς την ύπαρξη υπερημερίας της αναιρεσίβλητης και συνακόλουθα υποχρεώσεώς της για καταβολή αποδοχών υπερημερίας για μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, η δε 6190/2012 απόφαση του Εφετείου Αθηνών αναιρέθηκε με την προαναφερθείσα 2010/2014 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού και από την 2568/2017 απόφαση του Εφετείου Αθηνών το δεδικασμένο που απορρέει από την εν λόγω απόφαση αφορά συγκεκριμένο χρονικό διάστημα ήτοι από 10.11.2005 έως 10.11.2006. Σύμφωνα με το άρθρα 559 αριθμ. 11 περ. γ' ΚΠολΔ, ιδρύεται λόγος αναίρεσης της απόφασης και αν το δικαστήριο παρά το νόμο δεν έλαβε υπόψη αποδεικτικά μέσα που οι διάδικοι επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν. Για την ίδρυση του λόγου αυτού αναίρεσης αρκεί και μόνη η ύπαρξη αμφιβολιών για το αν το δικαστήριο της ουσίας έλαβε υπόψη του όλα τα αποδεικτικά μέσα που νόμιμα επικαλέσθηκαν και προσκόμισαν οι διάδικοι, τα οποία ήταν υποχρεωμένο να λάβει υπόψη σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 335, 338, 339, 340 και 346 ΚΠολΔ, όπως το τρίτο εξ αυτών ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 36 του ν.3994/2011 και το τέταρτο εξ αυτών ίσχυε πριν από την τροποποίησή του με το δεύτερο άρθρο του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, υπό την προϋπόθεση ότι το πραγματικό γεγονός που επικαλείται ο διάδικος προς απόδειξη με το αποδεικτικό μέσο ασκεί επίδραση στην έκβαση της δίκης (Ολ. ΑΠ 2/2008 ΑΠ 75/2016, 1317/2015). Καμία, ωστόσο, διάταξη δεν επιβάλλει την ειδική μνεία και τη χωριστή αξιολόγηση καθενός από τα αποδεικτικά μέσα, αλλ' αρκεί η γενική βεβαίωση του δικαστηρίου της ουσίας ότι ελήφθησαν υπόψη όλα τα κατ' είδος μόνο αναφερόμενα αποδεικτικά μέσα. Μόνο αν από τη γενική αυτή αναφορά, σε συνδυασμό με το περιεχόμενο της απόφασης, δεν προκύπτει κατά τρόπο αναμφίβολο ότι λήφθηκε υπόψη κάποιο συγκεκριμένο έγγραφο, στοιχειοθετείται ο από το άρθρο 559 αριθ. 11 περ. γ' ΚΠολΔ λόγος αναίρεσης (ΑΠ 75/2016, 1317/2015). Με τον πέμπτο λόγο αναιρέσεως, από τον αριθμ. 11 περ. γ' του άρθρου 559 ΚΠολΔ, η αναιρεσείουσα προσάπτει στο Εφετείο την αιτίαση, ότι δεν έλαβε υπόψη τα έγγραφα που προσκόμισε και επικαλέστηκε με την έφεση και τις προτάσεις της κατά τη συζήτηση ενώπιόν του προς απόδειξη του ισχυρισμού της περί μη καταχρηστικής ασκήσεως της ενδίκου αξιώσεώς της για αποδοχές υπερημερίας, ειδικότερα την με αριθμό πρωτοκόλλου …/2017/... βεβαίωση του ΟΑΕΔ, από την οποία προκύπτει ότι ήταν εγγεγραμμένη ως άνεργη στα μητρώα του ΟΑΕΔ. Από τη βεβαίωση, όμως, που περιέχεται στην προσβαλλόμενη απόφαση ότι λήφθηκαν υπόψη όλα τα έγγραφα που προσκόμισαν με επίκληση οι διάδικοι σε συνδυασμό με όλο το περιεχόμενο της δεν καταλείπεται αμφιβολία ότι, το Εφετείο έλαβε υπόψη και το παραπάνω έγγραφο και επομένως και ο πιο πάνω λόγος αναιρέσεως πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος αναιρέσεως, πρέπει να απορριφθεί η κρινόμενη αίτηση και να καταδικασθεί η αναιρεσείουσα, ως ηττηθείσα, στα δικαστικά έξοδα της αναιρεσιβλήτου, που κατέθεσε προτάσεις, κατά το νόμιμο και βάσιμο αίτημα της τελευταίας (ΚΠολΔ 176, 183 και 191 παρ. 2).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 19.10.2020, με αριθμ. εκθ. καταθέσεως 8005/954/2020, αίτηση της αναιρεσείουσας Π. Κ., περί αναιρέσεως της υπ' αριθμ. 304/2020 αποφάσεως του Μονομελούς Εφετείου Αθηνών.

Και ΚΑΤΑΔΙΚΑΖΕΙ την αναιρεσείουσα στην πληρωμή χιλίων οκτακοσίων (1.800) ευρώ, για τα δικαστικά έξοδα της αναιρεσιβλήτου.

ΚΡΙΘΗΚΕ και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 7 Ιουνίου 2022.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ στην Αθήνα σε δημόσια συνεδρίαση, στο ακροατήριό του, στις 22 Ιουλίου 2022.

Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ

Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

Προσωπικές σημειώσεις για αυτή την απόφαση

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

Πρόσφατες αποφάσεις στην κατηγορία

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

Δημιουργία νέας κατηγορίας

Κατηγορίες προσωπικής βιβλίοθήκης