ΣτΕ 81/2000
Η επιβληθείσα από το Ν.Δ.4359/1964 (όπως η διάταξη αντικαταστάθηκε από το Ν.Δ.79/1974) εισφορά 8%, έχει χαρακτήρα φόρου αφού δεν υπάρχει ειδική αντιπαροχή υπέρ των βαρυνόμενων επιχειρήσεων. Πλήττεται δε η ωφέλεια που αποκομίζουν οι επιχειρήσεις αυτές από την εκμετάλλευση των σχηματιζόμενων κεφαλαίων και όχι αυτό τούτο το κεφάλαιο.
Σχόλια:
1 Ιαν 2000
Taxheaven.gr
<------>
6. Επειδή, η επίμαχη εισφορά που, σύμφωνα με τις πιο πάνω διατάξεις,
επιβάλλεται στις επιχειρήσεις υγραερίου για την ικανοποίηση κρατικών και
κοινωφελών σκοπών, χωρίς να υπάρχει ειδική αντιπαροχή υπέρ των βαρυνόμενων
επιχειρήσεων, έχει χαρακτήρα φόρου. Ειδικότερα, η εισφορά αυτή, που
επιβάλλεται πάνω στο κεφάλαιο που σχηματίζεται από εγγυήσεις των πελατών των
επιχειρήσεων υγραερίου και καταβάλλεται για την εξασφάλιση της επιστροφής των
φιαλών υγραερίου, έχει μεν ως φορολογική βάση ξένα κεφάλαια που βρίσκονται
στα χέρια των εν λόγω επιχειρήσεων, έμμεσα όμως δεν πλήττεται αυτό καθεαυτό
το κεφάλαιο, αλλά η ωφέλεια που αποκομίζουν οι επιχειρήσεις αυτές από την
εκμετάλλευση των εν λόγω κεφαλαίων. Επομένως, οι εγγυήσεις αυτές, για όσο
χρονικό διάστημα παραμένουν στα χέρια των πιο πάνω επιχειρήσεων, αποτελούν
στοιχείο φοροδοτικής ικανότητας για τις επιχειρήσεις αυτές και δεν μπορεί να
υποστηριχθεί βάσιμα, όπως ισχυρίζεται η αιτούσα εταιρία, ότι η επίμαχη
εισφορά θα έπρεπε να επιβάλλεται όχι στο σύνολο του κεφαλαίου που βρίσκεται
κάθε μήνα στη διάθεση των επιχειρήσεων υγραερίου, αλλά μόνο στη διαφορά
μεταξύ εισπραττόμενων και επιστρεφόμενων εγγυήσεων που παρουσιάζει η κίνηση
των φιαλών υγραερίου μέσα σε ορισμένο μήνα. Από την άλλη μεριά, η πρακτική
αυτή της παροχής εγγύησης από τον πελάτη κατά την αγορά του υγραερίου, για
την εξασφάλιση επιστροφής της φιάλης, έχει καθιερωθεί από τις ίδιες αυτές
επιχειρήσεις στα πλαίσια της ελευθερίας των συμβάσεων (άρθρο 361 του Α.Κ.)
και δεν επιβάλλεται κανονιστικά από το κράτος. Παρέπεται ότι αν η πιο πάνω
πρακτική δεν είναι πλέον συμφέρουσα για τις εν λόγω επιχειρήσεις, λόγω
μεταβολής των οικονομικών συνθηκών ως προς την απόδοση των κεφαλαίων, μπορούν
οι επιχειρήσεις αυτές να αλλάξουν πρακτική και να πωλούν μαζί με το προϊόν
(υγραέριο) και τη συσκευασία του (φιάλη) με το σύστημα απόδοσης του
τιμήματος, σε περίπτωση επιστροφής της συσκευασίας, όπως συμβαίνει με άλλες
επιχειρήσεις (οίνου, ζύθου κ.λπ.). Αλλά το σύστημα αυτό συνεπάγεται, σύμφωνα
με τον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Ν.2238/1994, ΦΕΚ 151/Α') αύξηση των
εσόδων τους και συνεπώς μεγαλύτερη επιβάρυνση της επιχείρησης με τον ετήσιο
φόρο εισοδήματος. Αρα είναι ζήτημα επιλογής των εν λόγω επιχειρήσεων για τον
τρόπο της φορολόγησής τους, είτε με συντελεστή 8% επί των εν λόγω εγγυήσεων,
είτε με μεγαλύτερο ενδεχομένως φόρο εισοδήματος. Από όλα αυτά προκύπτει ότι
δεν είναι βάσιμα τα παράπονα που προβάλλουν οι επιχειρήσεις υγραερίου και η
αιτούσα, ότι φορολογικά αδικούνται κατάφωρα, κατά παράβαση της συνταγματικής
αρχής της ίσης συμμετοχής στα δημόσια βάρη ανάλογα με τη φοροδοτική τους
ικανότητα, ότι φορολογούνται πολλαπλώς για την ίδια συναλλαγή και ότι, εφόσον
η επίδικη εισφορά διατίθεται υπέρ κρατικών και κοινωφελών σκοπών, δεν είναι
σύμφωνο με το Σύνταγμα το βάρος αυτής να το φέρουν μόνο οι επιχειρήσεις
υγραερίου. Ενόψει των ανωτέρω, καμία συνταγματική διάταξη δεν παραβιάζεται
από την επιβολή της επίμαχης εισφοράς, όπως ορθά κρίθηκε και με την
προσβαλλόμενη απόφαση και όλοι οι λόγοι αναίρεσης της κρινόμενης αίτησης, με
τους οποίους η αιτούσα υποστηρίζει τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθούν ως
αβάσιμοι.
Taxheaven.gr