ΠΟΛ.1010/12.1.2000

Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 9, 10 και 11 του Ν.2753/1999 (ΦΕΚ 249/Α) "Απλοποιήσεις και ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος και άλλες διατάξεις", που αναφέρονται σε θέματα εφαρμογής διατάξεων του ΚΒΣ (Π.Δ.186/1992), προστίμων του ΚΒΣ ( 2523/1997 ), καθώς και φορολογικών ταμειακών μηχανών (Ν.1809/1988)

12 Ιαν 2000

Taxheaven.gr
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑΣ
ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ 15η ΒΙΒΛΙΩΝ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ
ΤΜΗΜΑΤΑ Α' - Β'
Τηλέφωνα.: 3638389 – 3638878 - 3610030 - 3610065
Αθήνα, 12 Ιανουαρίου 2000
Αρ.Πρωτ.: 1003691/12/00/15
ΠΟΛ.: 1010

Θέμα: Παροχή οδηγιών για την εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 9, 10 και 11 του ν.2753/1999 (ΦΕΚ 249 Α') «Απλοποιήσεις και ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος και άλλες διατάξεις», που αναφέρονται σε θέματα εφαρμογής διατάξεων του Κ.Β.Σ. (π.δ. 186/92), προστίμων του Κ.Β.Σ. (ν.2523/1997) καθώς και φορολογικών ταμειακών μηχανών (ν.1809/1988)


ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΓΚΥΚΛΙΟΥ:

ΓΕΝΙΚΑ

Με την Εγκύκλιο μας, με αριθμ. πρωτ. 1113619/831/ΠΟΛ.1240/2.12.1999, κοινοποιήθηκαν οι διατάξεις των άρθρων 9, 10, 11 και 26 του Ν. 2753/1999, και παρασχέθηκαν οδηγίες για την άμεση αντιμετώπιση μερικών θεμάτων των διατάξεων των άρθρων 9 και 10.

Όπως είναι γνωστό στο φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως 249 (τεύχος Α΄) με ημερομηνία 17.11.1999 δημοσιεύθηκε ο νόμος 2753/1999 "Απλοποιήσεις και ελαφρύνσεις στη φορολογία εισοδήματος και άλλες διατάξεις" με τις διατάξεις του οποίου (άρθρα 9, 10 και 11) αντικαταστάθηκαν, τροποποιήθηκαν, συμπληρώθηκαν και γενικά επήλθαν αλλαγές στον Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, στα Πρόστιμα του Κώδικα αυτού και στις Φορολογικές Ταμειακές Μηχανές.

Έτσι, με τις διατάξεις:

α. Του άρθρου 9 επήλθαν αλλαγές στις διατάξεις του Π.Δ. 186/1992, δηλ. του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.).

β. Του άρθρου 10 επήλθαν αλλαγές στις διατάξεις των άρθρων 5 και 9 του Ν. 2523/1995, δηλ. των Προστίμων του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και

γ. Του άρθρου 11 επήλθαν αλλαγές στις διατάξεις του Ν. 1809/1988, δηλ. των φορολογικών Ταμειακών Μηχανών (Φ.Τ.Μ.).

Ειδικότερα, στη συνέχεια, παρέχουμε τις ακόλουθες λεπτομερείς (κατ΄ άρθρο και παράγραφο) οδηγίες και διευκρινίσεις για την ομοιόμορφη εφαρμογή τους.

Ι. `Αρθρο 9
Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων

1. Παράγραφος 1: Κατάργηση του ημερολογίου μεταφοράς των αγροτών (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής καταργείται το ημερολόγιο μεταφοράς που είχαν υποχρέωση να τηρούν οι αγρότες του ειδικού καθεστώτος (Φ.Π.Α.)

2. Παράγραφος 2: Αύξηση ορίων απαλλασσομένων επιτηδευματιών

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αυξάνονται από 1.1.2000 τα όρια για την απαλλαγή από την τήρηση βιβλίων, την έκδοση αποδείξεων λιανικής πώλησης και παροχής υπηρεσιών ως εξής:

Πωλούντες αγαθά


Από 1.800.000 δρχ. σε 2.500.000 δρχ.

Παρέχοντες υπηρεσίες


Από 600.000 δρχ. σε 1.000.000 δρχ.

(Ισχύς από 1.1.2000 με βάση τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 1/1-31/12/1999)

Ενόψει των ανωτέρω, οι επιτηδευματίες (φυσικά πρόσωπα) με εξαίρεση τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους επιτηδευματίες που πραγματοποίησαν χονδρικές πωλήσεις κατά ποσοστό τουλάχιστον 60% ή εξαγωγές ανεξάρτητα από ποσοστό, καθώς και τους επιτηδευματίες που υποχρεούνται στην τήρηση πρόσθετων βιβλίων της παρ.5 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ., εφόσον στην χρήση 1999 πραγματοποίησαν ακαθάριστα έσοδα μέχρι τα ανωτέρω νέα όρια, από 1.1.2000 μπορούν να σταματήσουν την τήρηση βιβλίων, με την προϋπόθεση υποβολής σχετικής δήλωσης μεταβολής.

3. Παράγραφος 3: Αύξηση ορίων ένταξης σε κατηγορία βιβλίων

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αυξάνονται τα όρια ένταξης σε κατηγορία βιβλίων από 1.1.2000 ως εξής:

Όριο Α΄ κατηγορίας (Αγορών)


Από 18.000.000 δρχ. σε 25.000.000 δρχ.

Όριο Β΄ κατηγορίας (Εσόδων -εξόδων)


Από 250.000.000 δρχ. σε 300.000.000 δρχ.

Όριο Γ΄ κατηγορίας (Λογιστικά Βιβλία)


`Ανω των 250.000.000 δρχ. σε άνω των 300.000.000 δρχ.

(Ισχύς από 1.1.2000 με βάση τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 1/1-31/12/1999)

Με βάση τη ρύθμιση αυτή, οι επιτηδευματίες που τηρούσαν υποχρεωτικά βιβλία πρώτης κατηγορίας (αγορών) ή δεύτερης κατηγορίας (εσόδων- εξόδων), από την 1.1.2000 θα συνεχίσουν να τηρούν τα ίδια βιβλία εφόσον στη χρήση 1/1-31/12/1999 δεν υπερέβησαν τα νέα όρια των 25.000.000 ή 300.000.000 δρχ. αντίστοιχα, διαφορετικά θα ενταχθούν με βάση τα νέα όρια, σε κατηγορία ανάλογα με το ύψος των ακαθάριστων εσόδων που πραγματοποίησαν στη χρήση 1/1-31/12/1999.

Τα παραπάνω απορρέουν από το γεγονός ότι τα νέα όρια, ισχύουν από 1.1.2000 και έχουν ως στοιχείο σύγκρισης το ύψος των ακαθάριστων εσόδων της προηγούμενης διαχειριστικής του περιόδου.

Διευκρινίζεται ότι για τους επιτηδευματίες που τηρούν υποχρεωτικά βιβλία τρίτης κατηγορίας, με βάση τα όρια ακαθάριστων εσόδων που αναπροσαρμόζονται, και η διαχειριστική τους περίοδος άρχισε πριν από την 31.12.1999 και λήγει μετά την ημερομηνία αυτή (π.χ. επιτηδευματίες των οποίων η διαχειριστική περίοδος άρχισε την 1.7.1999 και λήγει την 30.6.2000), τα νέα όρια ακαθάριστων εσόδων ισχύουν γι΄ αυτούς από την έναρξη της επόμενης διαχειριστικής τους περιόδου (δηλαδή από 1.7.2000).

3.1. Ένταξη των τεχνικών επιχειρήσεων κατασκευής δημοσίων έργων προϋπολογισμού άνω του ορίου τήρησης βιβλίων τρίτης κατηγορίας

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 4 οι επιχειρήσεις κατασκευής δημοσίων έργων εντάσσονται στην τρίτη κατηγορία βιβλίων, εφόσον ο προϋπολογισμός του έργου υπερβαίνει το εκάστοτε όριο τήρησης βιβλίων τρίτης κατηγορίας, ως εκ τούτου οι επιχειρήσεις αυτές δεν εντάσσονται με βάση τα ακαθάριστα έσοδα της προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου, όπως προβλέπουν οι γενικές διατάξεις για τις λοιπές επιχειρήσεις.

Ενόψει της αύξησης των ορίων διευκρινίζεται ότι, σε περίπτωση που επιχείρηση είχε αναλάβει έργο άνω του ορίου 250.000.000 δρχ., στο διάστημα που ίσχυε το όριο αυτό (μέχρι 31.12.1999), τα βιβλία τρίτης κατηγορίας που είχε υποχρέωση να τηρεί για το έργο αυτό θα συνεχίσει να τα τηρεί μέχρι να τελειώσει το έργο, ανεξάρτητα από το γεγονός της αύξησης των ορίων (σε 300.000.000 δρχ.) μεταγενέστερα (από 1.1.2000). Από 1.1.2000 οι επιχειρήσεις αυτές έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων τρίτης κατηγορίας για τα δημόσια έργα προϋπολογισμού άνω των 300.000.000 δρχ.

4. Παράγραφος 4: Όριο τήρησης βιβλίου απογραφών στη δεύτερη κατηγορία βιβλίων (Ισχύς από 31.12.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, καθορίζεται ως όριο ακαθαρίστων εσόδων από πώληση αγαθών για την τήρηση βιβλίου απογραφών, εμπορευσίμων αγαθών, από τους επιτηδευματίες της δεύτερης κατηγορίας το όριο τήρησης βιβλίων πρώτης κατηγορίας (25.000.000 δρχ.).

Η ισχύς της διάταξης αυτής αρχίζει από την απογραφή της 31.12.1999.

Ως γνωστό η κατηγορία των επιτηδευματιών αυτών (μέχρι του ορίου των 18.000.000 δρχ.) απαλλάσσονταν με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών ετήσιας ισχύος. Το δικαίωμα του Υπουργού Οικονομικών που απορρέει από τις διατάξεις της περίπτωσης για΄ του άρθρου 38, να απαλλάσσει κατηγορίες επιτηδευματιών από την τήρηση βιβλίου απογραφών, παραμένει σε ισχύ.

Με βάση τις διατάξεις αυτές εκδόθηκε η Α.Υ.Ο. 1120074/948/ΠΟΛ.1261/24.12.1999, με την οποία απαλλάχθηκαν από την κατάρτιση απογραφής την 31.12.1999, 47 κατηγορίες επαγγελμάτων.

Σημειώνεται ότι όσον αφορά τα εμπορεύσιμα περιουσιακά στοιχεία και τον τρόπο τήρησης του βιβλίου απογραφών έχουν εφαρμογή οι σχετικές διατάξεις του άρθρου 27 του Κ.Β.Σ. και εξακολουθούν να έχουν ανάλογη εφαρμογή οι εγκύκλιες διαταγές μας που αφορούν τα θέματα αυτά (ΠΟΛ. 1321/1994, ΠΟΛ.1313/1995, ΠΟΛ. 1036/1997, ΠΟΛ. 1050/1997).

4.1. Καταχώρηση αποσβέσεων παγίων στο βιβλίο εσόδων -εξόδων

Με τις διατάξεις της παραγράφου 4 περ. γ΄ του άρθρου 6 του Κ.Β.Σ. ορίζεται ότι, σε ιδιαίτερο χώρο του βιβλίου εσόδων -εξόδων καταχωρούνται διακεκριμένα οι αποσβέσεις των παγίων στοιχείων όταν εξάγεται λογιστικό αποτέλεσμα. Ως γνωστόν πριν από τις μεταβολές που επήλθαν στη φορολογία εισοδήματος με τις διατάξεις του άρθρου 6 του νόμου 2753/1999 η ανωτέρω υποχρέωση αφορούσε μόνο τους παρέχοντες υπηρεσίες οι οποίοι εξήγαγαν λογιστικό αποτέλεσμα από τα βιβλία Β΄ κατηγορίας.

Μετά όμως από τις διατάξεις του άρθρου 6 του Ν. 2753/1999, με τις οποίες καθιερώνεται για τις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία δεύτερης κατηγορίας ειδικός προσδιορισμός του καθαρού εισοδήματος, ο οποίος προβλέπει και προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος με λογιστικό τρόπο (λογιστικό αποτέλεσμα), οι επιχειρήσεις αυτές πρέπει να καταχωρούν στο τηρούμενο βιβλίο εσόδων -εξόδων διακεκριμένα (σε χωριστή στήλη ή σελίδα) τις αποσβέσεις των παγίων στοιχείων, προκειμένου να ληφθούν αυτές υπόψη στον λογιστικό προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος.

Διευκρινίζεται ότι, από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. για τους επιτηδευματίες της Β΄ κατηγορίας δεν προβλέπεται η τήρηση Μητρώου Παγίων και ως εκ τούτου δεν θα θεωρείται το βιβλίο αυτό από τις Δ.Ο.Υ. `Αλλωστε στη λίστα των βιβλίων του ΤΑΧΙS το βιβλίο αυτό είναι καταγεγραμμένο (ΚΩΔ 30) και θεωρείται μόνο σε επιτηδευματίες με βιβλία τρίτης κατηγορίας.

5. Παράγραφος 5: Αύξηση ορίων τήρησης βιβλίου αποθήκης.

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αυξάνονται τα όρια τήρησης βιβλίου αποθήκης από 1.1.2000 ως εξής:

Χονδροπωλητή ή κατά κύριο λόγο χονδροπωλητή

από 500.000.000 δρχ. σε 650.000.000 δρχ.

Λιανοπωλητή ή κατά κύριο λόγο λιανοπωλητή


• Ως προς την εισαγωγή

από 700.000.000 δρχ. σε 900.000.000 δρχ.

• Ως προς την εξαγωγή

από 800.000.000 δρχ. σε 1.000.000.000 δρχ.

Πωλήσεις αγαθών μετά από επεξεργασία, επεξεργασία για λογαριασμό τρίτων

από 500.000.000 δρχ. σε 650.000.000 δρχ.

Επιτηδευματία που πωλεί αγαθά εκτός της χώρας, επεξεργασία για λογαριασμό κατοίκου άλλης χώρας (ποσοστό άνω του 80%)

από 900.000.000 δρχ. σε 1.200.000.000 δρχ.



(Ισχύς από 1.1.2000 με βάση τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης 1/1-31/12/1999)

Με βάση την ανωτέρω ρύθμιση, οι επιτηδευματίες που είχαν υποχρέωση και τηρούσαν βιβλίο αποθήκης με βάση τις διατάξεις που τροποποιήθηκαν και η διαχειριστική τους περίοδος λήγει την 31.12.1999, μπορούν να διακόψουν την τήρησή του από 1.1.2000 αν τα ακαθάριστα έσοδά τους στη χρήση 1/1-31/12/1999 δεν υπερβαίνουν τα νέα όρια, γιατί τα νέα αυτά όρια που ισχύουν από 1.1.2000, και έχουν ως στοιχείο σύγκρισης το ύψος των ακαθάριστων εσόδων της προηγούμενης διαχειριστικής του περιόδου.

Για τους επιτηδευματίες που έχουν υποχρέωση και τηρούν βιβλίο αποθήκης με βάση τις διατάξεις που τροποποιήθηκαν και η διαχειριστική τους περίοδος λήγει την 30.6.2000, η υποχρέωση τήρησής του παύει από 1.7.2000, εφόσον στη χρήση 1/7/1999 -30/6/2000 δεν ξεπεράσουν τα νέα όρια.

6. Παράγραφος 6, 7, 8, 9: Μεταβολές στην τήρηση βιβλίου αποθήκης για τους υπόχρεους τήρησης αναλυτικής λογιστικής (ομάδα 9)

Με τις διατάξεις των παρ. 6, 7, 8 και 9 επήλθαν οι αναγκαίες μεταβολές σχετικά με την τήρηση βιβλίου αποθήκης που αφορούν τους υπόχρεους τήρησης αναλυτικής λογιστικής του Ε.Λ.Γ.Σ. οι οποίες έχουν ως εξής:

6.1. Χρόνος καταχώρησης αξίας (κόστους) των πρώτων, βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας που διατέθηκαν για επεξεργασία καθώς και του κόστους των παραχθέντων προϊόντων και υποπροϊόντων.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 6 (από 1.1.2000) υποχρεώνονται ευθέως από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. οι τηρούντες αναλυτική λογιστική (ομάδα 9) να καταχωρούν στο βιβλίο αποθήκης την αξία (κόστος) των πρώτων, βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας που διατέθηκαν για επεξεργασία καθώς και το κόστος των ετοίμων προϊόντων και υποπροϊόντων, που παράχθηκαν στο διάστημα προσδιορισμού βραχύχρονων αποτελεσμάτων (μήνα ή τρίμηνο).

Η καταχώρηση και εκτύπωση των ανωτέρω δεδομένων στο βιβλίο αποθήκης διενεργείται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα της περιόδου που ακολουθείται για τον προσδιορισμό βραχύχρονων αποτελεσμάτων.

Έτσι:

- Επιτηδευματίας με μηνιαία αναλυτική λογιστική: Μέχρι 28.2.2000 υποχρεούται στο βιβλίο αποθήκης του μηνός Ιανουαρίου να καταχωρήσει και εκτυπώσει το κόστος των πρώτων, βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας που διατέθηκαν για επεξεργασία στο μήνα Ιανουάριο καθώς και το κόστος των ετοίμων προϊόντων και υποπροϊόντων που παράχθηκαν στην ίδια περίοδο.

- Επιτηδευματίας με τριμηνιαία αναλυτική λογιστική: Μέχρι 30.4.2000 υποχρεούται στο βιβλίο αποθήκης του μηνός Μαρτίου να καταχωρήσει και εκτυπώσει το κόστος των πρώτων, βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας που διατέθηκαν για επεξεργασία στο διάστημα του τριμήνου (Ιανουαρίου -Φεβρουαρίου - Μαρτίου) καθώς και το κόστος των ετοίμων προϊόντων και υποπροϊόντων που παράχθηκαν στην ίδια περίοδο.

6.2. Κατανομή του κόστους των βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας που παρακολουθούνται στο βιβλίο αποθήκης μόνο κατ΄ αξία (μέχρι 3% του κόστους παραγωγής)

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 7, η εξαγωγή (ανάλωση) και κατανομή του κόστους των βοηθητικών υλών και υλικών συσκευασίας τα οποία κατ΄ εφαρμογή της παρ. 4 του άρθρου 8 του Κώδικα, παρακολουθούνται στο βιβλίο αποθήκης συνολικά μόνο κατ΄ αξία (μέχρι 3% του κόστους παραγωγής), προσδιορίζεται από την επιχείρηση με κατάλληλα κριτήρια για τον προσδιορισμό των βραχύχρονων αποτελεσμάτων (μήνα ή τρίμηνο). Η προσαρμογή στην πραγματικότητα γίνεται στο τέλος της χρήσης με την απογραφή (Ισχύς από 1.1.2000).

6.3. Κατάργηση για τους υπόχρεους τήρησης αναλυτικής λογιστικής της αυτοτελούς κρίσης των κλάδων (εμπορίας -επεξεργασίας) για την τήρηση βιβλίου αποθήκης

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 8 από 1.1.2000 οι υπόχρεοι τήρησης αναλυτικής λογιστικής όταν έχουν δύο κλάδους (εμπορίας και επεξεργασίας), εφόσον υποχρεούνται στη τήρηση βιβλίου αποθήκης για τον ένα κλάδο, παύουν να κρίνονται αυτοτελώς και τηρούν βιβλίο αποθήκης και για τον άλλο κλάδο, ανεξάρτητα από το ύψος των ακαθάριστων εσόδων του.

Π.χ.

1. Η Α.Ε. "Α" η οποία πληρεί τα κριτήρια τήρησης αναλυτικής λογιστικής έχει δύο κλάδους (εμπορίας και επεξεργασίας) και στη χρήση 1/1-31/12/1999 λόγω ύψους ακαθ. εσόδων τηρεί βιβλίο αποθήκης για τον κλάδο επεξεργασίας ενώ δεν τηρεί για τον εμπορικό της κλάδο.

Έστω ότι στην ανωτέρω χρήση πραγματοποίησε ακαθάριστα έσοδα ως εξής:

Κλάδος επεξεργασίας


1.200.000.000 δρχ.

Κλάδος εμπορίας (χονδρικώς)


400.000.000 δρχ.

Η ανωτέρω επιχείρηση από 1.1.2000 υποχρεούται στην τήρηση βιβλίου αποθήκης, εκτός από τον κλάδο επεξεργασίας και για τον εμπορικό της κλάδο, ως επιχείρηση η οποία υποχρεούται στην τήρηση αναλυτικής λογιστικής η οποία έχει υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης για τον κλάδο επεξεργασίας.

2. Η Α.Ε. "Ψ" με ένα κλάδο (εμπορικό) η οποία έχει υποχρέωση τήρησης αναλυτικής λογιστικής στην χρήση από 1/1-31/12/1999 τήρησε υποχρεωτικά βιβλίο αποθήκης και πραγματοποίησε χονδρικές πωλήσεις 5.000.000.000 δρχ. (από 1.1.2000 συνεχίζει να τηρεί υποχρεωτικά βιβλίο αποθήκης). Εάν την 1.3.2000 δημιουργήσει και κλάδο επεξεργασίας, από την έναρξη λειτουργίας του κλάδου αυτού υποχρεούται στην τήρηση βιβλίου αποθήκης.

Ενόψει της εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης από 1.1.2000 διευκρινίζεται ότι όσοι από τους επιτηδευματίες των προαναφερομένων περιπτώσεων κρίνουν ότι θα αντιμετωπίσουν δυσχέρειες στην τήρηση του βιβλίου αποθήκης και παραγωγής κοστολογίου από 1.1.2000 για κλάδο που μέχρι την ισχύ της παραγράφου αυτής δεν είχαν σχετική υποχρέωση με βάση την αντικαθιστώμενη διάταξη της παρ. 7 του άρθρου 8, έγινε δεκτό με την εγκύκλιό μας 1113619/831/ΠΟΛ. 1240/2.12.1999 λόγω της πρώτης εφαρμογής να υποβάλλουν σχετική αίτηση στην Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 37 του Κώδικα μέχρι 31.1.2000.

Επίσης όσοι επιτηδευματίες δημιουργήσουν νέο κλάδο (εμπορία ή επεξεργασία) στη διάρκεια της χρήσης από 1.1.2000 και στο εξής και κρίνουν ότι θα αντιμετωπίσουν δυσχέρειες όπως έχει γίνει δεκτό από την Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων, μπορεί να υποβάλλουν αίτηση και μετά την οριζόμενη προθεσμία από τις διατάξεις του άρθρου 37, πριν όμως από την έναρξη λειτουργίας του νέου κλάδου.

Έναρξη ισχύος

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 26 του νόμου αυτού, η ισχύς της παραγράφου αυτής αρχίζει από 1.1.2000. Η ημερομηνία αυτή συμπίπτει με την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου των επιτηδευματιών που ακολουθούν διαχειριστική περίοδο που λήγει 31.12.1999.

Για τις επιχειρήσεις που κλείνουν διαχειριστική περίοδο που δεν λήγει 31.12.1999 αλλά σε χρόνο μεταγενέστερο, π.χ. 30.6.2000, για λόγους πρακτικής και ομαλής λειτουργίας αυτών, η υποχρέωση αυτή αρχίζει μετά την ολοκλήρωση και λήξη της διανυόμενης διαχειριστικής περιόδου, π.χ. 1.7.2000.

6.3.1. Επιχειρήσεις που έχουν υποχρέωση τήρησης αναλυτικής λογιστικής αλλά δεν υποχρεούνται στην εξαγωγή βραχύχρονων αποτελεσμάτων (μήνα ή τρίμηνο)

Ενόψει του σκοπού της θέσπισης της υποχρέωσης αυτής ο οποίος συνίσταται στη διευκόλυνση της εξαγωγής βραχύχρονων αποτελεσμάτων στην αναλυτική λογιστική, η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή μόνο για τους υπόχρεους τήρησης πλήρους αναλυτικής λογιστικής η οποία περιλαμβάνει και την εξαγωγή βραχύχρονων αποτελεσμάτων (μηνιαία ή τριμηνιαία βάση). Έτσι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της διάταξης αυτής αποτελούν η υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης για τον ένα κλάδο που απορρέει ευθέως από τη σχετική διάταξη και η υποχρέωση εξαγωγής βραχύχρονων αποτελεσμάτων στην αναλυτική λογιστική.

Οι υπόχρεοι τήρησης αναλυτικής λογιστικής οι οποίοι όμως δεν υποχρεούνται στην εξαγωγή βραχύχρονων αποτελεσμάτων, για την τήρηση βιβλίου αποθήκης θα εξακολουθήσουν να κρίνονται αυτοτελώς κατά κλάδο (εμπορίας -επεξεργασίας).

Π.χ.

1. Α.Ε. "Χ" εκμεταλλευτής Σούπερ Μάρκετ με υποχρέωση τήρησης αναλυτικής λογιστικής έχει απαλλαγεί από την τήρηση βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή από την Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων από 1/1-31/12/2000. Η επιχείρηση αυτή σύμφωνα με τις Γνωμ. 270/1996 και 301/1998 (παρ.3) του Ε.Σ.Υ.Λ.. δεν έχει υποχρέωση εξαγωγής βραχύχρονων αποτελεσμάτων. Εάν στη χρήση 1/1-31/12/2000 δημιουργήσει και κλάδο επεξεργασίας, για τον κλάδο αυτό θα κριθεί αυτοτελώς και δεν θα υποχρεωθεί να τηρήσει βιβλίο αποθήκης και παραγωγής -κοστολογίου.

2. Η Ε.Π.Ε. "Α" η οποία πληρεί τα κριτήρια τήρησης αναλυτικής λογιστικής έχει δύο κλάδους (εμπορίας και επεξεργασίας) και πραγματοποίησε από 1/1-31/12/1999 ακαθάριστα έσοδα 600.000.000 δρχ. από τον κλάδο εμπορίας (χονδρικώς) και 600.000.000 δρχ. από το κλάδο επεξεργασίας. Η ανωτέρω επιχείρηση επειδή δεν υποχρεούται στην τήρηση βιβλίου αποθήκης για κανένα κλάδο, θα κριθεί αυτοτελώς και ως εκ τούτου δεν έχει υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης από 1.1.2000.

7. Παράγραφος 9: Τήρηση του βιβλίου αποθήκης κατά τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. και παράλληλα του Ε.Γ.Λ.Σ. από τους τηρούντες αναλυτική λογιστική

Με τις διατάξεις της παραγράφου 9 ορίζεται ρητά πλέον από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., για τους υπόχρεους τήρησης αναλυτικής λογιστικής (ομάδα 9), ότι κατά την τήρηση του βιβλίου αποθήκης εφαρμόζονται παράλληλα και τα οριζόμενα από το Π.Δ. 1123/1980 (Ε.Γ.Λ.Σ.).

Αναφορικά με το ανωτέρω θέμα σημειώνουμε ότι, όπως είχαμε διευκρινίσει με την εγκύκλιο 1033737/232/ΠΟΛ. 1155/1993 οι επιχειρήσεις, που τηρούν αναλυτική λογιστική (ομάδα 9) υποχρεούνται να τηρούν και το λογαριασμό 94 "Αποθέματα".

Ο λογαριασμός 94 αναπτύσσεται σε υποχρεωτικούς δευτεροβάθμιους υπολογαριασμούς στους οποίους παρακολουθούνται τα αποθέματα της επιχείρησης.

Οι λογαριασμοί της τελευταίας υποδιαίρεσης των αποθεμάτων τηρούνται κατά ποσότητα και αξία και αποτελούν τις μερίδες αποθήκης που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ.

Ενόψει των ανωτέρω και του γεγονότος ότι οι ανωτέρω υποχρεώσεις εξυπηρετούν τον ίδιο σκοπό (δηλαδή την παρακολούθηση των αποθεμάτων) το βιβλίο αποθήκης πρέπει να τηρείται έτσι ώστε να εφαρμόζονται τόσο οι διατάξεις του Ε.Γ.Λ.Σ. όσο και οι διατάξεις του Κ.Β.Σ.

Έτσι στο βιβλίο αποθήκης πέραν των στηλών που προβλέπονται από το άρθρο 8 του Κ.Β.Σ. [εισαγωγή: ποσότητα, αξία (κόστους ή κτήσης), εξαγωγή: ποσότητα, αξία (πώλησης)] οι εξαγωγές των πωλούμενων ειδών πρέπει να παρακολουθούνται, με το κόστος παραγωγής τους (τα ιδιοπαραγόμενα) ή την αξία κτήσης (τα αγοραζόμενα), τηρείται δηλαδή μια ακόμα στήλη, στην οποία εμφανίζεται, στο χρόνο προσδιορισμού βραχύχρονων αποτελεσμάτων (μήνα ή τρίμηνο) το κόστος των πωληθέντων αγαθών στην ίδια περίοδο.

Όσον αφορά το μικτό κέρδος κατ΄ είδος πωλούμενου αποθέματος (Υπολογαριασμός του πρωτοβάθμιου 96) εφόσον αυτό προσδιορίζεται σε ειδική στήλη στο βιβλίο αποθήκης (κατ΄ είδος), τότε παρέλκει η εκτύπωση αναλυτικών καθολικών (ως τελευταία υποδιαίρεση του Λογαριασμού 96).

Τέλος, διευκρινίζεται ότι ενόψει και της διάταξης της παρ. 4 του άρθρου 19, είναι δυνατή η συνένωση λογαριασμών (αναλυτικών καθολικών) στο βιβλίο αποθήκης, ώστε το βιβλίο αποθήκης να λειτουργεί ως ενοποιημένο αναλυτικό καθολικό λογαριασμών. Συνεπώς στην περίπτωση αυτή δεν υφίσταται υποχρέωση τήρησης και ιδιαιτέρων αναλυτικών καθολικών των λογαριασμών που τηρούνται (σε τελευταίο βαθμό) συνενωμένοι στο βιβλίο αποθήκης.

Μηνιαία κατάσταση αποθήκης

Ενόψει των ανωτέρω και του περιεχομένου (στηλών) του βιβλίου αποθήκης μετά τις ανωτέρω μεταβολές, στη μηνιαία κατάσταση του βιβλίου αποθήκης που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 η οποία τηρείται σε αντίστοιχες στήλες με το βιβλίο αποθήκης εμφανίζονται δύο ακόμη στήλες με το κόστος των πωληθέντων ειδών και το μικτό κέρδος κατ΄ είδος.

Για την διευκόλυνση των επιχειρήσεων και την αποφυγή άμεσων τροποποιήσεων υφισταμένων προγραμμάτων Η/Υ, παρέχεται η ευχέρεια μη εμφάνισης των ανωτέρω νέων στηλών με την προϋπόθεση ότι εφόσον ζητηθεί από τον φορολογικό έλεγχο να είναι δυνατή η εκτύπωση κατ΄ είδος των δεδομένων των στηλών αυτών για ορισμένα ή για όλα τα είδη μέχρι και ορισμένη περίοδο (μήνα, τρίμηνο, έτος κλπ.).

8. Παράγραφος 10: Αναγραφή στο βιβλίο παραγωγής -κοστολογίου των κανόνων καταμερισμού του εργοστασιακού κόστους

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής από 1.1.2000 θεσπίζεται υποχρέωση αναγραφής στο βιβλίο παραγωγής - κοστολογίου ή στο βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών για τους υπόχρεους τήρησης αναλυτικής λογιστικής, των κανόνων καταμερισμού του εργοστασιακού κόστους δηλαδή των κριτηρίων επιβάρυνσης του κόστους παραγωγής των αγαθών (προϊόντων) με το `Αμεσο Κόστος Εργασίας καθώς και των κριτηρίων των Γενικών Βιομηχανικών Εξόδων (Γ.Β.Ε.).

Για τις επιχειρήσεις που κλείνουν διαχειριστική περίοδο που δεν λήγει 31.12.1999 αλλά σε χρόνο μεταγενέστερο, π.χ. 30.6.2000, για λόγους πρακτικής και ομαλής λειτουργίας αυτών, η υποχρέωση αυτή αρχίζει μετά την ολοκλήρωση και λήξη της διανυόμενης διαχειριστικής περιόδου, π.χ. 1.7.2000.

6.3.1. Επιχειρήσεις που έχουν υποχρέωση τήρησης αναλυτικής λογιστικής αλλά δεν υποχρεούνται στην εξαγωγή βραχύχρονων αποτελεσμάτων (μήνα ή τρίμηνο)

Ενόψει του σκοπού της θέσπισης της υποχρέωσης αυτής ο οποίος συνίσταται στη διευκόλυνση της εξαγωγής βραχύχρονων αποτελεσμάτων στην αναλυτική λογιστική, η διάταξη αυτή έχει εφαρμογή μόνο για τους υπόχρεους τήρησης πλήρους αναλυτικής λογιστικής η οποία περιλαμβάνει και την εξαγωγή βραχύχρονων αποτελεσμάτων (μηνιαία ή τριμηνιαία βάση). Έτσι προϋποθέσεις για την εφαρμογή της διάταξης αυτής αποτελούν η υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης για τον ένα κλάδο που απορρέει ευθέως από τη σχετική διάταξη και η υποχρέωση εξαγωγής βραχύχρονων αποτελεσμάτων στην αναλυτική λογιστική.

Οι υπόχρεοι τήρησης αναλυτικής λογιστικής οι οποίοι όμως δεν υποχρεούνται στην εξαγωγή βραχύχρονων αποτελεσμάτων, για την τήρηση βιβλίου αποθήκης θα εξακολουθήσουν να κρίνονται αυτοτελώς κατά κλάδο (εμπορίας - επεξεργασίας).

Π.χ. 1) Α.Ε. «Χ» εκμεταλλευτής Σούπερ Μάρκετ με υποχρέωση τήρησης αναλυτικής λογιστικής έχει απαλλαγεί από την τήρηση βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή από την Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων από 1/1-31/12/2000. Η επιχείρηση αυτή σύμφωνα με τις Γνωμ. 270/1996 και 301/1998 (παρ. 3) του Ε.ΣΥ.Λ. δεν έχει υποχρέωση εξαγωγής βραχύχρονων αποτελεσμάτων. Εάν στη χρήση 1/1-31/12/2000 δημιουργήσει και κλάδο επεξεργασίας, για τον κλάδο αυτό θα κριθεί αυτοτελώς και δεν θα υποχρεωθεί να τηρήσει βιβλίο αποθήκης και παραγωγής - κοστολογίου.

2) Η Ε.Π.Ε. «Α» η οποία πληρεί τα κριτήρια τήρησης αναλυτικής λογιστικής έχει δύο κλάδους (εμπορίας και επεξεργασίας) και πραγματοποίησε από 1/1-31/12/1999 ακαθάριστα έσοδα 600.000.000 δρχ. από τον κλάδο εμπορίας (χονδρικώς) και 600.000.000 δρχ. από τον κλάδο επεξεργασίας. Η ανωτέρω επιχείρηση επειδή δεν υποχρεούται στην τήρηση βιβλίου αποθήκης για κανένα κλάδο, θα κριθεί αυτοτελώς και ως εκ τούτου δεν έχει υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης από 1.1.2000.

7. Παράγραφος 9: Τήρηση του βιβλίου αποθήκης κατά τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. και παράλληλα του Ε.Γ.Λ.Σ. από τους τηρούντες αναλυτική λογιστική

Με τις διατάξεις της παραγράφου 9 ορίζεται ρητά πλέον από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., για τους υπόχρεους τήρησης αναλυτικής λογιστικής (ομάδα 9), ότι κατά την τήρηση του βιβλίου αποθήκης εφαρμόζονται παράλληλα και τα οριζόμενα από το Π.Δ. 1123/1980 (Ε.Γ.Λ.Σ.).

Αναφορικά με το ανωτέρω θέμα σημειώνουμε ότι, όπως είχαμε διευκρινίσει με την εγκύκλιο 1033737/232/ΠΟΛ. 1155/1993 οι επιχειρήσεις που τηρούν αναλυτική λογιστική (ομάδα 9) υποχρεούνται να τηρούν και το λογαριασμό 94 «Αποθέματα».

Σύμφωνα με τις ίδιες διατάξεις οι ανωτέρω κανόνες ακολουθούνται πάγια και δεν μεταβάλλονται, εκτός και αν δικαιολογείται από σοβαρές αλλαγές που επέρχονται στην παραγωγική διαδικασία όπως, αντικατάσταση μηχανημάτων, οργάνωση παραγωγής ανά τμήμα (τοποθέτηση μετρητών ρεύματος, ωρών εργασίας κλπ.), οπότε αναγράφονται οι νέοι κανόνες.

Το θέμα αυτό εξετάζεται και κρίνεται βάσει των δεδομένων από την αρμόδια Ελεγκτική Αρχή.

Σημειώνεται ότι η Ε.Λ.Β. με την 32/1995 απόφασή της έχει αποφανθεί ότι "Η κατανομή των εξόδων παραγωγής στα παραγόμενα προϊόντα γίνεται με τρόπο που εφαρμόζεται πάγια. Η αλλαγή του τρόπου που ακολουθείται γίνεται με ευθύνη του επιτηδευματία και δεν ανήκει στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων".

Χρόνος καταχώρησης

Οι κανόνες καταμερισμού του κόστους καταχωρούνται (στο χειρόγραφο) και εκτυπώνονται (στο μηχανογραφημένο) βιβλίο παραγωγής -κοστολογίου ή βιβλίο τεχνικών προδιαγραφών για τους τηρούντες αναλυτική λογιστική, χρονολογικά ως εξής:

- Για τους μη τηρούντες αναλυτική λογιστική στην προθεσμία κλεισίματος ισολογισμού.

- Για τους τηρούντες αναλυτική λογιστική στο χρόνο προσδιορισμού βραχύχρονων αποτελεσμάτων (σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση), δηλαδή επί έναρξης διαχειριστικής περιόδου από 1/1 μέχρι 28 Φεβρουαρίου για τους τηρούντες αναλυτική λογιστική σε μηνιαία βάση και μέχρι 30/4 για όσους τηρούν αναλυτική λογιστική σε τριμηνιαία βάση.

Έναρξη ισχύος -Πρώτη εφαρμογή

Η ανωτέρω διάταξη ισχύει από 1.1.2000 ως εξής:

- Για τους μη τηρούντες αναλυτική λογιστική η υποχρέωση αρχίζει από τις διαχειριστικές περιόδους που κλείνουν από 1.1.2000 και στο εξής, δηλαδή η κατηγορία των επιτηδευματιών αυτών δεν έχει υποχρέωση εφαρμογής της ανωτέρω διάταξης για την διαχειριστική περίοδο που κλείνει την 31.12.1999 έχει όμως υποχρέωση για τις διαχειριστικές περιόδους που κλείνουν από 1.1.2000 και στο εξής όπως π.χ. την χρήση που λήγει 30.6.2000.

- Για τους τηρούντες αναλυτική λογιστική η υποχρέωση αρχίζει από το χρόνο προσδιορισμού βραχύχρονων αποτελεσμάτων από 1.1.2000 (σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση) δηλαδή μέχρι 28.2.2000 για τους ακολουθούντες μηνιαία βάση και μέχρι 30.4.2000 για τους ακολουθούντες τριμηνιαία βάση.

Ενόψει όμως της πρώτης εφαρμογής γίνεται δεκτό για την κατηγορία των επιτηδευματιών αυτών η καταχώρηση των ανωτέρω δεδομένων να γίνει μέχρι την 31.7.2000.

9. Παράγραφος 11: Υποκατάστημα -Έννοια γραφείου (Ισχύς 17.11.1999)

Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 9 του Κ.Β.Σ. υποκατάστημα είναι οποιαδήποτε εκτός της έδρας της επιχείρησης επαγγελματική εγκατάσταση του επιτηδευματία, στην οποία ενεργείται παραγωγική ή συναλλακτική δραστηριότητα.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του νόμου αυτού γίνεται περαιτέρω οριοθέτηση της έννοιας του υποκαταστήματος και ορίζεται ρητά ότι, δεν θεωρείται ότι ενεργείται συναλλακτική δραστηριότητα στις επαγγελματικές εγκαταστάσεις (γραφεία), ώστε να θεωρηθούν αυτές ως υποκαταστήματα, όταν πραγματοποιούνται διοικητικές, διαφημιστικές (για τον επιτηδευματία) και άλλες συναφείς εργασίες, με την προϋπόθεση ότι οι δοσοληψίες των εγκαταστάσεων αυτών περιορίζονται μόνο στη διενέργεια των εξόδων λειτουργίας τους. Ενδεικτικά αναφέρονται τα αποκεντρωμένα γραφεία υπηρεσιών επιχειρήσεων, γραφεία διανομής εντύπων κλπ.

Ενόψει των ανωτέρω οι εγκαταστάσεις (γραφεία) που πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις δεν θεωρούνται ως υποκαταστήματα για την εφαρμογή των διατάξεων του Κ.Β.Σ. και ως εκ τούτου για τις εγκαταστάσεις αυτές δεν υφίσταται υποχρέωση τήρησης βιβλίων και έκδοσης στοιχείων. Τα παραστατικά των εξόδων λειτουργίας τους όπως, ενοίκιο, παροχές, κλπ. καταχωρούνται απευθείας στα βιβλία της εγκατάστασης που ανήκουν (κεντρικό ή υποκατάστημα),

10. Παράγραφος 12: Μεταβολές στον τρόπο ενσωμάτωσης των δεδομένων υποκαταστημάτων στα βιβλία του κεντρικού (Ισχύς από 17.11.1999).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής θεσπίζεται δικαίωμα στον Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. της έδρας από την έναρξη της λειτουργίας ή της διαχειριστικής περιόδου, να επιτρέπει την κατά διάφορο τρόπο ενσωμάτωση των δεδομένων υποκαταστημάτων και μεταφορά αυτών στα βιβλία της έδρας (κεντρικού).

Ειδικότερα μπορεί να επιτραπεί από την έναρξη της διαχειριστικής περιόδου ή την έναρξη λειτουργίας:

α. Η ενσωμάτωση δεδομένων βιβλίων υποκαταστημάτων που δεν εξάγουν αυτοτελές αποτέλεσμα στα βιβλία άλλου υποκαταστήματος με αυτοτελές αποτέλεσμα (εξαγωγή ενιαίου αποτελέσματος).

β. Η ενσωμάτωση δεδομένων υποκαταστημάτων που δεν εξάγουν αυτοτελές αποτέλεσμα στα βιβλία της έδρας, μέσω των βιβλίων άλλου υποκαταστήματος που δεν εξάγει επίσης αυτοτελές αποτέλεσμα.

Οι ανωτέρω εγκρίσεις κοινοποιούνται και στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., στον οποίο υπάγεται το υποκατάστημα.

Σκοπός της διάταξης αυτής είναι η διευκόλυνση της αποκέντρωσης των διοικητικών και λογιστικών εργασιών των επιχειρήσεων και κύρια εκείνων που παρουσιάζουν διασπορά υποκαταστημάτων που λειτουργούν αποκεντρωμένα εξαρτώμενα από κεντρικό υποκατάστημα π.χ. υποκαταστήματα τράπεζας ενός νομού, υπαγόμενα διοικητικά σε κεντρικό υποκατάστημα του Νομού, επιχείρηση με έδρα στην Αθήνα, υποκατάστημα στη Θεσσαλονίκη και υποκαταστήματα στην Καστοριά και την Ξάνθη.

Τρόπος ενσωμάτωσης -Βιβλία τρίτης κατηγορίας

Η ενσωμάτωση στην περίπτωση αυτή θα γίνεται με το Ημερήσιο Διπλότυπο Φύλλο Συναλλαγών ή το Ημερολόγιο Ταμειακών και Συμψηφιστικών Πράξεων ή το Μηνιαίο Φύλλο Ανάλυσης και Ελέγχου, όποια τηρούνται διπλότυπα και το ένα αντίγραφο των οποίων θα αποστέλλεται στο υποκατάστημα, στα βιβλία του οποίου ενσωματώνονται τα δεδομένα, ίδια δε διαδικασία ακολουθείται και στην περίπτωση ενσωμάτωσης στα βιβλία του κεντρικού.

Σημειώνεται ότι τα δεδομένα των βιβλίων των υποκαταστημάτων τα οποία ενσωματώνονται στα βιβλία άλλου υποκαταστήματος, εμφανίζονται χωριστά από τα δεδομένα των βιβλίων του υποκαταστήματος αυτού.

Η ενημέρωση, η εκτύπωση, η αποστολή και η ενσωμάτωση των δεδομένων θα γίνεται εντός των οριζομένων προθεσμιών από τις διατάξεις των άρθρων 17 και 24 του Κ.Β.Σ.

Επίσης σημειώνεται ότι στην περίπτωση ενσωμάτωσης δεδομένων υποκαταστημάτων στα βιβλία υποκαταστήματος με αυτοτελές αποτέλεσμα, μπορεί να τύχει ανάλογης εφαρμογής η διάταξη της παρ. 5 του άρθρου 24 (κεντρική μονάδα Η/Υ), καθώς και της παρ. 3 του άρθρου 25 (απευθείας σύνδεση ON-LINE).

Βιβλίο αποθήκης -κατάσταση απογραφής

Όταν πρόκειται για ενσωμάτωση δεδομένων υποκαταστημάτων που δεν εξάγουν αυτοτελές αποτέλεσμα στα βιβλία υποκαταστήματος με αυτοτελές αποτέλεσμα, θα εφαρμόζονται αναλογικά τα οριζόμενα στις διατάξεις παρ.11 του άρθρου 8 για τήρηση βιβλίου αποθήκης καθώς και τα οριζόμενα στις διατάξεις της παρ.3 του άρθρου 27 για τις καταστάσεις απογραφής.

Ειδικότερα:

Βιβλίο Αποθήκης

Στο υποκατάστημα που εξάγει αυτοτελές λογιστικό αποτέλεσμα τηρείται πλήρες βιβλιοαποθήκης κατά τα οριζόμενα στις παρ. 1, 2, 3, 4, 5 και 6 του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ.

Στα υποκαταστήματα στα οποία δεν εξάγεται αυτοτελές αποτέλεσμα τηρείται βιβλίο αποθήκης κατ΄ είδος και ποσότητα με δυνατότητα τήρησής του και κατ΄ αξία. Στο βιβλίο αποθήκης του υποκαταστήματος με αυτοτελές αποτέλεσμα θα παρακολουθείται η κίνηση των υποκαταστημάτων (που δεν εξάγουν αυτοτελές αποτέλεσμα) κατ΄ είδος, ποσότητα και αξία.

Σε περίπτωση τήρησης του βιβλίου αποθήκης του υποκαταστήματος που δεν εξάγει λογιστικό αποτέλεσμα και κατ΄ αξία, στο βιβλίο αποθήκης του υποκαταστήματος (με αυτοτελές αποτέλεσμα) μεταφέρεται η κατά μερίδα συνολική μηνιαία κίνηση κατά ποσότητα και αξία με βάση κατάσταση που αποστέλλεται εντός του επόμενου μήνα.

Όταν τα υποκαταστήματα (που δεν εξάγουν αυτοτελές αποτέλεσμα) βρίσκονται στον ίδιο νομό ή σε άλλο νομό αλλά σε απόσταση μικρότερη των 50 χιλιομέτρων από το υποκατάστημα (με αυτοτελές αποτέλεσμα) ή κίνηση του βιβλίου αποθήκης μπορεί να παρακολουθείται σε ιδιαίτερες στήλες των μερίδων του βιβλίου αποθήκης του υποκαταστήματος με αυτοτελές αποτέλεσμα ή σε ιδιαίτερο βιβλίο αποθήκης που τηρείται σε αυτό.

Καταστάσεις απογραφής

Για τα υποκαταστήματα (που δεν εξάγουν αυτοτελές λογιστικό αποτέλεσμα) η ποσοτική καταμέτρηση των αποθεμάτων καταγράφεται σε διπλότυπες καταστάσεις. Το ένα αντίτυπο της κατάστασης αποστέλλεται στο υποκατάστημα με αυτοτελές αποτέλεσμα, στα βιβλία του οποίου ενσωματώνονται τα δεδομένα, μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από την παράγραφο 7 του άρθρου 17 του Κώδικα για την ενημέρωση του βιβλίου απογραφών.

Για τα υποκαταστήματα που λειτουργούν στον ίδιο νόμο με το υποκατάστημα που εξάγει αυτοτελές αποτέλεσμα ή σε άλλο νομό αλλά σε απόσταση μικρότερη των 50 χιλιομέτρων από αυτό, η καταγραφή των αποθεμάτων μπορεί να γίνεται απευθείας στο βιβλίο απογραφών του υποκαταστήματος αυτού (με αυτοτελές αποτέλεσμα), διακεκριμένα.

Βιβλία Α΄ και Β΄ κατηγορίας

Η δυνατότητα μεταφοράς στα βιβλία του κεντρικού, δεδομένων υποκαταστήματος που δεν εξάγει αυτοτελές αποτέλεσμα, μέσω των βιβλίων άλλου υποκαταστήματος που επίσης δεν εξάγει αυτοτελές αποτέλεσμα, ισχύει και για τα βιβλία Α΄ και Β΄ κατηγορίας.

10.1. Κατάργηση υποχρέωσης καταχώρησης των δεδομένων μόνο μιας διαχειριστικής περιόδου στα χειρόγραφα απλότυπα βιβλία υποκαταστημάτων (ισχύς από 17/11/1999).

Μετά την αντικατάσταση της παρ.5 του άρθρου 9 με την παρ.12 του άρθρου 9 του νόμου αυτού, καταργείται η υποχρέωση των επιτηδευματιών που τηρούσαν χειρόγραφα απλότυπα (όχι διπλότυπα) βιβλία υποκαταστημάτων να καταχωρούν τα δεδομένα μόνο μιας διαχειριστικής περιόδου και στο εξής δεν υποχρεούνται για κάθε διαχειριστική περίοδο να θεωρούν και να τηρούν άλλα βιβλία.

Τα ήδη θεωρηθέντα και τηρούμενα βιβλία συνεχίζουν πλέον να τηρούνται μέχρι την εξάντλησή τους.

Μετά την κατάργηση αυτής της υποχρέωσης, η οποία είχε τυπικό χαρακτήρα και επειδή είχε παρατηρηθεί ότι πολλοί επιτηδευματίες δεν είχαν εφαρμόσει την καταργούμενη διάταξη από παραδρομή ή συγγνωστή πλάνη, κρίνεται σκόπιμο να μην επιβάλλονται στο εξής κυρώσεις για παραβάσεις που διαπιστώθηκαν ή θα διαπιστωθούν μετά τις 17.11.1999.

11. Παράγραφος 13: Χρόνος καταχώρησης των συναλλαγών των πρόσκαιρων Υποκ/των - Επέκταση δικαιωμάτων Προϊστ. Δ.Ο.Υ. για την απαλλαγή ή την κατά διάφορο τρόπο τήρηση των βιβλίων των υποκαταστημάτων (Ισχύς από 17.11.1999).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής επέρχονται οι εξής μεταβολές:

- Χρόνος καταχώρησης των συναλλαγών των πρόσκαιρων υποκαταστημάτων

Τα στοιχεία των συναλλαγών των πρόσκαιρων υποκαταστημάτων όπως, εργοταξίων, προσωρινών εκθεσιακών χώρων, κλπ., που απαλλάσσονται από την τήρηση βιβλίων σύμφωνα με την παρ. 4 του άρθρου 9 του Κ.Β.Σ., καταχωρούνται στα βιβλία της έδρας ή του υποκαταστήματος που ανήκουν μέχρι τη 15η ημέρα (ίσχυε μέχρι τη 10η ημέρα) του επόμενου μήνα από την έκδοση ή λήψη τους.

- Επέκταση δικαιωμάτων του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. για την απαλλαγή ή την κατά διάφορο τρόπο τήρηση των βιβλίων των υποκαταστημάτων

Επεκτείνεται το δικαίωμα του Προϊσταμένου Δ.Ο.Υ. για την απαλλαγή ή την κατά διάφορο τρόπο τήρηση, σε όλα τα βιβλία υποκαταστήματος, πλην βιβλίου αποθήκης και παραγωγής -κοστολογίου για το οποίο αρμόδια είναι η Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων.

Έτσι, μετά τις παραπάνω μεταβολές το δικαίωμα απαλλαγής ή της κατά διάφορο τρόπο τήρησης των βιβλίων υποκαταστήματος καταλαμβάνει και τα πρόσθετα βιβλία και τις καταστάσεις που αναλύουν βιβλία όπως, οι καταστάσεις απογραφής του άρθρου 27. Το δικαίωμα βέβαια αυτό ασκείται σε εξαιρετικές περιπτώσεις που ανάγονται κυρίως στο αντικείμενο εργασιών και στον τρόπο διενέργειας της δραστηριότητας στο χώρο του υποκαταστήματος.

Ειδικά για το πρόσθετα βιβλία και τις καταστάσεις απογραφής, λόγω της ελεγκτικής τους σπουδαιότητας, οι εγκρίσεις θα πρέπει να χορηγούνται με την προϋπόθεση ότι τα δεδομένα θα παρέχονται από αντίστοιχα βιβλία ή καταστάσεις που τηρούνται σε άλλο υποκατάστημα ή στο κεντρικό, κατά τρόπο που να μη παρακωλύεται ο προληπτικός έλεγχος. Δεδομένα που θα πρέπει εκτός των άλλων να εξετάζονται οπωσδήποτε, είναι η απόσταση των εγκαταστάσεων καθώς η δυνατότητα διενέργειας του προληπτικού ελέγχου.

12. Παράγραφος 14: Επέκταση χρήσης μηνιαίας διάρκειας συγκεντρωτικού Δελτίου αποστολής (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, επεκτείνεται η χρήση μηνιαίας διάρκειας του συγκεντρωτικού δελτίου αποστολής και για τις διακινήσεις αγαθών (γενικώς) ανεξαρτήτως απόστασης.

Η χρήση μηνιαίας διάρκειας Σ.Δ.Α., που προβλεπόταν από τις υφιστάμενες διατάξεις για διακίνηση ανταλλακτικών και εξαρτημάτων που προορίζονταν για επισκευή και συντήρηση, στην περιφέρεια της εγκατάστασης (κεντρικού ή υποκαταστήματος) και σε απόσταση 50 Km, επεκτείνεται και μπορεί να γίνεται για κάθε διακίνηση αγαθών (γενικώς) ανεξάρτητα από την απόσταση που αυτά θα διακινηθούν και τον τρόπο διακίνησής τους, με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

• Το ΣΔ.Α. θα εκδίδεται την πρώτη ημέρα διακίνησης των αγαθών, από κατάλληλα γραμμογραφημένο σε στήλες έντυπο.

• Κάθε μέρα διακίνησης και μέχρι 30 ημέρες, πριν από την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου θα αναγράφονται σε ιδιαίτερη στήλη, οι ποσότητες κάθε είδους αγαθών που διακινούνται την ημέρα αυτή.

• Στα χειρόγραφα Σ.Δ.Α. αυτής της περίπτωσης, το άθροισμα των ποσοτήτων αριθμητικώς και ολογράφως αναγράφεται μόνο στη στήλη που αντιστοιχεί στη πρώτη ημέρα διακίνησης.

• Εάν το Σ.Δ.Α. εκδίδεται μηχανογραφικά, τα δεδομένα (ποσότητες) των στηλών που αντιστοιχούν στις επόμενες ημέρες αναγράφονται χειρογράφως.

• Η χρονική διάρκειά του είναι για 30 ημέρες, χωρίς να απαγορεύεται να χρησιμοποιείται και για μικρότερα χρονικά διαστήματα.

• Η διαφορά των ποσοτήτων από ημέρα σε ημέρα θα αποδεικνύεται από τα φορολογικά στοιχεία διακίνησης (Δ.Α.) ή αξίας (Τ.-Δ.Α., Τιμ. Α.Λ.Π.) που θα εκδίδονται κάθε ημέρα.

Στην περίπτωση αυτή τα στελέχη των εκδιδόμενων φορολογικών στοιχείων, θα βρίσκονται επί των αυτοκινήτων, καθ΄ όλο το χρονικό διάστημα που θα καλύπτει το Σ.Δ.Α.


Ενδεικτικό υπόδειγμα πολύστηλου Σ.Δ.Α.

ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ ή ΕΠΩΝΥΜΙΑ. Αθήνα, Δεκέμβριος 2000
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑ
Δ/ΝΣΗ
Α.Φ.Μ.
Δ.Ο.Υ.

ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ ΑΠΟΣΤΟΛΗΣ

ΠΑΡΑΛΗΠΤΗΣ: ΔΙΑΦΟΡΟΙ

Σκοπός διακίνησης: Πώληση
Είδος Μονάδα Μέτρησης

1/12

2/12

3/12

4/12

7/12

8/12

14/12

15/12





09.30

08.00

09.00

10.00

15.00

08.00

09.00

09.00





Α τεμ.

20

18

17

16

16

12

12

11





Β τεμ.

15

13

13

10

8

8

7

7





Χ τεμ.

30

30

28

26

24

22

18

16





Ψ τεμ.

25

24

22

20

18

14

12

9





Σύνολο Αριθμητικώς
90 85 80 72 66 56 49 43



Σύνολο Ολογράφως
Ενενήντα


















13. Παράγραφος 15: Νομοτεχνική - φραστική μεταβολή (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, αντικαθίσταται η φράση «είδη συσκευασίας» της περ. α΄ της παρ. 4 του άρθρου 11 με τη φράση «υλικά συσκευασίας»

Πρόκειται για νομοτεχνική - φραστική αλλαγή.

14. Παράγραφος 16: Επέκταση προθεσμιών έκδοσης στοιχείων τέλους χρήσης (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της υπόψη παραγράφου επέρχεται:

α) Νομοτεχνική αναμόρφωση και αναδιάταξη των διατάξεων των παρ. 14 και 15 του άρθρου 12, με σκοπό να καλύπτονται ευθέως οι περιπτώσεις τιμολόγησης παροχής υπηρεσιών προς το Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ. στο τέλος της χρήσης, όπως ερμηνευτικά γινόταν δεκτό μέχρι τώρα.

Το ίδιο ισχύει και για τις περιπτώσεις, δημοσίων έργων που γίνονται πιστοποιήσεις, μπορεί δηλαδή το σχετικό τιμολόγιο να εκδίδεται μέχρι τις 31/12 του έτους που αφορούν οι πιστοποιήσεις.

β) Ορίζεται ως γενική αρχή ότι για τις περιπτώσεις υποχρέωσης έκδοσης στοιχείων. αξίας κατά την τελευταία ημέρα της χρήσης, παρέχεται δυνατότητα έκδοσης των υπόψη στοιχείων και παράδοσής τους στον αντισυμβαλλόμενο μέχρι την 20η ημέρα του επόμενου από τη λήξη της χρήσης μήνα, με ημερομηνία την τελευταία ημέρα της χρήσης.

Με τη ρύθμιση αυτή αποσκοπείται η διευκόλυνση των επιχειρήσεων και η εξάλειψη ενός λόγου δημιουργίας αμφισβητήσεων και καταλογισμού τυπικών παραβάσεων.

Έτσι μπορεί π.χ. να εκδίδονται τα τιμολόγια πώλησης για αγαθά που διακινήθηκαν τον τελευταίο μήνα της χρήσης μέχρι 20/1 με ημερομηνία 31/12.

Ομοίως στην ίδια προθεσμία και κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να εκδίδονται τα πιστωτικά τιμολόγια έκπτωσης λόγω τζίρου, κ.ο.κ.

Χρόνος έκδοσης στοιχείων τέλους χρήσης

Ειδικά για το θέμα αυτό διευκρινίζονται τα εξής:

• Τα φορολογικά στοιχεία αξίας του άρθρου 12, που πρέπει να εκδοθούν κατά την τελευταία ημέρα της διαχειριστικής περιόδου, ορίζεται ρητά ότι παρέχεται η δυνατότητα έκδοσης αυτών μέχρι την εικοστή (20η) ημέρα του επόμενου από την λήξη της χρήσης μήνα, με ημερομηνία έκδοσης την τελευταία ημέρα της οικείας χρήσης (31/12, 30/6 κ.λπ.), με την απαραίτητη προϋπόθεση όμως, ότι αυτά πρέπει να παραδίδονται μέχρι την ημέρα αυτή, σ΄ αυτόν που τον αφορούν. Η ίδια προθεσμία καταλαμβάνει και τα πιστωτικά τιμολόγια έκπτωσης λόγω τζίρου, επιστροφών κ.λπ. της παρ. 13 του άρθρου 12, καθώς και τις Α.Π.Υ., που εκδίδουν οι τηρούντες πρόσθετα και ειδικά βιβλία του άρθρου 10, παρ. 5, εφόσον επέχουν θέση τιμολογίου. Δεν περιλαμβάνονται οι Α.Π.Υ. που εκδίδονται από ελεύθερους επαγγελματίες (άρθρο 48 παρ. 1 Ν. 2238/94).

• Τονίζεται ότι, σε περίπτωση που ο αντισυμβαλλόμενος έχει φορολογική υποχρέωση σε χρόνο προγενέστερο της ανωτέρω προθεσμίας (π.χ. υποβολή δηλώσεων παρακρατούμενων φόρων), ο εκδότης δεν μπορεί, προβάλλοντας το σχετικό δικαίωμά του, να εξαντλήσει την ανωτέρω προθεσμία αναιρώντας την υποχρέωση του λήπτη για εκπλήρωση φορολογικής του υποχρέωσης, εφόσον βέβαια έχει ενημερωθεί ή οχληθεί από τον αντισυμβαλλόμενο.

• Ειδικά, για τους αντιπροσώπους οίκων εξωτερικού, οι οποίοι εισπράττουν τον Ιανουάριο και το Φεβρουάριο προμήθειες της προηγούμενης χρήσης, εφαρμογή έχουν τα οριζόμενα στην εγκύκλιο 10365101658/Α0012/ΠΟΛ. 1101/7.5.1990, με βάση την οποία το σχετικό τιμολόγιο μπορεί να εκδίδεται μέχρι 28/2 με ημερομηνία 31/12.

• Για την εφαρμογή της διάταξης αυτής και προκειμένου να τηρείται η αρχή της ενιαίας, κατά χρήση τουλάχιστον, αρίθμησης στα φορολογικά στοιχεία, σκόπιμη είναι η χρήση ιδιαίτερης σειράς, χωρίς όμως να αποκλείεται η δυνατότητα έκδοσής τους από τα χρησιμοποιούμενα στελέχη των τρεχουσών συναλλαγών, με την αυτονόητη προϋπόθεση ότι οι εγγραφές στα βιβλία θα γίνονται στη χρήση που αφορούν.

• α τον τρόπο ενημέρωσης των βιβλίων σημειώνουμε τα παρακάτω:

α) Στα βιβλία Γ΄ κατηγορίας η ενημέρωση θα γίνεται μέσω των τακτοποιητικών εγγραφών με ημερομηνία 31/12, 30/6 κ.λπ.

β) Στα βιβλία Β΄ κατηγορίας όταν αυτά τηρούνται με μηχανογραφικό τρόπο (Η/Υ) και έχουν εκτυπωθεί για τον τελευταίο μήνα της χρήσης, έχει γίνει δεκτό να καταχωρούνται τα στοιχεία με χειρόγραφο τρόπο και να εξάγεται επίσης χειρόγραφα το τελικό άθροισμα.

15. Παράγραφος 17: Επέκταση δυνατότητας έκδοσης άλλων παραστατικών αντί τιμολογίων - Αύξηση ορίου καταχώρησης αγορών με αποδείξεις λιανικής (Ισχύς από 17.11.1999).

Μεταβολές

1. Διευρύνεται η διάταξη (άρθρο 12 παρ. 1γα) που προβλέπει τη μη έκδοση τιμολογίου για τη μεταβίβαση μετοχών, ομολογιών, ομολόγων και εντόκων γραμματίων και για τα παράγωγα ή άλλα παρεμφερή χρηματοοικονομικά προϊόντα.

2. Παρέχεται η δυνατότητα στο Δημόσιο, τα Ν.Π.Δ.Δ., Ο.Τ.Α. κ.λπ. για την είσπραξη ανταποδοτικών τελών να εκδίδουν αντί τιμολογίων άλλα παραστατικά που προβλέπει η νομοθεσία τους ή ο κανονισμός λειτουργίας τους.

3. Αυξάνεται το όριο για την έκδοση Α.Λ.Π. αντί Τιμολογίου (αν συναινεί ο αγοραστής), για αγορές μη εμπορευσίμων αγαθών από 5.000 σε 15.000 δρχ., για κάθε συναλλαγή, αν αγοραστής είναι επιτηδευματίας ή πρόσωπο της παρ. 3 (Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ. κ.λπ.) και 4 (αγρότης του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ) του άρθρου 2 του Κ.Β.Σ.

Διευκρινίσεις

Για την περίπτωση λήψης Α.Λ.Π. αντί τιμολογίων επισημαίνουμε και τα εξής:

• Περιλαμβάνονται η αγορά χαρτικών, γραφικής ύλης, ειδών καθαριότητας, έξοδα καφενείου κ.λπ.

• Οι πωλήσεις αυτές για τον πωλητή λογίζονται σαν λιανικές πωλήσεις, εκτός και αν πρόκειται για είδη (αναλώσιμα). που αποκλειστικά διατίθενται σε επιτηδευματίες (π.χ. υγραέριο από πρατήρια πώλησης υγραερίου που αποκλειστικά διατίθεται ως καύσιμο των ΤΑΞΙ).

• Η έκδοση απόδειξης για τις προαναφερόμενες περιπτώσεις δεν είναι δικαίωμα του πωλητού συνεπώς εάν ο αγοραστής ζητήσει τιμολόγιο, ο πωλητής δεν νομιμοποιείται να αρνηθεί την έκδοση.

• Η διάταξη αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί μόνο εφόσον ο πωλητής τηρεί βιβλία δεύτερης ή τρίτης κατηγορίας. Συνεπώς, ο τηρών βιβλία πρώτης κατηγορίας δεν νομιμοποιείται να εκδίδει αποδείξεις αντί τιμολογίων (π.χ. βενζινάδικο με βιβλίο αγορών δεν μπορεί για τις πωλήσεις καυσίμων να εκδίδει Α.Λ.Π.).

16. Παράγραφος 18: Καθορισμός χρόνου έκδοσης εισιτηρίων επέκταση δυνατότητας έκδοσης άλλων παραστατικών, αντί των οριζομένων για συναλλαγές με το καταναλωτικό κοινό (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής γίνεται νομοτεχνική παρέμβαση και ανάλογη προσαρμογή των διατάξεων του πρώτου εδαφίου των παρ. 3 και 4 του άρθρου 13 με τις αντίστοιχες διατάξεις του άρθρου 12.

Ειδικότερα:

• Μετά την αναδιατύπωση και συμπλήρωση των διατάξεών των παρ. 14 και 15 του άρθρου 12, για το χρόνο έκδοσης Α.Π.Υ. οι διατάξεις του άρθρου 13 παραπέμπουν στις ως άνω διατάξεις του άρθρου 12.

• Επίσης ορίζεται ρητά ότι τα εισιτήρια θεαμάτων ή μεταφοράς προσώπων, εκδίδονται το αργότερο κατά την έναρξη της παροχής υπηρεσιών.

• Τέλος, λόγω της επέκτασης της διάταξης του άρθρου 12 παρ. 16β΄, γίνεται ανάλογη νομοτεχνική προσαρμογή και στο άρθρο 13.

17. Παράγραφος 19: Κατάργηση του ημερολογίου μεταφοράς των αγροτών του ειδικού καθεστώτος (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρου 16 και καταγράφονται οι περιπτώσεις έκδοσης δελτίου αποστολής από τα πρόσωπα της παρ. 4. του άρθρου 2 του Κώδικα, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ίδιου Κώδικα.

Η αντικατάσταση αυτή, στα πλαίσια των απλοποιήσεων που αφορούν τον Κ.Β.Σ., καταργεί την υποχρέωση τήρησης ημερολογίου μεταφοράς από τα ανωτέρω πρόσωπα, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, (17.11.1999), και καταγράφονται επιπλέον και στο άρθρο αυτό, οι περιπτώσεις όπου τα ίδια πρόσωπα υποχρεούνται. σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 11 του Κώδικα να εκδίδουν δελτίο αποστολής.

Για την υποχρέωση έκδοσης Δ.Α. από τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος Φ.Π.Α., υπενθυμίζουμε ότι οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις υπόψη διατάξεις καταλαμβάνουν τους παραγωγούς αγροτικών προϊόντων (αγρότες και οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις), οι οποίοι υπάγονται στο ειδικό καθεστώς Φ.Π.Α. και δεν υποχρεούνται να τηρούν βιβλία του Κ.Β.Σ.

Οι κατά την προαναφερόμενη έννοια παραγωγοί εκδίδουν θεωρημένο δελτίο αποστολής στις περιπτώσεις που διακινούν αγροτικά προϊόντα με σκοπό: την πώληση, επεξεργασία ή συσκευασία.

18. Παράγραφος 20:Επέκταση της δυνατότητας έκδοσης συγκεντρωτικής φορτωτικής σε όλα τα μεταφορικά μέσα Δ.Χ. - Περιεχόμενο της συγκεντρωτικής φορτωτικής (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής αντικαθίσταται η παρ. 13 του άρθρου 16, καθ΄ όσον αφορά τη δυνατότητα έκδοσης της συγκεντρωτικής φορτωτικής από όλα τα μεταφορικά μέσα Δ.Χ., καθώς και τα δεδομένα που πρέπει να περιλαμβάνονται σ΄ αυτή.

α) Επεκτείνεται η δυνατότητα έκδοσης συγκεντρωτικής φορτωτικής, που με τις ισχύουσες μέχρι σήμερα διατάξεις είχε μόνο ο εκμεταλλευτής φορτηγού αυτοκινήτου Δ.Χ., για όλες τις μεταφορές, ανεξάρτητα του χρησιμοποιούμενου μεταφορικού μέσου (π.χ. πλοίου, αεροπλάνου κ.λπ.).

β) Στη συγκεντρωτική φορτωτική δεν απαιτείται η αναλυτική αναγραφή των ατομικών στοιχείων κάθε παραλήπτη. Πρέπει όμως να προκύπτει για κάθε παραλήπτη το συνοδευτικό στοιχείο, το είδος των αγαθών κατά γενική κατηγορία, η ποσότητα και ο τόπος εκφόρτωσης.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΤΙΚΗΣ ΦΟΡΤΩΤΙΚΗΣ
(άρθρο 16, παρ. 3)

Στοιχεία Μεταφορέα

Ονοματεπώνυμο ή Επωνυμία μεταφορέα Νο ........................
Επάγγελμα Ημερομηνία εκκίνησης αυτοκινήτου
Διεύθυνση
Α.Φ.Μ.
Δ.Ο.Υ.
Στοιχεία Φορτωτή
Ονοματεπώνυμο ή Επωνυμία
Επάγγελμα
Α.Φ.Μ.
Διεύθυνση
Τόπος φόρτωσης

Αριθμός Συνοδευτικού στοιχείου

Τόπος προορισμού (εκφόρτωσης)

Είδος αγαθών (γεν. κατηγορία)

Ποσότητα

Παρατηρήσεις Υπογραφή Παραλήπτη


























Συνολική ποσότητα μεταφερόμενων αγαθών

Αρ. κυκλοφ. αυτ/του ....................
Κόμιστρα ....................................
Φ.Π.Α. .......................................
Σύνολο ...................................................
Ολογράφως ................................



19. Παράγραφος 21: Επιμήκυνση προθεσμιών ενημέρωσης βιβλίων

Από 1.1.2000 αυξάνονται οι προθεσμίες ενημέρωσης των βιβλίων όλων των κατηγοριών Α΄, Β΄, Γ΄ (Ημερολόγια πρωτογενών εγγραφών).

Τα ανωτέρω βιβλία με τις νέες προθεσμίες ενημερώνονται μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα από την έκδοση ή λήψη του δικαιολογητικού.

Επίσης θεσπίζονται ενιαία προθεσμία ενημέρωσης του βιβλίου αποθήκης εντός 10 ημερών (αντί των 8 ημερών για ποσότητες και 10 για αξίες που ίσχυαν).

Οι ανωτέρω προθεσμίες αφορούν την ενημέρωση (καταχώρηση στα χειρόγραφα) ή τη λογιστικοποίηση των εγγραφών επί μηχανογραφικής τήρησης των βιβλίων και όχι τις προθεσμίες εκτύπωσης των βιβλίων οι οποίες παραμένουν ως έχουν.

19.1. Χρόνος ενημέρωσης του ημερολογίου που περιέχει τις εγγραφές της ανα­λυτικής λογιστικής

Μετά και από την νομοτεχνική αναδιατύπωση της περ. δ΄ της παρ. 2 του άρθρου 17 του Κ.Β.Σ., προκύπτει ρητά πλέον ότι η ενημέρωση του ημερολογίου που περιέχει τις εγγραφές της αναλυτικής λογιστικής γίνεται εντός του επόμενου μήνα της περιόδου που αφορούν.

Ως γνωστό σύμφωνα με την γνωμ. 301/1998 του ΕΣΥΛ που κοινοποιήθηκε με την ΠΟΛ. 1255/23.10.1998 από 1.1.1999 η τήρηση της αναλυτικής λογιστικής πλήρως (με εξαγωγή βραχύχρoνων αποτελεσμάτων) ή μερικώς (ενημέρωση λογαριασμών χωρίς υπολογισμό βραχύχρονου κόστους) γίνεται σε μηνιαία ή τριμηνιαία βάση, κατ΄ επιλογή του επιτηδευματία.

Ενόψει των ανωτέρω διευκρινίζεται ότι σε περίπτωση - τήρησης αναλυτικής λογιστικής σε τριμηνιαία βάση η ενημέρωση του ημερολογίου με τις εγγραφές της αναλυτικής γίνεται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα της περιόδου που αφορούν (τρίμηνο). Διευκρινίζεται ότι στην περίπτωση αυτή όλες οι εγγραφές της αναλυτικής λογιστικής καταχωρού­νται σε τριμηνιαία βάση, χωρίς να είναι υποχρεωτική η διενέργεια εγγραφών σε μηνιαία βάση. Είναι αυτονόητο ότι μπορεί ο επιτηδευματίας, εφόσον το επιθυμεί να ενημερώσει ορισμένους ή όλους τους λογαριασμούς της αναλυτικής λογιστικής σε μικρότερα χρονι­κά διαστήματα (π.χ. αυτόματη ενημέρωση από τον ΗΝ των λογαριασμών της Γενικής και Αναλυτικής Λογιστικής κ.λπ.).

19.2. Προθεσμία μεταφοράς δεδομένων υποκαταστημάτων

Επίσης με τις διατάξεις της παρ. 21, ενόψει των μεταβολών που επήλθαν στους χρό­νους ενημέρωσης των βιβλίων, αντικαταστάθηκε η παρ. 5 του άρθρου 17 και οι προθε­σμίες μεταφοράς των δεδομένων των υποκαταστημάτων στα βιβλία του κεντρικού (χειρόγραφα και μηχανογραφικά) από 1.1.2000 έχουν ως εξής:

α) Βιβλία πρώτης και δεύτερης κατηγορίας

Η καταχώρηση στα χειρόγραφα ή η εισαγωγή των στοιχείων (πληκτρολόγηση) στα μη­χανογραφημένα βιβλία των δεδομένων των υποκαταστημάτων των μέχρι τη 15η ημέρα του μήνα υποβολής των κατά περίπτωση φορολογικών δηλώσεων.

β) Βιβλία τρίτης κατηγορίας

• Όταν εξάγεται αυτοτελώς αποτέλεσμα, εντός της προθεσμίας σύνταξης του ισολογισμού (η προθεσμία αυτή παραμένει ως είχε).

• Όταν δεν εξάγεται αυτοτελές αποτέλεσμα, η καταχώρηση στο χειρόγραφο ή η εισαγωγή των στοιχείων (πληκτρολόγηση) στα μηχανογραφημένα, μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα εκείνου που αφορούν οι πράξεις ή οι συναλλαγές.

Διευκρινίζεται ότι μετά τις ανωτέρω μεταβολές η προθεσμία μεταφοράς των δεδο­μένων υποκαταστημάτων τόσο επί χειρόγραφων όσο και μηχανογραφημένων βιβλίων του κεντρικού γίνεται ενιαία και καταργείται ευχέρεια μεταφοράς των δεδομένων, ό­ταν τηρούν τα χειρόγραφα βιβλία στο κεντρικό, στην προθεσμία υποβολής των κατά περίπτωση φορολογικών δηλώσεων επί τήρησης βιβλίων πρώτης και δεύτερης κατηγο­ρίας και εντός του πρώτου 20ημέρου του επόμενου μήνα, επί τήρησης βιβλίων τρίτης κατηγορίας.

20. Παράγραφος 22: Γενική περιγραφή ειδών, αν υπάρχει διεθνές κωδικολόγιο (Ισχύς από 17.11.1999)

Στην παράγραφο 8 του άρθρου 18 προστίθεται νέο εδάφιο.

Με τη ρύθμιση αυτή παρέχεται η δυνατότητα, χωρίς άλλες προϋποθέσεις (θεώρηση βιβλίου κωδικών), να αναφέρονται τα είδη στα βιβλία και τα στοιχεία, κατά γενική κατηγορία, με αναφορά των ποσοτήτων, στα επί μέρους είδη, με την αναγραφή του Κωδικού που εξειδικεύει το είδος.

Αφορά περιπτώσεις ανταλλακτικών αυτοκινήτων και άλλων ειδών, για τα οποία υπάρχει διεθνής «ταυτότητα» κωδικής αρίθμησης και καταγραφή των κωδικών και των ειδών σε διεθνές κωδικολόγιο (βιβλίο).

21. Παράγραφος 231. Κατάργηση θεώρησης όλων των παραστατικών που δεν προβλέπεται θεώρησή τους από φορολογικές διατάξεις (Ισχύς από 1.1.2000)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, προστίθεται στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 19 νέο εδάφιο.

Με τη ρύθμιση αυτή καταργείται από 1.1 .2000 η θεώρηση μη φορολογικών παραστατικών για τα οποία υφίστατο μέχρι σήμερα υποχρέωση θεώρησής τους από διατάξεις μη φορολογικές, από τα παρακάτω πρόσωπα:

α) Ξεναγοί

Α.Π.Υ. με βάσει τις διατάξεις της παρ. 6 του Ν. 710/77 (Σχετ.: εγκύκλιος Σ.1103/ΠΟΛ. 188/23.6.1988)

β) Έμμισθοι οικιακοί βοηθοί

Νοσοκόμοι, παραδουλεύτρες, κηπουροί, baby sitters κ.α., που εμπίπτουν στις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 26 του Ν. 2639/1998 (Σχετ.: Εγκύκλιος 1107564/650/0015/ΠOΛ. 1245/7.10.1998).

Εξαιρέσεις

Από την υπόψη διάταξη εξαιρούνται τα μισθωτήρια αυτοκινήτων, των οποίων η θεώρηση είχε καθιερωθεί με την απόφαση 514170/Ειδ. Αριθμ. 84/26.4.1995 και εξακολουθεί να ισχύει και μετά την ισχύ της διάταξης αυτής, ανεξάρτητα από τη συνένωσή τους ή μη με τις Α.Π.Υ.

22. Παράγραφος 24: Μη υποβολή συγκεντρωτικών καταστάσεων, για τις εκκαθαρίσεις, από τους αγρότες του ειδικού καθεστώτος (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, καταργείται η υποχρέωση των αγροτών, που δεν έχουν ενταχθεί στο κανονικό καθεστώς του Φ.Π.Α., να υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις για τις εκκαθαρίσεις που λαβαίνουν από πώληση προϊόντων τους για λογαριασμό τους, από τρίτους.

Οι τρίτοι αυτονόητο είναι ότι έχουν την εν λόγω υποχρέωση, αναγράφοντας έναντι κάθε αγρότη τον ΚΩΔ. 1.

23. Παράγραφος 25: Τήρηση βιβλίων (με γνωστοποίηση) σε διαφορετικό τόπο και σε χωρική αρμοδιότητα άλλης Δ.Ο.Υ. (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, επεκτείνεται η ευχέρεια τήρησης των βιβλίων και των στοιχείων σε άλλο τόπο (εκτός κεντρικού ή υποκαταστήματος) που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 21 του Κ.Β.Σ. και μπορεί να τηρούνται αυτά με γνωστοποίηση στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ., σε τόπο αρμοδιότητας άλλης Δ.Ο.Υ., που έχει την έδρα της στην ίδια πόλη, με εξαίρεση τα βιβλία και τα στοιχεία των επιτη­δευματιών των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης. Οι επιτηδευματίες των νομών αυτών (Αττικής & Θεσσαλονίκης) με εξαίρεση τις Α.Ε. των νομών αυτών, έχουν το δικαίωμα αυ­τό (με γνωστοπoίηση) μόνο για την τήρηση των βιβλίων και των στοιχείων σε τόπο που βρίσκεται στη χωρική αρμοδιότητα της ίδιας Δ.Ο.Υ.

Έτσι μετά από τις νέες διατάξεις οι περιπτώσεις τήρησης των βιβλίων και των στοιχείων σε διαφορετικό τόπο μετά από γνωστοποίηση ή έγκριση από τον αρμόδιο Προϊστάμε­νο Δ.Ο.Υ. είναι οι εξής:

Α. Με γνωστοποίηση στον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ.

α) Τήρηση βιβλίων και στοιχείων κεντρικού ή υποκαταστήματος σε άλλο τόπο που βρίσκεται στην ίδια χωρική αρμοδιότητα Δ.Ο.Υ. με την έδρα ή το υποκατάστημα.

β) Τήρηση βιβλίων και στοιχείων κεντρικού ή υποκαταστήματος σε άλλο τόπο που βρίσκεται στη χωρική αρμοδιότητα άλλης Δ.Ο.Υ. που έχει όμως την έδρα της στην ίδια πόλη με τη Δ.Ο.Υ. της έδρας ή του υποκαταστήματος κατά περίπτωση, με εξαί­ρεση τα βιβλία και τα στοιχεία των εγκαταστάσεων (κεντρικού ή υποκαταστήματος) των επιτηδευματιών των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

Στις παραπάνω περιπτώσεις (α΄ και β΄) δεν περιλαμβάνονται οι Α.Ε. Αττικής και Θεσσαλονίκης (για τις οποίες απαιτείται πάντοτε έγκριση).

Β. Με έγκριση από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ.

α) Τήρηση των βιβλίων και των στοιχείων εκτός έδρας των Ανωνύμων εταιρειών των νομών Αττικής και Θεσσαλονίκης.

β) Τήρηση των βιβλίων και των στοιχείων κεντρικού ή υποκαταστήματος σε τόπο εκτός χωρικής αρμοδιότητας της Δ.Ο.Υ. (του κεντρικού ή του υποκαταστήματος) για τους νομούς Αττικής και Θεσσαλονίκης.

γ) Τήρηση των βιβλίων και των στοιχείων κεντρικού ή υποκαταστήματος σε τόπο χω­ρικής αρμοδιότητας άλλης Δ.Ο.Υ. που εδρεύει εκτός της ίδιας πόλης (για την λοιπή Ελλάδα).

Ενδεικτικά Παραδείγματα

α) Ο.Ε. με έδρα στην Α΄ Δ.Ο.Υ. Αθηνών μπορεί με γνωστοποίηση να τηρεί τα βιβλία και τα στοιχεία της σε άλλο τόπο (π.χ. λογιστικό γραφείο) που βρίσκεται μέσα στη χωρική αρμοδιότητα της Α΄ Δ.Ο.Υ. Αθηνών. Αν ο τόπος τήρησης ανήκε στη χωρική αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ. Κ΄ Αθηνών, απαιτείται έγκριση.

β) Ατομική επιχείρηση με έδρα στη χωρική αρμοδιότητα της Α΄ Δ.Ο.Υ. Ξάνθης μπορεί με γνωστοποίηση να τηρεί τα βιβλία και τα στοιχεία της σε τόπο που ανήκει στη χωρική αρμοδιότητα της Β΄ Δ.Ο.Υ. Ξάνθης.

γ) Α.Ε. με έδρα τη Θεσσαλονίκη ζητεί να τηρήσει τα βιβλία της και τα στοιχεία της σε τόπο εκτός της έδρας στην πόλη της Θεσσαλονίκης. Στην περίπτωση αυτή απαιτείται έγκριση.

δ) Α.Ε. με έδρα τη Λάρισα στην χωρική αρμοδιότητα της Δ.Ο.Υ. Α΄ Λάρισας. Στην περίπτωση αυτή με γνωστοποίηση μπορεί να τηρήσει τα βιβλία της σε τόπο οποιασδήποτε χωρικής αρμοδιότητας των Δ.Ο.Υ. που έχουν την έδρα τους στην πόλη της Λάρισας (A΄, Β΄, Γ΄ Λάρισας).

24. Παράγραφος 26: Κατάργηση της προδιαγραφής λογισμικού για αναδρομική τροποποίηση ή παρεμβολή εγγραφών στα βιβλία που τηρούνται με Η/Υ «κλείδωμα εγγραφών» (Ισχύς από 1.1.2000)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής καταργείται η περίπτωση η΄ της παραγράφου 2 του άρθρου 23 του Κ.Β.Σ. και οι περιπτώσεις θ΄ και ι΄ αναριθμούνται σε η΄ και θ΄.

Μετά τις ανωτέρω μεταβολές καταργείται από 1.1.2000 η προδιαγραφή του λογισμικού (περ. η΄, παρ. 2 του άρθρου 23) που προέβλεπε για τα βιβλία που τηρούνται με Η/Υ τον αποκλεισμό της δυνατότητας αναδρομικής τροποποίησης ή παρεμβολής εγγραφής, μετά την πάροδο της προθεσμίας ενημέρωσης των βιβλίων «κλείδωμα εγγραφών».

Η προδιαγραφή που καταργείται καταλαμβάνει τα ημερολόγια, το βιβλίο εσόδων - εξόδων, αγορών καθώς και το βιβλίο αποθήκης.

Είναι αυτονόητο ότι η κατάργηση της ανωτέρω προδιαγραφής σε καμιά περίπτωση δεν νομιμοποιεί την εκπρόθεσμη ενημέρωση (πληκτρολόγηση - λογιστικοποίηση) των εγγραφών στα βιβλία, την καταχώρηση δηλαδή μετά τις προβλεπόμενες προθεσμίες από τις διατάξεις του άρθρου 17 του Κ.Β.Σ., όπως αυτές ισχύουν μετά την επιμήκυνση τους με τις διατάξεις της παρ. 21 του άρθρου 9 του Ν. 2753/1999.

Τέλος επισημαίνεται ότι η προδιαγραφή της περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 23 που προβλέπει την αυτόματη ετήσια προοδευτική αρίθμηση κάθε ημερολογιακής εγγραφής, εξακολουθεί να ισχύει και μετά την κατάργηση της ανωτέρω προδιαγραφής («κλειδώματος εγγραφών»).

25. Παράγραφος 27:Επιμήκυνση του χρόνου εκτύπωσης του Ημερήσιου Διπλότυπου Φύλλου Συναλλαγών. (Ισχύς από 1.1.2000)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής από 1.1.2000 επεκτείνεται, λόγω της αντίστοιχης επιμήκυνσης του χρόνου ενημέρωσης βιβλίων, ο χρόνος εκτύπωσης του Ημερήσιου Διπλότυπου Φύλλου Συναλλαγών μέχρι την 15η ημέρα του επόμενου μήνα.

26. Παράγραφος 28: Χρόνος εκτύπωσης των πρόσθετων βιβλίων που ενημερώνονται βάσει εκδιδόμενων παραστατικών (Ισχύς από 17.11.1999).

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής προβλέπεται πλέον ρητά ότι, τα πρόσθετα και ειδικά βιβλία ενημερώνονται και εκτυπώνονται εντός των προβλεπομένων προθεσμιών από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. και τις Υπουργικές Αποφάσεις που τα προβλέπουν.

Κατ΄ εξαίρεση τα βιβλία που ενημερώνονται βάσει εκδιδομένων παραστατικών τα οποία μπορεί να εκτυπώνονται μέχρι το τέλος του επόμενου μήνα, με την προϋπόθεση ότι όταν ζητηθεί από τον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. ή από εξουσιοδοτημένο από αυτόν υπάλληλο, να είναι δυνατή η εκτύπωση σε αθεώρητο χαρτί άμεσα των δεδομένων των βιβλίων μέχρι την τελευταία ημέρα ενημέρωσης.

Η ρύθμιση αυτή αφορά πρόσθετα και ειδικά βιβλία, όπως των ασφαλιστικών επιχειρήσεων της περ. ια΄ της παρ. 5 του άρθρου 10 (ενημέρωση βάσει εκδιδομένων ασφαλιστηρίων κ.λπ. εντός πέντε ημερών από την κατάρτισή τους), το ειδικό διπλότυπο βιβλίο αποθήκευσης (υποπερ. ηβ΄ της περ. η΄ της παρ. 5 άρθρου 10) που τηρείται από τους εκμεταλλευτές ψυκτικών και αποθηκευτικών χώρων, το οποίο ενημερώνονται εντός της μεθεπομένης ημέρας της εισαγωγής και της εξαγωγής των αγαθών, βάσει του εκδιδόμενου δελτίου εισαγωγής ή τίτλου αποθήκευσης κατά την εισαγωγή και του δελτίου αποστολής του άρθρου 11, κατά την εξαγωγή.

Τέλος, γίνεται δεκτό ότι τα ανωτέρω έχουν αναλογική εφαρμογή και για το ειδικό βιβλίο προσωρινής εναπόθεσης των δια μεταφορικών επιχειρήσεων (Α.Υ.Ο. 1041614/324/ΠΟΛ. 1100/1995 (ΦΕΚ 305 Β΄) οι οποίες ασκούν τη δραστηριότητα τους με παρόμοιες συνθήκες με τις επιχειρήσεις εκμετάλλευσης αποθηκευτικών χώρων.

27. Παράγραφος 29: Μεταβολές διατάξεων για το κλείσιμο της διαχειριστικής περιόδου (Ισχύς από 17.11.1999)

Με την παράγραφο αυτή ενοποιούνται και συμπληρώνονται οι διατάξεις του Κ.Β.Σ. (άρθρο 26) περί διαχειριστικής περιόδου.

Μετά τις ανωτέρω μεταβολές με τη νέα παράγραφο 2 του άρθρου 26 ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας κλείνει διαχειριστική περίοδο την 30η Ιουνίου ή την 31η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Κατ΄ εξαίρεση μπορεί να κλείνει τη διαχείρισή του:

α) Το υποκατάστημα, πρακτορείο ή άλλη εγκατάσταση στην Ελλάδα, αλλοδαπής επιχείρησης, κατά το χρόνο που κλείνει τη διαχείρισή του το κεντρικό κατάστημα στην αλλοδαπή.

β) Η ημεδαπή επιχείρηση στην οποία μετέχει αλλοδαπή επιχείρηση με ποσοστό κεφα­λαίου πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον, κατά το χρόνο που κλείνει τη διαχει­ριστική της η αλλοδαπή επιχείρηση και

γ) Η ημεδαπή επιχείρηση στο κεφάλαιο της οποίας μετέχει με ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) άλλη ημεδαπή επιχείρηση, στην οποία μετέχει αλλοδαπή επιχείρηση με το ίδιο ή μεγαλύτερο ποσοστό, κατά το χρόνο που κλείνει τη διαχείρι­σή της η αλλοδαπή επιχείρηση.

δ) Η ημεδαπή επιχείρηση στο κεφάλαιο της οποίας μετέχει με ποσοστό τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό (50%) άλλη ημεδαπή επιχείρηση, κατά το χρόνο που κλείνει τη διαχείρισή της η συμμετέχουσα επιχείρηση..

Επί αλλαγής του χρόνου λήξης της διαχειριστικής περιόδου της αλλοδαπής επιχείρησης ή της συμμετέχουσας, οι επιχειρήσεις των παραπάνω περιπτώσεων α΄, β΄, γ΄ και δ΄ μπορούν, χωρίς έγκριση του προϊσταμένου της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, να προσαρμόζουν το χρόνο λήξης της διαχειριστικής περιόδου με αυτόν της αλλοδαπής ή της συμμετέχουσας επιχείρησης.

Διευκρινίζεται ότι οι περιπτώσεις α΄ και β΄ ίσχυαν και προ της εφαρμογής του Ν. 2753/1999, με τις διατάξεις των παρ. 2α΄ και β΄ του άρθρου 29 του Ν. 2238/1994.

28. Παράγραφος 30: Καταχώρηση απογραφής αποθεμάτων σε τρίτους (Ισχύς από 17.11.1999)

Ως γνωστόν, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 27 του Κ.Β.Σ, η ποσοτική καταμέτρηση των αποθεμάτων του επιτηδευματία και η καταχώρησή τους στο βιβλίο απογραφών ή σε καταστάσεις, γίνεται διακεκριμένα κατ΄ αποθηκευτικό χώρο.

Το Σ.τ.Ε. με την 2179/1982 απόφασή είχε αποφανθεί ότι τα αποθέματα του επιτηδευματία που βρίσκονται σε τρίτους, πρέπει να απογράφονται και κατά αποθηκευτικό χώρο τρίτου.

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής ορίζεται πλέον ρητά ότι η υποχρέωση καταχώρησης της ποσοτικής καταμέτρησης των αποθεμάτων που βρίσκονται σε τρίτους, εξαντλείται με την καταχώρησή τους ανά τρίτο και όχι και κατά αποθηκευτικό χώρο του τρίτου.

Η ρύθμιση αυτή κρίθηκε επιβεβλημένη εξαιτίας προβλημάτων που είχαν ανακύψει, από το γεγονός ότι πολλές φορές οι τρίτοι μετέφεραν αποθέματα επιτηδευματιών από ένα χώρο σε άλλο, χωρίς να έχουν υποχρέωση από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ., να ενημερώνουν τον επιτηδευματία (κύριο των αγαθών) για τη μεταφορά αυτών (αποθεμάτων).

Ενόψει των ανωτέρω για τον επιτηδευματία (κύριο των αγαθών) ο οποίος έχει αποστείλει σε τρίτους «αποθέματα» (για πώληση, φύλαξη, αποθήκευση επεξεργασία κ.λπ.), κάθε τρίτος για την καταχώρηση της απογραφής θα θεωρείται ως ένας αποθηκευτικός χώρος, ανεξάρτητα από τους φυσικούς αποθηκευτικούς χώρους του τρίτου στους οποίους βρίσκονται αποθηκευμένα τα αποθέματα του επιτηδευματία (κύριου των αγαθών).

29. Παράγραφος 31: Καταχώρηση στο βιβλίο απογραφών των περιουσιακών στοιχείων τρίτων επιτηδευματιών ή μη (Ισχύς από 17.11.1999).

Σύμφωνα με τις διατάξεις της αντικαθιστώμενης διάταξης της παρ. 7 του άρθρου 27 του Κ.Β.Σ τα αποθέματα και τα πάγια των τρίτων που βρίσκονται κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου στον επιτηδευματία καταχωρούνται χωριστά κατ΄ είδος και ποσότητα.

Επειδή οι όροι «αποθέματα» και «πάγια» αναφέρονται μόνο σε επιτηδευματίες, η ανωτέρω υποχρέωση αφορούσε μόνο τα περιουσιακά στοιχεία (αποθέματα και πάγια) των τρίτων - επιτηδευματιών.

Με τις διατάξεις της παραγράφου 31 θεσπίζεται καθολική υποχρέωση καταχώρησης στο βιβλίο απογραφών ή σε καταστάσεις απογραφής όλων των περιουσιακών στοιχείων κυριότητας τρίτων επιτηδευματιών ή μη, ανεξάρτητα από το σκοπό που βρίσκονται στην επιχείρηση κατά τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου.

π.χ. Ιδιώτης αγοράζει αγαθά στις 29/12/1999 τα οποία παραμένουν στον επιτηδευματία - πωλητή για αποστολή. Τα αγαθά αυτά αποστέλλονται στον ιδιώτη - αγοραστή στις 5/1/2000. Στην περίπτωση αυτή με τις νέες διατάξεις ο επιτηδευματίας (πωλητής) υποχρεούται να εμφανίσει χωριστά τα αγαθά αυτά στην απογραφή της 31/12/1999 κατ΄ είδος και ποσότητα, ως περιουσιακά στοιχεία τρίτων, αναγράφοντας και το σκοπό της παραμονής τους.

29.1 Ευχέρεια μη καταχώρησης της απογραφής περιουσιακών στοιχείων τρίτων επιτηδευματιών ή μη.

Επίσης με τις ίδιες διατάξεις της παρ. 31, παρέχεται ευχέρεια στον επιτηδευματία, μη καταχώρησης των περιουσιακών στοιχείων τρίτων επιτηδευματιών ή μη, εφόσον τα δεδομένα της απογραφής προκύπτουν από το βιβλίο αποθήκης ή άλλα πρόσθετα βιβλία.

Διευκρινίζεται ότι στα πρόσθετα βιβλία περιλαμβάνονται τα πρόσθετα βιβλία, της παρ. 1 (Βιβλίο ή Δελτίο ποσοτικής παραλαβής) της παρ. 5 του άρθρου 10 καθώς και τα ειδικά βιβλία που έχουν καθιερωθεί με Υπουργικές αποφάσεις κατ΄ εξουσιοδότηση νόμου.

Σημειώνεται ότι σε περίπτωση εφαρμογής της διάταξης αυτής, το τηρούμενο βιβλίο αποθήκης για να καλύψει τα δεδομένα του βιβλίου απογραφών, θα πρέπει να εμφανίζει τα δεδομένα και να έχουν τακτοποιηθεί τα ελλείμματα - πλεονάσματα απογραφής (εφόσον υπάρχουν), ώστε να προκύπτει το πραγματικό υπόλοιπο.

Τέλος, διευκρινίζεται ότι τα ανωτέρω δεν αφορούν τους επιτηδευματίες της δεύτερης κατηγορίας οι οποίοι σύμφωνα με την παρ. 4 του κεφ. 11 της Εγκ. 1142775/1435/ΠΟΛ. 1321/21.12.95 δεν υποχρεούνται να εμφανίζουν στην απογραφή τα περιουσιακά στοιχεία των τρίτων.

Ενδεικτικά παραδείγματα

α) Επιτηδευματίας που πωλεί αγαθά για λογαριασμό τρίτων ή παράγει αγαθά για λογαριασμό τρίτων και τηρεί βιβλίο αποθήκης κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 8 του Κ.Β.Σ., δεν υποχρεούται στο τέλος της χρήσης στην καταχώρηση της απογραφής των αποθεμάτων των τρίτων, εφόσον στο βιβλίο αποθήκης αφού τακτοποιηθούν τα ελλείμματα - πλεονάσματα απογραφής εμφανίζονται τα υπόλοιπα των αποθεμάτων των τρίτων, (κατά τρίτο, είδος, ποσότητα).

β) Επιχείρηση εκμετάλλευσης αποθηκευτικών χώρων η οποία τηρεί βιβλίο αποθήκευσης σε μερίδες κατά αποθέτη, κατά τα οριζόμενα στις διατάξεις της υποπερ. ηβ΄ της περ. η΄ της παρ. 5 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ.

Εάν από το τηρούμενο βιβλίο προκύπτουν τα πραγματικά υπόλοιπα (βάσει απογραφής) των αγαθών των αποθετών, κατά αποθέτη, είδος και ποσότητα, η ανωτέρω επιχείρηση δεν υποχρεούται στην καταχώρηση των αγαθών των τρίτων (επιτηδευματιών ή μη) στο βιβλίο απογραφών ή σε καταστάσεις απογραφής.

γ) Επιχείρηση επισκευής ή πώλησης μεταχειρισμένων αυτοκινήτων η οποία τηρεί βιβλίο εισερχομένων αυτοκινήτων της περ. ι΄ παρ. 5 του άρθρου 10 του Κ.Β.Σ Δεν υποχρεούται στην καταχώρηση της απογραφής των αυτοκινήτων των τρίτων (επιτηδευματιών ή μη) εφόσον αυτά είναι καταχωρημένα στο βιβλίο εισερχομένων.

δ) Επιχείρηση επισκευής μηχανών θαλάσσης η οποία δεν είναι υπόχρεη στην τήρηση πρόσθετου βιβλίου, υποχρεούται στην καταχώρηση της απογραφής των μηχανών των τρίτων (επιτηδευματιών ή μη) κατ΄ είδος και ποσότητα.

30. Παράγραφος 32: Αφορά νομοτεχνική αλλαγή.

31. Παράγραφος 33: Κύρος βιβλίων τρίτης κατηγορίας (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 (περιπτ. α΄, β΄ και γ΄), του άρθρου 30 του Κ.Β.Σ., ορίζεται ρητά με βάση ποιες πλημμέλειες και μόνο τα βιβλία και τα στοιχεία του επιτηδευματία της τρίτης κατηγορίας είναι δυνατόν να κριθούν ως ανεπαρκή, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις. Η διαπίστωση των πλημμελειών αυτών αποτελεί μεν την τυπική βάση, αλλά δεν δικαιολογεί σε καμία περίπτωση την απόρριψη των βιβλίων και των στοιχείων ως ανεπαρκών, εκτός εάν, από την ύπαρξη των ανωτέρω παρατυπιών και παραλείψεων συντρέχουν και οι εξής ουσιαστικές προϋποθέσεις που ορίζουν οι ίδιες διατάξεις:

• οι πράξεις ή παρατυπίες ή παραλείψεις να μην οφείλονται σε παραδρομή ή συγγνωστή πλάνη

• να καθιστούν αντικειμενικά αδύνατο και όχι απλώς δυσχερή το λογιστικό έλεγχο. η ανεπάρκεια να αναφέρεται σε αδυναμία διενέργειας συγκεκριμένων ελεγκτικών για οικονομικά μεγέθη μεγάλης έκτασης σε σχέση με τα μεγέθη των βιβλίων και των στοιχείων.

Περαιτέρω με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής (33) στις ανωτέρω ουσιαστικές προϋποθέσεις της παραγράφου 3 του άρθρου 30 του Κ.Β.Σ. τίθεται και άλλη ασφαλιστική δικλείδα σε ότι αφορά τον χαρακτηρισμό των βιβλίων και στοιχείων τρίτης κατηγορίας ως ανεπαρκών και δεν συνιστά αδυναμία ελέγχου, ώστε να κρίνονται αυτά ως ανεπαρκή, εφόσον η ελεγχόμενη επιχείρηση για τις διαπιστωθείσες πλημμέλειες παρέχει στον φορολογικό έλεγχο στην προθεσμία που τάσσεται από αυτόν, καταστάσεις ή άλλα μέσα με την προϋπόθεση να είναι εφικτές οι επαληθεύσεις και να επαληθεύονται τα δεδομένα από τα βιβλία.

Οι διατάξεις αυτές έχουν εφαρμογή και για υποθέσεις που μέχρι 17.11.1999 δεν έχουν ελεγχθεί ή εφόσον έχουν ελεγχθεί δεν έχουν εκδοθεί φύλλα ελέγχου.

Σχετικά με τα ανωτέρω παρατίθενται τα εξής ενδεικτικά παραδείγματα:

α) Διενεργείται την 1.12.1999 τακτικός έλεγχος στην Α.Ε. «Χ» και διαπιστώνεται ότι στη χρήση 1997 οι καταχωρήσεις στο βιβλίο αποθήκης έχουν γίνει συγκεντρωτικά (ανά ημέρα) απευθείας στο βιβλίο αποθήκης και όχι ανά παραστατικό, χωρίς να έχει τηρηθεί κατάσταση ημερήσιας κίνησης αποθήκης, της παρ. 9 του άρθρου 8 του K.B.Σ. (εκδοθέντα παραστατικά πώλησης 80.000, ληφθέντα παραστατικά 10.000 τιμολόγια (αγοράς), μερίδες βιβλίου αποθήκης 10.000).

Στην περίπτωση αυτή το βιβλίο αποθήκης έχει τηρηθεί κατά τρόπο που αντιβαίνει τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. (άρθρο 30 παρ. 3 περ. β.) και λόγω τρόπου τήρησης, του μεγάλου αριθμού των μερίδων καθώς και των εκδοθέντων και ληφθέντων παραστατικών κρίνεται ανέφικτος ο έλεγχος της κίνησης των αποθεμάτων και ως εκ τούτου τα βιβλία κρίνονται ως ανεπαρκή.

Σύμφωνα με τις νέες διατάξεις της παρ. 33, εάν η ελεγχόμενη επιχείρηση παραδώσει στον έλεγχο στην προθεσμία που θα ταχθεί από αυτόν, καταστάσεις (αθεώρητες) που να αναλύεται το βιβλίο αποθήκης ανά παραστατικό και οι οποίες συμφωνούν με το τηρηθέν βιβλίο αποθήκης, τότε για το λόγο αυτό τα βιβλία δεν θα χαρακτηριστούν ως ανεπαρκή.

β) Διενεργείται τακτικός έλεγχος σε επιχείρηση και διαπιστώνεται ότι σε μεγάλο αριθμό τιμολογίων δεν αναγράφεται ο αριθμός του δελτίου αποστολής κατά παράβαση της παρ. 9 του άρθρου 12 του Κ.Β.Σ.

Στην περίπτωση αυτή τα στοιχεία έχουν εκδοθεί κατά τρόπο που αντιβαίνει τις διατάξεις του Κ.Β.Σ (άρθρο 30 παρ. 3 περ. β΄) και εκ του τρόπου έκδοσης και του μεγάλου αριθμού αυτών, κρίνεται ανέφικτος ο έλεγχος της τιμολόγησης των αγαθών, ως εκ τούτου αυτά κρίνονται ως ανεπαρκή. Εάν η ελεγχόμενη επιχείρηση παραδώσει στον έλεγχο αναλυτικές καταστάσεις με τις αντιστοιχίες δελτίων αποστολής και τιμολογίων έτσι ώστε να είναι εφικτός ο έλεγχος μπορεί να θεραπευθεί την πλημμέλεια και τα στοιχεία και ως εκ τούτου τα δεδομένα των βιβλίων να κριθούν επαρκή και ακριβή.

32. Παράγραφος 34: Κύρος βιβλίων Α΄ κατηγορίας (Αγορών)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής προσαρμόζονται οι προϋποθέσεις απόρριψης των βιβλίων Α΄ κατηγορίας (Αγορών) ως ανακριβών και ορίζονται ρητά ως λόγοι απόρρι­ψης και οι περιπτώσεις:

• Έκδοση πλαστών και εικονικών στοιχείων

• Λήψη εικονικών στοιχείων

33. Παράγραφος 35: Κύρος βιβλίων δεύτερης κατηγορίας (Εσόδων - Εξόδων)

Η ρύθμιση της παραγράφου 33 του άρθρου αυτού (9) και τα όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω για το κύρος των βιβλίων τρίτης κατηγορίας, ισχύουν αναλογικά και για τα βιβλία δεύτερης κατηγορίας.

34. Παράγραφος 36: Επέκταση της αρμοδιότητας του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. να απαλλάσσει από τη θεώρηση στοιχείων (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, αντικαθίσταται η παρ. 2γ΄ του άρθρου 36 και προστίθεται περίπτωση στις αρμοδιότητες του προϊσταμένου Δ.Ο.Υ., θεώρησης κατά διάφορο τρόπο ή μη θεώρησης και στοιχείων, επί των οποίων αναγράφονται προεκτυπωμένα τα δεδομένα της συναλλαγής.

Η ρύθμιση αποσκοπεί στη μείωση των θεωρούμενων στοιχείων, και καταλαμβάνει και τα εκδιδόμενα με χειρόγραφο τρόπο στοιχεία με προεκτυπωμένα όμως τα δεδομένα της συναλλαγής πριν την έκδοσή τους. Τέτοια είδη στοιχείων μπορεί να είναι τα εισιτήρια (θεαμάτων, πλοίων κ.λπ.).

Επισημαίνεται όμως ότι δεν εμπίπτουν στην περίπτωση αυτή τα εισιτήρια εισόδου των κέντρων διασκέδασης, καθόσον σ΄ αυτά δεν αποτυπώνονται (προεκτυπώνονται) στοιχεία συναλλαγής, αφού και σε όσες περιπτώσεις αναγράφεται αξία, αυτή αποτελεί προκαταβολή που συμψηφίζεται με την εν συνεχεία αξία κατανάλωσης ειδών.

35. Παράγραφοι 37 και 38: Μεταβολές στις προϋποθέσεις θεώρησης βιβλίων και στοιχείων «Κώλυμα θεώρησης βιβλίων και στοιχείων» (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις παραγράφους αυτές, αντικαθίστανται οι περιπτώσεις α΄ και β΄ της παρ. 8 του άρθρου 36 και προστίθεται νέα περίπτωση γ΄ στο τέλος της β΄, που αφορούν τον αναπροσδιορισμό του περιεχομένου της υπόψη παραγράφου (κώλυμα θεώρησης βιβλίων και στοιχείων), στα εξής σημεία:

Α. Κώλυμα θεώρησης λόγω ύπαρξης φορολογικών χρεών

α1) Eντάσσεται ρητά στο σύνολο των υποχρεώσεων, η ύπαρξη των οποίων δημιουργεί κώλυμα στον επιτηδευματία για την θεώρηση στοιχείων και κάθε τέλος ή εισφορά που βεβαιώνεται (και εισπράττεται) από τις Δ.Ο.Υ. ανεξάρτητα από το ποιος είναι ο τελικός δικαιούχος αυτών

α2) Αυξάνεται το όριο ληξιπρόθεσμων χρεών από 1.000.000 δρχ. σε 2.000.000 δρχ., (χωρίς τις νόμιμες προσαυξήσεις)

β1) Ορίζεται ρητά ότι δημιουργεί κώλυμα θεώρησης των στοιχείων (εκτός των άλλων) και η μη υποβολή δηλώσεων απόδοσης οποιουδήποτε επιρριπτόμενου φόρου.

β2) Διευκρινίζεται κατά σαφή τρόπο ότι κώλυμα θεώρησης στοιχείων αποτελεί και η μη υποβολή δήλωσης στη Δ.Ο.Υ., οποιουδήποτε τέλους ή εισφοράς, ανεξάρτητα από τον τελικό δικαιούχο αυτών (π.χ. ΕΛΓΑ).

Β. Προϋποθέσεις θεώρησης βιβλίων και στοιχείων λόγω ύπαρξης μη φορολογικών χρεών

Θεσπίζεται το όριο των 2.000.000 δρχ. και στις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις από μη φορολογικά χρέη, βάσει άλλων διατάξεων (ασφαλιστικά κ.λπ.), η υπέρβαση του οποίου δημιουργεί κώλυμα για την θεώρηση βιβλίων και στοιχείων.

Εξαιρούνται τα χρέη προς τα Επιμελητήρια, όπου λαμβάνονται υπόψη οι οφειλές προς αυτά, ανεξαρτήτως ύψους ποσού.

36. Παράγραφοι 39, 40, 41 και 42: Αρμοδιότητες του Υπουργού Οικονομικών (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις των παραγράφων αυτών αντικαθίστανται οι υποπεριπτώσεις γα΄, γβ΄ και γη΄ της περίπτωσης γ΄ του άρθρου 38 και προστίθενται δύο νέες περιπτώσεις δ΄ και ε΄ των παλαιών αριθμούμενων σε στ΄ και ζ΄ και αφορούν τις αρμοδιότητες του Υπουργού Οικονομικών.

Οι ρυθμίσεις αυτές θεσπίζουν νέες εξουσιοδοτικές διατάξεις για μελλοντική εξειδίκευση και προσαρμογή ζητημάτων που αφορούν:

• Την απαλλαγή θεώρησης στοιχείων με δυνατότητα να τίθενται ειδικές προϋποθέσεις και διαδικασίες για την μελλοντική επέκταση του μέτρου της μη θεώρησης.

• Την ρύθμιση κατά κλάδο του τρόπου τήρησης του βιβλίου αποθήκης και παραγωγής κοστολογίου, μετά από πρόταση της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων.

• Την απαλλαγή από την έκδοση στοιχείων.

• Την εισαγωγή του ΕΥΡΩ στις συναλλαγές.

• Την φορολογική παρακολούθηση των συναλλαγών μέσω του ηλεκτρονικού εμπορίου και την εφαρμογή του Ε.D.I.

37. Παράγραφος 43: Παύση ισχύος αποφάσεων Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων Υπόχρεοι Αναλυτικής Λογιστικής (Ισχύς από 17.11.1999)

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, οι αποφάσεις της Επιτροπής Λογιστικών Βι­βλίων με τις οποίες είχε δοθεί πλήρης ή μερική απαλλαγή από την υποχρέωση τήρησης βιβλίου αποθήκης κατά την εξαγωγή, σε επιτηδευματίες υπόχρεους τήρησης αναλυτικής λογιστικής (ομάδα 9), οι οποίες λήγουν την 31.12.2000 και μετά, παύουν να ισχύουν για τις από 1.1.2001 και στο εξής διαχειριστικές περιόδους.

Η ανωτέρω ρύθμιση κρίθηκε σκόπιμη για τους επιτηδευματίες αυτούς για την διευκόλυνση εφαρμογής της αναλυτικής λογιστικής και ειδικότερα της εξαγωγής βραχύχρονου κόστους και αποτελεσμάτων.

Με τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου αυτής, οι επιτηδευματίες των οποίων οι αποφάσεις θα παύσουν να ισχύουν και εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στην τήρηση του βιβλίου αποθήκης, μπορούν να επανέλθουν με νέα αίτησή τους στην Επιτροπή Λογιστικών Βιβλίων, εντός των προβλεπομένων προθεσμιών από τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 37 του Κ.Β.Σ., προκειμένου να εξεταστούν εκ νέου οι υποχρεώσεις τους για την τήρηση βιβλίου αποθήκης, ύστερα βέβαια και από τα νέα δεδομένα (υποχρέωση εξαγωγής βραχύχρονου κόστους και αποτελεσμάτων στην αναλυτική λογιστική) .

Ενόψει των ανωτέρω οι επιχειρήσεις των οποίων οι αποφάσεις λήγουν την 31.12.2000 και μετά και θα παύσουν να ισχύουν για τις από 1.1.2001 και στο εξής διαχ. περιόδους, εάν ακολουθούν διαχ. περίοδο που λήγει την 31 η Δεκεμβρίου 2000 μπορούν να επανέλθουν με νέα αίτησή τους μέχρι 31.7.2000, εάν δε λήγει την 30η Ιουνίου 2001 μέχρι την 31.1.2001.

Τέλος, διευκρινίζεται ότι για τις επιχειρήσεις οι οποίες δεν είναι υπόχρεες στην τήρηση αναλυτικής λογιστικής κατά την εφαρμογή της διάταξης αυτής, αλλά θα υποχρεωθούν μεταγενέστερα, οι αποφάσεις της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων θα παύσουν να ισχύουν από τη διαχ. περίοδο που θα υποχρεωθούν στην τήρηση αναλυτικής Λογιστικής.

Αν συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν δυσχέρειες στην τήρηση βιβλίου αποθήκης, αναλόγως. με τα προαναφερόμενα, μπορεί να υποβάλλουν εκ νέου αίτηση στην Ε.Λ.Β. για επανεξέταση της υποχρέωσής τους.

ΙΙ. `Αρθρο 10
Πρόστιμα Κ.Β.Σ.
(Ισχύς από 17.11.1999)

Ως γνωστόν με τις διατάξεις των άρθρων 5 και 9 του Ν. 2523/97, εισήχθη και εφαρμόζεται με ιδιαίτερη επιτυχία από 11.9.1997 αντικειμενικό σύστημα προστίμων του Κ.Β.Σ., που α­φορά τόσον την επιβολή, όσον και το συμβιβασμό των προστίμων.

Το σύστημα αυτό, που κύριο χαρακτηριστικό του, είναι η διαφάνεια: λειτουργεί θετικά προς την κατεύθυνση άρσης της καχυποψίας των πολιτών ως προς το ύφος των επιβαλλομένων προστίμων με την κατάργηση της διακριτικής ευχέρειας των προϊσταμένων Δ.Ο.Υ. να επιβάλλουν κυμαινόμενα πρόστιμα, συμβάλλοντας έτσι ουσιαστικά στην επιδίωξη εμπέδω­σης κλίματος εμπιστοσύνης μεταξύ φορολογούσας Αρχής και πολιτών.

Ωστόσο, με την παρέλευση του χρόνου πρώτης εφαρμογής, κρίθηκε αναγκαίο να γίνουν ορισμένες βελτιώσεις με κύριο γνώμονα να καταστεί πιο εύπλαστο και με μεγαλύτερη προ­σαρμοστικότητα στις πραγματικές καταστάσεις, ώστε το ύψος του προστίμου να ανταπο­κρίνεται επαρκέστερα στο είδος και τη βαρύτητα των παραβάσεων.

Έτσι κατά παράγραφο του άρθρου 10, παρέχουμε τις ακόλουθες διευκρινίσεις και οδηγίες:

1. Παράγραφος 1: Χρόνος αναγωγής παραβάσεων μη διαφύλαξης βιβλίων και στοιχείων ή μη επίδειξης αυτών

1.1. Πρόκειται κατά βάση για διατάξεις νομοτεχνικού χαρακτήρα και προσδιορίζουν ρητά, ώστε να μη καταλείπονται αμφιβολίες, ότι για τις παραβάσεις:

α) της μη διαφύλαξης των βιβλίων, στοιχείων και λοιπών δικαιολογητικών εγγραφών και

β) της μη επίδειξης αυτών, επιβάλλεται πρόστιμο που ανάγεται στο χρόνο που έλαβε αποδεδειγμένα χώρα το γεγονός και σε περίπτωση μη απόδειξης (από το φορολογούμενο) του χρόνου τέλεσης της παράβασης (αφορά βασικά την περίπτωση της μη διαφύλαξης) στο χρόνο που δηλώνεται το γεγονός.

Επίσης με τις διατάξεις της ίδιας παραγράφου καλύπτεται νομοθετικό κενό, έτσι ώστε για τις δύο ανωτέρω αναφερόμενες κατηγορίες παραβάσεων, όταν τελούνται ή διαπιστώνονται σε χρόνο μεταγενέστερο της διακοπής άσκησης της επιχείρησης (διάλυση εταιρείας, λύση ατομικής επιχείρησης κ.λπ.) να επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος της επιχεί­ρησης με αναγωγή της παράβασης στο τελευταίο έτος άσκησης της δραστηριότητας.

Με τη ρύθμιση αυτή αίρονται αμφισβητήσεις και οι διατάξεις ευθυγραμμίζονται με αυτές της φορολογίας εισοδήματος (άρθρο 68 παρ. 1δ Ν. 2238/94).

1.2. Υπενθυμίζεται ότι για την παράβαση της μη επίδειξης βιβλίων, στοιχείων και λοιπών δικαιολογητικών, ουσιαστικά υιοθετούνται οι νομολογιακά διαμορφωθείσες θέσεις, που άλλωστε είχαν γνωστοποιηθεί στις Δ.Ο.Υ. με την εγκύκλιο μας ΠΟΛ. 1289/7.11.1996, στην οποία μεταξύ άλλων αναφέρονταν και τα εξής:

«αναφορικά με το πλήθος των παραβάσεων που πρέπει να καταλογιστούν επί μη επίδειξης των βιβλίων και στοιχείων, τα οποία αφορούν περισσότερες από μία διαχειριστικές περιόδους, σας κοινοποιούμε την 978/91 απόφαση του ΣτΕ, σύμφωνα με την οποία η μη επίδειξη βιβλίων και στοιχείων που αφορούν περισσότερες της μιας διαχειριστικές πε­ριόδους, συνιστά μία και μόνο παράβαση, ανεξάρτητα από το εάν η μη επίδειξη αναφέρε­ται σε ένα ή περισσότερα βιβλία ή στοιχεία μίας ή περισσοτέρων διαχειριστικών περιό­δων.

Η παραπάνω απόφαση έχει ανάλογη εφαρμογή και μετά τις διατάξεις του Π.Δ. 186/92, αφού οι διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παραγρ. 1 του άρθρου 33 δεν διαφέρουν από τις αντίστοιχες διατάξεις της περίπτ. γ΄ της παραγρ. 1 του άρθρου 47 του προϊσχύσαντος Κώδικα (Π.Δ. 99177), τις οποίες ερμήνευσε το ΣτΕ με την παραπάνω απόφαση...».

1.3. Συνοψίζοντας, με τις νέες διατάξεις ουσιαστικά επιλύεται:

α) το θέμα των παραβάσεων της μη διαφύλαξης βιβλίων, στοιχείων και λοιπών δικαιολογητικών εγγραφών, κατ΄ ανάλογο τρόπο με αυτό των παραβάσεων της μη επίδειξης, α­φού ουσιαστικά πρόκειται για ίδιας υφής παραβάσεις και

β) το θέμα χρόνου αναγωγής των ανωτέρω παραβάσεων, όταν αυτές δηλώνονται ή πιστοποιούνται σε χρόνο μεταγενέστερο της λύσης επιχείρησης.

Παράδειγμα 1ο (Μη διαφύλαξη):

Επιχείρηση εμπορίας παλαιών σιδήρων (SCRAP), σε γενόμενο έλεγχο στις 30.11.1999 δηλώνει ότι έχει απωλέσει τα τηρούμενα βιβλία Γ΄ κατηγορίας και τα στοιχεία των χρήσεων 1997 και 1998.

Ο Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. για την περίπτωση αυτή θα εκδώσει απόφαση επιβολής προστίμου στη χρήση 1999 και θα καταλογίσει αυτοτελείς παραβάσεις, μία για κάθε βιβλίο και μία για κάθε πενήντα (50) φύλλα στοιχείων που δεν διαφυλάχθηκαν.

Αιτιολογικό της απόφασης θα είναι:

«Δεν διαφυλάχθηκαν, όπως δηλώθηκε στις 30/11/1999:

...βιβλία της χρήσης 1997

...βιβλία της χρήσης 1998

...στοιχεία της χρήσης 1997

...στοιχεία της χρήσης 1998".

Με βάση την πράξη αυτή θα προσδιορισθούν εξωλογιστικά τα κέρδη των χρήσεων 1997 και 1998.

Παράδειγμα 2ο (Μη διαφύλαξη - διαλυθείσα επιχείρηση):

Ο διαχειριστής και εταίρος της Ο.Ε. "Χ" που λύθηκε κατά τη διάρκεια της χρήσης 1/1 -31/12/1997, κατά τον έλεγχο που έλαβε χώρα στις 12/12/1999 για τις χρήσεις 1995, 1996 και 1997 δηλώνει ότι απωλέσθηκαν τα τηρηθέντα βιβλία και στοιχεία. Ο Προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. για την περίπτωση αυτή θα εκδώσει Α.Ε.Π. με αναφορά στην τελευταία χρήση λει­τουργίας της Ο.Ε., ήτοι στη χρήση 1997.

Αιτιολογικό της απόφασης θα είναι ανάλογο αυτού του προηγουμένου παραδείγματος (παράδειγμα 10).

Παράδειγμα 3ο (Μη διαφύλαξη που πιστοποιείται σε προγενέστερο χρόνο):

Ο εκπρόσωπος διαχειριστής της Ε.Π.Ε. "Α» προσέρχεται στη Δ.Ο.Υ. στις 7.12.1999 και δηλώνει εγγράφως ότι ένα στέλεχος τιμολογίων παροχής Υπηρεσιών που αφορούσε συ­ναλλαγές του έτους 1998 κλάπηκε στις 3.9.1998 μαζί με γραμμάτια και μετρητά που βρίσκονταν στο χαρτοφύλακα του, κατά τη διάρρηξη που έγινε στο I.X. αυτοκίνητό του από αγνώστους.

Προσκομίζει δε και σχετική δήλωσή του, που υποβλήθηκε την ίδια μέρα (3.9.1998) στο αρμόδιο Αστυνομικό Τμήμα.

Για την περίπτωση αυτή που ως γεγονός πιστοποιείται ότι έλαβε χώρα στις 3.9.1998, θα επιβληθεί πρόστιμο που θα αναχθεί στη χρήση 1998 (θα εκδοθεί Α.Ε.Π. για τη χρήση 1998) και όχι στη χρήση 1999 που δηλώθηκε το γεγονός στη Δ.Ο.Υ.

1.4. Σε περίπτωση επιχείρησης που τίθεται σε εκκαθάριση, εφόσον διαπιστώνονται οι συγκεκριμένες παραβάσεις (μη διαφύλαξη ή μη επίδειξη βιβλίων και στοιχείων) μετά το χρόνο λήξης και της περιόδου εκκαθάρισης, χρόνος αναγωγής τους είναι η τελευταία χρήση, δηλαδή η διαχειριστική περίοδος που καταλαμβάνει την περίοδο εκκαθάρισης.

2. Παράγραφος 2: Παραβάσεις για τις οποίες δεν επιβάλλεται πρόστιμο

2.1. Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής, το Υπουργείο Οικονομικών εμπράκτως αποδεικνύει ότι στόχος είναι η φοροδιαφυγή και όχι οι φορολογούμενοι πολίτες. Έτσι σηματοδοτεί ένα σύγχρονο και δίκαιο πλαίσιο δράσης των διωκτικών φορολογικών αρχών, οι οποίες πρέπει να αποβλέπουν στον κολασμό πραγματικών και ουσιαστικών φορολογικών παραβάσεων και όχι ανούσιων και τυπικών, που οφείλονται σε άγνοια ή παραδρομή.

Ρητά λοιπόν ορίζεται ότι για τις αναφερόμενες στις υπόψη διατάξεις εννέα (9) κατηγορίες παραλείψεων δεν επιβάλλεται πρόστιμο.

Οι περιπτώσεις αυτές εμφανίζονται συνοπτικά με τις προϋποθέσεις που απαιτούνται για κάθε μια στον πίνακα που ακολουθεί.

2.2. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ ΜΗ ΕΠΙΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΤΙΜΩΝ Κ.Β.Σ.

Α/Α Περιγραφή περίπτωσης Προϋποθέσεις
1. Μη τήρηση ενιαίας αρίθμησης στα στοιχεία • Να έχει γίνει η παράλειψη από παραδρομή
• Τα στοιχεία να έχουν καταχωρηθεί εμπρόθεσμα στα βιβλία
• Να έχει προηγηθεί του οποιουδήποτε ελέγχου έγγραφη δήλωση στη Δ.Ο.Υ.
2. Επανάληψη αρίθμησης στα στοιχεία
3. Έκδοση αθεωρήτων στοιχείων αντί θεωρημένων
4. Έκδοση μη προσήκοντος φορολογικού στοιχείου (π.χ. Τ.Π.Υ. αντί φορτωτικής κ.ο.κ.) • Το εκδοθέν στοιχείο (μη προσήκον) να περιλαμβάνει όλα τα δεδομένα που ορίζονται για το κανονικό στοιχείο.
• Να φέρει θεώρηση, αν αυτή απαιτείται για το κανονικό στοιχείο
5. Μη διαφύλαξη αντιτύπων στοιχείων που έχουν εκδοθεί προαιρετικά πέραν των προβλεπομένων
6. Μη έκδοση Δελτίων Αποστολής • Να αφορούν επιστροφή ειδών αξίας μέχρι 300.000 δρχ. ή να αφορούν επισκευή ή συντήρηση ή άλλη αιτία που δεν αποκτά έσοδα ο αρχικός υπόχρεος.
• Να έχει εκδοθεί αντίστροφο Δ.Α. από τον παραλήπτη
7. Έκδοση ελλιπών, ως προς την περιγραφή του είδους (γενική περιγραφή), Δελτίων Αποστολής • Ο σκοπός της διακίνησης να είναι ο δειγματισμός
• Τα δείγματα να μην παραδίδονται και να μη τηρείται βιβλίο αποθήκης
8. Οποιαδήποτε τυπική παράβαση • Να μη καταγράφονται στις περιπτώσεις του άρθρου 30 του Κ.Β.Σ. ως περιπτώσεις που κατ΄ αρχήν οδηγούν σε ανακρίβεια των βιβλίων
• Να μην καθιστούν εξαιρετικά δυσχερή τον έλεγχο
• Να μην έχει γίνει προηγούμενη υπόδειξη για την παράλειψη που διαπιστώνεται
9. Οποιαδήποτε παράβαση που αφορά περαιωμένες χρήσεις και προκύπτει (διαπιστώνεται) μεταγενέστερα • Να έχουν εκδοθεί οριστικά φύλλα ελέγχου φορολογίας εισοδήματος και Φ.Π.Α.
Να μη συνιστούν οι διαπιστώσεις συμπληρωματικά στοιχεία, που οδηγούν σε συμπληρωματικό φύλλο ελέγχου

Σημείωση: Επισημαίνεται ότι το σύνολο σχεδόν των προϋποθέσεων που τίθεται για κάθε περίπτωση αφορούν εκτίμηση πραγματικών περιστατικών, για τα οποία αποφαίνεται η ελέγχουσα υπηρεσία ή τελικά η υπηρεσία (Δ.Ο.Υ.) που είναι αρμόδια για την έκδοση της Α.Ε.Π.

2.3. Ορισμένες διευκρινίσεις για τις περιπτώσεις παραβάσεων που δεν επιβάλλεται πρόστιμο.

2.3.1. Έκδοση μη προσήκοντος φορολογικό στοιχείο

Αφορά την έκδοση στοιχείων διαφορετικών αυτών που για κάθε συγκεκριμένη περίπτωση ορίζουν οι διατάξεις του Κ.Β.Σ., με την διευκρίνηση ότι το εκδοθέν μη προσήκον φορολογικό στοιχείο είναι από τα προβλεπόμενα στις διατάξεις του Κ.Β.Σ.

Παράδειγμα:

Εκδόθηκε από μεταφορικό γραφείο Τ.Π.Υ. αντί φορτωτικής, για την περίπτωση αυτή δεν επιβάλλεται πρόστιμο. Αντίθετα, αν εκδόθηκε χρεωστικό σημείωμα αντί τιμολογίου, επιβάλλεται το προβλεπόμενο πρόστιμο.

2.3.2. Μη έκδοση Δελτίων Αποστολής

α) Αφορά μόνο περιπτώσεις για τις οποίες δεν προβλέπεται πρόστιμο ισόποσο της συναλλαγής (άρθρο 5 §10 α, Ν. 2523/97).

β) Αφορά επίσης περιπτώσεις που σκοπός της διακίνησης είναι η επισκευή, η συντήρηση ή άλλη αιτία που δεν συνεπάγεται απόκτηση εσόδου από τον αρχικά υπόχρεο.

Στην τελευταία περίπτωση εντάσσονται διακινήσεις όπως:

- Αποστολή λευκών ειδών, τραπεζoμάντηλων κ.λπ. από ξενοδοχεία, εστιατόρια, κ.λπ. προς πλύση, καθαρισμό.

- Αποστολή αγαθών προς επεξεργασία.

Σημειώνεται ότι το όριο των 300.000 δρχ. αποτελεί προϋπόθεση μόνο για την περίπτωση επιστροφής αγαθών, όχι για τις λοιπές περιπτώσεις (επισκευή, συντήρηση κλπ.) για τις οποίες δεν τίθεται όριο. Το όριο δε αυτό ισχύει ανά περίπτωση επιστροφής.

Επισημαίνεται ότι σ΄ όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις πρέπει να έχει νόμιμα καλυφθεί η διακίνηση με «αντίστροφο» Δελτίο Αποστολής του παραλήπτη των αγαθών και αυτό να, αποδεικνύεται από αντίτυπο ή φωτοαντίγραφο που θα επιδεικνύει ο αρχικά υπόχρεος στον φορολογικό έλεγχο.

Αν κατά τον έλεγχο ο αρχικά υπόχρεος δεν έχει τα ανωτέρω (αντίτυπο ή φωτ/φο του «αντίστροφου» Δ.Α.) ο φορολογικός έλεγχος μπορεί να ζητά την προσκόμισή τους μέσα σε τακτή προθεσμία που θα θέτει στον ελεγχόμενο, η οποία (προθεσμία) αν παρέλθει άπρακτος νομιμοποιεί την φορολογική Αρχή να επιβάλλει .τα προβλεπόμενα πρόστιμα.

2.3.3. Οποιαδήποτε τυπική παράβαση

Για την υλοποίηση αυτής της διάταξης διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

1. Δεν καταλαμβάνονται και δεν εμπίπτουν σ΄ αυτήν οι παραβάσεις που δημιουργούν τη νομική βάση για απόρριψη των βιβλίων ως ανακριβών, τέτοιες παραβάσεις είναι:

- Η μη εμφάνιση εσόδων η εξόδων στα βιβλία,

- Η εμφάνιση ανακριβώς εσόδων η εξόδων.

- Η μη έκδοση στοιχείων.

- Η έκδοση και η λήψη ανακριβών στοιχείων.

- Η έκδοση πλαστών στοιχείων.

- Η έκδοση και η λήξη εικονικών στοιχείων,

- Η μη απογραφή ή η ανακριβής απογραφή περιουσιακών στοιχείων.

- Η μη εμφάνιση της πραγματικής περιουσιακής κατάστασης (π.χ. πιστωτικό ταμείο, πι­στωτική αποθήκη κ.λπ.).

- Η μη τήρηση η μη διαφύλαξη των προσθέτων βιβλίων του άρθρου 10 §5 του Κ.Β.Σ. και του βιβλίου επίσκεψης ασθενών των γιατρών (άρθρο 64 § 11 Ν. 2065/92).

- Η μη διαφύλαξη η μη επίδειξη στον τακτικό έλεγχο εντός τακτού χρόνου των ημερολογίων, των συνοδευτικών στοιχείων και των λοιπών παραστατικών πρωτογενών εγγραφών.

Σημείωση: Η περίπτωση αυτή ισχύει ανάλογα και για τα βιβλία αγορών ή εσόδων­ εξόδων.

- Η εμφάνιση αθροιστικών λαθών στα βιβλία Α΄ κατηγορίας.

2. Σημειώνεται ότι τυπικές παραβάσεις που οφείλονται σε παραδρομή η συγγνωστή πλάνη και δεν καθιστούν εξαιρετικά δυσχερείς τις ελεγκτικές επαληθεύσεις δεν επισύρουν πρόστιμο, εφόσον προηγούμενα γι' αυτές δεν έχει γίνει υπόδειξη (σύσταση).

Διευκρινίζεται ότι η εξαιρετική δυσχέρεια επαληθεύσεων εξετάζεται στα πλαίσια του κάθε ελέγχου, προληπτικού, προσωρινού, τακτικού.

Είναι δυνατόν ένα είδος παράβασης να δημιουργεί δυσχέρειες στον προληπτικό έλεγχο, όχι όμως και στον τακτικό, δεδομένου ότι στον προληπτικό έλεγχο εξετάζονται και εκτιμώνται μεμονωμένα γεγονότα, ενώ στον τακτικό εξετάζονται και εκτιμώνται όλα τα μεγέθη προκειμένου να διαπιστωθεί αν συγκεκριμένες παραβάσεις έχουν επιπτώσεις στο κύρος των βιβλίων.

3. Παραδείγματα παραβάσεων που χαρακτηρίζονται ως τυπικές και δεν επισύρουν πρόστιμο:

α. Επιτηδευματίας εξέδωσε σε πελάτη 50 Τ. - Δ.Α., σε 10 εξ αυτής δεν αναγράφεται ο Α.Φ.Μ.

β. Σε κάποια τιμολόγια δεν αναγράφεται το επάγγελμα του αγοραστή.

γ. Σε τιμολόγιο πώλησης δεν αναγράφεται η τιμή μονάδας.

δ. Μη αναγραφή σε στοιχεία, της Δ.Ο.Υ. του αντισυμβαλλόμενου.

ε. Μη αναγραφή σε περιορισμένο αριθμό τιμολογίων των σχετικών Δ.Α., τα οποία όμως επαληθεύονται

στ. Έκδοση ημερησίου δελτίου «2» από φ.τ.μ. για συναλλαγές π.χ. δύο ημερών εφό­σον δεν αλλάζει η φορολογική περίοδο Φ.Π.Α.

4. Για τις παραβάσεις των περιπτώσεων α΄ και β. της παραγράφου 5 του άρθρου 5 του Ν. 2523/97 (έκδοση αθεωρήτων, επανάληψης αρίθμησης, μη τήρηση ενιαίας αρίθμησης) εφόσον τίθενται ρητά συγκεκριμένες προϋποθέσεις για τον μη καταλογισμό προστίμων, εφαρμόζονται οι ειδικότερες αυτές διατάξεις, οι οποίες και κατισχύουν αυτών της περίπτωσης ζ΄ (του άρθρου 5 §5 του Ν. 2523/97).

5. Συστάσεις για τυπικές παραβάσεις, όπου κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο γίνονται γραπτώς.

Γραπτές συστάσεις είναι δυνατόν να κάνουν όλες οι φορολογικές - ελεγκτικές αρχές (ΕΘΕΚ, ΠΕΚ, ΣΔΟΕ, ΔΟΥ, Ειδικά Συνεργεία), εφόσον θεωρούν ότι δεν πρέπει να συνεχίζεται η διάπραξη συγκεκριμένων τυπικών παραβάσεων.

Για να είναι δε αποτελεσματική η λειτουργία της διαδικασίας γραπτών συστάσεων, αυ­τές (συστάσεις) εφόσον γίνονται από Αρχή που δεν είναι αρμόδια για την επιβολή των προστίμων σκόπιμο είναι να κοινοποιούνται στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. του παραβάτη.

2.3.4. Μη επιβολή προστίμων σε περιπτώσεις περαιωμένων υποθέσεων

Δεν επιβάλλεται πρόστιμο σε κάθε περίπτωση διαπίστωσης παραβάσεων του Κ.Β.Σ., εφόσον έχουν εκδοθεί οριστικά φύλλα ελέγχου φόρου εισοδήματος και Φ.Π.Α., ή όταν οι σχετικές υποθέσεις έχουν περαιωθεί, εκτός και αν πρόκειται για νέα στοιχεία που οδηγούν σε έκδοση νέων συμπληρωματικών φύλλων.

Με τη διάταξη αυτήν επιβεβαιώνεται η αρχή ότι η περαίωση των φορολογικών υποθέσεων αποτελεί «οριστικό κλείσιμο» των εκκρεμοτήτων, έτσι ώστε να μην δημιουργείται στο φορολογούμενο εντύπωση υπαναχώρησης του Δημοσίου.

Διευκρινίζονται για την περίπτωση αυτή τα εξής:

α. Ότι για την εφαρμογή αυτής της διάταξης απαιτείται οριστικοποίηση τόσον της Φορολογίας εισοδήματος, όσον και τον Φ.Π.Α., διαφορετικά αν ένα από τα ανωτέρω φορολογικά αντικείμενα εκκρεμεί, επιβάλλονται και τα πρόστιμα του Κ.Β.Σ

β. Οι υπόψη διατάξεις αναφέρονται σε περαίωση με «οποιονδήποτε τρόπο», συνεπώς περιλαμβάνεται και η περαίωση των ανωτέρω φορολογικών αντικειμένων με ειδικές Υπουργικές Αποφάσεις.

γ. Από την απόφαση του Σ.τ.Ε. 1303/99 προκύπτει ότι:

«Σε περίπτωση οριστικοποίησης φύλλου ελέγχου φορολογίας εισοδήματος με συμβιβασμό, είναι απαράδεκτη η έκδοση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου, μετά την διεξαγωγή επανελέγχου, προκληθέντος από ανώνυμη καταγγελία, αν οι πλημμέλειες των βιβλίων και στοιχείων του φορολογουμένου προέκυψαν κατά τον επανέλεγχο από επανεκτίμηση στοιχείων που είχαν τεθεί υπ΄ όψιν με τον αρχικό έλεγχο και ως τέτοια δεν δύνανται να θεωρηθούν συμπληρωματικά στοιχεία (τ. 53/99, σελ. 1116 Δ.Φ.Ν.)».

Η απόφαση αυτή αναφέρεται λόγω της συναφείας με το συγκεκριμένο θέμα και απο­τελεί περίπτωση για την οποία δεν επιβάλλεται πρόστιμο Κ.Β.Σ.

3. Παράγραφος _3: Συγκεντρωτικές καταστάσεις - Πρόσημα - Διευκρινίσεις

Σε περίπτωση μη υποβολής στοιχείων του άρθρου 20 του Κ.Β.Σ. ή εκπρόθεσμης υποβολής τους μετά το τέλος του έτους που έληξε η προθεσμία υποβολής τους, επιβάλλεται πρόστιμο με συντελεστή βαρύτητας τρία (3), εφόσον οι .παραλείψεις αυτές αφορούν με­γέθη συνολικής αξίας ανά κατάσταση προμηθευτών - πελατών πάνω από πέντε εκατομ­μύρια (5.000.000) δρχ.

Το ίδιο πρόστιμο επιβάλλεται και στις περιπτώσεις παράλειψης καταχώρησης αντισυμβαλλομένων ή ανακριβούς καταχώρησης αξίας, εφόσον οι παραλείψεις ή οι ανακρίβειες αυτές αφορούν μεγέθη επίσης συνολικής αξίας πάνω από πέντε εκατομμύρια (5.000.000).

Για τις λοιπές περιπτώσεις παραβάσεων που αφορούν τις συγκεντρωτικές καταστάσεις, ο συντελεστής βαρύτητας ισούται με τη μονάδα (1).

Οι περιπτώσεις αυτές είναι:

α) Εκπρόθεσμη υποβολή συγκεντρωτικών καταστάσεων μετά την προθεσμία υποβολή τους και πριν την 31/12 του οικείου έτους, ανεξαρτήτως ύψους συνολικής αξίας αυτών.

β) Εκπρόθεσμη υποβολή συγκεντρωτικών καταστάσεων μετά το τέλος του έτους υποβολής τους (31/12), συνολικής αξίας μέχρι και 5.000.000 δρχ.

γ) Παράλειψη καταχώρησης αντισυμβαλλομένων ή ανακριβούς καταχώρησης της αξίας, εφόσον οι παραλείψεις και οι ανακρίβειες αυτές αφορούν μεγέθη συνολικής αξίας μέχρι και πέντε εκατομμύρια (5.000.000) δρχ.

Σημειώνεται ότι οι εκμεταλλευτές ενοικιαζομένων δωματίων μέχρι και επτά (7), οι οποίοι θα ενταχθούν στην ειδική διάταξη της πλήρους απαλλαγής από βιβλία και στοιχεία του Κ.Β.Σ., βάσει των διατάξεων της παρ. 6 του άρθρου 6 του Ν. 2753/99 νόμου, δεν έχουν υποχρέωση υποβολής των στοιχείων του άρθρου 20 (συγκεντρωτικές καταστάσεις).

Αυτονόητο είναι ότι οι «προμηθευτές» και «πελάτες» των υπόψη προσώπων θα υποβάλλουν συγκεντρωτικές καταστάσεις, θέτοντας τον κωδικό «1» έναντι της σχετικής εγγραφής.

ΕΦΑΡΜΟΓΗ Σ.Β. = 3

ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ Πρόστιμο ανά κατηγορία βιβλίων Παρατηρήσεις

Α΄ κατηγορία

Β΄ κατηγορία

Γ΄ κατηγορία


Εκπρόθεσμη υποβολή μετά την 31/12 του έτους λήξης της προθεσμίας υποβολής, με συνολική αξία άνω των 5.000.000 δρχ.

3 Χ 100.000 = 300.000

3 Χ 200.000 = 600.000

3 Χ 300.000 = 900.000

Αν η αξία είναι μέχρι 5.000.000 ανά κατάσταση ή αν η υποβολή γίνει μέχρι 31/12 και ανεξάρτητα από αξία, ο Σ.Β. = 1
Παράλειψη καταχώρησης αντισυμβαλλομένων με αξία παραλείψεων άνω των 5.000.000 δρχ.

«

«

«

Αν η αξία είναι μέχρι 5.000.000 Σ.Β. = 1
Ανακριβής καταχώρηση αξίας (είτε επί έλαττον είτε επιπλέον), ανά εγγραφή ή στο σύνολο, με αξία άνω των 5.000.000 δρχ.

«

«

«

«
Μη υποβολή συγκεντρωτικών καταστάσεων

«

«

«

Ο Σ.Β. ισούται με τη μονάδα (Σ.Β. = 1), αν ο υπόχρεος υποβάλλει εκπρόθεσμα τις συγκεντρωτικές καταστάσεις και η αξία τους, ανά κατάσταση, είναι μέχρι 5.000.000 δρχ.

4. Παράγραφος 4: Συγχώνευση (απορρόφηση) παραβάσεων

Με τις διατάξεις αυτής της παραγράφου ορίζεται ειδικά ότι δεν επιβάλλονται σωρευτικά πρόστιμα για την μη σύνταξη ή εκπρόθεσμη σύνταξη απογραφής και ισολογισμού, αλλά επιβάλλεται μόνο το βαρύτερο πρόστιμο που αναφέρεται στον ισολογισμό.

Παράδειγμα:

Επιχείρηση δεν συνέταξε απογραφή, ούτε ισολογισμό.

Για την περίπτωση αυτή που παραβιάσθηκαν δύο διαφορετικές διατάξεις που καθιερώνουν διακεκριμένες υποχρεώσεις, προβλέπονταν πρόστιμο ως εξής:

• Ισχύον καθεστώς μέχρι 17.11.1999

Μη σύνταξη απογραφής: 300.000 Χ 3 =


900.000 δρχ.

Μη σύνταξη ισολογισμού: 300.000 Χ 4 =


1.200.000 δρχ.

ΣΥΝΟΛΟ:


2.100.000 δρχ.

• Νέο καθεστώς

Με τις νέες διατάξεις θα επιβληθεί ένα πρόστιμο, αυτό με το βαρύτερο συντελεστή ήτοι: Μη σύνταξη απογραφής και ισολογισμού: 300.000 Χ 4= 1.200.000 δρχ.

5. Παράγραφος 5: Μη καταχώρηση σερβιρισθέντων ειδών στα δελτία παραγγελίας

Διευκρινίζεται ότι λογίζεται ως μη έκδοση στοιχείου και η παράλειψη καταχώρησης σερβιρισθέντων ειδών (όλων ή μερικών) στα δελτία παραγγελίας, αφού λογικά η παράβα­ση αυτή αποσκοπεί στην απόκρυψη εσόδου (μη έκδοση Α.Λ.Π.).

Εξυπακούεται ότι εφόσον η αξία των μη καταχωρηθέντων ειδών ανά δελτίο παραγγελίας, υπερβαίνει τις τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δρχ., επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με την αξία της συναλλαγής ή του μέρους αυτής που αποκρύφτηκε.

6. Παράγραφος 6: Μετάταξη αυτοτελών παραβάσεων, για ποσά μέχρι 300.000δρχ. από τις αυτοτελείς στις γενικές

Πρόκειται για ρύθμιση που αποσκοπεί στην ομαλοποίηση λειτουργίας του αντικειμενι­κού συστήματος με το να λαμβάνεται πρόνοια για παραβάσεις που δεν είναι σημαντικού οικονομικού μεγέθους.

Έτσι αν συνεπεία πολλαπλών παραβάσεων μη καταχώρησης εσόδων, εξόδων, αγορών, πωλήσεων, στοιχείων απογραφής ή ανακριβούς καταχώρησης καθώς και σε περί­πτωση καταχώρησης ανυπάρκτων τέτοιων περιπτώσεων, επιβάλλεται ένα πρόστιμο και όχι πολλαπλά, για μεγέθη, ανά κατηγορία παράβασης μέχρι τριακόσιες χιλιάδες (300.000) δραχμές.

Πρόκειται δηλαδή για μετάταξη των παραβάσεων από αυτοτελείς σε γενικές.

Παράδειγμα:

α) Ελεύθερος επαγγελματίας σε μια χρήση στο τηρούμενο βιβλίο εσόδων - εξόδων καταχώρησε διάφορα μικροποσά σε δώδεκα (12) περιπτώσεις (μια ανά μήνα) με αιτιολογία«μικροέξοδα», συνολικής αξίας 240.000 δρχ.

Πρόστιμο:

• Προϊσχύον καθεστώς


• Νέο καθεστώς

12 Χ 200.000 = 2.400.000 δρχ.


200.000 δρχ.

β) Αν ο ελεύθερος επιτηδευματίας του προηγούμενου παραδείγματος είχε καταχωρή­σει «μικροέξοδα» ως εξής: 10 μήνες Χ 28.000 δρχ.= 280.000 και 2 μήνες Χ 50.000 δρχ.= 100.000, ήτοι συνολική αξία 380.000 δρχ., τότε:

Πρόστιμο:

• Προϊσχύον καθεστώς


• Νέο καθεστώς

12 Χ 200.000= 2.400.000 δρχ.


1 Χ 200.000 = 200.000 δρχ.



(για τις 10 περιπτώσεις)



2 Χ 200.000 = 400.000 δρχ.



Σύνολο: 600.000 δρχ.

Σημειώνουμε ότι η μετάταξη αυτοτελών παραβάσεων στις γενικές, για ποσά μέχρι 300.000 δρχ., αφορά τις παραβάσεις που αναφέρονται στις παραγράφους δ, ε, στ και ζ του άρθρου 5 του Ν. 2523/97 και το όριο των 300.000 δρχ, για τον υπολογισμό του οπό ίου λαμβάνονται υπόψη οι παραβάσεις κατά μέγεθος αρχίζοντας από το μικρότερο, ισχύει αθροιστικά για κάθε μία ομάδα παραβάσεων, όπως αναφέρονται κάτωθι:

Περιπτώσεις - «Ομάδες»

• Περίπτωση δ΄

Μη καταχώρηση κάθε στοιχείου ή εγγράφου, αγοράς, πώλησης, εσόδου, εξόδου.

• Περίπτωση ε΄

Ανακριβής καταχώρηση των αναφερομένων στην ανωτέρω περίπτωση δ΄.

• Περίπτωση στ΄

Μη καταχώρηση στοιχείου απογραφής.

Ανακριβής καταχώρηση στοιχείου απογραφής.

• Περίπτωση ζ΄

Καταχώρηση ανύπαρκτης αγοράς, πώλησης, εσόδου, εξόδου και στοιχείου απογραφής.

Παράδειγμα:

Διαπιστώθηκε από έλεγχο ότι φορολογούμενος με βιβλία Β΄ κατηγορίας, είχε παραλείψει να καταχωρήσει στα έσοδα (12) Α.Λ.Π., που είχε εκδώσει χειρόγραφα συνολικής αξίας 62.000 δρχ., δεν είχε επίσης καταχωρήσει στα έξοδα τέσσερα (4) τιμολόγια προμη­θευτών αξίας 70.000 δρχ., 100.000 δρχ., 120.000 δρχ. και 130.000 δρχ. αντίστοιχα.

Πρόστιμο που θα επιβληθεί:

Όλες οι ανωτέρω παραλείψεις εμπίπτουν στην ίδια ομάδα και συνεπώς ισχύει μια φορά το όριο των 300.000 δρχ.

Παράλληλα το συνολικό μέγεθος είναι μεγαλύτερο των 300.000 δρχ.

Για να υπολογιστεί το πλήθος των παραβάσεων θα καταταγούν οι παραβάσεις κατά το

μέγεθος, από τη μικρότερη αξία προς τη μεγαλύτερη.

Κατάταξη

12 Α.Λ.Π. αξία 62.000 εμπίπτουν στο όριο
1 Τιμολόγιο » 70.000
1 » » 100.000
1 » » 120.000 εκτός ορίου
1 » » 130.000


Παραβάσεις:

α. Μη καταχώρηση 14 στοιχείων πωλήσεων και αγορών αξίας μικρότερο του 300.000

1 Χ 200.000= 200.000

β. Μη καταχώρηση δύο τιμολογίων

2 Χ 200.000= 400.000


Σύνολο: 600.000 δρχ.



7. Παράγραφος 7: Μείωση προστίμου ισόποσου της συναλλαγής για τηρoύντες βιβλία Α΄ κατηγορίας

Με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής προβλέπεται μείωση κατά πενήντα τοις εκατό (50%) για παραβάσεις που επισύρουν σήμερα πρόστιμο ισόποσο της συναλλαγής, εφό­σον ο υπόχρεος τηρεί βιβλίο αγορών και καταλογισθεί παράβαση για μη έκδοση στοιχείων ή ανακριβή έκδοση, χωρίς να προκύπτει το πλήθος των συναλλαγών και η αξία μιας ε­κάστης (συνήθως περιπτώσεις διαπίστωσης ελλειμάτων με βάση τη διενέργεια «κλειστής αποθήκης»).

Επισημαίνεται ότι στην υπόψη περίπτωση εμπίπτουν και οι περιπτώσεις πρατηρίων υγρών καυσίμων για τις παραβάσεις που προέκυψαν από τον ποσοτικό, έλεγχο αποθεμά­των υγρών καυσίμων, εφόσον βέβαια συντρέχουν οι προϋποθέσεις, όπως αναλύονται ανωτέρω και τηρείται ως προς τα καύσιμα Βιβλίο αγορών. Διευκρινίζεται ότι αν προκύπτει μη έκδοση ή ανακριβής έκδοση συγκεκριμένων στοιχείων και η αξία καθενός, δεν ισχύει μείωση του προστίμου.

Ομοίως δεν ισχύει μείωση για διακίνηση αγαθών χωρίς συνοδευτικό φορολογικό στοι­χείο, εφόσον η παράβαση διαπιστωθεί κατά τη διακίνηση.

8. Παράγραφος 8: Μείωση προστίμου για το λήπτη εικονικού στοιχείου, όταν η συναλλαγή είναι πραγματική.

Με την υπόψη παράγραφο προβλέπεται μείωση του ισχύοντος προστίμου κατά πενή­ντα τοις εκατό (50%) για το λήπτη εικονικού στοιχείου, όταν η συναλλαγή είναι υπαρκτή, αλλά είναι διαφορετικό το πρόσωπο με το οποίο συναλλάχθηκε, επιβάλλεται δηλαδή πρόστιμο ίσο με την αξία του εικονικού στοιχείου.

Με τη διάταξη αυτή αποσκοπείται η εκλογίκευση των σχετικών διατάξεων και εισάγο­νται διαβαθμίσεις στο πρόστιμο, ανάλογα με τη βαρύτητα κάθε περίπτωσης.

9. Παράγραφος 9: Απορρόφηση παραβάσεων

Με την παράγραφο αυτή διευρύνονται οι περιπτώσεις «απορρόφησης παραβάσεων για τις οποίες προβλέπονται αυτοτελή πρόστιμα.

Παράδειγμα:

Ιατρός δεν εξέδωσε σε 13 ασθενείς Α.Π. Υ, τους οποίους δεν είχε καταχωρήσει προηγούμενα στο βιβλίο ασθενών.

Προϊσχύον καθεστώς

α) Μη έκδοση Α.Π.Υ:

13 X 200.000 = 2.600.000

β) Μη καταχώρηση ασθενών:

13 Χ 200.000 = 2.600.000

ΣΥΝΟΛΟ:

5.200.000



Νέο καθεστώς

α) Μη έκδοση Α.Π.Υ:

13 Χ 200.000 = 2.600.000

β) Μη καταχώρηση ασθενών:

0

ΣΥΝΟΛΟ:

2.600.000



10. Παράγραφος 10: Αρμόδιος προϊστάμενος Δ.Ο.Υ. για παραβάσεις υποκαταστημάτων

Με ης διατάξεις αυτής της παραγράφου ορίζεται ότι το πρόστιμο Κ.Β.Σ. για παραβάσεις υποκαταστημάτων επιβάλλεται από τον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. της έδρας ανεξάρτητα από το χρόνο τέλεσης της παράβασης.

Η διάταξη αυτή είναι διαδικαστικού χαρακτήρα και μ΄ αυτήν καταργείται η διαφοροποίηση της αρμοδιότητας έκδοσης αποφάσεων επιβολής προστίμων σε βάρος υποκαταστημάτων, αναλόγως του χρόνου τέλεσης της παράβασης, στα πλαίσια απλοποίησης της διαδικασίας από χωρίς ουσία διαφοροποιήσεις.

11. Παράγραφος 11: Κατάργηση Επιτροπών συμβιβασμών άρθρου 70 παρ. 5 Ν. 2238/94 για πρόστιμα Κ.Β.Σ., υπόχρεων με βιβλία Γ΄ Κατηγορίας

Με τις διατάξεις της παραγράφου 11 καταργείται από 17.11.1999 η αρμοδιότητα των Επιτροπών του άρθρου 70 παρ. 5 Ν. 2238/94 να επιλύουν διαφορές που αφορούν ειδικά και μόνο τα πρόστιμα του Κ.Β.Σ.

Κατά συνέπεια από 17.11.1999 αρμόδιο όργανο για τη διοικητική επίλυση της διαφο­ράς (συμβιβασμός) σε κάθε περίπτωση προστίμων Κ.Β.Σ. είναι ο Προϊστάμενος της αρμό­διας Δ.Ο.Υ. (Δ.Ο.Υ. έδρας).

12. Παράγραφος 12: Μεταβατικές διατάξεις -Ισχύς επιεικέστερων διατάξεων και για παλιές παραβάσεις

Με τις μεταβατικές διατάξεις της παραγράφου 12, ρυθμίζονται θέματα προστίμων Κ.Β.Σ. Ειδικότερα, με τις συγκεκριμένες διατάξεις, ορίζεται ότι, για παραβάσεις που διαπράχθηκαν μέχρι το χρόνο έναρξης ισχύος των νέων διατάξεων (17.11.1999), ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους από τις φορολογικές αρχές, εφαρμόζονται οι διατάξεις που προβλέπουν επιεικέστερη για τον φορολογούμενο μεταχείριση. Οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής, καταλαμβάνουν επομένως τις παραβάσεις που ανάγονται μέχρι το χρόνο δημοσίευσης των κοινοποιούμενων διατάξεων, (17.11.1999), ανεξάρτητα από το χρόνο διαπίστωσής τους, εφόσον:

α) Δεν έχουν εκδοθεί αποφάσεις επιβολής προστίμων (Α.Ε.Π.) μέχρι 17.11.1999.

β) Έχουν εκδοθεί οι σχετικές Α.Ε.Π. μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος νόμου και δεν έχουν περαιωθεί με διοικητική επίλυση της διαφοράς. Θεωρείται εκδοθείσα η Α.Ε.Π. από τη στιγμή που έχει καταχωρηθεί στο ειδικό βιβλίο, έχει λάβει αριθμό πράξης και έχει υπογραφεί από τον Προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ., ανεξάρτητα από το γεγονός της κοινοποίησής της ή μη.

γ) Εκκρεμεί η συζήτηση προσφυγής ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων (Πρωτοδικείων και Εφετείων, όχι Σ.τ.Ε.).

Στην περίπτωση αυτή οι ενδιαφερόμενοι μπορούν με αίτησή τους, που υποβάλλεται στον αρμόδιο Προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. εντός ανατρεπτικής προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του νόμου, δηλαδή μέχρι και 17.1.2000, επειδή η τελευταία ημέρα δηλ. η 16.1.2000 είναι αργία (Κυριακή), να ζητήσουν την διοικητική επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 10 και με βάση τις διατάξεις του Ν.Δ. 4600/1966 (ΦΕΚ 242 Α) ανεξάρτητα του χρόνου που αυτές περιήλθαν στην αρμοδιότητα των Διοικητικών Δικαστηρίων, δεδομένου ότι οι υπόψη διατάξεις είναι ειδικές.

δ) Στην περίπτωση που δεν επιτευχθεί η διοικητική επίλυση της διαφοράς, οι υποθέ­σεις που προαναφέρονται (α΄, β΄, γ΄) κρίνονται με βάση τις διατάξεις που ίσχυαν κατά το χρόνο διάπραξης της παράβασης.

ΙΙΙ. `Αρθρο 11
Φορολογικές ταμειακές μηχανές
(Ισχύς από 11.1.2000)

Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού αντικαθίστανται τα τρία πρώτα εδάφια της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του Ν. 1809/1988 και διευρύνεται η Επιτροπή ελέγχου και χορή­γησης άδειας καταλληλότητας φορολογικών ταμειακών μηχανών. Έτσι, με τις νέες δια­τάξεις η επταμελής λειτουργούσα Επιτροπή γίνεται οκταμελής με τη συμμετοχή επιπρό­σθετα ενός νέου μέλους, του συνδέσμου Εισαγωγέων και Κατασκευαστών Ταμειακών Συστημάτων, ως εκπροσώπου του.

Ακριβές Αντίγραφο


Ο ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Η Προϊσταμένη της Γραμματείας


ΧΑΡΗΣ ΑΛΑΜΑΝΟΣ

Taxheaven.gr