Προς το περιεχόμενο

για λογαριασμό σας (το αλλο θα ακούσω)


Προτεινόμενες αναρτήσεις

καλησπέρα σε όλους.

Επειδή ή είμαι βαθια νυχτωμένος ή συμβαίνουν περίεργα πράγματα γύρω μου θα ήθελα να ρωτήσω πως ο τύπος της σειράς του ALPHA διέργαψε στην ΔΟΥ Πετρούπολης διοικητικό πρόστιμο 130,000 ευρώ απο τον "κακόμοιρο¨ τον οφειλέτη.

Γίνονται αυτά ή θα χαζέψω???.....να το κλείσω το μαγαζί????

Παρακαλώ μην με αφήνετε στο χάος.

Δημήτρης

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Eιδα και εγω το συγκεκριμενο επεισοδιο και εχω και εγω την ιδια απορια.

Αν μπορει καποιος φιλος ας απαντησει

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Μια επιστολή στον ΑΛΦΑ δεν θα ήταν άσχημη ιδέα. Δεν είδα την εκπομπη γιατι πιστεύω οτι τα ριάλιτυ βλάπτουν σοβαρα την υγεία αλλα άκουσα σχετικα σχολια και απο την περιγραφη και μονο υποθετω οτι προκειται για τηλεοπτικο κολπο

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Περίμενε τώρα πότε θα μπει πελάτης που θα σου ζητάει να κάνεις "μαγικά" σαν αυτά που βλέπει στο χαζοκούτι και να τον σώσεις από

την "κακια" ΔΟΥ...

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

παιδια το ειδα κ εγω και εμεινα χαζος!!!ακου απο 130000 ευρω στα 8000 ευρω με μια απλη αιτηση στην αστυνομια της περιοχης του!!

κυριε-καταπληκτικε-σουπερντουμπερ γουαου ΣΑΜΟΥΙΛΙ...δωσε σε εμας τους θνητους τα φωτα σου!!!(μη χεσω)

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

επισκέπτη Επισκέπτης

Εγώ δεν είδα την εκπομπή αλλά αναρωτιέμαι με όσα διαβάζω αν την είδαν στο υπουργείο!

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

επισκέπτη ΝΙΚΟΛΑΟΣ

Εγω λεω να τον προσλαβω στο γραφειο μου, για τετοιες υποθέσεις, με ημεροκάματο 100.000,00 και..............

ΤΡΕΜΕΤΕ ΛΟΓΙΣΤΑΚΙΑ ..........

Ασε που θα κανονισει και το δάνειο απο την τροικα και θα πληρώσουμε κανα δυο κατομπαλα(οχι χιλιαρικα)

ΤΡΕΜΕ ΣΑΜΑΡΑ .... ΙΣΟΒΙΟΣ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ ΘΑ ΓΙΝΩ

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

επισκέπτη TZABELAS  KITSOS

καλησπέρα σε όλους.

Επειδή ή είμαι βαθια νυχτωμένος ή συμβαίνουν περίεργα πράγματα γύρω μου θα ήθελα να ρωτήσω πως ο τύπος της σειράς του ALPHA διέργαψε στην ΔΟΥ Πετρούπολης διοικητικό πρόστιμο 130,000 ευρώ απο τον "κακόμοιρο¨ τον οφειλέτη.

Γίνονται αυτά ή θα χαζέψω???.....να το κλείσω το μαγαζί????

Παρακαλώ μην με αφήνετε στο χάος.

Δημήτρης

ΜΗΠΩΣ ΔΟΥ ΑΓΙΑΣ ΠΕΤΡΟΥΠΟΛΗΣ ?

:lol: :lol: :lol: :lol:

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Υποθέτω....

Ο τύπος πήγε στο τμήμα ασφαλείας και έκανε υπεύθυνη δήλωση και μετά διεγράψαν το ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΟΣΤΙΜΟ. Υπάρχουν επιβολές διοικητικών προστίμων από την ασφάλεια για τεχνικά παίγνια τα οποία με κάποια ΠΟΛ είχαν αναδρομική ισχύ μη επιβολής. Λεπτομέρειες δεν γνωρίζω, αλλά μάλλον κατι τέτοιο θα συνέβει. Και αφού εκανε ΥΔ προφανώς έγινε αναίρεση της επιβολής του προστίμου και μετά το διεγραψαν στη ΔΟΥ. ΔΕν φαντάζομαι η δύναμη της Τέταρτης Εξουσίας να μπορεί να εξαφανίζει τέτοια ποσά. Βέβαια θα μου πείτε ο γνωστός καψουροκαλλιτέχνης που χρώσταγε καποια εκατομύρια € πλήρωσε από ότι διάβασα περαίωση και το ποσό ελαχιστοποιήθηκε σε κατι ψιλοχιλάδες. Είπαμε! Δεν θέλει κοπο, θέλει τρόπο!

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Παίγνια του ν. 3037/2002

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (βλ. σχετ. τα υπ’ αριθμόν 783149 και 1625449 ειδικά έντυπα παραβόλου σειράς Α΄), ζητείται, παραδεκτώς, η ακύρωση της 3006/28/4-i/5.10.2004 απόφασης του Διοικητή του Τμήματος Ασφαλείας Χαλανδρίου Αττικής, με την οποία επιβλήθηκε στην προσφεύγουσα εταιρεία πρόστιμο, κατ’ άρθρο 5 του ν. 3037/2002, ύψους 40.000 ευρώ, με την αιτιολογία ότι σε κατάστημα το οποίο εκμεταλλευόταν ήταν εγκατεστημένοι και λειτουργούσαν 4 ηλεκτρονικoί υπολογιστές με λογισμικό πρόγραμμα κατάλληλο προς διενέργεια παιγνίου απαγορευμένου κατά τις διατάξεις του ανωτέρω νόμου.

2. Επειδή, ο ν. 3037/2002 («Απαγόρευση παιγνίων», ΦΕΚ Α` 174) προβλέπει στο άρθρο 1 την διάκριση των παιγνίων σε κατηγορίες και ορίζει ειδικότερα τα εξής: «Κατά την έννοια των διατάξεων του παρόντος νόμου: α. Μηχανικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο, για τη λειτουργία του οποίου είναι αναγκαία και η συμβολή της μυϊκής δύναμης του παίκτη. β. Ηλεκτρικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο για τη λειτουργία του οποίου απαιτείται η παρουσία ηλεκτρικών υποστηρικτικών μηχανισμών. γ. Ηλεκτρομηχανικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο, για τη λειτουργία του οποίου απαιτείται τόσο η παρουσία ηλεκτρικών υποστηρικτικών μηχανισμών όσο και η συμβολή της μυϊκής δύναμης του παίκτη. δ. Ηλεκτρονικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο για τη λειτουργία του οποίου, εκτός των υποστηρικτικών ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών και άλλων μηχανισμών, απαιτείται η ύπαρξη και εκτέλεση λογισμικού (προγράμματος). ε. Ψυχαγωγικό τεχνικό παίγνιο είναι εκείνο του οποίου το αποτέλεσμα εξαρτάται αποκλειστικά από την τεχνική ή πνευματική ικανότητα του παίκτη και η διενέργειά του έχει αποκλειστικά ψυχαγωγικό σκοπό. Στην κατηγορία των ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων εντάσσονται και όσα παίγνια με παιγνιόχαρτα χαρακτηρίστηκαν ως «τεχνικά παίγνια» με βάση τις διατάξεις του Β.Δ. 29/1971 (ΦΕΚ 21 Α)». Στο άρθρο 2 ορίζονται τα ακόλουθα: «1. Απαγορεύεται η διεξαγωγή των υπό στοιχεία β, γ και δ του άρθρου 1 παιγνίων περιλαμβανομένων και των υπολογιστών σε δημόσια γενικά κέντρα όπως ξενοδοχεία, καφενεία, αίθουσες αναγνωρισμένων σωματείων κάθε φύσης, και σε κάθε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο. Επίσης απαγορεύεται η εγκατάσταση των παιγνίων αυτών. 2. Στα μηχανικά διεξαγόμενα παίγνια επιτρέπεται μόνο η διενέργεια ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων όπως ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο. Στα παίγνια αυτά δεν επιτρέπεται να συνομολογηθεί στοίχημα μεταξύ οποιωνδήποτε προσώπων ή να αποδοθεί οποιασδήποτε μορφής οικονομικό όφελος στον παίκτη. Η συνομολόγηση στοιχήματος ή η απόδοση οικονομικού οφέλους στον παίκτη επιφέρει τις συνέπειες των άρθρων 4 και 5». Σύμφωνα με το άρθρο 3 του νόμου, «Δεν εμπίπτει στην απαγόρευση που ορίζεται στο άρθρο 2 η εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών υπολογιστών σε καταστήματα που λειτουργούν ως επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου. Η διενέργεια, όμως, παιγνίου με τους υπολογιστές αυτούς, ανεξάρτητα από τον τρόπο διενέργειάς του, απαγορεύεται. Για τη λειτουργία επιχείρησης προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου απαιτείται ειδική άδεια .....». Το άρθρο 4 παρ. 1 του νόμου προβλέπει ποινικές κυρώσεις σε βάρος όσων εκμεταλλεύονται ή διευθύνουν κέντρα ή άλλους χώρους του άρθρου 2 παρ. 1 στα οποία διενεργούνται ή εγκαθίστανται απαγορευμένα παίγνια, σύμφωνα δε με το άρθρο 5 παρ. 1, «Πέρα από την επιβολή των προβλεπομένων ποινικών κυρώσεων, αν διαπιστωθεί η διεξαγωγή ή εγκατάσταση απαγορευμένου, κατά τις διατάξεις των προηγουμένων άρθρων παιγνίου, επιβάλλεται πρόστιμο δέκα χιλιάδων ευρώ για κάθε μηχάνημα παιγνίου και οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7». Στο άρθρο 6 ορίζονται οι αρμόδιες για την τήρηση των διατάξεων του νόμου αρχές και, περαιτέρω, στο άρθρο 9 παρ. 1 προβλέπεται ότι δεν θίγονται οι διατάξεις της νομοθεσίας περί των καζίνο. Τέλος, με το άρθρο 7 του νόμου παρέχεται εξουσιοδότηση για την έκδοση κοινής υπουργικής αποφάσεως περί καθορισμού των όρων, των προϋποθέσεων, της διαδικασίας και των δικαιολογητικών για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας επιχειρήσεων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου (παρ. 1) καθώς επίσης και του οργάνου που επιβάλλει την αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης, του τρόπου και της διαδικασίας της αφαίρεσης και κάθε άλλης αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου (παρ. 2). 3.

3. Επειδή, κατ` εφαρμογήν της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 7 του ν. 3037/2002 εξεδόθη η κοινή απόφαση 1107414/1491/Τ. & Ε.Φ./26.11.2003 των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας και του Υφυπουργού Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, "Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και Δημόσιων Έργων, Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης," (Οι εντός " " λέξεις της παρ.1 προστέθηκαν με την παρ.9 του άρθρου 35 Ν.3274/2004,ΦΕΚ Α 195/19.10.2004) , με τίτλο "Καθορισμός των όρων, των προϋποθέσεων, της διαδικασίας και των δικαιολογητικών για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας επιχειρήσεων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, του οργάνου για την αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης και λοιπών διαδικαστικών θεμάτων για την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3037/2002" (ΦΕΚ Β` 1827). Στο άρθρο 1 παρ. 3 της αποφάσεως αυτής ορίζεται ότι για την εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών υπολογιστών σε καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου «πρέπει να πληρούνται οι κάτωθι προϋποθέσεις και όροι λειτουργίας: α. … στ. Δεν επιτρέπεται η διεξαγωγή παιγνίων σε Internet ή Intranet Sites που διαθέτουν παίγνια … η. Δεν επιτρέπεται η εκ μέρους του επιχειρηματία ή του εκάστοτε υπεύθυνου των καταστημάτων – επιχειρήσεων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, παραχώρηση – ενοικίαση δισκετών, C.D. κ.λπ. με ηλεκτρονικά παίγνια στους παίκτες – χρήστες των Η/Υ [Ηλεκτρονικών Υπολογιστών], για χρήση εντός του χώρου των καταστημάτων αυτών ή και εκτός αυτών, καθώς και η εκ μέρους των παικτών χρήση δικών τους δισκετών κ.λπ. με παίγνια στους Η/Υ του καταστήματος». Συναφώς ορίζονται στο άρθρο 1 παρ. 2 Β περ. VI τα ακόλουθα: «Εντός των αιθουσών των επιχειρήσεων [προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου πρέπει] να είναι ανηρτημένες σε εμφανή σημεία δύο (2) τουλάχιστον πινακίδες διαστάσεων 0,30 Χ 0,60 m, και με ευδιάκριτα κεφαλαία γράμματα με την ένδειξη "ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ Η ΔΙΕΝΕΡΓΕΙΑ ΠΑΙΓΝΙΩΝ και ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΟΣ"». Τέλος, στις σχετικές με την διαδικασία ελέγχου και τις επιβαλλόμενες κυρώσεις σε περίπτωση διαπιστώσεως απαγορευμένου παιγνίου παραγράφους 1 έως 4 του άρθρου 5 της προσβαλλομένης κοινής υπουργικής αποφάσεως ορίζονται τα εξής: «1. Εάν διαπιστωθεί η διεξαγωγή ή εγκατάσταση απαγορευμένου κατά τις διατάξεις των άρθρων 2 και 3 του Ν. 3037/2002 παιγνίου, συντάσσεται από τα ελεγκτικά όργανα (Αστυνομικές Αρχές, Λιμενικές Αρχές και Σώμα Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος) Εκθεση Βεβαίωσης Παράβασης (Εκθεση Ελέγχου), στην οποία περιγράφεται συνοπτικά η διαπιστωθείσα παράβαση. Αντίτυπο της έκθεσης αυτής επιδίδεται στον υπεύθυνο της ελεγχόμενης επιχείρησης και σε περίπτωση που αυτός δεν είναι παρών, στο πρόσωπο που είναι επιφορτισμένο με τη λειτουργία της επιχείρησης κατά την ώρα διενέργειας του ελέγχου. Εντός προθεσμίας πέντε (5) ημερών η επιχείρηση δύναται να διατυπώσει εγγράφως στην ελεγκτική υπηρεσία τυχόν ισχυρισμούς της. Κατά τα λοιπά εφαρμόζονται οι διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 3037/2002. 2. Για την επιβολή του προστίμου εκδίδεται απόφαση του Προϊσταμένου της αρμόδιας αρχής που διαπιστώνει την παράβαση, όπως το επισυναπτόμενο υπόδειγμα … Μαζί με την απόφαση κοινοποιείται στον παραβάτη αντίγραφο της σχετικής Εκθεσης Βεβαίωσης Παράβασης (Εκθεσης Ελέγχου). 3. Η ίδια αρχή συντάσσει τους τίτλους είσπραξης του προστίμου αυτού, κατά τις διατάξεις του άρθρου 55 του Π.Δ. 16/1989, τους οποίους στέλνει για βεβαίωση στις αρμόδιες Δ.Ο.Υ. των υπόχρεων. Η είσπραξη του προστίμου αυτού γίνεται κατά τις διατάξεις του ΚΕΔΕ. 4. Η οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης που προβλέπεται από τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 5 του Ν. 3037/2002, γίνεται από την αρχή που την έχει εκδώσει σύμφωνα με την κατωτέρω διαδικασία: ….».

4. Επειδή, η Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (όπως διαμορφώθηκε με τη Συνθήκη του Αμστερνταμ, κυρωθείσα με το ν. 2691/1999, ΦΕΚ Α` 47) ορίζει, στα σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και των υπηρεσιών κεφάλαιά της, μεταξύ άλλων, τα εξής: Αρθρο 28 «Οι ποσοτικοί περιορισμοί επί των εισαγωγών, καθώς και όλα τα μέτρα ισοδυνάμου αποτελέσματος, απαγορεύονται». Αρθρο 30 «Οι διατάξεις των άρθρων 28 και 29 δεν αντιτίθενται στις απαγορεύσεις ή στους περιορισμούς εισαγωγών, εξαγωγών ή διαμετακομίσεων που δικαιολογούνται από λόγους δημοσίας ηθικής, δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας, προστασίας της υγείας και της ζωής των ανθρώπων και των ζώων ή προφυλάξεως των φυτών, προστασίας των εθνικών θησαυρών που έχουν καλλιτεχνική, ιστορική ή αρχαιολογική αξία, ή προστασίας της βιομηχανικής και εμπορικής ιδιοκτησίας. Οι απαγορεύσεις ή οι περιορισμοί αυτοί δεν δύνανται πάντως να αποτελούν ούτε μέσο αυθαιρέτων διακρίσεων ούτε συγκεκαλυμμένο περιορισμό στο εμπόριο μεταξύ των κρατών μελών». Αρθρο 49 «Στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας απαγορεύονται όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος της Κοινότητας άλλο από εκείνο του αποδέκτου της παροχής». Αρθρο 50 «Κατά την έννοια της παρούσας Συνθήκης, ως υπηρεσίες νοούνται οι παροχές που κατά κανόνα προσφέρονται αντί αμοιβής, εφόσον δεν διέπονται από τις διατάξεις τις σχετικές με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων, των κεφαλαίων και των προσώπων. Οι υπηρεσίες περιλαμβάνουν ιδίως: α) βιομηχανικές δραστηριότητες, β) εμπορικές δραστηριότητες, γ) βιοτεχνικές δραστηριότητες, δ) δραστηριότητες των ελευθέρων επαγγελμάτων». Εξάλλου, στο άρθρο 226 της Συνθήκης ορίζονται τα ακόλουθα: «Αν η Επιτροπή κρίνει ότι ένα κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωσή του εκ της παρούσας συνθήκης, διατυπώνει αιτιολογημένη γνώμη επί του θέματος, αφού προηγουμένως παρέχει τη δυνατότητα στο κράτος αυτό να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του. Αν το κράτος δεν συμμορφωθεί με τη γνώμη αυτή εντός της προθεσμίας που του τάσσει η Επιτροπή, δύναται η τελευταία να προσφύγει στο Δικαστήριο». Περαιτέρω δε στο άρθρο 228 παρ. 1 προβλέπονται τα εξής: «Εάν το Δικαστήριο διαπιστώσει ότι κράτος μέλος έχει παραβεί υποχρέωσή του εκ της παρούσας συνθήκης, το κράτος αυτό οφείλει να λάβει τα μέτρα που συνεπάγεται η απόφαση του Δικαστηρίου».

5. Επειδή, η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων αποτελεί θεμελιώδη αρχή που κατοχυρώνεται με την επιβαλλομένη από το άρθρο 28 της Συνθήκης ΕΚ απαγόρευση των ποσοτικών περιορισμών επί των εισαγωγών μεταξύ των κρατών μελών, καθώς και όλων των μέτρων ισοδυνάμου αποτελέσματος. Ως μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς την απαγόρευση των εισαγωγών νοείται κάθε μέτρο δυνάμενο να δημιουργήσει εμπόδια, αμέσως ή εμμέσως, πραγματικά ή δυνητικά, στο ενδοκοινοτικό εμπόριο. Εν τούτοις, κατά πάγια νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εθνική ρύθμιση που περιορίζει την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων δεν είναι απαραιτήτως αντίθετη προς το κοινοτικό δίκαιο εάν μπορεί να δικαιολογηθεί από κάποιον από τους λόγους γενικού συμφέροντος που απαριθμούνται στο άρθρο 30 της Συνθήκης ή από άλλη επιτακτική ανάγκη, εφ` όσον πάντως η εθνική ρύθμιση εφαρμόζεται αδιακρίτως και είναι αφενός κατάλληλη για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού και αφετέρου ανάλογη, δηλαδή δεν βαίνει πέραν του αναγκαίου βαθμού για την επίτευξη του σκοπού τούτου (βλ. ενδεικτικώς Δ.Ε.Κ., απόφαση της 24.11.2005, C-366/04,Schwarz, Συλλογή 2005, σ. I-10139, σκέψεις 28 επόμ., απόφαση της 20.2.1979, C-120/78, Rewe (υποθ. Cassis de Dijon), Rec 1979, I-321, και απόφαση της 11.7.1974, C-8/74 Dassonville, Rec 1974, I-411). Εξάλλου, με το άρθρο 49 της Συνθήκης επιβάλλεται η κατάργηση των περιορισμών στην ελευθερία παροχής υπηρεσιών, τέτοιο δε περιορισμό συνιστά, κατά πάγια νομολογία του Δ.Ε.Κ., οιαδήποτε εθνική ρύθμιση, η οποία θα ήταν ικανή να παρεμποδίσει, να παρενοχλήσει ή να καταστήσει λιγότερο ελκυστικές, για τον παρέχοντα υπηρεσίες, τις δραστηριότητές του στο κράτος μέλος όπου έχουν εισαχθεί οι ρυθμίσεις αυτές. Δεδομένου δε ότι η ελευθερία παροχής υπηρεσιών συνιστά θεμελιώδη αρχή της Συνθήκης, περιορισμός της με εθνικές ρυθμίσεις, όπως οι ανωτέρω, είναι ανεκτός μόνον εάν οι ρυθμίσεις αυτές δικαιολογούνται από επιτακτικούς λόγους γενικοτέρου συμφέροντος και εφαρμόζονται, κατά τρόπο μη συνεπαγόμενο διακρίσεις, σε κάθε πρόσωπο ή επιχείρηση που ασκεί δραστηριότητα στο έδαφος του κράτους μέλους που τις θεσπίζει, για να θεωρηθεί δε δικαιολογημένη μια εθνική ρύθμιση, περιορίζουσα την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, πρέπει να είναι κατάλληλη για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκει και να μην βαίνει πέραν του βαθμού που είναι αναγκαίος για την επίτευξη του σκοπού τούτου (βλ. ΣτΕ 1387/2005 και Δ.Ε.Κ., απόφαση της 3.10.2000, C-58/98, Josef Corsten, Συλλογή 2000, σ. I-7919, σκέψεις 31 και 39, καθώς και απόφαση της 13.6.2002, C-430, 431/99, Sea-Land Service Nedlloyd Lijnen, Συλλογή 2002, σ. I-5235, σκέψεις 32 και 39). Περαιτέρω, ειδικώς προκειμένου περί των τυχερών παιγνίων, με την άσκηση των οποίων επιδιώκεται, αμέσως ή εμμέσως, ο προσπορισμός χρηματικού κέρδους, έχει κριθεί από το Δ.Ε.Κ. (αποφάσεις της 24.3.1994, C-275/92, Schindler, Συλλογή 1994, σ. I-1039, σκέψεις 58 επόμ., της 21.9.1999, C-124/97, Lααrα κ.λπ., Συλλογή 1999, σ. I-6067, σκέψεις 13 και 33, καθώς και της 11.9.2003, C-6/01,Associacao Nacional de Operadores de Maquinas Recreativas [Anomar] κ.λπ., Συλλογή 2003, σ. I-8621, σκέψεις 73 επόμ.) ότι λογίζονται ως επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος, οι συνδεόμενοι με την προστασία των καταναλωτών και με την προστασία της κοινωνικής τάξεως, που μπορούν επιτρεπτώς να καταστήσουν δυνατό τον εκ μέρους των εθνικών νομοθεσιών περιορισμό, ή ακόμη και την απαγόρευση, της ασκήσεώς τους και την αποφυγή, με αυτόν τον τρόπο, του ενδεχομένου να αποτελέσουν πηγή ατομικού οφέλους. Και τούτο διότι τα εν λόγω παίγνια ενέχουν υψηλό κίνδυνο διαπράξεως εγκλημάτων και απάτης, αλλά και συνιστούν ενθάρρυνση της σπατάλης, η οποία μπορεί να έχει επιβλαβείς συνέπειες επί ατομικού και κοινωνικού επιπέδου. Τέλος, κατά την έννοια του άρθρου 228 παρ. 1 της Συνθήκης, στην περίπτωση που με απόφαση του Δ.Ε.Κ., εκδιδομένη επί προσφυγής της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 226, αναγνωρίζεται ότι ορισμένες νομοθετικές διατάξεις κράτους μέλους αντιβαίνουν προς τη Συνθήκη, αυτό συνεπάγεται την υποχρέωση των αρχών που συμμετέχουν στην άσκηση της νομοθετικής εξουσίας, να τροποποιήσουν τις εν λόγω διατάξεις, ώστε να είναι σύμφωνες με τις απαιτήσεις του κοινοτικού δικαίου. Τα δικαστήρια του κράτους τούτου έχουν, από τη δική τους πλευρά, την υποχρέωση, στο πλαίσιο της ασκήσεως της αποστολής τους, να διασφαλίζουν την τήρηση της αποφάσεως του Δ.Ε.Κ. Στην περίπτωση δε που το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων διαπιστώσει ότι ένα κράτος μέλος παρέβη διάταξη του κοινοτικού δικαίου με άμεσο αποτέλεσμα στην εσωτερική έννομη τάξη των κρατών μελών (όπως είναι τα άρθρα 28 και 49 της Συνθήκης), εναπόκειται στον εθνικό δικαστή, δυνάμει του κύρους που ενέχει η απόφαση του Δικαστηρίου, να λάβει υπόψη, όταν τούτο είναι αναγκαίο για τη διάγνωση της διαφοράς, την επίλυση νομικών ζητημάτων, όπως αυτή διενεργείται με την απόφαση αυτή, για να καθορίσει το πεδίο εφαρμογής και την έννοια των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου, το οποίο έχει καθήκον να εφαρμόσει (βλ. Δ.Ε.Κ. απόφαση της 14.12.1982, C-314 έως 316/81, 83/82, Alex Waterkeyn και Jean Cayard, Συλλογή 1982, σ. I-4337, σκέψεις 14 και 15).

6. Επειδή, με το ν. 3037/2002 επιβάλλεται γενική απαγόρευση της εγκατάστασης και διενεργείας ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων, συμπεριλαμβανομένων των υπολογιστών, σε δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους εκτός των καζίνο (άρθρο 2 παρ. 1). Προκειμένου περί των καταστημάτων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου επιτρέπεται μεν η εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών υπολογιστών στους οποίους, όμως, απαγορεύεται η διενέργεια παιγνίων (άρθρο 3). Οπως δε εκρίθη με την προμνησθείσα απόφαση του Δ.Ε.Κ. της 26.10.2006, στην υπόθεση C-65/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, η ανωτέρω απαγόρευση συνιστά μέτρο ισοδυνάμου αποτελέσματος προς ποσοτικούς περιορισμούς επί των εισαγωγών κατά την έννοια του άρθρου 28 της Συνθήκης ΕΚ διότι αφορά σε "εμπορεύματα" (δηλαδή σε αποτιμητά σε χρήμα προϊόντα που μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα εμπορικών συναλλαγών) και μπορεί να έχει (αλλά και πράγματι είχε) ως αποτέλεσμα την μείωση του μεγέθους των εισαγωγών των ως άνω κατηγοριών παιγνίων από άλλα κράτη μέλη. Συνιστά, εξάλλου, η επίδικη απαγόρευση και περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών εφόσον αφενός η δραστηριότητα της εκμετάλλευσης μηχανών παιγνίων αποτελεί δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών κατά την έννοια της Συνθήκης, αφετέρου δε μια εθνική νομοθεσία, που δεν επιτρέπει την εκμετάλλευση και τη διενέργεια των παιγνίων παρά μόνον στις αίθουσες των καζίνο, συνιστά εμπόδιο στην ελεύθερη παροχή υπηρεσιών. Περαιτέρω, και οι υπηρεσίες που παρέχονται μέσω του Διαδικτύου σε αποδέκτες εγκατεστημένους σε άλλο κράτος μέλος εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 49 της Συνθήκης, οπότε κάθε περιορισμός των δραστηριοτήτων αυτών συνιστά περιορισμό της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών (Δ.Ε.Κ. απόφαση της 26.10.2006, C-65/05, Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατά Ελληνικής Δημοκρατίας, σκέψεις 22 έως 30 και 50, 53, 54).

7. Επειδή, σε αντίθεση με το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς (άρθρο 8 του ν. 2515/1997, ΦΕΚ Α` 154, όπως τροποποιήθηκε), που διέκρινε τα ηλεκτρικά, ηλεκτρομηχανικά και ηλεκτρονικά παίγνια αφενός σε ψυχαγωγικά τεχνικά και αφετέρου σε τυχερά, και επέβαλλε, με την επιφύλαξη των διατάξεων περί καζίνο, την απαγόρευση της εγκατάστασης και διενέργειας των τυχερών παιγνίων καθώς επίσης και της μετατροπής παιγνιομηχανημάτων τεχνικών ψυχαγωγικών παιγνίων και της εγκατάστασης και διενέργειας τυχερών παιγνίων σε αυτά, ενώ επέτρεπε καταρχήν την ελεύθερη διενέργεια των ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων και την εγκατάσταση και λειτουργία τους σε δημόσια κέντρα και χώρους προσιτούς στο κοινό υπό προϋποθέσεις (καταβολή τέλους, διοικητική άδεια, σύνδεση με ειδικό απαραβίαστο φορολογικό μηχανισμό αυτόματης καταγραφής και έκδοσης αποδείξεων εισόδου), ο ν. 3037/2002 επιβάλλει, κατά τα προεκτεθέντα, γενική απαγόρευση της εγκατάστασης και διενέργειας όλων ανεξαιρέτως των ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων σε όλους τους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους εκτός των καζίνο. Οπως δε αναφέρεται επί λέξει στην εισηγητική έκθεση του σχετικού σχεδίου νόμου προς τη Βουλή, επεδιώχθη η "πλήρης απαγόρευση των ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων, χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση", για τους εξής λόγους: «Το νομοθετικό πλαίσιο για τα ηλεκτρονικά τεχνικά παίγνια παρά το γεγονός ότι σε μεγάλο μέρος του ήταν σχετικά πρόσφατο, σε πολλά σημεία του ξεπεράστηκε από τις εξελίξεις, με αποτέλεσμα να χρειάζεται προσαρμογή στα νέα τεχνολογικά δεδομένα. Ο κλάδος των ηλεκτρονικών παιγνίων γνώρισε αλματώδη άνοδο τα τελευταία χρόνια. Η άνοδος αυτή βασίστηκε, σε πολλές περιπτώσεις, σε παράνομες δράσεις και δεν μπορούσε παρά να ανακοπεί με πρόσθετες πολιτικές, νομοθετικές και διοικητικές πρωτοβουλίες. Με το παρόν σχέδιο νόμου προσαρμόζεται το νομικό πλαίσιο για τη λειτουργία των ηλεκτρονικών παιγνίων στα συμπεράσματα των τελευταίων χρόνων και προτείνονται διατάξεις ώστε να μην εμφανισθεί αντίστοιχο πρόβλημα στο ορατό μέλλον. Οι διατάξεις που υπήρχαν, παρείχαν τη δυνατότητα ανάπτυξης των τεχνικών ηλεκτρονικών παιγνίων και ταυτόχρονα προέβλεπαν τους μηχανισμούς επιβολής κυρώσεων στις περιπτώσεις μετατροπής τους σε τυχερά. Η ανεξέλεγκτη κατάσταση δημιουργήθηκε σταδιακά, διότι η ραγδαία πρόοδος της τεχνολογίας προσέδωσε την ικανότητα σε άτομα με τεχνικές γνώσεις να επεμβαίνουν σε κάθε ηλεκτρικό και ηλεκτρονικό μηχάνημα παιγνίων και να μετατρέπουν το ψυχαγωγικό τεχνικό παίγνιο σε τυχερό, με αποτέλεσμα να έχει αλλοιωθεί πλήρως η αρχική βούληση του νομοθέτη για την ελεύθερη κυκλοφορία των ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων και την απαγόρευση των αντίστοιχων τυχερών. Οι έλεγχοι, ενώ είχαν πολλαπλασιασθεί είχαν καταστεί αναποτελεσματικοί, διότι η μετατροπή των ηλεκτρικών και ηλεκτρονικών παιγνίων από τυχερά σε τεχνικά και αντιστρόφως, γινόταν γρήγορα, εύκολα και από απόσταση ώστε να μην γίνεται αντιληπτή από τις ελεγκτικές αρχές. Επίσης οι κατασχέσεις μηχανημάτων είχαν καταστεί πλήρως αναποτελεσματικές, διότι η αντικατάστασή τους ήταν άμεση και η απόσβεση του κόστους τους ήταν θέμα ολίγων ημερών και σε ορισμένες περιπτώσεις και ωρών. Με τα παραπάνω δεδομένα, η κατάσταση στο χώρο των ηλεκτρονικών παιγνίων είχε καταστεί ανεξέλεγκτη. Τα προβλήματα, που είχαν δημιουργηθεί, ξεπερνούσαν το μικρό σε μέγεθος αντικείμενο των ρυθμίσεων για τα παίγνια και ο εθισμός των παικτών με σχεδόν αποκλειστική ενασχόλησή τους με το αντικείμενο αυτό, παραγκωνίζοντας άλλες επιτακτικές επαγγελματικές και οικογενειακές υποχρεώσεις, η απώλεια σημαντικών χρηματικών ποσών, ο σύντομος και παράνομος πλουτισμός όσων σε μεγάλη κλίμακα ασχολούνταν με τη διενέργεια, την εγκατάσταση και διακίνηση ηλεκτρονικών παιγνίων, η σημαντική απώλεια φορολογικών εσόδων, συνιστούσαν μέγα κοινωνικό πρόβλημα και όχι απλά διοικητικό, υπηρεσιακό ή νομικό. Οποιαδήποτε απόπειρα λεπτομερών ρυθμίσεων και διαχωρισμού για τα παίγνια που επιτρέπονται ή δεν επιτρέπονται, η υιοθέτηση αυστηρών κυρώσεων ποινικού και διοικητικού χαρακτήρα για τους ιδιοκτήτες χώρων ή μηχανημάτων, ξανά θα οδηγούσε σε καταστρατήγηση των διατάξεων νόμου, αλλά και των προθέσεων του νομοθέτη, διότι η τεχνολογία θα εύρισκε τον τρόπο να δημιουργεί νέες και απροσδιόριστες συνθήκες καταστρατήγησης, ενώ οι ελεγκτικοί μηχανισμοί θα αντιμετώπιζαν ξανά το φάσμα της τεχνολογικής απόκρυψης των πραγματικών παιγνίων που διεξάγονται».

8. Επειδή, κατά τα εκτεθέντα στην έκτη σκέψη, η επίμαχη απαγόρευση της εγκατάστασης και διενέργειας των ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων συνιστά περιορισμό της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων και της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών κατά την έννοια της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Εξάλλου, ναι μεν, όπως αναφέρθηκε στην πέμπτη σκέψη, μπορούν να δικαιολογήσουν τον περιορισμό, ή και την απαγόρευση, των τυχερών παιγνίων λόγοι προστασίας του καταναλωτή και προστασίας της δημοσίας τάξεως, εν προκειμένω, όμως, όπως προκύπτει από το γράμμα του νόμου και τις προπαρασκευαστικές εργασίες, η επιβαλλομένη καθολική απαγόρευση καταλαμβάνει και κατηγορίες παιγνίων, και συγκεκριμένα τα ψυχαγωγικά τεχνικά ηλεκτρικά, ηλεκτρομηχανικά και ηλεκτρονικά παίγνια, τα οποία, κατά τα γενόμενα δεκτά από το Δ.Ε.Κ. στην προμνησθείσα απόφαση της 24.10.2006 (υπόθεση C-65/05, σκέψη 36), δεν είναι εκ φύσεως τυχερά, καθόσον ο σκοπός τους δεν είναι η προσδοκία του χρηματικού κέρδους. Ως προς τις κατηγορίες αυτές παιγνίων, συνεπώς, δεν συντρέχουν καταρχήν οι ίδιοι λόγοι που επιτρέπουν τον περιορισμό ή και την απαγόρευση των τυχερών παιγνίων (Δ.Ε.Κ., όπου ανωτέρω, σκέψη 37). Ανεξαρτήτως τούτου, πάντως, κατά τα εκτεθέντα στην έκτη σκέψη, επιτακτικοί λόγοι γενικού συμφέροντος μπορούν να δικαιολογήσουν περιορισμούς στην ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, εφόσον, όμως, τα επιβαλλόμενα περιοριστικά μέτρα είναι ανάλογα προς τους επιδιωκομένους σκοπούς, δεν βαίνουν δηλαδή πέραν του αναγκαίου βαθμού για την επίτευξη του σκοπού που επιδιώκεται. Επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος που δικαιολογούν τη λήψη περιοριστικών μέτρων συνιστούν πράγματι και οι αναφερόμενοι, κατά τα προλεχθέντα, στην εισηγητική έκθεση του ν. 3037/2002, κατά την οποία είναι αναγκαία η επιβολή περιορισμών στην εγκατάσταση και διενέργεια ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων για την αντιμετώπιση των σοβαρών κοινωνικών και οικονομικών προβλημάτων (εθισμός και απώλεια σημαντικών χρηματικών ποσών όσον αφορά τους παίκτες, παράνομος πλουτισμός των ασχολουμένων με την εκμετάλλευση και τη διακίνηση ηλεκτρονικών παιγνίων, απώλεια σημαντικών φορολογικών εσόδων για το Κράτος) που δημιουργήθηκαν από την οφειλομένη στην εξέλιξη της τεχνολογίας ευκολία μετατροπής των τεχνικών παιγνίων σε τυχερά. Οπως, όμως, εδέχθη το Δ.Ε.Κ. (όπου ανωτέρω, υπόθεση C-65/05, σκέψεις 38 έως 41, 55), η επίμαχη απόλυτη απαγόρευση της εγκατάστασης και διενέργειας παιγνίων συνιστά μέτρο δυσανάλογο προς τους επιδιωκομένους, με την επιβολή του, σκοπούς γενικού συμφέροντος. Και τούτο διότι δεν προκύπτει ότι, πριν από τη θέσπιση της καθολικής απαγόρευσης με το ν. 3037/2002, είχαν τεθεί σε εφαρμογή άλλα,λιγότερο περιοριστικά για την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, τα οποία θα ήσαν πρόσφορα για την επίτευξη των σκοπών που επιδιώκονται. Εδέχθη, ειδικότερα, το Δικαστήριο (όπου ανωτέρω, σκέψη 40) τα εξής: «Συγκεκριμένα, οι ελληνικές αρχές θα μπορούσαν όχι μόνο να χρησιμοποιήσουν άλλα καταλληλότερα και λιγότερο περιοριστικά μέτρα, όπως πρότεινε η Επιτροπή κατά την προ της ασκήσεως προσφυγής διαδικασία ["εναλλακτικές μορφές ελέγχου, όπως είναι η εισαγωγή ειδικών συστημάτων προστασίας στις μηχανές τεχνικών ή ψυχαγωγικών παιγνίων, έτσι ώστε να είναι αδύνατον να μετατραπούν σε τυχερά", σκέψη 17], αλλά και να βεβαιωθούν για την ορθή και αποτελεσματική εφαρμογή ή/και εκτέλεσή τους προς επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού».

9. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω κριθέντων, η επιβαλλομένη με τα άρθρα 2 παρ. 1 και 3 του ν. 3037/2002 απαγόρευση της εγκατάστασης και διενέργειας ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων εν γένει αντίκειται στα άρθρα 28 και 49 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Στις ίδιες διατάξεις της Συνθήκης αντίκειται και το άρθρο 1 παρ. 3 περ. στ` και η` της προσβαλλόμενης Κοινής Υπουργικής Απόφασης 1107414/1491/Τ & Ε.Φ./26.11.2003, με το οποίο συμπληρώνεται και εξειδικεύεται η επίμαχη – ανίσχυρη λόγω αντιθέσεώς της στη Συνθήκη ΕΚ – νομοθετική απαγόρευση και ορίζεται ειδικότερα, προκειμένου περί των καταστημάτων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, αφενός ότι δεν επιτρέπεται η διεξαγωγή παιγνίων σε "Internet ή Intranet Sites" που διαθέτουν παίγνια, και αφετέρου ότι δεν επιτρέπεται η εκ μέρους του επιχειρηματία ή του υπευθύνου του καταστήματος παραχώρηση ή ενοικίαση δισκετών κ.λπ. με ηλεκτρονικά παίγνια για χρήση εντός ή εκτός του καταστήματος, ούτε η χρήση δισκετών κ.λπ. των παικτών με παίγνια στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές του καταστήματος. (ΣτΕ 2144/2009).

10. Επειδή, με την 2144/2009 απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας κρίθηκε ακυρωτέα εν μέρει η Κοινή Απόφαση 1107414/1491/Τ. & Ε.Φ./26.11.2003 και ακυρώθηκαν: α) το άρθρο 1 παρ. 2 Β περ. I, β) το άρθρο 1 παρ. 3 περ. στ`, γ) το άρθρο 1 παρ. 3 περ. η`, δ) το άρθρο 1 παρ. 2 Β περ. VI, κατά το μέρος που επιβάλλει την ανάρτηση, εντός των αιθουσών των επιχειρήσεων των καταστημάτων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, πινακίδων με την ένδειξη ότι απαγορεύεται η διενέργεια παιγνίων, και ε) το άρθρο 5 παρ. 1 έως και 4, κατά το μέρος που αφορά τη διαδικασία ελέγχου και επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση διαπιστώσεως απαγορευμένου, κατά τα άρθρα 2 παρ. 1 και 3 του ν. 3037/2002, παιγνίου.

11. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω κριθέντων, η επιβαλλομένη με το άρθρο 2 παρ. 1 του ν. 3037/2002 απαγόρευση της εγκατάστασης και διενέργειας σε κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων εν γένει αντίκειται στα άρθρα 28 και 49 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στις ίδιες δε διατάξεις αντίκειται και η πρόβλεψη του άρθρου 5 του ίδιου νόμου περί επιβολής διοικητικού προστίμου για κάθε διαπιστούμενη παραβίαση της ως άνω απαγορεύσεως. Δεδομένου δε ότι οι ανωτέρω διατάξεις εισάγουν ενιαία ρύθμιση, κατά τα προεκτεθέντα, χωρίς να προβαίνουν σε διάκριση μεταξύ τυχερών και τεχνικών παιγνίων, πρέπει αυτές να κριθούν ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες στο σύνολό τους, λόγω της αντιθέσεώς τους προς τους ανωτέρω υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες του Ευρωπαϊκού Κοινοτικού δικαίου (βλ. ΣτΕ 2144/2009).

12. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας προκύπτουν τα εξής : Η προσφεύγουσα εκμεταλλευόταν κατά το κρίσιμο κατωτέρω χρονικό σημείο κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος (καφενείο) επί της οδού ............. στο ........... Αττικής. Στις 22.9.2004 και ώρα 19.45 διενεργήθηκε έλεγχος από αστυνομικά όργανα του τμήματος Ασφαλείας Χαλανδρίου, κατά τον οποίο διαπιστώθηκε ότι στο χώρο του εν λόγω καταστήματος είχαν εγκατασταθεί και τεθεί σε λειτουργία 4 ηλεκτρονικοί υπολογιστές με λογισμικό πρόγραμμα εκ των οποίων σε έναν διενεργείτο από ένα παίκτη πελάτη το παίγνιο «ψαράκια» τύπου «φρουτάκια», δύο ήταν σε κατάσταση αναμονής, πρόσφοροι προς άμεση χρήση για την διενέργεια του εν λόγω παιγνίου και υπήρχε ένας κεντρικός υπολογιστής «server» δια του οποίου ενεργοποιείτο το παράνομο λογισμικό των υπολοίπων ηλεκτρονικών υπολογιστών κατά παράβαση του ν. 3037/2002 (βλ. σχετ. την υπ’ αριθμόν 3006/28/4-β΄/22.9.2004 έκθεση βεβαίωσης παράβασης των ως άνω αστυνομικών οργάνων). Τα ανωτέρω παιγνιομηχάνηματα κατασχέθηκαν και παραδόθηκαν στον ΟΔΔΥ προς φύλαξη. Εξάλλου και ενόψει επιβολής σε βάρος της του ενδίκου διοικητικού προστίμου, η προσφεύγουσα κλήθηκε να υποβάλει τυχόν αντιρρήσεις στην υπηρεσία που διενήργησε τον έλεγχο εντός πενθήμερης προθεσμίας (βλ. την σχετική κλήση στο κείμενο της ανωτέρω εκθέσεως ελέγχου, η οποία επιδόθηκε στο νόμιμο εκπρόσωπο της προσφεύγουσας, Δημήτριο Κανάρη, στις 22.9.2004, όπως προκύπτει από το συνημμένο σε αυτήν αποδεικτικό επιδόσεως). Στην συνέχεια η προσφεύγουσα κατέθεσε στις 29.9.2004 τις αντιρρήσεις της ( βλ. σχετική έκθεση εγχειρίσεως του σχετικού εγγράφου στο ως άνω Αστυνομικό τμήμα) και κατόπιν τούτου εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση με την οποία της επιβλήθηκε , κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του ν. 3037/2002, σε συνδυασμό και με το άρθρο 5 της 1107414/1491/Τ. & Ε.Φ./26.11.2003 Κοινής Υπουργικής Απόφασης πρόστιμο ύψους 40.000 ευρώ για την διαπιστωθείσα παράβαση. Ήδη με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αυτή παραδεκτώς αναπτύσσεται με το από 19.10.2009 υπόμνημα, η προσφεύγουσα ζητεί την ακύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης, προβάλλοντας, μεταξύ άλλων, ότι η απόλυτη απαγόρευση κάθε είδους παιγνίου αποτελεί δυσανάλογο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό περιορισμό τόσο της οικονομικής ελευθερίας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 παρ. 1 του Συντάγματος, όσο και των αρχών της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, της ελευθερίας εγκαταστάσεως και της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, οι οποίες κατοχυρώνονται αντίστοιχα στα άρθρα 28, 43 και 49 της ΣυθΕΚ και συνεπώς οι διατάξεις του ν. 3037/2002 που επιβάλλουν τις απαγορεύσεις αυτές και προβλέπουν τις σχετικές κυρώσεις είναι μη εφαρμοστέες, ως αντικείμενες στις ως άνω υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις.

13. Επειδή, με τα δεδομένα αυτά και λαμβάνοντας υπόψη ότι, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη της παρούσας απόφασης, τόσο η διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του ν. 3037/2002, με την οποία επιβάλλεται απαγόρευση της εγκατάστασης και διενέργειας σε κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο ηλεκτρικών, ηλεκτρομηχανικών και ηλεκτρονικών παιγνίων εν γένει, όσο και η διάταξη του άρθρου 5 του ίδιου νόμου, η οποία προβλέπει την επιβολή διοικητικού προστίμου για κάθε διαπιστούμενη παραβίαση της ως άνω απαγόρευσης, καθώς επίσης και οι διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 έως και 4 της 1107414/1491/Τ. & Ε.Φ./26.11.2003 Κοινής Υπουργικής Απόφασης , κατά το μέρος που αφορούν τη διαδικασία ελέγχου και επιβολής κυρώσεων σε περίπτωση διαπιστώσεως απαγορευμένου παιγνίου είναι ανίσχυρες και μη εφαρμοστέες στο σύνολό τους, ως αντικείμενες στις υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεις των άρθρων 28 και 49 της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, το Δικαστήριο κρίνει, ότι μη νόμιμα αποδόθηκε στην προσφεύγουσα η παράβαση της εγκατάστασης και λειτουργίας 4 Η/ Υ με πρόσθετο λογισμικό πρόγραμμα διενέργειας απαγορευμένων παιγνίων κατά παράβαση των άρθρων 2,3 και 4 του ν. 3037/2002και ως εκ τούτου, μη νόμιμα επιβλήθηκε σε βάρος της με την προσβαλλόμενη απόφαση πρόστιμο 4 0.000 ευρώ . Συνεπώς, πρέπει για το λόγο αυτό, που βάσιμα προβάλλεται, να γίνει δεκτή η κρινόμενη προσφυγή και να ακυρωθεί η προσβαλλόμενη απόφαση. Όλα δε τα αντίθετα προβαλλόμενα από το καθού είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.

14. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, η κρινόμενη προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή, η προσβαλλόμενη απόφαση επιβολής προστίμου πρέπει να ακυρωθεί και το καταβληθέν από την προσφεύγουσα παράβολο πρέπει να της αποδοθεί, κατ’ άρθρο 277 παρ. 9 του Κ.Διοικ.Δ. Τέλος, να καταδικαστεί το καθού στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της προσφεύγουσας λόγω ήττας του ( άρθρο 275 παρ. 1 εδ. α΄) ποσού 405 ευρώ, σύμφωνα με την 1117864/2297/Α0012 (ΦΕΚ Β΄ 2422/24.12.2007) απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Δικαιοσύνης περί Προσδιορισμού των ελάχιστων αμοιβών των Δικηγόρων.

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την προσφυγή.

Ακυρώνει την 3006/28/4-i/5.10.2004 απόφαση επιβολής προστίμου του Διοικητή του Τμήματος Ασφαλείας Χαλανδρίου Αττικής .

Καταδικάζει το καθού Ελληνικό Δημόσιο στην καταβολή των δικαστικών εξόδων της προσφεύγουσας ύψους 405 ευρώ.

Διατάζει την απόδοση στην προσφεύγουσα του καταβληθέντος παραβόλου.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας απόφασης επιβολής προστίμου, για απαγορευμένα παίγνια («ΦΡΟΥΤΑΚΙΑ»), στη δίκη της ανακοπής κατά της οικείας πράξης ταμειακής βεβαίωσης

επιμέλεια: Aθανάσιος N. Πρέζας,

τ. Eφέτης Δ.Δ.

Η παρ. 3 του άρθρου 1 του ν. 1406/1983 –όπως αυτή προστέθηκε με το άρθρο 29 (παρ. 4) του ν. 2721/1999– ορίζει στην περ. α’ ότι: στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων υπάγονται, εκδικαζόμενες ως διοικητικές διαφορές ουσίας, οι διαφορές που αναφύονται κατά την εφαρμογή της νομοθεσίας που αφορά τη χορήγηση και την ανάκληση αδειών ίδρυσης και λειτουργίας και την επιβολή κυρώσεων κατά τη λειτουργία καταστημάτων και εργαστηρίων υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και των επιχειρήσεων που εξομοιώνονται με αυτά, περιλαμβανομένων και των διαφορών που προκαλούνται από πράξεις, οι οποίες εκδίδονται κατ’ εφαρμογή της νομοθεσίας περί μηχανολογικών εγκαταστάσεων και αποτελούν προϋπόθεση για τη χορήγηση των ανωτέρω αδειών.

Εξάλλου, με το άρθρο 2 (παρ. 1) του ν. 3037/2002 («Απαγόρευση παιγνίων») θεσπίζεται η απαγόρευση εγκατάστασης και διεξαγωγής, ηλεκτρικώς, ηλεκτρομηχανικώς και ηλεκτρονικώς διεξαγόμενων παιγνίων –κατά τις ειδικότερες διακρίσεις του άρθρου 1 του νόμου αυτού– ανάμεσα στα οποία και εκείνα που διενεργούνται με υπολογιστή σε δημόσια κέντρα, γενικώς, όπως ξενοδοχεία, καφενεία, αίθουσες αναγνωρισμένων σωματείων κάθε φύσης και σε κάθε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο• ενώ, το άρθρο 5 του ίδιου νόμου προβλέπει ότι αν διαπιστωθεί η διεξαγωγή ή εγκατάσταση απαγορευμένου παιγνίου επιβάλλεται πρόστιμο δέκα χιλιάδων ευρώ για κάθε μηχάνημα παιγνίου και οριστική αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης. Από τις πιο πάνω διατάξεις συνάγεται πως οι διαφορές που αναφύονται από την επιβολή κυρώσεων για τη διεξαγωγή ή εγκατάσταση απαγορευμένων παιγνίων σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, όπως και σε εξομοιούμενα με αυτά (επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου), ως συναρτώμενες, στενώς, με την άδεια λειτουργίας των καταστημάτων τούτων, συνιστούν διοικητικές διαφορές ουσίας που υπάγονται προς εκδίκαση στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων (πρβλ. ΣτΕ 1429/2006, Διοικ. Πρωτ. Πειρ. 470/2007).

Ακόμη, με τον ΚΔιοικΔ ορίζεται:

• στο άρθρο 217 παρ. 1 ότι:

«Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και ιδίως, α) της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β) ...»•

• στο άρθρο 224 ότι:

«1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 2. ... 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ’ αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχό του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο... 5. ...».

και στο άρθρο 225 ότι:

«το δικαστήριο αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής».

Τέλος, το άρθρο 2 του Κώδικα Είσπραξης Δημόσιων Εσόδων (ν.δ. 356/1974) ορίζει:

• στην παρ. 1 ότι η είσπραξη των δημόσιων εσόδων ανατίθεται στα Δημόσια Ταμεία, καθώς και στα λοιπά για την είσπραξη όργανα και στους ειδικούς ταμίες στους οποίους έχει ανατεθεί η είσπραξη ειδικών εσόδων, ενεργείται δε δυνάμει νόμιμου τίτλου•

• ενώ στην παρ. 2 (ανάμεσα σε άλλα) ότι νόμιμος τίτλος είναι: α) η κατά τους κείμενους νόμους βεβαίωση και ο από τις αρμόδιες διοικητικές ή άλλες αρμόδιες κατά νόμο αρχές προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας για την οποία οφείλεται, β) η με έγγραφα δημόσια ή ιδιωτικά αποδεικνυόμενη οφειλή.

Στην εξεταζόμενη περίπτωση, με την 766/2006 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθήνας, που δημοσιεύεται πιο κάτω (σχολιαζόμενη), ακυρώθηκε, ως μη νόμιμη, η προσβαλλόμενη με τη συγκεκριμένη ανακοπή πράξη ταμειακής βεβαίωσης οφειλής της ανακόπτουσας, που αφορούσε πρόστιμο το οποίο είχε επιβληθεί σε βάρος της για παράβαση των διατάξεων του ν. 3037/2002 περί απαγόρευσης παιγνίων. Την κρίση του αυτή το Δικαστήριο στήριξε στην παραδοχή ότι η οικεία καταλογιστική του προστίμου απόφαση (πράξη) –που αποτελούσε το νόμιμο τίτλο και της οποίας ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας θεωρήθηκε, πάντως, επιτρεπτός– δεν ήταν νόμιμη γιατί είχε ως έρεισμα διατάξεις που αντέβαιναν στο Σύνταγμα.

Αλλά, καλύτερα, ας δούμε την υπόθεση πιο αναλυτικά:

Με σχετική απόφαση του Προϊσταμένου της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Οικονομικών Εγκλημάτων Αρχαιοκαπηλείας και Ηθών (ΥΔΟΕΑΗ) της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής επιβλήθηκε σε βάρος της ανακόπτουσας πρόστιμο, επειδή, ύστερα από έλεγχο που διενεργήθηκε στο κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος (καφενείο) που αυτή διατηρούσε, διαπιστώθηκε πως στο τελευταίο είχαν εγκατασταθεί και τεθεί σε λειτουργία, με πρόσθετο λογισμικό πρόγραμμα, τρεις ηλεκτρονικοί υπολογιστές, οι οθόνες των οποίων απεικόνιζαν ευκρινώς το απαγορευμένο παίγνιο «ΦΡΟΥΤΑΚΙΑ», κατά παράβαση των διατάξεων του νόμου 3037/2002. Στη συνέχεια, μετά την κοινοποίηση της απόφασης (πράξης) αυτής στην προαναφερόμενη (ανακόπτουσα), συντάχθηκε, από τα αρμόδια όργανα χρηματικός καταλογος και τριπλότυπη κατάσταση διοικητικού προστίμου, με βάση την οποία και ενεργήθηκε, τελικώς, η ταμειακή βεβαίωση του ποσού της οφειλής (προστίμου).

Το Δικαστήριο, που επιλήφθηκε της υπόθεσης, έπειτα από άσκηση ανακοπής από μέρους της ενδιαφερομένης κατά της πιο πάνω πράξης ταμειακής βεβαίωσης, αφού πρώτα έκανε δεκτό πως κατά της απόφασης επιβολής προστίμου (νόμιμου τίτλου) δεν προβλεπόταν ένδικο βοήθημα που να επέτρεπε τον έλεγχό της κατά το νόμο και την ουσία (ούτε άλλωστε υπήρχε σχετικώς δεδικασμένο) και επομένως ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητάς της ήταν επιτρεπτός, ακολούθως, προβαίνοντας σε τέτοιο έλεγχο (παρεμπίπτοντα), κατέληξε στην παραδοχή πως η εν λόγω καταλογιστική απόφαση δεν ήταν νόμιμη γιατί ερειδόταν σε αντισυνταγματικές διατάξεις του ν. 3037/2002 και ιδίως εκείνη του άρθρου 3 του νόμου αυτού, που, ναι μεν αρχικώς προβλέπει ότι δεν εμπίπτει στην απαγόρευση του άρθρου 2 η εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών υπολογιστών σε επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, περαιτέρω, όμως, ορίζει πως η διενέργεια παιγνίου με τους υπολογιστές αυτούς, ανεξάρτητα από τον τρόπο διενέργειάς του, απαγορεύεται. Ειδικότερα, κατά την ερμηνευτική προσέγγιση αυτή, η αναφερόμενη (τελευταία) απαγορευτική ρύθμιση υπερακοντίζει τον επιδιωκόμενο, από το νόμο, σκοπό –που κατά την εισηγητική έκθεση είναι η αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων τα οποία δημιουργεί ο εθισμός στα παίγνια και των φαινομένων παράνομου πλουτισμού και απώλειας φορολογικών εσόδων κ.τ.λ. και επομένως παραβιάζει τη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της αναλογικότητας στο μέτρο που καταλαμβάνει και τη διενέργεια ψυχαγωγικών παιγνίων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές εγκατεστημένους σε καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, δηλαδή, απαγορεύει την άσκηση δραστηριότητας που δεν αποδοκιμάζεται από την έννομη τάξη και δεν παραβιάζει τα χρηστά ήθη, περιορίζοντας έτσι, ανεπιτρέπτως, την κατ’ άρθρο 5 (παρ. 1) του Συντάγματος οικονομική ελευθερία• ενώ, εξάλλου, καθόσον αφορά την απαγόρευση αυτή, δεν αποτελεί επαρκή δικαιολογητικό λόγο, κατά το Σύνταγμα, η επικαλούμενη αναποτελεσματικότητα των ελέγχων τήρησης των σχετικών διαταξεων που προΐσχυσαν. Κατόπιν αυτών, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, με τη σχολιαζόμενη δικαστική απόφαση, ακυρώθηκε η προσβαλλόμενη με την ανακοπή πράξη ταμειακής βεβαίωσης, με την αιτιολογία ότι στηριζόταν σε νόμιμο τίτλο (δηλαδή, την καταλογιστική απόφαση επιβολής του προστίμου), ο οποίος είχε ως έρεισμα την μνημονευόμενη αντισυνταγματική (και άρα ανίσχυρη) διάταξη του άρθρου 3 του ν. 3037/2002, καθώς και τη σχετική κοινή υπουργική απόφαση που είχε εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση του νόμου αυτού.

Ενόψει των προαναφερομένων η διαλαμβανόμενη στη σχολιαζόμενη δικαστική απόφαση παραδοχή, ότι στην υπό κρίση υπόθεση το Δικαστήριο είχε τη δικονομική δυνατότητα να προβεί σε έλεγχο της νομιμότητας της πράξης επιβολής του προστίμου που ενδιαφέρει (δηλαδή, του νόμιμου τίτλου στον οποίο στηρίχτηκε η προσβαλλόμενη με την ανακοπή πράξη ταμειακής βεβαίωσης του ποσού του προστίμου), δεν βρίσκει σύμφωνο το σχολιασμό• και τούτο, γιατί, με βάση όσα έγιναν ερμηνευτικώς δεκτά στην αρχή του παρόντος, οι διαφορές που, όπως εδώ, αναφύονται από την επιβολή κυρώσεων για τη διεξαγωγή ή εγκατάσταση απαγορευμένων παιγνίων σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και σε εξομοιούμενα με αυτά (επιχειρήσεις προσφοράς διαδικτύου), ως συναρτώμενες, στενώς, με την άδεια και λειτουργία των καταστημάτων τούτων, συνιστούν διοικητικές διαφορές ουσίας, υπαγόμενες προς εκδίκαση στη δικαιοδοσία των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων. Συνεπώς, εφόσον στην περίπτωσή μας, η ενδιαφερομένη (ανακόπτουσα) είχε τη δικονομική δυνατότητα να ασκήσει προσφυγή κατά της καταλογιστικής του προστίμου απόφασης και να προβάλλει λόγους αναφερόμενους τόσο στη νομιμότητα όσο και στο κατ’ ουσία βάσιμο της τελευταίας, αποκλειόταν, κατ’ άρθρο 224 (παρ. 4) του ΚΔιοικΔ, ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας της απόφασης αυτής στη δίκη για την ανακοπή. Συνακόλουθα, το Δικαστήριο, ανεξάρτητα από τη βασιμότητα των λόγων της ανακοπής για αντισυνταγματικότητα των σχετικών διατάξεων του ν. 3037/2002, κατ’ επίκληση των οποίων της είχε επιβληθεί το μνημονευόμενο πρόστιμο, έπρεπε να απορρίψει τους λόγους αυτούς ως παραδέκτως προβαλλομένους στη δίκη για την εν λόγω ανακοπή.

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΩΝ

Αθηνών Ανακοπή

κατά πράξης

ταμειακής βεβαίωσης.

Παρεμπίπτων έλεγχος

νόμιμου τίτλου.

Aριθ. Aπόφ. 766/2006 (Μονομ. Διοικ. Πρωτ. Αθήνας)

Δικαστής: Κων/νος Υφαντής, Πρωτοδίκης Δ.Δ.

Ενόψει του ότι κατά των αποφάσεων επιβολής κυρώσεων του ν. 3037/2002 για τη διεξαγωγή ή εγκατάσταση απαγορευμένων παιγνίων («ΦΡΟΥΤΑΚΙΑ») σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος, καθώς και σε εξομοιούμενα με αυτά (επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου) δεν προβλέπεται από το νόμο άσκηση προσφυγής ουσίας, επιτρέπεται, κατ’ άρθρο 22 (παρ. 4) του ΚΔιοικΔ, στη δίκη που ανοίγεται με την ανακοπή κατά των οικείων πράξεων ταμειακής βεβαίωσης των καταλογιζόμενων ποσών προστίμου, ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας των εν λόγω καταλογιστικών αποφάσεων (νόμιμων τίτλων). Κρίση για αντισυνταγματικότητα των διατάξεων του ν. 3037/ 2002 που απαγορεύει τη διενέργεια τέτοιων παιγνίων με υπολογιστές.

...Επειδή, στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Ν. 2717/1999, φ.97 A') ορίζεται, στο άρθρο 217, ότι: «1. Ανακοπή χωρεί κατά κάθε πράξης που εκδίδεται στα πλαίσια της διαδικασίας της διοικητικής εκτέλεσης και, ιδίως, κατά: α) κατά της πράξης της ταμειακής βεβαίωσης του εσόδου, β) ... γ) ... δ) ... ε) ...», στο άρθρο 224 ότι: «1. Το δικαστήριο ελέγχει την προσβαλλόμενη πράξη κατά το νόμο και την ουσία, στα όρια της ανακοπής, τα οποία προσδιορίζονται από τους λόγους και το αίτημά της. 2. ... 3. Κατά τον έλεγχο του κύρους των προσβαλλόμενων με την ανακοπή πράξεων της εκτέλεσης, δεν επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος της νομιμότητας προηγούμενων πράξεων της εκτέλεσης. 4. Στην περίπτωση της ανακοπής κατά της ταμειακής βεβαίωσης, επιτρέπεται ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου βάσει του οποίου έγινε η βεβαίωση, εφόσον δεν προβλέπεται κατ'αυτού ένδικο βοήθημα που επιτρέπει τον έλεγχό του κατά το νόμο και την ουσία ή δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο. 5...» και στο άρθρο 225, ότι: «Το δικαστήριο, αν διαπιστώσει παράβαση νόμου ή ουσιαστικές πλημμέλειες της προσβαλλόμενης πράξης, προβαίνει στην ολική ή μερική ακύρωση ή στην τροποποίησή της. Σε διαφορετική περίπτωση, προβαίνει στην απόρριψη της ανακοπής».

Επειδή, κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, από την έναρξη ισχύος του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας καταργήθηκε μεν η δυνατότητα ασκήσεως ανακοπής κατά των διοικητικών πράξεων που συνιστούν νόμιμο τίτλο, όμως ειδικώς στην περίπτωση ασκήσεως ανακοπής κατά πράξεως ταμειακής βεβαιώσεως, επιτρέπεται κατ'εξαίρεση ο παρεμπίπτων έλεγχος, κατά το νόμο και τα πράγματα, του τίτλου, βάσει του οποίου έγινε η σχετική ταμειακή βεβαίωση (βλ. σχετ.ΣτΕ 3529/2001). Επειδή, στον Κώδικα Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (Ν.Δ. 356/1974, φ.90 Α') ορίζεται, στο άρθρο 2, ότι: «1. Η είσπραξις των δημοσίων εσόδων ανατίθεται εις τα Δημόσια Ταμεία, τα λοιπά επί της εισπράξεως όργανα και τους ειδικούς ταμίας, εις ους έχει ανατεθεί η είσπραξις ειδικών εσόδων, ενεργείται δε δυνάμει νομίμου τίτλου ... 2. Νόμιμος τίτλος είναι: α) Η κατά τους κείμενους νόμους βεβαίωσις και ο υπό των αρμοδίων Διοικητικών ή ετέρων αρμοδίων κατά νόμον Αρχών προσδιορισμός του εισπρακτέου ποσού, του είδους του εσόδου και της αιτίας δι'ην οφείλεται, β) Η εξ εγγράφων δημοσίων ή ιδιωτικών αποδεικνυόμενη οφειλή, γ)... 3. ...». Περαιτέρω, με το άρθρο 1 του Ν. 3037/ 2002 («Απαγόρευση παιγνίων» ΦΕΚ Α' 174) ορίσθηκε ότι: «Κατά την έννοια των διατάξεων του παρόντος νόμου: α. Μηχανικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο, για τη λειτουργία του οποίου είναι αναγκαία και η συμβολή της μυϊκής δύναμης του παίκτη, β. Ηλεκτρικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο για τη λειτουργία του οποίου απαιτείται η παρουσία ηλεκτρικών υποστηρικτικών μηχανισμών, γ. Ηλεκτρομηχανικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο, για τη λειτουργία του οποίου απαιτείται τόσο η παρουσία ηλεκτρικών υποστηρικτικών μηχανισμών όσο και η συμβολή της μυϊκής δύναμης του παίκτη, δ. Ηλεκτρονικά διεξαγόμενο παίγνιο είναι εκείνο για τη λειτουργία του οποίου, εκτός των υποστηρικτικών ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών και άλλων μηχανισμών, απαιτείται η ύπαρξη και εκτέλεση λογισμικού (προγράμματος), ε. Ψυχαγωγικό τεχνικό παίγνιο είναι εκείνο του οποίου το αποτέλεσμα εξαρτάται αποκλειστικά από την τεχνική ή πνευματική ικανότητα του παίκτη και η διενέργειά του έχει αποκλειστικά ψυχαγωγικό σκοπό. Στην κατηγορία των ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων εντάσσονται και όσα παίγνια με παιγνιόχαρτα χαρακτηρίστηκαν ως “τεχνικά παίγνια” με βάση τις διατάξεις του Β.Δ. 29/1971 (ΦΕΚ 21 Α')». Στο άρθρο 2 ορίζεται ότι: «1. Απαγορεύεται η διεξαγωγή των υπό στοιχεία β, γ και δ του άρθρου 1 παιγνίων περιλαμβανομένων και των υπολογιστών σε δημόσια γενικά κέντρα όπως ξενοδοχεία, καφενεία, αίθουσες αναγνωρισμένων σωματείων κάθε φύσης, και σε κάθε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο. Επίσης απαγορεύεται η εγκατάσταση των παιγνίων αυτών. 2. Στα μηχανικά διεξαγόμενα παίγνια επιτρέπεται μόνο η διενέργεια ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων όπως ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο. Στα παίγνια αυτά δεν επιτρέπεται να συνομολογηθεί στοίχημα μεταξύ οποιωνδήποτε προσώπων ή να αποδοθεί οποιασδήποτε μορφής οικονομικό όφελος στον παίκτη. Η συνομολόγηση στοιχήματος ή η απόδοση οικονομικού οφέλους στον παίκτη επιφέρει τις συνέπειες των άρθρων 4 και 5». Το άρθρο 3 ορίζει ότι: «Δεν εμπίπτει στην απαγόρευση που ορίζεται στο άρθρο 2 η εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών υπολογιστών σε καταστήματα που λειτουργούν ως επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου. Η διενέργεια, όμως, παιγνίου με τους υπολογιστές αυτούς, ανεξάρτητα από τον τρόπο διενέργειάς του, απαγορεύεται. Για τη λειτουργία επιχείρησης προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου απαιτείται ειδική άδεια του δήμου ή της κοινότητας στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το κατάστημα και αν λειτουργεί σε πλοίο της Λιμενικής Αρχής του αφετηρίου λιμένα. Κατά την πρώτη εφαρμογή του μέτρου η επιχείρηση πρέπει να εφοδιαστεί με την άδεια αυτή εντός τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού [και ήδη «από την έναρξη ισχύος της κοινής υπουργικής απόφασης του άρθρου 7 του παρόντος», συμφώνως προς το άρθρο 25 του Ν. 3148/2003, ΦΕΚ Α’ 136]». Κατά το άρθρο 4 παρ. 1 του νόμου «όσοι εκμεταλλεύονται ή διευθύνουν κέντρα ή άλλους χώρους της παραγράφου 1 του άρθρου 2 στα οποία διενεργούνται ή εγκαθίστανται παίγνια απαγορευμένα κατά τις διατάξεις των προηγουμένων άρθρων, τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών και με χρηματική ποινή τουλάχιστον πέντε χιλιάδων ευρώ. Σε περίπτωση υποτροπής τιμωρούνται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός (1) έτους και με χρηματική ποινή από εικοσιπέντε έως εβδομήντα πέντε χιλιάδων ευρώ. Το δικαστήριο διατάσσει και τη δήμευση των μηχανημάτων παιγνίων», ενώ συμφώνως προς το άρθρο 5 «1. Πέρα από την επιβολή των προβλεπομένων ποινικών κυρώσεων, αν διαπιστωθεί η διεξαγωγή ή εγκατάσταση απαγορευμένου, κατά τις διατάξεις των προηγουμένων άρθρων παιγνίου, επιβάλλεται πρόστιμο δέκα χιλιάδων ευρώ για κάθε μηχάνημα παιγνίου και οριστική αφαίρεση της αδείας λειτουργίας της επιχείρησης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 7. 2. Το πρόστιμο επιβάλλεται με απόφαση του προϊσταμένου της αρμοδίας αρχής, της παρ. 1 του άρθρου 6, που διαπιστώνει την παράβαση. Στην απόφαση αυτή γίνεται περιγραφή της παράβασης, αναγράφεται το πρόστιμο που επιβάλλεται, καθώς και η διάταξη που εφαρμόζεται. Μαζί με την απόφαση κοινοποιείται στον παραβάτη αντίγραφο της έκθεσης ελέγχου». Το άρθρο 6 προβλέπει ότι: «1. Για την τήρηση των διατάξεων του νόμου αυτού αρμόδιες είναι οι Αστυνομικές Αρχές. Στα πλοία γραμμών εσωτερικού, στα επαγγελματικά πλοία τουριστικών πλόων εσωτερικού, στα αγκυροβολημένα πλοία και στους χερσαίους χώρους των λιμενικών ζωνών αρμόδια είναι η Λιμενική Αρχή. 2. Αν τα όργανα του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος κατά τον έλεγχο υποθέσεων των αρμοδιοτήτων τους, διαπιστώσουν παραβάσεις του νόμου για τα παίγνια, επιβάλλουν τις κυρώσεις και προβαίνουν στις ενέργειες που προβλέπονται στο προηγούμενο άρθρο». Τέλος, στο άρθρο 7 του νόμου ορίζεται ότι: «1. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας καθορίζονται οι όροι, οι προϋποθέσεις, η διαδικασία και τα δικαιολογητικά για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας επιχειρήσεων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου. 2. Με όμοια απόφαση καθορίζεται και το όργανο που επιβάλλει την αφαίρεση της αδείας λειτουργίας της επιχείρησης, ο τρόπος και η διαδικασία αφαίρεσης αυτής και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του νόμου αυτού».

Επειδή, κατ'εφαρμογήν των τελευταίων αυτών εξουσιοδοτικών διατάξεων του άρθρου 7 του Ν. 3037/2002 εξεδόθη η υπ'αριθμ. 1107414/1491/Τ.& Ε.Φ./26.11.2003 (ΦΕΚ Β' 1827) κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών, Εσωτερικών, Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Δημόσιας Τάξης και Εμπορικής Ναυτιλίας «Καθορισμός των όρων, των προϋποθέσεων, της διαδικασίας και των δικαιολογητικών για τη χορήγηση αδειών λειτουργίας επιχειρήσεων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, του οργάνου για την αφαίρεση της άδειας λειτουργίας της επιχείρησης και λοιπών διαδικαστικών θεμάτων για την εφαρμογή των διατάξεων του Ν. 3037/2002». Προβλέπει δε η απόφαση στο άρθρ.1, μεταξύ άλλων, τα εξής: «1. Η άδεια για την λειτουργία επιχείρησης προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, που προβλέπεται από τις διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 3037/ 2002, χορηγείται από τον οικείο δήμο ή την κοινότητα στην περιφέρεια του οποίου βρίσκεται το κατάστημα και αν αυτό λειτουργεί σε πλοίο, η άδεια χορηγείται από την οικεία Λιμενική Αρχή του αφετηρίου λιμένα. Τα καταστήματα αυτά μπορεί να λειτουργούν είτε ως αμιγείς επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, είτε ως “μικτές” τοιαύτες, εντός, όμως, μόνο των καθοριζόμενων στο άρθρο 37 της ΑΙΒ/8577/83 Υγειονομικής Διάταξης Καταστημάτων, όπως αυτή εκάστοτε ισχύει... 3. Για την εγκατάσταση και λειτουργία των Η/Υ [Ηλεκτρονικών Υπολογιστών] πρέπει να πληρούνται οι κάτωθι προϋποθέσεις και όροι λειτουργίας: α... στ. Δεν επιτρέπεται η διεξαγωγή παιγνίων σε Internet ή Intranet Sites που διαθέτουν παίγνια. ζ... η. Δεν επιτρέπεται η εκ μέρους του επιχειρηματία ή του εκάστοτε υπευθύνου των καταστημάτων-επιχειρήσεων προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, παραχώρηση-ενοικίαση δισκετών, CD. κ.λπ. με ηλεκτρονικά παίγνια στους παίκτες-χρήστες των Η/Υ, για χρήση εντός του χώρου των καταστημάτων αυτών ή και εκτός αυτών, καθώς και η εκ μέρους των παικτών χρήση δικών τους δισκετών κ.λπ. με παίγνια στους Η/Υ του καταστήματος».

Επειδή, ενόψει της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας (άρθρο 25 παρ. 1 Συντάγματος), οι επιβαλλόμενοι από το νόμο ή την κανονιστικώς δρώσα διοίκηση περιορισμοί στην άσκηση των ατομικών ελευθεριών (μεταξύ των οποίων και η οικονομική ελευθερία κατ' αρθρ. 5 παρ. 1 του Συντάγματος) πρέπει να είναι πρόσφοροι και αναγκαίοι για την επίτευξη του επιδιωκομένου σκοπού δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος και πρέπει να είναι ανάλογοι σε σχέση με αυτόν (ΣτΕ 2110/2003, 2112/1984).

Επειδή, με το άρθρο 2 του Ν. 3037/2002 απαγορεύεται η εγκατάσταση και η διενέργεια ηλεκτρικά, ηλεκτρομηχανικά και ηλεκτρονικά διεξαγόμενων, κατά τις σχετικές διακρίσεις του άρθρου 1 αυτού, παιγνίων, «περιλαμβανομένων και των υπολογιστών», σε δημόσια κέντρα και σε κάθε άλλο δημόσιο ή ιδιωτικό χώρο. Κατά τα αναφερόμενα στην εισηγητική έκθεση του νόμου, η ρύθμιση αυτή αποσκοπεί στην αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων που δημιουργεί ο εθισμός στα παίγνια, και των φαινομένων παρανόμου πλουτισμού και σημαντικής απώλειας φορολογικών εσόδων από την εγκατάσταση, διενέργεια και διακίνηση ηλεκτρονικών παιγνίων, δικαιολογείται δε από την οφειλομένη στην εξέλιξη της τεχνολογίας αναποτελεσματικότητα των ελέγχων της τηρήσεως των προϊσχυσασών διατάξεων που επέτρεπαν καταρχήν την διενέργεια τεχνικών (και όχι τυχηρών) παιγνίων (β.δ. 29/1971, ΦΕΚ Α' 21, Ν. 2515/ 1997, ΦΕΚ Α' 154). Στο άρθρο 3 του νόμου ορίζεται ότι η απαγόρευση δεν καταλαμβάνει την εγκατάσταση και λειτουργία ηλεκτρονικών υπολογιστών σε καταστήματα που λειτουργούν ως επιχειρήσεις προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου. Εναρμονίζεται η διάταξη αυτή με το άρθρο 5Α του Συντάγματος το οποίο καθιερώνει το δικαίωμα συμμετοχής στην Κοινωνία της Πληροφορίας και θεσπίζει την υποχρέωση του Κράτους να διευκολύνει την πρόσβαση στις ηλεκτρονικά διακινούμενες πληροφορίες καθώς και την παραγωγή, ανταλλαγή και διάδοσή τους. Ορίζεται, όμως, περαιτέρω ότι «η διενέργεια παιγνίου, με τους υπολογιστές αυτούς, ανεξάρτητα από τον τρόπο διενέργειάς του, απαγορεύεται». Η τελευταία αυτή –ειδική εν σχέσει προς τη γενική του άρθρου 2– απαγόρευση υπερακοντίζει τον επιδιωκόμενο ως άνω από το νόμο σκοπό και προσκρούει, συνεπώς, στην αρχή της αναλογικότητας στο μέτρο που καταλαμβάνει και την διενέργεια ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές εγκατεστημένους σε καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, απαγορεύει δηλαδή την άσκηση δραστηριότητας η οποία δεν αποδοκιμάζεται από την έννομη τάξη και δεν παραβιάζει τα χρηστά ήθη, ενώ, εξάλλου δεν αποτελεί επαρκή δικαιολογητικό κατά το Σύνταγμα λόγο της απαγορεύσεως αυτής η κατά τα ανωτέρω αναποτελεσματικότητα του ελέγχου εφαρμογής των διατάξεων που επέτρεπαν μόνον την διενέργεια τεχνικών παιγνίων. Επομένως, τόσο η κατά τα ανωτέρω απαγόρευση διενεργείας παιγνίων του άρθρου 3 του Ν. 3037/2002, όσο και οι προσβαλλόμενες κανονιστικές ρυθμίσεις του άρθρ. 1 παρ. 3 περ. στ' και η της υπ' αριθμ. 1107414/1491/Τ.&Ε.Φ./2003 κοινής υπουργικής αποφάσεως, με τις οποίες εξειδικεύεται η νομοθετική αυτή ρύθμιση και ορίζεται ειδικότερα ότι, προκειμένου περί ηλεκτρονικών υπολογιστών εγκατεστημένων σε καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου, «δεν επιτρέπεται η διεξαγωγή παιγνίων σε Internet ή Intranet Sites που διαθέτουν παίγνια» και ότι δεν επιτρέπεται η χρήση δισκετών κ.λπ. με παίγνια στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές του καταστήματος, καθ' όσον οι απαγορεύσεις αυτές καταλαμβάνουν και τη διενέργεια ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων (βλ. Ε.Α.ΣτΕ 245/ 2004).

Επειδή, εν προκειμένω, από τα στοιχεία της δικογραφίας της κρινόμενης υποθέσεως, προκύπτουν τα εξής: Με την υπ' αριθμ. πρωτ. 3006/28Α/1797-ια/28-12-2004 απόφαση του Προϊσταμένου της Υ.Δ.Ο.Ε.Α.Η./ Διεύθυνσης Ασφαλείας Αττικής σε βάρος της ανακόπτουσας, η οποία διατηρεί κατάστημα υγειονομικού ενδιαφέροντος (καφενείο) στην Ελευσίνα - Αττικής, επιβλήθηκε πρόστιμο ευρώ 30.000, για το λόγο ότι, κατά τον έλεγχο που έγινε την 2-12-2004 και περί ώρα 19:30' στην ανωτέρω επιχείρηση διαπιστώθηκε ότι είχαν εγκατασταθεί και τεθεί σε λειτουργία τρεις (3) Η/Υ με πρόσθετο λογισμικό πρόγραμμα, οι οθόνες των οποίων απεικόνιζαν ευκρινώς το απαγορευμένο παίγνιο «ΦΡΟΥΤΑΚΙΑ», κατά παράβαση των διατάξεων του Ν.3037/ 2002. Η καταλογιστική άνω απόφαση επιδόθηκε στην καθ'ής νομίμως στις 8-2-2005 (βλ. σχετικό αποδεικτικό επιδόσεως του Αστυνομικού Ι.Α., ακολούθησε δε η σύνταξη από τα αρμόδια όργανα της ως άνω Υποδιευθύνσεως χρηματικού καταλόγου (109/2004) και τριπλότυπης περιληπτικής καταστάσεως διοικητικού προστίμου, με βάση τα οποία εχώρησε η ταμειακή βεβαίωση σε βάρος της καθ'ής του χρέους με την ήδη ανακοπτόμενη πράξη της Δ.Ο.Υ. Ελευσίνας. Στρεφόμενη κατά της τελευταίας αυτής πράξεως η ανακόπτουσα με την ένδικη ανακοπή, προβάλλει ότι η σύνταξή της εχώρησε με βάση μη νόμιμο τίτλο και ειδικότερα την προαναφερόμενη καταλογιστική απόφαση του Προϊσταμένου της Υ.Δ.Ο.Ε.Α.Η., γι'αυτό και πρέπει να ακυρωθεί. Επειδή, ειδικότερα, η ανακόπτουσα με την ανακοπή προβάλλει ότι ο καταλογισμός σε βάρος της του προστίμου, το ποσό του οποίου βεβαιώθηκε με την ανακοπτόμενη πράξη ταμειακής βεβαιώσεως, είναι μη νόμιμος, αφού στηρίζεται σε διατάξεις του άρθρου 3 του Ν. 3037/2002 που αντίκεινται στο Σύνταγμα, έτσι ώστε και η πράξη ταμειακής βεβαιώσεως, μη βασιζόμενη σε νόμιμο τίτλο, είναι μη νόμιμη και ακυρωτέα. Το Δικαστήριο, ενόψει όσων έγιναν δεκτά στη μείζονα σκέψη και λαμβάνοντας υπόψη ότι κατά του τίτλου (καταλογιστικής του προστίμου πράξεως), με βάση τον οποίο εχώρησε η επίδικη ταμειακή βεβαίωση, δεν προβλέπεται ουσιαστική προσφυγή και δεν υφίσταται σχετικώς δεδικασμένο, κρίνει ότι δύναται παρεπιμπτόντως, να ελέγξει τη νομιμότητα της εν λόγω πράξεως και δη εάν αυτή εκδόθηκε κατ'εφαρμογήν διατάξεων που αντίκεινται στο Σύνταγμα, ο δε περί του αντιθέτου ισχυρισμός του Ελληνικού Δημοσίου είναι νόμω αβάσιμος και απορριπτέος.

Επειδή, με βάση όσα έγιναν δεκτά σε προηγούμενη σκέψη ως προς την αντίθεση προς την συνταγματική αρχή της οικονομικής ελευθερίας των εκμεταλλευομένων καταστήματα προσφοράς υπηρεσιών διαδικτύου των διατάξεων του άρθρου 3 του Ν. 3037/2002, που απαγορεύει τη διενέργεια παιγνίων, ο καταλογισμός σε βάρος της ανακόπτουσας προστίμου για παράβαση των διατάξεων του άρθρου τούτου είναι μη νόμιμος, εντεύθεν δε μη νόμιμη καθίσταται και η απόφαση, με την οποία και κατ'εφαρμογήν του εν λόγω άρθρου επιβλήθηκε το πρόστιμο. Κατά συνέπεια, εφόσον ο τίτλος, επί του οποίου ερείδεται η ανακοπτόμενη πράξη ταμειακής βεβαιώσεως, στερείται νομιμότητας, μη νομίμως εχώρησε σε βάρος της ανακόπτουσας η έκδοση της πράξεως αυτής, η οποία έτσι πρέπει να ακυρωθεί. Επειδή, κατ'ακολουθίαν των ανωτέρω, πρέπει να γίνει δεκτή η ανακοπή και να ακυρωθεί η υπ'αριθμ. 2039/4-4-2005 πράξη ταμειακής βεβαιώσεως του Προϊσταμένου της Δ.Ο. Υ. Ελευσίνας, που εκδόθηκε σε βάρος της ανακόπτουσας για χρέος προερχόμενο από πρόστιμο επιβληθέν σε αυτή για παράβαση των διατάξεων του Ν. 3037/2002.

Επειδή, περαιτέρω, πρέπει να διαταχθεί η απόδοση στην ανακόπτουσα του παραβόλου που κατέθεσε, κατ'άρθρο 277 παράγραφος 9 εδάφιο α' του Κ.Δ.Δ., ενώ, εκτιμώντας τις περιστάσεις, το Δικαστήριο κρίνει ότι το καθ'ού Ελληνικό Δημόσιο πρέπει να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα της ανακόπτουσας, κατ'άρθρο 275 παράγραφος 1 εδάφιο τελευταίο του Κ.Δ.Δ.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Καλησπερα και απο εμενα.....Ειμαι ο πρωταγωνιστης του συγκεκριμενου επεισοδιου....Ειδα πως καποιος φιλος εβαλε τον νομο περι αφαιρεσεις του προστιμου...Οποτε νομιζω πως σας καλυψε πληρως......Και κατι ακομα! Αυτη η εκπομπη δεν κανει μαγικα....Αλλα κανει που δεν μπορω να πω! :unsure:

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Δημιουργήστε έναν λογαριασμό ή συνδεθείτε για να σχολιάσετε

Πρέπει να είστε μέλος για να αφήσετε σχόλιο

Δημιουργήστε έναν λογαριασμό

Εγγραφείτε με νέο λογαριασμό στην κοινότητα μας. Είναι εύκολο!

Εγγραφείτε για έναν νέο λογαριασμό

Σύνδεση

Έχετε ήδη λογαριασμό; Συνδεθείτε εδώ.

Σύνδεση τώρα
  • Πλοηγούταν πρόσφατα   0 μέλη

    • Δεν υπάρχουν εγγεγραμμένοι χρήστες που να βλέπουν αυτή τη σελίδα.
×
×
  • Δημιουργία νέου...