Πώς ο εθνικισμός υποσκάπτει και την Εκκλησία και το έθνος
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΡΜΟΣ
Η ερωτοτροπία Εκκλησίας και εθνικισμού δεν μας εκπλήσσει υπό το φως των συγκεκριμένων ιστορικών περιπετειών της Ανατολικής Ευρώπης. Κατά τον γάλλο ορθόδοξο θεολόγο Olivier Clement, «ο εθνικισμός, σε έξαρση εξαιτίας των αιώνων δουλείας στις περισσότερο ή λιγότερο πολυεθνείς αυτοκρατορίες, θέλησε να οικειωθεί την Ορθοδοξία, να την κάνει όργανό του, να ενσταλάξει μέσα της τα μίση του, τους φόβους του, τις φαντασιώσεις του... Αγαπάει κανείς τα δάση της πατρίδας του, τις ψαλμωδίες στους ναούς της και τη φλόγα των κεριών, αλλά δεν έχει διαβάσει το Ευαγγέλιο. Λέγεται ορθόδοξος (διευκρινίζοντας αμέσως την εθνικότητα), αλλά δεν ξέρει καθόλου πως είναι χριστιανός».
Η πολιτισμική αντίληψη για την Ορθοδοξία γίνεται έτσι για πολλούς συστατικό της ψυχικής ταυτότητας. Δυστυχώς όμως συναντούμε ένα σχήμα χιαστί: αντί να αποκαλύπτεται το πολιτισμικό πάθος της θρησκευτικής πίστης, προσδίδεται μεταφυσική διάσταση στο έθνος!
Η τελευταία ικανοποιεί ψυχικές ανάγκες συνοχής και ισχύος. Συγκρατεί τις διαλυτικές δυνάμεις του ψυχισμού: ο εχθρός βρίσκεται κάπου έξω και ο ψυχισμός αποφεύγει τον εσωτερικό εμφύλιο πόλεμο. Εκλογικεύει την ψυχοπαθολογία και απενοχοποιεί τις ασυνείδητες επιθετικές ενορμήσεις με ιδεολογική προκάλυψη. Παρέχει φαντασιακή επούλωση σε προσωπικά και συλλογικά τραύματα με το αίσθημα του ανήκειν.
* Η αποστολή της υπέρβασης
Αυτονόητη συνέπεια του οικουμενικού χαρακτήρα της Εκκλησίας είναι να καταγγέλλει και την εμπάθεια του εθνικισμού και τη χρήση του έθνους για σκοπούς ψυχικής οικονομίας.
Εχει εκ φύσεως ως αποστολή την υπέρβαση, αναγνωρίζοντας θετικά στα άλλα έθνη. (Εννοείται ότι πρέπει να αγαπάς το έθνος σου για να το υπερβείς, αλλιώς δεν γίνεσαι οικουμενικός άνθρωπος αλλά απλώς άπατρις.) Κάτι περισσότερο: πρέπει να αναδείξει εκείνα τα στοιχεία τους που θα μπορούσαν να συμβάλουν στη σάρκωση της Θείας Αλήθειας μέσα στον σύγχρονο κόσμο. Οπως το θέτει ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, «κάθε τοπική Εκκλησία υποχρεούται να προσφέρει και να αναπτύξει τις θετικές αξίες του συγκεκριμένου πολιτισμού σύμφωνα με την εθνική, γλωσσική και φυλετική ιδιοσυγκρασία».
Εξάλλου κάθε έθνος στηρίζει την ύπαρξή του μέσω ενός αυτοδοξολογικού ναρκισσισμού και τη διαιωνίζει μέσω της ιδεολογικής κατεύθυνσης της παιδείας.
Τα προτερήματά του εξαίρονται και μεγεθύνονται, τα ελαττώματά του αποσιωπώνται.
Οι καθοριστικές μορφές του περιβάλλονται μυθική αίγλη σχεδόν εξωιστορική.
Απαιτεί από τα άλλα έθνη όσα δεν είναι διατεθειμένο να τους δώσει.
Ετσι λοιπόν η Εκκλησία, λόγω της αγάπης της προς την αλήθεια, έχει καθήκον να αρνείται το ψέμα όπου το συναντά. Να επισημαίνει τον εγγενή φαντασιακό χαρακτήρα που συχνά προσδίδεται στην εθνική ταυτότητα, που ενίοτε φθάνει έως την ψευδή συνείδηση, όπως επισημαίνει ο Ernest Gellner. Βασικά συγκρούονται δύο κόσμοι: αναγκαστικά το έθνος ενδιαφέρεται να αυτοσυντηρείται και να αποδεικνύει ανταγωνιστικά την υπεροχή του, ενώ η Εκκλησία αποσκοπεί στο να πλάθει αγίους και να προεικονίζει τη Βασιλεία του Θεού στο σήμερα.
Συχνά οι χριστιανοί λησμονούμε ότι η ανάπτυξή μας άρχισε σε παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Ο εθνικισμός δεν αποτελεί τον φυσικό χώρο της Εκκλησίας. Αλλωστε τελικά υποσκάπτει και Εκκλησία και έθνος. Γιατί;
Από τη μια περιορίζει την αποτελεσματικότητα της κοινωνίας αφού απορροφά όλο το δυναμικό μας στην εθνική ρητορική αυτοϊκανοποίηση στην οποία υπήρξαμε δεξιοτέχνες. Αλλά ο Μακρυγιάννης μάς υπενθύμισε σε ανύποπτο χρόνο ότι η ευνομία συνιστά απαραίτητη προϋπόθεση προκοπής του έθνους και ευπρόσωπης παρουσίας του στη διεθνή κοινότητα.
* Τα μηνύματα και οι αποδέκτες
Από την άλλη ο εθνικισμός συρρικνώνει και τις δυνατότητες ευεργετικής επιρροής της Εκκλησίας αφού την εξαντλεί αποπροσανατολίζοντάς την. Δεν φαίνεται να έγιναν και πολλά βήματα στα χρόνια που μεσολάβησαν από την προτροπή του Γιώργου Θεοτοκά: «Τώρα όμως που άλλαξαν οι ιστορικές συνθήκες να ακουστεί πάλι ο καθαρός ευαγγελικός λόγος».
Ο άγγλος ορθόδοξος Philip Sherrard παρομοιάζει τον υγιή πατριωτισμό με τον έρωτα, στέλνοντας ένα μήνυμα με δύο αποδέκτες: και τους πιστούς που αλλοιώνουν εθνικιστικά τον πατριωτισμό, και εκείνους που φετιχοποιούν τη νεωτερικότητα συγχέοντας μεταξύ εθνικισμού και υγιούς πατριωτισμού. (Νομίζει κανείς ότι αποφεύγουν σκόπιμα να ορίσουν τον δεύτερο, προκειμένου να μπορούν να χαρακτηρίζουν κατά βούληση εθνικιστές όσους θέλουν.) Το πρόβλημα, δηλαδή, δεν είναι το θυμικό. Ολοι γνωρίζουμε ότι ο πραγματικός έρωτας δεν είναι διχαστικός και ανταγωνιστικός, αλλά κάνει τον άνθρωπο να αγαπά περισσότερο και τους άλλους.
Τέλος, ας θυμηθούμε τη ρεαλιστική τελεολογία της εθνικότητας, σύμφωνα με την οποία οι Χριστιανοί καλούμαστε να φανερώνουμε έμπρακτα εκείνο το άλλο, το πέρα από τα ανθρώπινα: «Ο Θεός προνοεί τη διάκριση των εθνών για να περιορίσει την κακία των ανθρώπων, όχι για να αυξήσει την αρετή τους... Το έργο της Εκκλησίας, που συνίσταται στην προπαρασκευή της εσχατολογικής κοινωνίας μέσα στην ιστορία, είναι η ενοποίηση όλων των λαών με την υπέρβαση των διακρίσεων αυτών... Οι εθνικές όπως και οι λοιπές διακρίσεις, που συνοδεύουν τους ανθρώπους στην κατάσταση της πτώσεως, υπερβαίνονται και εξαφανίζονται όταν οι άνθρωποι προσεγγίζουν και ζουν την οντολογική τους ενότητα εν Χριστώ, όταν μετέχουν στην καινή κτίση» (Γ. Μαντζαρίδης).
Ο Πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Θερμός είναι διδάκτωρ Θεολογίας, ψυχίατρος παιδιών και εφήβων.
το ΒΗΜΑ, 26/11/2006 , Σελ.: B60
Κωδικός άρθρου: B14926B601
ID: 281893
- Διαβάστε περισσότερα...
- 1 σχόλιο
- 407 views