Αποτελέσματα live αναζήτησης

Π. Σκουρλέτης: «Οι δανειστές σε συνθήκες εκβιασμού μας ζητάνε να συμφωνήσουμε σε ορισμένα πράγματα»

  • Εκτιμώμενος χρόνος ανάγνωσης 6 λεπτά

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ EΡΓΑΣΙΑΣ, ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΥΠΟΥ

Δελτίο Τύπου

Αθήνα, 12-5-2015

Σημεία από την παρέμβαση του υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ. Πάνου Σκουρλέτη, στη σημερινή Ολομέλεια της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (ΟΚΕ)

Χαίρομαι καταρχήν, γιατί είναι «κοινός τόπος» ότι όλοι αναγνωρίζουμε την αυταξία του κοινωνικού διαλόγου. Και είναι σχιζοφρενικό, αν σκεφτείτε ότι όλοι συμφωνούμε σ’ αυτή τη χώρα,- διεκδικούμε το αυτονόητο απ’ όποια μεριά κι αν μιλάει κανείς,- αυτό να αντιμετωπίζεται με μια ακατανόητη εμμονή από ένα μέρος των δανειστών μας.

Διότι τελικά, ακατανόητη είναι η προσπάθεια να μην αποτελέσει σαφές σημείο της επιδιωκόμενης από την ελληνική κυβέρνηση συμφωνίας, - στο πλαίσιο αυτής της πραγματικής και δύσκολης διαπραγμάτευσης- ότι δικαιούνται οι κοινωνικοί εταίροι να διαλέγονται και να κατακτούν στην πράξη τη συλλογική τους αυτονομία.

Αυτή η επιδίωξη, που βρίσκεται στον «πυρήνα» του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού Κεκτημένου,- σήμερα πολεμιέται με έναν τρόπο που η λέξη «ακατανόητο» επιλέγεται επειδή δεν θέλουμε να θέσουμε άλλους πολιτικούς προσδιορισμούς στην κουβέντα μας.

Η εμμονή αυτή μπορεί να εξηγηθεί, μόνο εάν τελικά συνειδητοποιηθεί ότι ίσως η πιο βασική στόχευση του μνημονίου, πέρα από το να υλοποιήσει ένα σχέδιο εσωτερικής υποτίμησης, ήταν να μας γυρίσει πίσω, να έρθει και να διαλύσει ένα επίπεδο κοινωνικών κατακτήσεων, όπως αυτό αποτυπωνόταν μεταπολεμικά σ’ αυτό που ονομάζουμε «Ευρωπαϊκό Πρότυπο».

Και πρέπει να έχουμε όλοι συνείδηση – με χαρά διαπιστώνω ότι έτσι είναι, πέρα από τις επιμέρους προσεγγίσεις, - ότι αυτή η συζήτηση ξεφεύγει από τα όρια της χώρας μας, διότι επαναφέρει και θέτει σε Ευρωπαϊκό επίπεδο έναν διάλογο γι’ αυτά τα κορυφαία ζητήματα, που άπτονται ακριβώς εκείνων των κατακτήσεων που είχε να επιδείξει το Ευρωπαϊκό μοντέλο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Είναι λοιπόν, η πρωτοβουλία που παίρνει το υπουργείο Εργασίας, μία προσπάθεια να απαντήσουμε στην γενική αποδιάρθρωση και διάλυση των εργασιακών σχέσεων, που είδαμε να γίνεται πράξη το προηγούμενο διάστημα.

Δεν θέλω να αναφερθώ σε ορισμένες ρυθμίσεις, τις οποίες τις αναφέρατε κι εσείς πολύ λεπτομερώς και καταθέσατε κάποιους ενδοιασμούς, πρώτες και δεύτερες απόψεις. Αλλά, θέλω να κάνω την εξής επισήμανση: ο κατώτατος μισθός τι έννοια έχει; Το να αποτελέσει ένα εργαλείο προστασίας των πιο χαμηλά αμειβόμενων.

Στη δικιά μας περίπτωση, αποτέλεσε, με τον τρόπο που έγινε και στα ύψη που διαμορφώθηκε,- σε συνδυασμό και με την απορρύθμιση του θεσμικού πλαισίου- ένα εργαλείο για να συμπιεστούν, από τα κάτω, συνολικά οι αμοιβές και να υλοποιηθεί με έναν βίαιο τρόπο, ένα σχέδιο εσωτερικής υποτίμησης.

Άρα, εάν εμείς σήμερα φαινομενικά φάσκουμε και αντιφάσκουμε, ζούμε σε μια αντίφαση, από τη μία υπερασπιζόμενοι την συλλογική αυτονομία των διαπραγματεύσεων, αλλά από την άλλη ερχόμενοι να προσδιορίσουμε τον κατώτατο μισθό, είναι ακριβώς για να απαντήσουμε- μία και μόνη φορά- σε μια οδυνηρή πραγματικότητα. Νομίζω ότι είναι κάτι που αναγκαζόμαστε να το κάνουμε, έχοντας ζήσει την ελληνική πραγματικότητα, όλο το προηγούμενο διάστημα.

Και κάτι ακόμα. Ουσιαστικά, αυτό που έγινε μέσα από την διάλυση των εργασιακών σχέσεων, της οποίας ένα μέρος είναι η «αφυδάτωση» της έννοιας των συλλογικών διαπραγματεύσεων,- ουσιαστικά δεν είχαμε συλλογικές διαπραγματεύσεις- οδήγησε τελικά σε μια εξατομίκευση των όρων της συλλογικής ρύθμισης, μέσα από την απορρύθμιση της εργατικής νομοθεσίας.

Σήμερα, αυτό που κάνουμε κι εγώ κατάλαβα ότι το αντιλαμβάνεστε πολύ καλά, δεν είναι να λύσουμε το σύνολο των προβλημάτων, αλλά να καθαρίσουμε λίγο, να εξυγιάνουμε - θα έλεγε ένας μηχανικός- το «έδαφος», πάνω στο οποίο πρέπει να ανοίξει μία συζήτηση, έτσι ώστε να δούμε το μείζον θέμα των εργασιακών σχέσεων σε όλο του το εύρος, όχι επαναφέροντας διατάξεις των προηγούμενων δεκαετιών.
Κάτι που δεν κάνουμε, διότι θα είδατε ότι σε πολλά πράγματα προσπαθούμε να πάμε παραπέρα, να τα βελτιώσουμε. Και, προφανώς πολλά επιδέχονται και παρατηρήσεις και βελτιώσεις.

Πρέπει να καταλάβουμε όλοι, αν και νομίζω ότι στην πρώτη συζήτηση που είχαμε κάνει στο υπουργείο Εργασίας φάνηκε κι αυτό να αποτελεί «κοινό τόπο», ότι τελικά κατέπεσαν κάποιοι μύθοι. Οι μύθοι που έλεγαν ότι αν κατεβάσουμε όπως - όπως και με τον τρόπο που έγινε, τους μισθούς, θα ανακτήσουμε την ανταγωνιστικότητά μας, θα βοηθήσουμε την απασχόληση και θα αυξήσουμε τις εξαγωγές και την παραγωγικότητά μας.

Τώρα πια η συζήτηση δεν μπορεί να γίνεται με βάση μελέτες οι οποίες ικανοποιούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες, ανάλογα από ποια μεριά μιλάει ο καθένας. Τώρα έχουμε το ελληνικό παράδειγμα, την ελληνική εμπειρία. Κι αυτό το παράδειγμα πρέπει να το εξαγάγουμε, να το δηλώσουμε σε όλους τους τόνους για να προειδοποιήσουμε, διότι υπάρχουν φωνές που τα συμπεράσματα του πειράματος που διεξήγαγαν στην χώρα μας προσπαθούν, θέλουν να τα εφαρμόσουν κι αλλού.

Ενοχλεί λοιπόν. Ενοχλεί το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, ενοχλεί η συγκεκριμένη κυβέρνηση διότι προσπάθησε, μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες και μέσα από μια σαφή εντολή του ελληνικού λαού, να σταματήσει αυτό το μνημονιακό πείραμα.

Και την ώρα που το «πειραματόζωο» έχει ξεφύγει, προσπαθούν να το ξαναβάλουν μέσα στο μνημονιακό εργαστήριο, στο κλουβί, για να συνεχίσουν. Θέλω να σας πω τελείως καθαρά και ειλικρινά: δεν μπορεί να υπάρξει συμφωνία και να υπογραφεί από την κυβέρνησή μας, εάν δεν είναι συμβατή με την βασική λογική της εντολής που πήραμε στις τελευταίες εκλογές. Θα ήταν κατάργηση της Δημοκρατίας στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.

Θα ήταν ένας νέος Ασκός του Αιόλου που θα άνοιγε, και θα ήταν ένα προμήνυμα για το που βαδίζει συνολικά η Ευρώπη.

Αυτές οι παραδοχές, αυτές οι εκτιμήσεις είναι που μας ενώνουν σήμερα με τους ευρωπαϊκούς λαούς, με τους ευρωπαίους εργαζόμενους, κι αυτό μας δίνει αυτοπεποίθηση. Γιατί βλέπουμε ότι αυτή η υπόθεση ξεφεύγει πολύ πέρα από τα όρια της χώρας. Και πολύ περισσότερο βέβαια, μας γεμίζει με δύναμη η εμπιστοσύνη- μέσα στις πάρα πολύ δύσκολες συνθήκες που ζούμε τις τελευταίες ημέρες- που δείχνει ο ελληνικός λαός. Η οποία είναι πολύ μεγαλύτερη από αυτή που μας έδειξε στην κάλπη.

Θέλω να κάνω δύο επισημάνσεις για την αγορά και για κάποια στοιχεία. Μέσα σ’ αυτό το δύσκολο τετράμηνο, όπου υπάρχει αυτή η χρηματοδοτική ασφυξία, ως επιλογή των δανειστών η οποία υπονομεύει την συμφωνία,- διότι μέσα σε συνθήκες εκβιασμού μας ζητάνε να συμφωνήσουμε σε ορισμένα πράγματα,- υπάρχουν και κάποια καλά νέα.

Το πρώτο καλό νέο είναι τα στοιχεία που αφορούν την απασχόληση, τα οποία βγήκαν χτες από το σύστημα «ΕΡΓΑΝΗ», όπου για πρώτη φορά έχουμε ένα τόσο θετικό ισοζύγιο στην απασχόληση. Παρ’ όλο που είχαν ακουστεί φωνές ότι και μόνο η εξαγγελία του «751» και μόνο ότι θα επαναφέρουμε τις συλλογικές συμβάσεις, θα οδηγήσει σε δεκάδες απολύσεις και έλεγαν «τι πάτε και κάνετε». Φαίνεται, τελικά, ότι υπάρχει ωριμότητα και παρά τις δύσκολες, ασφυκτικές καταστάσεις για τις επιχειρήσεις, την αγορά και τους εργαζόμενους, υπάρχουν και κάποιοι που αντιδρούν ψύχραιμα και σωστά.

Το δεύτερο καλό νέο στοιχείο είναι η πολύ θετική ανταπόκριση αυτοαπασχολούμενων και επιχειρήσεων – που κι αυτή δεν έχει προηγούμενο- στις ρυθμίσεις των οφειλών προς το δημόσιο και τα ασφαλιστικά Ταμεία.

Παρ’ όλες τις δύσκολες συνθήκες και το δύσκολο ψυχολογικό κλίμα, πράγμα που μας δείχνει ότι όταν γίνονται ενέργειες που πιάνουν τον «σφυγμό» των μεγάλων προβλημάτων, μεγάλων κατηγοριών του πληθυσμού, μπορούν να προχωρούν. Εάν τελικά επιτύχουμε,- που το εύχομαι και το ελπίζω,- αυτή την αμοιβαία επωφελή συμφωνία με τους ευρωπαίους εταίρους μας είναι βέβαιο ότι και μόνο αυτό το «κύμα» αισιοδοξίας που θα προκύψει, θα οδηγήσει σε καλύτερες μέρες.

Νομίζω λοιπόν ότι πρέπει σήμερα, ο καθένας από τη μεριά του,- προφανώς γνωρίζοντας ότι εξυπηρετεί αντιτιθέμενα και διαφορετικά συμφέροντα,- να πάρει όμως, μέρος στη διαμόρφωση ενός κοινωνικού μετώπου που να στηρίξει αυτή τη θεσμική αλλαγή, την οποία προσπαθεί να κάνει πράξη το συγκεκριμένο νομοσχέδιο.

Η κατάσταση, εκ των πραγμάτων, μέσα στο επόμενο δεκαήμερο θα έχει ξεδιαλύνει και εύχομαι, ελπίζω κι εκτιμώ ότι θα ξεδιαλύνει μ’ έναν τέτοιο τρόπο ώστε με αξιοπρέπεια, όλοι μαζί να ακολουθήσουμε έναν διαφορετικό δρόμο. Το μήνυμα νομίζω, του μεγαλύτερου κομματιού της ελληνικής κοινωνίας είναι να αφήσουμε πίσω και τα μνημόνια και τις υφεσιακές πολιτικές που τα διέλυσαν τελικά όλα, και εργασιακές σχέσεις και οικονομία.

Ευχαριστώ.



Δημιουργία νέας κατηγορίας

Κατηγορίες προσωπικής βιβλίοθήκης