Αποτελέσματα live αναζήτησης

Άρθρα Πλήρης οδηγός 2012 για την «ΟΡΘΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ». Εκπιπτόμενες και μη εκπιπτόμενες δαπάνες επιχειρήσεων ανά λογ/μό Λογιστικού σχεδίου


Δημοσιεύθηκε στις : [ 24-04-2013 ]
Κατηγορία: Φορολογία Εισοδήματος

Άρθρα
Πλήρης οδηγός 2012 για την «ΟΡΘΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ». Εκπιπτόμενες και μη εκπιπτόμενες δαπάνες επιχειρήσεων ανά λογ/μό Λογιστικού σχεδίου


Ανανέωση 24/4/2013

Ανάλυση όλων των περιπτώσεων. Κωδικοποίηση όλων των εκπιπτώμενων και μη εκπιπτώμενων δαπανών με βάση τις τελευταίες διατάξεις - αποφάσεις - διοικητικές λύσεις (108 σελίδες ).

 

Κωνσταντίνος Αντ. Κουλογιάννης, Λογιστής - Φοροτεχνικός
Κωνσταντίνος Ιωαν. Νιφορόπουλος, Ορκωτός Ελεγκτής - Λογιστής
Κωνσταντίνος Δημ. Γραβιάς, Λογιστής Φοροτεχνικός


Περιεχόμενα:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ : « ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ »
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΚΠΤΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ.
ΟΜΑΔΑ 1η: ΠΑΓΙΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ
ΓΕΝΙΚΑ
11 ΚΤΙΡΙΑ - ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΤΙΡΙΩΝ - ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ
11.00 Κτίρια - Εγκαταστάσεις Κτιρίων
11.03 Υποκείμενες σε απόσβεση διαμορφώσεις γηπέδων
11.07 Κτίρια - Εγκαταστάσεις κτιρίων σε ακίνητα τρίτων
11.08 Τεχνικά έργα εξυπηρετήσεως μεταφορών σε ακίνητα τρίτων
11.14 Κτίρια - Εγκαταστάσεις κτιρίων εκτός εκμεταλλεύσεως
12 ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ - ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ - ΛΟΙΠΟΣ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
12.00 Μηχανήματα
12.07 Μηχανήματα σε ακίνητα τρίτων
12.08 Τεχνικές εγκαταστάσεις σε ακίνητα τρίτων
13 ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕΣΑ
13.01 Λοιπά επιβατικά αυτοκίνητα
14 ΕΠΙΠΛΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
14.03 Ηλεκτρονικοί υπολογιστές και ηλεκτρονικά συγκροτήματα
16 ΑΣΩΜΑΤΕΣ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΠΟΛΥΕΤΟΥΣ ΑΠΟΣΒΕΣΕΩΣ
16.00 Υπεραξία επιχειρήσεως(Goodwill) Δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας
16.01.02 Σήματα
16.10 Έξοδα ίδρυσης και πρώτης εγκατάστασης
16.12 Έξοδα λοιπόν ερευνών
16.14 Έξοδα κτήσεως ακινητοποιήσεων
18 ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

ΟΜΑΔΑ 2η: ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ
ΓΕΝΙΚΑ
20 ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ
24 ΠΡΩΤΕΣ ΚΑΙ ΒΟΗΘΗΤΙΚΕΣ ΥΛΕΣ - ΥΛΙΚΑ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑΣ
25 ΑΝΑΛΩΣΙΜΑ ΥΛΙΚΑ
26 ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΑ ΠΑΓΙΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

ΟΜΑΔΑ 3η: ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ
33.13 Ελληνικό Δημόσιο - προκαταβλημένοι και παρακρατημένοι φόροι
36 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ
36.00 Έξοδα επόμενων χρήσεων


ΟΜΑΔΑ 4η: ΚΑΘΑΡΗ ΘΕΣΗ - ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ - ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
40 ΚΕΦΑΛΑΙΟ
41 ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΑ - ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ - ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
41.10 Επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΙΣ ΝΕΟ
44 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
44.11 Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις
44.11.00 Προβλέψεις για απόσβεση επισφαλών πελατών (άρθρο 31 παρ. 1 - θ' Ν. 2238/1994)


ΟΜΑΔΑ 5η: ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
50 ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ
50.01 Προμηθευτές εξωτερικού
52 ΤΡΑΠΕΖΕΣ - ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

53 ΠΙΣΤΩΤΕΣ ΔΙΑΦΟΡΟΙ
53.01 Μερίσματα πληρωτέα


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΕΞΟΔΩΝ.
ΟΜΑΔΑ 6η: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΞΟΔΑ ΚΑΤ' ΕΙΔΟΣ

60 ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
60.00 Αμοιβές έμμισθου προσωπικού
60.01 Αμοιβές ημερομίσθιου προσωπικού
60.00,(01 ).08 Αποζημιώσεις μη χορηγούμενων αδειών
60.00,(01 ).09 Ποσοστά για πωλήσεις και αγορές
60.00,(01 ).10 Έκτακτες αμοιβές (πριμ, βραβεία, επιδόματα ή αποζημιώσεις για παροχές σε είδος κ.λπ.)
60.00,(01 ). 11 Αμοιβές εκτός έδρας (όταν δεν καλύπτουν έξοδα εκτός έδρας)
60.02 Παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού
60.02.00 Είδη ενδύσεως
60.02.01 Έξοδα στεγάσεως (π.χ. κατοικιών)
60.02.02 Επιχορηγήσεις και λοιπά έξοδα κυλικείου - εστιατορίου
60.02.03 Έξοδα ψυχαγωγίας προσωπικού (π.χ. κατασκηνώσεων, εκδρομών, χοροεσπερίδων ή εορταστικών εκδηλώσεων)
60.02.04 Έξοδα επιμορφώσεως προσωπικού (π.χ. δίδακτρα, έξοδα εκπαιδευτικών ταξιδιών ή έξοδα μετεκπαιδεύσεων)
60.02.05 Έξοδα ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως (π.χ. νοσήλια, φάρμακα, έξοδα εγχειρήσεων, έξοδα κηδειών)
60.02.06 Ασφάλιστρα προσωπικού(π.χ. ομαδικής ή ατομικής ασφαλίσεως)
60.02.07 Αξία χορηγούμενων αποθεμάτων (Γνωμ.44/1129/1989)
60.02.99 Λοιπές παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού
60.03 Εργοδοτικές εισφορές και επιβαρύνσεις έμμισθου προσωπικού
60.04 Εργοδοτικές εισφορές και επιβαρύνσεις ημερομίσθιου προσωπικού
60.05 Αποζημιώσεις απολύσεως ή εξόδου από την υπηρεσία


61 ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΤΡΙΤΩΝ
61.00 Αμοιβές και έξοδα ελεύθερων επαγγελματιών υποκείμενες σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος
61.00.00 Αμοιβές και έξοδα δικηγόρων
61.00.01 Αμοιβές και έξοδα συμβολαιογράφων (όταν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος)
61.00.02 Αμοιβές και έξοδα τεχνικών
61.00.03 Αμοιβές και έξοδα οργανωτών - μελετητών – ερευνητών
61.00.04 Αμοιβές και έξοδα ελεγκτών
61.00.05 Αμοιβές και έξοδα ιατρών
61.00.06 Αμοιβές και έξοδα λογιστών
61.00.07 Αμοιβές φοροτεχνικών
61.00.99 Αμοιβές και έξοδα λοιπών ελεύθερων επαγγελματιών
61.01 Αμοιβές και έξοδα μη ελεύθερων επαγγελματιών υποκείμενες σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος
61.01.00 Αμοιβές συνεδριάσεων μελών διοικητικού συμβουλίου
61.01.01 Αμοιβές και έξοδα διαφόρων τρίτων
61.02 Λοιπές προμήθειες τρίτων
61.03 Επεξεργασίες από τρίτους
61.90 Αμοιβές τρίτων μη υποκείμενες σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος (Γνωμ. 252/2244/1995)
61.91 Πνευματικά και καλλιτεχνικά δικαιώματα τρίτων επί πωλήσεων (Γνωμ. 95/1694/1992)
61.98 Λοιπές αμοιβές τρίτων
61.98.00 χρήση δικαιωμάτων (Royalties)


62 ΠΑΡΟΧΕΣ ΤΡΙΤΩΝ
62.00 Ηλεκτρικό ρεύμα παραγωγής
62.02 Ύδρευση παραγωγικής διαδικασίας
62.03 Τηλεπικοινωνίες
62.04 Ενοίκια
62.04.00 Ενοίκια εδαφικών εκτάσεων
62.04.01 Ενοίκια κτιρίων - τεχνικών έργων
62.04.02 Ενοίκια μηχανημάτων - τεχνικών εγκαταστάσεων - λοιπού μηχανολογικού εξοπλισμού
62.04.03 Ενοίκια μεταφορικών μέσων
62.04.04 Ενοίκια επίπλων
62.04.05 Ενοίκια μηχανογραφικών μέσων
62.04.06 Ενοίκια λοιπού εξοπλισμού
62.04.07 Ενοίκια φωτοαντιγραφικών μέσων
62.04.08 Ενοίκια φωτεινών επιγραφών
62.04.10 Ενοίκια χρονομεριστικής μισθώσεως Ν. 1652/1986 (Γνωμ. 85/1644/1991)
62.05 Ασφάλιστρα
62.05.00 Ασφάλιστρα πυρός
62.05.01 Ασφάλιστρα μεταφορικών μέσων
62.05.02 Ασφάλιστρα μεταφορών
62.05.03 Ασφάλιστρα πιστώσεων
62.06 Αποθήκευτρα
62.07 Επισκευές και συντηρήσεις
62.07.00 Επισκευές και συντηρήσεις Εδαφικών εκτάσεων
62.07.01 Επισκευές και συντηρήσεις Κτιρίων - Εγκαταστάσεων κτιρίων - Τεχνικών έργων
62.07.02 Επισκευές και συντηρήσεις Μηχανημάτων - Τεχνικών Εγκαταστάσεων - Λοιπού Μηχανολογικού εξοπλισμού
62.07.03 Επισκευές και συντηρήσεις Μεταφορικών μέσων
62.98 Λοιπές παροχές τρίτων


63 ΦΟΡΟΙ - ΤΕΛΗ
63.00 Φόρος εισοδήματος μη συμψηφιζόμενος
63.02. 01 Χαρτόσημα λοιπών πράξεων
63.03 Φόροι - Τέλη κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων
63.04 Δημοτικοί φόροι – τέλη
63.04.03 Τέλη ακίνητης περιουσίας (άρθρο 24 Ν. 2130/1993)
63.98 Διάφοροι φόροι – τέλη
63.98.00 Χαρτόσημο μισθωμάτων
63.98.02 Φόρος ακίνητης περιουσίας
63.98.06 Χαρτόσημο αμοιβών τρίτων
63.98.07 Κρατήσεις υπέρ Δημοσίου και τρίτων από πωλήσεις προς το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ.
63.98.08 ΦΠΑ εκπιπτόμενος στη φορολογίας εισοδήματος
63.98.09 ΦΠΑ μη εκπιπτόμενος στη φορολογία εισοδήματος
63.98.99 Λοιποί φόροι - τέλη

64 ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΞΟΔΑ
64.00 Έξοδα μεταφορών
64.00.00 Έξοδα κινήσεως (καύσιμα - λιπαντικά - διόδια) ιδιοκτητών μεταφορικών μέσων
64.00.01 Έξοδα μεταφοράς προσωπικού με μεταφορικά μέσα τρίτων
64.00.02 Έξοδα μεταφοράς υλικών - αγαθών αγορών με μεταφορικά μέσα τρίτων
64.00.03 Έξοδα μεταφοράς υλικών - αγαθών πωλήσεων με μεταφορικά μέσα τρίτων
64.00.04 Έξοδα διακινήσεων (εσωτερικών) υλικών - αγαθών με μεταφορικά μέσα τρίτων
64.01 Έξοδα ταξειδίων
64.01.00 Έξοδα ταξειδίων εσωτερικού
64.01.01 Έξοδα ταξειδίων εξωτερικού
64.02 Έξοδα προβολής και διαφημίσεως
64.02.00 Διαφημίσεις από τον τύπο
64.02.01 Διαφημίσεις από το ραδιόφωνο - τηλεόραση
64.02.02 Διαφημίσεις από τον κινηματογράφο
64.02.03 Διαφημίσεις από τα λοιπά μέσα ενημερώσεως
64.02.04 Έξοδα λειτουργίας φωτεινών επιγραφών
64.02.05 Έξοδα συνεδρίων - δεξιώσεων και άλλων παρεμφερών εκδηλώσεων
64.02.06 Έξοδα υποδοχής και φιλοξενίας
64.02.10 Αξία χορηγούμενων δειγμάτων (Γνωμ.44/1129/1989)
64.02.11 Αξία χορηγούμενων μικροποσοτήτων προϊόντων για διαφήμιση.
64.02.99 Διάφορα έξοδα προβολής και διαφημίσεως
64.03 Έξοδα εκθέσεων – επιδείξεων
64.04 Ειδικά έξοδα προωθήσεως εξαγωγών
64.05 Συνδρομές - Εισφορές
64.06 Δωρεές – Επιχορηγήσεις
64.07 Έντυπα και γραφική ύλη
64.08 Υλικά άμεσης αναλώσεως
64.10 Έξοδα συμμετοχών και χρεογράφων
64.11 Διαφορές αποτιμήσεως συμμετοχών και χρεογράφων (Από τη χρήση 1994 δεν χρησιμοποιείται ο 64.11, αλλά ο 68.01 «Προβλέψεις για υποτιμήσεις συμμετοχών και χρεογράφων».
64.12 Διαφορές (ζημίες) από πώληση συμμετοχών και χρεογράφων
64.91 Διαφορές (ζημίες) από πράξεις hedging (Γνωμ. 268/2272/1986)
64.98 Διάφορα έξοδα

65 ΤΟΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΕΞΟΔΑ

66 ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΠΑΓΙΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ
66.01 Αποσβέσεις κτιρίων - εγκαταστάσεων κτιρίων - τεχνικών έργων
66.02 Αποσβέσεις μηχανημάτων - τεχνικών εγκαταστάσεων - λοιπού μηχανολογικού εξοπλισμού
66.03 Αποσβέσεις μεταφορικών μέσων
66.04 Αποσβέσεις επίπλων και λοιπού εξοπλισμού
66.05 Αποσβέσεις ασώματων ακινητοποιήσεων και εξόδων πολυετούς αποσβέσεως

68 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΣ
68.00 Προβλέψεις για αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία
68.09 Λοιπές προβλέψεις εκμεταλλεύσεως (φορολογικές προβλέψεις για επισφαλής απαιτήσεις)


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΕΣΟΔΩΝ.

ΟΜΑΔΑ 7η: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΣΟΔΑ ΚΑΤ' ΕΙΔΟΣ

70 ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
70.ΧΧ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ
70.98 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ


72 ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΛΟΙΠΩΝ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ
72.10 Ασφαλιστική αποζημίωση κλαπέντων ή απωλεσθέντων αποθεμάτων (Γνωμ. 114/1839/1992 & 217/2177/1994)
72.11 Ασφαλιστική αποζημίωση καταστραφέντων αποθεμάτων (Γνωμ. 107/1810/92)

74 ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΣΟΔΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ
74.00 Επιχορηγήσεις πωλήσεων
74.01 Επιστροφές δασμών και λοιπών επιβαρύνσεων
74.02 Επιστροφές τόκων λόγω εξαγωγών
74.03 Ειδικές επιχορηγήσεις - Επιδοτήσεις
74.03.00 Επιδοτήσεις ΟΑΕΔ


75 ΕΣΟΔΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΩΝ ΑΣΧΟΛΙΩΝ
75.04 Ενοίκια εδαφικών εκτάσεων
75.05 Ενοίκια κτιρίων - τεχνικών έργων


76 ΕΣΟΔΑ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΑΝΟΡΓΑΝΩΝ ΕΣΟΔΩΝ - ΕΞΟΔΩΝ.
ΟΜΑΔΑ 8η: ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

81 ΕΚΤΑΚΤΑ ΚΑΙ ΑΝΟΡΓΑΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
81.00 Έκτακτα και ανόργανα έξοδα
81.00.00 Φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις
81.00.01 Προσαυξήσεις εισφορών ασφαλιστικών ταμείων
81.00.02 Καταπτώσεις εγγυήσεων - ποινικών ρητρών
81.00.03 Κλοπές – Υπεξαιρέσεις
81.00.04 Συναλλαγματικές διαφορές
81.00.05 Αξία σημαντικών δωρεών αποθεμάτων για κοινωφελείς σκοπούς (Γνωμ. 44/1129/1989)
81.00.11 Φόρος επί υπεραξίας αναπροσαρμογής ακινήτων (άρθρο 24 ν. 2065/1992)
81.00.99 Λοιπά έκτακτα και ανόργανα έξοδα
81.01 Έκτακτα και ανόργανα έσοδα
81.01 05 Αναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων
81.02 Έκτακτες ζημίες
81.02.00 Ζημίες από εκποίηση ακινήτων
81.02.01 Ζημίες από εκποίηση τεχνικών έργων
81.02.02 Ζημίες από εκποίηση μηχανημάτων - τεχνικών εγκαταστάσεων - λοιπού μηχανολογικού εξοπλισμού
81.02.03 Ζημίες από εκποίηση μεταφορικών μέσων
81.02.04 Ζημίες από εκποίηση επίπλων και λοιπού εξοπλισμού
81.02.05 Ζημίες από μεταβίβαση δικαιωμάτων και λοιπών ασώματων ακινητοποιήσεων
81.02.06 Ζημίες από ανεπίδεκτες εισπράξεως απαιτήσεις
81.02.07 Ζημίες από καταστροφή ανασφάλιστων αποθεμάτων (Γνωμ. 51/1282/1990)
81.02.08 Ζημίες από απώλεια ή κλοπή ανασφάλιστων αποθεμάτων (Γνωμ. 217/2177/1994)
81.02.10 Ζημίες από καταστροφή ακατάλληλων αποθεμάτων (Γνωμ. 51/1282/1990)
81.02.99 Λοιπές έκτακτες ζημίες


82 ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΕΣΟΔΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ
82.00 Έξοδα προηγούμενων χρήσεων


83 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΕΚΤΑΚΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ
83.10 Προβλέψεις απαξιώσεων και υποτιμήσεων πάγιων στοιχείων
83.11 Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις


85 ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΠΑΓΙΩΝ ΜΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

-----------------------------------------------------------------------------------------------

 

 


ΕΙΣΑΓΩΓΗ : « ΛΟΓΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΜΟΡΦΩΣΗ »

  • Με την έννοια «Λογιστική διαφορά» εννοούμε, όλα εκείνα τα ποσά των δαπανών που πρέπει να προστεθούν στα λογιστικά κέρδη της επιχείρησης (ή να αφαιρεθούν από τις λογιστικές ζημιές αυτής), ώστε να προκύψει το φορολογητέο εισόδημα για την επιχείρηση.
    Σύμφωνα με την 33/1989 του ΣτΕ «Ως λογιστική διαφορά νοείται η μείωση του δηλούμενου εισοδήματος από εμπορικές επιχειρήσεις, η οποία οφείλεται σε προφανή παραδρομή ή σε εσφαλμένο χαρακτηρισμό πραγματικών περιστατικών ή σε ουσιώδη πλάνη περί το δίκαιο, χωρίς την οποία ο φορολογούμενος δεν θα προέβαινε, με βάση την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, στη μείωση του δηλούμενου εισοδήματος από εμπορικές επιχειρήσεις...» .


  • Σχετικά με την Φορολογική αναμόρφωση στην απόφαση ΠΟΛ.1235/24.11.2011 «Οδηγίες συμπλήρωσης κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης», αναφέρονται τα εξής:
    « Με τον ν. 3842/2010 με τίτλο «Αποκατάσταση φορολογικής δικαιοσύνης, αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και άλλες διατάξεις» καθιερώθηκαν σημαντικές αλλαγές στο φορολογικό σύστημα της χώρας. Μια σημαντική αλλαγή που αφορά άμεσα τους λογιστές - φοροτεχνικούς, είναι αυτή που προβλέπεται με την παράγραφο 9 του άρθρου 17 του ν. 3842/2010. Με τη διάταξη αυτή αντικαταστάθηκε η παράγραφος 3 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 σχετικά με την ευθύνη και τις αρμοδιότητες του λογιστή φοροτεχνικού.
    Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000 όπως ισχύει: « Ο λογιστής φοροτεχνικός είναι υπεύθυνος για την ορθή μεταφορά των οικονομικών δεδομένων από τα στοιχεία στα βιβλία, για την ακρίβεια των δηλώσεων ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν από τα τηρούμενα βιβλία. Επίσης, είναι υπεύθυνος για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται και τις οποίες παραθέτει αναλυτικά σε κατάσταση που συνυποβάλλεται με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος. Το περιεχόμενο της κατάστασης αυτής υπόκειται σε έλεγχο σύμφωνα με το άρθρο 66 του Κ.Φ.Ε.. Τέλος, με τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος δηλώνεται ότι κατά τη διαρρεύσασα διαχειριστική περίοδο έχουν υποβληθεί ορθά όλες οι δηλώσεις παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων………………. ».
    Δηλαδή με τη νέα διάταξη προβλέπεται ότι οι λογιστές φοροτεχνικοί είναι υπεύθυνοι πέρα από την ακρίβεια και την ειλικρίνεια των δηλώσεων που υποβάλλουν, ως προς τη συμφωνία αυτών με τα φορολογικά και οικονομικά δεδομένα που προκύπτουν κατά τη μεταφορά τους από τα στοιχεία στα βιβλία και από τα βιβλία στις κατά περίπτωση δηλώσεις, και για την ορθή φορολογική αναμόρφωση των αποτελεσμάτων με τις δαπάνες που δεν αναγνωρίζονται, καθώς και για την ορθή υποβολή όλων των δηλώσεων παρακρατούμενου φόρου εισοδήματος και απόδοσης των έμμεσων φόρων.


 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ
ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΚΠΤΩΣΗΣ ΤΩΝ ΔΑΠΑΝΩΝ

  • Οι προϋποθέσεις αναγνώρισης δαπανών.
    Για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. θα πρέπει να υπάρχουν αθροιστικά (να συντρέχουν όλες μαζί) οι εξής προϋποθέσεις:
    α) Η δαπάνη να είναι πραγματική και όχι εικονική.
    β) Η δαπάνη να είναι παραγωγική δηλαδή να συμβάλει στην απόκτηση φορολογητέου εισοδήματος (και όχι απαλλασσόμενων ή αυτοτελώς φορολογούμενων).
    γ) Η δαπάνη να προβλέπεται από διάταξη νόμου (άρθρο 31 Κ.Φ.Ε.).
    δ) Η δαπάνη να έχει καταχωρηθεί στα βιβλία, να προκύπτει από δικαιολογητικά έγγραφα (τιμολόγια, αποδείξεις κ.λπ.) και να είναι βέβαιη δεδουλευμένη και εκκαθαρισμένη. (1078820/1526/Α0012/29.8.2007)


  • Αναλυτικότερα, οι προϋποθέσεις έκπτωσης των δαπανών περιγράφονται παρακάτω, με αναφορά στην σχετική Νομοθεσία και Νομολογία:
    Η ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΤΗΡΕΙ ΕΙΛΙΚΡΙΝΗ ΚΑΙ ΕΠΑΡΚΗ ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
    Σύμφωνα με το άρθρο 32. « Εξωλογιστικός προσδιορισμός του καθαρού εισοδήματος », ισχύουν τα εξής:
    « 1. Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία και στοιχεία πρώτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων, καθώς και των επιχειρήσεων που δεν τηρούν βιβλία και στοιχεία ή τηρούν ανακριβή ή ανεπαρκή βιβλία και στοιχεία, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 του Κ.Β.Σ., προσδιορίζεται εξωλογιστικώς με πολλαπλασιασμό των ακαθάριστων εσόδων της επιχείρησης με ειδικούς, κατά γενικές κατηγορίες επιχειρήσεων, συντελεστές καθαρού κέρδους…….» .
    Σημειώνεται ότι :
    Το άρθρο 32 αντικαταστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του ν. 4110/2013, και ισχύει για ειδοδήματα που αποκτώνται από το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) και μετά, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ιδίου νόμου και έχει ως εξής :.
    1. Ο προσδιορισμός του ακαθάριστου και του καθαρού εισοδήματος των φυσικών και νομικών προσώπων που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα γίνεται με αντικειμενικό τρόπο στις ακόλουθες περιπτώσεις:
    α) Όταν δεν τηρούνται τα προβλεπόμενα βιβλία ή τηρούνται βιβλία απλογραφικά αντί διπλογραφικά, δεν τηρούνται τα φορολογικά στοιχεία και τα λοιπά προβλεπόμενα δικαιολογητικά έγγραφα, καθώς και τα συνοδευτικά στοιχεία συναλλαγών και καθίστανται αδύνατες οι ελεγκτικές επαληθεύσεις.
    β) Όταν δεν διαφυλάσσονται ή δεν προσκομίζονται μετά από δύο τουλάχιστον προσκλήσεις τακτικού φορολογικού ελέγχου τα τηρούμενα βιβλία, τα φορολογικά στοιχεία και τα λοιπά προβλεπόμενα δικαιολογητικά έγγραφα, καθώς και τα συνοδευτικά στοιχεία συναλλαγών εκτός εάν υπάρχει η δυνατότητα αναπαραγωγής αυτών με αξιόπιστο τρόπο, από τον ίδιο τον υπόχρεο ή/και από τις διασταυρώσεις του ελέγχου. »



  • Η ΔΑΠΑΝΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΡΟΒΛΕΠΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ
    Σύμφωνα με την παράγραφο 20 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994, ισχύουν τα εξής:
    «Δαπάνες που εμπίπτουν στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εκτός εκείνων που ρητά μνημονεύονται σε αυτό, για τις οποίες έχει γίνει δεκτό με διοικητικές λύσεις και με τη δικαστηριακή νομολογία ότι εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα βάσει των διατάξεων του άρθρου αυτού, περιλαμβάνονται σε απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών. Η αναγνώριση των οριζόμενων στην απόφαση αυτή δαπανών είναι δεσμευτική για τις ελεγκτικές υπηρεσίες. Για την υλοποίηση των ανωτέρω, εντός μηνός από την έναρξη ισχύος της παραγράφου αυτής εκδίδεται η οριζόμενη από το πρώτο εδάφιο απόφαση. Για οποιαδήποτε προσθήκη ή αφαίρεση περίπτωσης από τον κατάλογο αυτόν, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση ή η επαγγελματική ένωση στην οποία ανήκει ή η ελεγκτική υπηρεσία δικαιούται να υποβάλει στην αρμόδια για τη φορολογία εισοδήματος υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών αίτηση, εντός δύο (2) μηνών από την έναρξη ισχύος της παραγράφου αυτής, προκειμένου να εξετασθεί η συγκεκριμένη περίπτωση από ειδική γνωμοδοτική επιτροπή η οποία συνιστάται για το σκοπό αυτόν στο πιο πάνω Υπουργείο. Μέχρι την 30ή Ιουνίου 2005 εκδίδεται νέα απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών με την οποία επιφέρονται οι μεταβολές για τις οποίες γνωμοδότησε, σύμφωνα με τα πιο πάνω, η επιτροπή, κατόπιν της άνω αίτησης ή εισήγησης της υπηρεσίας ή και αυτεπαγγέλτως. Η αναγνώριση των τυχόν επιπλέον αναγνωριζόμενων περιπτώσεων δαπανών είναι δεσμευτική και για προηγούμενες διαχειριστικές περιόδους, εφόσον είναι εκκρεμείς. Τυχόν αφαίρεση αναγνωριζόμενων περιπτώσεων δαπανών θα ισχύει από την επόμενη διαχειριστική χρήση. Με την ίδια διαδικασία θα ορίζονται κάθε χρόνο οι μεταβολές στις περιπτώσεις δαπανών που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.
    Η επιτροπή της παραγράφου αυτής αποτελείται από έναν σύμβουλο ή πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, τους προϊσταμένους των Διευθύνσεων Φορολογίας Εισοδήματος και Ελέγχου, έναν εκπρόσωπο της Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος, καθώς και έναν καθηγητή Ανώτατου Εκπαιδευτικού Ιδρύματος συναφούς αντικειμένου.
    Ο Πρόεδρος, τα μέλη και ο γραμματέας αυτής ως και οι αναπληρωτές αυτών, ο τρόπος λειτουργίας και λήψης απόφασης, καθώς και λοιπές λεπτομέρειες ορίζονται με Απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών.
    Επίσης και για τις δαπάνες οι οποίες δεν αναγνωρίζονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων αποφαίνεται η επιτροπή της παραγράφου αυτής και περιλαμβάνονται σε ιδιαίτερη απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που εκδίδεται κάθε χρόνο, σύμφωνα με τη διαδικασία που ακολουθείται και για τις δαπάνες που αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.
    Στον επόμενο μήνα μετά την έκδοση των αποφάσεων του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών που ορίζονται από την παράγραφο αυτή, εκδίδεται νέα απόφαση του ίδιου Υπουργού η οποία περιλαμβάνει συγκεντρωτικά και κατά κατηγορία όλες τις δαπάνες των οποίων η αναγνώριση ή μη από το φορολογικό έλεγχο είναι υποχρεωτική, καθώς και τις διαχειριστικές περιόδους στις οποίες αναφέρονται, όπως αυτές έχουν ορισθεί με όλες τις αποφάσεις του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, οι οποίες έχουν εκδοθεί από το έτος 2005 μέχρι τον ως άνω οριζόμενο χρόνο».
    Μέχρι σήμερα τέτοιες αποφάσεις έχουν εκδοθεί και είναι οι εξής:
    ΠΟΛ.1005/14.1.2005, ΠΟΛ.1028/17.2.2006, ΠΟΛ.1056/23.2.2007,ΠΟΛ.1106/24.7.2008, ΠΟΛ.1029/17.2.2006, ΠΟΛ.1057/23.3.2007 και ΠΟΛ.1107/24.7.2008.
    Σημειώνεται ότι :
    Η παράγραφος 20 καταργήθηκε με την παράγραφο 43 του άρθρου 3 του ν. 4110/2013, και η κατάργησή της ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (ήτοι από 23/1/2013), σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 28 του ιδίου νόμου.
    Σύμφωνα όμως με την παράγραφο 44 του άρθρου 3 του ν. 4110/2013 « Οι Α.Υ.Ο. που έχουν εκδοθεί κατ’ εξουσιοδότηση της καταργηθείσας παραγράφου 20 του άρθρου 31 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος εξακολουθούν να ισχύουν εφόσον δεν αντίκεινται στις διατάξεις του παρόντος.»
    Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στην παράγραφο 1α του άρθρου 31 του ν. 2238/1994, σύμφωνα με την οποία ισχύουν τα εξής:
    Το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης και τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων εξευρίσκεται λογιστικώς με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όπως αυτά ορίζονται στο προηγούμενο άρθρο, των ακόλουθων εξόδων, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 51Α και 51Β του παρόντος.
    α) των γενικών εξόδων διαχείρισης, στα οποία περιλαμβάνονται, με την επιφύλαξη της παραγράφου 20 του παρόντος άρθρου.

    Η έννοια των γενικών εξόδων διαχείρισης αναφέρεται σε σχετικές αποφάσεις της Διοίκησης.

    1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε, μεταξύ άλλων δαπανών εκπίπτουν και τα γενικά έξοδα διαχείρισης.
    2. Κατά την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, έχει γίνει παγίως δεκτό από τη διοικητική και δικαστηριακή νομολογία ότι, ως γενικό έξοδο διαχείρισης νοείται κάθε παραγωγική δαπάνη, εφόσον αυτή ενεργείται μέσα στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της επιχείρησης και συμβάλλει στην καλύτερη απόδοση αυτής και στη δημιουργία ή διατήρηση κέρδους.
    3. Από τη διατύπωση της περίπτωσης α' της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., η οποία αναφέρει ότι στα γενικά έξοδα διαχείρισης προκύπτει ότι οι περιγραφόμενες σε αυτήν κατηγορίες δαπανών είναι ενδεικτικές και επομένως θα μπορούσε να συμπεριληφθούν στα γενικά έξοδα διαχείρισης και οι δαπάνες που αναφέρονται στο έγγραφό σας (ενοίκια, έξοδα μετακίνησης, ΔΕΚΟ κ.τ.λ.).
    4. Περαιτέρω, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. θα πρέπει να υπάρχουν αθροιστικά (να συντρέχουν όλες μαζί) οι εξής προϋποθέσεις:
    α) Η δαπάνη να είναι πραγματική και όχι εικονική.
    β) Η δαπάνη να είναι παραγωγική δηλαδή να συμβάλει στην απόκτηση φορολογητέου εισοδήματος (και όχι απαλλασσόμενων ή αυτοτελώς φορολογούμενων).
    γ) Η δαπάνη να προβλέπεται από διάταξη νόμου (άρθρο 31 Κ.Φ.Ε.).
    δ) Η δαπάνη να έχει καταχωρηθεί στα βιβλία, να προκύπτει από δικαιολογητικά έγγραφα (τιμολόγια, αποδείξεις κ.λπ.) και να είναι βέβαιη δεδουλευμένη και εκκαθαρισμένη.
    5. Η διαπίστωση των παραπάνω, ως θέμα πραγματικό ανήκει στην εξελεγκτική εξουσία του αρμόδιου Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Η Δ.Ο.Υ. «...» προς την οποία κοινοποιείται το παρόν με συνημμένη αίτηση του φορολογούμενου παρακαλείται να παράσχει ειδικότερες πληροφορίες σε σχέση με τα πραγματικά περιστατικά. (1078820/1526/Α0012/29.8.2007)

    Περαιτέρω, όπως έχει γίνει πάγια δεκτό από τη διοικητική και δικαστηριακή νομολογία, για την έκπτωση των προβλεπομένων από τις διατάξεις του άρθρου 31 του ν.2238/1994 δαπανών από τα ακαθάριστα έσοδα δεδομένης διαχειριστικής χρήσης, πρέπει αυτές να αφορούν τη συγκεκριμένη διαχειριστική χρήση εντός της οποίας έχουν πραγματοποιηθεί, να είναι οριστικές και εκκαθαρισμένες, να αφορούν την επιχειρηματική δραστηριότητα της επιχείρησης και να συμβάλουν στην ανάπτυξη των εργασιών της και στη δημιουργία εισοδήματος.
    Η διαπίστωση της ύπαρξης των προϋποθέσεων αυτών για την αναγνώριση της έκπτωσης μία δαπάνης από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης είναι θέμα πραγματικό και ως εκ τούτου εναπόκειται στην εξελεγκτική εξουσία του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., ο οποίος σε κάθε περίπτωση ερευνά το ύψος και τη φύση της κάθε συγκεκριμένης δαπάνης και σε περίπτωση αμφιβολίας κρίνουν τα Διοικητικά Δικαστήρια και επομένως, η υπηρεσία μας δεν μπορεί να αποφανθεί, εκ των προτέρων αν μία συγκεκριμένη δαπάνη εκπίπτει ή όχι από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης. (1027847/540/Α0012/23.4.2007)


  • Η ΔΑΠΑΝΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΑ ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
    Σύμφωνα με το άρθρο 18 παρ. 2 του Κ.Β.Σ « 2.Κάθε εγγραφή στα βιβλία, που αφορά συναλλαγή ή άλλη πράξη του υπόχρεου, πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού ή σε δημόσια έγγραφα ή σε άλλα πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία……»
    Για να αφαιρεθεί μία δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως πρέπει η δαπάνη αυτή να καλύπτεται με αποδεικτικό στοιχείο προβλεπόμενο από τον Κ.Β.Σ., στην περίπτωση που επιβάλλεται από τον Κώδικα αυτό η έκδοση τέτοιου στοιχείου για τη συγκεκριμένη δαπάνη. Μόνο δε στην περίπτωση που δεν επιβάλλεται από τον Κ.Φ.Σ. η έκδοση συγκεκριμένου στοιχείου, η έκπτωση της δαπάνης μπορεί να γίνει με βάση οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο εκτιμώμενο από τη φορολογική αρχή και τα διοικητικά δικαστήρια. (ΣτΕ. 6004/1996)
    Οι δαπάνες για τις οποίες τα πρωτότυπα των φορολογικών στοιχείων έχουν απωλεσθεί, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, εφόσον έχουν καταχωρηθεί στα βιβλία με βάση φωτοτυπίες των παραστατικών από τα στελέχη και έχουν επικυρωθεί από τον εκδότη τους, θεωρούμενα στην περίπτωση αυτή πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία των συναλλαγών που απεικονίζονται στα πρωτότυπα. (1121541/1125/16.11.1995)
    Στην ΠΟΛ. 1005/2005, αναφέρονται : « Δικαιολογητικά δαπανών
    Επί μεταφοράς αγαθών ο Κώδικας Φορολογικών Στοιχείων προβλέπει ότι ο μεταφορέας εκδίδει θεωρημένη φορτωτική σε τέσσερα αντίτυπα, εκ των οποίων το τρίτο παραδίδεται στον καταβάλλοντα τα κόμιστρα. Επομένως, το αντίτυπο αυτό της φορτωτικής αποτελεί το νόμιμο δικαιολογητικό για την έκπτωση της πραγματοποιούμενης, από τον καταβάλλοντα τα κόμιστρα επιτηδευματία, σχετικής δαπάνης. (ΣτΕ3988-90/98,2993/91)
    2. Το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, για να αποτελέσει νόμιμο δικαιολογητικό στοιχείο για την έκπτωση της σχετικής δαπάνης, πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα αναφερόμενα στις διατάξεις του Κ.Φ.Σ. στοιχεία που απαιτεί ο νόμος, μεταξύ των οποίων και ο επαρκής προσδιορισμός των παρασχεθεισών υπηρεσιών. (ΣτΕ 3509/1996, ΣτΕ 715/1991)
    3. Έκπτωση ορισμένης δαπάνης από το ακαθάριστο εισόδημα της επιχειρήσεως επιτρέπεται μόνο εφόσον έχουν εκδοθεί τα στοιχεία, τα προβλεπόμενα σχετικά με τη δαπάνη αυτή από τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων. Τούτο ισχύει και για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της αντιπροσωπευομένης επιχειρήσεως δαπανών, στις οποίες υπεβλήθη για λογαριασμό της αντιπρόσωπος, ο οποίος πωλεί εμπορεύματα για λογαριασμό της, απαιτούνται δηλαδή και για τις δαπάνες αυτές της επιχειρήσεως τα προβλεπόμενα επί μέρους στοιχεία του Κ.Φ.Σ., όπως τα εκδοθέντα από τρίτους κ.λ.π. τιμολόγια παροχής υπηρεσιών κ.λ.π. και δεν αρκεί η απλή αναγραφή των εν λόγω δαπανών στην εκδιδόμενη από τον αντιπρόσωπο εκκαθάριση. (ΣτΕ 2329/1997)
    4. Για να αφαιρεθεί μία δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως πρέπει η δαπάνη αυτή να καλύπτεται με αποδεικτικό στοιχείο προβλεπόμενο από τον Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, στην περίπτωση που επιβάλλεται από τον Κώδικα αυτό η έκδοση τέτοιου στοιχείου για τη συγκεκριμένη δαπάνη. Μόνο δε στην περίπτωση που δεν επιβάλλεται από τον Κ.Φ.Σ. η έκδοση συγκεκριμένου στοιχείου, η έκπτωση της δαπάνης μπορεί να γίνει με βάση οποιοδήποτε αποδεικτικό στοιχείο εκτιμώμενο από τη φορολογική αρχή και τα διοικητικά δικαστήρια. (ΣτΕ 6004/1996)
    5. Οι αμοιβές που κατέβαλε επιχείρηση σε υπαλλήλους της, για προσφερόμενες απ’ αυτούς υπηρεσίες ελεύθερου επαγγελματία για τις οποίες εξέδωσαν αποδείξεις παροχής υπηρεσιών, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΣτΕ 1068/1989), (ΣτΕ 2581/1994)
    6. Δαπάνες επιχείρησης για τις οποίες δεν προσάγεται κανένα δικαιολογητικό δεν αναγνωρίζονται ως εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδά της, χωρίς να απαιτείται προς τούτο ο προσδιορισμός των μη προσαχθέντων νόμιμων δικαιολογητικών. (ΣτΕ 3486/1992 )


 

  • Σημειώνεται ότι :
    Ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων (Π.Δ.186/1992, Α' 84), όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει, καταργείται και αντικαθίσταται με τον Κώδικα Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών που έχει ως εξής:………. «ΚΩΔΙΚΑΣ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΗΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

    Άρθρο 1 Υπόχρεοι απεικόνισης συναλλαγών

    1. Κάθε ημεδαπό πρόσωπο των παραγράφων 1 και 4 του άρθρου 2 και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 101 του ν. 2238/1994, κοινοπραξία, κοινωνία ή νομική οντότητα που ασκεί δραστηριότητα στην ελληνική επικράτεια και αποβλέπει στην απόκτηση εισοδήματος από εμπορική ή βιομηχανική ή βιοτεχνική ή γεωργική επιχείρηση ή από ελευθέριο επάγγελμα ή από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, καθώς και οι αστικές κερδοσκοπικές ή μη εταιρείες, έχει τις υποχρεώσεις του παρόντος νόμου σχετικά με την τήρηση βιβλίων, έκδοση στοιχείων και υποβολή δεδομένων για διασταύρωση.
    ………………..
    Άρθρο 2 Τρόπος απεικόνισης συναλλαγών
    1. Από την απεικόνιση των συναλλαγών στα βιβλία και από τα στοιχεία πρέπει να προκύπτουν συγκεντρωτικά και αναλυτικά στοιχεία των καταχωρήσεων και να υποστηρίζονται αυτές, ώστε να είναι ευχερής η αναλυτική πληροφόρηση και εφικτή η επαλήθευση αυτών από τον φορολογικό έλεγχο, για τις ανάγκες όλων των φορολογικών αντικειμένων.
    ………………
    3. Κάθε εγγραφή στα βιβλία, που αφορά συναλλαγή ή άλλη πράξη του υπόχρεου, πρέπει να στηρίζεται σε στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος νόμου ή σε δημόσια έγγραφα ή σε άλλα πρόσφορα αποδεικτικά στοιχεία.
    ΠΟΛ.1205/8.11.2012
    Κοινοποίηση της 572/2011 γνωμοδότησης του Ν.Σ.Κ. σχετικά με την έκπτωση ή μη, κατ΄ άρθρο 31 Κ.Φ.Ε., των δαπανών εκείνων οι οποίες δεν αμφισβητείται ότι πραγματοποιήθηκαν, πλην, όμως, προκύπτουν από πλαστά φορολογικά στοιχεία
    Σχετικά με το παραπάνω θέμα, σας κοινοποιούμε προς ενημέρωσή σας την αριθ. 572/2011 γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Α΄ Τμήμα), η οποία έγινε αποδεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομικών.
    Με την εν λόγω γνωμοδότηση έγινε δεκτό κατά πλειοψηφία ότι:
    Δεν αποτελούν εκπεστέες, κατ’ άρθρο 31 Κ.Φ.Ε., δαπάνες εκείνες οι οποίες δεν αμφισβητείται ότι πραγματοποιήθηκαν, πλην, όμως, προκύπτουν από πλαστά φορολογικά στοιχεία.



  • Η ΔΑΠΑΝΗ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΧΩΡΗΘΕΙ ΣΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ
    Οι εκπτώσεις των δαπανών πραγματοποιούνται με την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτών έχουν αναγραφεί στα βιβλία της επιχείρησης (παρ. 14, άρθρου 31 του ν.2238/1994 ).
    Οι μη καταχωρηθείσες στα βιβλία δαπάνες χωρίς δικαιολογητικά ( περίπτωση εξαγωγικών επιχειρήσεων ) δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση. (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η ΔΑΠΑΝΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΗ

    Η φορολογική αρχή δεν αναγνωρίζει δαπάνη, εφόσον από συγκεκριμένα στοιχεία μπορεί να συναχθεί κατά κοινή πείρα, ότι η δαπάνη είναι εικονική. ( ΣτΕ 1823/1994, ΣτΕ 141/1993 )

    Δαπάνη επιχείρησης δεν αναγνωρίζεται από τη φορολογική αρχή ως εκπεστέα, εφόσον η τελευταία διαθέτει συγκεκριμένα στοιχεία, από τα οποία είναι δυνατό να συναχθεί κατά κοινή πείρα ότι η δαπάνη αυτή είναι εικονική, δηλαδή είτε ότι δεν καταβλήθηκε από την επιχείρηση είτε ότι καταβλήθηκε μεν, όχι όμως για τον παραγωγικό σκοπό της επιχείρησης, αλλά για άλλο μη παραγωγικό σκοπό. ( ΣτΕ 3727/1990 και 1823/1994 ).

    Το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, για να αποτελέσει νόμιμο δικαιολογητικό στοιχείο για την έκπτωση της σχετικής δαπάνης, πρέπει να περιλαμβάνει όλα τα αναφερόμενα στις διατάξεις του Κ.Β.Σ. στοιχεία που απαιτεί ο νόμος μεταξύ των οποίων και ο επαρκής προσδιορισμός των παρασχεθεισών υπηρεσιών. (ΣτΕ 3509/96,715/91)

    Για την αναγνώριση μιας δαπάνης δεν απαιτείται σύμβαση. (ΣτΕ806/1998)
    Η φορολογική αρχή δεν αναγνωρίζει δαπάνη, εφόσον από συγκεκριμένα στοιχεία μπορεί να συναχθεί κατά κοινή πείρα, ότι η δαπάνη είναι εικονική. ( ΣτΕ 1823/1994 ), ( ΣτΕ 141/1993 ), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)

    Δαπάνη για εκχώρηση επωνυμίας, η οποία αποδεικνύεται ως εικονική, δεν αναγνωρίζεται. ( ΣτΕ 3727/1990 ), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)

    Ποσά που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις οικειοθελώς σε εργαζομένους τους ή σε τρίτους, πλην των περιπτώσεων που περιλαμβάνονται στο άρθρο αυτό, και δεν αφορούν αμοιβές ή αποζημιώσεις αυτών για άμεση ανταπόδοση παρεχόμενης υπηρεσίας ή δεν προκύπτει από διάταξη νόμου ο υποχρεωτικός χαρακτήρας τους, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα (παρ. 15, άρθρου 31 του Ν.2238/1994 ).


  • Η ΔΑΠΑΝΗ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΔΕΔΟΥΛΕΥΜΕΝΗ ΚΑΙ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΜΕΝΗ, ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΝ ΕΧΕΙ ΚΑΤΑΒΛΗΘΕΙ ΤΟ ΑΝΤΙΤΙΜΟ ΤΟΥΣ Η ΟΧΙ.
    Σύμφωνα με τους φορολογικούς νόμους, την κατά καιρούς διοικητική και δικαστική νομολογία, για την αναγνώριση μιας επαγγελματικής δαπάνης πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά ορισμένες προϋποθέσεις όπως, η δαπάνη να προβλέπεται από διάταξη νόμου, να είναι βεβαία, δεδουλευμένη και εκκαθαρισμένη, πραγματική, παραγωγική, να προκύπτει από έγγραφα δικαιολογητικά .κλπ. και να έχει καταχωρηθεί στα βιβλία.
    Στην φορολογία εισοδήματος ισχύει η βασική αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων, για αυτό δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση στην τρέχουσα χρήση δαπάνες που αφορούν προηγούμενες ή επόμενες χρήσεις έστω και αν καλύπτονται με δικαιολογητικά της τρέχουσας χρήσης, καθόσον οι δαπάνες κατά κανόνα αναγνωρίζονται στη χρήση στην οποία καθίστανται δεδουλευμένες και εκκαθαρισμένες, ανεξάρτητα αν έχει καταβληθεί το αντίτιμό τους ή όχι.(1009074/157/Α0012/13.5.2008)
    Στην ΠΟΛ.1078/28.3.2012, αναφέρονται τα εξής : «2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περ. α' του άρθρου 102 του ν. 2238/1994, όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παρ.7 του άρθρου 9 του ν. 3091/2002, ορίζεται ότι ο φόρος επιβάλλεται κάθε οικονομικό έτος στο συνολικό καθαρό εισόδημα από κάθε πηγή, που αποκτάται κατά τη διαχειριστική περίοδο η οποία λήγει μέσα στο διάστημα από 1η Αυγούστου του προηγούμενου ημερολογιακού έτους μέχρι τις 31 Ιουλίου του οικείου οικονομικού έτους.Οι πιο πάνω διατάξεις καθιερώνουν την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, κάθε χρήση είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από τις άλλες χρήσεις και δεν επιτρέπεται ο συμψηφισμός των αποτελεσμάτων αυτής με τα αποτελέσματα των προηγούμενων ή επόμενων χρήσεων. Κατά συνέπεια, τα ακαθάριστα έσοδα και κέρδη κατατάσσονται και φορολογούνται στην χρήση κατά την οποία προέκυψαν και αποκτήθηκαν ανεξάρτητα του χρόνου κατά τον οποίο εισπράχθηκαν, και οι δαπάνες κατατάσσονται στη χρήση την οποία βαρύνουν και οι οποίες συμβάλλουν στην απόκτηση εισοδήματος (π.21503/139/1958 εγκύκλιος του ν.δ. 3843/1958). 3. Επίσης, με τις διατάξεις της περ. ε' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 ορίζεται, ότι από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εκπίπτουν τα ποσά των κάθε είδους φόρων, τελών που βαρύνουν αυτές. Ως χρόνος έκπτωσης λογίζεται ο χρόνος της καταβολής αυτών υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. Δεν εκπίπτουν οι τυχόν καταβαλλόμενοι από την επιχείρηση κάθε είδους φόροι που βαρύνουν τρίτους, με εξαίρεση τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών, που επιβάλλεται επί των πάσης φύσεως ωφελειών από μετοχικούς τίτλους. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι χρόνος έκπτωσης των φόρων και τελών είναι σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος της καταβολής τους, ανεξάρτητα από τη χρήση.»
    • Τα συγγραφικά δικαιώματα που καταβάλλουν εκδοτικές επιχειρήσεις στην ημεδαπή εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης εντός της οποίας οι δαπάνες καθίστανται βέβαιες και εκκαθαρισμένες, ανεξάρτητα από το χρόνο καταβολής. (ΠΟΛ.1056/23.7.2007)


  • Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 31 του ν.2238/1994 και του ν.2190/1920, εκπεστέες εξ ολοκλήρου από τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν είναι, κατ’ αρχήν, οι δαπάνες, οι οποίες αποβλέπουν στην παραγωγή ωφελείας ή εξυπηρετούν εν γένει την επιχείρηση για χρονικό διάστημα αντίστοιχο προς την διαχειριστική περίοδο, ενώ οι δαπάνες που συμβάλλουν στην παραγωγή ωφελείας ή εξυπηρετούν εν γένει την επιχείρηση για περισσότερες διαχειριστικές χρήσεις είναι αποσβεστέες τμηματικώς σε περισσότερες χρήσεις. Στην τελευταία αυτή κατηγορία δαπανών ανήκουν τα ποσά που καταβάλλονται ως τίμημα για την αγορά παγίων περιουσιακών στοιχείων, τα οποία παραμένουν στην επιχείρηση επί σειρά ετών και, συνεπώς, εξυπηρετούν περισσότερες διαχειριστικές χρήσεις. Στα πάγια περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνονται και τα άϋλα αγαθά (ασώματες ακινητοποιήσεις), ήτοι περιουσιακά στοιχεία χωρίς φυσική υπόσταση, των οποίων η εκμετάλλευση προς δημιουργία εισοδήματος εκτείνεται σε περισσότερα έτη, κατά την διάρκεια των οποίων πρέπει να γίνει η απόσβεσή τους.
    Κατά την έννοια των διατάξεων του άρθρου 31 του ν.2238/1994 και του ν.2190/1920, εκπεστέες εξ ολοκλήρου από τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν είναι, κατ’ αρχήν, οι δαπάνες, οι οποίες αποβλέπουν στην παραγωγή ωφελείας ή εξυπηρετούν εν γένει την επιχείρηση για χρονικό διάστημα αντίστοιχο προς την διαχειριστική περίοδο, ενώ οι δαπάνες που συμβάλλουν στην παραγωγή ωφελείας ή εξυπηρετούν εν γένει την επιχείρηση για περισσότερες διαχειριστικές χρήσεις είναι αποσβεστέες τμηματικώς σε περισσότερες χρήσεις.
    Στην τελευταία αυτή κατηγορία δαπανών ανήκουν τα ποσά που καταβάλλονται ως τίμημα για την αγορά παγίων περιουσιακών στοιχείων, τα οποία παραμένουν στην επιχείρηση επί σειρά ετών και, συνεπώς, εξυπηρετούν περισσότερες διαχειριστικές χρήσεις.
    Στα πάγια περιουσιακά στοιχεία περιλαμβάνονται και τα άϋλα αγαθά (ασώματες ακινητοποιήσεις), ήτοι περιουσιακά στοιχεία χωρίς φυσική υπόσταση, των οποίων η εκμετάλλευση προς δημιουργία εισοδήματος εκτείνεται σε περισσότερα έτη, κατά την διάρκεια των οποίων πρέπει να γίνει η απόσβεσή τους.

    Συνεπώς, δεν μπορεί να εκπεσθεί ολόκληρη η αξία των αποκτηθέντων παγίων περιουσιακών στοιχείων εντός της χρήσεως, κατά την οποία αυτά αγοράσθηκαν, αλλά η αξία τους κατανέμεται σε βάθος χρόνου και υπάγεται στην διαδικασία των ετησίων αποσβέσεων.
    Έτσι, κατά τα οριζόμενα στην περίπτωση στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 ερμηνευομένη εν συνδυασμώ με το άρθρο 43 παρ.4 περιπτ.δ΄ του ν. 2190/1920, οι δαπάνες που αφορούν απόκτηση αΰλων παγίων περιουσιακών στοιχείων υπόκεινται σε τμηματική απόσβεση.
    Εξ άλλου, στα έξοδα πρώτης εγκαταστάσεως περιλαμβάνονται δαπάνες με τις οποίες καλύπτονται έξοδα ειδικού χαρακτήρα, τα οποία γίνονται κατά την έναρξη λειτουργίας μιας επιχειρήσεως (πρβλ. άρθρο 10 παρ.2 του Κ.Β.Σ.) και από τα οποία ωφελούνται μεν επόμενες χρήσεις, όμως, δεν αντιπροσωπεύουν αξία στοιχείων ενεργητικού (π.χ. συμβολαιογραφικά έξοδα, έξοδα εκδόσεως τίτλων, έξοδα δημοσιεύσεων, έξοδα διαφημίσεως και προβολής κ.ά.).
    Για τις δαπάνες που αποτελούν έξοδα πρώτης εγκαταστάσεως παρέχεται από τη νομοθεσία (άρθρο 31 παρ.1 περ. ιβ΄του ν. 2238/1994 και άρθρο 43 παρ.3περιπτ. α του κ.ν. 2190/1920) η δυνατότητα αποσβέσεως είτε εφάπαξ κατά την χρήση πραγματοποιήσεώς τους είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μια πενταετία.
    Το δικαίωμα στην αποκλειστική εισαγωγή, παραγωγή, διανομή και εμπορία στην ελληνική αγορά συγκεκριμένων προϊόντων οίκων του εξωτερικού, δεν αποτελεί έξοδο πρώτης εγκατάστασης ή επέκταση ή αναδιοργάνωση της επιχειρήσεώς, κατά την έννοια του άρθρου 31 παρ. 1 περ. ιβ του ν. 2238/1994 ή του άρθρου 42ε παρ. 1 του ν. 2190/1920, αλλά απόκτηση αΰλου παγίου περιουσιακού στοιχείου, το οποίο επρόκειτο να εξυπηρετήσει την επιχείρησή της για περισσότερες χρήσεις.(ΣτΕ 1906/2012)



  • ΠΛΗΡΩΜΕΣ ΓΙΑ ΔΑΠΑΝΕΣ ΣΕ ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ Ή ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ
    Σύμφωνα με το άρθρο 51Β. Πληρωμές σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη συνεργάσιμων κρατών ή κρατών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, ισχύουν τα εξής :
    « 1. Οι δαπάνες για την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών ή οι πάσης φύσεως τόκοι από απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης ή οι πρόσοδοι και άλλα προϊόντα ομολογιών, απαιτήσεων, καταθέσεων και εγγυήσεων ή τα δικαιώματα που εισπράττονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήποτε δικαιώματος αναπαραγωγής φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας (περιλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών και μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές), οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων ή τύπων κατασκευής ή διαδικασίας παραγωγής ή για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού ή για πληροφορίες που αφορούν σε βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία και κάθε παρόμοιας φύσης δικαιώματα, τα μισθώματα, τα μισθώματα χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι πάσης φύσεως αποζημιώσεις, οι αμοιβές διευθυντών και μελών διοικητικών συμβουλίων εταιρείας και κάθε άλλη παρόμοιας φύσης πληρωμή, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία δαπάνης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 31 του παρόντος Κώδικα, που καταβάλλονται ή οφείλονται από πρόσωπο που είναι σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 101 του παρόντος Κώδικα υποκείμενο φόρου και το οποίο είναι κάτοικος ή έχει την έδρα του ή διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 στην Ελλάδα, προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος μη συνεργάσιμο, δεν αναγνωρίζονται ως δαπάνες που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά του ή από το φορολογητέο εισόδημά τους, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.
    Οι δαπάνες του προηγούμενου εδαφίου δεν αναγνωρίζονται και όταν η πληρωμή διενεργείται άμεσα ή έμμεσα σε οποιασδήποτε μορφής χρηματοπιστωτικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος σε ένα από τα κράτη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της παραγράφου 5 του προηγούμενου άρθρου.
    2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και όταν καταβάλλονται ή οφείλονται ποσά προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.
    3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και όταν οι σχετικές δαπάνες οφείλονται ή καταβάλλονται σε αντιπρόσωπο ή υπεργολάβο και το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα που αντιπροσωπεύεται ή για λογαριασμό της οποίας ασκείται η υπεργολαβία αν συναλλασσόταν απευθείας θα υπαγόταν στις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων.»


  • Η ΠΑΡΟΧΗ Ή Η ΛΗΨΗ ΑΜΟΙΒΩΝ ΝΑ ΜΗΝ ΣΥΝΙΣΤΑ ΠΟΙΝΙΚΟ ΑΔΙΚΗΜΑ
    Αμοιβές σε χρήμα ή σε είδος δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όταν η παροχή ή η λήψη αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα ακόμα και αν η καταβολή αυτών πραγματοποιείται στο εξωτερικό. (παρ. 16, άρθρου 31 του Ν.2238/1994)


  • Δεν αποτελούν εκπεστέες, κατ’ άρθρο 31 Κ.Φ.Ε., δαπάνες εκείνες οι οποίες δεν αμφισβητείται ότι πραγματοποιήθηκαν, πλην, όμως, προκύπτουν από πλαστά φορολογικά στοιχεία.(ΠΟΛ.1205/8.11.2012)


 



ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΑΘΗΤΙΚΟΥ.

  • Στο Κεφάλαιο αυτό, παρατίθενται διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας αποφάσεις της διοίκησης και σχόλια , με σκοπό να επισημάνουν περιπτώσεις οι οποίες αποτελούν αφορμή για φορολογική αναμόρφωση εξόδων ή εσόδων.
    Κατά την πρακτική εφαρμογή του «Οδηγού» αυτού, ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δίδεται από τους χρήστες στον έλεγχο της επικαιροποίησης των διατάξεων των αποφάσεων της Διοίκησης και των Δικαστηρίων σε σχέση με την τρέχουσα Νομοθεσία, αφού οι αλλαγές στην Νομοθεσία είναι ραγδαίες



ΟΜΑΔΑ 1η: ΠΑΓΙΟ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟ
ΓΕΝΙΚΑ

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. η. ισχύουν τα εξής: (Εκπίπτει) «Της ζημίας που πραγματοποιήθηκε από φθορά, απώλεια ή υποτίμηση κεφαλαίου. Προκειμένου για ακίνητα, για τον υπολογισμό της ζημίας αυτών, ως τιμή πώλησης δεν δύναται να ληφθεί ποσό μικρότερο της αξίας, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας μεταβιβάσεως ακινήτων. Ειδικά, η αναπόσβεστη αξία κατεδαφισθέντων κτιρίων της επιχείρησης δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής.»


  • Η έκπτωση των δαπανών γίνεται μέσω της διενέργειας των αποσβέσεων ή των έκτακτων αποτελεσμάτων, οπότε ο σχετικός σχολιασμός γίνεται στους Λογ/μους 66 και 81.


  • Σύμφωνα με το Ε.Γ.Λ.Σ (Π.Δ. 1123/1980 ), παρ. 2.2.101 « Επέκταση, προσθήκη, βελτίωση, συντήρηση και επισκευή ενσώματων πάγιων περιουσιακών στοιχείων
    Επέκταση ή προσθήκη κτιρίου, κτιριακής εγκαταστάσεως και τεχνικού έργου είναι οποιαδήποτε μόνιμη αύξηση του όγκου, του μεγέθους ή της ωφελιμότητάς του, που γίνεται με τη χρησιμοποίηση κατά κανόνα δομικών υλικών.
    Επέκταση ή προσθήκη μηχανήματος, τεχνικής εγκαταστάσεως και μηχανολογικού εξοπλισμού είναι κάθε προσθήκη ή εργασία που γίνεται σ' αυτά και αυξάνει το μέγεθος και κατά κανόνα την παραγωγική τους δυναμικότητα.
    Βελτίωση ενσώματου πάγιου περιουσιακού στοιχείου είναι κάθε μεταβολή που γίνεται σ' αυτό μετά από τεχνολογική επέμβαση και που έχει ως αποτέλεσμα, είτε την αύξηση του χρόνου της ωφέλιμης ζωής του, είτε την αύξηση της παραγωγικότητάς του, είτε τη μείωση του κόστους λειτουργίας του ή τη βελτίωση των συνθηκών χρησιμοποιήσεώς του.
    Συντήρηση ενσώματου πάγιου περιουσιακού στοιχείου είναι η τεχνολογική επέμβαση που γίνεται σ' αυτό με σκοπό να διατηρείται στην αρχική του παραγωγική ικανότητα για όσο το δυνατό μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
    Επισκευή ενσώματου πάγιου περιουσιακού στοιχείου είναι η αντικατάσταση ή επιδιόρθωση μερών αυτού, που έχουν καταστραφεί ή υποστεί βλάβη, με σκοπό την επαναφορά της παραγωγικής του ικανότητας ή των συνθηκών λειτουργίας του στο επίπεδο που ήταν πριν από την καταστροφή ή τη βλάβη.
    Το κόστος των επεκτάσεων, προσθηκών και βελτιώσεων προσαυξάνει την αξία κτήσεως των πάγιων περιουσιακών στοιχείων και καταχωρείται στους σχετικούς λογαριασμούς των στοιχείων αυτών.
    Τα έξοδα συντηρήσεως και επισκευής των πάγιων περιουσιακών στοιχείων είναι κόστος τρέχουσας μορφής και καταχωρούνται στους οικείους λογαριασμούς εξόδων κατ' είδος της ομάδας 6.»


  • Αποσβέσεις στο Φ.Π.Α. που βαρύνει πάγια και ο οποίος δεν εκπίπτει από το φόρο εκροών
    Ο Φ.Π.Α. που βαρύνει τις αγορές των ενσώματων παγίων των επιχειρήσεων και ο οποίος δεν μπορεί να εκπέσει από το Φ.Π.Α. εκροών, προσαυξάνει την τιμή κτήσης του παγίου και κατά συνέπεια, επί της συνολικής αξίας του παγίου αυτού θα διενεργούνται αποσβέσεις. (1092609/10874/Β0012/21.10.1999), (1120445/10662 ΠΕ/Β0012/11.3.1997) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) των δαπανών που αφορούν την επέκταση, προσθήκη ή βελτίωση κτισμάτων τα οποία εκμισθώνει επιχείρηση (έσοδα μη υποκείμενα σε Φ.Π.Α.), προσαυξάνει την αξία κτήσης των πιο πάνω κτισμάτων, η οποία υπόκειται σε απόσβεση κατά τα οριζόμενα από τις ισχύουσες διατάξεις, καθόσον ο φόρος αυτός αφενός δεν εκπίπτει ούτε επιστρέφεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1642/1986 (νυν ν. 2859/2000) και αφετέρου βαρύνει τις δαπάνες αυτές, οι οποίες περαιτέρω βαρύνουν την αξία κτήσης των εν λόγω κτισμάτων. Ο Φ.Π.Α. των δαπανών για την επισκευή ή συντήρηση των υπόψη κτισμάτων (εκμισθούμενων), εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης κατά το χρόνο που καταβάλλεται. (1015039/10921 ΠΕ/Β0012/12.2.1996)


  • Τα έξοδα που πραγματοποιεί επιχείρηση για την αγορά διαμερισμάτων (φόρος μεταβιβάσεως, δικαιώματα συμβολαιογράφων και τέλη του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου) αποσβένονται, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. (1064310/10559/Β0012/4.9.2001)


  • Οι δαπάνες μισθοδοσίας και διαφήμισης που πραγματοποιεί εταιρία για τη σύνταξη μελέτης, σχετικά με την κυκλοφορία ενός νέου προϊόντος, αποτελούν έξοδα πρώτης εγκατάστασης και αποσβένονται είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα έξοδα εκτελωνισμού παγίου στοιχείου προσαυξάνουν την αξία του, υπόκεινται σε τμηματική απόσβεση και δεν μπορούν να εκπέσουν ως γενικά έξοδα διαχείρισης. (ΣτΕ810/1982) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Οι καταβαλλόμενες από τις επιχειρήσεις στους μηχανικούς αμοιβές για την εκπόνηση τεχνικής μελέτης και την έκδοση άδειας οικοδομής, εντάσσονται στο κόστος κατασκευής της οικοδομής και εκπίπτουν τμηματικά με τις ενεργούμενες κάθε έτος αποσβέσεις. (ΣτΕ 2525/1991) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η δαπάνη ελαιοχρωματισμού σε μισθωμένο ακίνητο, θεωρείται εργασία συντήρησης και εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της μισθώτριας επιχείρησης, κατά το χρόνο της πραγματοποίησής της. (1096966/10887/Β0012/23.1.1998)


  • • «Για μεταβιβάσεις ακινήτων που πραγματοποιούνται μεταξύ ημεδαπής επιχείρησης και επιχειρήσεων συνδεδεμένων με αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 39 και 39Α.» (παρ. 3 του άρθρου 28 του Κ.Φ.Ε. ).


 

 

11 ΚΤΙΡΙΑ - ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΚΤΙΡΙΩΝ - ΤΕΧΝΙΚΑ ΕΡΓΑ
11.00 Κτίρια - Εγκαταστάσεις Κτιρίων

  • Αναπροσαρμογή της αξίας ακινήτων των επιχειρήσεων
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 21 του Ν.2065/1992, σε αναπροσαρμογή της αξίας των ακινήτων με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού υποχρεούνται όλες οι επιχειρήσεις, που τηρούν υποχρεωτικά από το νόμο βιβλία Γ' κατηγορίας του Κ.Β.Σ., ανεξάρτητα από το αντικείμενο των εργασιών τους, τη νομική μορφή που λειτουργούν, αν είναι ημεδαπές ή αλλοδαπές, αν υπάγονται στις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή σε οποιοδήποτε φορολογικό καθεστώς ή αν είναι δημόσιες, δημοτικές επιχειρήσεις ή αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις οποιουδήποτε βαθμού.
    Ειδικά οι τεχνικές επιχειρήσεις που ασχολούνται με την ανέγερση και την πώληση οικοδομών υποχρεούνται να αναπροσαρμόσουν μόνο στην αξία των ακινήτων που ιδιοχρησιμοποιούν ή που έχουν εκμισθωμένα πάνω από δύο (2) χρόνια κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής.
    Όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση, ακίνητα (γήπεδα και κτίρια),τα οποία έχουν περιέλθει στην κυριότητα επιχείρησης από πλειστηριασμούς, παρόλο που πρόκειται να εκποιηθούν σε σύντομο χρονικό διάστημα και δεν συγκεντρώνουν εκ του λόγου τούτου τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά των παγίων, αλλά αποτελούν κυκλοφορούντα στοιχεία, υπόκεινται υποχρεωτικά σε αναπροσαρμογή με βάση τις διατάξεις του Ν.2065/1992, καθόσον ο νόμος 2065/1992 δεν προβλέπει καμία εξαίρεση από την υποχρέωση διενέργειας αναπροσαρμογής της αξίας των συγκεκριμένων ακινήτων, πλην των περιπτώσεων των τεχνικών εταιρειών. Εξάλλου, σε περίπτωση εκποίησης των ακινήτων αυτών και εφόσον έχει αναπροσαρμοσθεί η αξία τους κατά τα προαναφερόμενα, θα προκύψει χαμηλότερο ποσό υπεραξίας και συνεπώς μικρότερος φόρος προς καταβολή, σε σύγκριση με το αν δεν γινόταν καμία αναπροσαρμογή στα βιβλία της επιχείρησης για τα συγκεκριμένα ακίνητα (σχετ. το 1116558/11390πε/Β0012/2001 έγγραφό μας).
    Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω προκύπτει ότι τα ακίνητα που έχει αποκτήσει η ανώνυμη εταιρεία « ..... » από πλειστηριασμούς θα πρέπει υποχρεωτικά να αναπροσαρμοσθούν το έτος 2008 κατ' εφαρμογή των άρθρων 20- 27 του Ν.2065/1992, ανεξάρτητα αν έχουν χαρακτηρισθεί ως κυκλοφορούντα στοιχεία του ενεργητικού και έχουν καταχωρηθεί στο θεωρημένο βιβλίο αποθήκης που τηρείται από την πιο πάνω επιχείρηση.
    Η υπεραξία δε που θα προκύψει από την πιο πάνω αναπροσαρμογή, μετά την αφαίρεση του τυχόν χρεωστικού υπολοίπου ζημιών (λογιστικών), κεφαλαιοποιείται υποχρεωτικά, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 23 του Ν.2065/1992,μέχρι την 31.12.2010.
    Συμψηφισμός της υπεραξίας αυτής με την υπεραξία (κέρδος) που θα προκύψει από την εκποίηση των συγκεκριμένων ακινήτων δεν επιτρέπεται, ως μη προβλεπόμενος ο συμψηφισμός αυτός από το νόμο (ούτε από το Ν.2065/1992, ούτε από το άρθρο 28, παρ. 3 περ. ζ' του Ν2238/1994). Όμως κατά την πώληση θα προκύψει μικρότερο ποσό υπεραξίας προς τη φορολογία λόγω της αναπροσαρμογής της αξίας του ακινήτου που θα προηγηθεί.( Αρ. Πρωτ.:1005330/10066/Β0012/23.1.2009)


  • Στην αξία του οικοπέδου επί του οποίου ευρίσκονται κτίσματα (διαμερίσματα, γραφεία κλπ.) δεν υπολογίζονται αποσβέσεις. (ΣτΕ 362/1983 ), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)



11.03 Υποκείμενες σε απόσβεση διαμορφώσεις γηπέδων

  • Οι δαπάνες διαμόρφωσης χώρων και εγκατάστασης ηλεκτροφωτισμού που πραγματοποιεί εταιρεία πετρελαιοειδών σε πρατήρια τρίτων (από τα οποία διατίθενται αποκλειστικά δικά της προϊόντα), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της εντός της χρήσης που πραγματοποιούνται οι πιο πάνω δαπάνες. (1039635/10411/Β0012/14.11.2003) ΠΟΛ.1005/14.1.2005


  • Οι δαπάνες περιβάλλοντος χώρου (δεντροφύτευση και συντήρηση αυτής) ξενοδοχειακών επιχειρήσεων εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης εντός της οποίας πραγματοποιούνται. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)



11.07 Κτίρια - Εγκαταστάσεις κτιρίων σε ακίνητα τρίτων

  • • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιγ. ισχύουν τα εξής: «Των δαπανών επισκευής και συντήρησης που πραγματοποιούνται σε μισθούμενα ακίνητα, κατά το χρόνο της πραγματοποίησης τους. Τα ποσά των δαπανών για βελτιώσεις και προσθήκες σε μισθωμένα ακίνητα εκπίπτουν ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που διαρκεί η μίσθωση. ( Σε περίπτωση κατά την οποία ο ετήσιος συντελεστής απόσβεσης που προκύπτει µε τον τρόπο αυτόν είναι µικρότερος από το συντελεστή που ορίζεται από το Π.Δ. 299/2003 (ΦΕΚ 255 Α΄) για το ίδιο πάγιο στοιχείο, όταν αυτό είναι ιδιόκτητο, εφαρµόζονται τα οριζόµενα από το προεδρικό διάταγµα , τροποποιήθηκε και ισχύει από …………. ) »


  • Εκπίπτει το ποσό των δαπανών επισκευής και συντήρησης που πραγματοποιούνται σε μισθούμενα ακίνητα, κατά το χρόνο της πραγματοποίησης τους.
    Τα ποσά των δαπανών για βελτιώσεις και προσθήκες σε μισθωμένα ακίνητα εκπίπτουν ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που διαρκεί η μίσθωση. Σε περίπτωση κατά την οποία ο ετήσιος συντελεστής απόσβεσης που προκύπτει με τον τρόπο αυτόν είναι μικρότερος από το συντελεστή που ορίζεται από το Π.Δ. 100/1998 (ΦΕΚ 96/Α') για το ίδιο πάγιο στοιχείο, όταν αυτό είναι ιδιόκτητο, εφαρμόζονται τα οριζόμενα από το προεδρικό διάταγμα. (περίπτωση ιγ παρ. 1 αρθρο 31 ν.2238/1994)


  • Οι δαπάνες προσθηκών και βελτιώσεων που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις σε μισθωμένα ακίνητα αποσβένυνται ισόποσα, από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που διαρκεί η μίσθωση, αρχής γενομένης της απόσβεσης από το χρόνο έναρξης της χρησιμοποίησης των πραγματοποιηθεισών προσθηκών και βελτιώσεων. Κατά το πρώτο έτος υπολογίζονται αποσβέσεις για τους μήνες χρησιμοποίησης των ακινήτων. (1119476/10030/Β0012/4.4.2000), (1019284/10154/Β0012/19.2.2001)


  • Οι δαπάνες προσθηκών και βελτιώσεων που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις σε μισθωμένα ακίνητα αποσβένυνται ισόποσα, από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που διαρκεί η μίσθωση. Στη περίπτωση δε που η μίσθωση λυθεί πριν από το συμφωνημένο χρόνο, το αναπόσβεστο υπόλοιπο των πιο πάνω δαπανών εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία λύθηκε αυτή. (1031863/10408/Β0012/28.3.2000)


  • Οι δαπάνες βελτίωσης (γυψοσανίδες, ηλεκτρική εγκατάσταση κτλ.) που πραγματοποίησε επιχείρηση σε μισθωμένο ακίνητο, εκπίπτουν ισόποσα από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που διαρκεί η μίσθωση. Στη περίπτωση όμως που ο ετήσιος συντελεστής απόσβεσης ο οποίος προκύπτει με αυτόν τον τρόπο, είναι μικρότερος από αυτόν που ορίζεται με το Π.Δ. 299/2003 για το συγκεκριμένο πάγιο στοιχείο, τότε εφαρμόζονται τα οριζόμενα στο προεδρικό αυτό διάταγμα. (1097309/10832 ΠΕ/Β0012/7.3.2002)


  • Οι δαπάνες προσθηκών και βελτιώσεων που πραγματοποιούν οι επιχειρήσεις σε μισθωμένα ακίνητα και οι οποίες καλύπτονται εν μέρει από τους εκμισθωτές, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα κατά το μέρος που τελικά επιβαρύνονται οι ίδιες, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις διατάξεις της περ. ιγ΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του ΚΦΕ (1044117/10653/Β0012/19.5.2005) (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Αποσβέσεις κτηρίων ανεγερθέντων από τον μισθωτή σε ακίνητο του εκμισθωτή.
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. β' της παρ.1 του άρθρου 21 του ν.2238/1994 ως εισόδημα από οικοδομές λογίζεται η αξία που έχει κατά το χρόνο της ανέγερσης της η οικοδομή που ανεγέρθηκε με δαπάνες του μισθωτή σε έδαφος του οποίου την κυριότητα έχει ο εκμισθωτής, αν μετά τη λήξη του χρόνου της μίσθωσης του εδάφους η οικοδομή παραμένει στην κυριότητα του εκμισθωτή. Το ετήσιο εισόδημα εξευρίσκεται με διαίρεση του υπολοίπου, που προκύπτει μετά την αφαίρεση του τυχόν ανταλλάγματος, που έχει ορισθεί στη σύμβαση για τη μεταβίβαση της κυριότητας της οικοδομής, από την αξία αυτής, κατά το χρόνο της ανέγερσης της, σε μέρη ίσα με τον αριθμό των ετών κατά τα οποία διαρκεί η μίσθωση του εδάφους. Ως αξία της οικοδομής που έχει ανεγερθεί σε έδαφος κυριότητας τρίτου λαμβάνεται η πραγματική αξία της οικοδομής, η οποία εξευρίσκεται από τα επίσημα βιβλία και στοιχεία εκείνου που ανέγειρε την οικοδομή.
    Όπως έχει γίνει δεκτό το κόστος ανέγερσης της οικοδομής που ανεγείρεται σε οικόπεδο τρίτου αποσβένεται από τη μισθώτρια επιχείρηση που το ανήγειρε ισόποσα στις υπόλοιπες χρήσεις που διαρκεί η μίσθωση από την αποπεράτωση της ανεγειρόμενης οικοδομής μέχρι τη λήξη της μίσθωσης (1139081/11011π.ε./Β0012/30.05.1995).
    Το ΣτΕ με την αριθμ. 2282/1993 απόφαση του έκρινε ότι ο εκμισθωτής δεν μπορεί να διενεργεί αποσβέσεις επί του ανεγερθέντος από τον μισθωτή κτιρίου διότι οι διατάξεις του άρθρου 18 του ν.δ.3323/1995 (νυν περ. β' παρ.1 άρθρο 21 ν.2238/1994) ορίζουν ρητά τον τρόπο προσδιορισμού της θεωρούμενης ως εισόδημα από αξίας της ανεγειρόμενης από τον μισθωτή σε ακίνητο κυριότητας του εκμισθωτή οικοδομής και δεν προβλέπουν τη διενέργεια επί της αξίας αυτής αποσβέσεων κατά το άρθρο 35 του ν.δ.3323/1955 (νυν παρ.1 άρθρο 31 ν.2238/1994).
    Η υπηρεσία μας συμφωνεί με την κρίση αυτή καθόσον η αιτιολογία στηρίζεται στις ισχύουσες διατάξεις και περαιτέρω, εν τοις πράγμασι η εκμισθώτρια επιχείρηση δεν προβαίνει στη συγκεκριμένη περίπτωση σε δαπάνες ανέγερσης ούτως ώστε να δικαιούται στη συνέχεια να τις αποσβέσει. Εξάλλου στην υποθετική περίπτωση που είχε το δικαίωμα αυτό, το κόστος ανέγερσης θα εξέπιπτε δύο φορές μία από τη μισθώτρια επιχείρηση και μία άλλη από την εκμισθώτρια, ενώ το εισόδημα θα φορολογούταν μία φορά. (1111150/11253π.ε./Β0012/6.5.2008)


  • ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ
    Το αποθεματικό που σχηματίζει επιχείρηση για την αποκατάσταση ενεργητικού που θα περιέλθει στο Δημόσιο, ή σε τρίτους χωρίς την καταβολή αποζημίωσης, σχηματίζεται κατά έτος και για όσα χρόνια διαρκεί η σχετική σύμβαση εκμετάλλευσης του έργου. Το αποθεματικό αυτό εκπίπτει, ως δαπάνη, από τα ακαθάριστα έσοδα και κατά συνέπεια δεν σχηματίζεται από τα κέρδη της επιχείρησης. Η επιχείρηση δεν δικαιούται αντί του σχηματισμού του πιο πάνω αποθεματικού να υπολογίζει αποσβέσεις με βάση το π.δ. 100/1998 (νυν Π.Δ. 299/2003), λόγω της ειδικής πιο πάνω ρύθμισης, αλλά και επειδή το έργο που κατασκευάζει η επιχείρηση για εκμετάλλευση δεν είναι δικό της αλλά κυριότητας του Δημοσίου ή τρίτου. Η έκπτωση αυτή αναγνωρίζεται ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη κερδών. (1137535/11165 ΠΕ/Β0012/18-1-1999)

    Κατά την εισφορά χρήσης ακινήτου σε ομόρρυθμη, ή ετερόρρυθμη εταιρεία, ή και εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, για ορισμένο χρονικό διάστημα, εφόσον η εταιρεία δεν αποκτά εμπράγματο δικαίωμα επί του ακινήτου, για την αποκατάσταση της απώλειας του κεφαλαίου της, λόγω περιέλευσης του ακινήτου στον κύριο αυτού μετά τη λήξη του χρόνου διάρκειας της εισφοράς χωρίς αποζημίωση, η εν λόγω εταιρεία εκπίπτει την αξία της εισφερθείσας χρήσης του ακινήτου από τα ακαθάριστα έσοδα των διαχειριστικών περιόδων που διαρκεί η εισφορά. Το εκπιπτόμενο αυτό ποσό από τα ακαθάριστα έσοδα της κάθε διαχειριστικής περιόδου είναι ίσο με το πηλίκο που προκύπτει από τη διαίρεση της αξίας της εισφερόμενης χρήσης του ακινήτου με τα έτη διάρκειας της εισφοράς. (1064345/1402/Α0012/29-7-1996)


 


11.08 Τεχνικά έργα εξυπηρετήσεως μεταφορών σε ακίνητα τρίτων

  • Η δαπάνη κατασκευής δημοσίας οδού, η οποία θα χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση εργοστασίου της επιχείρησης, εκπίπτει μέσω αποσβέσεων από τα ακαθάριστα έσοδα. (Α. 17227/3794/2-6-1981), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


11.14 Κτίρια - Εγκαταστάσεις κτιρίων εκτός εκμεταλλεύσεως

  • Αποσβέσεις σε ακίνητο που βρίσκεται σε αδράνεια δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. (Κ.13237/34/ ΠΟΛ.512/2.12.1974 ) και (Α.1894/515/30.4.1980) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Σε περίπτωση μη χρησιμοποίησης του ακινήτου σε συγκεκριμένη διαχειριστική περίοδο, δεν αναγνωρίζονται αποσβέσεις. (ΣτΕ 4209/1985)


  • Κτίρια που περιήλθαν σε τράπεζα από πλειστηριασμό για ικανοποίηση απαιτήσεών της δεν υπόκεινται σε αποσβέσεις, εφόσον δεν χρησιμοποιούνται. (ΣτΕ 2798/1986)


 


12 ΜΗΧΑΝΗΜΑΤΑ - ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ - ΛΟΙΠΟΣ ΜΗΧΑΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ

12.00 Μηχανήματα

  • Το κόστος αγοράς μηχανημάτων, που η επιχείρηση στη συνέχεια χρησιδανίζει σε επιχειρήσεις - πελάτες της με σκοπό να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τον εφοδιασμό τους με προϊόντα αυτής, υπόκειται σε απόσβεση σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994. Στην περίπτωση αυτή δεν εμπίπτουν τα μηχανήματα και ο εξοπλισμός γενικά που χρησιδανίζουν οι επιχειρήσεις σε άλλες επιχειρήσεις εκμετάλλευσης διαγνωστικών κέντρων, κλινικών ή θεραπευτηρίων. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)



12.07 Μηχανήματα σε ακίνητα τρίτων
12.08 Τεχνικές εγκαταστάσεις σε ακίνητα τρίτων

  • Το κόστος αγοράς των διαφημιστικών πινακίδων, στεγάστρων, αντλιών υγρών καυσίμων με το οποίο επιβαρύνεται εταιρεία πετρελαιοειδών για την τοποθέτησή τους σε πρατήρια τρίτων (από τα οποία διατίθενται αποκλειστικά τα καύσιμα της συγκεκριμένης εταιρείας) υπόκειται σε απόσβεση, εφόσον τα πάγια αυτά στοιχεία αποτελούν περιουσιακά στοιχεία της υπόψη εταιρείας. (1039635/10411/Β0012/14.11.2003)


  • Το κόστος κατασκευής υπόγειων δεξαμενών αποθήκευσης υγρών καυσίμων, που κατασκευάζει εταιρεία πετρελαιοειδών σε πρατήρια τρίτων, υπόκειται σε απόσβεση βάσει των ετών που προβλέπει η σύμβαση αποκλειστικής διάθεσης προϊόντων της εταιρείας με τον πρατηριούχο. (1039635/10411/Β0012/14.11.2003)


  • Το κόστος αγοράς παγίου εξοπλισμού επιχείρησης που παραχωρείται σε επιχειρήσεις που την πρακτορεύουν, υπόκειται σε απόσβεση σύμφωνα με τις διατάξεις της περ.στ΄ της παρ.1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994.(ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Εκπίπτουν oι δαπάνες ανώνυμης εταιρείας για διαμόρφωση χώρων και ανακαίνιση επιχειρήσεων τρίτων που την πρακτορεύουν, ως γενικά έξοδα διαχείρισης εντός της χρήσης που θα πραγματοποιούνται.(ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


 

13 ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕΣΑ
13.01 Λοιπά επιβατικά αυτοκίνητα

  • Τρόπος προσδιορισμού του υπερτιμήματος που προκύπτει από τη μεταβίβαση IX αυτοκινήτου.
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της περίπτωσης ζ' της παραγράφου 3 του άρθρου 28 του ν.2238/1994 θεωρείται εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις και το υπερτίμημα που προκύπτει από την πώληση αυτοκινήτου παγίου στοιχείου επιχείρησης.
    Από τις διατάξεις της παραγράφου 2 του άρθρου 5 του ν.δ 1146/1972 όπως αυτές τροποποιήθηκαν με τις διατάξεις του άρθρου 7 του ν.1160/1981, ως κέρδος ή ωφέλεια (υπεραξία) από την πώληση οχήματος παγίου στοιχείου επιχείρησης, η οποία δεν τηρεί ή τηρεί βιβλία Α ή Β κατηγορίας του ΚΒΣ , λαμβάνεται η διαφορά που προκύπτει, μεταξύ της τιμής πώλησης και της πραγματικής τιμής κτήσης αυτού προσαυξημένη με τις τυχόν βελτιώσεις που έγιναν σ' αυτό και μειωμένη με τις προβλεπόμενες αποσβέσεις.
    Ο υπολογισμός της τεκμαρτής αξίας πώλησης του οχήματος γίνεται με βάση τα τέλη χαρτοσήμου της περ. στ της παρ.4 του άρθρου 4 του ν.δ. 1146/1972 όπως αυτά διαμορφώθηκαν με μεταγενέστερους νόμους.
    Ωστόσο και μετά την κατάργηση των τελών χαρτοσήμου με το νόμο 2873/2000, ο προσδιορισμός της τεκμαρτής αξίας πώλησης, εξακολουθεί να γίνεται με αυτά τα ποσά των τελών χαρτοσήμου τα οποία μετατράπηκαν σε ευρώ.
    Περαιτέρω, σύμφωνα με τη παράγραφο 2 του άρθρου 5 του ν.δ. 1146/1972, το ν.1160/1981 και την αριθμ.10444/13/11.8.1982 ερμηνευτική εγκύκλιο, αν η τιμή πώλησης του οχήματος προκύπτει από άλλα στοιχεία, επίσημα η ανεπίσημα μεγαλύτερη από αυτή που προκύπτει από το τεκμαρτό προσδιορισμό λαμβάνεται υπόψη αυτή η μεγαλύτερη.
    Επίσης όπως σαφώς προκύπτει από τις προαναφερόμενες διατάξει, από το παράδειγμα που παρατίθεται στην παράγραφο 3 της ερμηνευτική εγκύκλιο 13/1982 του ν.1160/1981, αλλα και από τις οδηγίες για τον πίνακα Δ' που παρατίθενται στη τελευταία σελίδα του εντύπου (Ε41/06) της δήλωσης φορολογίας υπεραξίας αυτοκινήτων και μοτοσυκλετών, ως τιμή κτήσης του οχήματος λαμβάνεται πάντα η πραγματική, η οποία προκύπτει από τα τηρούμενα βιβλία της πωλήτριας επιχείρησης και επί της οποίας αξίας έχουν γίνει οι βελτιώσεις και οι προβλεπόμενες από το νόμο αποσβέσεις καθώς και από κάθε άλλο στοιχείο που απαιτείται να εκδοθεί κατά τη πώληση σύμφωνα με το νόμο.
    Η τεκμαρτή αξία αγοράς του πωλούμενου αυτοκινήτου θα ληφθεί υπόψη μόνο όταν η πωλήτρια επιχείρηση δεν προσκομίσει τα προαναφερόμενα επίσημα στοιχεία.
    Κατά συνέπεια ο ΚΩΔ. 7 του πίνακα Δ' της οικίας δήλωσης θα συμπληρωθεί με τη πραγματική τιμή αγοράς δηλαδή, αυτή που είναι καταχωρημένη στα βιβλία της πωλήτριας επιχείρησης σύμφωνα με το προβλεπόμενο από τον ΚΒΣ στοιχείο ή από το συμβολαιογραφικό έγγραφο κ.λπ νόμιμα δικαιολογητικά τα οποία έχετε υποχρέωση να προσκομίσετε μαζί με την οικία δήλωση στην αρμόδια Δ.Ο.Υ. (Αριθ. πρωτ.: Δ12Α 1081472 ΕΞ 21.6.2010)


 

14 ΕΠΙΠΛΑ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ
14.03 Ηλεκτρονικοί υπολογιστές και ηλεκτρονικά συγκροτήματα

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιθ. ισχύουν τα εξής: (Εκπίπτουν ) «Των ποσών για την αγορά ηλεκτρονικών υπολογιστών και του λογισμικού (SOFTWARE) που παρέχονται στους υπαλλήλους της επιχείρησης για τηλεργασία.»



  • Φορολογική μεταχείριση δαπάνης για την αγορά προγράμματος ηλεκτρονικού υπολογιστή. Όσον αφορά την απόσβεση της αξίας του προγράμματος Η/Υ (software) που πρόκειται να αγοραστεί, αυτή θα διενεργηθεί με το συντελεστή που θα επιλεγεί μεταξύ του κατώτερου 24% και του ανώτερου 30% που έχουν καθοριστεί με τις διατάξεις της παραγρ.5 του άρθρου 11 του Π.Δ. 299/2003 ή και ενδιάμεσου ακέραιου συντελεστή, όπως ορίζεται από τις διατάξεις της παραγρ.7 του άρθρου 9 του ν.3296/2004. Επίσης έχει παρασχεθεί η δυνατότητα της εφάπαξ απόσβεσης της αξίας του εν λόγω παγίου στοιχείου, κατά τη χρήση εντός της οποίας τίθεται σε λειτουργία, με τις διατάξεις της παραγρ. 9 του άρθρου 4 του ν.2753/1999.(1049002/930/Α0012/17.5.2007)


 

16 ΑΣΩΜΑΤΕΣ ΑΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΠΟΛΥΕΤΟΥΣ ΑΠΟΣΒΕΣΕΩΣ
16.00 Υπεραξία επιχειρήσεως(Goodwill)

  • Σε περίπτωση εξαγοράς θυγατρικής εταιρείας από τη μητρική της σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.2166/1993, η χρεωστική διαφορά (ζημία) που προκύπτει μεταξύ του καταβαλλόμενου τιμήματος και της λογιστικής αξίας της καθαρής θέσης της εξαγοραζόμενης εταιρίας, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της εξαγοράζουσας εταιρίας (1021577/10206/Β0012/ ΠΟΛ.1038/5.3.2003), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005) .



16.01 Δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ι, ισχύουν τα εξής:
    Εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα οι δαπάνες των δικαιωμάτων ή αποζημιώσεων που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις και οργανισμούς για τη χρησιμοποίηση τεχνικής βοήθειας, ευρεσιτεχνιών, σημάτων σχεδίων, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων και τύπων, πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλων συναφών δικαιωμάτων.
    Όταν οι πιο πάνω αποζημιώσεις ή δικαιώματα καταβάλλονται σε αλλοδαπούς οργανισμούς ή αλλοδαπές επιχειρήσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 51Β του παρόντος κώδικα, εκπίπτουν με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
    αα) Η υποχρέωση καταβολής να προκύπτει από έγγραφη σύμβαση και από αντίστοιχο τιμολόγιο του αντισυμβαλλομένου.
    ββ) Να έχει αποδοθεί στο Δημόσιο ο φόρος που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 13 ή της οικείας διμερούς σύμβασης περί αποφυγής της διπλής φορολογίας.
    γγ) Σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού εντός της οικείας διαχειριστικής περιόδου, αρκεί η πίστωση στο όνομα του αλλοδαπού δικαιούχου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας κλεισίματος ισολογισμού της διαχειριστικής περιόδου στην οποία αναφέρονται οι αποζημιώσεις ή τα δικαιώματα.
    δδ) Σε περίπτωση που τα υπόψη ποσά καταβάλλονται από εμπορικές επιχειρήσεις και αφορούν σε σήματα, μεθόδους εμπορίας ή διανομής και άλλα συναφή δικαιώματα, αυτά να μην έχουν ενσωματωθεί στην τιμή πώλησης. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και για τον κλάδο εμπορίας των μικτών επιχειρήσεων.
    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης αυτής.
    Τα αναγνωριζόμενα σε κάθε περίπτωση ποσοστά που καταβάλλονται δεν μπορεί να είναι ανώτερα από το μέσο όρο των ποσοστών που καταβάλλονται από επιχειρήσεις του ίδιου ομίλου άλλων χωρών προς εταιρία του αυτού ομίλου.


16.01.02 Σήματα

  • Η δαπάνη αγοράς από επιχειρήσεις νέου σήματος, αποσβένυται ισόποσα, σε δέκα (10) ισόποσες ετήσιες χρήσεις, αρχής γενομένης από αυτή μέσα στο μήνα της οποίας άρχισε η εκμετάλλευση ή η χρήση του σήματος. (1010046/10928/Β0012/ΠΟΛ.1047/4.2.2002)


16.10 Έξοδα ίδρυσης και πρώτης εγκατάστασης

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιβ. ισχύουν τα εξής: (Εκπίπτουν ) «Τα ποσά των εξόδων πρώτης εγκατάστασης και κτήσης ακινήτων αποσβένονται, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησης τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και για τις δαπάνες μετάβασης στο ευρώ, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν κατά τα οικονομικά έτη 2001, 2002 και 2003 (χρήσεις 2000, 2001 και 2002)
    Ειδικά τα έξοδα που πραγματοποιούν οι εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης του Ν. 1665/1986 (ΦΕΚ 194/Α') για την αγορά ακινήτων, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο σύμβασης του ίδιου νόμου, μπορούν να αποσβένονται και ισόποσα, ανάλογα με τά έτη διάρκειας της σύμβασης.
    Οι εταιρείες που για πρώτη φορά εφαρμόζουν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, μπορούν να εκπίπτουν τα έξοδα της περίπτωσης αυτής, καθώς και τα έξοδα της περίπτωσης ια', ή αντίστοιχων εξόδων πολυετούς απόσβεσης που αναγνωρίζονται ως τέτοια βάσει νόμου, ανάλογα με τον υπολειπόμενο χρόνο από την αρχική καταχώρηση τους.»


  • Ποσά που καταβάλλονται ως «αέρας» - Αποζημιώσεις σε μισθωτές ακινήτων
    Τα ποσά που καταβάλλονται από επιχειρήσεις σε ιδιοκτήτες ακινήτων ως «αέρας», ως αποβλέποντα στην ανάπτυξη των επιχειρήσεων αυτών, θεωρούνται έξοδα πρώτης εγκατάστασης και υπόκεινται σε εφάπαξ απόσβεση κατά το έτος πραγματοποίησής τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία, αρχής γενομένης από το έτος πραγματοποίησής τους. (1081201/10735/Β0012/24.10.2002), (1069701/10641/Β0012/26.9.2002), (1082567/10756/Β0012/24.10.2002), (1117620/11115 ΠΕ/Β0012/21.4.2000)


  • Τα ποσά που καταβάλλει επιχείρηση με σκοπό την ίδρυση νέων υποκαταστημάτων σε μισθωτές ακινήτων προκειμένου να παραιτηθούν από τα μισθωτικά τους δικαιώματα, ή σε ιδιοκτήτες ακινήτων, ως «αέρα», εκπίπτουν, ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. (1117620/11115 ΠΕ/Β0012/21.4.2000)


  • Έξοδα ίδρυσης νέων υποκαταστημάτων
    Τα έξοδα που πραγματοποίησε σε μία δεδομένη διαχειριστική περίοδο επιχείρηση, για την ίδρυση νέων υποκαταστημάτων και τα οποία παρακολουθεί αυτή στο λογαριασμό «έξοδα ίδρυσης και πρώτης εγκατάστασης», εκπίπτουν, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία, δηλαδή από τα ακαθάριστα έσοδα της υπόψη χρήσης και των τεσσάρων επόμενων χρήσεων. (1096191/10915 ΠΕ/Β0012/11.4.2000)


  • Οι δαπάνες διαφήμισης που πραγματοποιήθηκαν για την επιτυχή αύξηση, μέσω του Χρηματιστηρίου, του μετοχικού κεφαλαίου ανώνυμης εταιρείας, ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης, υπόκεινται είτε σε εφάπαξ απόσβεση, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. (1127319/11062/Β0012/18.11.1998)


  • Οι δαπάνες (εκτύπωση ενημερωτικών φυλλαδίων, καταχωρήσεις στον τύπο, έξοδα δημοσίευσης, κλπ.) στις οποίες προβαίνει επιχείρηση για την επιτυχή αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου, εκπίπτουν, ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης, από τα ακαθάριστα έσοδά της, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. (1127319/11062/Β0012/18.11.1998), (1024538/10120/Β0012/31-5-2003), (1020966/10093/Β0012/27.5.2003)


  • Οι δαπάνες που πραγματοποίησε ανώνυμη εταιρία, προκειμένου οι μετοχές της να εισαχθούν στο Χρηματιστήριο για διαπραγμάτευση καθώς και αυτές που αφορούν στην απορρόφηση άλλης ανώνυμης εταιρείας, δύνανται ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης να αποσβεσθούν, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία, καθόσον θα συμβάλλουν στην απόκτηση εισοδήματος από την απορροφώσα εταιρία για περισσότερες από μία διαχειριστικές χρήσεις. (1007945/10029/Β0012/2.2.1996)


  • Οι δαπάνες κατασκευής εγκαταστάσεων σε δημόσιους χώρους, οι οποίες πραγματοποιούνται στα πλαίσια χορήγησης άδειας λειτουργίας της επιχείρησης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης. (1063025/10736/Β0012/16.10.2007)


  • Οι δαπάνες μισθοδοσίας και διαφήμισης που πραγματοποιεί εταιρία για τη σύνταξη μελέτης, σχετικά με την κυκλοφορία ενός νέου προϊόντος, αποτελούν έξοδα πρώτης εγκατάστασης και αποσβένονται είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Η δαπάνη επιχείρησης για την κατάρτιση τεχνικοοικονομικών μελετών που θα αποτελέσουν πηγή πληροφοριών για το μέλλον και για την αξιοποίηση κτιρίων και οικοπέδων ιδιοκτησίας της, αποτελούν έξοδα πρώτης εγκατάστασης και υπόκεινται είτε σε εφάπαξ απόσβεση, είτε σε μία πενταετία. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα έξοδα στα οποία προβαίνει επιχείρηση για το λανσάρισμα νέου περιοδικού και τα οποία αφορούν μελέτη για την κυκλοφορία αυτού, εκπίπτουν, ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης από τα ακαθάριστα έσοδά της, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Επί εξαγοράς ή συγχώνευσης οικονομικής μονάδας, η διαφορά μεταξύ του ολικού τιμήματος αγοράς και της πραγματικής αξίας των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων της δεν εμπίπτει στην έννοια των «εξόδων πρώτης εγκατάστασης»
    Περίληψη
    Η υπεραξία της επιχειρήσεως που δημιουργείται κατά την εξαγορά ή συγχώνευση ολόκληρης οικονομικής μονάδας και που είναι ίση με τη διαφορά μεταξύ του ολικού τιμήματος αγοράς και της πραγματικής αξίας των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων της, καταχωρείται στο λογαριασμό «υπεραξία επιχειρήσεως» των ασώματων ακινητοποιήσεων.
    Όμως, κατά τις διατάξεις του άρθρου 105 παρ.2 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του Ν. 2238/1994 (Α΄ 151), για τον προσδιορισμό του συνολικού καθαρού εισοδήματος των υποκειμένων στη φορολογία του νόμου αυτού νομικών προσώπων, μεταξύ των οποίων και των ημεδαπών ανωνύμων εταιριών, εκπίπτονται από τα ακαθάριστα έσοδα αυτών οι δαπάνες απόκτησης του εισοδήματος, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 31 του νόμου αυτού.
    Κατά δε την παράγραφο 1 του άρθρου τούτου, το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ. εξευρίσκεται λογιστικώς, με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, μεταξύ άλλων, «α)... ιβ) των ποσών των εξόδων πρώτης εγκατάστασης και κτήσης ακινήτων», τα οποία «αποσβένονται, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησής τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία». . Κατά την τελευταία αυτή διάταξη, επί εξαγοράς ή συγχώνευσης οικονομικής μονάδας, η διαφορά μεταξύ του ολικού τιμήματος αγοράς και της πραγματικής αξίας των επιμέρους περιουσιακών στοιχείων της δεν εμπίπτει στην έννοια των «εξόδων πρώτης εγκατάστασης» και συνεπώς δεν εκπίπτει, εφάπαξ ή τμηματικά, από τα ακαθάριστα έσοδα της (εξαγοράζουσας) εταιρίας για την εξεύρεση του καθαρού εισοδήματός της . (ΣτΕ 3251/2012)





16.12 Έξοδα λοιπόν ερευνών

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ια. ισχύουν τα εξής: (Εκπίπτουν ) «Οι δαπάνες επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας κατά το χρόνο της πραγματοποίησης τους, με εξαίρεση τις δαπάνες που αφορούν πάγιο εξοπλισμό, οι οποίες αποσβένονται ισόποσα σε τρία (3) χρόνια. Τα κριτήρια χαρακτηρισμού των πιο πάνω δαπανών καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Βιομηχανίας, Ενέργειας και Τεχνολογίας.
    Όταν οι δαπάνες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, υπερβαίνουν μέσα στη χρήση, το μέσο όρο των αντίστοιχων δαπανών που πραγματοποιήθηκαν τις δύο προηγούμενες χρήσεις, αφαιρείται από τα καθαρά κέρδη, όπως αυτά προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού, επιπλέον ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) των δαπανών αυτών που πραγματοποιήθηκαν στη χρήση. Στην περίπτωση αυτή, οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4 του (ν.2238/1994) για τη μεταφορά της ζημίας, έχουν εφαρμογή για το υπόλοιπο ζημιών που προκύπτει μετά την αφαίρεση του πιο πάνω ποσοστού. Προϋπόθεση εφαρμογής των δύο προηγούμενων εδαφίων είναι η πιστοποίηση της πραγματοποίησης των πιο πάνω δαπανών από το Υπουργείο Ανάπτυξης. Για το σκοπό αυτόν, η αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου αυτού υποχρεούται να χορηγεί βεβαίωση στην οποία θα αναφέρεται το είδος των δαπανών και ο χρόνος πραγματοποίησης τους.»


  • Για την έκπτωση των δαπανών επιστημονικής και τεχνολογικής έρευνας από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων δεν απαιτείται η πιστοποίησή τους από το Υπουργείο Ανάπτυξης, ενώ για την έκπτωση από τα καθαρά κέρδη, σύμφωνα με τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου και επόμενα της περ. ια' της παρ.1 του άρθρου 31 του ν2238/1994, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η πιστοποίηση της πραγματοποίησής τους από την Γενική Γραμματεία ΄Ερευνας και Τεχνολογίας, μετά από αίτηση που υποβάλλουν οι ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις απευθείας στο Υπουργείο Ανάπτυξης.ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Η δαπάνη των φαρμακευτικών γενικά επιχειρήσεων για τη διεξαγωγή κλινικών και επιδημιολογικών μελετών για φάρμακα τα οποία εισάγονται ή παράγονται από φαρμακευτικές εταιρείες και με την προϋπόθεση ότι οι μελέτες αυτές διενεργούνται με τη διαδικασία που προβλέπεται από τη νομοθεσία του Ε.Ο.Φ..( ΠΟΛ.1106/24.7.2008)




16.14 Έξοδα κτήσεως ακινητοποιήσεων

 

Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιβ. ισχύουν τα εξής: (Εκπίπτουν ) «τα ποσά των εξόδων πρώτης εγκατάστασης και κτήσης ακινήτων αποσβένονται, είτε εφάπαξ κατά το έτος πραγματοποίησης τους, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και για τις δαπάνες μετάβασης στο ευρώ, οι οποίες θα πραγματοποιηθούν κατά τα οικονομικά έτη 2001, 2002 και 2003 (χρήσεις 2000, 2001 και 2002)
Ειδικά τα έξοδα που πραγματοποιούν οι εταιρίες χρηματοδοτικής μίσθωσης του Ν. 1665/1986 (ΦΕΚ 194/Α') για την αγορά ακινήτων, τα οποία θα αποτελέσουν αντικείμενο σύμβασης του ίδιου νόμου, μπορούν να αποσβένονται και ισόποσα, ανάλογα με τά έτη διάρκειας της σύμβασης.
Οι εταιρείες που για πρώτη φορά εφαρμόζουν τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, μπορούν να εκπίπτουν τα έξοδα της περίπτωσης αυτής, καθώς και τα έξοδα της περίπτωσης ια', ή αντίστοιχων εξόδων πολυετούς απόσβεσης που αναγνωρίζονται ως τέτοια βάσει νόμου, ανάλογα με τον υπολειπόμενο χρόνο από την αρχική καταχώρηση τους.»

16.18 Τόκοι δανείων κατασκευαστικής περιόδου

Σε περίπτωση που ο χρόνος πραγματοποίησης της επένδυσης (κατασκευαστική περίοδος) διαρκεί πέραν του έτους, οι τόκοι δανείων οι οποίοι λογίζονται ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης, είναι αυτοί που αφορούν συνολικά όλες τις χρήσεις μέχρι τη λήξη της χρήσης εντός της οποίας αρχίζει η παραγωγική δράση της επιχείρησης και υπόκεινται είτε σε εφάπαξ απόσβεσή τους κατά την ανωτέρω χρήση, είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία αρχής γενομένης από τη χρήση αυτή. (1116233/11377/Β0012/27.3.2001)

Οι τόκοι δανείου, το οποίο σύναψε επιχείρηση προκειμένου να υλοποιήσει επένδυση η οποία αναφέρεται στην επέκταση των εγκαταστάσεων υφιστάμενου εργοστασίου της (κατασκευή εμφιαλωτηρίου ζύθου και των αναγκαίων δεξαμενών κλπ.), είναι δυνατόν για το χρονικό διάστημα μέχρι την έναρξη της παραγωγικής δράσης των νέων έργων, να θεωρηθούν έξοδα πρώτης εγκατάστασης και να αποσβεστούν είτε εφάπαξ είτε τμηματικά και ισόποσα μέσα σε μία πενταετία, αρχής γενομένης από τη χρήση που άρχισε η παραγωγική λειτουργία της νέας επένδυσης. (Ε. 6422/896/29.6.1982)

18 ΣΥΜΜΕΤΟΧΕΣ ΚΑΙ ΛΟΙΠΕΣ ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ

  • Η ζημία από τη μείωση της ονομαστικής αξίας μετοχών ανώνυμης εταιρείας τις οποίες κατέχει άλλη ανώνυμη εταιρεία, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της δεύτερης, ως ζημία πραγματοποιηθείσα από υποτίμηση κεφαλαίου, καθόσον η ζημία αυτή, εφόσον δεν έλαβε χώρα και εκποίηση των πιο πάνω μετοχών στην υποτιμηθείσα αξία τους, δεν θεωρείται ότι υφίσταται κατά το χρόνο μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου. (1099519/10956ΠΕ/Β0012/21.1.2003)


  • Η ζημία που προκύπτει σε βάρος εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, από τη συμμετοχή της σε εκκαθαρισθείσα αλλοδαπή εταιρεία, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον προέρχεται από πηγή κείμενη στην αλλοδαπή. Το ποσό δε της ζημίας με το οποίο επιβαρύνθηκε τελικά ανώνυμη εταιρεία λόγω της συμμετοχής της στην πιο πάνω ημεδαπή ΕΠΕ, η οποία λύθηκε, δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα και την προέλευσή της από την αλλοδαπή και επομένως το ως άνω ποσό της ζημίας δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της έστω και αν περιήλθε σε αυτή μέσω της λυθείσας ημεδαπής ΕΠΕ στην οποία συμμετείχε. (1100784/11227ΠΕ/Β0012/31.1.2001)


  • Η ζημία που προκύπτει σε βάρος ανώνυμης εταιρείας από την εκκαθάριση ομόρρυθμης εταιρείας που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας του ΚΒΣ της οποίας κατείχε μερίδια, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής, καθόσον η συγκεκριμένη ζημία αποτελεί απώλεια κεφαλαίου οριστική και εκκαθαρισμένη. (1100750/11235 ΠΕ/Β0012/2.2.2001)


  • Η ζημία επιχείρησης η οποία προέρχεται από την εκκαθάριση ανώνυμης εταιρείας της οποίας κατείχε μετοχές, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής, καθόσον η συγκεκριμένη ζημία αποτελεί απώλεια κεφαλαίου οριστική και εκκαθαρισμένη. (ΠΟΛ.1168/25.5.2000)


  • Το ποσό πρόβλεψης αποτίμησης συμμετοχών σε αλλοδαπή εταιρεία που σχημάτισε ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της.
    Με τις διατάξεις του άρθρου 31 του ν.2238/1994, ορίζονται περιοριστικά οι περιπτώσεις δαπανών που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης και τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., μεταξύ των οποίων δεν περιλαμβάνονται οι προβλέψεις αποτίμησης συμμετοχών σε αλλοδαπές εταιρείες.
    Κατόπιν των ανωτέρω,το ποσό της πρόβλεψης αποτίμησης συμμετοχών σε αλλοδαπή εταιρεία μη εισηγμένη στο χρηματιστήριο, η οποία δεν έχει τη μορφή της ανώνυμης εταιρείας, που σχημάτισε η επιχείρησή, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. και επομένως, η εν λόγω δαπάνη δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. 'Αλλωστε, τα ανωτέρω ισχύουν και σε περίπτωση που οι συμμετοχές αφορούσαν ημεδαπές επιχειρήσεις. (1042514/10593/Β0012)



  • Η ζημία από τη μείωση της ονομαστικής αξίας μετοχών Α.Ε. που κατέχει άλλη Α.Ε. δεν μπορεί να εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα της δεύτερης, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περ. η' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994.
    Όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση, για να εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα της μετόχου επιχειρήσεως σαν απώλεια του κεφαλαίου, το ποσό που προέκυψε από τη μείωση του κεφαλαίου της εταιρείας στην οποία συμμετέχει η πρώτη, θα πρέπει η ζημία να έχει αναγνωριστεί φορολογικά και να υφίσταται κατά το χρόνο της μειώσεως του μετοχικού κεφαλαίου (αρ. πρωτ. 2948/8.7.1981 έγγραφο της Γεν. Δ/νσης Επιθ/σης - 1ης Επθ/σης Οικον. Εφοριών).
    Το Ν.Σ.Κ με την αριθ. 33/1981 γνωμοδότησή του, γνωμοδότησε ότι οι ανώνυμες εταιρίες που προβαίνουν σε μείωση του μετοχικού τους κεφαλαίου, με σκοπό τη μερική κάλυψη ζημιών, δεν μπορούν να μεταφέρουν για συμψηφισμό στα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 4 του ν. 2238/1994, το ποσό της ζημίας που αποσβέσθηκε με μείωση του μετοχικού κεφαλαίου τους, καθόσον αυτή έχει «μετακυλίσει» στους μετόχους της και επομένως δεν υπάρχει ζημία για την ίδια την εταιρία.
    Η ανωτέρω γνωμοδότηση έχει γίνει αποδεκτή από τον Υπουργό Οικονομικών και εφαρμόζεται πάγια από τη Διοίκηση (Ε. 81/ΠΟΛ.97/1981, 1095255/10868πε/Β0012/1998, 1040981/10384/Β0012/1999 και 1052458/10412/ Β0012/2001).
    Περαιτέρω, από τη νομολογία των διοικητικών δικαστηρίων έχει κριθεί, ότι όταν μια επιχείρηση κατέχει μετοχές ανώνυμης εταιρείας, η τελευταία δε προβεί σε μείωση του μετοχικού της κεφαλαίου και σε αντίστοιχη μείωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών της, η υποτίμηση αυτή των μετοχών δεν συνιστά για την επιχείρηση κάτοχο των εν λόγω μετοχών, πραγματοποιηθείσα ζημία που να μπορεί να εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδο της, εφόσον δεν έλαβε χώρα και εκποίηση των μετοχών στην υποτιμηθείσα αξία τους (Σ.τ.Ε 1168/1988 7μελούς, 29011989, 936/1992).
    Από όλα όσα προαναφέρθηκαν προκύπτει, ότι η ζημία η οποία μετακυλίεται σύμφωνα με τα ανωτέρω, σε ανώνυμη εταιρεία η οποία συμμετέχει σε άλλη ανώνυμη λόγω μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου της δεύτερης με σκοπό την ισόποση απόσβεση ζημιών της παρελθουσών χρήσεων, δεν αναγνωρίζεται φορολογικά και κατά συνέπεια, δεν μπορεί να εκπεστεί αυτή από τα ακαθάριστα έσοδα της πρώτης επιχείρησης, κατ' εφαρμογή των διατάξεων της περ. η' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994.( 1099519/10956πε/Β0012/21.1.2003)


  • Υποχρέωση τεκμηρίωσης Ενδοομιλικών συναλλαγών ( άρθρα 39 έως 39Γ του Κ.Φ.Ε ισχύει Μεταβιβάσεις Μετοχών, Εταιρικών μερίδων ή μεριδίων, ποσοστών συμμετοχής σε κοινωνία αστικού δικαίου που ασκεί επιχείρηση ή επάγγελμα ή σε κοινοπραξία, εκτός κοινοπραξίας τεχνικών έργων ( Άρθρο 13 του Κ.Φ.Ε ) .


 

ΟΜΑΔΑ 2η: ΑΠΟΘΕΜΑΤΑ
ΓΕΝΙΚΑ

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. γ. ισχύουν τα εξής: (Εκπίπτουν ) «Της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κ.λ.π..Ειδικά για τις επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία και στοχεία δεύτερης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων όταν δεν διενεργούν απογραφή, ως απογραφή λήξης της διαχειριστικής περιόδου λαμβάνεται ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί των αγορών της περιόδου αυτής και ως απογραφή έναρξης ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) επί των αγορών της προηγούμενης διαχειριστικής περιόδου. Αν προαιρετικά έχει διενεργηθεί απογραφή έναρξης και λήξης, για τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος λαμβάνονται υπόψη τα δεδομένα αυτών, με την προϋπόθεση ότι θα συνεχισθεί η σύνταξη των απογραφών για μία τριετία από τη σύνταξη της πρώτης προαιρετικής απογραφής λήξης. Αν δεν τηρηθεί η υποχρέωση αυτή, επιβάλλονται οι προβλεπόμενες από τις διατάξεις του N. 2523/1997 κυρώσεις για τη μη σύνταξη απογραφής.
    Οι δαπάνες της περίπτωσης αυτής δεν αναγνωρίζονται όταν καταβάλλονται ή οφείλονται σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα της οποίας η δραστηριότητα στη συγκεκριμένη συναλλαγή εξαντλήθηκε στην τιμολόγησή της και η παράδοση των αγαθών ή η παροχή των υπηρεσιών διενεργήθηκε από τρίτο πρόσωπο. Από τη διοίκηση έχει γίνει δεκτό, ότι οι νέες διατάξεις δεν αναφέρονται στις τριγωνικές συναλλαγές που πραγματοποιούν εντός της χώρας μας ημεδαπές επιχειρήσεις (π.χ. φασόν), αλλά μόνο σε αυτές που μεσολαβεί εταιρία με έδρα σε κράτη μη συνεργάσιμα ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 51Α του ν. 2238/1994 (σχετ. το Δ12Β/1098722/ΕΞ2010/26.7.2010 έγγραφό). Τα μη συνεργαζόμενα κράτη για το 2010 και το 2011 ορίζονται με την απόφαση ΔΟΣ/Α/1150236/ΕΞ/9.11.2010, ενώ για το 2012 με τις αποφάσεις ΔΟΣ Α 1177722 ΕΞ 30.12.2011 - ΔΟΣ Α 1011408 ΕΞ 20.1.2012.
    Για τον προσδιορισμό του κόστους των μενόντων προϊόντων στις βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις, συνυπολογίζεται στην αξία των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν και ανάλογο ποσοστό εξόδων παραγωγής, στα οποία περιλαμβάνονται και οι τακτικές αποσβέσεις των πάγιων περιουσιακών στοιχείων.»


  • Εκπίπτουν. Οι δασμοί και λοιποί φόροι – τέλη που καταβάλλει επιχείρηση κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων που έχουν αγοραστεί από εξωχώρια εταιρεία εκπίπτουν, σύμφωνα με την περ.ε΄ της παρ.1 του άρθρου 31 του ΚΦΕ από τα ακαθάριστα έσοδα, έστω και αν τα ποσά αυτών έχουν ενσωματωθεί στο κόστος των αγορασθέντων εμπορευμάτων (οι αγορές δεν αναγνωρίζονται σύμφωνα με την παρ.14 του ιδίου άρθρου). Επίσης, αναγνωρίζονται και τα λοιπά έξοδα που πραγματοποιούνται για την εισαγωγή των υπόψη αγαθών (εκτελωνιστικά, μεταφορικά, έξοδα τραπεζών κλπ.), με την προϋπόθεση ότι καλύπτονται από νόμιμα παραστατικά. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • ΤΡΟΠΟΣ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΝΟΝΤΩΝ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ
    Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 28. Αποτίμηση στοιχείων απογραφής του Κ.Β.Σ ισχύουν τα εξής:
    « 1.Τα αποθέματα,εκτός από τα υπολείμματα,τα υποπροϊόντα και τα ελαττωματικά προϊόντα,αποτιμώνται στην κατ'είδος χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής τους και της τιμής στην οποία η επιχείρηση μπορεί να τα αγοράσει ή να τα παράγει κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού.Εάν η τελευταία αυτή τιμή είναι χαμηλότερη από την τιμή κτήσης ή το ιστορικό κόστος παραγωγής,αλλά μεγαλύτερη από την καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία, τότε η αποτίμηση γίνεται στην καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία. Τα υπολείμματα,τα υποπροϊόντα και τα ελαττωματικά προϊόντα αποτιμώνται σύμφωνα με όσα ορίζονται από τις περιπτώσεις 3, 4 και 14 της παραγράφου 2.2.205 του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980,αντίστοιχα.
    Για την αποτίμηση των συμπαραγωγών προϊόντων λαμβάνονται υπόψη τα όσα ορίζονται από τις περιπτώσεις 11και 12 της παραγράφου 2.2.205 του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980.
    2. Για την εφαρμογή των διατάξεων της προηγούμενης παραγράφου λαμβάνονται υπόψη οι εννοιολογικοί προσδιορισμοί της τιμής κτήσης, της τρέχουσας τιμής αγοράς, του ιστορικού κόστους παραγωγής και της καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας που ορίζονται από τις περιπτώσεις 6, 8, 9 (εκτός του τρίτου εδαφίου) και 10 της παραγράφου 2.2.205 του άρθρου 1 του Π.Δ. 1123/1980.
    Όταν τα λογιστικά βιβλία τηρούνται σύμφωνα με τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα (Δ.Λ.Π.), η αξία των μενόντων αποθεμάτων των ιδιοπαραχθέντων έτοιμων προϊόντων και της παραγωγής σε εξέλιξη, όπως αυτή προσδιορίζεται με βάση τα Δ.Λ.Π. δεν αναπροσαρμόζεται με τις διαφοροποιήσεις στοιχείων κόστους μεταξύ λογιστικής και φορολογικής βάσης. Οι διαφορές αυτές, εφόσον υπάρχουν, ποσοτικοποιούνται σε ετήσια συνολική βάση, ανεξάρτητα αν αποτελούν στοιχεία κόστους των πωληθέντων ή των μενόντων προϊόντων και καταχωρούνται στον Πίνακα των Φορολογικών Αποτελεσμάτων Χρήσης και στον Πίνακα Συμφωνίας Λογιστικής - Φορολογικής Βάσης (Π.Σ.Λ.Φ.Β.), που ορίζονται από τις διατάξεις της παρ. 7 του άρθρου 7 του Κώδικα αυτού.
    Ειδικότερα, η τιμή κτήσης και το ιστορικό κόστος παραγωγής υπολογίζονται με βάση οποιαδήποτε από τις παραδεκτές μεθόδους, με την προϋπόθεση ότι η μέθοδος που θα επιλεγεί θα εφαρμόζεται πάγια για τα αποθέματα όλων των εγκαταστάσεων.
    Για τη βελτίωση της λειτουργικότητας της επιχείρησης ή για άλλους σπουδαίους λόγους επιτρέπεται, μετά από έγκριση της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων (Ε.Λ.Β.), η αλλαγή της μεθόδου προσδιορισμού της τιμής κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής.
    Κατ' εξαίρεση επιτρέπεται χωρίς έγκριση της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων η αλλαγή της μεθόδου προσδιορισμού της τιμής κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής, κατά την πρώτη διαχειριστική περίοδο πλήρους εφαρμογής της αναλυτικής λογιστικής (ομάδα 9) του Π.Δ. 1123/1980.
    Ομοίως δεν απαιτείται έγκριση της Επιτροπής Λογιστικών Βιβλίων και κατά την πρώτη αλλαγή της μεθόδου προσδιορισμού της τιμής κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής, με την προϋπόθεση υποβολής σχετικής γνωστοποίησης στον αρμόδιο προϊστάμενο Δ.Ο.Υ. μέχρι τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου που θα εφαρμοστεί η νέα μέθοδος.»Σύμφωνα με τον Κ.Φ.Α.Σ(παρ. 10.2 άρθρου 4) , για τους κανόνες αποτίμησης της απογραφής γίνεται πα¬ραπομπή στις διατάξεις του Π.Δ.1123/1980. Υπό το καθεστώς του Κ.Β.Σ. υπάρχουν κάποιες διαφορές σε σχέση με το Π.Δ.1123/1980 που αφορούν την αποτίμηση των συμμετοχών και χρεογράφων. Ειδικότερα ο Κ.Β.Σ. ευθυγραμμιζόμενος με τις διατάξεις του Κ.Ν.2190/1920 ορίζει ότι αποτιμούνται στην κατ΄ είδος χαμηλότερη τιμή μεταξύ κτήσεως και τρεχούσης, ενώ βάσει του Π.Δ.1123/1980 η αποτίμηση γίνεται στην συνολικά χαμηλότερη τιμή μεταξύ κτήσεως και τρεχούσης.



  • Σε περίπτωση καταβολής (εξόφλησης) του ειδικού φόρου κατανάλωσης εισαγομένων αλκοολούχων ποτών στο Δημόσιο μετά από την εξαγωγή των ποτών αυτών από το καθεστώς της φορολογικής αποθήκης, δεν επηρεάζεται ο χρόνος έκπτωσης του πιο πάνω φόρου από τα ακαθάριστα έσοδα της εισαγωγικής εταιρείας και εκπίπτει (έκπτωση της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κλπ.), κατά το μέρος που συμμετέχει κάθε φορά στο κόστος των πωληθέντων εμπορευμάτων, καθόσον ο φόρος αυτός προσαυξάνει την τιμολογιακή αξία των πιο πάνω εμπορευμάτων. (1033037/10334/Β0012/19.4.1994)


 

20 ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΑ
24 ΠΡΩΤΕΣ ΚΑΙ ΒΟΗΘΗΤΙΚΕΣ ΥΛΕΣ - ΥΛΙΚΑ ΣΥΣΚΕΥΑΣΙΑΣ

  • Ως εκπεστέο ποσό δαπάνης θεωρείται το πράγματι καταβληθέν από την επιχείρηση και όχι το τυχόν ανταποκρινόμενο στην αξία της πρώτης ύλης μικρότερο ποσό, εκτός εάν αμφισβητηθεί αιτιολογημένα το ανωτέρω ποσό δαπάνης ως εικονικό. (ΣτΕ 726/92), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


25 ΑΝΑΛΩΣΙΜΑ ΥΛΙΚΑ

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 7 ισχύουν τα εξής: « (Εκπίπτουν ) 7. Για τον προσδιορισμό του κόστους των μενόντων προϊόντων στις βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις, συνυπολογίζεται στην αξία των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν και ανάλογο ποσοστό εξόδων παραγωγής, στα οποία περιλαμβάνονται και οι τακτικές αποσβέσεις των πάγιων περιουσιακών στοιχείων.»


26 ΑΝΤΑΛΛΑΚΤΙΚΑ ΠΑΓΙΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ

  • Η αξία των ανταλλακτικών αφαιρείται εξ ολοκλήρου στη χρήση που πρωτοχρησιμοποιήθηκαν. Πρέπει όμως να αποδεικνύεται ότι πρόκειται για αγορές τρέχουσας φύσης ανταλλακτικών και όχι για μέρη μηχανημάτων τα οποία αυξάνουν το κόστος των παγίων. (ΣτΕ 806/1998)


  • Η αξία των εργαλείων και ανταλλακτικών των χρησιμοποιουμένων μηχανημάτων, τόσο των επιχειρήσεων, όσο και των ελευθέρων επαγγελματιών, αποσβένονται εξ ολοκλήρου εντός της χρήσεως κατά την οποία για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν αυτά. (ΣτΕ 3/90) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η ξυλεία που χρησιμοποιείται για την διάστρωση του σκυροδέματος και την διαμόρφωση ικριωμάτων δεν συμπεριλαμβάνεται στην έννοια των εργαλείων και υπόκειται σε τμηματική απόσβεση. (ΣτΕ 4297/1980)(ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


ΟΜΑΔΑ 3η: ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΑ

  • Η ζημία που προκύπτει σε βάρος επιχείρησης λόγω εκχώρησης απαιτήσεών της σε άλλη επιχείρηση, έναντι τιμήματος μικρότερου του ύψους των απαιτήσεων αυτών, δεν εκπίπτει ως γενικό έξοδο διαχείρισης, από τα ακαθάριστα έσοδά της. (Δεν καταλαμβάνει τις εκχωρήσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του Ν. 3156/2003). (1038950/10303/Β0012/27.6.1997)


33.13 Ελληνικό Δημόσιο - προκαταβλημένοι και παρακρατημένοι φόροι

  • Σε περίπτωση ζημίας από την πώληση μη εισηγμένων μετοχών, ο καταβληθείς φόρος 5% δεν εκπίπτει από τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος.
    Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.2238/1994 ορίζεται, ότι φορολογείται αυτοτελώς με συντελεστή 5% η πραγματική αξία πώλησης μετοχών ημεδαπών ανωνύμων εταιρικών μη εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών, οι οποίες μεταβιβάζονται από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ημεδαπά ή αλλοδαπά.
    Με τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της παρ. 2 του άρθρου 13 του ν.2238/1994, που προστέθηκε με την παρ. 2 του άρθρου 10 του ν.3522/2006 και έχει εφαρμογή, σύμφωνα με την περ. α' του άρθρου 39 του ίδιου νόμου, για εισοδήματα που αποκτώνται από 1.1.2007 και μετά, ορίζεται, ότι όταν δικαιούχοι της υπεραξίας από πώληση των πιο πάνω μετοχών είναι πρόσωπα που αναφέρονται στην παρ. 1 του άρθρου 101, με την καταβολή του φόρου 5% δεν εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων, αλλά τα κέρδη από τις συναλλαγές αυτές φορολογούνται με τις γενικές διατάξεις.
    Από τις διατάξεις αυτές συνάγεται, ότι μόνο τα κέρδη από την πώληση μετοχών υπόκεινται σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις όταν δικαιούχος του κέρδους είναι ανώνυμη εταιρεία, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ή άλλο νομικό πρόσωπο της παρ. 1 του άρθρου 101 του Κ.Φ.Ε..
    Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περίπτωσης α' της παραγράφου 4 του άρθρου 109 του ν.2238/1994 ορίζεται ότι από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί στο φορολογούμενο εισόδημα και του συμπληρωματικού φόρου εκπίπτουν ο φόρος που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 12, 13 παράγραφοι 1 και 2, 55, 111 και 114 του παρόντος, στο εισόδημα που υπόκειται σε φόρο.
    Εξάλλου, με τις διατάξεις της παρ.5 του άρθρου 109 του ν.2238/1994 ορίζεται, ότι όταν το ποσό του φόρου που προκαταβλήθηκε ή παρακρατήθηκε είναι μεγαλύτερο από το φόρο που αναλογεί, η επιπλέον διαφορά συμψηφίζεται στο υπόλοιπο ποσό που προκύπτει για βεβαίωση.
    Με το αριθμ. πρωτ. 1107756/11212/Β0012/19.12.2007 έγγραφό του ΥΠ.ΟΙΚ διευκρινίστηκαν τα ακόλουθα:
    Αν από την πώληση μετοχών ΜΗ εισηγμένων στο Χ.Α. προκύψει κέρδος για την πωλήτρια ανώνυμη εταιρία, το εν λόγω κέρδος υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος με τις γενικές διατάξεις και από τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος εκπίπτει ολόκληρο το ποσό του φόρου 5% το οποίο και είχε αποδώσει στο δημόσιο, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 13 του Κ.Φ.Ε. Τυχόν πιστωτικό υπόλοιπο που προκύπτει κατά την εκκαθάριση επιστρέφεται, σύμφωνα με το άρθρο 109 του Κ.Φ.Ε.
    Αν από την πώληση των πιο πάνω μετοχών προκύψει ζημία, θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 38 του Κ.Φ.Ε. και ο καταβληθείς φόρος 5% δεν εκπίπτει από τον αναλογούντα φόρο εισοδήματος, αλλά ούτε και ως δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρείας γιατί, ως φόρος εισοδήματος δεν επιτρέπεται η έκπτωσή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε…
    Αν εντός της χρήσης από την πώληση ορισμένων μετοχών προκύψει κέρδος και από άλλες ζημία, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται τόσο το κέρδος όσο και η ζημία με βάση τα προβλεπόμενα από το νόμο δηλαδή, το μεν κέρδος φορολογείται με τις γενικές διατάξεις ενώ για τη ζημία έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 38 του Κ.Φ.Ε.( 1020972/10297/Β0012/30.9.2008)



36 ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΙ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ
36.00 Έξοδα επόμενων χρήσεων

  • Οι δαπάνες που φέρουν χαρακτήρα μισθώματος, δηλαδή περιοδικής παροχής, είναι εκπεστέες τμηματικά από τα έσοδα των χρήσεων διάρκειας της μίσθωσης, έστω και αν συμφωνήθηκε η εφάπαξ καταβολή τους κατά το χρόνο σύναψης της συμβάσεως. (ΣτΕ 2357/93), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

ΟΜΑΔΑ 4η: ΚΑΘΑΡΗ ΘΕΣΗ - ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ - ΜΑΚΡΟΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
40 ΚΕΦΑΛΑΙΟ

 

  • Αρθρο 106. Υπολογισμός φορολογητέου εισοδήματος .. 3. Αφορολόγητα αποθεματικά ανώνυμων εταιριών,εταιριών περιορισμένης ευθύνης , ιδιωτικών κεφαλαιουχικών εταιρειών ή συνεταιρισμών,ανεξάρτητα του χρόνου σχηματισμού τους,διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα οποτεδήποτε,φορολογούνται κατά το χρόνο της διανομής ή κεφαλαιοποίησης με βάση τις διατάξεις του παρόντος στο όνομα του νομικού προσώπου, μετά την αναγωγή αυτών σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος φόρου. Τα ως άνω διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα αποθεματικά φορολογούνται αυτοτελώς,μη συναθροιζομένων των ποσών αυτών με το προκύπτον αποτέλεσμα του ισολογισμού,κατά το χρόνο που γίνεται η διανομή ή κεφαλαιοποίηση.Προς τούτο,το νομικό πρόσωπο υποχρεούται να υποβάλλει δήλωση του άρθρου 107 μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από το μήνα που λαμβάνεται η απόφαση από το αρμόδιο όργανο για διανομή ή κεφαλαιοποίηση των αποθεματικών.Ο προκύπτων φόρος καταβάλλεται σε τρεις ίσες μηνιαίες δόσεις, από τις οποίες, η πρώτη ταυτόχρονα με την υποβολή της δήλωσης,οι δε υπόλοιπες δύο την τελευταία εργάσιμη ημέρα των δύο (2)επόμενων, από την υποβολή της δήλωσης, μηνών.Με την καταβολή του ως άνω φόρου εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα αποθεματικά. Τα ανωτέρω δεν έχουν εφαρμογή:
    α)σε αφορολόγητα αποθεματικά,για την κεφαλαιοποίηση των οποίων ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 13 του ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127Α) και του άρθρου 101 του ν.1892/1990,
    β) σε περίπτωση διανομής ή κεφαλαιοποίησης αφορολόγητων αποθεματικών που έχουν σχηματίσει μέχρι του χρόνου έναρξης ισχύος του ν.2065/1992 οι εταιρίες περιορισμένης ευθύνης, με εξαίρεση τα σχηματισθέντα βάσει αναπτυξιακών νόμων αποθεματικά.Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής εφαρμόζονται ανάλογα και για τις επιχειρήσεις της περίπτωσης δ' της παρ. 1 του άρθρου 101, σε περίπτωση πίστωσης του κεντρικού καταστήματος ή ανάληψης ή εξαγωγής στο εξωτερικό κερδών ή αποθεματικών που δεν έχουν φορολογηθεί στο όνομα του νομικού προσώπου,ανεξάρτητα του χρόνου σχηματισμού τους. Στην περίπτωση αυτή η δήλωση του άρθρου 107, για την καταβολή του οφειλόμενου φόρου υποβάλλεται μέσα στο πρώτο δεκαπενθήμερο του επόμενου μήνα από το μήνα που γίνεται η πίστωση ή η ανάληψη ή η εξαγωγή στο εξωτερικό των κερδών ή αποθεματικών και ο οφειλόμενος φόρος καταβάλλεται μέσα στην προθεσμία,που ορίζεται από την παράγραφο αυτή.
    Πέραν του φόρου εισοδήματος που οφείλεται με βάση τα πιο πάνω, στο καθαρό ποσό των μερισμάτων που λαμβάνουν οι μέτοχοι ή τα μέλη του συνεταιρισμού ή των κερδών που λαμβάνουν τα μέλη εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, ενεργείται και παρακράτηση φόρου εισοδήματος σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 54 ή την περίπτωση δ' της παραγράφου 1 του άρθρου 55, κατά περίπτωση.



41 ΑΠΟΘΕΜΑΤΙΚΑ - ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΝΑΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ - ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

  • Τα ποσά που διατίθενται οικειοθελώς από την επιχείρηση για τη δημιουργία ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού κεφαλαίου, το οποίο θα χρησιμοποιείται για τη χορήγηση επικουρικής σύνταξης στους απερχόμενους της υπηρεσίας μισθωτούς της, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής. (Ε.8683/1067/ ΠΟΛ.224/27-7-1971 ), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


41.10 Επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων

  • Αποσβέσεις επιχορηγηθέντων παγίων. Οι αποσβέσεις που αναλογούν στην αξία των παγίων στοιχείων που επιχορηγείται βάσει αναπτυξιακών νόμων (Ν. 1892/1990, Ν. 2601/1998) ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την πραγματοποίηση επενδύσεων, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. Για το λόγο αυτό, τα ποσά επιχορηγήσεων καταχωρούνται σε πίστωση του λογαριασμού 41.10 ΄΄Επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων΄΄ και στο τέλος κάθε χρήσης ποσό αυτών ίσο με τις τακτικές και πρόσθετες αποσβέσεις, που διενεργήθηκαν στην αξία των παγίων στοιχείων που επιχορηγήθηκε, μεταφέρεται στον αποτελεσματικό λογαριασμό 81.10 ΄΄Έκτακτα και ανόργανα έσοδα΄΄ με την ειδικότερη διάκριση 81.10.05 ΄΄Αναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων΄΄. (1040321/10238/ΠΟΛ.1093/5.5.1992 ερμην. εγκύκλιος του Ν. 1892/1990, 1072294/11060/Β0012/1.10.2004). Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τις αποσβέσεις των παγίων στοιχείων που επιχορηγούνται με το Ν. 3299/2004. ( ΠΟΛ.1029/17.2.2006 )



ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΕΙΣ ΝΕΟ

  • Ειδικά για το ποσό της ζημίας νομικού προσώπου της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του νόμου 2238/1994, που αποσβέσθηκε με ειδική προς τούτο μείωση του μετοχικού ή εταιρικού κεφαλαίου αυτού, δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 4.»
    (Άρθρο 4, παρ. 3 «.Για να βρεθεί το συνολικό εισόδημα,αθροίζονται τα επί μέρους εισοδήματα των κατηγοριών Α'έως Ζ' της προηγούμενης παραγράφου τα οποία αποκτώνται από κάθε φυσικό πρόσωπο είτε κατά το οικονομικό έτος το προηγούμενο από τη φορολογία,είτε κατά το ημερολογιακό ή διαχειριστικό ή γεωργικό έτος το οποίο έληξε μέσα στο προηγούμενο από τη φορολογία οικονομικό έτος. Κατά την άθροιση αυτή συμψηφίζονται τα θετικά και αρνητικά στοιχεία των επί μέρους εισοδημάτων. Ειδικά, το αρνητικό στοιχείο (ζημία) του εισοδήματος από εμπορικές και γεωργικές επιχειρήσεις, που προκύπτει από βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (Κ.Β.Σ.) που τηρούνται επαρκώς και ακριβώς, αν δεν καλύπτεται με συμψηφισμό θετικού στοιχείου εισοδήματος άλλης πηγής, είτε γιατί δεν υπάρχει τέτοιο στοιχείο εισοδήματος είτε γιατί αυτό που υπάρχει είναι ανεπαρκές, μεταφέρεται για να συμψηφισθεί ολόκληρο στην πρώτη περίπτωση ή κατά το υπόλοιπο αυτού στη δεύτερη, διαδοχικώς στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη κατά το υπόλοιπο που απομένει κάθε φορά, με την προϋπόθεση ότι κατά τα έτη αυτά τα βιβλία του υπόχρεου τηρούνται επαρκώς και ακριβώς.
    Τα παραπάνω εφαρμόζονται αναλόγως και για το αρνητικό στοιχείο (ζημία) του εισοδήματος από εμπορικές επιχειρήσεις που προκύπτει από επαρκή και ακριβή βιβλία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., το οποίο μεταφέρεται για να συμψηφισθεί διαδοχικώς στα πέντε (5) επόμενα οικονομικά έτη. Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται και για το αρνητικό στοιχείο (ζημία) του εισοδήματος από ελευθέρια επαγγέλματα.») (Άρθρο 105 νόμου2238/1994) (άρθρο 4 ν. 2238/1994)


  • Η ζημία που προκύπτει από την πώληση μετοχών, εισηγμένων ή μη, συμψηφίζεται με το αποθεματικό από την πώληση μετοχών, που εμφανίζεται στα βιβλία της επιχείρησης και το τυχόν απομένον υπόλοιπο αυτής ή ολόκληρο το ποσό, αν δεν υφίσταται αποθεματικό, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 38, παρ. 1)


  • Η ζημία που προκύπτει από την αποτίμηση μετοχών, εισηγμένων ή μη μεταφέρεται σε χρέωση του λογαριασμού από χρεόγραφα, που εμφανίζονται στα βιβλία της επιχείρησης, και τυχόν ακάλυπτο ποσό αυτής δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αλλά μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό προκειμένου να συμψηφιστεί με αποθεματικά που θα προκύψουν στο μέλλον.


  • Ζημία ημεδαπής επιχείρησης που προέρχεται από την αλλοδαπή, δεν αναγνωρίζεται φορολογικά. (ΚΦΕ, άρθρο 4, παρ. 4)


  • Αρνητικό στοιχείο εισοδήματος από πηγή που βρίσκεται στην αλλοδαπή συμψηφίζεται μόνο με θετικά εισοδήματα του φορολογουμένου που προκύπτουν στην αλλοδαπή. ΚΦΕ, άρθρο 4, παρ. 4)





  • Η ζημία που προκύπτει από την πώληση και αποτίμηση μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.(ΠΟΛ.1057/23.3.2007)


  • Η ζημία από τη μείωση της ονομαστικής αξίας μετοχών ανώνυμης εταιρείας τις οποίες κατέχει άλλη ανώνυμη εταιρεία, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της δεύτερης, ως ζημία πραγματοποιηθείσα από υποτίμηση κεφαλαίου, καθόσον η ζημία αυτή, εφόσον δεν έλαβε χώρα και εκποίηση των πιο πάνω μετοχών στην υποτιμηθείσα αξία τους, δεν θεωρείται ότι υφίσταται κατά το χρόνο μείωσης του μετοχικού κεφαλαίου. (1099519/10956πε/Β0012/21.1.2003)


  • Η ζημία που προκύπτει σε βάρος εταιρείας περιορισμένης ευθύνης, από τη συμμετοχή της σε εκκαθαρισθείσα αλλοδαπή εταιρεία, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον προέρχεται από πηγή κείμενη στην αλλοδαπή. Το ποσό δε της ζημίας με το οποίο επιβαρύνθηκε τελικά ανώνυμη εταιρεία λόγω της συμμετοχής της στην πιο πάνω ημεδαπή ΕΠΕ, η οποία λύθηκε, δεν αλλοιώνει το χαρακτήρα και την προέλευσή της από την αλλοδαπή και επομένως το ως άνω ποσό της ζημίας δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της έστω και αν περιήλθε σε αυτή μέσω της λυθείσας ημεδαπής ΕΠΕ στην οποία συμμετείχε. (1100784/11227ΠΕ/Β0012/31.1.2001)


  • Σε περίπτωση εξαγοράς θυγατρικής εταιρείας από τη μητρική της σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 2166/1993, η χρεωστική διαφορά (ζημία) που προκύπτει μεταξύ του καταβαλλόμενου τιμήματος και της λογιστικής αξίας της καθαρής θέσης της εξαγοραζόμενης εταιρίας, δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της εξαγοράζουσας εταιρίας (ΠΟΛ.1038/5.3.2003).


  • Σύμφωνα με το Άρθρο 24 ν.2065/1992 - Φορολογία υπεραξίας, ισχύουν τα εξής:
    « 1. Από την υπεραξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του νόμου αυτού, παρέχεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις, κατά το χρόνο της εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης υπεραξίας, να αφαιρεθεί αναλογικά η ζημία που επιτρέπεται κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής να συμψηφισθεί με άλλα εισοδήματα ή να μεταφερθεί για συμψηφισμό με βάση τις διατάξεις που ισχύουν στη φορολογία εισοδήματος.Η ζημία που αφαιρείται από την προκύψασα υπεραξία δεν συμψηφίζεται με άλλα εισοδήματα, ούτε και μεταφέρεται για συμψηφισμό στο επόμενα χρόνια. ……………»


 

44 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ
44.11 Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις
44.11.00 Προβλέψεις για απόσβεση επισφαλών πελατών (άρθρο 31 παρ. 1 - θ' Ν. 2238/1994)

  • Κεφαλαιοποίηση ή διανομή του αποθεματικού «προβλέψεων για επισφαλείς πελάτες».
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 106 του ν.2238/1994, τα αφορολόγητα αποθεματικά ανώνυμων εταιρειών, εταιρειών περιορισμένης ευθύνης ή συνεταιρισμών, ανεξάρτητα του χρόνου σχηματισμού τους, διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα οποτεδήποτε, φορολογούνται κατά το χρόνο της διανομής ή κεφαλαιοποίησης με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού στο όνομα του νομικού προσώπου, μετά την αναγωγή αυτών σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος φόρου.
    Τα ως άνω διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα αποθεματικά φορολογούνται αυτοτελώς, μη συναθροιζομένων των ποσών αυτών με το προκύπτον αποτέλεσμα του ισολογισμού, κατά το χρόνο που γίνεται η διανομή ή κεφαλαιοποίηση. Με την καταβολή του φόρου αυτού εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων για τα διανεμόμενα ή κεφαλαιοποιούμενα αποθεματικά.


  • Με τις διατάξεις της περ. θ της παρ.1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. ορίζεται μεταξύ άλλων, ότι το ποσό της πρόβλεψης που εμφανίζεται στο λογαριασμό 44.11 «Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις » δεν υπόκειται σε φορολογία, εκτός και αν στο τέλος κάθε πενταετίας αρχής γενομένης από τη διαχειριστική περίοδο 2005 υφίσταται στον ως άνω λογαριασμό υπόλοιπο λόγω μη επαληθεύσεως των προβλέψεων με επισφαλείς απαιτήσεις. Το υπόλοιπο αυτό ποσό μεταφέρεται στα ακαθάριστα έσοδα της επόμενης διαχειριστικής περιόδου, υποκείμενο σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις.


  • Ο λογαριασμός 44.11 «Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις» περιλαμβάνει εισοδήματα για τα οποία το νομικό πρόσωπο (Α.Ε., Ε.Π.Ε. κ.λπ.) δεν έχει καταβάλλει φόρο και κατά συνέπεια, σε περίπτωση κεφαλαιοποίησης ή διανομής αυτού οφείλεται φόρος εισοδήματος, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 106 του Κ.Φ.Ε. (1013995/10227/Β0012/28.2.2006 έγγραφό).


  • Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι δεν απαγορεύεται η διανομή ή κεφαλαιοποίηση ολόκληρου ή μέρους του ποσού της σχηματισθείσας πρόβλεψης επισφαλών απαιτήσεων πριν από την παρέλευση της προβλεπόμενης από το νόμο πενταετίας, καθόσον και στην περίπτωση αυτή θα υπαχθεί σε φορολογία το διανεμόμενο ή κεφαλαιοποιούμενο αποθεματικό με τις γενικές διατάξεις, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 106 του ν.2238/1994. (1019294/10227/Β0012/22.2.2008)


  • 44.14 Προβλέψεις για συναλλαγματικές διαφορές από αποτίμηση απαιτήσεων και λοιπών υποχρεώσεων
    Σύμφωνα με το Αρθρο 28. Αποτίμηση στοιχείων απογραφής , του Κ.Β.Σ ισχύουν:
    « 7.Για τις συναλλαγματικές διαφορές,που προκύπτουν από τη μετατροπή σε δραχμές κατά την απογραφή των περιουσιακών στοιχείων της προηγουμένης παραγράφου,εφαρμόζονται οι διατάξεις που ακολουθούν,κατά περίπτωση: ………..
    β) Οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση σε δραχμές των απαιτήσεων και των λοιπών υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα καταχωρούνται σε ιδιαίτερους λογαριασμούς προβλέψεων κατά ξένο νόμισμα, με παραπέρα διάκριση σε προερχόμενες από βραχυπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες απαιτήσεις και υποχρεώσεις και μεταφέρονται σε αποτελεσματικούς λογαριασμούς ως εξής:
    βα) Όταν προέρχονται από βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις και υποχρεώσεις,τα χρεωστικά υπόλοιπα των πιο πάνω λογαριασμών προβλέψεων στο τέλος κάθε χρήσης μεταφέρονται σε αποτελεσματικό λογαριασμό της κλειόμενης χρήσης, τα δε πιστωτικά σε αποτελεσματικό λογαριασμό της επόμενης χρήσης,
    ββ) όταν προέρχονται από μακροπρόθεσμες απαιτήσεις και υποχρεώσεις,στο τέλος κάθε χρήσης τα χρεωστικά υπόλοιπα των πιο πάνω λογαριασμών προβλέψεων μεταφέρονται σε αποτελεσματικό λογαριασμό της κλειόμενης χρήσης, από δε τα πιστωτικά υπόλοιπα αυτών μεταφέρεται σε αποτελεσματικό λογαριασμό κάθε χρήσης το μέρος εκείνο που αντιστοιχεί στις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις σε ξένο νόμισμα που εισπράχθηκαν ή πληρώθηκαν μέσα στη χρήση.Στην περίπτωση που προηγήθηκαν μερικοί συμψηφισμοί των πιστωτικών υπολοίπων των λογαριασμών προβλέψεων με χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές, το μέρος των πιστωτικών υπολοίπων που μεταφέρεται σε αποτελεσματικό λογαριασμό κάθε χρήσης προσδιορίζεται κατ' αναλογία, με βάση τα αρχικά υπόλοιπα και τα μετά τους συμψηφισμούς αντίστοιχα πιστωτικά υπόλοιπα των πιο πάνω λογαριασμών προβλέψεων,κατά ξένο νόμισμα,»
    44.15 Προβλέψεις για συναλλαγματικές διαφορές από πιστώσεις και δάνεια για κτήσεις πάγιων στοιχείων
    Σύμφωνα με το Αρθρο 28. Αποτίμηση στοιχείων απογραφής , του Κ.Β.Σ ισχύουν:
    « 7.Για τις συναλλαγματικές διαφορές,που προκύπτουν από τη μετατροπή σε δραχμές κατά την απογραφή των περιουσιακών στοιχείων της προηγουμένης παραγράφου,εφαρμόζονται οι διατάξεις που ακολουθούν,κατά περίπτωση: ………..αβ) Οι πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές, κατά πίστωση ή δάνειο, στο τέλος της χρήσης μειώνουν τις χρεωστικές και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν χρεωστικές ή αυτές υπολείπονται των πιστωτικών,κατά το όλο ή το μέρος που δεν συμψηφίζονται,μεταφέρονται σε λογαριασμό πρόβλεψης,κατά πίστωση ή δάνειο.
    Στο τέλος της χρήσης το πιστωτικό υπόλοιπο του πιο πάνω λογαριασμού πρόβλεψης κατά πίστωση ή δάνειο,συμψηφίζεται με τυχόν χρεωστικό υπόλοιπο του αντίστοιχου λογαριασμού πολυετούς απόσβεσης.Στην περίπτωση που μετά το συμψηφισμό αυτό παραμένει πιστωτικό υπόλοιπο στο λογαριασμό πρόβλεψης, από το υπόλοιπο αυτό μεταφέρεται σε αποτελεσματικό λογαριασμό της κλειόμενης χρήσης το μέρος που αντιστοιχεί στο ποσό της πίστωσης ή του δανείου που πληρώθηκε μέσα σ' αυτήν.»


 

ΟΜΑΔΑ 5η: ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΕΣ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ
50 ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΕΣ

  • Φορολογική αντιμετώπιση διακανονισμού χρέους με προμηθευτή, όταν λαμβάνει χώρα κεφαλαιοποίηση αυτού.
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ι’ της παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 2238/1994, οι οποίες τέθηκαν με την παρ. 4 του άρθρου 9 του ν. 3522/2006, η ωφέλεια επιχείρησης, που προκύπτει από την παραίτηση πιστώτριας επιχείρησης από την είσπραξη χρέους, η οποία λαμβάνει χώρα μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής τους συνεργασίας, θεωρείται εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις. Στην περίπτωση αυτή δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί φορολογίας δωρεών.
    Ο διακανονισμός χρέους με προμηθευτή στην περίπτωση που συμφωνείται κεφαλαιοποίηση αυτού, αποτελεί ουσιαστικά μεταβολή των στοιχείων του παθητικού (μεταστοιχείωση), αφού λαμβάνει χώρα μείωση των υποχρεώσεων και ταυτόχρονα ισόποση αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου. Κατά συνέπεια, από τον διακανονισμό αυτό δεν επηρεάζονται τα φορολογικά αποτελέσματα της οφειλέτριας εταιρίας, όπως συμβαίνει με την άφεση χρέους, και επομένως, δεν υπάρχει καμία φορολογική συνέπεια για την εταιρία που προέβη στον διακανονισμό, μη εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή των διατάξεων της περ. ι’ της παρ. 3 του άρθρου 28 του ν. 2238/1994.» (Αριθ. πρωτ.: 1163933/Δ12Β/30.11.2011)


50.01 Προμηθευτές εξωτερικού

  • Σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 51Α και 51Β του ν. 2238/1994, ισχύουν τα εξής:
    « Αρθρο 51Α. Ορισμοί
    1. Κράτος για την εφαρμογή του παρόντος κεφαλαίου νοείται το κράτος ή η περιοχή δικαιοδοσίας ή η υπερπόντια χώρα ή το έδαφος που τελεί υπό οιοδήποτε ειδικό καθεστώς σύνδεσης ή εξάρτησης κατά την έννοια του διεθνούς δικαίου.
    2. Σύμβαση διοικητικής συνδρομής, για την εφαρμογή του παρόντος Κώδικα νοείται η διεθνής σύμβαση που επιτρέπει την ανταλλαγή όλων των πληροφοριών, που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή της φορολογικής νομοθεσίας των Συμβαλλόμενων Μερών.
    3. Nομική οντότητα για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Κώδικα, θεωρείται κάθε νομικό πρόσωπο, οργανισμός, υπεράκτια ή εξωχώρια εταιρεία (offshore κ.λπ.), κάθε μορφής εταιρεία ιδιωτικών επενδύσεων (private investment company κ.λπ.), κάθε μορφής καταπίστευμα (trust, Anstalt κ.λπ.) ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφής ίδρυμα (foundation, Stiftung κ.λπ.) ή οποιοδήποτε μόρφωμα παρόμοιας φύσης, κάθε μορφή προσωπικής επιχείρησης ή οποιαδήποτε οντότητα προσωπικού χαρακτήρα, κάθε μορφής κοινή επιχείρηση, κάθε μορφής εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίου ή περιουσίας ή διαθήκης ή κληρονομίας ή κληροδοσίας ή δωρεάς, κάθε φύσης κοινοπραξία, κάθε μορφής εταιρεία αστικού δικαίου και κάθε άλλο πιθανό μόρφωμα εταιρικής οργάνωσης, ανεξαρτήτως νομικής προσωπικότητας και κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα.
    4. Μη συνεργάσιμα κράτη είναι εκείνα που δεν είναι κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κατάστασή τους σχετικά με τη διαφάνεια και την ανταλλαγή των πληροφοριών σε φορολογικά θέματα έχει εξεταστεί από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α.) και τα οποία:
    α) δεν έχουν συνάψει με την Ελλάδα σύμβαση διοικητικής συνδρομής στο φορολογικό τομέα και
    β) δεν έχουν υπογράψει τέτοια σύμβαση διοικητικής συνδρομής με τουλάχιστον δώδεκα άλλα κράτη.
    Οι ανωτέρω προϋποθέσεις πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά.
    5. Τα μη συνεργάσιμα κράτη καθορίζονται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών ύστερα από τη διαπίστωση των προϋποθέσεων της προηγούμενης παραγράφου και περιλαμβάνονται σε κατάλογο που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ο κατάλογος δημοσιεύεται τον Ιανουάριο κάθε έτους ως εξής:
    α) Αφαιρούνται τα κράτη που μέχρι την ημερομηνία δημοσίευσης έχουν συνάψει με την Ελλάδα σύμβαση διοικητικής συνδρομής.
    β) Προστίθενται τα κράτη που:
    αα) ενώ έχουν συνάψει με την Ελλάδα σύμβαση διοικητικής συνδρομής, οι διατάξεις της εν λόγω σύμβασης ή η εφαρμογή τους δεν επέτρεψαν στην ελληνική φορολογική διοίκηση να λάβει τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή των διατάξεων της φορολογικής νομοθεσίας,
    ββ) δεν έχουν συνάψει με την Ελλάδα σύμβαση διοικητικής συνδρομής, αν και η Ελλάδα είχε προτείνει, πριν την 1η Ιανουαρίου του προηγούμενου έτους, τη σύναψη τέτοιας σύμβασης.
    γ) Αφαιρούνται ή προστίθενται τα κράτη που δεν έχουν συνάψει με την Ελλάδα σύμβαση διοικητικής συνδρομής, στα οποία η Ελλάδα δεν είχε προτείνει τη σύναψη τέτοιας σύμβασης πριν την 1η Ιανουαρίου του προηγούμενου έτους και για τα οποία το Παγκόσμιο Φόρουμ για τη Διαφάνεια και την Ανταλλαγή των πληροφοριών σε φορολογικά θέματα που συστήθηκε με απόφαση του Ο.Ο.Σ.Α. της 17ης Σεπτεμβρίου 2009, θεωρεί ότι αντίστοιχα προβαίνουν ή όχι στην ανταλλαγή όλων των πληροφοριών που είναι απαραίτητες για την εφαρμογή των φορολογικών νομοθεσιών των Συμβαλλόμενων Μερών.
    Για το έτος 2010 ως μη συνεργάσιμα θεωρούνται τακράτη που περιλαμβάνονται στην 1108437/2565/ΔΟΣ/15.11.2005 απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών (ΦΕΚ 1590 Β'). Για το έτος 2011 ως μη συνεργάσιμα θεωρούνται τα κράτη που καθορίζονται ως τέτοια με την ΔΟΣ/Α/1150236/ΕΞ/9.11.2010 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (ΦΕΚ 1805 Β').
    6. Οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου σχετικά με τα μη συνεργάσιμα κράτη εφαρμόζονται για αυτά που προστίθενται στον κατάλογο της προηγούμενης παραγράφου, από την 1η Ιανουαρίου του επομένου της δημοσίευσης έτους. Γι’ αυτά που αφαιρούνται από τον κατάλογο, η εφαρμογή των διατάξεων παύει από τη δημοσίευσή του.
    7. Για την εφαρμογή των διατάξεων του κεφαλαίου αυτού, το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα θεωρείται ότι υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς στο κράτος εκτός της Ελλάδας, ακόμη και αν η κατοικία ή η καταστατική ή η πραγματική έδρα του ή εγκατάσταση ευρίσκεται σε κράτος-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν σε αυτό το κράτος:
    α) δεν υπόκειται σε φορολογία ή, εάν υπόκειται, δεν φορολογείται εν τοις πράγμασι, ή
    β) υπόκειται σε φόρο επί των κερδών ή των εισοδημάτων ή του κεφαλαίου, ο οποίος είνα ίσος ή κατώτερος με τα εξήντα εκατοστά του φορολογικού συντελεστή που θα οφειλόταν σύμφωνα με τις διατάξεις της ελληνικής φορολογικής νομοθεσίας, εάν ήταν κάτοικος ή είχε την έδρα του ή διατηρούσε μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 του παρόντος Κώδικα στην Ελλάδα.


 

  • Αρθρο 51Β. Πληρωμές σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη συνεργάσιμων κρατών ή κρατών με προνομιακό φορολογικό καθεστώς
    1. Οι δαπάνες για την αγορά αγαθών ή τη λήψη υπηρεσιών ή οι πάσης φύσεως τόκοι από απαιτήσεις οποιασδήποτε φύσης ή οι πρόσοδοι και άλλα προϊόντα ομολογιών, απαιτήσεων, καταθέσεων και εγγυήσεων ή τα δικαιώματα που εισπράττονται ως αντάλλαγμα για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης οποιουδήποτε δικαιώματος αναπαραγωγής φιλολογικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής εργασίας (περιλαμβανομένων κινηματογραφικών ταινιών και ταινιών και μαγνητοταινιών για ραδιοφωνικές ή τηλεοπτικές εκπομπές), οποιασδήποτε ευρεσιτεχνίας, εμπορικού σήματος, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων ή τύπων κατασκευής ή διαδικασίας παραγωγής ή για τη χρήση ή το δικαίωμα χρήσης βιομηχανικού, εμπορικού ή επιστημονικού εξοπλισμού ή για πληροφορίες που αφορούν σε βιομηχανική, εμπορική ή επιστημονική εμπειρία και κάθε παρόμοιας φύσης δικαιώματα, τα μισθώματα, τα μισθώματα χρηματοδοτικής μίσθωσης, οι πάσης φύσεως αποζημιώσεις, οι αμοιβές διευθυντών και μελών διοικητικών συμβουλίων εταιρείας και κάθε άλλη παρόμοιας φύσης πληρωμή, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία δαπάνης, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 17 και 31 του παρόντος Κώδικα, που καταβάλλονται ή οφείλονται από πρόσωπο που είναι σύμφωνα με τα άρθρα 2 και 101 του παρόντος Κώδικα υποκείμενο φόρου και το οποίο είναι κάτοικος ή έχει την έδρα του ή διατηρεί μόνιμη εγκατάσταση κατά την έννοια του άρθρου 100 στην Ελλάδα, προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος μη συνεργάσιμο, δεν αναγνωρίζονται ως δαπάνες που εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά του ή από το φορολογητέο εισόδημά τους, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.
    Οι δαπάνες του προηγούμενου εδαφίου δεν αναγνωρίζονται και όταν η πληρωμή διενεργείται άμεσα ή έμμεσα σε οποιασδήποτε μορφής χρηματοπιστωτικό οργανισμό που είναι εγκατεστημένος σε ένα από τα κράτη που περιλαμβάνονται στον κατάλογο της παραγράφου 5 του προηγούμενου άρθρου. Εξαιρετικά οι δαπάνες αγοράς αγαθών, λήψης υπηρεσιών, καθώς και κάθε άλλη κατηγορία δαπάνης η οποία προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, από εταιρείες με έδρα σε μη συνεργάσιμα κράτη ή κράτη με προνομιακό φορολογικό καθεστώς δεν εμπίπτουν στις ανωτέρω διατάξεις όταν καταβάλλονται σε συνδεδεμένες επιχειρήσεις τους στην αλλοδαπή, για τις οποίες προβλέπεται η τήρηση ειδικών φακέλων τεκμηρίωσης των ενδοομιλικών συναλλαγών.
    2. Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται και όταν καταβάλλονται ή οφείλονται ποσά προς φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που υπόκειται σε προνομιακό φορολογικό καθεστώς, εκτός αν ο ενδιαφερόμενος αποδείξει ότι οι δαπάνες αυτές αφορούν πραγματικές και συνήθεις συναλλαγές και δεν έχουν ως αποτέλεσμα τη μεταφορά κερδών ή εισοδημάτων ή κεφαλαίου με σκοπό τη φοροαποφυγή ή φοροδιαφυγή.
    3. Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται και όταν οι σχετικές δαπάνες οφείλονται ή καταβάλλονται σε αντιπρόσωπο ή υπεργολάβο και το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή η νομική οντότητα που αντιπροσωπεύεται ή για λογαριασμό της οποίας ασκείται η υπεργολαβία αν συναλλασσόταν απευθείας θα υπαγόταν στις διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων.
    Επίσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30, παρ.5 του ν. 2238/1994, ισχύουν τα εξής : « 5. Όταν αγαθά που έχει πωλήσει ελληνική επιχείρηση σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ή σε αντιπρόσωπο ή υπεργολάβο αυτών, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 51Α ή σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς όπως ορίζεται στην παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου, χωρίς τα προϊόντα να έχουν μεταφερθεί εκτός Ελλάδος και στη συνέχεια μεταπωλούνται σε άλλη ελληνική επιχείρηση σε τιμή μεγαλύτερη από αυτή της πρώτης συναλλαγής, η επιπλέον διαφορά του τιμήματος που προκύπτει θεωρείται ακαθάριστο έσοδο της ελληνικής πωλήτριας επιχείρησης. Επίσης, αν ελληνική επιχείρηση πωλεί σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ή σε αντιπρόσωπο ή υπεργολάβο αυτών, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 51Α ή σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς όπως ορίζεται στην παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου αγαθά σε τιμή μικρότερη από αυτή στην οποία πωλεί τα ίδια εμπορεύματα σε ημεδαπή ή αλλοδαπή επιχείρηση, η χαμηλή τιμή δεν αναγνωρίζεται και η επιπλέον διαφορά που προκύπτει προστίθεται στα ακαθάριστα έσοδα της ελληνικής επιχείρησης.» Αριθ.πρωτ.: ΔΟΣ Α 1011408 ΕΞ 20.1.2012
    Τροποποίηση της Υπουργικής Απόφασης ΔΟΣ Α 1177722 ΕΞ 2011 ως προς τον καθορισμό των μη συνεργάσιμων κρατών με βάση τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 51Α του ΚΦΕ για το έτος 2012, Αθήνα, 20 Ιανουαρίου 2012
    Θέμα: Τροποποίηση της Υπουργικής Απόφασης ΔΟΣ Α 1177722 ΕΞ 30.12.2011 ως προς τον καθορισμό των μη συνεργάσιμων κρατών με βάση τις διατάξεις της παρ. 5 του άρθρου 51Α του ΚΦΕ για το έτος 2012.
    ………………………………………
    Άρθρο 1
    1. Καθορίζουμε τα μη συνεργάσιμα κράτη για το έτος 2012 σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 51 Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όπως ισχύει, με βάση τα κριτήρια που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του ίδιου άρθρου, ως ακολούθως:


  • α/α

    1.

    Ανδόρα

    Andorra

    2.

    Ανγκουίλα

    Anguilla

    3.

    Αντίγκουα και Μπαρμπούντα

    Antigua & Barbuda

    4.

    Αρούμπα

    Aruba

    5.

    Μπαχάμες

    the Bahamas

    6.

    Μπαχρέιν

    Bahrain

    7.

    Μπαρμπάντος

    Barbados

    8.

    Βερμούδες

    Bermuda

    9.

    Μπελίζ

    Belize

    10.

    Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι

    British Virgin Islands

    11.

    Μπρουνέι

    Brunei

    12.

    Νήσοι Κέιμαν

    Cayman Islands

    13.

    Νήσοι Κουκ

    the Cook Islands

    14.

    Κόστα Ρίκα

    Costa Rica

    15.

    Ντομίνικα

    Dominica

    16.

    Γιβραλτάρ

    Gibraltar

    17.

    Γρενάδα

    Grenada

    18.

    Γουατεμάλα

    Guatemala

    19.

    Γκέρνσεϋ

    Guernsey

    20.

    Νήσος Μαν

    Isle of Man

    21.

    Τζέρσεϋ

    Jersey

    22.

    Λίβανος

    Lebanon

    23.

    Λιβερία

    Liberia

    24.

    Λιχτενστάιν

    Liechtenstein

    25.

    Μαλαισία

    Malaysia

    26.

    Νήσοι Μάρσαλ

    Marshall Islands

    27.

    Μοντσεράτ

    Montserrat

    28.

    Μαυρίκιος

    Mauritius

    29.

    Μονακό

    Monaco

    30.

    Ναούρου

    Nauru

    31.

    Ολλανδικές Αντίλλες

    Netherland Antilles

    32.

    ΠΓΔΜ

    FYROM

    33.

    Νιούε

    Niue

    34.

    Παναμάς

    Panama

    35.

    Φιλιππίνες

    Philippines

    36.

    Αγία Λουκία

    St. Lucia

    37.

    Αγιος Χριστόφορος και Νέβις

    St. Kitts and Nevis

    38.

    Αγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες

    St. Vincent and the Grenadines

    39.

    Σαμόα

    Samoa

    40.

    Σεϋχέλλες

    Seychelles

    41.

    Σιγκαπούρη

    Singapore

    42.

    Νήσοι Τέρκς και Κάικος

    Turks and Caicos

    43.

    Παρθένοι νήσοι των ΗΠΑ

    US Virgin Islands

    44.

    Βανουάτου

    Vanuatu

    45.

    Ουρουγουάη

    Uruguay

    46.

    Χόνγκ-Κόνγκ

    Hong-Kong




 

52 ΤΡΑΠΕΖΕΣ - ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΒΡΑΧΥΠΡΟΘΕΣΜΩΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΩΝ

  • Φορολογική μεταχείριση της ωφέλειας που προκύπτει υπέρ επιχειρήσεων λόγω διαγραφής των χρεών τους (τόκων) προς τις Τράπεζες
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 2238/1994, οι οποίες εφαρμόζονται και στα νομικά πρόσωπα της παρ. 1 του άρθρου 101 (ΑΕ, ΕΠΕ, συνεταιρισμούς, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, κλπ.) βάσει της παρ. 1 του άρθρου 105 του ίδιου νόμου, ως ακαθάριστο εισόδημα από την άσκηση εμπορικής επιχείρησης θεωρείται το σύνολο των πάσης φύσεως εσόδων της επιχείρησης από τις κάθε είδους συναλλαγές αυτής, που έχουν σχέση με την επαγγελματική της δραστηριότητα γενικά, καθώς και κάθε κέρδος που προκύπτει κατά την επιδίωξη του σκοπού της (μεσιτείες, συναλλαγματικές διαφορές, αποζημιώσεις, επιχορηγήσεις, κλπ.).
    Κατ' εφαρμογή των πιο πάνω διατάξεων, έχει γίνει πάγια δεκτό από τη Διοίκηση ότι το ποσό κατά το οποίο ωφελείται μια επιχείρηση από άφεση χρέους της και το οποίο προέρχεται από διαγραφή απαιτήσεων προμηθευτών της στα πλαίσια της ασκούμενης εμπορικής δραστηριότητας, αποτελεί φορολογητέο ακαθάριστο έσοδο αυτής (Α.15551/27.6.1967, 1069142/10420/24.10.1990 έγγραφα μας).
    Επίσης, με τις διατάξεις της περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994 ορίζεται, ότι από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., καθώς και των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., εφόσον αυτές παρέχουν αποκλειστικά υπηρεσίες και στερούνται αξιόλογων αποθεμάτων, των οποίων το καθαρό εισόδημα εξευρίσκεται λογιστικώς, εκπίπτουν οι δεδουλευμένοι κάθε είδους τόκοι, δανείων ή πιστώσεων, γενικά, με εξαίρεση τους τόκους υπερημερίας λόγω οφειλής φόρων, τελών, εισφορών και προστίμων προς το Δημόσιο ή άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
    Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 30 του ν. 2789/2000 ορίζεται, ότι εάν κατά την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων του άρθρου αυτού διαγραφούν ποσά τόκων εμφανιζόμενα στα λογιστικά βιβλία των πιστωτικών ιδρυμάτων, τούτο δεν θα επιφέρει σε καμία περίπτωση επιβολή προστίμων, προσαυξήσεων ή τελών που προβλέπονται με τις διατάξεις της κείμενης νομοθεσίας. Οι σχετικές διαγραφές θα βαρύνουν τη χρήση κατά τη διάρκεια της οποίας θα πραγματοποιηθούν.
    Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι οι τόκοι που διαγράφονται κατ' εφαρμογή των προαναφερθεισών διατάξεων του ν. 2789/2000, έχουν ήδη εκπεσθεί από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, κατά το χρόνο που κατέστησαν δεδουλευμένοι. Περαιτέρω, με τη διαγραφή των τόκων αυτών οι επιχειρήσεις αποκτούν ωφέλεια, η οποία υπόκειται σε φορολογία, σύμφωνα με τα πιο πάνω, κατά τη χρήση εντός της οποίας λαμβάνει χώρα η υπόψη διαγραφή.
    Ενόψει των ανωτέρω και δεδομένου ότι η φορολόγηση της πιο πάνω ωφέλειας σε μία (1) χρήση θα δημιουργήσει σημαντική οικονομική επιβάρυνση για τις επωφελούμενες επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα τη δημιουργία αντίθετων αποτελεσμάτων από το σκοπό των ευεργετικών διατάξεων του ν. 2789/2000 και περαιτέρω, επειδή πολλές από τις υπόψη επιχειρήσεις είναι προβληματικές, γίνεται δεκτό με την παρούσα, ότι η ωφέλεια που προκύπτει από την άφεση χρέους κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ν. 2789/2000 θα φορολογηθεί ισόποσα σε πέντε (5) συνεχείς χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση μέσα στην οποία προκύπτει η ωφέλεια από την άφεση του χρέους.( ΠΟΛ.1126/17.4.2002)


 

53 ΠΙΣΤΩΤΕΣ ΔΙΑΦΟΡΟΙ
53.01 Μερίσματα πληρωτέα

  • Απόδοση μερισμάτων και λοιπών ποσών που παραγράφονται υπέρ του Δημοσίου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18 του ν. 3943/2011. Με το άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942, προβλέπεται, ότι «απαιτήσεις εκ τόκων, τοκομεριδίων, μερισματαποδείξεων και μερισμάτων διαπραγματεύσιμων μετοχών, ιδρυτικών τίτλων, ομολογιών και κινητών εν γένει αξιών, εκδιδομένων υπό ημεδαπών αστικών ή εμπορικών εταιρειών πάσης φύσεως, Συνεταιρισμών, Σωματείων, Συλλόγων και παντός εν γένει Νομικού προσώπου δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου, παραγραφόμεναι μετά 5ετίαν αφ' ης κατέστησαν απαιτηταί κατά τας διατάξεις του άρθρου 3 του Νόμου ΑΣΜΔ της 26/30 Ιουλίου 1985 "περί των πληρωτέρων τω κομιστή ανωνύμων χρεωγράφων" και του άρθρου 2 του Νόμου ΓΎΛΓ της 27/30 Νοεμβρίου 1909 "περί βραχυπροθέσμων παραγράφων" ή εντός βραχυτέρας συμβατικής αποσβεστικής προθεσμίας περιέχονται οριστικώς εις το Ελληνικόν Δημόσιον.» Περαιτέρω, με το άρθρο 8 του ν.δ. 1195/1942, προβλέπεται ότι, για τις πιο πάνω απαιτήσεις που παραγράφονται υπέρ του Δημοσίου υπάρχει υποχρέωση εντός του μηνός Απριλίου εκάστου οικονομικού έτους για απόδοση στον προϊστάμενο Δ.Ο.Υ της έδρας του υπόχρεου, των δηλούμενων ως περιερχόμενα στο Δημόσιο ποσών και παράδοση των τίτλων. Επίσης, με το άρθρο 10 του ίδιου ν.δ/τος ενώ προεβλέποντο κυρώσεις για τη μη απόδοση των οφειλόμενων ποσών, δεν προβλέπονταν κυρώσεις σε περίπτωση εκπροθέσμου αποδόσεως.
    Ενόψει των ανωτέρω, και για λόγους απλοποίησης της απόδοσης μερισμάτων και λοιπών ποσών που παραγράφονται υπέρ του Δημοσίου, με τις διατάξεις του άρθρου αυτού θεσπίστηκε καινούργια διαδικασία για την απόδοση και επιβολή κυρώσεων. Ειδικότερα:
    Με τις διατάξεις της παρ.1, προβλέπεται ότι για τις παραγραφόμενες απαιτήσεις (μερίσματα, τόκους ιδρυτικών τίτλων, ομολογιών κλπ) που περιέρχονται οριστικά στο Δημόσιο με βάση στο άρθρο 1 του ν.δ. 1195/1942 (ΦΕΚ Α'70) έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 1 και της παρ.4 του άρθρου 2 ν.2523/1997. Συνεπώς, σε περίπτωση εκπρόθεσμης ή ανακριβούς δήλωσης ή μη υποβολής δήλωσης έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 1 του ν.2523/1997 και επιβάλλεται 1%, 2% και 2,5% πρόσθετος φόρος αντίστοιχα, με την καταβολή των σχετικών ποσών στην αρμόδια Δ.Ο.Υ.
    Με τις διατάξεις της παρ.2 του ιδίου άρθρου προβλέπεται, ότι το ποσό που βεβαιώνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 καταβάλλεται εφάπαξ και χωρίς δικαίωμα έκπτωσης ενώ δεν αποτελεί αντικείμενο εξωδικαστικής επίλυσης της διαφοράς. Περαιτέρω, η άσκηση προσφυγής σύμφωνα με τις διατάξεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ν.2717/1999) δεν αναστέλλει τη βεβαίωση και την καταβολή των ανωτέρω οφειλόμενων ποσών. Επίσης, για τα ίδια ποσά που καταβάλλονται ή βεβαιώνονται κατόπιν ελέγχου, δεν επιβάλλεται το πρόστιμο που ορίζεται από τις διατάξεις του άρθρου 10 του ν.δ. 1195/1942. Οι Δ.Ο.Υ θα πρέπει να καταχωρούν τα εν λόγω ποσά στον Κωδικό Εσόδων 3919 «Απρόβλεπτα έσοδα» και στο είδος φόρου 4903.
    Επίσης, με την παράγραφο 3 δόθηκε η δυνατότητα στους υπόχρεους να αποδώσουν, χωρίς την επιβολή κυρώσεων, μέσα στον επόμενο μήνα από τη δημοσίευση του νόμου, δηλαδή μέχρι 30.04.2011, τα οφειλόμενα ποσά (μερίσματα, τόκοι ιδρυτικών τίτλων, ομολογίες κλπ) που δεν είχαν καταβληθεί στο Δημόσιο κατά τη δημοσίευση του νόμου δηλ. την 31/3/2011 παρά την ύπαρξη της υποχρέωσης αυτής. Τέλος με την παράγραφο 4 προβλέπεται, ότι για την εφαρμογή των ανωτέρω αρμόδιος είναι ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ, που είναι αρμόδιος για την παραλαβή της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος.» (ΠΟΛ.1161/27.7.2011)


 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΕΞΟΔΩΝ.
ΟΜΑΔΑ 6η: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΞΟΔΑ ΚΑΤ' ΕΙΔΟΣ

  • Γενικά : Σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., μεταξύ άλλων δαπανών εκπίπτονται και τα γενικά έξοδα διαχείρισης.
    Κατά την εφαρμογή των παραπάνω διατάξεων, έχει γίνει παγίως δεκτό από τη διοικητική και δικαστηριακή νομολογία ότι, ως γενικό έξοδο διαχείρισης νοείται κάθε παραγωγική δαπάνη, εφόσον αυτή ενεργείται μέσα στα πλαίσια της οικονομικής αποστολής της επιχείρησης και συμβάλλει στην καλύτερη απόδοση αυτής και στη δημιουργία ή διατήρηση κέρδους. (1078820/1526/Α0012/29.8.2007)


 

60 ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
60.00 Αμοιβές έμμισθου προσωπικού
60.01 Αμοιβές ημερομίσθιου προσωπικού

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. α ,υποπερ.αα, ισχύουν τα εξής:
    «αα) Τα έξοδα μισθοδοσίας και αμοιβής του προσωπικού, εφόσον έχουν καταβληθεί ή βεβαιωθεί οι ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ι.Κ.Α. ή άλλου ασφαλιστικού οργανισμού μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της κατάστασης φορολογικής αναμόρφωσης που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 38 του ν. 2873/2000, εκτός αν από την κείμενη νομοθεσία προβλέπεται μερική ή ολική απαλλαγή από την υποχρέωση για την καταβολή εισφορών.
    Η υπηρεσία που διενεργεί το φορολογικό έλεγχο, τακτικό ή προσωρινό, υποχρεούται, αμέσως μετά την ολοκλήρωσή του, να ενημερώσει τον αρμόδιο ασφαλιστικό οργανισμό σχετικά με την απόδοση ή μη των ασφαλιστικών εισφορών. Η παραβίαση της υποχρέωσης του προηγούμενου εδαφίου συνιστά πειθαρχικό αδίκημα που τιμωρείται κατά τις οικείες διατάξεις του πειθαρχικού δικαίου. Οι δαπάνες μισθοδοσίας δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση αν δεν έχουν εξοφληθεί μέσω επαγγελματικών τραπεζικών λογαριασμών ή επιταγών που εξοφλούνται μέσω των ίδιων λογαριασμών.
    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η σταδιακή εφαρμογή των διατάξεων των προηγούμενων εδαφίων, η διαδικασία της εξόφλησης των δαπανών μισθοδοσίας, και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια (δεν έχει ακόμα εκδοθεί ) για την εφαρμογή των διατάξεων του τελευταίου εδαφίου της προηγούμενης παραγράφου.
    Επίσης, οι μισθοί και οι κάθε είδους απολαβές των εταίρων των εταιριών περιορισμένης ευθύνης, εφόσον τα πρόσωπα αυτά για τις υπηρεσίες που παρέχουν στις εταιρίες έχουν ασφαλιστεί σε οποιονδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή ταμείο. Από τα ακαθάριστα έσοδα των υπόχρεων της παραγράφου 4 του άρθρου 2 δεν εκπίπτουν οι μισθοί και οι κάθε είδους απολαβές των εταίρων ή μελών τους.»


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 11, ισχύουν τα εξής:
    « 11.Στην περίπτωση που η επιχείρηση απασχολεί λογιστή και η δήλωση φόρου εισοδήματος δεν υπογράφεται από αυτόν, οι αποδοχές αυτού δεν αναγνωρίζονται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης και επιβάλλεται πρόστιμο σε βάρος του λογιστή μέχρι το ένα τέταρτο (1/4) των ετήσιων αποδοχών του.»


  • Τα έξοδα μισθοδοσίας και αμοιβής προσωπικού εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον έχουν καταβληθεί ή βεβαιωθεί οι ασφαλιστικές εισφορές όχι μόνο υπέρ του ΙΚΑ, αλλά και οποιουδήποτε άλλου ασφαλιστικού οργανισμού, όπως Τ.Σ.Α. κλπ., και εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις αναγνώρισης των δαπανών (ύπαρξη σχέσης μίσθωσης εργασίας, προσφορά πραγματικής υπηρεσίας, ανάλογο ύψος αμοιβής με τις προσφερόμενες υπηρεσίες). (15671/ΠΟΛ 64/1976), (1032451/10209/Β0012/29.9.1992), (ΣτΕ 3296/1981, ΣτΕ 802/1982) αλλά και εφόσον δεν συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις αναγνώρισης των δαπανών (ύπαρξη σχέσης μίσθωσης εργασίας, προσφορά πραγματικής υπηρεσίας, ανάλογο ύψος αμοιβής με τις προσφερόμενες υπηρεσίες). (΄Βλέπε και 1031055/511/Α0012/13.6.2008 για Έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας προσωπικού απασχολούμενου από οικοδομικές και τεχνικές επιχειρήσεις ).
    Σημείωση: Με τις νέες διατάξεις του ν. 3842/2010 (παρ. 2 άρθρου 11 ν. 3842/2010) προβλέπεται ότι οι δαπάνες μισθοδοσίας θα αναγνωρίζονται μόνο αν έχουν εξοφληθεί μέσω επαγγελματικού τραπεζικού λογαριασμού της επιχείρησης ή επιταγής που εξοφλείται μέσω τραπεζικού λογαριασμού. Επισημαίνεται, ότι στην έννοια των δαπανών μισθοδοσίας δεν περιλαμβάνονται οι ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του ΙΚΑ ή άλλου ασφαλιστικού φορέα που καταβάλλει η επιχείρηση, αλλά μόνο οι καταβαλλόμενοι μισθοί – αμοιβές. Με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, η έκδοση της οποίας προβλέπεται από την παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3842/2010, θα καθοριστεί η σταδιακή εφαρμογή των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου, η διαδικασία της εξόφλησης των δαπανών μισθοδοσίας και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια. Κατά συνέπεια, παρά το γεγονός ότι τυπικά όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω για τον τρόπο εξόφλησης της δαπάνης μισθοδοσίας έχουν εφαρμογή από 23.04.2010 και μετά, ουσιαστικά θα ισχύσουν από το χρόνο κατά τον οποίο θα εκδοθεί η καθεμιά απόφαση (κανονιστική πράξη – Σχ. Απόφαση ΠΟΛ.1135/4.10.2010).
    Προσοχή: Για το θέμα της έκπτωσης των δαπανών μισθοδοσίας προσωπικού στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν έχουν καταβληθεί ή βεβαιωθεί οι ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ι.Κ.Α. ή άλλου ασφαλιστικού οργανισμού, δείτε αναλυτικά για το τι ισχύει στο άρθρο με τίτλο : Η έκπτωση των δαπανών μισθοδοσίας προσωπικού στις περιπτώσεις κατά τις οποίες δεν έχουν καταβληθεί ή βεβαιωθεί οι ασφαλιστικές εισφορές υπέρ του Ι.Κ.Α. ή άλλου ασφαλιστικού οργανισμού, που έχει δημοσιευθεί στον κόμβο μας.


  • Οι αποδοχές του προσωπικού (μισθοί, ημερομίσθια, κλπ.), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης και όταν έχει γίνει βεβαίωση ή καταλογισμός των αναλογουσών επί αυτών ασφαλιστικών εισφορών από τους δικαιούχους ασφαλιστικούς οργανισμούς, πριν από την έναρξη του φορολογικού ελέγχου. (Ε. 15671/4385/ΠΟΛ 64/1976)


  • Οι δαπάνες μισθοδοσίας του προσωπικού που απασχολεί επιχείρηση - υπεργολάβος, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον έχουν καταβληθεί οι σχετικές ασφαλιστικές εισφορές, ανεξάρτητα αν η καταβολή τους έγινε κατόπιν συμφωνίας από τον εργολάβο (αρχικό ανάδοχο). (1054601/923/Α0012/30.7.1999)


  • Τα ποσά που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις για τη φοίτηση των τέκνων αλλοδαπών στελεχών τους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτά υπόκεινται σε φορολογία στο όνομα των στελεχών αυτών. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Οι αμοιβές που καταβάλλονται σε υπαλλήλους ταξιδιωτικών γραφείων για υπηρεσίες που προσφέρουν εκτός ωραρίου και εκτός των συνήθων καθηκόντων τους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον έχουν καταβληθεί οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Μισθοί που καταβάλλει υποκατάστημα αλλοδαπής εταιρείας σε αλλοδαπούς εργαζόμενους.
    Οι μισθοί που καταβάλλει εγκατεστημένο στη χώρα μας υποκατάστημα αλλοδαπής εταιρείας σε αλλοδαπούς εργαζόμενους που προσλαμβάνονται από Κράτος - Μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά του, έστω και αν δεν έχουν καταβληθεί ασφαλιστικές εισφορές στην Ελλάδα με την προϋπόθεση ότι υπάρχει έγγραφη απαλλαγή του Ι.Κ.Α. από την υποχρέωση ασφάλισής τους στη χώρα μας. (1092855/10880/Β0012/4.12.2002)


  • Οι αποδοχές προσωπικού, εκπίπτουν εφόσον έχουν καταβληθεί ή βεβαιωθεί οι υπέρ του ΙΚΑ ή άλλου ασφαλιστικού οργανισμού, ασφαλιστικές εισφορές. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ.1, περ.α, υποπ. αα΄)


  • Οι αποδοχές προσωπικού, που επιδοτούνται από τον Ο.Α.Ε.Δ. κλπ., αναγνωρίζονται κατά το μέρος που δεν επιδοτούνται. (1094516/11355/Β0012/16.12.2004)


  • Οι δαπάνες μισθοδοσίας που καταβάλλονται στο προσωπικό που απασχολούνται ως μισθωτοί αποτελούν εκπεστέα δαπάνη εφόσον καταβληθούν οι ασφαλιστικές εισφορές τους έστω και από τρίτο πρόσωπο, χωρίς υποχρεωτικά να βαρύνεται γι’ αυτό από σχετική διάταξη νόμου. (1094124/2002/Α0012/31.10.2003)


  • Το ποσοστό του φιλοδωρήματος σερβιτόρων, συμπεριλαμβάνεται στα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης και αφαιρείται απ’ αυτά ως έξοδο μισθοδοσίας, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 31 του ν.2238/1994. (1073832/1507/Α0012/31.8.2000)


  • Η επιχορήγηση από ΟΑΕΔ για νέες θέσεις εργασίας, συνιστά ως ποσό αφαιρετικό στοιχείο της δαπάνης για αμοιβές προσωπικού των επιχειρήσεων που επιδοτούνται (1075188/1354/Α0012/24.7.1997)


  • Αποδοχές προσωπικού που επιδοτούνται από τον Ο.Α.Ε.Δ. κλπ., δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, κατά το ποσό της επιδότησης. (1052628/950/Α0012/ ΠΟΛ.1147/22.5.2001, 1002264/57/Α0012/22.5.1995)


  • Έξοδα μισθοδοσίας συζύγου, όταν εργάζεται ως υπάλληλος σε ατομική επιχείρηση του άλλου συζύγου, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, όταν ο/η σύζυγος προσφέρει στην επιχείρηση πραγματική υπηρεσία μίσθωσης εργασίας. (ΣτΕ 195/56), (ΣτΕ 666/1985)


  • Σε περίπτωση που οι προμήθειες επί πωλήσεων καταβάλλονται σε υπάλληλο της επιχείρησης, που βρίσκεται κάτω από την εξάρτηση του εργοδότη του και υποκείμενος στο διευθυντικό του δικαίωμα, θεωρούνται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και το ποσό αυτών εκπίπτεται από τα ακαθάριστα έσοδα σαν έξοδα μισθοδοσίας.


  • Σε περίπτωση που o προηγούμενος υπάλληλος, πέρα από την υπαλληλική του ιδιότητα, λαμβάνει προμήθειες, επί των πωλήσεων που κάνει τόσο για την επιχείρηση στην οποία εργάζεται ως μισθωτός όσο και για άλλες επιχειρήσεις , οι προμήθειες αυτές, θεωρούνται εισόδημα Δ κατηγορίας και το ποσό αυτών εκπίπτεται από τα ακαθάριστα έσοδα σύμφωνα με την περιπτ.α της παραγρ.1 του άρθρου 31, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου (στοιχείο Κ.Β.Σ. κ.λ.π.). (1089755/832/Α0012/11.11.2002)


  • Έκπτωση δαπανών μισθοδοσίας προσωπικού απασχολούμενου από οικοδομικές και τεχνικές επιχειρήσεις σε περίπτωση που οι ασφαλιστικές εισφορές υπέρ Ι.Κ.Α. καταβάλλονται από τον εργοδότη του έργου, όπως αυτός ορίζεται από την ασφαλιστική νομοθεσία. Κατόπιν των ανωτέρω, οι οικοδομικές και οι τεχνικές επιχειρήσεις (εργολάβοι, υπεργολάβοι) που απασχολούν ημερομίσθιο προσωπικό, υποχρεούνται σε παρακράτηση φόρου με συντελεστή 3% στο ακαθάριστο ποσό των αμοιβών αυτών, στην απόδοση του φόρου αυτού, στην υποβολή οριστικής δήλωσης Φ.Μ.Υ., καθώς και στη χορήγηση βεβαίωσης αποδοχών, σύμφωνα με τις προαναφερθείσες νομοθετικές διατάξεις. Οι δαπάνες αυτές (αμοιβές) εκπίπτονται από τα ακαθάριστα έσοδα των πιο πάνω επιχειρήσεων και στην περίπτωση που οι αντίστοιχες ασφαλιστικές εισφορές υπέρ Ι.Κ.Α. των απασχολουμένων, με βάση την ασφαλιστική υπέρ Ι.Κ.Α. νομοθεσία καταβάλλονται υποχρεωτικά από τον εργοδότη του έργου, όπως αυτός ορίζεται από την ίδια νομοθεσία ή στην περίπτωση αλληλέγγυας υποχρέωσης, με βάση την συμφωνία που έχουν συνυπογράψει ο κύριος ή οι κύριοι του έργου με τα μεσολαβούντα για την εκτέλεση του έργου πρόσωπα (εργολάβοι, υπεργολάβοι) που προσλαμβάνουν και απασχολούν προσωπικό. (1031055/511/Α0012/13.6.2008)


  • Η πάγια μηνιαία αποζημίωση καταβαλλόμενη όχι εκτάκτως, αλλά τακτικώς κατά μήνα, συνιστά συγκεκαλλυμένη επαύξηση μισθού και επομένως δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα, όταν δεν έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές. (ΣτΕ 3455/1995 )


  • Αμοιβές καταβαλλόμενες σε υπαλλήλους, πέραν των συμβατικών ή νομίμων δεν εκπίπτουν ως παραγωγική δαπάνη, εφόσον έχουν καταβληθεί οι εισφορές και σύμφωνα με τις λοιπές προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. (Ε3341/24.2.1967)


  • Προκειμένου να εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης κονδύλια τα οποία αποτελούν πράγματι δαπάνες μισθοδοσίας για εργασία παρασχεθείσα με σχέση εξαρτημένης εργασίας πρέπει η επιχείρηση να αποδείξει, είτε ότι καταβλήθηκαν γι΄ αυτά οι οικείες ασφαλιστικές εισφορές, είτε ότι για τα πρόσωπα που απασχόλησε δεν οφείλονται κατά νόμο ασφαλιστικές εισφορές. Ειδικότερα δε στην περίπτωση που προβλέπεται από τη διάταξη του άρθρου 2 παρ. 1 του Ν. 1846/1951, ο φορολογούμενος, για να αφαιρέσει από τα ακαθάριστα έσοδά του τις σχετικές δαπάνες μισθοδοσίας, πρέπει να επικαλεσθεί και αποδείξει, αφενός την ιδιότητα των προσώπων που απασχόλησε ως αλλοδαπών, αφετέρου δε τον κατά τη διάταξη αυτή πρόσκαιρο χαρακτήρα της απασχολήσεώς τους στην Ελλάδα. ( ΣτΕ 1830/1994 )


 

60.00,(01 ).08 Αποζημιώσεις μη χορηγούμενων αδειών
60.00,(01 ).09 Ποσοστά για πωλήσεις και αγορές

  • Σε περίπτωση που οι προμήθειες επί πωλήσεων καταβάλλονται σε υπάλληλο της επιχείρησης, που βρίσκεται κάτω από την εξάρτηση του εργοδότη του και υποκείμενος στο διευθυντικό του δικαίωμα, θεωρούνται εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και το ποσό αυτών εκπίπτεται από τα ακαθάριστα έσοδα σαν έξοδα μισθοδοσίας. Σε περίπτωση που o προηγούμενος υπάλληλος, πέρα από την υπαλληλική του ιδιότητα, λαμβάνει προμήθειες, επί των πωλήσεων που κάνει τόσο για την επιχείρηση στην οποία εργάζεται ως μισθωτός όσο και για άλλες επιχειρήσεις , οι προμήθειες αυτές, θεωρούνται εισόδημα Δ κατηγορίας και το ποσό αυτών εκπίπτεται από τα ακαθάριστα έσοδα σύμφωνα με την περιπτ.α της παραγρ.1 του άρθρου 31, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του νόμου (στοιχείο Κ.Β.Σ. κ.λπ.). (1089755/832/Α0012/11-11-2002), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Το ποσοστό του φιλοδωρήματος σερβιτόρων, συμπεριλαμβάνεται στα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης και αφαιρείται απ’ αυτά ως έξοδο μισθοδοσίας, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του άρθρου 31 του ν.2238/1994. (1073832/1507/Α0012/31-8-2000), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


60.00,(01 ).10 Έκτακτες αμοιβές (πριμ, βραβεία, επιδόματα ή αποζημιώσεις για παροχές σε είδος κ.λπ.)

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. χ. εκπίπτουν: «χ) Των παροχών σε χρήμα ή σε είδος της επιχείρησης προς εργαζομένους της για επιβράβευση της απόδοσής τους και με την προϋπόθεση ότι έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές.»


  • Προβλέπεται η έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων των παροχών σε είδος ή σε χρήμα που παρέχουν σε εργαζομένους τους για την επιβράβευση της απόδοσής τους, με την προϋπόθεση ότι για τις παροχές αυτές έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές. Συνεπώς, τα ποσά που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις στους εργαζομένους με τη μορφή bonus, πριμ παραγωγικότητας και άλλες αμοιβές για την επιβράβευση της απόδοσής τους αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα.( ΠΟΛ.1036/2.3.2006)


  • Αμοιβές καταβαλλόμενες σε υπαλλήλους, πέραν των συμβατικών ή νομίμων εκπίπτουν ως παραγωγική δαπάνη, εφόσον έχουν καταβληθεί οι εισφορές και σύμφωνα με τις λοιπές προϋποθέσεις που ορίζει ο νόμος. (Ε3341/24.2.1967)


  • Οι έκτακτες αμοιβές που κατέβαλε στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό της δεν εκπίπτουν, όταν δεν έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές στο Ι.Κ.Α. (ΣτΕ 540/1988)


  • Ποσά που διατέθηκαν από επιχείρηση για τη δημιουργία ειδικού αφορολόγητου αποθεματικού κεφαλαίου, για χορήγηση επικουρικής σύνταξης σε όσους υπαλλήλους συνταξιοδοτούνται και εξέρχονται από την υπηρεσία, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, γιατί δεν θεωρούνται βέβαια και εκκαθαρισμένα. (ΣτΕ 135/1993)


  • Δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης δαπάνες για συμπλήρωμα τροφής και πρόσθετη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη προσωπικού της, για τις οποίες δεν έχουν καταβληθεί οι ασφαλιστικές εισφορές. (ΣτΕ 4118/1997)


  • Αμοιβές σε χρήμα ή σε είδος δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, όταν η παροχή ή η λήψη αυτής συνιστά ποινικό αδίκημα ακόμα και αν η καταβολή αυτών πραγματοποιείται στο εξωτερικό. (παρ. 16, άρθρου 31 του Ν.2238/1994)


60.00,(01 ). 11 Αμοιβές εκτός έδρας (όταν δεν καλύπτουν έξοδα εκτός έδρας)

  • Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1005/14.1.2005 « 5. Η αποζημίωση που καταβάλει επιχείρηση σε υπάλληλό της για δαπάνες υπηρεσίας που του έχουν ανατεθεί , εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον αποδεικνύεται η καταβολή τους από τα σχετικά παραστατικά στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. και δεν αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. α΄, της παρ.4, του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε. (1067765/10615/Β0012/31-8-1999)»


  • Από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εκπίπτουν τα ποσά των ενοικίων που καταβάλλει η επιχείρηση για τη διαμονή εργαζομένων της σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια ή οικίες που βρίσκονται σε διαφορετικό μέρος από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, λόγω εκτός έδρας εργασίας τους. Στην περίπτωση αυτή, η απόσταση του τόπου εργασίας και προσωρινής διαμονής πρέπει να απέχει από τη μόνιμη κατοικία του εργαζομένου εκατό (100) χιλιόμετρα και άνω και επιπλέον, τα δικαιολογητικά να έχουν εκδοθεί στο όνομα της επιχείρησης»(ΠΟΛ.1036/2.3.2006) (Κ.Φ.Ε. Αρθρο 31 περίπ τ')


  • Η αποζημίωση που καταβάλει επιχείρηση σε υπάλληλό της για δαπάνες υπηρεσίας που του έχουν ανατεθεί, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, κατά το μέρος που καλύπτεται με δικαιολογητικά του ΚΒΣ ως γενικό έξοδο διαχείρισης και κατά το μέρος που δεν καλύπτεται με δικαιολογητικά του ΚΒΣ ως δαπάνη μισθοδοσίας. Στη δεύτερη περίπτωση, η αποζημίωση φορολογείται στο όνομα του μισθωτού ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. (1067765/10615/Β0012/31.8.1999)


 

60.02 Παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού
60.02.00 Είδη ενδύσεως

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ρ, εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλει η επιχείρηση για την αγορά ειδικής ενδυμασίας του προσωπικού, η οποία επιβάλλεται για λόγους υγιεινής, ασφάλειας και ομοιόμορφης εμφάνισης, ως απαραίτητη για την εκτέλεση των καθηκόντων του.


60.02.01 Έξοδα στεγάσεως (π.χ. κατοικιών)

  • Εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλει η επιχείρηση για την κάλυψη του ενοικίου κατοικίας των εργαζομένων σε αυτήν, με την προϋπόθεση, ότι τα ποσά αυτά υπόκεινται σε φορολογία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 45. (άρθρου 31, παρ. 1, περ. ξ, νόμου 2238/1994)


  • Εκπίπτουν τα ποσά των ενοικίων που καταβάλλει η επιχείρηση για τη διαμονή εργαζομένων της σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια ή οικίες που βρίσκονται σε διαφορετικό μέρος από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, λόγω εκτός έδρας εργασίας τους. Στην περίπτωση αυτή, η απόσταση του τόπου εργασίας και προσωρινής διαμονής πρέπει να απέχει από τη μόνιμη κατοικία του εργαζομένου εκατό (100) χιλιόμετρα και άνω και επιπλέον τα δικαιολογητικά να έχουν εκδοθεί στο όνομα της επιχείρησης (άρθρο 31, παρ. 1, περ. τα νόμου 2238/1994)


  • Τα ποσά που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε υπαλλήλους τους για την κάλυψη στεγαστικών αναγκών τους, θεωρούμενα αυτά ως πρόσθετη αμοιβή, αποτελούν εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες και επομένως εκπίπτουν, ως γενικά έξοδα μισθοδοσίας και αμοιβής προσωπικού, από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1008579/231/Α0012/18.2.2003)


  • Οι δαπάνες ηλεκτρικού, ύδρευσης, τηλεφώνου κλπ που καταβάλλουν επιχειρήσεις και οι οποίες αφορούν κατοικίες των αλλοδαπών στελεχών τους, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον τα ποσά αυτά αποτελούν προσαύξηση μισθού για τα στελέχη αυτά. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα ενοίκια που καταβάλλουν επιχειρήσεις για τη στέγαση ημεδαπών ή αλλοδαπών στελεχών τους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με την προϋπόθεση ότι τα ως άνω ποσά αποτελούν προσαύξηση μισθού για τα στελέχη αυτά. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Η αποζημίωση που καταβάλλει επιχείρηση σε υπάλληλο ή εργάτη που συνδέεται με αυτή με εξαρτημένη εργασία λόγω μετεγκατάστασης σε άλλη πόλη ή χώρα, καθώς και τα έξοδα μεταφοράς της οικοσυσκευής του ίδιου ή της οικογένειάς του, κατά περίπτωση, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον η καταβολή τους αποδεικνύεται από παραστατικά που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.


 

60.02.02 Επιχορηγήσεις και λοιπά έξοδα κυλικείου - εστιατορίου

  • Το κόστος της τροφής (ελαφρύ γεύμα, δείπνο) που χορηγείται κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας στους εργαζομένους και κατά ανώτατο όριο τα 6 (έξι) ευρώ ανά εργαζόμενο, ημερησίως, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, χωρίς να αποτελεί για τους δικαιούχους εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)
    Φορολογική μεταχείριση της δωρεάν παροχής γεύματος στο προσωπικό.
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της περιπτ. γ' της παραγρ. 1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994, από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία Β' και Γ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., εκπίπτει η αξία των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφαλείας κ.λπ.
    Επίσης, με την αρ. ΠΟΛ.1028/17.2.2006 Α.Υ.Ο.Ο. η οποία εκδόθηκε κατ' εξουσιοδότηση της παρ.19 του ίδιου άρθρου και νόμου ορίζεται ότι, το κόστος της τροφής (ελαφρύ γεύμα, δείπνο) που χορηγείται κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας στους εργαζομένους και κατά ανώτατο όριο τα έξι (6) ευρώ ανά εργαζόμενο ημερησίως, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, χωρίς να αποτελεί για τους δικαιούχους εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες.
    Από τα ανωτέρω συνάγεται, ότι στην περίπτωση που ομόρρυθμη εταιρεία με αντικείμενο εργασιών εστιατόριο χορηγεί στους εργαζομένους της, κατά τη διάρκεια του ωραρίου εργασίας τους τροφή (ελαφρύ γεύμα, δείπνο), η οποία προέρχεται από τα ημερήσια παραγόμενα γεύματα, το κόστος αυτής και μέχρι έξι (6) ευρώ ανά εργαζόμενο ημερησίως, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της ως αναλωθείσα πρώτη ύλη, σύμφωνα με τις διατάξεις της πιο πάνω Υπουργικής Απόφασης και της περιπτ. γ' της παραγρ. 1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994, δηλαδή εκπίπτει μέσω του κόστους πωληθέντων. ……………... (1019621/1887/332/Β0014/15.11.2006)


  • Φορολογική αντιμετώπιση των διατακτικών τροφής που χορηγούνται στο προσωπικό εταιρείας για κάλυψη δαπανών υπηρεσίας εκτός έδρας, οι οποίες εκδίδονται από άλλη εταιρεία.
    Η ειδική γνωμοδοτική επιτροπή της παρ.21 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., αφού εξέτασε την αίτησή σας κατά την 21.12.2007 συνεδρίασή της, γνωμοδότησε ότι η θέση της Διοίκησης για το υπόψη ζήτημα είναι ορθή και επομένως, η αποζημίωση που θα καταβληθεί στο προσωπικό των πελατών σας, μέσω διατακτικών τροφής, θα αποτελεί λειτουργική δαπάνη της εκάστοτε επιχειρήσεως και θα εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής, ως γενικό έξοδο διαχείρισης μόνο κατά το μέρος που καλύπτεται από τα σχετικά παραστατικά του Κ.Β.Σ..
    Το δε μέρος της αποζημίωσης που δεν θα καλύπτεται από παραστατικά του Κ.Β.Σ. θα υπαχθεί σε φορολογία ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες στο όνομα των υπαλλήλων και θα εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, ως δαπάνη μισθοδοσίας.( 1108355/11523πε/Β0012/5.2.2008)


  • Το ποσό που καταβάλλει επιχείρηση στο προσωπικό της για την κάλυψη δαπανών υπηρεσίας του εκτός έδρας (εξόδων κίνησης), μέσω διατακτικών τροφής που εκδίδονται από άλλη εταιρεία, αποτελεί λειτουργική δαπάνη της πρώτης και αναγνωρίζεται ως γενικό έξοδο διαχείρισης μόνο κατά το μέρος που καλύπτεται από τα σχετικά παραστατικά του ΚΒΣ. Στην περίπτωση αυτή το τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών προς την πρώτη εταιρεία συνοδεύεται με τις υπόψη διατακτικές και με απόδειξη είσπραξης του αντιτίμου των διατακτικών αυτών. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


 

60.02.03 Έξοδα ψυχαγωγίας προσωπικού (π.χ. κατασκηνώσεων, εκδρομών, χοροεσπερίδων ή εορταστικών εκδηλώσεων)

  • Τα ποσά που καταβάλλει οικειοθελώς επιχείρηση χάριν του προσωπικού της για τη συμμετοχή ανηλίκων τέκνων του προσωπικού σε κατασκηνώσεις εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον δηλώνονται ως εισόδημα από το γονέα. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα ποσά που καταβάλλει οικειοθελώς επιχείρηση χάριν του προσωπικού της για κατασκηνώσεις, αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. (Ε. 4439/67/1960)


  • Μικροποσά που καταβάλλει επιχείρηση σε σύλλογο συνταξιούχων υπαλλήλων της για την αντιμετώπιση έκτακτων αναγκών αυτού, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΣτΕ 1227/1995). (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Οικονομικές ενισχύσεις στο σύλλογο του προσωπικού επιχείρησης θεωρούνται παραγωγικές δαπάνες. (ΣτΕ 2673/1983), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

60.02.04 Έξοδα επιμορφώσεως προσωπικού (π.χ. δίδακτρα, έξοδα εκπαιδευτικών ταξιδιών ή έξοδα μετεκπαιδεύσεων)

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ν, εκπίπτουν:
    Τα ποσά που καταβάλλει η επιχείρηση για επιμόρφωση του προσωπικού της με την προϋπόθεση ότι η επιμόρφωση έχει σχέση με το αντικείμενο εργασιών της επιχείρησης ή το αντικείμενο εργασιών του προσωπικού μέσα στην επιχείρηση ή τέλος, με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών ή των προγραμμάτων αυτών που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης.


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. π, εκπίπτουν:
    Τα ποσά των χρηματικών βραβείων που καταβάλλει επιχείρηση σε εργαζομένους της λόγω των εξαιρετικών επιδόσεων που έχουν επιτύχει αποδεδειγμένα στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα που σπουδάζουν και μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ για κάθε εργαζόμενο.


  • Η δαπάνη εκμάθησης ξένων γλωσσών από ημεδαπά στελέχη ή της ελληνικής γλώσσας από αλλοδαπά στελέχη ελληνικής επιχείρησης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής, εφόσον τα ποσά αυτά υπόκεινται σε φορολογία στο όνομα του δικαιούχου. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα ποσά που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις για τη φοίτηση των τέκνων αλλοδαπών στελεχών τους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με την προϋπόθεση ότι τα ποσά αυτά υπόκεινται σε φορολογία στο όνομα των στελεχών αυτών. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα ποσά που καταβάλλει επιχείρηση σε υπαλλήλους της για τα παιδιά αυτών που σπουδάζουν στην αλλοδαπή, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, όταν δεν έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες ασφαλιστικές εισφορές ( ΣτΕ 2442/1988 )


 

60.02.05 Έξοδα ιατροφαρμακευτικής περιθάλψεως (π.χ. νοσήλια, φάρμακα, έξοδα εγχειρήσεων, έξοδα κηδειών)

  • Τα έξοδα περιθάλψεως που καταβάλλει οικειοθελώς η επιχείρηση χάριν του προσωπικού της εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον δηλώνονται ως εισόδημα για τον δικαιούχο. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα έξοδα νοσηλείας στην αλλοδαπή υπαλλήλου επιχείρησης καθώς και τα έξοδα μετάβασης στο εξωτερικό της συζύγου του για τη νοσηλεία, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΣτΕ3007/1983), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005).


60.02.06 Ασφάλιστρα προσωπικού(π.χ. ομαδικής ή ατομικής ασφαλίσεως)

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. α, υποπερ.δδ. εκπίπτουν:
    Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις για ομαδική ασφάλιση ζωής του εργατοϋπαλληλικού προσωπικού τους, στην έννοια της οποίας συμπεριλαμβάνεται και η χορήγηση εφάπαξ ποσού ή περιοδικά καταβαλλόμενης παροχής σε χρήμα μετά το χρόνο της πρόωρης ή κανονικής συνταξιοδότησης του ανωτέρω προσωπικού, καθώς και η κάλυψη θανάτου ή κατά κινδύνων τυχαίων συμβεβηκότων. Το ποσό της έκπτωσης αυτής δεν μπορεί να υπερβεί για καθέναν από τους ασφαλιζόμενους τα χίλια πεντακόσια (1.500) ευρώ. Τα ασφαλιστήρια συμβόλαια της διάταξης αυτής δεν παρέχουν δικαίωμα λήψης δανείου της επιχείρησης ή των ασφαλιζομένων


  • Έκπτωση ασφαλίστρων ζωής από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης.
    Για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης, του ποσού που αυτή καταβάλλει για ασφάλιστρα ζωής του προσωπικού της απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ομαδική ασφάλιση ζωής του προσωπικού της, με το οποίο πρέπει να συνδέεται με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας (μισθωτοί).
    Αντίθετα, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της ανώνυμης εταιρίας, το μέρος των καταβαλλόμενων ποσών ασφαλίστρων ζωής που αφορούν μέλη του Δ.Σ. της ανώνυμης εταιρίας μη υπαλλήλους της, εφόσον αυτοί δεν περιλαμβάνονται στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό, αλλά θεωρούνται εντολοδόχοι της Α.Ε. (1059903/10474/Β0012/7.6.1994).
    Τέλος, για την περίπτωση άλλης μορφής εταιριών (Ε.Π.Ε., Ο.Ε., Ε.Ε., κ.τ.λ.), τα καταβαλλόμενα ποσά ασφαλίστρων ζωής για τους εταίρους μέλη τους, δεν αποτελούν εκπεστέα δαπάνη, εφόσον τα πρόσωπα αυτά δεν αποκτούν σε καμιά περίπτωση, την ιδιότητα του μισθωτού των επιχειρήσεων αυτών.1017708/280/Α0012/8.4.2008)


  • Εκπίπτουν.Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε ασφαλιστικές εταιρίες για την ασφάλιση του προσωπικού τους έναντι των κινδύνων τραυματισμού, θανάτου καθώς και απώλειας προσωπικών αντικειμένων του όταν ταξιδεύει για τις ανάγκες της επιχείρησης. ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Φορολογική μεταχείριση αποζημίωσης ασφαλιστήριου συμβολαίου που έχει συνάψει ανώνυμη εταιρεία για τα στελέχη της.
    Τα ασφάλιστρα που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία για ασφάλιση σύνταξης των διευθυνόντων συμβούλων της και των προσώπων που νόμιμα την εκπροσωπούν αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες των δικαιούχων, επί των οποίων διενεργείται παρακράτηση με τους συντελεστές που αναφέρονται στην παρ. 4 του άρθρου 54 του ν.2238/1994. Με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων.
    Περαιτέρω όμως, επειδή τα ασφάλιστρα καταβάλλονται από την ανώνυμη εταιρεία στην ασφαλιστική εταιρεία καθαρά, δηλαδή ελεύθερα φόρου, συνάγεται ότι η παρακράτηση πρέπει να γίνεται στο ποσό των ασφαλίστρων που προκύπτει μετά την αναγωγή τους, σε μικτό ποσό με την προσθήκη του αναλογούντος φόρου.
    Τέλος, δεδομένου ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν καταβάλλεται κάθε οικονομικό έτος κανένα ποσό στους δικαιούχους, συνάγεται ότι αυτοί δεν μπορούν να καλύψουν τεκμήρια απόκτησης περιουσιακών στοιχείων ή δαπανών διαβίωσης και επομένως τα ποσά αυτά δεν δηλώνονται στη δήλωση φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων. Θα δηλωθεί, όμως, στο έτος λήξης του ασφαλιστηρίου συμβολαίου το ποσό που εισπράττεται στον κωδ. 659 του Πίνακα 6 του Εντύπου Ε1, οπότε σε αυτή την περίπτωση μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την κάλυψη τεκμηρίων κατ' εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 19 του ν.2238/1994.(1017190/270/Α0012/3.4.2008 )


  • Φορολογική μεταχείριση ασφαλίστρων που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία για σύνταξη μελών του Δ.Σ..
    Το ποσό των ασφαλίστρων που θα καταβάλλει, σύμφωνα με τα πιο πάνω, ετησίως η εταιρεία σας για λογαριασμό μελών του Δ.Σ. της, συνιστά για τα υπόψη πρόσωπα εισόδημα από κινητές αξίες στο οποίο ενεργείται παρακράτηση βάσει των διατάξεων της παρ.5 του άρθρου 54 του Κ.Φ.Ε. και με την παρακράτηση αυτή εξαντλείται η φορολογική υποχρέωση των δικαιούχων.(1031302/10420/Β0012/30.10.2008)



  • Τα ασφάλιστρα που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία για ασφάλιση σύνταξης των διευθυνόντων συμβούλων της και των προσώπων που νόμιμα την εκπροσωπούν, εκπίπτουν ως γενικά έξοδα διαχείρισης. Τα ποσά αυτά αποτελούν εισόδημα από κινητές αξίες των δικαιούχων. (1028327/10150/Β0012/27.4.1995)


  • Εκπίπτουν τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε ασφαλιστικές εταιρίες λόγω ασφάλισης του προσωπικού τους σε περίπτωση εργατικού ατυχήματος. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα ασφάλιστρα που καταβάλλει επιχείρηση για ομαδική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη μελών Δ.Σ. οι οποίοι παράλληλα συνδέονται με σχέση εξαρτημένης εργασίας με αυτή, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της υποπερ. δδ΄ της περ. α΄, της παρ. 1 του άρθρου 31 του ΚΦΕ. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Τα ασφάλιστρα που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία για ομαδική ασφάλιση ζωής στην οποία περιλαμβάνονται εκτός του εργατοϋπαλληλικού προσωπικού της και όλα ή μερικά από τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, μόνο κατά το μέρος που αναλογεί στους ασφαλισμένους υπαλλήλους της, καθόσον τα μέλη του Δ.Σ. δεν περιλαμβάνονται στο εργατοϋπαλληλικό προσωπικό, αλλά θεωρούνται εντολοδόχοι της ανώνυμης εταιρείας. (1059903/10474/Β0012/7.6.1994), (1066625/10514/Β0012/25.7.1994,ΠΟΛ.1005/14.1.2005, 1017708/280/Α0012/8.4.2008)


  • Τα ασφάλιστρα που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία για μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου αυτής λόγω συμμετοχής σε ομαδικό ασφαλιστήριο κατά το χρόνο που ήταν εργαζόμενοι (πριν από την εκλογή τους ως μελών του Δ.Σ.) , εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της χωρίς να απαιτείται προς τούτο προέγκριση από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της. (1059763/10561/Β0012/1.7.1993), (1059903/10474/Β0012/7.6.1994), (1066625/10514/Β0012/25.7.1994)


  • Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν επιχειρήσεις για ομαδική ασφάλιση του εργατοϋπαλληλικού προσωπικού τους, στην έννοια της οποίας συμπεριλαμβάνεται και η κάλυψη ιατρονοσοκομειακής περίθαλψης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις της υποπερ. δδ΄ της περ. α', της παρ. 1 του άρθρου 31 του ΚΦΕ. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Δεν εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλει η επιχείρηση σε τρίτους για τη διαχείριση των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων του προσωπικού της και προγραμμάτων αγοράς μετοχών από το προσωπικό.


  • Δεν εκπίπτουν τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις για την κάλυψη των χρηματικών κυρώσεων και αποζημιώσεων που επιβάλλονται λόγω αστικής ευθύνης των μελών του Δ.Σ. και των διοικητικών στελεχών της και βαρύνουν είτε την επιχείρηση είτε τα ανωτέρω πρόσωπα. (ΠΟΛ.1107/24.7.2008)


  • Ασφάλιστρα σε άλλης μορφής εταιριών (Ε.Π.Ε., Ο.Ε., Ε.Ε., κ.τ.λ.), τα καταβαλλόμενα ποσά ασφαλίστρων ζωής για τους εταίρους μέλη τους, δεν αποτελούν εκπεστέα δαπάνη, εφόσον τα πρόσωπα αυτά δεν αποκτούν σε καμιά περίπτωση, την ιδιότητα του μισθωτού των επιχειρήσεων αυτών.(1017708/280/Α0012/8.4.2008)


  • Η δωρεάν ασφαλιστική κάλυψη που παρέχει επιχείρηση σε παιδιά μη εργαζομένων σε αυτή που σπουδάζουν στα ΙΕΚ ή φιλοξενούνται στους παιδικούς σταθμούς, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1136406/10815/Β012/5.1.1995)


  • Το ποσό των ασφαλίστρων που καταβάλλει επιχείρηση για την πληρωμή επενδυτικού προγράμματος (συμβολαίου) ασφαλιστικής εταιρείας, στο οποίο τυγχάνει συμβαλλόμενος και δικαιούχος η ίδια η επιχείρηση δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1074480/10916/Β0012/5.7.1996)


  • Tα έξοδα με τα οποία επιβαρύνεται η επιχείρηση για την κάλυψη ιατρικής και νοσοκομειακής περίθαλψης συνταξιούχων, πρώην εργαζομένων της, καθώς και τα ποσά που καταβάλλει σε αυτούς για τη συμπλήρωση της σύνταξής τους, δεν εκπίπτουν.(ΠΟΛ.1057/23.3.2007)


 

60.02.07 Αξία χορηγούμενων αποθεμάτων (Γνωμ. 44/1129/1989)
60.02.99 Λοιπές παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. κ. εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλουν εφάπαξ ή περιοδικά οι επιχειρήσεις σε άγαμα τέκνα του προσωπικού τους και μέχρι τη συμπλήρωση του εικοστού πέμπτου έτους της ηλικίας τους, λόγω θανάτου του γονέα - εργαζομένου και με την προϋπόθεση ότι αυτός επήλθε λόγω σεισμού ή άλλου λόγου ανώτερης βίας, κατά τη διάρκεια εργασίας του θανόντος και εντός των εγκαταστάσεων της επιχείρησης. Το πιο πάνω εκπιπτόμενο ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει, ανά ημερολογιακό έτος, τα τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ για κάθε δικαιούχο - τέκνο. Ειδικά, για τα ποσά που καταβάλλονται μέχρι και την 31 η Δεκεμβρίου 2001, ως ανώτατο όριο εκπιπτόμενης δαπάνης ορίζεται το ποσό του ενός εκατομμυρίου (1.000.000) δραχμών


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. o, εκπίπτουν:
    Τα ποσά που καταβάλλει η επιχείρηση σε παιδικούς και βρεφονηπιακούς σταθμούς.


  • Όταν μια εταιρεία με μετοχές εισηγμένες στο ΧΑΑ προβαίνει στην αγορά ιδίων μετοχών, τις οποίες στη συνέχεια διαθέτει στο προσωπικό της σε ευνοϊκή τιμή (χαμηλότερη της τρέχουσας χρηματιστηριακής), στα πλαίσια του προγράμματος διάθεσης δικαιωμάτων προαίρεσης αγοράς μετοχών (stock options), κατ εφαρμογή των διατάξεων της παρ.2 του άρθρου 1 του Π.Δ.30/88, έχουν εφαρμογή τα ακόλουθα:
    α) Η «ωφέλεια» που αποκτούν οι εργαζόμενοι κατά την άσκηση του δικαιώματος αγοράς των μετοχών σε μειωμένη τιμή (θετική διαφορά μεταξύ της τρέχουσας κατά την ημερομηνία ενάσκησης του δικαιώματος χρηματιστηριακής τιμής της μετοχής και της τιμής ενάσκησης του δικαιώματος αγοράς μετοχών, καθώς και της τιμής απόκτησης του δικαιώματος αυτού, αν υπάρχει) αποτελεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε., εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες για τους δικαιούχους.
    Επίσης, εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες θεωρείται και η ωφέλεια που αποκτούν οι δικαιούχοι κατά την άσκηση δικαιώματος προαίρεσης απόκτησης μετοχών με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 13 του άρθρου 13 του κ.ν. 2190/1920 (ΦΕΚ 37 Α'), σε τιμή κατώτερη από τη χρηματιστηριακή τιμή κλεισίματος των μετοχών της συγκεκριμένης εταιρείας (Αρθρο 45 ΚΦΕ)
    β) Η απώλεια της εταιρείας από τη διάθεση των μετοχών στο προσωπικό της σε μειωμένη τιμή αποτελεί για την εταιρεία δαπάνη μισθοδοσίας και ως τοιαύτη εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. (εφόσον έχουν καταβληθεί οι αναλογούσες εισφορές).(1085145/11088 ΠΕ/Β0012/28.1.2002)



60.03 Εργοδοτικές εισφορές και επιβαρύνσεις έμμισθου προσωπικού
60.04 Εργοδοτικές εισφορές και επιβαρύνσεις ημερομίσθιου προσωπικού

  • Οι εργοδοτικές εισφορές ΙΚΑ και λοιπών ταμείων κύριας ή επικουρικής ασφάλισης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (1007318/10108/Β0012/23.6.2000)


  • Οι ασφαλιστικές εισφορές που υποχρεούνται από 1/1/1993 και μετά να καταβάλλουν οι επιχειρήσεις στο ΤΣΜΕΔΕ για τους έμμισθους μηχανικούς που απασχολούν, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1007318/10108/Β0012/23.6.2000)


  • Η δαπάνη, που πραγματοποιεί οικειοθελώς επιχείρηση για την εξαγορά προϋπηρεσίας ασφαλιστικών ταμείων των υπαλλήλων της, ενόψει συνταξιοδότησή τους, δεν εκπίπτει. (ΠΟΛ.1057/23.3.2007)


  • Οι εισφορές προς το ΤΕΒΕ που βαρύνουν τα μέλη Δ.Σ. ανώνυμης εταιρείας και καταβάλλει προαιρετικά η εταιρεία, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1044491/10432/Β0012/30.6.1999)



  • Οι προσωπικές ασφαλιστικές εισφορές που καταβάλλει για το άτομό του ο πρόεδρος - γενικός διευθυντής ανώνυμης εταιρείας στα ασφαλιστικά του ταμεία (ΚΥΤ-ΤΣΜΕΔΕ, κλπ.), δεν εκπίπτουν , από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής. (1093039/10475/Β0012/26.11.1991)


  • Με την 1013556/233/Α0012/5.2.2007 διαταγή μας προς τη Δ.Ο.Υ. Τρικάλων έγινε δεκτό ότι το ποσό που παρακρατείται σε ομόρρυθμη εταιρία πρατηριούχο υγρών καυσίμων κατά την αγορά των προϊόντων της και αποδίδεται ως εισφορά στο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Κοινής Διανομής Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων, για ασφάλιση των εκπροσώπων της, εκπίπτει από το εισόδημα των ασφαλιζόμενων προσώπων.
    Στο έγγραφό σας αναφέρετε πως φορολογούμενος, μέλος εταιρείας Ο.Ε., δήλωσε με συμπληρωματική δήλωση εισοδήματος οικονομικού έτους 2007, υποχρεωτικές εισφορές σε ταμεία ασφάλισης ποσού 6.122,01 ευρώ, στο Ταμείο Επικουρικής Ασφάλισης και Κοινής Διανομής Πρατηριούχων Υγρών Καυσίμων, που αποτελεί το μερίδιο του σε σύνολο 12.754,19 ευρώ, που κατέβαλε το έτος 2006 η εταιρεία «Χ», σύμφωνα και με τη σχετική βεβαίωση του Ταμείου. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι το ανωτέρω ποσό αποτελεί υποχρεωτική κατά νόμο ασφαλιστική εισφορά του φορολογουμένου, εφόσον είναι νόμιμος εκπρόσωπος και μέλος της ομόρρυθμης εταιρίας, και εκπίπτει από το συνολικό εισόδημά του, παρότι δεν το κατέβαλε ο ίδιος, αλλά η εταιρία στην οποία είναι μέλος, για το λόγο ότι είναι προσωπική δαπάνη φυσικού προσώπου και όχι παραγωγική δαπάνη της εταιρίας, για αυτό και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της εταιρίας με βάση το άρθρο 31 του Κ.Φ.Ε.. Προϋπόθεση βέβαια για την έκπτωση είναι ότι το ποσό των εισφορών αυτών δεν έχει συμπεριληφθεί στο κόστος αγοράς των υγρών καυσίμων στα βιβλία της εταιρίας.( 1002490/52/Α0012/3.3.2008)


  • Δεν εκπίπτει. Η δαπάνη, που πραγματοποιεί οικειοθελώς επιχείρηση για την εξαγορά προϋπηρεσίας ασφαλιστικών ταμείων των υπαλλήλων της, ενόψει συνταξιοδότησή τους. (ΠΟΛ.1057/23.3.2007)


60.05 Αποζημιώσεις απολύσεως ή εξόδου από την υπηρεσία

  • Tα ποσά των αποζημιώσεων που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις στους δικαιούχους με βάση (α) το ν. 2112/1920, (β) το άρθρο 1 του Β.Δ. 16/18 Ιουλίου 1920 και (γ) το Αρθρο 94 του Ν.Δ. 3026/1954, αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων ολόκληρο το ποσό τους, έστω και αν καταβάλλεται ποσό μεγαλύτερο από αυτό που προβλέπουν οι ισχύουσες διατάξεις, καθόσον το συνολικό ποσό των αποζημιώσεων αυτών φορολογείται στο όνομα του δικαιούχου σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 14 του ν. 2238/1994 και περαιτέρω, καταβάλλεται σε αυτόν για τις υπηρεσίες που προσέφερε στην επιχείρηση, όπως προβλέπεται και από τη νέα διάταξη της παραγράφου 16 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. (ΠΟΛ.1036/24.7.2006)


  • Αποζημίωση σε απολυθέντες υπαλλήλους μεγαλύτερη της προβλεπόμενης εκ των διατάξεων, αναγνωρίζεται ως παραγωγική δαπάνη. (ΣτΕ 3735/1988)


  • Αποζημιώσεις υπαλλήλων μεγαλύτερες των νομίμων αναγνωρίζονται ως εκπεστέες δαπάνες. (ΣτΕ 4118/1997)


  • Η καταβολή αυξημένης αποζημιώσεως σε αποχωρήσαντες λόγω συνταξιοδοτήσεως υπαλλήλους, πέραν των νομίμων αποζημιώσεων είναι εκπεστέα ως παραγωγική και όταν ακόμα δίδεται σε όλους τους αποχωρούντες υπαλλήλους, διότι δεν αποκλείεται η έκπτωση της δαπάνης αυτής εκ του γεγονότος ότι η αυξημένη αποζημίωση εδίδετο υπό της επιχειρήσεως εις όλους τους αποχωρούντες υπαλλήλους. (ΣτΕ 2993/1991)


  • Καταβολή αποζημίωσης, επιπλέον της νομίμου, στο απολυθέν προσωπικό δεν αναγνωρίζεται ως παραγωγική δαπάνη, όταν απολύεται όλο το προσωπικό και η επιχείρηση διακόπτει την επιχειρηματική της δραστηριότητα. (ΣτΕ 3455/1995 )


 

61 ΑΜΟΙΒΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΔΑ ΤΡΙΤΩΝ
61.00 Αμοιβές και έξοδα ελεύθερων επαγγελματιών υποκείμενες σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος
61.00.00 Αμοιβές και έξοδα δικηγόρων

  • Αμοιβές δικηγόρων, συμβολαιογράφων για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες τους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄)


  • Αμοιβές αλλοδαπών δικηγόρων για υπηρεσίες που προσέφεραν στην αλλοδαπή (π.χ. δικαστική εκπροσώπηση) εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄)


 

61.00.01 Αμοιβές και έξοδα συμβολαιογράφων (όταν υπόκεινται σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος)

  • Αμοιβές δικηγόρων, συμβολαιογράφων για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες τους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄)


 

61.00.02 Αμοιβές και έξοδα τεχνικών
61.00.03 Αμοιβές και έξοδα οργανωτών - μελετητών – ερευνητών

 

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ι, ισχύουν τα εξής:
    Εκπίπτει το ποσό των δικαιωμάτων ή αποζημιώσεων που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις και οργανισμούς για τη χρησιμοποίηση τεχνικής βοήθειας, ευρεσιτεχνιών, σημάτων σχεδίων, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων και τύπων, πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλων συναφών δικαιωμάτων.
    Όταν οι πιο πάνω αποζημιώσεις ή δικαιώματα καταβάλλονται σε αλλοδαπούς οργανισμούς ή αλλοδαπές επιχειρήσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 51Β του παρόντος κώδικα, εκπίπτουν με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
    αα) Η υποχρέωση καταβολής να προκύπτει από έγγραφη σύμβαση και από αντίστοιχο τιμολόγιο του αντισυμβαλλομένου.
    ββ) Να έχει αποδοθεί στο Δημόσιο ο φόρος που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 13 ή της οικείας διμερούς σύμβασης περί αποφυγής της διπλής φορολογίας.
    γγ) Σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού εντός της οικείας διαχειριστικής περιόδου, αρκεί η πίστωση στο όνομα του αλλοδαπού δικαιούχου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας κλεισίματος ισολογισμού της διαχειριστικής περιόδου στην οποία αναφέρονται οι αποζημιώσεις ή τα δικαιώματα.
    δδ) Σε περίπτωση που τα υπόψη ποσά καταβάλλονται από εμπορικές επιχειρήσεις και αφορούν σε σήματα, μεθόδους εμπορίας ή διανομής και άλλα συναφή δικαιώματα, αυτά να μην έχουν ενσωματωθεί στην τιμή πώλησης. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και για τον κλάδο εμπορίας των μικτών επιχειρήσεων.
    Τα αναγνωριζόμενα σε κάθε περίπτωση ποσοστά που καταβάλλονται δεν μπορεί να είναι ανώτερα από το μέσο όρο των ποσοστών που καταβάλλονται από επιχειρήσεις του ίδιου ομίλου άλλων χωρών προς εταιρία του αυτού ομίλου.


  • Αμοιβές αλλοδαπών για τη σύνταξη τεχνικών και λοιπών επιστημονικών μελετών εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄)


  • Οι δαπάνες μελετών και ερευνών, για την εγκατάσταση αιολικών πάρκων σε περίπτωση απορρίψεως της αιτήσεως για τη χορήγηση των τελικών αδειών. Οι δαπάνες αυτές εκπίπτουν στη χρήση εντός της οποίας απορρίπτεται η αίτηση για τη χορήγηση των τελικών αδειών από τις αρμόδιες αρχές. ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


 

61.00.04 Αμοιβές και έξοδα ελεγκτών

  • Αμοιβή σε αλλοδαπούς ορκωτούς ελεγκτές δεν εκπίπτει γιατί δεν αφορά μόνο το υποκατάστημά της στην Ελλάδα, αλλά και τη μητρική επιχείρηση, η οποία ωφελείται από τον έλεγχο αυτό. (ΣτΕ 2866/1981 )


  • Οι αμοιβές που καταβάλλει επιχείρηση σε τρίτους για τη διενέργεια εσωτερικού ελέγχου εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, με την προϋπόθεση ότι ο έλεγχος δεν ενεργείται για λογαριασμό της ημεδαπής ή αλλοδαπής μητρικής εταιρίας. (ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


 

61.00.05 Αμοιβές και έξοδα ιατρών
61.00.06 Αμοιβές και έξοδα λογιστών

  • Αμοιβές λογιστών όταν δεν ανήκουν στο προσωπικό και εφόσον έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο στοιχείο του Κ.Β.Σ. εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄)


 

61.00.07 Αμοιβές φοροτεχνικών
61.00.99 Αμοιβές και έξοδα λοιπών ελεύθερων επαγγελματιών

  • Αμοιβές μηχανικών για τις παρασχεθείσες υπηρεσίες τους και εφόσον δεν συμπεριλαμβάνονται στο κόστος οικοδομής (π.χ. σύνταξη τοπογραφικών διαγραμμάτων, επιμετρήσεις οικοπέδων, οριοθετήσεις, κλπ.) εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄)


  • Οι καταβαλλόμενες από τις επιχειρήσεις στους μηχανικούς αμοιβές για την εκπόνηση τεχνικής μελέτης και την έκδοση άδειας οικοδομής, εντάσσονται στο κόστος κατασκευής της οικοδομής και εκπίπτουν τμηματικά με τις ενεργούμενες κάθε έτος αποσβέσεις. (ΣτΕ 2525/1991, ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές χρηματοοικονομικών συμβούλων για την αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας εταιριών


  • Εκπίπτουν οι Αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε αναλογιστές για τη σύνταξη αναλογιστικών μελετών. (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Εκπίπτουν οι Αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε οργανωμένα γραφεία για την εξεύρεση στελεχών. (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Εκπίπτουν οι Αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε εκτιμητές για την εκτίμηση της αξίας των ακινήτων τους. (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

61.01 Αμοιβές και έξοδα μη ελεύθερων επαγγελματιών υποκείμενες σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος
61.01.00 Αμοιβές συνεδριάσεων μελών διοικητικού συμβουλίου

  • Αμοιβές και αποζημιώσεις που καταβάλλονται στα μέλη Δ.Σ. ανώνυμης εταιρίας, σύμφωνα με την παρ. 2 του άρθρου 24 του κ.ν. 2190/1920, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΚΦΕ, άρθρο 105, παρ. 6, περ. Γ’)


  • Αμοιβές εταίρων Ε.Π.Ε.
    Οι μισθοί ή αμοιβές που καταβάλλουν οι Ε.Π.Ε. στους εταίρους τους και βαρύνουν διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1-1-2003 και μετά, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, εφόσον οι εταίροι είναι ασφαλισμένοι σε οποιοδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό ή ταμείο (ΙΚΑ, ΤΕΒΕ, ΤΑΕ, κλπ.) για τις συγκεκριμένες υπηρεσίες που παρέχουν στις εν λόγω εταιρείες. (1016656/10090/Β0012/20-2-2003), (1030296/10312/Β0012/5.5.2003), (1094778/10904/Β0012/5.12.2002), (1111266/11343/Β0012/15.5.2001), (1078552/10722/Β0012/21.9.1999), (1000472/10012/Β0012/20.3.2003)


  • Οι μισθοί που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία στα μέλη του Διοικητικού της Συμβουλίου, για εξαρτημένη εργασία που παρέχουν προς την εταιρεία πέραν των καθηκόντων τους που απορρέουν από την ιδιότητά τους ως μέλη του Δ.Σ., εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, χωρίς να εξετάζεται η ύπαρξη προέγκρισης από τη Γενική Συνέλευση των μετόχων της. (ΣτΕ 3242/1990), (ΣτΕ 4039/1999), (ΣτΕ 3897/1989).


  • Οι αμοιβές που καταβάλλει ΕΠΕ σε εταίρους της - ελεύθερους επαγγελματίες (π.χ. μηχανικοί, λογιστές) για υπηρεσίες που της παρέχουν ανάλογες με τα ελεύθερα επαγγέλματα τα οποία ασκούν, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον οι εταίροι αυτοί είναι ασφαλισμένοι σε ασφαλιστικό οργανισμό ή ταμείο, όχι για τις υπηρεσίες που προσφέρουν στην εταιρεία, αλλά λόγω του επαγγέλματος που ασκούν (μηχανικοί, λογιστές). Συνεπεία δε της ασφαλίσεώς τους σε ασφαλιστικό οργανισμό ή ταμείο λόγω του επαγγέλματός τους και όχι για τις παρεχόμενες στην ΕΠΕ υπηρεσίες τους, η αμοιβή τους αποτελεί εισόδημα από ελευθέρια επαγγέλματα και όχι από εμπορικές επιχειρήσεις, στο ακαθάριστο ποσό της οποίας διενεργείται παρακράτηση φόρου 20% (1026206/10267/Β0012/21.11.2003, 1088597/10956/Β0012/24.11.2003, 1089052/10968πε/Β0012/28.3.2008, 1115066/11308πε/Β0012/5.2.2008)


 

61.01.01 Αμοιβές και έξοδα διαφόρων τρίτων

  • Αμοιβές τρίτων για παρασχεθείσες υπηρεσίες τους, εφόσον έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο στοιχείο του Κ.Β.Σ., εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005).


  • Αμοιβές αλλοδαπών επιχειρήσεων ή φυσικών προσώπων για υπηρεσίες που παρέχουν στη Ελλάδα εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄) – Βλέπε εξαιρέσεις με βάση το άρθρο 51Β του Ν. 2238 – Σχόλια σε λογ. 50. Προμηθευτές »( ΠΟΛ.1005/14.1.2005) .


  • Σύμφωνα με το Π. Δ. υπ. αριθ. 186, Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων, ισχύουν τα εξής :
    « Αρθρο 15. Αποδείξεις δαπανών
    1.Ο επιτηδευματίας που τηρεί βιβλία οποιασδήποτε κατηγορίας και τα πρόσωπα της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Κώδικα αυτού για κάθε δαπάνη που αφορά την άσκηση της επιχείρησής του ή την εκτέλεση του σκοπού τους, αντίστοιχα, για την οποία ο δικαιούχος δεν υποχρεούται στην έκδοση στοιχείου του Κώδικα αυτού, εκδίδει διπλότυπη απόδειξη δαπάνης.Διπλότυπη απόδειξη δαπάνης εκδίδεται επίσης και από τον εκμεταλλευτή επιβατικού αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης για την καταβολή στους οδηγούς αμοιβών οι οποίες δεν υπάγονται στο φόρο προστιθέμενης αξίας. 2.Στην απόδειξη δαπάνης, η οποία υπογράφεται και από το δικαιούχο και στα δύο αντίτυπα, αναγράφονται: α) τα πλήρη στοιχεία των συμβαλλομένων όπως περιγράφονται στην παράγραφο 10 του άρθρου 12 του Κώδικα αυτού, β) η αιτιολογία και το ποσό της δαπάνης αριθμητικώς και ολογράφως. Δεν απαιτείται η αναγραφή του ποσού ολογράφως στις αποδείξεις που εκδίδονται με Η/Υ, γ) οι τυχόν φόροι και οι λοιπές φορολογικές επιβαρύνσεις. 3.Για τα δώρα που γίνονται από τον επιτηδευματία σε διάφορα πρόσωπα, για την επαγγελματική του προβολή ή για την εκπλήρωση κοινωνικής του υποχρέωσης, συνυφασμένης με την επαγγελματική του δραστηριότητα, αξίας του καθενός μέχρι τριάντα (30) ευρώ, μπορεί να συντάσσεται σχετική κατάσταση, με το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση των προσώπων αυτών, αντί της έκδοσης της διπλότυπης απόδειξης της παραγράφου 1 για κάθε πρόσωπο. 4. Όταν καταβάλλονται μισθοί, ημερομίσθια, ή άλλες παροχές σε μισθωτούς δύναται, αντί της έκδοσης απόδειξης δαπάνης, να συντάσσεται κατάσταση στην οποία υπογράφουν οι δικαιούχοι για τα ποσά που λαμβάνουν. Επί καταβολής μισθών και ημερομισθίων με τη μεσολάβηση τράπεζας δεν απαιτείται υπογραφή της κατάσταση, εφόσον υπάρχει σχετική εξουσιοδότηση των δικαιούχων της αμοιβής, που δίδεται μία φορά με ταυτόχρονη εντολή προς την τράπεζα για πίστωση συγκεκριμένου λογαριασμού.»


 

61.02 Λοιπές προμήθειες τρίτων

  • Προμήθειες τρίτων για αγορές, πωλήσεις, μεσιτείες, κλπ., εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον υπάρχει το νόμιμο δικαιολογητικό. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Το ποσό που κατέβαλε επιχείρηση πρακτόρευσης διαφόρων ανωνύμων ασφαλιστικών εταιρειών, ως προμήθεια σε διάφορους υπαλλήλους, συγγενείς και φίλους, οι οποίοι συνέβαλαν στη σύναψη ασφαλιστικών συμβολαίων, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, όταν δεν καλύπτεται με τα προβλεπόμενα από τον Κ.Φ.Σ. αποδεικτικά στοιχεία. Δεν καθίσταται εκπεστέα η πιο πάνω δαπάνη εκ του λόγου ότι η έκδοση των στοιχείων, ήταν τυχόν, λόγω των συντρεχουσών περιστάσεων, δυσχερής ή ανέφικτη. ( ΣτΕ 51/1991 ), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005).


  • Οι αμοιβές που καταβάλλει Ανώνυμη Εταιρεία Λήψης Διαβίβασης Εντολών (ΑΕΛΔΕ) σε ανεξάρτητα φυσικά πρόσωπα που διαμεσολαβούν για την εξεύρεση νέων πελατών και τα οποία δεν έχουν κάποια άλλη σχέση με τη δραστηριότητα της εταιρείας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον συμβάλλουν στη δημιουργία φορολογητέου εισοδήματος για την ΑΕΛΔΕ και περαιτέρω επειδή οι πιο πάνω υπηρεσίες δεν διαφέρουν από εκείνες που προσφέρουν επίσης τρίτα πρόσωπα προς τις ΑΕ Διαχειρίσεως για τη διάθεση μεριδίων αμοιβαίων κεφαλαίων (τα κεφάλαια των οποίων είναι επενδυμένα σε μετοχές εισηγμένες στο Χ.Α.Α.). (1056824/10531/Β0012/15.7.2002), (1108474/10944/Β0012/3.12.2001)


 

61.03 Επεξεργασίες από τρίτους

  • Επιχειρήσεις επεξεργασίας αποβλήτων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους τις αμοιβές που καταβάλλουν σε αλλοδαπές επιχειρήσεις για τη διαχείριση των αποβλήτων εφόσον δεν μπορούν να την αναλάβουν οι ίδιες, καθώς και τις αμοιβές που καταβάλουν στη βιομηχανία τσιμέντου, η οποία αναλαμβάνει να καταστρέψει με καύση τα μη εκμεταλλεύσιμα εμπορικά προϊόντα που προκύπτουν από την επεξεργασία των αποβλήτων. (1109541/10798/Β0012/27.11.2001)


  • Αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε άλλες επιχειρήσεις για την παραγωγή των προϊόντών τους με τη μέθοδο του ΦΑΣΟΝ εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ.α΄)


 

61.90 Αμοιβές τρίτων μη υποκείμενες σε παρακράτηση φόρου εισοδήματος (Γνωμ. 252/2244/1995)

Οι αμοιβές που καταβάλλει εμπορική επιχείρηση σε τηλεοπτικούς σταθμούς για την πώληση αγαθών με την μέθοδο του «telemarketing» (τηλεπώληση), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα χωρίς την καταβολή αγγελιοσήμου. (1031927/10413/Β0012/28.3.2008)

  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις για τη φύλαξη των εγκαταστάσεών τους.


61.91 Πνευματικά και καλλιτεχνικά δικαιώματα τρίτων επί πωλήσεων (Γνωμ. 95/1694/1992)

  • Χρόνος έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων των δικαιωμάτων που καταβάλλουν κατ' εφαρμογή των διατάξεων του ν.2121/1993.
    Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν.2121/1993 (ΦΕΚ 25/Α') "περί πνευματικής ιδιοκτησίας, συγγενικών δικαιωμάτων και πολιτιστικών θεμάτων", ορίζεται ότι οι πνευματικοί δημιουργοί με τη δημιουργία του έργου αποκτούν πάνω σ' αυτό πνευματική ιδιοκτησία που περιλαμβάνει, ως αποκλειστικά και απόλυτα δικαιώματα, το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου (περιουσιακό δικαίωμα) και το δικαίωμα της προστασίας του προσωπικού τους δεσμού προς αυτό (ηθικό δικαίωμα).
    Από τις διατάξεις αυτές προκύπτει ότι το δικαίωμα της εκμετάλλευσης του έργου από το δημιουργό του βασίζεται στο γεγονός ότι αυτό αποτελεί περιουσιακό στοιχείο του.
    Εξάλλου, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 2 του πιο πάνω νόμου, ορίζεται ότι ως "έργο" νοείται κάθε πρωτότυπο πνευματικό δημιούργημα λόγου, τέχνης ή επιστήμης, που εκφράζεται με οποιαδήποτε μορφή και με τα άρθρα 3 και 4 του ίδιου νόμου καθορίζονται οι εξουσίες που παρέχονται στο δημιουργό για το περιουσιακό και ηθικό δικαίωμα που απορρέει από τη δημιουργία του πνευματικού έργου.
    Επίσης, με τις διατάξεις του άρθρου 54 του ίδιου νόμου, ορίζεται ότι οι δημιουργοί μπορούν να αναθέτουν σε οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης και προστασίας, που έχουν αποκλειστικά αυτό το σκοπό, τη διαχείριση ή την προστασία ή τη διαχείριση και την προστασία του περιουσιακού τους δικαιώματος ή εξουσιών που απορρέουν από αυτό. Περαιτέρω, στο άρθρο 55 του ως άνω νόμου καθορίζονται οι αρμοδιότητες των οργανισμών συλλογικής διαχείρισης και ειδικότερα στην περ. δ' της παρ. 1 του άρθρου ορίζεται ότι αυτοί είναι αρμόδιοι να εισπράττουν την αμοιβή που προβλέπεται από το άρθρο 18, παρ. 3 του ίδιου νόμου και να τη διανέμουν μεταξύ των δημιουργών.
    Τέλος, με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 18 του υπόψη νόμου, που εντάσσονται στο κεφάλαιο των περιορισμών του περιουσιακού δικαιώματος, ορίζεται ότι, εάν για την ελεύθερη αναπαραγωγή του έργου χρησιμοποιούνται τεχνικά μέσα, όπως συσκευές εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, μαγνητικές ταινίες ή άλλοι υλικοί φορείς πρόσφοροι για την αναπαραγωγή ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας, φωτοτυπικά μηχανήματα, χαρτί κατάλληλο για φωτοτυπίες ή ηλεκτρονικοί υπολογιστές, οφείλεται εύλογη αμοιβή στο δημιουργό του έργου και σε δικαιούχους συγγενικών δικαιωμάτων. Η αμοιβή ορίζεται σε 6% της αξίας των συσκευών εγγραφής ήχου ή εικόνας ή ήχου και εικόνας και των μαγνητικών ταινιών ή άλλων υλικών φορέων, 4% της αξίας των φωτοτυπικών συσκευών και του χαρτιού κατάλληλου για φωτοτυπίες και 2% της αξίας των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Σε κάθε περίπτωση, ο υπολογισμός γίνεται κατά την εισαγωγή ή τη διάθεση από το εργοστάσιο ή τη χονδρική ή λιανική πώληση.
    Η αμοιβή καταβάλλεται από τους παραγωγούς ή τους εισαγωγείς ή τους εμπόρους των αντικειμένων αυτών και σημειώνεται στο τιμολόγιο, εισπράττεται δε από οργανισμούς συλλογικής διαχείρισης που καλύπτουν εν όλω ή εν μέρει την ενδιαφερόμενη κατηγορία δικαιούχων, οι οποίοι και επιλέγουν τον οφειλέτη.
    Η οριζόμενη από τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν.2121/1993 αμοιβή καταβάλλεται για τη χρήση ή παραχώρηση χρήσης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των δημιουργών και επομένως για την έκπτωσή της από τα ακαθάριστα έσοδα των παραγωγών, εισαγωγέων κ.λπ. θα έχουν εφαρμογή οι διατάξεις της περ. ι' της παρ. 1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994, δηλαδή εκπίπτει κατά το χρόνο της καταβολής της, πλην όμως για την έκπτωση αρκεί και η πίστωσή της μέχρι τη λήξη της προθεσμίας κλεισίματος ισολογισμού της χρήσης στην οποία αναφέρεται.(ΠΟΛ.1156/8.6.2001 )


 

61.98 Λοιπές αμοιβές τρίτων

  • Αμοιβές τρίτων για παρασχεθείσες υπηρεσίες τους, εφόσον έχει εκδοθεί το προβλεπόμενο στοιχείο του Κ.Β.Σ., εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄)


  • Αμοιβές αλλοδαπών επιχειρήσεων ή φυσικών προσώπων για υπηρεσίες που παρέχουν στη Ελλάδα εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄)


  • Αμοιβές αλλοδαπών φυσικών ή νομικών προσώπων για την έρευνα αγοράς ή προώθηση ελληνικών προϊόντων στην αλλοδαπή εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄)


  • Αμοιβές αλλοδαπών θεματοφυλάκων τις οποίες καταβάλλουν ανώνυμες εταιρίες με μετοχές εισηγμένες σε αλλοδαπά χρηματιστήρια, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον ο ορισμός των πιο πάνω θεματοφυλάκων προβλέπεται από τη νομοθεσία από την οποία διέπονται τα υπόψη χρηματιστήρια. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε μεσιτικά γραφεία, πρακτορεία κλπ. για την εξεύρεση κατοικίας των αλλοδαπών στελεχών τους. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Αμοιβές συμβούλων για την εξαγορά αλλοδαπών εταιριών από ημεδαπή εταιρία εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, ανεξάρτητα από την επίτευξη της εξαγοράς. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε αναλογιστές για τη σύνταξη αναλογιστικών μελετών. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε τρίτους για την καλύτερη οργάνωση της παραγωγής και την πιστοποίηση της ποιότητας των προϊόντων και της παραγωγικής διαδικασίας, καθώς και οι αμοιβές που καταβάλλουν σε οργανισμούς που κάνουν την εν λόγω πιστοποίηση (ISO 9002). (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε ανεξάρτητα χημικά εργαστήρια ημεδαπής ή αλλοδαπής για την πιστοποίηση της ποιότητας των παραγόμενων προϊόντων τους. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε εταιρίες παροχής ασφάλειας (security) για χρηματαποστολές σε τράπεζες. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε οργανωμένα γραφεία για την εξεύρεση στελεχών. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε εταιρίες αποκομιδής απορριμμάτων. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν οι αμοιβές που καταβάλλουν επιχειρήσεις σε εκτιμητές για την εκτίμηση της αξίας των ακινήτων τους. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτει α αμοιβή που καταβάλλει ημεδαπή επιχείρηση σε άλλη ημεδαπή επιχείρηση που ανήκει στο ίδιο όμιλο, για αποδεδειγμένες υπηρεσίες που της παρέχει η δεύτερη. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτει η αμοιβή που καταβάλλει ανώνυμη εταιρεία η οποία λειτουργεί ως «σύστημα εναλλακτικής διαχείρισης» προς ΟΤΑ, στο πλαίσιο προγράμματος ανακύκλωσης δημοτικών αποβλήτων του ν.2939/2001. Η έκπτωση ενεργείται από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης εντός της οποίας εκδίδεται η σχετική απόφαση του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Εκπίπτουν οι δαπάνες που πραγματοποιεί επιχείρηση για τη μεταφορά στην Ελλάδα φυσικού αερίου, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, έστω και αν η μεταφορά γίνεται από εξωχώρια εταιρεία, καθόσον η τιμή του διαπραγματεύεται σε οργανωμένες χρηματιστηριακές αγορές και δημοσιεύονται γι’ αυτό δείκτες τιμών χονδρικής πώλησης, όπως επιβάλλεται από τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου της παραγρ.14 του άρθρου 31 του ΚΦΕ. (1112224/11361ΠΕ/Β0012/23.1.2004)


  • Οι δαπάνες και τα συναφή έξοδα των επιχειρήσεων για την απόκτηση άδειας σχετικής με την εκπομπή αερίων θερμοκηπίου, έτσι ώστε αυτές να λειτουργούν σύμφωνα με τους ισχύοντες περιορισμούς εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου στο πλαίσιο της 2003/87/ΕΚ οδηγίας της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης που ενσωματώθηκε στην Ελληνική νομοθεσία με την Η.Π.54409/2632 (ΦΕΚ 1931/27.12.2004) κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, Οικονομίας και Οικονομικών, Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος Χωροταξίας και Δημοσίων Έργων. (ΠΟΛ.1056/2007)


 

61.98.00 χρήση δικαιωμάτων (Royalties)

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ι, ισχύουν τα εξής:
    Εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοαδα οι δαπάνες των δικαιωμάτων ή αποζημιώσεων που καταβάλλονται σε επιχειρήσεις και οργανισμούς για τη χρησιμοποίηση τεχνικής βοήθειας, ευρεσιτεχνιών, σημάτων σχεδίων, μυστικών βιομηχανικών μεθόδων και τύπων, πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλων συναφών δικαιωμάτων.
    Όταν οι πιο πάνω αποζημιώσεις ή δικαιώματα καταβάλλονται σε αλλοδαπούς οργανισμούς ή αλλοδαπές επιχειρήσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων των άρθρων 39,39Α και 51Β του παρόντος κώδικα, εκπί­πτουν με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:αα) Η υποχρέωση καταβολής να προκύπτει από έγγραφη σύμβαση και από αντίστοιχο τιμολόγιο του αντισυμβαλλομένου.
    ββ) Να έχει αποδοθεί στο Δημόσιο ο φόρος που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 13 ή της οικείας διμερούς σύμβασης περί αποφυγής της διπλής φορολογίας.
    γγ) Σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού εντός της οικείας διαχειριστικής περιόδου, αρκεί η πίστωση στο όνομα του αλλοδαπού δικαιούχου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας κλεισίματος ισολογισμού της διαχειριστικής περιόδου στην οποία αναφέρονται οι αποζη-μιώσεις ή τα δικαιώματα.
    δδ) Σε περίπτωση που τα υπόψη ποσά καταβάλλονται από εμπορικές επιχειρήσεις και αφορούν σε σήματα, μεθόδους εμπορίας ή διανομής και άλλα συναφή δικαιώματα, αυτά να μην έχουν ενσωματωθεί στην τιμή πώλησης. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και για τον κλάδο εμπορίας των μικτών επιχειρήσεων.
    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται τα δικαιολογητικά και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων της περίπτωσης αυτής.
    Τα αναγνωριζόμενα σε κάθε περίπτωση ποσοστά που καταβάλλονται δεν μπορεί να είναι ανώτερα από το μέσο όρο των ποσοστών που καταβάλλονται από επιχειρήσεις του ίδιου ομίλου άλλων χωρών προς εταιρία του αυτού ομίλου.


 

 

62 ΠΑΡΟΧΕΣ ΤΡΙΤΩΝ
62.00 Ηλεκτρικό ρεύμα παραγωγής

 

  • Δαπάνη ηλεκτρικού ρεύματος, έστω και αν ο μετρητής έχει παραμείνει στο όνομα του ιδιοκτήτη του ακινήτου (εκμισθωτή) εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της μισθώτριας επιχείρησης. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. στ : « ……Ειδικότερα οι νέες επιχειρήσεις για τις τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές χρήσεις που έπονται της χρήσης μέσα στην οποία άρχισε η παραγωγική λειτουργία τους δύνανται να προβούν σε απόσβεση όλων των πάγιων περιουσιακών στοιχείων τους είτε με συντελεστή μηδέν τοις εκατό (0%) είτε με συντελεστή πενήντα τοις εκατό (50%) του ισχύοντος ποσοστού, με την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής απόσβεσης που θα επιλεγεί από την επιχείρηση δεν θα μεταβάλλεται από διαχειριστική χρήση σε διαχειριστική χρήση. Επιχειρήσεις, που επιλέγουν τη φθίνουσα μέθοδο για απόσβεση των παγίων τους δεν δικαιούνται να διενεργούν επί των παγίων αυτών και αυξημένες αποσβέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α).Τα παραπάνω εφαρμόζονται αναλόγως και για τη δαπάνη που καταβάλλει η επιχείρηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα από την παράγραφο 5 του άρθρου 2 του ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α), για την κατασκευή μη ιδιόκτητου δικτύου σύνδεσης του σταθμού αυτοπαραγωγής ή ανεξάρτητης παραγωγής μέχρι το δίκτυο της Δ.Ε.Η.»


62.02 Ύδρευση παραγωγικής διαδικασίας

  • Δαπάνη ύδρευσης εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

62.03 Τηλεπικοινωνίες

  • Δαπάνη τηλεφώνου, έστω και εάν το τηλέφωνο ανήκει στον ιδιοκτήτη του ακινήτου εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της μισθώτριας επιχείρησης. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) ΠΟΛ.1005/14.1.2005


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ψ :« ψ) Εκπίπτει το ποσό των ποσών που καταβάλλει η επιχείρηση για έξοδα κινητής τηλεφωνίας για λογαριασμούς που ανήκουν στην επιχείρηση και με την προϋπόθεση ότι οι λογαριασμοί αυτοί δεν θα υπερβαίνουν τον αριθμό των απασχολούμενων στην επιχείρηση υπαλλήλων αυτής. Από το συνολικό ποσό αυτής της δαπάνης ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. » Απαραίτητη προϋπόθεση για την έκπτωση των εξόδων αυτών είναι οι λογαριασμοί των κινητών τηλεφώνων να μην υπερβαίνουν τον αριθμό των απασχολούμενων στις επιχειρήσεις υπαλλήλων αυτών. Σε περίπτωση που οι λογαριασμοί των κινητών τηλεφώνων υπερβαίνουν τον αριθμό των απασχολουμένων υπαλλήλων, το μέρος της δαπάνης κινητών τηλεφώνων που αναλογεί στους πέραν του αριθμού των απασχολουμένων υπαλλήλων δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση. Δηλαδή, αν η επιχείρηση απασχολεί π.χ. 30 υπαλλήλους, οι λογαριασμοί κινητών τηλεφώνων της επιχείρησης είναι 40 και το ποσό της δαπάνης είναι 12.000 ευρώ, θα ληφθεί υπόψη το ποσό των 9.000 ευρώ (12.000 Χ 30/40). Από το ποσό της δαπάνης αυτής, ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%) αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων. Επίσης, επειδή στις προσωπικές εταιρίες προέχει το προσωπικό στοιχείο και οι εταίροι προσφέρουν την προσωπική τους εργασία (ως μισθωτοί ουσιαστικά) για τις ανάγκες της εταιρίας, γίνεται δεκτό, ότι στον αριθμό των απασχολουμένων υπαλλήλων στην επιχείρηση θα προστίθεται και ο αριθμός των εταίρων των εταιριών αυτών, αλλά με τον περιορισμό του ενός τηλεφώνου για κάθε εταίρο. Τα ίδια ισχύουν και για τις επιχειρήσεις που ασκούνται ατομικά από τον επιχειρηματία, δηλαδή από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης θα εκπίπτει το 50% της δαπάνης του κινητού του τηλεφώνου. Τα ανωτέρω θα έχουν εφαρμογή και για τα κινητά τηλέφωνα των Ε.Π.Ε., Α.Ε., δημόσιων, δημοτικών επιχειρήσεων, κλπ. που χρησιμοποιούνται από τους διαχειριστές ή εταίρους εταιρίας περιορισμένης ευθύνης και τον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο ή μέλη Δ.Σ. ανώνυμης εταιρίας, δημόσιας επιχείρησης, κλπ.


 

62.04 Ενοίκια

  • Οι δαπάνες που φέρουν χαρακτήρα μισθώματος, δηλαδή περιοδικής παροχής, είναι εκπεστέες τμηματικά από τα έσοδα των χρήσεων διάρκειας της μίσθωσης, έστω και αν συμφωνήθηκε η εφάπαξ καταβολή τους κατά το χρόνο σύναψης της συμβάσεως. (ΣτΕ 2357/1993)


 

62.04.00 Ενοίκια εδαφικών εκτάσεων

  • Εκπίπτουν τα ενοίκια κτιρίων (εργοστασίου, γραφείων, αποθηκών, γηπέδων λατομείων κλπ).(ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


 

62.04.01 Ενοίκια κτιρίων - τεχνικών έργων

  • Το ποσό μισθωμάτων που αντιστοιχεί σε αύξηση του αρχικά συμφωνηθέντος μισθώματος, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της μισθώτριας επιχείρησης και όταν η μεταγενέστερη τροποποίηση του αρχικού συμφωνητικού μίσθωσης, με την οποία επιβλήθηκε το αυξημένο μίσθωμα, δεν θεωρήθηκε από τον αρμόδιο προϊστάμενο της Δ.Ο.Υ. του εκμισθωτή. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄)


  • Ποσά, που καταβάλλονται από τη μισθώτρια επιχείρηση στον εκμισθωτή μετά από δικαστική απόφαση, λόγω αναπροσαρμογής του μισθώματος, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία καταβλήθηκαν και όχι από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης (χρήσεων) που αφορά η αναδρομική αύξηση. (1031178/10422/Β0012/30.4.2003)


  • Εκπίπτουν Ενοίκια κτιρίων (εργοστασίου, γραφείων, αποθηκών, κλπ.) εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


  • Εκπίπτουν Ενοίκια κτιρίων (εργοστασίου, γραφείων, αποθηκών, γηπέδων λατομείων κλπ). (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εκπίπτουν τα ποσά ενοικίων που καταβάλλουν για τη διαμονή των εργαζομένων τους σε ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια ή οικίες που βρίσκονται σε διαφορετικό μέρος από τον τόπο της μόνιμης κατοικίας τους, λόγω εκτός έδρας εργασίας.
    Απαραίτητες προϋποθέσεις για την έκπτωση των εξόδων της περίπτωσης αυτής είναι, κατά ρητή διατύπωση του νόμου, ο τόπος εργασίας και προσωρινής διαμονής των εργαζομένων που απασχολούνται εκτός έδρας να απέχει από τη μόνιμη κατοικία τους εκατό (100) χλμ. και άνω και τα δικαιολογητικά να έχουν εκδοθεί στο όνομα των επιχειρήσεων. (ΠΟΛ.1036/2.3.2006)


  • Έκπτωση του διπλάσιου του καταβαλλόμενου μισθώματος από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα που μισθώνουν την εγκατάσταση τους στις περιοχές Γεράνι και Μεταξουργείο του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. Β2 του άρθρου 43 και της παρ. Β2 του άρθρου 44 του N . 4030/2011 (Α΄ 249).
    Αρθρο 1
    Εφαρμογή Διατάξεων
    1. Με τις διατάξεις των παραγράφων Β2 των άρθρων 43 και 44, καθώς και του άρθρου 59 του Ν. 4030/2011 (Α΄ 249) ορίζεται η έκπτωση από το φόρο εισοδήματος ίση με το διπλάσιο του μισθώματος που καταβάλλεται ετησίως από επιχειρήσεις τριτογενούς τομέα για τη μίσθωση ακινήτου, προκειμένου να εγκατασταθούν από την 25η Νοεμβρίου 2011 και μετά, στην περιοχή Γεράνι, που οριοθετείται από τις οδούς Πειραιώς, Επικούρου, Ευριπίδου και Αθηνάς και στην περιοχή Μεταξουργείο, που οριοθετείται από τις οδούς Κωνσταντινουπόλεως, Αχιλλέως, Αγίου Κωνσταντίνου, Πειραιώς και Ιερά Οδός, αντίστοιχα, του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας. Η έκπτωση αυτή διενεργείται κάθε χρόνο και κατ΄ ανώτατο όριο για μια πενταετία από το χρόνο πρώτης εγκατάστασης.
    2. Δικαιούχοι της έκπτωσης αυτής είναι όσοι ασκούν ελευθέριο επάγγελμα, οι ατομικές επιχειρήσεις, τα πρόσωπα της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ΚΦΕ (ομόρρυθμες και ετερόρρυθμες εταιρίες, κοινωνίες αστικού δικαίου, αστικές εταιρίες, συμμετοχικές ή αφανείς εταιρίες και κοινοπραξίες), καθώς και τα πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του ΚΦΕ (ΑΕ, ΕΠΕ, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμοί, αλλοδαπές επιχειρήσεις που λειτουργούν με οποιονδήποτε τύπο εταιρίας, καθώς και οι κάθε είδους αλλοδαποί οργανισμοί που αποβλέπουν στην απόκτηση οικονομικών ωφελημάτων) που λειτουργούν με τη μορφή επιχείρησης τριτογενούς τομέα. Προϋπόθεση για τα ανωτέρω είναι οι επιχειρήσεις αυτές να λειτουργούν σε κτίρια και χώρους νομίμως υφισταμένους στους οποίους επιτρέπεται η εγκατάσταση από τις ισχύουσες διατάξεις των π.δ/των της 2/13.7.1994 (Δ΄ 704) και της 23.7/19.8.1998 (Δ΄616) και ειδικότερα αφορούν χρήσεις ξενώνων, ξενοδοχείων, τουριστικών εγκαταστάσεων εν γένει, εμπορικών καταστημάτων (αγορά, πώληση εμπορευμάτων), γραφείων, τραπεζών, ασφαλειών, πολιτιστικών κέντρων, κτιρίων εκπαίδευσης, εμπορικών εκθέσεων και μισθώνουν την εγκατάσταση τους σε ακίνητο που βρίσκεται στις πιο πάνω οριοθετημένες περιοχές.
    Με τις προϋποθέσεις αυτές, σε περίπτωση υπεκμίσθωσης ολόκληρου του ακινήτου, δικαίωμα έκπτωσης ολόκληρου του ποσού του καταβληθέντος μισθώματος έχει μόνο ο υπομισθωτής (τελικός μισθωτής), που κάνει εξ ολοκλήρου χρήση του μισθίου.
    Με τις ίδιες προϋποθέσεις, σε περίπτωση υπεκμίσθωσης τμήματος του ακινήτου, δικαίωμα έκπτωσης έχει ο υπεκμισθωτής (αρχικός μισθωτής) για το ποσό του μισθώματος που καταβάλει για το τμήμα του ακινήτου που εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ο ίδιος, καθώς και ο υπομισθωτής (τελικός μισθωτής) για το ποσό του μισθώματος που καταβάλει αντίστοιχα για το τμήμα του ακινήτου που υπομισθώνει.
    3. Στην έννοια της εγκατάστασης των επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα περιλαμβάνεται η έδρα ή οι λοιποί εκτός της έδρας χώροι των επιχειρήσεων αυτών, όπως π.χ. υποκατάστημα, έκθεση κ.λπ., εφόσον η δραστηριότητα τους προβλέπεται από τις χρήσεις που επιτρέπεται να εγκατασταθούν στις περιοχές αυτές ως ακολούθως: ξενώνες, ξενοδοχεία, τουριστικές εγκαταστάσεις εν γένει, εμπορικά καταστήματα (αγορά - πώληση), γραφεία, ιατρεία, τράπεζες, ασφάλειες, πολιτιστικά κέντρα, κτίρια εκπαίδευσης, εμπορικές εκθέσεις.
    4. Η έκπτωση αυτή διενεργείται ετησίως, εφόσον η επιχείρηση εγκαθίσταται στις εν λόγω περιοχές από την 25η Νοεμβρίου 2011 και μετά και για όσο χρόνο η επιχείρηση παραμένει εκεί. Επίσης ορίζεται ότι η έκπτωση αυτή διενεργείται κατ΄ ανώτατο όριο για πέντε έτη. Αν η επιχείρηση παραμείνει στην περιοχή για χρονικό διάστημα μικρότερο της πενταετίας, π.χ. για τρία έτη, η έκπτωση του διπλάσιου μισθώματος από το φόρο εισοδήματος της επιχείρησης θα διενεργείται μόνο για τα τρία έτη αυτά.
    Η έκπτωση του ποσού του διπλάσιου μισθώματος που καταβάλλεται ετησίως, διενεργείται αποκλειστικά από το φόρο εισοδήματος που προκύπτει κατά την υποβολή της δήλωσης και ειδικότερα για τα φυσικά πρόσωπα από το φόρο εισοδήματος που προκύπτει κατά την εκκαθάριση της δήλωσης. Σε περίπτωση που κατά το οικείο οικονομικό έτος προκύπτει πιστωτικό ποσό φόρου ή προκύπτει χρεωστικό ποσό φόρου που δεν επαρκεί για να καλύψει το ποσό της διπλάσιας δαπάνης του μισθώματος, η διαφορά που θα προκύψει δεν μεταφέρεται για να συμψηφιστεί με τυχόν χρεωστικό ποσό φόρου, που θα προκύψει σε επόμενη χρήση.
    Το ετήσιο ποσό των μισθωμάτων δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων και προστίθεται ως λογιστική διαφορά λόγω του ειδικού καθεστώτος που καθιερώνεται με τις διατάξεις της παρ. Β2 του άρθρου 43 και της παρ. Β2 του άρθρου 44 του Ν. 4030/2011.
    Η μη αναγνώριση της δαπάνης ισχύει και για την περίπτωση της υπομίσθωσης.
    5. Εκτός των όσων αναφέρονται ανωτέρω, απαραίτητη προϋπόθεση για την διενέργεια της έκπτωσης αυτής είναι και η καταβολή του συμφωνηθέντος μισθώματος.
    ………...
    Αρθρο 3
    Έναρξη ισχύος
    Η έναρξη ισχύος των διατάξεων αυτών ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 59 του Ν. 4030/2011 από τη δημοσίευση αυτού στο φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως (25η Νοεμβρίου 2011) και καταλαμβάνει την εγκατάσταση επιχειρήσεων τριτογενούς τομέα με τη μίσθωση ακινήτου στις περιοχές Γεράνι και Μεταξουργείο του Ιστορικού Κέντρου της Αθήνας, από την 25η Νοεμβρίου 2011 και μετά, σύμφωνα με τις πιο πάνω προϋποθέσεις και τους πιο πάνω περιορισμούς (ΠΟΛ.1096/10.4.2012)



 

62.04.02 Ενοίκια μηχανημάτων - τεχνικών εγκαταστάσεων - λοιπού μηχανολογικού εξοπλισμού

  • Εκπίπτουν Ενοίκια μηχανημάτων που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


 

62.04.03 Ενοίκια μεταφορικών μέσων

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. β εκπίπτουν τα ποσά των δαπανών για τη συντήρηση και επισκευή των επαγγελματικών γενικά εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και αυτοκινήτων οχημάτων.
    Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών.


 

62.04.04 Ενοίκια επίπλων
62.04.05 Ενοίκια μηχανογραφικών μέσων
62.04.06 Ενοίκια λοιπού εξοπλισμού
62.04.07 Ενοίκια φωτοαντιγραφικών μέσων

  • Εκπίπτουν τα ενοίκια λοιπών κινητών πραγμάτων που χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


 

62.04.08 Ενοίκια φωτεινών επιγραφών
62.04.10 Ενοίκια χρονομεριστικής μισθώσεως Ν. 1652/1986 (Γνωμ. 85/1644/1991)

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. β :«Εκπίπτουν τα ποσά των δαπανών για τη συντήρηση και επισκευή των επαγγελματικών γενικά εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και αυτοκινήτων οχημάτων.
    Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών. » (017708/280/Α0012/8.4.2008)


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιστ :«Εκπίπτουν τα μισθώματα που καταβάλλει ο μισθωτής στις εταιρείες του Ν. 1665/1986 (ΦΕΚ 194 Α') ή σε αλλοδαπές εταιρείες χρηματοδοτικής μίσθωσης, για την εκπλήρωση υποχρεώσεων του από συμβάσεις χρηματοδοτικής μίσθωσης.
    Εξαιρούνται τα μισθώματα που καταβάλλονται για ακίνητα κατά το μέρος που αναλογούν στην αξία του οικοπέδου. »


  • Διαχωρισμός αξίας κτήσης ακινήτου σε αξία οικοπέδου και αξία κτίσματος.
    Τα ενοίκια που καταβάλλει η επιχείρηση σε εταιρείες leasing, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, με εξαίρεση αυτά που αφορούν ακίνητα κατά το μέρος που αναλογούν στην αξία του οικοπέδου. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ.1, περ ιστ’) (1090640/11248/0015/Β0012/14.12.2006). Επίσης, με την αρ. 1030026/10403/ΠΟΛ.1108/22.3.2000 εγκύκλιό έχει διευκρινιστεί, ότι για την εξεύρεση του μη εκπιπτόμενου μέρους των μισθωμάτων θα λαμβάνεται από τα συνολικά καταβληθέντα μέσα στη χρήση μισθώματα, ποσοστό ίσο με αυτό με το οποίο συμμετέχει το οικόπεδο στη συνολική αξία οικοπέδου-κτιρίου με βάση τα οριζόμενα στη φορολογία κεφαλαίου. Επομένως, στις περιοχές που ισχύουν αντικειμενικές αξίες, αυτές θα λαμβάνονται υπόψη για την εφαρμογή των ανωτέρω.


  • Αν κατά τη διάρκεια της χρηματοδοτικής μίσθωσης, βάσει της υπογραφείσας σύμβασης, προβλέπεται εξ’ αρχής, κάποιο μίσθωμα να είναι πολλαπλάσιο των άλλων, το ποσό αυτό θα βαρύνει τα αποτελέσματα της χρήσης μέσα στην οποία θα καταβληθεί , κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 31. (1089437/1835/Α0012/18.11.2002)


  • Σε περίπτωση προεξόφλησης μισθωμάτων leasing εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα μόνο τα μισθώματα που αντιστοιχούν στην τρέχουσα χρήση με βάση την σύμβαση. Τα μισθώματα επόμενων χρήσεων που προεξοφλήθηκαν (δηλαδή προπληρώθηκαν στην εταιρεία leasing πριν από την αρχικά προβλεπόμενη ημερομηνία καταβολής), θα εκπεστούν αντίστοιχα από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που αφορούν. (1109501/2342/Α0012/15.1.2004)


  • Τα μισθώματα ακινήτου που καταβάλλει επιχείρηση σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της και όταν έχει υπεκμισθώσει το ακίνητο σε τρίτο, με την προϋπόθεση ότι ο τελευταίος είναι επιτηδευματίας (διαφορετικά θα πρόκειται για καταστρατήγηση του ν. 1665/1986) και ότι η μισθώτρια θα αναμορφώσει τα αποτελέσματά της με το μέρος των μισθωμάτων που αντιστοιχεί στην αξία του οικοπέδου. (1076561/10661 ΠΕ/Β0012/13-6-2002), (1085337/10783/Β0012/24.9.1999)


  • Τα μισθώματα που καταβάλλει επιχείρηση σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης εντός της οποίας καταβάλλει αυτά με βάση τη συναφθείσα σύμβαση, όπως αυτό επιβάλλεται από την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων που καθιερώνεται με τις διατάξεις του Κ.Φ.Ε., με βάση την οποία οι δαπάνες κατατάσσονται στη χρήση την οποία βαρύνουν. Επομένως, σε περίπτωση που από τη συναφθείσα σύμβαση προβλέπεται περίοδος χάριτος για κάποιο χρονικό διάστημα και τα μισθώματα που αντιστοιχούν στην περίοδο αυτή θα καταβάλλονται στην επόμενη χρήση, εκπίπτουν κατά το χρόνο καταβολής τους σύμφωνα με τη σύμβαση. (1111504/10972 ΠΕ/Β0012/7.3.2002)


  • Τα μισθώματα που καταβάλλει επιχείρηση σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης για τη μίσθωση πιεστηρίου (κινητό πράγμα), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1038679/10131/Β0012/31.3.1989)


  • Οι δαπάνες συντήρησης, λειτουργίας, επισκευής, κυκλοφορίας, αποσβέσεων, καθώς και τα μισθώματα που καταβάλλει επιχείρηση για τη χρησιμοποίηση αεροπορικών μεταφορικών μέσων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, εφόσον χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά προσώπων ή αγαθών για τις ανάγκες της επιχείρησης. Απαραίτητη προϋπόθεση για την αναγνώριση των πιο πάνω δαπανών αποτελεί η προσκόμιση των δικαιολογητικών κίνησης από την αρμόδια υπηρεσία. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Το ποσό που καταβάλλει επιχείρηση σε εταιρεία leasing, πριν από τη λήξη της συναφθείσας σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, για την αγορά του μισθίου της σύμβασης αυτής, αποτελεί το κόστος απόκτησής του, επί του οποίου υπολογίζονται οι αποσβέσεις. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


 

62.05 Ασφάλιστρα

  • Ασφάλιστρα πυρός εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄)


  • Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις για την ασφάλιση των περιουσιακών στοιχείων τους από τρομοκρατικές ενέργειες. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)



  • Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε ασφαλιστικές εταιρείες για την ασφάλιση των περιουσιακών τους στοιχείων, εκπίπτουν, από τα ακαθάριστα έσοδά τους, ως παραγωγικές δαπάνες. (Α.16989/3241/13.1.1982)


  • Το ποσό των ασφαλίστρων που καταβάλλει επιχείρηση για την πληρωμή επενδυτικού προγράμματος (συμβολαίου) ασφαλιστικής εταιρείας, στο οποίο τυγχάνει συμβαλλόμενος και δικαιούχος η ίδια η επιχείρηση δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1074480/10916/Β0012/5-7-1996), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

62.05.00 Ασφάλιστρα πυρός

  • Τα ασφάλιστρα που κατέβαλε επιχείρηση για αγορά μηχανημάτων από το εξωτερικό με σκοπό την επέκταση των ήδη λειτουργουσών εγκαταστάσεών της (δημιουργία δεύτερου εργοστασίου), εκπίπτουν, από τα ακαθάριστα έσοδά της ως γενικά έξοδα διαχείρισης, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η πιο πάνω επένδυση δεν πραγματοποιήθηκε τελικά. (Ε.1628/35/10.3.1986)


 

62.05.01 Ασφάλιστρα μεταφορικών μέσων

  • Ασφάλιστρα μεταφορικών μέσων εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. με τον περιοριμό των διατάξεων του άρθρου 31, παρ. 1, περ. β. :«Τα ποσά των δαπανών για τη συντήρηση και επισκευή των επαγγελματικών γενικά εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και αυτοκινήτων οχημάτων.
    Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών. »


 

62.05.02 Ασφάλιστρα μεταφορών

  • Ασφάλιστρα μεταφορών εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄).


 

62.05.03 Ασφάλιστρα πιστώσεων

  • Εκπίπτουν Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε ασφαλιστικές εταιρίες για την είσπραξη αποζημίωσης σε περίπτωση μη εξόφλησης απαιτήσεων από χρεώστες της επιχείρησης. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε ασφαλιστικές εταιρίες για την ασφάλιση των εσόδων που θα απωλέσουν σε περίπτωση διακοπής της παραγωγικής διαδικασίας για λόγους ανωτέρας βίας (πυρκαγιά, σεισμό, πλημμύρα κλπ) ή μηχανικής βλάβης. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε ασφαλιστικές εταιρίες για την κάλυψη της ζημίας που προκύπτει λόγω της χορηγούμενης στους πελάτες τους εγγύησης, σχετικά με την ποιότητα ή ομαλή λειτουργία εμπορευμάτων ή προϊόντων τους. (ΠΟΛ.1028/17.2/2006)


  • Εκπίπτουν Τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις λόγω σύναψης ασφαλίσεων αστικής επαγγελματικής ευθύνης, με τις οποίες καλύπτονται σωματικές βλάβες τρίτων ή η ζωή τους ή οι υλικές ζημίες σε περιουσιακά στοιχεία τους, οι οποίες ενδέχεται να προξενηθούν από τη δραστηριότητα της επιχείρησης. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Εκπίπτουν Τα ασφάλιστρα που καταβάλλει η επιχείρηση σε ασφαλιστική εταιρεία για την καταβολή αποζημίωσης σε πελάτες, λόγω ενδεχόμενης βλάβης τους, οποιασδήποτε μορφής, από τη χρήση προϊόντων της επιχείρησης. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


 

62.06 Αποθήκευτρα

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. γ « ( εκπίπτουν ) Της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κ.λ.π..»


  • Δαπάνες αποθήκευσης και φύλαξης προϊόντων, εμπορευμάτων, κλπ. εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


 

62.07 Επισκευές και συντηρήσεις

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. β ( εκπίπτουν ): «Των δαπανών για τη συντήρηση και επισκευή των επαγγελματικών γενικά εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και αυτοκινήτων οχημάτων.
    Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών. »


  • Σύμφωνα με το Ε.Γ.Λ.Σ ( Π.Δ. 1123/1980 ), παρ. 2.2.101 « Επέκταση, προσθήκη, βελτίωση, συντήρηση και επισκευή ενσώματων πάγιων περιουσιακών στοιχείων
    Συντήρηση ενσώματου πάγιου περιουσιακού στοιχείου είναι η τεχνολογική επέμβαση που γίνεται σ' αυτό με σκοπό να διατηρείται στην αρχική του παραγωγική ικανότητα για όσο το δυνατό μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
    Επισκευή ενσώματου πάγιου περιουσιακού στοιχείου είναι η αντικατάσταση ή επιδιόρθωση μερών αυτού, που έχουν καταστραφεί ή υποστεί βλάβη, με σκοπό την επαναφορά της παραγωγικής του ικανότητας ή των συνθηκών λειτουργίας του στο επίπεδο που ήταν πριν από την καταστροφή ή τη βλάβη.
    Το κόστος των επεκτάσεων, προσθηκών και βελτιώσεων προσαυξάνει την αξία κτήσεως των πάγιων περιουσιακών στοιχείων και καταχωρείται στους σχετικούς λογαριασμούς των στοιχείων αυτών.
    Τα έξοδα συντηρήσεως και επισκευής των πάγιων περιουσιακών στοιχείων είναι κόστος τρέχουσας μορφής και καταχωρούνται στους οικείους λογαριασμούς εξόδων κατ' είδος της ομάδας 6.»


 

62.07.00 Επισκευές και συντηρήσεις Εδαφικών εκτάσεων
62.07.01 Επισκευές και συντηρήσεις Κτιρίων - Εγκαταστάσεων κτιρίων - Τεχνικών έργων

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιγ :«εκπίπτουν τα ποσά των δαπανών επισκευής και συντήρησης που πραγματοποιούνται σε μισθούμενα ακίνητα, κατά το χρόνο της πραγματοποίησης τους.»


  • Η δαπάνη ελαιοχρωματισμού σε μισθωμένο ακίνητο, θεωρείται εργασία συντήρησης και εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της μισθώτριας επιχείρησης, κατά το χρόνο της πραγματοποίησής της. (1096966/10887/Β0012/23.1.1998)


  • Τα νομικά πρόσωπα της παρ.1 του άρθρου 101 του Κ.Φ.Ε., δικαιούνται να αφαιρούν από το συνολικό εισόδημά τους, επομένως και από το προκύπτον από την εκμίσθωση οικοδομών εισόδημα Α’ πηγής, όλα τα γενικά έξοδα διαχείρισης. (ΣτΕ 1931/92) ,(ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

62.07.02 Επισκευές και συντηρήσεις Μηχανημάτων - Τεχνικών Εγκαταστάσεων - Λοιπού Μηχανολογικού εξοπλισμού

  • Συντήρηση και επισκευή μηχανημάτων και εγκαταστάσεων
    Τα έξοδα συντήρησης μηχανημάτων και εγκαταστάσεων, αυτά δηλαδή που γίνονται με σκοπό τη διατήρησή τους σε καλή κατάσταση, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων. Επίσης, τα έξοδα επισκευής μηχανημάτων και εγκαταστάσεων εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα ως αποβλέποντα στο να αποδώσουν στα μηχανήματα και τις εγκαταστάσεις την αρχική τους παραγωγικότητα. (1002281/10027/Β0012/19.2.2003)


 

62.07.03 Επισκευές και συντηρήσεις Μεταφορικών μέσων

  • Οι δαπάνες κίνησης, επισκευής, συντήρησης και λοιπές δαπάνες των μισθούμενων φορτηγών αυτοκινήτων δημόσιας χρήσης, εφόσον βαρύνουν την μισθώτρια επιχείρηση.(ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Συντήρηση και επισκευή μισθωμένων επιβατικών αυτοκινήτων Ι.Χ από εταιρείες ενοικίασης αυτοκινήτων.
    Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών.(Περίπτωση β Παρ. 1 άρθρο 31 ν. 2238/1994)


  • Οι δαπάνες συντήρησης Ε.Ι.Χ. αυτοκινήτων ιδιοκτησίας μετόχων ανώνυμης εταιρείας τα οποία χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής, εφόσον το δικαίωμα χρησιμοποίησής τους προκύπτει από έγγραφες συμβάσεις μίσθωσης αυτών και έχει συμφωνηθεί η καταβολή μισθώματος. Η έκπτωση και των δαπανών αυτών υπόκειται στον περιορισμό των ποσοστών που προβλέπονται από το νόμο ανάλογα με τον κυβισμό των αυτοκινήτων. (βλέπε ανωτέρω περίπτωση)(1065231/10473/Β0012/8.6.1994)


  • Οι δαπάνες λειτουργίας κλπ. που πραγματοποιούν επιχειρήσεις για δίκυκλα μοτοποδήλατα τους που χρησιμοποιούν για την εκτέλεση του σκοπού τους εκπίπτουν, στο σύνολό τους από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1066538/10516/Β0012/20.7.1994)


  • Οι δαπάνες επισκευής μισθωμένων Ε.Ι.Χ. οχημάτων από εταιρείες ενοικίασης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, κατά ποσοστό 70% για Ε.Ι.Χ. μέχρι 1600 κ.ε. και 35% για Ε.Ι.Χ. με μεγαλύτερο κυβισμό. (Το όριο των κυβικών εκατοστών αυξήθηκε από 1.400 σε 1.600 με την παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3296/2004, και τα ποσοστά 70% και 35% αυξήθηκαν από 60% και 25% αντίστοιχα με την παράγραφο 5 το άρθρου 11 του νόμου 3842/2010 ) (1086416/10796/Β0012/4.11.2002, 1106868/11290/Β0012/10.1.2001)


  • Οι δαπάνες συντήρησης μισθωμένων Ε.Ι.Χ. οχημάτων από εταιρείες ενοικίασης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, κατά ποσοστό 70% για Ε.Ι.Χ. μέχρι 1600 κ.ε. και 35% για Ε.Ι.Χ. με μεγαλύτερο κυβισμό. (Το όριο των κυβικών εκατοστών αυξήθηκε από 1.400 σε 1.600 με την παρ. 5 του άρθρου 9 του ν. 3296/2004, και τα ποσοστά 70% και 35% αυξήθηκαν από 60% και 25% αντίστοιχα με την παράγραφο 5 το άρθρου 11 του νόμου 3842/2010 ) (1086416/10796/Β0012/4.11.2002, 1106868/11290/Β0012/10.1.2001)


 


62.98 Λοιπές παροχές τρίτων

  • «Κοινόχρηστα» γραφείων, καταστημάτων, κλπ. εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


 

63 ΦΟΡΟΙ - ΤΕΛΗ

  • Σύμφωνα με το Ε.Γ.Λ.Σ ( Π.Δ. 1123/1980 ), παρ. 2.2.607 Λογαριασμός 63 «Φόροι - Τέλη»
    Στους υπολογαριασμούς του 63 καταχωρούνται όλοι οι φόροι και τα τέλη που βαρύνουν την οικονομική μονάδα, εκτός από τους φόρους της επόμενης περίπτ. 2.
    Στους υπολογαριασμούς του 63 δεν καταχωρούνται οι ακόλουθοι φόροι - τέλη: - Ο φόρος εισοδήματος, ο οποίος, σαν αφαιρετικό στοιχείο των ετήσιων κερδών, καταχωρείται στο λογαριασμό 88.08 «φόρος εισοδήματος και εισφορά ΟΓΑ», εκτός αν πρόκειται για ποσά παρακρατημένου και μη συμψηφιζόμενου φόρου εισοδήματος, τα οποία καταχωρούνται στο λογαριασμό 63.00 «φόρος εισοδήματος μη συμψηφιζόμενος».
    - Οι φόροι προηγούμενων χρήσεων, οι οποίοι καταχωρούνται στο λογαριασμό 82.00 «έξοδα προηγούμενων χρήσεων».
    - Οι φορολογικές ποινές και τα πρόστιμα, που καταχωρούνται στο λογαριασμό 81.00.00 «φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις».
    - Το χαρτόσημο μισθοδοσίας και ο φόρος α.ν. 843/48, που καταχωρούνται στους οικείους υπολογαριασμούς του 60.
    - Το χαρτόσημο συμβάσεων, δανείων και χρηματοδοτήσεων, που καταχωρείται στο λογαριασμό 65.07 «χαρτόσημο συμβάσεων, δανείων και χρηματοδοτήσεων».
    - Οι δασμοί και γενικά οι φόροι επί των αγορών, οι οποίοι καταχωρούνται στους λογαριασμούς αποθεμάτων της ομάδας 2, όταν αφορούν αγορές αποθεμάτων, και στους λογαριασμούς της ομάδας 1, όταν αφορούν αγορές πάγιων στοιχείων.


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ε. ισχύουν τα εξής: «Εκπίπτουν τα ποσά των κάθε είδους φόρων,τελών και δικαιωμάτων, που βαρύνουν την επιχείρηση. Ως χρόνος έκπτωσης λογίζεται ο χρόνος της καταβολής αυτών υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. Δεν εκπίπτουν οι τυχόν καταβαλλόμενοι από την επιχείρηση κάθε είδους φόροι που βαρύνουν τρίτους, με εξαίρεση τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών που επιβάλλεται επί των πάσης φύσεως ωφελειών από μετοχικούς τίτλους.
    Επίσης, δεν εκπίπτουν οι ακόλουθοι φόροι, τέλη και εισφορές που βαρύνουν την επιχείρηση:
    αα) ο φόρος υπεραξίας λόγω αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων που προβλέπεται από την παράγραφο 3 του άρθρου 24 του ν. 2065/1992 (Α΄113),
    ββ) ο φόρος ακίνητης περιουσίας της παραγράφου 2 του άρθρου 50 του ν. 3842/2010 (Α΄ 58),
    γγ) το ενιαίο τέλος ακινήτων της παραγράφου 3 του άρθρου 15 του ν. 3634/2008 (Α΄ 9),
    δδ) το τέλος επιτηδεύματος του άρθρου 31 του ν. 3986/2011 (Α΄152),
    εε) το έκτακτο ειδικό τέλος ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών του άρθρου 53 του ν. 4021/2011 (Α΄ 218),
    ζζ) η έκτακτη εισφορά του πέμπτου άρθρου του ν. 3845/2010 (Α΄ 65),
    ηη) η έκτακτη εισφορά του άρθρου 2 του ν. 3808/2009 (Α΄ 227) και
    θθ) η έκτακτη εισφορά ακινήτων του άρθρου 3 του ν. 3808/2009 . .»
    ιι) ο φόρος του παρόντος.
    Στην περίπτωση που οι ανωτέρω φόροι επαναχρεώνονται στην αντισυμβαλλόμενη επιχείρηση, εκπίπτουν ως δαπάνη της επιχείρησης που τους επαναχρεώνει εφόσον έχουν αποτελέσει έσοδο φορολογητέο για αυτήν. Ειδικά η έκτακτη ειδική εισφορά αλληλεγγύης του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) εκπίπτει ισόποσα μέσα σε μία πενταετία. Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου ισχύουν από την έναρξη ισχύος του ν. 4093/2012..»



  • Οι πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα που καταλογίζονται σε βάρος επιχείρησης μετά από το φορολογικό έλεγχο, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1107461/11298/Β0012/4.12.2000) (ΠΟΛ.1029/17.2.2006)


  • Φόρος εισοδήματος επί δικαιωμάτων του Ν. 4171/1961. Ο φόρος εισοδήματος επί δικαιωμάτων του άρθρου 7 του Ν. 4171/1961 που καταβάλλει ημεδαπή επιχείρηση σε αλλοδαπή επιχείρηση, όταν αυτά συμφωνούνται να καταβάλλονται ελεύθερα φόρου, δεν εκπίπτει, από τα ακαθάριστα έσοδα της πρώτης. (20863/16.12.1971)


  • Ειδικός φόρος των άρθρων 15-18 του Ν. 3091/2002 Ο ετήσιος ειδικός φόρος επί της αξίας των ακινήτων που έχουν στην κυριότητα τους αλλοδαπές εταιρείες χωρίς καμία άλλη δραστηριότητα στην Ελλάδα και ο οποίος επιβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 , 16 , 17 και 18 του Ν. 3091/2002 , καθώς και η δαπάνη για την αμοιβή του λογιστή για την τήρηση των λογιστικών βιβλίων δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα τα οποία προκύπτουν από τα ακίνητα αυτά, καθόσον, για τον προσδιορισμό των εισοδημάτων αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις που αναφέρονται στα φυσικά πρόσωπα. (1003630/10043/Β0012/8.2.2005). (ΠΟΛ.1029/17.2.2006)


 

63.00 Φόρος εισοδήματος μη συμψηφιζόμενος

  • Αφορά περιπτώσεις φόρου εισοδήματος για τον οποίο δεν αναγνωρίζεται ο συμψηφισμός του στην φορολογική δήλωση. «Από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί στο φορολογούμενο εισόδημα και του συμπληρωματικού φόρου εκπίπτουν:
    Ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτήν και υπόκειται σε φορολογία.
    Ειδικά, για μερίσματα που εισπράττει ημεδαπή μητρική εταιρεία από αλλοδαπή θυγατρική εταιρεία, εκπίπτει το άθροισμα των ποσών του φόρου που τυχόν καταβλήθηκε ως φόρος εισοδήματος νομικού προσώπου, καθώς και του φόρου που παρακρατήθηκε ως φόρος επί του μερίσματος, τόσο στο επίπεδο της θυγατρικής όσο και στο επίπεδο οποιασδήποτε άλλης θυγατρικής χαμηλότερου επιπέδου του ίδιου ή άλλου κράτους με αυτήν, κατά το μέρος το οποίο αναλογεί στα πιο πάνω μερίσματα που εισπράττει η ημεδαπή μητρική εταιρεία.
    Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου ισχύουν τα αναφερόμενα στα άρθρα 9 και 11 του ν. 2578/1998 (ΦΕΚ 30 Α΄), όπως ισχύουν.
    Για την απόδειξη του ύψους του φόρου που έχει καταβληθεί εκτός Ελλάδας για το ποσό του διανεμόμενου μερίσματος που τελικώς κτάται από την ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία απαιτείται βεβαίωση εκδιδόμενη στη χώρα καταβολής του φόρου, από Ορκωτό Ελεγκτή ή άλλη αρμόδια αρχή της χώρας.
    Το ποσό φόρου που εκπίπτει σύμφωνα με την περίπτωση αυτή σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερο από το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα. (παρ. 4, άρθρου 109 του Ν.2238/1994 ).»


 

63.02. 01 Χαρτόσημα λοιπών πράξεων

  • Τα καταλογισθέντα από τον έλεγχο τέλη χαρτοσήμου εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία καταβάλλονται, ενώ οι προσαυξήσεις δεν αναγνωρίζονται ως εκπεστέα δαπάνη. (1021172/10273/Β0012/17.3.2004)


63.03 Φόροι - Τέλη κυκλοφορίας μεταφορικών μέσων

  • Χρόνος έκπτωσης των φόρων, τελών ή δικαιωμάτων που βαρύνουν την επιχείρηση (π.χ. τέλη κυκλοφορίας) από τα ακαθάριστα έσοδα είναι ο χρόνος καταβολής τους υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων, ανεξάρτητα αν αφορούν δαπάνες προηγούμενης ή επόμενης χρήσης. Εξαιρετικά, η δαπάνη για την προμήθεια του ειδικού σήματος τελών κυκλοφορίας έτους 2002 που κατέβαλαν οι επιχειρήσεις εντός του έτους 2001 κατ’εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 20 του ν. 2948/2001, συνιστά δαπάνη επόμενης χρήσης και βαρύνει τα αποτελέσματα της διαχειριστικής περιόδου 2002 (οικον. έτους 2003). (ΠΟΛ.1272/30.11.2001), (1146329/10691/Β0012/9.12.2003)


  • Οπως και στις λοιπές δαπάνες΄αυτοκινήτων έτσι και τα τέλη που αποτελούν δαπάνη κυκλοφορίας ισχύουν τα εξής: Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών.(Περίπτωση β Παρ. 1 άρθρο 31 ν. 2238/1994)


 

63.04 Δημοτικοί φόροι – τέλη
63.04.03 Τέλη ακίνητης περιουσίας (άρθρο 24 Ν. 2130/1993)

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ε. ισχύουν τα εξής: «Εκπίπτουν τα ποσά των κάθε είδους φόρων,τελών και δικαιωμάτων, που βαρύνουν την επιχείρηση. Ως χρόνος έκπτωσης λογίζεται ο χρόνος της καταβολής αυτών υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. δεν εκπίπτουν οι τυχόν καταβαλλόμενοι από την επιχείρηση κάθε είδους φόροι που βαρύνουν τρίτους, με εξαίρεση τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών που επιβάλλεται επί των πάσης φύσεως ωφελειών από μετοχικούς τίτλους. (παρ. 1, άρθρου 31 του Ν.2238/1994 ).»


  • Το ειδικό πρόστιμο τακτοποίησης αυθαιρέτων κατασκευών του ν.4014/2011 δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων.
    1. Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 4 και της παρ. 16 του άρθρου 105 του ν. 2238/1994, ο φόρος αυτού του νόμου, τα πρόστιμα και οι πρόσθετοι φόροι, δεν αναγνωρίζονται για έκπτωση για τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος.
    2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 17 του άρθρου 31 του ν.2238/1994, οι οποίες προστέθηκαν με την παρ. 3 του άρθρου 8 του ν.3522/2006, ορίζεται ότι οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα, και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται για οποιονδήποτε λόγο σε βάρος επιχείρησης δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της.
    3. Με την παρ. 17 του άρθρου 9 του ν.4110/2013 καταργήθηκε η παρ. 16 του άρθρου 105 του ν.2238/1994, ωστόσο, με την παρ. 41 του άρθρου 3 του ν.4110/2013, οι εν λόγω διατάξεις ενσωματώθηκαν στην παρ. 17 του άρθρου 31 του ν.2238/1994 και συνεπώς εξακολουθούν να ισχύουν και μετά την ημερομηνία δημοσίευσης του ν.4110/2013 (23.01.2013).
    4. Όπως έχει γίνει δεκτό από τη Διοίκηση, το ειδικό πρόστιμο που καταβάλλεται για την τακτοποίηση υπογείων και ημιυπαίθριων χώρων του ν.3843/2010, δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων 1025463 ΕΞ 2011/14.2.2011 έγγραφο μας).
    5. Εξάλλου, με το άρθρο 24 του ν.4014/2011 επιβάλλεται ειδικό πρόστιμο αυθαίρετης κατασκευής ή αυθαίρετης αλλαγής χρήσης προκειμένου οι εν λόγω κατασκευές να διατηρηθούν.
    6. Κατόπιν των ανωτέρω, το ειδικό πρόστιμο αναφορικά με την τακτοποίηση αυθαιρέτων κατασκευών του ν.4014/2011 που καταβάλλονται από επιχειρήσεις οποιασδήποτε νομικής μορφής, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους.(ΠΟΛ.1034/22.2.2013)



63.98 Διάφοροι φόροι – τέλη
63.98.00 Χαρτόσημο μισθωμάτων

  • Το χαρτόσημο μισθωμάτων, εκπίπτει σύμφωνα με την υποχρέωση καταβολής από το συμφωνητικό. (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

63.98.02 Φόρος ακίνητης περιουσίας

  • Ο φόρος Μεγάλης Ακίνητης Περιουσίας, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. ( Ν. 2459/1997, άρθρο 34, παρ. 2 )


  • Ο φόρος Ακίνητης Περιουσίας του νόμου 3842/2010 δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα (Ν. 3842/2010, άρθρο 50 παρ. 2)


 

63.98.06 Χαρτόσημο αμοιβών τρίτων
63.98.07 Κρατήσεις υπέρ Δημοσίου και τρίτων από πωλήσεις προς το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ.

  • Κρατήσεις υπέρ τρίτων
    Εκπίπτουν οι προβλεπόμενες από διατάξεις νόμου κρατήσεις υπέρ τρίτων, που βαρύνουν την επιχείρηση. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις που εμπίπτουν στην ρύθμιση των οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου με βάση το άρθρο 17 του ν. 3301/2004, έχουν την δυνατότητα να εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδα τους τις διενεργηθείσες κρατήσεις υπέρ του Δημοσίου (Μ.Τ.Π.Υ.), κατά την εξόφληση των πιο πάνω ρυθμιζόμενων οφειλών, είτε εφάπαξ είτε ισόποσα σε τρεις συνεχείς χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορά ισολογισμούς που κλείνουν με 31 Δεκεμβρίου 2005 και μετά. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


 

63.98.08 ΦΠΑ εκπιπτόμενος στη φορολογίας εισοδήματος

  • Ο Φ.Π.Α. εισροών μιας επιχείρησης εφόσον σύμφωνα με το νόμο, δεν εκπίπτει από τον Φ.Π.Α. των εκροών της, αποτελεί δαπάνη και ειδικότερα φόρο υπέρ του Δημοσίου ο οποίος κατά νόμο βαρύνει αυτήν και κατά συνέπεια, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. Σε περίπτωση δε μετασχηματισμού της σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2166/1993 και δεδομένου, ότι όλες οι πράξεις τις οποίες διενήργησε η μετασχηματισθείσα επιχείρηση από τον ισολογισμό μετασχηματισμού της και μέχρι την ολοκλήρωσή του, θεωρούνται ότι έγιναν για λογαριασμό της νέας επιχείρησης, το πιο πάνω δικαίωμα έκπτωσης θα ασκηθεί από τη νέα αυτή επιχείρηση. (1048520/10444/Β0012/8.5.1998)


  • Ο Φόρος Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) των δαπανών που αφορούν την επέκταση, προσθήκη ή βελτίωση κτισμάτων τα οποία εκμισθώνει επιχείρηση (έσοδα μη υποκείμενα σε Φ.Π.Α.), προσαυξάνει την αξία κτήσης των πιο πάνω κτισμάτων, η οποία υπόκειται σε απόσβεση κατά τα οριζόμενα από τις ισχύουσες διατάξεις, καθόσον ο φόρος αυτός αφενός δεν εκπίπτει ούτε επιστρέφεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1642/1986 (νυν ν. 2859/2000) και αφετέρου βαρύνει τις δαπάνες αυτές, οι οποίες περαιτέρω βαρύνουν την αξία κτήσης των εν λόγω κτισμάτων. Ο Φ.Π.Α. των δαπανών για την επισκευή ή συντήρηση των υπόψη κτισμάτων (εκμισθούμενων), εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης κατά το χρόνο που καταβάλλεται. (1015039/10921 ΠΕ/Β0012/12.2.1996)


  • Απόσβεση παγίου στοιχείου.
    Σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις του Κ. Β. Σ. τα ενσώματα πάγια περιουσιακά στοιχεία αποτιμώνται στην αξία της τιμής κτήσης, όπως εννοιολογικά αυτή προσδιορίζεται με τις διατάξεις που προαναφέρθηκαν (Κ.Β.Σ.).
    Ειδικότερα ως τιμή κτήσης θεωρείται η τιμολογιακή αξία αγοράς αυξημένη με τα ειδικά έξοδα αγοράς και μειωμένη με τις εκπτώσεις (άμεσο κόστος αγοράς).
    Τιμολογιακή αξία είναι η αξία αγοράς που αναγράφεται στα τιμολόγια, μειωμένη με τις εκπτώσεις που κάθε φορά χορηγούνται από τους προμηθευτές και απαλλαγμένη από τους φόρους και τα τέλη που δεν βαρύνουν τελικά την οικονομική μονάδα.
    Ύστερα από τα παραπάνω και δεδομένου ότι οι ειδικές διατάξεις του Κ.Β.Σ. και Ε.Γ.Λ.Σ. περί αποτίμησης των παγίων περιουσιακών στοιχείων, με εξαίρεση τα ακίνητα, προβλέπουν την ενσωμάτωση στο κόστος του παγίου των φόρων που βαρύνουν την επιχείρηση, προκύπτει ότι ο φόρος προστιθέμενης αξίας (Φ.Π.Α.) που έχει βαρύνει τις αγορές των ενσώματων παγίων της επιχείρησης κατά το μέρος που δεν μπορεί να εκπέσει με το φόρο εισροών, προσαυξάνει την τιμή απόκτησης του παγίου και συνεπώς επί της συνολικής αξίας του παγίου θα διενεργηθούν οι κατά νόμο αποσβέσεις που προβλέπονται από την ισχύουσα νομοθεσία.
    Κατά συνέπεια η κλιματιστική μονάδα που αγοράστηκε από το φροντιστήριο μέσης εκπαίδευσης το οποίο δεν έχει υποχρέωση απόδοσης Φ.Π.Α. θα αποσβεσθεί στη συνολική της αξία, δηλαδή συμπεριλαμβανομένης και αυτής του Φ.Π.Α. (σε περισσότερες της μιας χρήσης).(1013931/15009/Γ0012/21.2.2008)


 

63.98.09 ΦΠΑ μη εκπιπτόμενος στη φορολογία εισοδήματος

  • Το πιστωτικό υπόλοιπο Φ.Π.Α. επιχείρησης για το οποίο συμπληρώθηκε ο χρόνος παραγραφής για επιστροφή του από το Ελληνικό Δημόσιο, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1036359/10354/Β0012/10.6.1994)


  • Το ποσό του Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (Φ.Π.Α.) που αναλογεί στην αξία των κτισμάτων που παραδίδει οικοδομική επιχείρηση στον οικοπεδούχο (ανέγερση οικοδομής με αντιπαροχή), δεν εκπίπτει σε περίπτωση που δεν εισπράττεται από τον τελευταίο, καθόσον ο υπόψη έμμεσος φόρος είναι επιρριπτόμενος και δεν βαρύνει την επιχείρηση βάσει νόμου (ελευθεριότητα). (ΠΟΛ.1107/24.7.2008)


 

63.98.99 Λοιποί φόροι - τέλη

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. υ. ισχύουν τα εξής : «υ) Του ανταποδοτικού τέλους που καταβάλει επιχείρηση λόγω της συμμετοχής της σε συλλογικό σύστημα εναλλακτικής διαχείρισης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2939/2001 (ΦΕΚ 179 Α') κατά το χρόνο καταβολής.»


  • Τα ανταποδοτικά τέλη που επιβάλλονται με απόφαση του Υπουργού Μεταφορών και Επικοινωνιών σε βάρος επιχειρήσεων υπέρ της Εθνικής Επιτροπής Τηλεπικοινωνιών (ΕΕΤ), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, και ειδικότερα αυτά της χρήσης μέσα στην οποία καταβάλλονται, έστω και αν επιβάλλονται στα ακαθάριστα έσοδα της προηγούμενης χρήσης. (1030889/10266/Β0012/25.9.1998)


  • Εκπίπτει ως δαπάνη το τέλος διενέργειας ψυχαγωγικών τεχνικών παιγνίων κατά το χρόνο καταβολής του στο Δημόσιο. (1126691/2206/Α0012/22.12.1997)


  • Το τέλος που ορίζεται στις παρ.1 και 3 του άρθρου 6 του ν.2773/1999 (ΦΕΚ - A 286) και καταβάλλει επιχείρηση στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας. Η έκπτωση γίνεται κατά τη διαχειριστική περίοδο εντός της οποίας κατεβλήθη το τέλος αυτό.(ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Aπό τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εκπίπτει το ανταποδοτικό τέλος που καταβάλλουν αυτές λόγω της συμμετοχής τους σε συλλογικό σύστημα εναλλακτικής διαχείρισης σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του ν. 2939/2001. Ως συλλογικό σύστημα διαχείρισης νοείται η υποχρεωτική βάσει του πιο πάνω νόμου οργάνωση σε συλλογική βάση με οποιαδήποτε νομική μορφή των εργασιών συλλογής, συμπεριλαμβανομένης της εγγυοδοσίας, μεταφοράς, επαναχρησιμοποίησης και αξιοποίησης των χρησιμοποιημένων συσκευασιών ή των αποβλήτων των συσκευασιών και άλλων προϊόντων (π.χ. μπαταριών, ηλεκτρικών ειδών, υλικών τηλεπικοινωνιών, κλπ.). Για την έγκριση του συστήματος αυτού, καταβάλλεται υποχρεωτικά από το διαχειριστή του (ανώνυμη εταιρία ανακύκλωσης) ανταποδοτικό τέλος στον Εθνικό Οργανισμό Εναλλακτικής Διαχείρισης των Συσκευασιών και άλλων προϊόντων (ΕΟΕΔΣΑΠ), το οποίο στη συνέχεια βαρύνει τις συμμετέχουσες στο σύστημα αυτό επιχειρήσεις. Χρόνος αναγνώρισης της πιο πάνω δαπάνης είναι ο χρόνος καταβολής του τέλους. (ΠΟΛ.1036/2.3.2006)


  • Οι δασμοί και λοιποί φόροι – τέλη που καταβάλλει επιχείρηση κατά την εισαγωγή εμπορευμάτων που έχουν αγοραστεί από εξωχώρια εταιρεία εκπίπτουν, σύμφωνα με την περ.ε΄ της παρ.1 του άρθρου 31 του ΚΦΕ από τα ακαθάριστα έσοδα, έστω και αν τα ποσά αυτών έχουν ενσωματωθεί στο κόστος των αγορασθέντων εμπορευμάτων (οι αγορές δεν αναγνωρίζονται σύμφωνα με την παρ.14 του ιδίου άρθρου).
    Επίσης, αναγνωρίζονται και τα λοιπά έξοδα που πραγματοποιούνται για την εισαγωγή των υπόψη αγαθών (εκτελωνιστικά, μεταφορικά, έξοδα τραπεζών κλπ.), με την προϋπόθεση ότι καλύπτονται από νόμιμα παραστατικά. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Φ.Π.Α. εισροών τραπεζών
    Οι τράπεζες που δεν επιθυμούν να εκπίπτουν σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 23 του ν.1642/1986 το φόρο εισροών τους από το φόρο εκροών, λόγω του αυξημένου κόστους που δημιουργεί σε αυτές ο προσδιορισμός του εκπιπτόμενου, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 24 του ν. 1642/1986 (νυν ν. 2859/2000), ποσοστού Φ.Π.Α. με τον οποίο επιβαρύνθηκαν οι εισροές τους, δικαιούνται να εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, το συνολικό ποσό του Φ.Π.Α. εισροών. (1123546/10429 ΠΕ/Β0012/30.1.1990)


  • Χαρτόσημο. Το χαρτόσημο κερδών για προσωπικές εταιρείες, ΕΠΕ, κλπ, εκπίπτει κατά το χρόνο καταβολής μέχρι και τη χρήση 2004. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ.1, περ. Ε’)


  • Δικαιώματα Τα συγγραφικά δικαιώματα που καταβάλλουν εκδοτικές επιχειρήσεις στην ημεδαπή εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης εντός της οποίας οι δαπάνες καθίστανται βέβαιες και εκκαθαρισμένες, ανεξάρτητα από το χρόνο καταβολής. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Επί μετατροπής εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή ομόρρυθμης εταιρείας σε ανώνυμη εταιρεία, καθώς και επί συγχώνευσης ανωνύμων εταιρειών με βάση τις διατάξεις του ν.δ.1297/1972, οι εκπιπτόμενοι από τα ακαθάριστα έσοδα φόροι που θα προκύψουν κατά τον έλεγχο από τη Φορολογούσα Αρχή, σε βάρος της μετατραπείσας ή συγχωνευθείσας εταιρείας οι οποίοι αφορούσαν τη μετατραπείσα ή συγχωνευθείσα επιχείρηση, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της νέας ανώνυμης εταιρείας που προήλθε από τη μετατροπή ή τη συγχώνευση, της χρήσης μέσα στην οποία καταβλήθηκαν. (ΣτΕ 3486/1986)


  • Ο φόρος εισοδήματος επί δικαιωμάτων του άρθρου 7 του Ν. 4171/1961 που καταβάλλει ημεδαπή επιχείρηση σε αλλοδαπή επιχείρηση, όταν αυτά συμφωνούνται να καταβάλλονται ελεύθερα φόρου, δεν εκπίπτει , από τα ακαθάριστα έσοδα της πρώτης. (20863/16.12.1971)


  • Ο φόρος εισοδήματος, τα πρόστιμα και οι πρόσθετοι φόροι, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. ( ΚΦΕ, άρθρο 4, παρ.1 )


  • Ο φόρος αναπροσαρμογής της αξίας των ακινήτων βάσει του Ν. 2065/1992, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. ( Ν. 2065/1992, άρθρο 24, παρ. 3 )


  • Φόροι, τέλη και δικαιώματα που δεν βαρύνουν την επιχείρηση, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ. ε΄)


  • Ειδικός φόρος 15% των άρθρων 15-18 του Ν. 3091/2002. Ο ετήσιος ειδικός φόρος δέξκα πέντε εκατό (15%) επί της αξίας των ακινήτων που έχουν στην κυριότητα τους αλλοδαπές εταιρείες χωρίς καμία άλλη δραστηριότητα στην Ελλάδα και ο οποίος επιβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 15 , 16 , 17 και 18 του Ν. 3091/2002 (όπως ισχύει σήμερα), καθώς και η δαπάνη για την αμοιβή του λογιστή για την τήρηση των λογιστικών βιβλίων δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα τα οποία προκύπτουν από τα ακίνητα αυτά, καθόσον, για τον προσδιορισμό των εισοδημάτων αυτών εφαρμόζονται οι διατάξεις που αναφέρονται στα φυσικά πρόσωπα. (1003630/10043/Β0012/8.2.2005).


 

 

64 ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΞΟΔΑ
64.00 Έξοδα μεταφορών
64.00.00 Έξοδα κινήσεως (καύσιμα - λιπαντικά - διόδια) ιδιοκτητών μεταφορικών μέσων

  • Έξοδα κινήσεως μεταφορικών μέσων της ίδιας της επιχείρησης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) (εάν πρόκειται για επιβατικά βλέπε επόμενη περίπτωση)


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. β':
    «Των δαπανών για τη συντήρηση και επισκευή των επαγγελματικών γενικά εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και αυτοκινήτων οχημάτων.
    Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών. »


 

64.00.01 Έξοδα μεταφοράς προσωπικού με μεταφορικά μέσα τρίτων

  • Έξοδα μεταφοράς προσωπικού με μεταφορικά μέσα τρίτων (μισθωμένα λεωφορεία) εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

64.00.02 Έξοδα μεταφοράς υλικών - αγαθών αγορών με μεταφορικά μέσα τρίτων
64.00.03 Έξοδα μεταφοράς υλικών - αγαθών πωλήσεων με μεταφορικά μέσα τρίτων
64.00.04 Έξοδα διακινήσεων (εσωτερικών) υλικών - αγαθών με μεταφορικά μέσα τρίτων

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. γ « ( εκπίπτουν ) Της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κ.λ.π..»


  • Εκπίπτουν Έξοδα μεταφοράς υλικών, αγαθών με μεταφορικά μέσα τρίτων εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. ( άρθρο 31, παρ1, περ.α΄ ν.2238/1994)(ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Σύμφωνα με το άρθρο 16. Έγγραφα μεταφοράς, του Π. Δ. ΥΠ' ΑΡΙΘ. 186 του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων.
    Ο μεταφορέας με βάση τα έγγραφα των προηγούμενων παραγράφων 3 και 4, εκδίδει κατά την παραλαβή των προς μεταφορά αγαθών και το αργότερο πριν την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου, για κάθε μεταφορά, φορτωτική κατά φορτωτή και παραλήπτη σε τέσσερα (4) αντίτυπα. Το πρώτο αντίτυπο συνοδεύει τα αγαθά,αποτελεί αποδεικτικό παράδοσης αυτών και παραμένει στο μεταφορέα, το δεύτερο παραδίδεται στο φορτωτή,το τρίτο έχει την ένδειξη«Αποδεικτικό Δαπάνης» και παραδίδεταισ' αυτόν που καταβάλλει τα κόμιστρα και το τέταρτο παραμένει ως στέλεχος.
    Το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας, με βάση τα έγγραφα των παραγράφων 3 και 4 του άρθρου αυτού, εκδίδει για κάθε μεταφορά, φορτωτική κατά αποστολέα και παραλήπτη σε τέσσερα (4) αντίτυπα. Το πρώτο αντίτυπο προορίζεται για το μεταφορικό γραφείο ή τον διαμεταφορέα, το δεύτερο παραδίδεται στον αποστολέα, το τρίτο έχει την ένδειξη «Αποδεικτικό Δαπάνης» και παραδίδεται σε αυτόν που καταβάλλει τα κόμιστρα και το τέταρτο παραμένει ως στέλεχος.
    Όταν η φόρτωση των αγαθών γίνεται από τις εγκαταστάσεις του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα, η φορτωτική εκδίδεται με την παραλαβή των προς μεταφορά αγαθών και το αργότερο πριν την εκκίνηση του μεταφορικού μέσου και το πρώτο αντίτυπο αυτής συνοδεύει τα αγαθά και επιστρέφεται στο μεταφορικό γραφείο ή στον διαμεταφορέα.
    Όταν η μεταφορά ενεργείται κατ’ εντολή του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα απευθείας από τον αποστολέα στον παραλήπτη, η φορτωτική του μεταφορικού γραφείου ή του διαμεταφορέα εκδίδεται μέχρι το τέλος της επόμενης ημέρας από την ολοκλήρωση της μεταφοράς και με ημερομηνία έκδοσης αυτή της προηγούμενης ημέρας. Στην περίπτωση αυτή το πρώτο αντίτυπο της φορτωτικής μπορεί να παραμένει στο μεταφορικό γραφείο ή στον διαμεταφορέα εφόσον φυλάσσεται για όσο χρόνο ορίζεται από τις διατάξεις του Κώδικα αυτού και επιδεικνύεται όταν ζητηθεί από τον έλεγχο.
    Για τη μεταφορά των αγαθών το μεταφορικό γραφείο ή ο διαμεταφορέας, όταν η φόρτωση γίνεται από τις εγκαταστάσεις του, εκδίδει διπλότυπη κατάσταση αποστολής αγαθών, στην οποία αναγράφει το είδος και τους αριθμούς των δεμάτων, το είδος και την ποσότητα των μεταφερόμενων αγαθών και τον τόπο του προορισμού τους.
    Το ένα αντίτυπο της κατάστασης αυτής παραδίδεται στον μεταφορέα για την έκδοση της συγκεντρωτικής φορτωτικής. Εφόσον στην κατάσταση επισυνάπτεται αντίγραφο των τετραπλότυπων φορτωτικών που εκδόθηκαν, αναγράφεται μόνον ο αριθμός κάθε φορτωτικής, το συνολικό βάρος των αγαθών που μεταφέρονται και ο συνολικός αριθμός των δεμάτων
    Η φορτωτική περιέχει τα ακόλουθα στοιχεία:
    α) το ονοματεπώνυμο ή την επωνυμία,το επάγγελμα και τη διεύθυνση του αποστολέα ή φορτωτή και του παραλήπτη των αγαθών,καθώς και τον Α.Φ.Μ. του καταβάλλοντος τα κόμιστρα,
    β) όταν η μεταφορά ενεργείται απευθείας από τον αποστολέα στον παραλήπτη, κατ’ εντολή μεταφορικού γραφείου, διαμεταφορέα ή άλλου τρίτου, στη φορτωτική αναγράφονται και τα πλήρη στοιχεία του εντολέα,
    γ) την ημερομηνία και τον τόπο έκδοσης της φορτωτικής,καθώς και την ημερομηνία έναρξης της μεταφοράς από το μεταφορέα,δ) τον τόπο προορισμού των προς μεταφορά αγαθών, ε) το είδος και τον αριθμό του συνοδευτικού στοιχείου του αποστολέα,στ) τους αριθμούς των δεμάτων, το είδος κατά γενική κατηγορία και την ποσότητα των μεταφερομένων αγαθών,
    ζ) το κόμιστρο και τις λοιπές επιβαρύνσεις της μεταφοράς, η)τον αριθμό κυκλοφορίας του αυτοκινήτου ή το όνομα του πλωτού μέσου,προκειμένου περί θαλασσίων μεταφορών
    0 μεταφορέας που πραγματοποιεί διεθνείς μεταφορές οδικές,σιδηροδρομικές,θαλάσσιες ή εναέριες,δύναται να εκδίδει γι'αυτές τις μεταφορές άλλα ισοδύναμα με τα παραπάνω στοιχεία,εφόσον αυτά προβλέπονται από διεθνείς συμβάσεις,στις οποίες έχει προσχωρήσει και η χώρα μας.
    Ο μεταφορέας που πραγματοποιεί θαλάσσιες ή εναέριες μεταφορές δύναται να αναθέτει την έκδοση των εγγράφων μεταφοράς σε αντιπρόσωπο ή σε πράκτορα,εφόσον πριν από την ανάθεση γνωστοποιήσει τούτο εγγράφως στη Δ.Ο.Υ., στην οποία υπάγεται ο αντιπρόσωπος του ή ο πράκτορας του.
    Επί μεταφοράς αγαθών ενός φορτωτή με μεταφορικά μέσα δημόσιας χρήσης, που προορίζονται να παραδοθούν σε περισσότερους από έναν παραλήπτες, μπορεί να εκδίδεται μία συγκεντρωτική φορτωτική κατά αποστολέα για κάθε μεταφορά, αντί της έκδοσης φορτωτικών κατά φορτωτή και παραλήπτη, με την προϋπόθεση ότι το συνολικό κόμιστρο καταβάλλεται στο μεταφορέα από το φορτωτή. Στη συγκεντρωτική φορτωτική αναγράφονται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα και η διεύθυνση του φορτωτή, ο τόπος φόρτωσης, το συνολικό κόμιστρο αριθμητικώς και ολογράφως, η χρονολογία εκκίνησης του μεταφορικού μέσου, καθώς και για κάθε παραλήπτη ο αριθμός και το είδος του συνοδευτικού φορολογικού στοιχείου, το είδος κατά γενική κατηγορία, η ποσότητα των αγαθών που προορίζονται γι' αυτόν και ο τόπος προορισμού (εκφόρτωσης).
    Για την εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα αυτού μεταφορέας θεωρείται αυτός που ενεργεί τη μεταφορά αγαθών με κόμιστρο, με μεταφορικά μέσα που ανήκουν σ'αυτόν ή εκμεταλλεύεται αυτός, και φορτωτής αυτός που αναθέτει στο μεταφορέα το έργο της μεταφοράς.


  • Επί μεταφοράς αγαθών ο Κώδικας Φορολογικών Στοιχείων προβλέπει ότι ο μεταφορέας εκδίδει θεωρημένη φορτωτική σε τέσσερα αντίτυπα, εκ των οποίων το τρίτο παραδίδεται στον καταβάλλοντα τα κόμιστρα. Επομένως, το αντίτυπο αυτό της φορτωτικής αποτελεί το νόμιμο δικαιολογητικό για την έκπτωση της πραγματοποιούμενης, από τον καταβάλλοντα τα κόμιστρα επιτηδευματία, σχετικής δαπάνης. (ΣτΕ3988-90/98,2993/91)


 

64.01 Έξοδα ταξειδίων
64.01.00 Έξοδα ταξειδίων εσωτερικού
64.01.01 Έξοδα ταξειδίων εξωτερικού

  • Σύμφωνα με την ΠΟΛ.1005/14.1.2005 «5. Η αποζημίωση που καταβάλει επιχείρηση σε υπάλληλό της για δαπάνες υπηρεσίας που του έχουν ανατεθεί , εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον αποδεικνύεται η καταβολή τους από τα σχετικά παραστατικά στοιχεία που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. και δεν αποτελεί εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. α΄, της παρ.4, του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε. (1067765/10615/Β0012/31-8-1999)»


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. σ :« σ) εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλει η επιχείρηση για δαπάνες ταξιδιών που πραγματοποιούν στην αλλοδαπή διευθυντικά και άλλα στελέχη της που εργάζονται σε αυτήν, καθώς και αντιπρόσωποι ή ειδικοί επιστήμονες που εκπροσωπούν την επιχείρηση στην αλλοδαπή και αφορούν έξοδα ξενοδοχείων, εισιτήρια και έξοδα διατροφής. Τα έξοδα διατροφής αναγνωρίζονται μέχρι του ποσού που αντιστοιχεί στο κόστος διαμονής. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής ισχύουν με την προϋπόθεση ότι ο σκοπός του ταξιδιού συνδέεται με την ασκούμενη δραστηριότητα της επιχείρησης.»


  • Aναγνωρίζονται προς έκπτωση τα έξοδα ταξιδίων με τα οποία επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις για τη μετάβαση, διαμονή και διατροφή στην αλλοδαπή, διευθυντικών και άλλων στελεχών τους, καθώς και αντιπροσώπων ή ειδικών επιστημόνων που τις εκπροσωπούν και αφορούν έξοδα ξενοδοχείων, εισιτήρια και έξοδα διατροφής, με τον περιορισμό ότι τα έξοδα διατροφής δεν μπορούν να είναι μεγαλύτερα από το κόστος διαμονής.
    Για την αναγνώριση των εξόδων αυτών θα πρέπει ο σκοπός του ταξιδίου των παραπάνω προσώπων στην αλλοδαπή να συνδέεται με την ασκούμενη δραστηριότητα της επιχείρησης.
    Κατά συνέπεια, αναγνωρίζονται τα αεροπορικά, σιδηροδρομικά, κλπ. εισιτήρια μετάβασης των πιο πάνω προσώπων στην αλλοδαπή. Αντίθετα, δεν αναγνωρίζονται οι δαπάνες μετάβασης των λοιπών προσώπων (π.χ. συζύγου, τέκνων) που συνοδεύουν τους διευθυντές, στελέχη, κλπ. στο εξωτερικό, καθόσον με τις διατάξεις του δευτέρου εδαφίου τίθεται ο περιορισμός ότι για την αναγνώριση της υπόψη δαπάνης, θα πρέπει ο σκοπός του ταξιδίου να συνδέεται με την ασκούμενη δραστηριότητα της επιχείρησης, με την οποία βέβαια δεν έχει καμία σχέση η σύζυγος ή άλλος συνοδός. Ως προς τα έξοδα διατροφής, αυτά δεν πρέπει να υπερβαίνουν τα έξοδα διαμονής στο ξενοδοχείο (ύπνου), χωρίς όμως να τίθεται κανένας περιορισμός ως προς το χώρο σίτισης του στελέχους. Δηλαδή, αναγνωρίζεται η δαπάνη διατροφής και αν ακόμη πραγματοποιείται σε εστιατόριο εκτός του ξενοδοχείου αλλά και στην περίπτωση αυτή, θα αναγνωρίζεται προς έκπτωση μόνο το ποσό μέχρι του αντίστοιχου ποσού της διαμονής.
    Επίσης, όπως προαναφέρθηκε, για την έκπτωση των υπόψη εξόδων θα πρέπει η μετάβαση των διαλαμβανομένων προσώπων στην αλλοδαπή να συνδέεται με το αντικείμενο εργασιών της επιχείρησης. Δηλαδή, η επιχείρηση θα πρέπει να προσκομίζει στον έλεγχο τα απαραίτητα στοιχεία ή να αποδεικνύει με κάθε τρόπο την ανωτέρω σχέση (π.χ. πραγματοποίηση συμφωνίας εξαγωγών, συμμετοχή διευθυντού αγορών ή πωλήσεων σε έκθεση, κλπ.). Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη τις συνθήκες πραγματοποίησης των δαπανών στην περίπτωση αυτή, γίνεται δεκτό με την παρούσα ότι ως αποδεικτικό στοιχείο μετάβασης στο εξωτερικό θα είναι το εισιτήριο που έχει εκδοθεί στο όνομα του προσώπου. Το ίδιο ισχύει και για τα έξοδα διατροφής, δηλαδή αρκεί η προσκόμιση στοιχείου στο όνομα του προσώπου. Αντίθετα, στο στοιχείο του ξενοδοχείου, πρέπει να αναγράφονται τα στοιχεία και του προσώπου αλλά και της επιχείρησης για λογαριασμό της οποίας έγινε το ταξίδι.(ΠΟΛ.1036/2.3.2006)


  • Εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλει η επιχείρηση για δαπάνες ταξιδιών που πραγματοποιούν στην αλλοδαπή διευθυντικά και άλλα στελέχη της που εργάζονται σε αυτήν, καθώς και αντιπρόσωποι ή ειδικοί επιστήμονες που εκπροσωπούν την επιχείρηση στην αλλοδαπή και αφορούν έξοδα ξενοδοχείων, εισιτήρια και έξοδα διατροφής. Τα έξοδα διατροφής αναγνωρίζονται μέχρι του ποσού που αντιστοιχεί στο κόστος διαμονής. Οι διατάξεις της περίπτωσης αυτής ισχύουν με την προϋπόθεση ότι ο σκοπός του ταξιδιού συνδέεται με την ασκούμενη δραστηριότητα της επιχείρησης.) (Περιπτώσεις σ παρ. 1 άρθρου 31 ν. 2238/1994)


  • Δεν εκπίπτουν τα έξοδα ταξιδίων που προσφέρονται σε πελάτες ως μέσο προώθησης των πωλήσεων της επιχείρησης. (ΠΟΛ.1057/23.3.2007)


 

 

64.02 Έξοδα προβολής και διαφημίσεως

  • Παραθέτουμε την ακόλουθη εγκύκλιο που εκδόθηκε από το Υπ. Εσωτερικών και σχετίζεται με το θέμα:
    Εγκύκλιος : 76/ Αθήνα 13 ∆εκεμβρίου 2007
    ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟ∆ΙΟΙΚΗΣΗΣ ∆ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΟΤΑ ΤΜΗΜΑ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟ
    Διαφημιστικές ενέργειες που εντάσσονται στην Κατηγορία ∆’ του άρθρου 15 του β.δ 24.9/20.10.1958, περί επιβολής τέλους διαφήμισης υπέρ Ο.Τ.Α
    Σας γνωρίζουμε ότι εκδόθηκαν οι υπ’ αριθμ. 259/2007 και 319/2007 Γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ), το περιεχόμενο των οποίων έγινε αποδεκτό από τον Υφυπουργό Εσωτερικών και ως εκ τούτου καθίσταται υποχρεωτικό για τη διοίκηση, κατά τα οριζόμενα στην παρ.4 του άρθρου 7 του ν.3086/2002 (Φ.Ε.Κ 324 Α’). Με την υπ’ αριθμ. 259/2007 Γνωμοδότηση, φωτ/φο της οποίας επισυνάπτεται στην παρούσα, γίνεται δεκτό ότι στο τέλος διαφήμισης υπέρ Ο.Τ.Α (2%) υπόκειται το σύνολο της δαπάνης που απορρέει από την πραγματοποίηση κάθε είδους διαφημιστικής πράξης που προσομοιάζει, ως προς τον τρόπο διενέργειάς της, με αυτές που ρητά ορίζονται, υπό την «Κατηγορία ∆» στο άρθρο 15, παρ.1 του, από 24.9/20.10.1958 β.δ, όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 5 του ν.1900/1990 (ΦΕΚ 125 Α) και το άρθρο 9, παρ. 6.α. του ν.2880/2001 (ΦΕΚ 9 Α). Επιπλέον, υπό το πρίσμα της ανωτέρω παραδοχής, εξετάσθηκαν από το Ν.Σ.Κ δύο «διαφημιστικές» ενέργειες ως προς την υπαγωγή τους στην συγκεκριμένη Κατηγορία Διαφήμισης, για τις οποίες έγιναν δεκτά τα ακόλουθα :
    - Η δαπάνη που απορρέει από τη σύναψη σύμβασης μίας επιχείρησης με ευρέως αναγνωρίσιμα πρόσωπα ή γενικότερα τρίτους για τη διαφημιστική προβολή και προώθηση των προϊόντων της, έναντι προκαθορισμένων υποχρεώσεων που ορίζονται στη σύμβαση και αφορούν στην προβολή του σήματος της επιχείρησης στην ενδυμασία τους, τη φωτογράφηση και προβολή στα Μ.Μ.Ε με τα σήματα της εταιρίας κ.λ.π, θεωρείται ενέργεια παρεμφερής με τις αναγραφόμενες στη σχετική διάταξη και υπόκειται στο τέλος διαφήμισης υπέρ Ο.Τ.Α
    - Η δαπάνη που αφορά στο επικοινωνιακό έντυπο υλικό επιχείρησης, το οποίο αναφέρεται στα προϊόντα της και διατίθεται στους συνεργάτες ή υπαλλήλους της (πωλητές - dealers), προκειμένου να τα επιδεικνύουν στους τελικούς καταναλωτές (και όχι να τα διανέμουν σε αυτούς), κατά τη διεξαγωγή της προσπάθειας πώλησής τους, δεν υπόκειται σε τέλος διαφήμισης υπέρ Ο.Τ.Α.
    Επισημαίνεται ότι το Ν.Σ.Κ γνωμοδότησε ως ανωτέρω με βάση τα ακόλουθα κριτήρια : α) Η δαπάνη αφορούσε έντυπο υλικό επιχείρησης, η οποία για τη λιανική διάθεση των προϊόντων της χρησιμοποιεί αποκλειστικά τη μέθοδο της απευθείας πώλησης στον τελικό καταναλωτή, μέσω δικτύου dealers, που χρησιμοποιούν το συγκεκριμένο υλικό ως υποβοήθηση στο έργο τους.
    β) Οι τελικοί αποδέκτες των μηνυμάτων που προβάλλονται από το έντυπο υλικό υποβάλλονται εκουσίως στη συγκεκριμένη ενέργεια, δεδομένου ότι η επίδειξη των εντύπων σε αυτούς από τους dealers προϋποθέτει την προηγούμενη σχετική συναίνεσή τους.
    Με την υπ’ αριθμ. 319/2007 Γνωμοδότηση, γίνονται δεκτά τα ακόλουθα:
    Η ενσωμάτωση έντυπων φυλλαδίων προβολής προϊόντων επιχειρήσεων στα ενημερωτικά έντυπα διακίνησης των λογαριασμών που αποστέλλονται από τις τράπεζες στους αντίστοιχους χρήστες των παρεχόμενων, από αυτές, υπηρεσιών (δηλαδή στους πελάτες τους) θεωρείται διαφήμιση και υπόκειται στο τέλος διαφήμισης υπέρ των Ο.Τ.Α. Ο χαρακτήρας της διαφήμισης δεν αναιρείται εκ του γεγονότος ότι η προβολή των προϊόντων απευθύνεται σε συγκεκριμένο αριθμό προσώπων και δεν έχει το χαρακτήρα της δημόσιας προβολής, δεδομένου ότι η εννοιολογική οριοθέτηση της διαφήμισης δε συνυφαίνεται, αναγκαίως, με τη μετάδοση μηνυμάτων προς το ευρύτερο κοινό. Σε κάθε περίπτωση άλλωστε, ο αποδέκτης του διαφημιστικού μηνύματος (διευρυμένος, περιορισμένος ή, ακόμη, και συγκεκριμένος αριθμός δεκτών) αποτελεί κυρίαρχη επιλογή της επιχείρησης που διαφημίζει το προϊόν της, η οποία σταθμίζει τον τρόπο και τα μέσα προβολής του». ∆εδομένης της πολυμορφίας της διαφημιστικής δραστηριότητας και των ποικίλων επικοινωνιακών προσεγγίσεων που εφαρμόζονται για τον επηρεασμό της κοινής γνώμης προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση 1, ο καθορισμός του εύρους εφαρμογής των διατάξεων περί επιβολής τέλους διαφήμισης για την «Κατηγορία ∆» αποτελεί θέμα για το οποίο, σε πολλές περιπτώσεις, καλείται να αποφανθεί η διοίκηση, με κριτήριο το βαθμό συνάφειας της κάθε ενέργειας με τις πράξεις που ευθέως ορίζονται από τη νομοθεσία. Θεωρώντας κρίσιμης σημασίας τη διασφάλιση της ομοιόμορφης εφαρμογής των συγκεκριμένων διατάξεων, ιδιαίτερα λόγω της άμεσης συσχέτισής τους με φορολογικές ρυθμίσεις, κρίνουμε σκόπιμη την παράθεση των ακόλουθων οδηγιών και περιπτώσεων διαφημιστικών ενεργειών, για τις οποίες η διοίκηση έχει ήδη αποφανθεί επί του θέματος της υπαγωγής τους στο τέλος διαφήμισης υπέρ Ο.Τ.Α.
    Στην «Κατηγορία ∆» υπάγονται:
    Ορισμός διαφήμισης σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 25/2000 Γνωμ. Ν.Σ.Κ.: ∆ιαφήμιση θεωρείται κάθε μορφή επικοινωνίας, η οποία έχει ως στόχο την ενίσχυση των εμπορικών συναλλαγών και γενικότερα τον επηρεασμό της κοινής γνώμης προς μια συγκεκριμένη κατεύθυνση. Η ειδικότερη μορφή και το περιεχόμενο του διαφημιστικού μηνύματος εξαρτώνται από το είδος του προϊόντος ή της υπηρεσίας που διαφημίζεται, από το μέσο, από το κοινό στο οποίο απευθύνεται κλπ. Ορισμός σύμφωνα με άρθρο 9 του ν.2251/1994 «περί προστασίας των καταναλωτών» : ∆ιαφήμιση είναι κάθε ανακοίνωση που γίνεται στα πλαίσια εμπορικής, βιομηχανικής, βιοτεχνικής ή επαγγελματικής δραστηριότητας με στόχο την προώθηση της διάθεσης αγαθών ή υπηρεσιών»
    Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ.1, περ.ιδ του ν.2238/1994 «Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος», κατά τον προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος των επιχειρήσεων που τηρούν βιβλία δεύτερης και τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ, τα ποσά των δαπανών διαφημίσεων που βαρύνουν τις επιχειρήσεις αυτές εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα τους. Ειδικά τα ποσά των δαπανών αυτών που υπόκεινται σε τέλος διαφημίσεων υπέρ δήμων και κοινοτήτων δεν αναγνωρίζονται ως δαπάνη της διαφημιζόμενης επιχείρησης, αν δεν αποδεικνύεται η καταβολή του αναλογούντος τέλους. Επιπλέον, σύμφωνα με την παρ.19 του ανωτέρου άρθρου, δαπάνες που εμπίπτουν στις διατάξεις του άρθρου αυτού και για τις οποίες έχει γίνει δεκτό με διοικητικές λύσεις και με τη νομολογία ότι εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, περιλαμβάνονται σε απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, που είναι δεσμευτική για τις ελεγκτικές υπηρεσίες. Για οποιαδήποτε προσθήκη περίπτωσης στον κατάλογο αυτό, ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις ή επαγγελματικές ενώσεις δικαιούνται να υποβάλλουν στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομίας & Οικονομικών αίτηση, προκειμένου να εξετασθεί η συγκεκριμένη περίπτωση από ειδική γνωμοδοτική επιτροπή.
    Α. Όλες οι διαφημιστικές ενέργειες (ανεξαρτήτως του χώρου που αυτές διενεργούνται, του μέσου που χρησιμοποιείται ή του κοινού στο οποίο απευθύνονται), οι οποίες, έχοντας κοινά χαρακτηριστικά, παρουσιάζουν συνάφεια με διαφημιστικές πράξεις που για τη μετάδοση του «μηνύματος» χρησιμοποιούν τα ακόλουθα :
    - Ημερολόγια
    - Αυτοκόλλητα, στα οποία αναγράφονται λέξεις ή απεικονίζονται κάθε είδους παραστάσεις
    - Έντυπα (ανεξαρτήτως του τρόπου διανομής τους)
    Τα διαφημιστικά έντυπα που διανέμονται, υπό μορφή ένθετου, συρραμμένου ή μη, μαζί με τις εφημερίδες και τα περιοδικά υπόκεινται στο τέλος (άρθρο 9, παρ.6.α του ν.2880/2001)
    - ∆ώρα
    - Είδη με διαφημιστικές παραστάσεις ή λέξεις
    Β. Οι ενέργειες προβολής προϊόντων σε χώρους καταστημάτων (ενέργειες προώθησης πωλήσεων) που παρουσιάζουν συνάφεια με τις προαναφερθείσες πράξεις της παρ Α. καθώς και με τις ακόλουθες μεθόδους προβολής :
    - Ανάρτηση επιγραφών κάθε είδους στο χώρο του καταστήματος
    - Toποθέτηση προϊόντων σε ειδικά σημεία εντός του καταστήματος, σε ειδικές προθήκες ή περίπτερα
    - Ενοικίαση χώρων σε ειδικά ράφια
    - ∆ιανομή δοκιμαστικών προϊόντων
    - Εκδηλώσεις - εκπλήξεις (“Happenings”) στους χώρους του καταστήματος Γενικότερα οι ενέργειες προβολής προϊόντων που διενεργούνται στους χώρους καταστημάτων υπόκεινται σε τέλος διαφήμισης, εφόσον παρουσιάζουν συνάφεια με τις ανωτέρω μεθόδους καθώς και με τη λειτουργία του καταστήματος, επιδιώκοντας τη μετάδοση «διαφημιστικού» μηνύματος στο κοινό που προσέρχεται για την πραγματοποίηση συναλλαγών. Ως κατάστημα νοείται ο χώρος όπου ασκείται εμπορική δραστηριότητα, κατά τις διατάξεις του Εμπορικού Νόμου (Ε.Ν).
    Γ. Οι διαφημίσεις που γίνονται από τον αέρα, με οποιονδήποτε τρόποΕξαιρούνται από το τέλος διαφήμισης, οι διαφημίσεις που γίνονται στις εφημερίδες, στα περιοδικά, στο ραδιόφωνο και στην τηλεόραση (άρθρο 5, παρ.2 του ν.1900/1990, Φ.Ε.Κ 125 Α’). Ως διαφημίσεις που γίνονται στις εφημερίδες και στα περιοδικά νοούνται εκείνες που είναι τυπογραφικά ενσωματωμένες στα μέσα αυτά, με την έννοια ότι αποτελούν αναπόσπαστο στοιχείο της έντυπης ύλης τους.
    Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 888/1991 Απόφαση του Σ.τ.Ε, διαφημιστικά δώρα θεωρούνται τα δώρα επί των οποίων τίθεται ολόκληρη η επωνυμία ή το σήμα της επιχείρησης καθώς και οποιαδήποτε ένδειξη που υποδηλώνει την ταυτότητα της επιχείρησης, ανεξάρτητα αν με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ή όχι η διαφήμιση, στην οποία απέβλεψε κατ' αρχήν η επιχείρηση.

    2. Διαδικασία είσπραξης και υπολογισμός του τέλους διαφήμισης
    Κατά τη διαδικασία είσπραξης και υπολογισμού του τέλους διαφήμισης, επισημαίνονται τα ακόλουθα :
    - Για τις διαφημίσεις της «Κατηγορίας ∆» ως δαπάνη επί της οποίας υπολογίζεται το τέλος 2% θεωρείται το συνολικό ποσό που καταβάλλεται από το διαφημιζόμενο για τη διενέργεια της διαφήμισης, με βάση το φορολογικό στοιχείο που πρέπει να εκδίδεται για κάθε περίπτωση. Για την προβολή προιόντων σε χώρους καταστημάτων το τέλος υπολογίζεται επί της συνολικής διαφημιστικής δαπάνης που καταβλήθηκε για τις πράξεις αυτές, περιλαμβανομένων των τιμολογίων παροχής υπηρεσιών που εκδίδονται από τα καταστήματα (άρθρο 9, παρ.6.α του ν.2880/2001).
    - Η απόδοση του τέλους για όλες τις ενέργειες της Κατηγορίας ∆ γίνεται πάντοτε από τον διαφημιζόμενο, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Για την έκπτωση ωστόσο των δαπανών διαφήμισης από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης αρκεί η αποδεδειγμένη καταβολή του τέλους, χωρίς να εξετάζεται ποιος ήταν υπόχρεος και ποιος τελικά προέβη σε αυτήν (Απόφ. Υπ. Οικ. 1073211/1506/ΠΟΛ.1188/26.7.2001).
    Η καταβολή πραγματοποιείται σε οποιοδήποτε γραφείο του Ταμείου Παρακαταθηκών και ∆ανείων (Τ.Π.∆) που λειτουργεί σε ∆.Ο.Υ ή και στην Κεντρική Υπηρεσία του Τ.Π.∆ και αποδεικνύεται με το σχετικό γραμμάτιο είσπραξης που χορηγείται από το Τ.Π.∆.
    Επισημαίνεται ότι το τέλος διαφήμισης για την Κατηγορία Δ δεν καταβάλλεται στον οικείο Ο.Τ.Α, όπου διενεργήθηκε η διαφήμιση.
    Σε περίπτωση εκπρόθεσμης απόδοσης των οφειλόμενων τελών, οι σχετικές δαπάνες διαφήμισης δεν αναγνωρίζονται ως εκπεστέες από τα ακαθάριστα έσοδα (άρθρο 9, παρ. 6.α του ν.2880/2001, άρθρο 31, παρ.1, περ.ιδ του ν.2238/1994 Κ.Φ.Ε, ΠΟΛ.1005/14.1.2005) και ο υπόχρεος υπόκειται σε πρόστιμο υπέρ Ο.Τ.Α, το οποίο ανέρχεται σε 1% επί του τέλους για κάθε μήνα καθυστέρησης, με ανώτατο όριο το 200% της οφειλής (υπ’ αριθμ. 72632/18-6-2007 έγγραφο του Τ.Π.∆ προς τις ∆.Ο.Υ, φωτ/φο του οποίου επισυνάπτεται στην παρούσα, σε συνδυασμό με άρθρο 13, παρ.1 του ν.3193/2003 , ΦΕΚ 266 Α’).
    - Για τις διαφημίσεις που εμπίπτουν στις Κατηγορίες Α, Β, Γ του άρθρου 5 του ν.1900/1990, οι οποίες διενεργούνται μέσω πινακίδων - πλαισίων σε κοινόχρηστους, ιδιωτικούς και άλλους χώρους (στάδια, γήπεδα κλπ) και εμπίπτουν στις διατάξεις του ν.2946/2001 (Περί υπαίθριας διαφήμισης) ισχύει επίσης η μη αναγνώριση της δαπάνης της διαφημιζόμενης επιχείρησης, για τον προσδιορισμό των κερδών αυτής των υπαγομένων σε φορολογία εισοδήματος, στην περίπτωση που δεν αποδεικνύεται η καταβολή του αναλογούντος τέλους στον οικείο Ο.Τ.Α που διενεργήθηκε η διαφήμιση (άρθρο 16, παρ.5 του από 24.9/20.10.1958 β.δ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 9, του ν.1144/1981, ΦΕΚ 96 Α’).
    Σημειώνεται ότι υπόχρεος καταβολής του τέλους για τις διαφημίσεις των κατηγοριών διαφήμισης Α, Β, Γ είναι σε ολόκληρο ο διαφημιστής, ο διαφημιζόμενος καθώς και ο κύριος, νομέας ή επικαρπωτής του χώρου στον οποίο γίνεται η διαφήμιση (άρθρο 16, παρ.3 β.δ 24/9-20/10/1958, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ.2 του άρθρου 57 του ν.1416/1984, ΦΕΚ 18 Α’) και το τέλος καταβάλλεται στον οικείο Ο.Τ.Α που διενεργήθηκε η διαφήμιση. Για την έκπτωση των δαπανών διαφήμισης από τα ακαθάριστα έσοδα της διαφημιζόμενης επιχείρησης αρκεί η αποδεδειγμένη καταβολή του τέλους, ανεξαρτήτως του ποιος από τους ανωτέρω προέβη σε αυτήν (Απόφ. Υπ. Οικ. 1073211/1506/ΠΟΛ.1188/26.7.2001, σχετ. άρθρο 5 του ν.2946/2001).


  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιδ :«Των ποσών των δαπανών διαφημίσεων που βαρύνουν την επιχείρηση κατά το έτος της έκδοσης του προβλεπόμενου φορολογικού στοιχείου. Ειδικά τα ποσά των δαπανών, που υπόκεινται σε τέλος διαφημίσεων υπέρ δήμων και κοινοτήτων, δεν αναγνωρίζονται ως δαπάνη της διαφημιζόμενης επιχείρησης, αν δεν αποδεικνύεται η καταβολή του τέλους που αναλογεί με τριπλότυπο είσπραξης του οικείου δήμου ή κοινότητας.»


  • Τα ποσά των δαπανών διαφήμισης που βαρύνουν την επιχείρηση, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, κατά το έτος της έκδοσης του προβλεπόμενου φορολογικού στοιχείου. (ν.2238/1994, άρθρο 31, παρ.1, περ. ιδ)


  • Γενικά έξοδα και δαπάνες διαφήμισης εκπίπτουν από τη χρήση που πραγματοποιούνται έστω και αν η επιχείρηση ωφελείται από αυτή σε περισσότερες διαχειριστικές περιόδους. (Διαφήμιση ομολόγων τράπεζας) (ΣτΕ 3077/1995)


  • Η δαπάνη διαφημίσεως που καταβάλλει επιχείρηση εκπίπτει, από τα ακαθάριστα έσοδά της, εφόσον το σχετικό τέλος διαφήμισης έχει καταβληθεί το αργότερο μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, εντός της οποίας πρέπει να υποβληθεί η δήλωση φόρου εισοδήματος για τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιήθηκε η δαπάνη αυτή. (1028226/10385/Β0012/23.3.2000).



  • Η αξία των εμπορεύσιμων αγαθών επιχείρησης, όταν αυτά διατίθενται ως δώρα για τους πελάτες της με σκοπό την προώθηση των πωλήσεών της, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της. (Δ12Β 1106444ΕΞ2012)


 

64.02.00 Διαφημίσεις από τον τύπο

  • Κατά την ανάθεση σε διαφημιστική εταιρεία της από κοινού προβολής επιχειρήσεων που ανήκουν στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων μέσω του τύπου και των ραδιοτηλεοπτικών μέσων και εφόσον δεν υπάρχει χωριστή συμφωνία της κάθε μιας επιχείρησης με τη διαφημιστική εταιρεία, κάθε μία από αυτές εκπίπτει, από τα ακαθάριστα έσοδά της, το μέρος της διαφημιστικής δαπάνης που συμβάλλει στη δημιουργία φορολογητέου εισοδήματός τους, εφόσον βέβαια έχει καταβληθεί το δημοτικό τέλος διαφήμισης. (1011989/10130/Β0012/28.4.1999)


 

64.02.01 Διαφημίσεις από το ραδιόφωνο - τηλεόραση

  • Κατά την ανάθεση σε διαφημιστική εταιρεία της από κοινού προβολής επιχειρήσεων που ανήκουν στον ίδιο όμιλο επιχειρήσεων μέσω του τύπου και των ραδιοτηλεοπτικών μέσων και εφόσον δεν υπάρχει χωριστή συμφωνία της κάθε μιας επιχείρησης με τη διαφημιστική εταιρεία, κάθε μία από αυτές εκπίπτει, από τα ακαθάριστα έσοδά της, το μέρος της διαφημιστικής δαπάνης που συμβάλλει στη δημιουργία φορολογητέου εισοδήματός τους, εφόσον βέβαια έχει καταβληθεί το δημοτικό τέλος διαφήμισης. (1011989/10130/Β0012/28.4.1999)


  • Οι δαπάνες διαφήμισης που πραγματοποιούν συνδρομητικοί τηλεοπτικοί σταθμοί μέσω των τηλεοπτικών σταθμών ή του γραπτού τύπου για τα κωδικοποιημένα προγράμματά τους εκπίπτουν εξ΄ ολοκλήρου έστω και αν επωφελούνται εμμέσως και οι επιχειρήσεις (BBC, CNN, Filmnet, κ.α.) των οποίων τα προγράμματα προβάλλονται. (1045593/10393/Β0012/17.6.2002)


 

64.02.02 Διαφημίσεις από τον κινηματογράφο
64.02.03 Διαφημίσεις από τα λοιπά μέσα ενημερώσεως
64.02.04 Έξοδα λειτουργίας φωτεινών επιγραφών
64.02.05 Έξοδα συνεδρίων - δεξιώσεων και άλλων παρεμφερών εκδηλώσεων

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ω':« ω) Εκπίπτουν τα ποσά των δαπανών οργάνωσης ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων για τους εργαζομένους ή πελάτες της, εφόσον οι εκδηλώσεις πραγματοποιούνται στο νομό που εδρεύει η επιχείρηση ή σε άλλο μέρος στο οποίο λειτουργεί υποκατάστημά της.»


  • Δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα οι δαπάνες οργάνωσης ενημερωτικών ημερίδων και συναντήσεων για τους εργαζομένους ή πελάτες της, εφόσον οι εκδηλώσεις δεν πραγματοποιούνται στο νομό που εδρεύει η επιχείρηση ή σε άλλο μέρος στο οποίο λειτουργεί υποκατάστημά της. (Κ.Φ.Ε. άρθρο 31 περίπ ω')


  • Δεν εκπίπτει η δαπάνη δεξίωσης προς τιμή στελεχών της επιχείρησης, λόγω αποχώρησης ή ανάληψης καθηκόντων σε αυτή.(ΠΟΛ.1057/23.3.2007)


  • Εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις για τη ψυχαγωγία του προσωπικού τους, κατά την κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


 

64.02.06 Έξοδα υποδοχής και φιλοξενείας

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. μ':« Εκπίπτουν τα ποσά των εξόδων διανυκτέρευσης σε ξενοδοχείο, αλλοδαπών πελατών, αντιπροσώπων και διευθυντικών στελεχών ημεδαπών ή αλλοδαπών επιχειρήσεων, καθώς και ειδικών επιστημόνων, που προκύπτει από τα εκδοθέντα φορολογικά στοιχεία.
    Τα ανωτέρω ισχύουν με την προϋπόθεση ότι το ξενοδοχείο ευρίσκεται εντός του νομού, στη χωρική αρμοδιότητα του οποίου είναι εγκατεστημένη η έδρα ή υποκατάστημα της επιχείρησης που επιβαρύνεται με τα πιο πάνω έξοδα.
    Η αξία των δώρων που γίνονται προς τα ανωτέρω πρόσωπα και μέχρι είκοσι (20) ευρώ για κάθε δωρεοδόχο. Λοιπά έξοδα φιλοξενίας και διανυκτέρευσης δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση.»


  • Η δωρεάν χορήγηση σε πελάτες επιχείρησης κουπονιών εστίασης που εξαργυρώνονται σε καταστήματα εστίασης έναντι παροχής δωρεάν γεύματος συνιστά διαφημιστική πράξη και υπόκειται σε τέλος διαφήμισης.
    α)η δωρεάν χορήγηση κουπονιών από εταιρεία προς τους πελάτες της, που εξαργυρώνονται στα καταστήματα εστίασης άλλης εταιρείας, έναντι παροχής από αυτή «δωρεάν» γεύματος, συνιστά διαφημιστική πράξη που διενεργεί η συγκεκριμένη εταιρεία προς τους πελάτες της. Ειδικότερα πρόκειται για παροχή δώρου (δωρεάν γεύματος) και συνιστά διαφημιστική πράξη που εντάσσεται στην κατηγορία Δ του άρθρου 15 του β.δ.24.9/20.10.1958.
    β) η εταιρεία που χορηγεί δωρεάν κουπόνια, ως διαφημιζόμενη, υποχρεούται να καταβάλλει τέλος διαφήμισης 2% επί της συνολικής δαπάνης που πραγματοποιεί για τη διενέργεια της συγκεκριμένης διαφημιστικής πράξης και εν προκειμένω το τέλος 2% υπολογίζεται επί της δαπάνης που αφορά στην ονομαστική αξία των γευμάτων που παρασχέθηκαν από την επιχείρηση εστίασης (βάσει του εκδιδόμενου σχετικού τιμολογίου) καθώς και επί της δαπάνης που αφορά στην εκτύπωση του συνόλου των κουπονιών.Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω συνάγεται, ότι για την αναγνώριση των διαφημιστικών δαπανών στις οποίες προβαίνουν οι επιχειρήσεις με δωρεάν χορήγηση κουπονιών τα οποία εξαργυρώνονται σε καταστήματα εστίασης , έναντι παροχής «δωρεάν» γεύματος, απαιτείται η προηγούμενη καταβολή του δημοτικού τέλους διαφήμισης που αναλογεί σε αυτές, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 31 του ν.2238/1994, διαφορετικά η εν λόγω δαπάνη δεν αναγνωρίζεται ως εκπεστέα από τα ακαθάριστα έσοδα.(ΠΟΛ.1023/19.2.2009 )


  • Δεν εκίπτουν τα εξόδα διανυκτέρευσης σε ξενοδοχείο, αλλοδαπών πελατών, αντιπροσώπων και διευθυντικών στελεχών ημεδαπών ή αλλοδαπών επιχειρήσεων, καθώς και ειδικών επιστημόνων, όταν το ξενοδοχείο δεν βρίσκεται εντός του νομού, στη χωρική αρμοδιότητα του οποίου είναι εγκατεστημένη η έδρα ή υποκατάστημα της επιχείρησης που επιβαρύνεται με τα πιο πάνω έξοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ. μ')


  • Δεν εκπίπτουν οι δαπάνες για την ψυχαγωγία πελατών και επισκεπτών, ανεξάρτητα του σκοπού για τον οποίο αυτές πραγματοποιούνται.(ΠΟΛ.1057/23.3.2007)


 

64.02.10 Αξία χορηγούμενων δειγμάτων (Γνωμ. 44/1129/1989)

  • Σύμφωνα με την Γνωμ. 44/1129/1989 , ισχύουν τα εξής: « Η καταχώριση από επιχειρήσεις κατά το Γ.Λ.Σ. των χορηγουμένων στο προσωπικό τους ειδών.Η καταχώριση από επιχειρήσεις κατά το Γ.Λ.Σ. των χορηγουμένων στο προσωπικό τους ειδών . Σχετικά με τη λογιστική παρακολούθηση, από τις επιχειρήσεις που εφαρμόζουν το Γενικό Λογιστικό Σχέδιο, των χορηγουμένων στο προσωπικό τους ειδών, καθώς και των δειγμάτων που στέλνουν δωρεάν σε πελάτες τους ή σε ιδιώτες, το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας έδωσε τις ακόλουθες διευκρινίσεις.
    α) Τα προϊόντα σας που χορηγείτε στο προσωπικό σας καταχωρούνται, με το κόστος παραγωγής τους, σε χρέωση ανοιγόμενου ίδιου τριτοβάθμιου λογαριασμού π.χ. του 60.02.07 "αξία χορηγουμένων αποθεμάτων, ενταγμένου στο δευτεροβάθμιο λογαριασμό 60.02 "παρεπόμενες παροχές και έξοδα προσωπικού" με πίστωση αντίστοιχου τριτοβάθμιου λογαριασμού, που ανοίγεται κάτω από το νεοδημιουργούμενο δευτεροβάθμιο 78.10 "έσοδα από ιδιόχρηση αποθεμάτων". Διευκρινίζεται ότι τα δεδομένα του λογαριασμού 78.10 μεταφέρονται, με χρέωση του λογαριασμού 90 "διάμεσοι - αντικρυζόμενοι λογαριασμοί" (και του δευτεροβάθμιου του 90.07) - μέσω του λογαριασμού 96.16 ή απευθείας - στην πίστωση του λογαριασμού 96.22.16, στη χρέωση του οποίου μεταφέρεται (μέσω του λογαριασμού 96.22.16), από τους οικείους υπολογαριασμούς του πρωτοβάθμιου 94 "αποθέματα" το (ισόποσο) κόστος παραγωγής (ή αγοράς) των χορηγούμενων στο προσωπικό σας ειδών και έτσι δεν προκύπτει αποτέλεσμα (βλ. παράγρ. 5.217 του Γ.Λ.Σ.).
    β) Τα δείγματα που στέλνετε δωρεάν σε πελάτες σας ή σε ιδιώτες καταχωρούνται με το κόστος παραγωγής τους, σε χρέωση ιδιαίτερου τριτοβάθμιου λογαριασμού, π.χ. του 64.02.10 "αξία χορηγουμένων δειγμάτων", ανοιγομένου κάτω από το δευτεροβάθμιο 64.02 "έξοδα προβολής και διαφημίσεως", με πίστωση αντίστοιχου τριτοβάθμιου λογαριασμού, που ανοίγεται κάτω από το νεοδημιουργούμενο δευτεροβάθμιο 78.10 "έσοδα από ιδόχρηση αποθεμάτων" για τον οποίο εφαρμόζονται τα όσα αναφέρονται προηγούμενα υπό το στοιχείο α.»


  • Δεν εκπίπτουν, Χρηματικά ποσά ή είδη που χορηγούνται δωρεάν από επιχείρηση σε συνεργάτες, το προσωπικό ή σε τρίτα πρόσωπα, εφόσον τα δώρα αυτά δεν εμπίπτουν στην περίπτωση μ΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε.


 

64.02.11 Αξία χορηγούμενων μικροποσοτήτων προιοντων για διαφήμιση.

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. φ': «φ)Εκπίπτουν τα ποσά των δώρων της επιχείρησης προς πελάτες, επιχειρήσεις ή μη, εφόσον φέρουν την επωνυμία της και έχει καταβληθεί το αναλογούν δημοτικό τέλος για τη συνολική αξία των δώρων αυτών. Το ποσό της δαπάνης που εκπίπτει με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης αυτής, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δεκαπέντε (15 ) ευρώ για κάθε δώρο χωριστά.»


  • Από τα ακαθάριστα έξοδα της επιχείρησης εκπίπτει η αξία των δώρων που κάνει σε πελάτες της, οι οποίοι μπορεί να είναι επιχείρηση ή όχι (φυσικά πρόσωπα, νομικά πρόσωπα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα κλπ.). Η δαπάνη αυτή αναγνωρίζεται μόνον όταν τα δώρα φέρουν την επωνυμία της επιχείρησης και επιπλέον, να έχει καταβάλλει το αναλογούν δημοτικό τέλος διαφήμισης για τη συνολική αξία των δώρων αυτών. Το ποσό της δαπάνης που αναγνωρίζεται προς έκπτωση δεν μπορεί να υπερβαίνει τα 15 (δεκαπέντε) ευρώ για κάθε δώρο χωριστά. Επειδή στην πράξη συνηθίζεται η χορήγηση δώρων και μεγαλύτερης αξίας, γίνεται δεκτό με την παρούσα ότι και στην περίπτωση αυτή θα αναγνωρίζεται η δαπάνη μέχρι 15 για κάθε δώρο χωριστά, με την προϋπόθεση όμως το δημοτικό τέλος διαφήμισης να έχει καταβληθεί για ολόκληρο το ποσό, δηλαδή και για το μη αναγνωριζόμενο. Επισημαίνεται, ότι το σχετικό δημοτικό τέλος πρέπει να έχει καταβληθεί μέχρι τη λήξη της προθεσμίας εντός της οποίας πρέπει να υποβληθεί η δήλωση φορολογίας εισοδήματος. (ΠΟΛ.1036/2.3.2006)


  • Η δαπάνη που πραγματοποιεί επιχείρηση για την αγορά δώρων τα οποία στη συνέχεια προσφέρει δωρεάν, μετά από κλήρωση, σε πωλητές – εργαζομένους άλλης εταιρείας η οποία είναι πελάτης της, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1057681/457/0012/27.11.2001), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η αξία των δώρων (ακίνητο, αυτοκίνητο κ.λ.π.) που χορηγεί δωρεάν επιχείρηση σε πελάτες της, μετά από κλήρωση, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της (1130362/10957/Β0012/3.12.1995, 1034127/578/Α0012/11.1.1995), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Τα χρηματικά ποσά και η αξία των δώρων που χορηγούν, μετά από κλήρωση, τα Καζίνο στους πελάτες τους δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1036416/10568/Β0012/16.6.2005, ΝΣΚ 190/2005 ).


 

64.02.99 Διάφορα έξοδα προβολής και διαφημίσεως

  • Δαπάνη διαφήμισης εισαγόμενων αγαθών που έγινε στο εσωτερικό, θεωρείται ως παραγωγική δαπάνη εξ ολοκλήρου της ελληνικής επιχείρησης, έστω και αν εμμέσως ωφελούνται και οι αλλοδαπές συγγενείς επιχειρήσεις που παράγουν και πωλούν τα αγαθά αυτά.(ΣτΕ 3735/1988)


  • Η δαπάνη αγοράς υλικών συσκευασίας (τσάντες, χαρτί περιτυλίγματος) επί των οποίων αναγράφονται τα στοιχεία της επιχείρησης, καθώς και των πωλουμένων από αυτή προϊόντων, εκπίπτει χωρίς την αναζήτηση αποδεικτικού για την καταβολή δημοτικού τέλους διαφήμισης. (1029358/10420/Β0012/ΠΟΛ.1125/4.4.2000)


  • Ο τιμοκατάλογος που αποστέλλει επιχείρηση σε εμπόρους για την υποβολή των παραγγελιών τους και ο οποίος απεικονίζει τα πωλούμενα είδη της (βιβλία, CD), αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα χωρίς την αναζήτηση αποδεικτικού για την καταβολή δημοτικού τέλους διαφήμισης. (άρθρο 9, παρ.6, ν. 2880/2001), (3611/8.2.2001 έγγραφο του Υπουργείου Εσωτερικών Δημ. Διοίκησης και Αποκέντρωσης)


  • Η δαπάνη με την οποία χρεώνει εμπορική επιχείρηση τους προμηθευτές της για την έκδοση τιμοκαταλόγου ή διαφημιστικού εντύπου που περιλαμβάνει τα προϊόντα τους δεν υπόκειται σε τέλος διαφήμισης, καθόσον με τα πιο πάνω έντυπα διαφημίζεται η εμπορική επιχείρηση που εκδίδει αυτά και όχι οι προμηθεύτριες και κατά συνέπεια εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των προμηθευτριών επιχειρήσεων χωρίς την αναζήτηση αποδεικτικού για την καταβολή δημοτικού τέλους διαφήμισης. (1076787/10710/Β0012/25.7.1997)


  • Η διανομή CD, τα οποία είναι ένθετα σε περιοδικά, δεν είναι πράξη που υπόκειται σε τέλος διαφήμισης υπέρ Δήμων και Κοινοτήτων, και κατά συνέπεια η δαπάνη αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, χωρίς να αναζητείται η καταβολή του διαφημιστικού τέλους υπέρ των ΟΤΑ. (Α.Π. 14567/13.5.2002 Υπουργείο Ε.Δ.Δ.Α. Δ/νση Οικονομικών ΟΤΑ)


  • Οι διαφημιστικές δαπάνες αναγνωρίζονται ως εκπιπτόμενες από τα ακαθάριστα έσοδα και στην περίπτωση κατά την οποία έχει διακανονισθεί με τον οικείο Ασφαλιστικό Οργανισμό, πριν από την έναρξη του φορολογικού ελέγχου, η καταβολή του αναλογούντος αγγελιοσήμου, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.1 του άρθρου 61 του ν.2676/1999. (1101582/11006/Β0012/13.11.2003)


  • Η δαπάνη παραγωγής εντύπων ταξιδιωτικών προγραμμάτων εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των ταξιδιωτικών γραφείων, με την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το δημοτικό τέλος, εκτός αν προσκομίζεται σχετική βεβαίωση περί μη οφειλής δημοτικού τέλους. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Το κόστος ταξιδιωτικών σακιδίων ή χαρτοφυλάκων που χορηγούν ταξιδιωτικά γραφεία στους πελάτες τους εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα, με την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το δημοτικό τέλος, εκτός αν προσκομίζεται σχετική βεβαίωση περί μη οφειλής αυτού. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


  • Οι δαπάνες παραγωγής και διανομής ενημερωτικών εντύπων που αποστέλλουν οι επιχειρήσεις σε συγκεκριμένους πελάτες τους και όχι στο ευρύτερο κοινό, με σκοπό την ενημέρωσή τους για τα χαρακτηριστικά των προϊόντων αυτών, χωρίς να υφίσταται η υποχρέωση της καταβολής τέλους διαφήμισης. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Οι δαπάνες διαφήμισης προβολής νέου προϊόντος, που δεν πραγματοποιήθηκαν κατά το προπαρασκευαστικό στάδιο σύστασης της επιχείρησης, δεν μπορούν να θεωρηθούν ως έξοδα πρώτης εγκατάστασης και εκπίπτουν εξ ολοκλήρου κατά το έτος της έκδοσης του προβλεπόμενου φορολογικού στοιχείου πραγματοποίησης τους, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ιδ΄ της παρ.1 του άρθρου 31 του ν. 2238/1994.(ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Εκπίπτουν τα μισθώματα που καταβάλλουν φαρμακευτικές επιχειρήσεις για οπτικοακουστικά μέσα και τους χώρους στους οποίους τοποθετούνται stands από αυτές κατά τη διεξαγωγή ιατρικών συνεδρίων, με την προϋπόθεση ότι έχει καταβληθεί το δημοτικό τέλος που τους αναλογεί. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Οι δαπάνες κατασκευής διαφημιστικών πινακίδων και σημαιών που πραγματοποιεί εταιρεία πετρελαιοειδών και τοποθετεί στα πρατήρια τρίτων που εμπορεύονται δικά της προϊόντα δεν υπόκεινται σε δημοτικό τέλος διαφήμισης και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα χωρίς την καταβολή δημοτικού τέλους διαφήμισης. (ΣτΕ 4118/1997)


  • Τα ποσά που κατέβαλε επιχείρηση σε επιχείρηση SUPER MARKET για την τοποθέτηση των εμπορευμάτων σε εμφανή σημεία δεν υπόκεινται σε δημοτικό τέλος διαφήμισης και αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα χωρίς την καταβολή του σχετικού τέλους διαφήμισης. (Ισχύει για υποθέσεις πριν από την τροποποίηση που έγινε στο άρθρο 15 του από 24.9/20.10.1958 β.δ/τος με την παρ.6 του άρθρου 9 του ν.2880/2001. Μετά την έναρξη ισχύος του νόμου αυτού θα έχουν εφαρμογή οι περιπτώσεις διαφήμισης που ορίζονται ρητά σε αυτόν). (ΣτΕ 4222/1999 και 4443/2001).


  • Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλει μια επιχείρηση για την αναγραφή του λογοτύπου της σε φανέλες αθλητικών ομάδων συνιστά δαπάνη διαφήμισης. (1033255/10458/Β0012/8.4.2008 )


  • Επώνυμα διαφημιστικά δώρα είναι τα δώρα επί των οποίων τίθεται όχι μόνον ολόκληρη η επωνυμία ή το σήμα της επιχειρήσεως, αλλά και οποιαδήποτε ένδειξη που υποδηλώνει την ταυτότητα της επιχειρήσεως, ανεξάρτητα αν με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται ή όχι η διαφήμιση, στην οποία απέβλεψε κατ΄ αρχήν η επιχείρηση και η σχετική δαπάνη διαφήμισης δεν εκπίπτει αν δεν έχει καταβληθεί το σχετικό τέλος διαφήμισης. ( ΣτΕ 888/1991 )


  • Τα διαφημιστικά έντυπα που διανέμονται δωρεάν με εφημερίδες και περιοδικά, συρραμμένα ή μη μεταξύ των σελίδων τους δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα χωρίς την καταβολή του σχετικού τέλους διαφήμισης. ( ΣτΕ 2439-40/1996 )


  • Η δαπάνη εκτύπωσης φυλλαδίου στο εξωτερικό, το οποίο όμως διανεμήθηκε στην Αθήνα, δεν αναγνωρίζεται εφόσον δεν έχει καταβληθεί το σχετικό τέλος διαφήμισης. (ΣτΕ 2069/1982)


  • Τα χρηματικά έπαθλα που καταβάλλουν επιχειρήσεις - δωροθέτες στους συμμετέχοντες σε τηλεοπτικά ή ραδιοφωνικά παιχνίδια, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, όταν δεν έχει καταβληθεί από το διαφημιστή ή διαφημιζόμενο εγκαίρως και προσηκόντως ο ειδικός φόρος και το αγγελιόσημο επί των διαφημίσεων καθώς και το δημοτικό τέλος διαφήμισης εφόσον οφείλονται.(1038282/10221/Β0012/11.4.2001)


  • Η αναγραφή στα υλικά συσκευασίας στοιχείων ξένων προς την επωνυμία και κυρίως προς το αντικείμενο της επιχείρησης ή του καταστήματος ή εμφαντικής προβολής μεμονωμένου και ειδικά προσδιορισμένου προϊόντος, συνιστά διαφήμιση και η σχετική δαπάνη δεν εκπίπτει , από τα ακαθάριστα έσοδά της, όταν δεν έχει καταβληθεί το προβλεπόμενο τέλος διαφήμισης. (Σχετ. Ν.Σ.Κ. 25/2000 και ΠΟΛ.1125/4.4.2000 )


  • Οι διαφημιστικές δαπάνες που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις στα πλαίσια προβολής τους για γευστικές δοκιμές προϊόντων σε κέντρα διασκέδασης, τοποθέτηση ειδικών stands σε σούπερ μάρκετ και happenings υπάγονται σε τέλος διαφήμισης υπέρ δήμων και κοινοτήτων και δεν εκπίπτουν , από τα ακαθάριστα έσοδά τους, όταν δεν έχει καταβληθεί το πιο πάνω τέλος. (1088360/10819/Β0012//12.11.2002) (Α.Π.43509/24.10.2002/ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ Ε.Δ.Δ.Α. Διεύθυνση Οικονομικών ΟΤΑ)


  • Η δαπάνη διαφημίσεως η οποία γίνεται με ένθετα έντυπα σε εφημερίδες και περιοδικά, δεν εκπίπτει , από τα ακαθάριστα έσοδά της, όταν δεν έχει καταβληθεί το σχετικό τέλος διαφήμισης. ( ΠΟΛ.1125/4.4.2000 )


  • Η αναγραφή σε αναπτήρες και στυλό της επωνυμίας επιχείρησης αποτελεί διαφήμιση και η σχετική δαπάνη αγοράς των πιο πάνω αντικειμένων, δεν εκπίπτει, από τα ακαθάριστα έσοδά της, όταν δεν έχει καταβληθεί το προβλεπόμενο τέλος διαφήμισης. (1073638/10687/Β0012/18.8.1999)


  • Η δαπάνη που πραγματοποιεί επιχείρηση για την αγορά δώρων τα οποία στη συνέχεια προσφέρει δωρεάν, μετά από κλήρωση, σε πωλητές - εργαζομένους άλλης εταιρείας η οποία είναι πελάτης της, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1057681/457/0012/27.11.2001)


  • Η αξία των δώρων (ακίνητο, αυτοκίνητο κ.λ.π.) που χορηγεί δωρεάν επιχείρηση σε πελάτες της, μετά από κλήρωση, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της (1130362/10957/Β0012/3.12.1995, 1034127/578/Α0012/11.1.1995)


  • Τα χρηματικά ποσά και η αξία των δώρων που χορηγούν, μετά από κλήρωση, τα Καζίνο στους πελάτες τους δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1036416/10568/Β0012/16.6.2005, ΝΣΚ 190/2005 ).


  • Η δαπάνη διακόσμησης προθήκης καταστήματος , ανεξάρτητα από το χρόνο διάρκειας της διακόσμησης, εφόσον πρόκειται για λειτουργούσα επιχείρηση. Η δαπάνη αυτή εκπίπτει από τα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου που πραγματοποιείται.( ΠΟΛ. 1056/2007)


  • ΘΕΜΑ: Η αξία των εμπορεύσιμων αγαθών επιχείρησης, όταν αυτά διατίθενται ως δώρα για τους πελάτες της με σκοπό την προώθηση των πωλήσεών της, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της.
    1. Σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης γ΄ της παρ.1 άρθρου 31 του Ν.2238/1994 , το καθαρό εισόδημα των επιχειρήσεων που τηρούν επαρκή και ακριβή βιβλία και στοιχεία δεύτερης και τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων εξευρίσκεται λογιστικά με έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, μεταξύ άλλων, της αξίας των πρώτων και βοηθητικών υλών που χρησιμοποιήθηκαν, καθώς και των άλλων εμπορεύσιμων αγαθών, στην οποία περιλαμβάνονται και οι ειδικές δαπάνες επεξεργασίας, αποθήκευσης, μεταφοράς, ασφάλειας κλπ.
    2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παραγράφου 7 του ίδιου ως άνω άρθρου και νόμου ορίζεται, ότι για τον προσδιορισμό του κόστους των μενόντων προϊόντων στις βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις, συνυπολογίζεται στην αξία των υλικών που χρησιμοποιήθηκαν και ανάλογο ποσοστό εξόδων παραγωγής, στα οποία περιλαμβάνονται και οι τακτικές αποσβέσεις των πάγιων περιουσιακών στοιχείων.
    3. Όπως έχει διευκρινισθεί με την αριθ.Δ12Β 1129809 ΕΞ2010/4.10.2010 διαταγή, το συνολικό κόστος αγοράς πρώτων και βοηθητικών υλών επηρεάζει το λογιστικό προσδιορισμό του καθαρού εισοδήματος της εταιρείας που προμηθεύεται τις πιο πάνω ύλες μόνο κατά το μέρος που δεν συμμετέχει στο κόστος των μενόντων προϊόντων (Τελικό απόθεμα).
    4. Επίσης, με τις διατάξεις της περίπτωσης φ΄ της παρ.1 άρθρου 31 του Ν.2238/1994 ορίζεται, ότι από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εκπίπτουν τα δώρα της επιχείρησης προς πελάτες, επιχειρήσεις ή μη, εφόσον φέρουν την επωνυμία της και έχει καταβληθεί το αναλογούν δημοτικό τέλος για τη συνολική αξία των δώρων αυτών. Το ποσό της δαπάνης που εκπίπτει με βάση τις διατάξεις της περίπτωσης αυτής, δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δεκαπέντε (15) ευρώ για κάθε δώρο χωριστά.
    5. Με το αριθ.Δ12Β 1144125 ΕΞ2011/21.10.2011 έγγραφο μας έχει γίνει δεκτό, ότι η δαπάνη αγοράς από εταιρεία εμπορίας ηλεκτρικών οικιακών συσκευών σετ μαχαιροπήρουνων με σκοπό να τα διαθέσει στους τελικούς καταναλωτές - αγοραστές με την πώληση κάθε συσκευής από μια νέα σειρά πλυντηρίων πιάτων, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον δεν αποτελεί δώρο που φέρει την επωνυμία της επιχείρησης, αλλά και ούτε το δώρο αυτό είναι δικό της εμπόρευμα.
    6. Από τα στοιχεία της σχετικής αίτησής σας προκύπτει, ότι η εταιρεία με αντικείμενο εργασιών την εμπορία μοτοσυκλετών, με κάθε αγορά μοτοσυκλέτας διαθέτει δωρεάν στους πελάτες της διάφορα αξεσουάρ, από τα εμπορεύσιμα αγαθά της (συναγερμό, κράνος, αδιάβροχο, μπότες κλπ.), προκειμένου να προωθήσει τις πωλήσεις της. Ακόμη, μας γνωρίσατε ότι τα εν λόγω αξεσουάρ παραδίδονται στον κάθε πελάτη με δελτίο αποστολής και στη συνέχεια, η επιχείρηση εκδίδει απόδειξη αυτοπαράδοσης προκειμένου να αποδώσει το Φ.Π.Α. που είχε εκπεσθεί κατά την αγορά τους.
    7. Μετά από όλα όσα αναφέρθηκαν πιο πάνω συνάγεται, ότι οι δαπάνες αγοράς συναγερμού, κράνους, αδιάβροχου και των λοιπών αξεσουάρ που εμπορεύεται η εταιρεία και τα οποία διατίθενται δωρεάν στους πελάτες της με κάθε αγορά μοτοσυκλέτας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της πιο πάνω εταιρείας κατά το μέρος που δεν συμμετέχουν στο κόστος των μενόντων προϊόντων της (τελικό απόθεμα), κατ΄ ανάλογη εφαρμογή των όσων αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος, μη εφαρμοζομένων στην περίπτωση αυτή των διατάξεων της περίπτωσης φ΄ της παρ.1 άρθρου 31 του Ν.2238/1994. (Αρ.Πρωτ.: Δ12Β 1106444 ΕΞ2012/19.7.2012)



 

64.03 Έξοδα εκθέσεων – επιδείξεων

  • Εκπίπτουν οι δαπάνες διοργάνωσης εκθέσεων για την προβολή προϊόντων επιχείρησης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα τους, ανεξάρτητα από την περιοχή που πραγματοποιούνται αυτές. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Έξοδα εκθέσεων, επιδείξεων, εφόσον υπάρχουν τα προβλεπόμενα δικαιολογητικά, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

64.04 Ειδικά έξοδα προωθήσεως εξαγωγών

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 4. ισχύουν τα εξής:
    «4.Σε εμπορικές επιχειρήσεις,οι οποίες σε συνεργασία με αλλοδαπούς οίκους εξάγουν βιομηχανικά,βιοτεχνικά,χειροτεχνικά,γεωργικά,κτηνοτροφικά,οπωροκηπευτικά,μεταλλευτικά και λατομικά προϊόντα, καθώς και προϊόντα αλιείας με ανταλλαγή αγαθών από το εξωτερικό μετά από έγκριση του Ελληνικού Δημοσίου, όταν απαιτείται αυτή, αναγνωρίζεται χωρίς δικαιολογητικά έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα, που υπολογίζεται σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%) στο ποσό της προμήθειας που παίρνουν.»


  • Δαπάνες χωρίς δικαιολογητικά εξαγωγικών επιχειρήσεων
    Οι δαπάνες χωρίς δικαιολογητικά αναγνωρίζονται προς έκπτωση χωρίς να ερευνάται ο τρόπος διάθεσης των ποσών. (Ε.1887/ΠΟΛ 78/1974), (1018050/189/Α0012/ΠΟΛ.1042/8.2.1993)


  • Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις έχουν δικαίωμα έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδά τους, δαπανών χωρίς δικαιολογητικά, εφόσον τα προϊόντα που εξάγουν είναι εγχωρίου παραγωγής, άσχετα αν παρήχθησαν από τις πιο πάνω επιχειρήσεις ή από τρίτους. Εγχώριας παραγωγής θεωρούνται και τα προϊόντα προελεύσεως εξωτερικού, όταν αυτά επανεξάγονται μετά από προηγούμενη επεξεργασία ή κατεργασία ή μεταποίηση ή εξευγενισμό, ο οποίος προσδίδει σε αυτά την έννοια του νέου προϊόντος. (1055818/10526/Β0012/18-6-1999), (1110033/717/0015/4.6.1998), (1065187/10310/Β0012/4.6.1993)


  • Εξαγωγές που πραγματοποιούνται από εξαγωγική επιχείρηση για λογαριασμό τρίτων, στους οποίους ανήκουν τα εξαγόμενα προϊόντα (μέσω αντιπροσώπου). Το δικαίωμα έκπτωσης δαπανών χωρίς δικαιολογητικά έχει η εξαγωγική επιχείρηση. (Ν. 6127/2318/ ΠΟΛ.215/10.7.1976)


  • Το προβλεπόμενο ποσοστό που αναγνωρίζεται για έκπτωση χωρίς δικαιολογητικά, από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, ισχύει για κάθε προϊόν που εξάγεται, ανεξάρτητα αν αυτό είναι βιομηχανικό, βιοτεχνικό, χειροτεχνικό, γεωργικό, κτηνοτροφικό, οπωροκηπευτικό, προϊόν αλιείας, μεταλλευτικό, λατομικό ή επισκευή ή κατασκευή πλοίων υπό ελληνική ή ξένη σημαία. (1115226/10755/Β0012/18.6.1993)


  • Οι ναυπηγοεπισκευαστικές επιχειρήσεις εκπίπτουν δαπάνες χωρίς δικαιολογητικά, που υπολογίζονται ως ποσοστό στα ακαθάριστα έσοδά τους από συνάλλαγμα, τα οποία προέρχονται από κατασκευές, μετασκευές ή επισκευές πλοίων, χωρίς να ερευνάται το είδος (εμπορικό, επιβατικό, πολεμικό, κλπ.) του κατασκευαζόμενου ή επισκευαζόμενου πλοίου ή η σημαία αυτού (ελληνική ή ξένη) ή οι πλόες που εκτελεί αυτό (εσωτερικού ή εξωτερικού). (1115226/10755/Β0012/18.6.1993), (1120147/10421/Β0012/29.3.1990)


  • Επιχειρήσεις (Νηογνώμονες) που παρέχουν υπηρεσίες (επιθεωρήσεις πλοίων με ελληνική και ξένη σημαία, σχετικά με την κατάσταση και φόρτωσή τους, καθώς και για την έκδοση πιστοποιητικών αξιοπλοϊας) στην αλλοδαπή, δικαιούνται γι αυτές και μόνο τις υπηρεσίες, να εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους δαπάνες χωρίς δικαιολογητικά, οι οποίες θα υπολογίζονται με την εφαρμογή των ποσοστών που προβλέπονται για τους εξαγωγείς εγχωρίων προϊόντων, επί των ακαθαρίστων εσόδων τους που προέρχονται από τις προσφερόμενες στην αλλοδαπή υπηρεσίες. (1072442/10444/Β0012/16.11.1990)


  • Οι βιοτεχνικές επιχειρήσεις που αναλαμβάνουν με ΦΑΣΟΝ την κατασκευή βιοτεχνικών προϊόντων για λογαριασμό αλλοδαπών οίκων, εδικαιούντο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε., να εκπίπτουν από τις αμοιβές που λαμβάνουν για την εργασία αυτή ποσοστό 3% χωρίς δικαιολογητικά. (Σημειώνεται, ότι η ισχύς των διατάξεων της παραγράφου 5 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε. έληξε στις 31-12-2001). (Π.2914/136/22.5.1987)


  • 9.κ) Εμπορικές επιχειρήσεις που σε συνεργασία με αλλοδαπούς οίκους εξάγουν βιομηχανικά, βιοτεχνικά, χειροτεχνικά, γεωργικά, κτηνοτροφικά, οπωροκηπευτικά, μεταλλευτικά και λατομικά προϊόντα, καθώς και προϊόντα αλιείας με ανταλλαγή αγαθών από το εξωτερικό μετά από έγκριση του Ελληνικού Δημοσίου, όταν απαιτείται αυτή (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ.4)
    Η έκπτωση υπολογιζόταν για το χρονικό διάστημα από 1-1-1997 έως και 31-12-2001 σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%).
    Η έκπτωση υπολογιζόταν στο ποσό της προμήθειας που έπαιρναν.
    λ) Βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις που ενεργούν για λογαριασμό αλλοδαπών οίκων βιομηχανοποίηση ή επεξεργασία πρώτων υλών που εισάγονται από την αλλοδαπή και επανεξάγονται τη μορφή έτοιμων ή ημιέτοιμων προϊόντων (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ.5)
    Η έκπτωση υπολογιζόταν για το χρονικό διάστημα από 1-1-1997 έως και 31-12-2001 σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%).
    Η έκπτωση υπολογιζόταν στα ακαθάριστα έσοδα που προέρχονταν από την αμοιβή που έπαιρναν για τις υπηρεσίες τους.


  • Ο αντιπρόσωπος που εξάγει αγαθά τρίτων έναντι προμήθειας δικαιούται την έκπτωση δαπανών χωρίς δικαιολογητικά. (ΣτΕ 181/1985)


  • Ως ακαθάριστα έσοδα επί των οποίων υπολογίζεται η έκπτωση χωρίς δικαιολογητικά, λαμβάνονται τα ποσά που αποτελούν το χρηματικό αντάλλαγμα που συμφωνήθηκε για την πώληση των εξαχθέντων προϊόντων, δηλ. το τίμημα της πωλήσεως, χωρίς να αφαιρούνται οι συναφείς προς την εκπλήρωση των κυρίων ή παρεπομένων υποχρεώσεων του πωλητή δαπάνες, τις οποίες, κατά το νόμο ή τη σύμβαση φέρει ο πωλητής για τη μεταφορά του εμπορεύματος στον τόπο εκπληρώσεως της παροχής ή στον τόπο που ανέλαβε ειδικώς να το αποστείλει (τιμή πωλήσεως CIF), εκτός αν για την μεταφορά συμφωνήθηκε ιδιαίτερο, πέρα από το τίμημα αντάλλαγμα ή αν τις δαπάνες που ενήργησε ο πωλητής φέρει ο αγοραστής, υποχρεούμενος σε απόδοσή τους, πέρα από το τίμημα, οπότε το ιδιαίτερο αυτό αντάλλαγμα ή οι δαπάνες δεν περιλαμβάνονται στα ακαθάριστα έσοδα της εξαγωγικής επιχειρήσεως από την πώληση των εξαχθέντων προϊόντων, επί των οποίων υπολογίζεται η προβλεπόμενη ειδική έκπτωση χωρίς δικαιολογητικά. (ΣτΕ 3254/92)


 

64.05 Συνδρομές - Εισφορές

  • Έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, των συνδρομών που καταβάλλονται σε επαγγελματικά σωματεία. Από τη διοίκηση έχει γίνει δεκτό (σχετ. το 1083816/1537/Α0012/8.5.1991 έγγραφο) ότι, εφόσον σκοπός του επαγγελματικού συλλόγου είναι η υποβοήθηση της οικονομικής συνεργασίας και ανάπτυξης των μελών του, οι συνδρομές των μελών στο σύλλογο αυτό αποτελούν παραγωγική δαπάνη και εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης σύμφωνα με το άρθρο 31 του Κ.Φ.Ε.. Σε διαφορετική περίπτωση οι δαπάνες των παραπάνω συνδορμών δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (1035431/565/Α0012/21.4.2008)


  • Συνδρομές σε επιστημονικά περιοδικά που έχουν σχέση με το αντικείμενο της επιχείρησης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Συνδρομές σε επαγγελματικές οργανώσεις που ανήκει η επιχείρηση εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Οι εισφορές εγγραφής στον ΟΡΓΑΝΙΣΜΟ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ αποτελούν παραγωγική δαπάνη εκπιπτόμενη από τα ακαθάριστα έσοδα. (Α.3253/23-3-1965), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Συνδρομές σε ιστοσελίδες για την άντληση πληροφοριών που έχουν σχέση με το αντικείμενο της επιχείρησης. (ΠΟΛ.1028/2006).


 

64.06 Δωρεές – Επιχορηγήσεις

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. α ,υποπερ.γγ. ισχύουν τα εξής: «Εκπίπτουν τα ποσά που καταβάλλονται λόγω δωρεάς στο Δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης, το Εθνικό Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής (Ε.ΤΑ.Κ.Σ.), τα ημεδαπά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων.
    Η αξία των ειδών διατροφής που δωρίζονται από επιχειρήσεις, οι οποίες παράγουν ή εμπορεύονται τέτοια αγαθά, προς το κοινωφελές ίδρυμα με την επωνυμία 'ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ - ΙΔΡΥΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΕΙΝΑΣ" (ΦΕΚ 540 Β/1995). Για την εφαρμογή του προηγουμένου εδαφίου, ως αξία των δωριζόμενων ειδών διατροφής λαμβάνεται το κόστος απόκτησης ή παραγωγής τους, κατά περίπτωση και είναι απαραίτητη η έκδοση του οριζόμενου από τις διατάξεις του άρθρου 14 του Κ.Β.Σ. φορολογικού στοιχείου.
    Η αξία των κινητών μνημείων, όπως αυτά ορίζονται από την κείμενη νομοθεσία, που μεταβιβάζονται λόγω δωρεάς στο Δημόσιο ή σε μουσεία αναγνωρισμένα από τον Υπουργό Πολιτισμού σύμφωνα με την ίδια νομοθεσία. Σε περίπτωση μεταβίβασης στο Δημόσιο η αποδοχή της δωρεάς γίνεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Πολιτισμού, ύστερα από γνώμη του αρμόδιου γνωμοδοτικού Συμβουλίου του Υπουργείου Πολιτισμού και μετά από χρηματική αποτίμηση της αξίας των μνημείων από ειδική εκτιμητική επιτροπή και αποδοχή της αξίας από τον δωρητή. Η απόφαση αυτή περιλαμβάνει τα στοιχεία του δωρητή, την περιγραφή και τη χρηματική αποτίμηση του μνημείου. Τα μνημεία κατατίθενται σε κρατικά μουσεία. Σε περίπτωση μεταβίβασης λόγω δωρεάς σε μουσεία που δεν ανήκουν στο Δημόσιο η αποδοχή της δωρεάς γίνεται μετά από χρηματική αποτίμηση των μνημείων από την ειδική εκτιμητική επιτροπή του έκτου εδαφίου του παρόντος. Το ποσό που αφαιρείται δεν μπορεί να υπερβεί ποσοστό 15% του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή κερδών που προκύπτουν από τον ισολογισμό της διαχειριστικής περιόδου από τα ακαθάριστα έσοδα της οποίας εκπίπτει. Σε περίπτωση που η έκδοση της απόφαση της ειδικής εκτιμητικής επιτροπής γίνεται σε μεταγενέστερη χρήση από αυτή της δωρεάς, το ποσό του προηγούμενου εδαφίου εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου μέσα στην οποία εκδίδεται η απόφαση αυτή.
    Η αξία των ιατρικών μηχανημάτων και των ασθενοφόρων αυτοκινήτων, που μεταβιβάζονται λόγω δωρεάς στα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
    Η αξία των κινητών πραγμάτων, εφόσον υπερβαίνει τα πεντακόσια (500) ευρώ συνολικά ανά έτος, των κατοικιών και των κάθε είδους εγκαταστάσεων που δωρίζουν οι επιχειρήσεις από 1.1.2008 έως 31.12.2009 στο Ειδικό Ταμείο Αντιμετώπισης Έκτακτων Αναγκών (Ε.Τ.Α.Ε.Α.), που συστάθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 2 της από 29.8.2007 Πράξεως Νομοθετικού Περιεχομένου, που κυρώθηκε με το άρθρο πρώτο του ν. 3624/2007 (ΦΕΚ 289 Α').
    Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζονται και για δωρεές που πραγματοποιούνται προς τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και μόνιμους κατοίκους των περιοχών που επλήγησαν από τις πυρκαγιές που εκδηλώθηκαν κατά το έτος 2007.
    Με απόφαση του Υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών καθορίζονται ο τρόπος υπολογισμού της αξίας των κινητών πραγμάτων, των κατοικιών και των κάθε είδους εγκαταστάσεων που δωρίζονται, τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.
    Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται μέχρι ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των κερδών που προκύπτουν από ισολογισμούς, λόγω δωρεάς προς τα κοινωφελή ιδρύματα, τα σωματεία μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα που παρέχουν υπηρεσίες εκπαίδευσης και χορηγούν υποτροφίες, τους ιερούς ναούς, τις ιερές μονές του Αγίου Όρους, το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, την Ιερά Μονή Σινά, την Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, τα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα έχουν συσταθεί ή συνιστώνται και τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, τους ερευνητικούς και τεχνολογικούς φορείς που συστάθηκαν και διέπονται από τις διατάξεις του ν. 1514/1985 (ΦΕΚ 13 Α΄) και του ν. 3653/2008 (ΦΕΚ 49 Α΄), καθώς και τα ερευνητικά κέντρα που αποτελούν ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και έχουν συσταθεί νόμιμα.
    Επίσης, τα χρηματικά ποσά που καταβάλλονται μέχρι το ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%) του συνολικού καθαρού εισοδήματος ή των κερδών που προκύπτουν από ισολογισμούς, λόγω χορηγίας προς τα μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα ημεδαπά νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου που νόμιμα υπάρχουν ή συνιστώνται, εφόσον επιδιώκουν σκοπούς πολιτιστικούς.
    Οι διατάξεις του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζονται για δωρεές χρηματικών ποσών προς αθλητικά σωματεία.
    Πολιτιστικοί σκοποί είναι ιδίως, η καλλιέργεια, η προαγωγή και διάδοση των γραμμάτων, της μουσικής, του χορού, του θεάτρου, του κινηματογράφου, της ζωγραφικής, της γλυπτικής και των τεχνών γενικότερα, καθώς και η ίδρυση, επέκταση και συντήρηση των αναγνωρισμένων ιδιωτικών μουσείων, όπως τέχνης, φυσικής ιστορίας, εθνολογικών και λαογραφικών. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Πολιτισμού καθορίζονται, μετά από έλεγχο του Υπουργείου Πολιτισμού, τα νομικά πρόσωπα που επιδιώκουν πολιτιστικούς σκοπούς για την εφαρμογή αυτών των διατάξεων.
    Όταν τα ποσά των δωρεών και των χορηγιών αυτής της περίπτωσης, με εξαίρεση τις δωρεές που καταβάλλονται στους δωρεοδόχους του πρώτου εδαφίου, υπερβαίνουν τα διακόσια ενενήντα (290) Ευρώ ετησίως, λαμβάνονται υπόψη μόνο εφόσον έχουν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε λογαριασμό του νομικού προσώπου που τηρείται σε τράπεζα.
    Τα χρηματικά ποσά αυτών των δωρεών και χορηγιών δεν πρέπει να έχουν εκπέσει με βάση άλλη διάταξη του παρόντος.
    Το συνολικό ποσό των δωρεών που εκπίπτουν δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των καθαρών κερδών που προκύπτουν πριν από την αφαίρεση αυτών των ποσών από τα ακαθάριστα έσοδα της οικείας διαχειριστικής περιόδου.»
    Ιδιαίτερη Προσοχή πρέπει να δοθεί , στην ισχύ των κατωτέρω αποφάσεων μετά τις αλλεπάληλες τροποποιήσεις της παρ. 1, περ. α ,υποπερ.γγ, του άρθρου 31, μετά την έκδοση των αποφάσεων αυτών.


  • Οι δωρεές χρηματικών ποσών των επιχειρήσεων προς τις Σχολικές Επιτροπές, εκπίπτουν από ακαθάριστα έσοδά τους, καθόσον οι επιτροπές αυτές αποτελούν, νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, ως δημοτικά και κοινοτικά νομικά πρόσωπα του άρθρου 203 του π.δ. 410/1995. (1055254/1149/Α0012/10.7.2003)


  • Οι δωρεές σε χρήμα από επιχειρήσεις προς τις Ιερές Μητροπόλεις, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, χωρίς τη διενέργεια παρακράτησης φόρου εισοδήματος 10%, καθόσον οι Ιερές Μητροπόλεις αποτελούν Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου. (1101110/10877/Β0012/21.11.2001)


  • Οι χρηματικές δωρεές επιχειρήσεων προς τις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, χωρίς την υποχρέωση παρακράτησης φόρου εισοδήματος 10%, καθόσον οι Μονές αυτές αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. (1059318/10640/Β0012/24.6.2003)


  • Οι δωρεές σε χρήμα προς το Οικονομικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Ιεροσολύμων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης, χωρίς να απαιτείται η διενέργεια παρακράτησης φόρου εισοδήματος 10%. (1057087/10374/Β0012/ΠΟΛ.1191/5.7.2002), (1080499/10718 ΠΕ/Β0012/17.4.2002)


  • Τα χρηματικά ποσά των δωρεών που κατατίθενται ή μεταφέρονται στον λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου υπέρ των πυρόπληκτων, με την προϋπόθεση της ύπαρξης του σχετικού αποδεικτικού κατάθεσης του ποσού στην Τράπεζα της Ελλάδος ή σε οποιαδήποτε άλλη τράπεζα καθώς και στα Ταχυδρομικά Καταστήματα της Ελλάδος.(ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Οι δωρεές χρηματικών ποσών προς κοινωφελές ίδρυμα που έχει συσταθεί με τις διατάξεις του α.ν. 2039/1939 εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων με τους όρους και προϋποθέσεις που αναφέρονται στις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. (Τα ποσά των δωρεών που υπερβαίνουν τα 290 ευρώ ετησίως να έχουν κατατεθεί στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε λογαριασμό του ιδρύματος που τηρείται σε τράπεζα. (1033431/10173/Β0012/24.4.1996)


  • Για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης, των χρηματικών δωρεών που καταβάλλει προς αθλητικό σωματείο με σκοπό την ανάπτυξη των ερασιτεχνικών του τμημάτων, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του ν. 1958/1991 «Τμήματα Αμειβομένων Αθλητών - Αθλητικές Ανώνυμες Εταιρείες και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 122Α’), από τις οποίες προκύπτει, ότι τα αθλητικά σωματεία τα οποία διατηρούν και Τμήματα Αμειβομένων Αθλητών υποχρεούνται να έχουν διακεκριμένη διαχείριση από τα ερασιτεχνικά τμήματα που επίσης διατηρούν. (1118115/11066/Β0012/3.12.1998)


  • Οι χρηματικές δωρεές προς την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, με τους όρους και τις προϋποθέσεις που ορίζουν οι διατάξεις του Κ.Φ.Ε. για τα κοινωφελή ιδρύματα. (1014087/10094/Β0012/ΠΟΛ.1045/10.2.2000)


  • Τα ποσά που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις λόγω δωρεάς στα ημεδαπά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα και τα νοσοκομεία που είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, με τους όρους και προϋποθέσεις που αναφέρονται στις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. (ΚΦΕ, άρθρο 8, παρ.1, περ.δ)


  • Οι δωρεές σε χρήμα επιχείρησης προς Αστική ΜΗ Κερδοσκοπικού χαρακτήρα εταιρεία εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα με την προϋπόθεση ότι θα προσκομίζεται βεβαίωση της ΔΟΥ της αστικής εταιρείας με την οποία θα βεβαιώνεται ότι εκπληρούνται οι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σκοποί, οι οποίοι αναφέρονται στο καταστατικό και παράλληλα, θα τηρούνται οι όροι και προϋποθέσεις που ορίζονται από το νόμο. (1016972/529/Α0012/16.4.2004)
    Σημείωση: Με βάση τις διατάξεις του ν. 3296/2004, από 1.1.2005 δεν ισχύει η προϋπόθεση της παρακράτησης του φόρου, με εξαίρεση τα αθλητικά σωματεία.

    Μέχρι σήμερα έχουν υπαχθεί τα ακόλουθα:
    - Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία
    - Εθνική Λυρική Σκηνή (Ε.Λ.Σ.)
    - Κρατική Ορχήστρα Ελληνικής Μουσικής (Κ.Ο.Ε.Μ.)
    - Ορχήστρα των Χρωμάτων (Ο.Χ.)
    - Εθνικό Κέντρο Βιβλίου (Ε.Κ.Ε.Β.)
    - Οργανισμός Πνευματικής Ιδιοκτησίας (Ο.Π.Ι.)
    - Οργανισμός Ανέγερσης Νέου Μουσείου Ακρόπολης (Ο.Α.Ν.Μ.Α.)
    - Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωμένου Δάσους Λέσβου (Μ.Φ.Ι.Α.Δ.Λ.)
    - Ταμείο Διαχείρισης Πιστώσεων για την Εκτέλεση Αρχαιολογικών Έργων
    - Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Θεσ/νίκης
    - Μουσικός και Εκπαιδευτικός Οργανισμός Ελλάδος
    - Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
    - Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
    - Φεστιβάλ Κιν/φου Θεσ/νίκης
    - Ειδικό Ταμείο Οργανώσεως Συναυλιών (ΕΤΟΣ) Κ.Ο.Α.
    - Ειδικό Ταμείο Οργανώσεως Συναυλιών (ΕΤΟΣ) Κ.Ο.Θ.
    - Ανώνυμη Εταιρεία Προβολής της Ελληνικής Πολιτιστικής Κληρονομιάς
    - Ευρωπαϊκό Κέντρο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων
    - Λογοτεχνικό Αρχείο Θεσ/νίκης
    - Ίδρυμα «Μελίνα Μερκούρη»
    - Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού
    - Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού
    - Οι φίλοι της Σχολής Καλών Τεχνών
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Πάτρας
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Βόλου
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Λάρισας
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Β. Αιγαίου
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Βέροιας
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Αγρινίου
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Καβάλας
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κέρκυρας
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κοζάνης
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κομοτηνής
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Σερρών
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κρήτης
    - Θέατρο του Νότου
    - Ελληνικό Τμήμα Διεθνού Συμβουλίου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS)
    - Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία
    - Μουσείο Ζυγομαλά
    - Σωματείο «Οι φίλοι του Βυζαντινού Μουσείου Ιωαννίνων»
    - Ινστιτούτο Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών
    - Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου
    - Εθνικό Θέατρο
    - Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος (ΚΘΒΕ)
    - Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών
    - Μουσείο Μπενάκη
    - Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Αθηνών
    - Καλλιτεχνικός Οργανισμός Δήμου Βόλου
    - Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης Καλαμάτας
    - Μακεδονικό Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης
    - Ίδρυμα Γουλανδρή Χορν
    - Ίδρυμα Γιάννη Τσαρούχη
    - Μουσείο Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων
    - Κέντρο Σύγχρονης Μουσικής ΄Ερευνας
    - Ίδρυμα Τεχνολογίας και Έρευνας
    - Οι φίλοι του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης
    - Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών
    - Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας
    - Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο
    - Λύκειο των Ελληνίδων
    - Σωματείο «Οι φίλοι της Κρατικής Σχολής Ορχηστρικής Τέχνης».
    - Σύλλογος «Οι φίλοι της Μουσικής Θεσ/νίκης»
    - Ίδρυμα Παναγιώτου (Τάκη) Αθαν. Βασιλάκη-Κέντρο Ερευνών για Τέχνη και Επιστήμες
    - Μουσείο Τέχνης του Σύγχρονου Κοσμήματος Ηλία Λαλαούνη
    - Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος
    - Ίδρυμα Φάνη Μπουτάρη
    - Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο Ρεθύμνης
    - Μουσείο Βορρέ
    - Ίδρυμα Βασίλη και Ελίζας Γουλανδρή Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
    - Ίδρυμα οικογένειας Γεωργίου Ψαροπούλου-Κέντρο Μελέτης Νεώτερης Κεραμεικής
    - Τεχνικό Μουσείο Θεσ/νίκης
    - Ινστιτούτο Ερευνας Μουσικής και Ακουστικής
    - Σύλλογος Φίλων Γενναδίου Βιβλιοθήκης
    - Ιδρυμα Νικ. Π. Γουλανδρή-Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης
    - Οι φίλοι του Βυζαντινού Μουσείου Θεσ/νίκης
    - Αρχεία Ταινιών της Ελλάδος-Ταινιοθήκη της Ελλάδος
    - Ιδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου
    - Οργανισμός Φεστιβάλ Κασσάνδρας Χαλκιδικής
    - Κέντρο Εφαρμοσμένων Τεχνών Θεάματος και Ακροάματος
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Καλαμάτας
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ιωαννίνων
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ρόδου
    - Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ρούμελης
    - Ελληνική Εταιρεία Θεάτρου-Θέατρο Τέχνης
    - Θεατρικός Οργανισμός-Τα Δρώμενα
    - Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα Ελληνικής Τραπέζης Βιομηχανικής Αναπτύξεως
    - Σύλλογος Φίλων Μουσείου Παύλου Βρέλλη
    - Ελληνικό Ινστιτούτο Αρχιτεκτονικής
    - Πινακοθήκη Κουβουρτσάκη-Χώρος Δράσης Τεχνών
    - Οι φίλοι του Μουσείου Μηλεών Πηλίου και του Μουσείου Ελληνικής Παιδικής Τέχνης
    - Ελληνική Επιτροπή Σπουδών Νοτιοανατολικής Ευρώπης
    - Ομιλος Ενίσχυσης Πολιτιστικών Δραστηριοτήτων (ΟΜΕΠΟ)
    - Νέο Θέατρο Θεσ/νίκης
    - Εταιρία Φίλων του ΑΜΦΙ-ΘΕΑΤΡΟΥ
    - Κέντρο Πολιτισμού Δημήτρης Γληνός
    - «Τέχνη» Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία
    - Σύλλογος Ελλήνων Συλλεκτών Ορυκτών και Απολιθωμάτων (ΣΕΣΟΑ)
    - Ελληνικοί Χοροί Δώρα Στράτου
    - Εταιρεία Εικαστικών Τεχνών Α. Τάσσος
    - Οι Φίλοι των Ελληνικών Μαριονεττών
    - Μορφωτικός και Εκπολιτιστικός Σύλλογος Κύμης
    - Πολιτιστικό Κέντρο Πατρών-Μουσείο Λαϊκής Τέχνης
    - Εταιρεία Ίδρυσης Παιδικών και Εφηβικών Βιβλιοθηκών
    - Σωματείο «Οι φίλοι του Μουσείου του Μακεδονικού Αγώνα»
    - Ένωση Φίλων της Ακρόπολης
    - Πνευματικό Κέντρο Τσακάλωφ-Πανηπειρωτικός Μουσικός Σύλλογος
    - Αστική Μορφωτική Πολιτιστική Εταιρεία «ʼλσος Γραμμάτων και Τεχνών»
    - Ελληνική Εταιρεία Λαογραφικής Μουσειολογίας
    - Πολιτιστική και Φιλοδασική Ένωση Αθηνών
    - Λαογραφικό Ιστορικό Μουσείο Λάρισας
    - Ένωσης Κωνσταντινουπολιτών
    - Χορωδία Πρεβέζης «Αρμονία»
    - Χορωδία Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Καρύτση
    - Σύλλογος Γλυπτών Ελλάδος
    - Εταιρεία Μελέτης και Έρευνας της Ιστορίας των Σερρών
    - Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού
    - Οδύσσεια-Πολιτιστικές εκδηλώσεις
    - Νέα Σκηνή Τέχνης
    - Θεατρικός Οργανισμός Πολιτεία
    - Ίδρυμα Πιερίδη
    - Κινηματογραφική Λέσχη Καλαμάτας
    - Επίλογος
    - Θεατρική Εταιρεία Στοά
    - Εταιρεία Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων
    - Θέατρο Κωφών Ελλάδος
    - Θίασος 81
    - Κέντρο για τη διάδοση των ελληνικών γαστρονομικών παραδόσεων
    «Αρχέστρατος»
    - Σύλλογος Φίλων Κινηματογράφου Ναυπλίου «ΣΙΝΕΦΙΛΟΙ»
    - Σύλλογος Φίλων Γραμμάτων και Τεχνών Σερρών
    - Πολιτιστική Στέγη Ν. Καρβάλης
    - Ελληνικό Τμήμα Διεθνούς Συμβουλίου Μουσείων (ICOM)
    - Iδρυμα Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου-Δωρεά Σπύρου και Ευρυδίκης Κωστόπουλου
    - Πολιτιστικός Οργανισμός Χορικά 7ο Θέατρο
    - Μορφωτικό ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
    - Σύλλογος «Οι Φίλοι της Μουσικής»
    - Ίδρυμα Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα
    - Πολιτιστική Εταιρεία «ΕΥΡΩΠΗ»
    - Ελληνικό Κέντρο Φωτογραφίας και Οπτικών Μέσων
    - Ανώνυμος Εταιρεία Ανάπτυξης Πολιτισμού-Τουρισμού Αξιούπολης
    - Σύλλογος Φίλων του Μουσείου Ωτορινολαρυγγολογίας
    - Εταιρεία Ευβοϊκών Σπουδών
    - Κέντρο Παράδοσης Φώτης Κόντογλου
    - Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ιωαννιτών
    - Εκπολιτιστικός-Εξωραϊστικός Σύλλογος Κάστρου Ν. Βοιωτίας
    - Δημοτική Επιχείρηση Πολιτιστικής Ανάπτυξης Αγρινίου
    - Φιλοπρόοδος Σύλλογος Κοζάνης
    - Ορχήστρα Δωματίου Αθηνών
    - Κέντρο Ελληνικού Ντοκιμαντέρ
    - Διεθνές Ίδρυμα Γιάννη Κουτσοχέρα και Λένας Στρέφη-Κουτσοχέρα
    - Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση
    - Καλλιτεχνική Εταιρεία «ΑΡΓΩ»
    - Ένωσις Μουσικοσυνθετών Στιχουργών Ελλάδος
    - Εταιρεία Ελλήνων Σκηνοθετών
    - Ελληνικό Παιδικό Μουσείο
    - Ελληνική Φωτογραφική Εταιρεία
    - Εταιρεία Φίλων Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά
    - Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Ασκληπιείου Επιδαύρου
    - Όμιλος Ουνέσκο Δωδεκανήσου
    - Ινστιτούτο Ερευνών Επικοινωνίας ΣΠΙΜΙΤΕΚ
    - Θεατρικός Οργανισμός «ΣΤΙΓΜΗ»
    - «PRO-EUROPA» Εθνικό Τμήμα Ελλάδος
    - Σύλλογος Αμαριωτών Ηρακλείου Κρήτης
    - «ΟΔΥΣΣΕΙΑ» Δίκτυο-Πολιτιστική Αναπτυξιακή Εταιρεία
    - Ελληνικό Δελφικό Συμβούλιο
    - Συνεδριακό Κέντρο Μήλου «Γεώργιος Ηλιόπουλος»
    - Μουσικοφιλολογικός Σύλλογος «ΣΚΟΥΦΑΣ»
    - Ελληνική Ένωση για τη Μουσική Εκπαίδευση
    - Λύκειο Ελληνίδων Ξάνθης
    - Εταιρεία Μελετών Λαυρεωτικής
    - Εν χορδές
    - Κέντρο Σύγχρονης Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Ζωγραφικής-Μουσείο Φρυσίρα
    - Πολιτιστικός Σύλλογος Καπεσόβου «Ο ΑΛΕΞΗΣ ΝΟΥΤΣΟΣ»
    - Ιδρυμα Κων/νος Κ. Μητσοτάκης
    - ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ
    - ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΝΕΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΥΡΙΚΗΣ ΣΚΗΝΗΣ ΚΑΙ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ «ΜΑΡΙΑ ΚΑΛΑΣ»
    - ΚΑΙΡΕΙΟΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
    - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΩΜΑΤΕΙΩΝ ΦΙΛΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ (Ε.Ο.Σ.ΦΙ.Μ.)
    - ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΩΔΕΙΟ ΜΟΥΣΙΚΟΣ ΚΑΜΠΟΣ ΔΗΜΟΣ ΓΙΑΝΝΟΥΛΗΣ
    - «ΚΑΛΑΡΡΥΤΕΣ» ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ
    - ΚΕΝΤΡΟ ΑΙΓΑΙΑΚΩΝ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΟΥΣΙΚΟ-ΛΟΓΙΚΩΝ ΕΡΕΥΝΩΝ-ΧΟΡΩΔΙΑ ΚΑΙ ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΑΙΓΑΙΟΥ
    - «ATHENAEUM» ΔΙΕΘΝΕΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ
    - «ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΕ»
    - ΕΘΝΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΩΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ
    - «ΑΛΕΚΤΟΝ» ΕΝΩΣΙΣ ΔΙΑ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ, ΤΗΝ ΠΡΟΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΡΟΩΘΗΣΗ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ
    - ΚΕΝΤΡΟ ΟΠΤΙΚΟΑΚΟΥΣΤΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ
    - ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ
    - ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑΣ» «DE FACTO»
    - ΦΙΛΟΙ ΤΟΥ ΠΑΛΑΙΟΥ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ (ΦΙΛ. ΠΑ.).


  • Τα λόγω δωρεάς καταβαλλόμενα ποσά προς ημεδαπά νομικά πρόσωπα τα οποία επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, ανεξάρτητα από το αν αυτά έχουν ή όχι τη νομική μορφή του ιδρύματος, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΣτΕ 6004/1996)(ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Έκπτωση χρηματικής δωρεάς προς το Πυροσβεστικό Σώμα από τα ακαθάριστα έσοδα ανώνυμης εταιρείας.
    Εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησής το χρηματικό ποσό που κατέβαλε ως δωρεά προς το Πυροσβεστικό Σώμα, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπερ. γγ' της περ. α' της παρ.1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994 περί δωρεάς χρηματικών ποσών προς το Δημόσιο. (1046699/10627/Β0012/13.6.2008)


  • Έκπτωση ποσού δωρεάς από το φορολογούμενο εισόδημα φυσικών και νομικών προσώπων.
    Για να αφαιρεθεί από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου φυσικού προσώπου ή τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης το ποσό της δωρεάς που προτίθεται να κάνει προς το σωματείο «Χ», θα πρέπει το σωματείο αυτό να παρέχει υπηρεσίες εκπαίδευσης και να χορηγεί υποτροφίες ή να αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου που να έχει συσταθεί νόμιμα και να επιδιώκει κοινωφελείς σκοπούς. Η αναγραφή του σκοπού του εν λόγω σωματείου στο οικείο καταστατικό αυτού δεν αρκεί, αλλά θα πρέπει κατά κύριο λόγο να επιτελείται και να εκπληρώνεται και ο σκοπός αυτός, πράγμα όμως που ως πραγματικό θα εξεταστεί από τον Προϊστάμενο της καθ' ύλην αρμόδιας Δημόσιας Οικονομικής Υπηρεσίας και σε περίπτωση αμφισβήτησης από τα Διοικητικά Δικαστήρια (αρ. πρωτ: 1070349/10779/Β0012/24.10.2003 και 1112054/11508ΠΕ/ Β0012/16.01.2006 έγγραφά μας). Τέλος, σημειώνεται ότι για την αναγνώριση των χρηματικών δωρεών ως εκπεστέας δαπάνης από το συνολικό εισόδημα των φορολογουμένων και τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων θα πρέπει να τηρούνται και οι προϋποθέσεις που θέτουν τα άρθρα 8 και 31 του Κ.Φ.Ε. (ν.2238/1994).(1121725/10005/Β0012/12.3.2008)


  • Δεν εκπίπτουν οι οικονομικές ενισχύσεις ή δωρεές σε χρήμα προς επαγγελματικούς συλλόγους ή εταιρείες που έχουν το χαρακτήρα αστικής μη κερδοσκοπικής εταιρείας, που δεν επιδιώκουν κοινωφελείς σκοπούς, καθώς και κάθε άλλης μορφής ενίσχυση ή δωρεά, πλην αυτών που ρητά αναφέρονται στο άρθρο 31 του Κ.Φ.Ε.. (ΠΟΛ.1107/24.7.2008)


  • Δεν εκπίπτει η αξία των ακινήτων που δωρίζουν οι επιχειρήσεις προς το Δημόσιο, τους δήμους και τις κοινότητες του Κράτους, τα Α.Ε.Ι., τα κρατικά και δημοτικά νοσηλευτικά ιδρύματα, τα νοσοκομεία που αποτελούν νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου και επιχορηγούνται από τον Κρατικό Προϋπολογισμό, καθώς και το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά τους. Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για δωρεές που πραγματοποιούνται από 1 Ιανουαρίου 2003 και μετά. (Ν.3091/2002, άρθρο 5, παρ. 3).


  • Οι δωρεές σε χρήμα επιχείρησης προς Αστική ΜΗ Κερδοσκοπικού χαρακτήρα εταιρεία εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα με την προϋπόθεση ότι θα προσκομίζεται βεβαίωση της ΔΟΥ της αστικής εταιρείας με την οποία θα βεβαιώνεται ότι εκπληρούνται οι μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα σκοποί, οι οποίοι αναφέρονται στο καταστατικό και παράλληλα, θα τηρούνται οι όροι και προϋποθέσεις που ορίζονται από το νόμο. (1016972/529/Α0012/16.4.2004)
    Σημείωση: Με βάση τις διατάξεις του ν. 3296/2004, από 1.1.2005 δεν ισχύει η προϋπόθεση της παρακράτησης του φόρου, με εξαίρεση τα αθλητικά σωματεία.


  • Δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης των χρηματικών δωρεών προς αθλητικό σωματείο. (για κέρδη ισολογισμών που κλείνουν με ημερομηνία 31 Δεκεμβρίου 2010 και μετά, άρθρο 11 παρ. 3 του νομου 3842/2010)
    Πρίν την διάταξη αυτή για την έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων των χρηματικών δωρεών σε αθλητικά σωματεία έπρεπε να υπήρχαν οι εξής προϋποθέσεις:
    α)παρακράτηση φόρου 10% για το ποσό πέραν των 2950 ευρώ β) κατάθεση του ποσού στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων ή σε τραπεζικό λογαριασμό του σωματείου γ)ύπαρξη των δικαιολογητικών που ορίζονται στον νόμο δ)ότι μαζί οι δωρεές και χορηγίες της επιχείρησης υπερβαίνουν το ποσό των 100 ευρώ κατά διαχειρ. περίοδο ε)το συνολικό ποσό των οποιοδήποτε δωρεών (στις οποίες περιλαμβάνονται και αυτές προς τα αθλητικά σωματεία) που εκπίπτουν δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό των καθαρών κερδών που προκύπτουν πριν από την αφαίρεση αυτών των ποσών από τα ακαθ. έσοδα της οικείας διαχειρ. περιόδου και στ)η δωρεά να προορίζεται για την καλλιέργεια και ανάπτυξη ερασιτεχνικών τμημάτων. (1110895/11314 ΠΕ/Β0012/20.2.2004) (Κ.Φ.Ε. άρθρο 31 περίπ β' υποπερ. γγ')


  • Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλουν, λόγω χορηγίας, επιχειρήσεις στην Ελλάδα προς Πρεσβεία άλλου κράτους για τη διοργάνωση πολιτιστικού φεστιβάλ, δεν εκπίπτουν, από τα ακαθάριστα έσοδα των χορηγών – επιχειρήσεων. (1110006/10748/Β0012/13.10.1994)


  • Οι δωρεές χρηματικών ποσών προς ξένα κράτη δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων. (Ε.11146/2681/29.8.1975)


  • Οι δωρεές επιχειρήσεων σε μη κερδοσκοπικές εταιρείες του Αστικού Κώδικα, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (Ε.9715/2232/11.7.1977)


  • Οι δωρεές υγειονομικού υλικού σε κρατικά και δημοτικά νοσοκομεία που αποτελούν Ν.Π.Ι.Δ., δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων. (1002610/67/Α0012/28.1.2000)


  • Οι δωρεές ηλεκτρονικών υπολογιστών και απορριμματοφόρων από επιχειρήσεις προς το Δημόσιο και τους Ο.Τ.Α., δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1019624/10165/Β0012/10.4.2002)


  • Τα χρηματικά ποσά δωρεών που καταβάλλουν οι τεχνικές επιχειρήσεις (Α.Ε., ΕΠΕ κλπ.) δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα όταν τα κέρδη τους προσδιορίζονται τεκμαρτά βάσει του άρθρου 34 του Κ.Φ.Ε.. (1054712/10341/Β0012/27.11.1990)


  • Η αξία των δομικών υλικών (αμμοχάλικα, τσιμέντα, σίδηρα κ.λ.π.) που προσφέρονται από επιχείρηση καθώς και η κατασκευή δημόσιου σχολείου δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1054712/10341/Β0012/27.11.1990)


  • Οι δωρεές ηλεκτρονικών υπολογιστών στα Πανεπιστημιακά Νοσοκομεία, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων. (113140/10633/Β0012/19.11.1993)


  • Η δαπάνη που αφορά δωρεάν κατασκευή αίθουσας υπέρ του Δημοσίου, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης. (1146983/10699/Β0012/10.12.1993)


  • Η αξία οικοπέδου του οποίου η κυριότητα μεταβιβάζεται από επιχείρηση σε δήμο με αντάλλαγμα τη μεταφορά του συντελεστή δόμησης για τα παραχωρούμενα τμήματα του οικοπέδου και την ανάληψη υποχρεώσεων εκ μέρους του δήμου, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. Η λύση αυτή αναφερόταν μέχρι 31-12-2002, καθόσον με τις διατάξεις της παρ. 3 του άρθρου 5 του Ν. 3091/2002 καταργήθηκε η έκπτωση, από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων της αξίας των ακινήτων που μεταβιβάζουν λόγω δωρεάς στο Δημόσιο, τους δήμους κλπ. (1085398/10485/Β0012/3.9.1996)


  • Τα χρηματικά ποσά που καταβάλλει τεχνική επιχείρηση της οποίας τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του Κ.Φ.Ε. για την ανέγερση κτιρίου σε οικόπεδο Δήμου για τη στέγαση των αρχαιολογικών ευρημάτων του δήμου, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1106897/10577/Β0012/16.10.1996)


  • Οι δωρεές λογισμικών προγραμμάτων από επιχειρήσεις σε νοσηλευτικά ιδρύματα, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1016905/10146/Β0012/20.2.1998)


  • Οι χρηματικές δωρεές προς αλλοδαπά κοινωφελή ιδρύματα, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης. (1031221/10278/Β0012/7.10.1998 και 1111245/10601/Β0012/8.11.1996)


  • Οι χρηματικές δωρεές επιχείρησης προς σωματείο το οποίο δεν μπορεί να χαρακτηριστεί κοινωφελές λόγω του ότι από τη δραστηριότητά του ωφελούνται μόνο τα μέλη του και όχι το κοινωνικό σύνολο, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. Ο χαρακτηρισμός του κοινωφελούς σκοπού σωματείου, γίνεται από τη Φορολογούσα Αρχή βάσει του καταστατικού του και των προσκομιζομένων στοιχείων και σε περίπτωση αμφισβήτησης από τα φορολογικά δικαστήρια. (Εγκύκλιος 13/1975, 1061340/368/Α0013/27-11-2001, 1076749/1281/Α0012/3.9.2001, 1052046/10407/Α0012/28.5.2001).


 

64.07 Έντυπα και γραφική ύλη

  • Έξοδα γραφείου (γραφική ύλη, έντυπα), εκπίπτουν εφόσον υπάρχει το προβλεπόμενο δικαιολογητικό. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄), (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η δαπάνη εκτύπωσης και διανομής εικονογραφημένου τιμοκαταλόγου τον οποίο διαθέτει επιχείρηση σε εμπόρους - πελάτες της για την ενημέρωσή τους, σχετικά με τις ισχύουσες τιμές των προϊόντων της. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


 

64.08 Υλικά άμεσης αναλώσεως

  • Εκπίπτουν Δαπάνες με τις οποίες επιβαρύνεται εταιρεία πώλησης χημικών προϊόντων για την αγορά χημικών αναλωσίμων (αντιδραστήριων, δοκιμαστικών σωλήνων κ.λ.π.), που τα χρησιμοποιεί για τον έλεγχο της σωστής λειτουργίας των πωλουμένων προϊόντων ή εμπορευμάτων της. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Καύσιμα και υλικά θέρμανσης, υλικά καθαριότητας, φαρμακείου, εκπίπτουν εφόσον υπάρχει το προβλεπόμενο δικαιολογητικό. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄) , ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • 64.09 Έξοδα δημοσιεύσεων


  • Έξοδα δημοσίευσης στο Φ.Ε.Κ. ισολογισμών, καθώς και προσκλήσεων συμμετοχής στη Γενική Συνέλευση εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


  • Έξοδα δημοσίευσης αγγελιών και ανακοινώσεων της επιχείρησης εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005 )


  • Τα έξοδα δημοσίευσης, παρουσίασης και αποστολής οικονομικών καταστάσεων στα χρηματιστήρια εξωτερικού, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εφόσον η πραγματοποίηση των υπόψη δαπανών επιβάλλεται από τη νομοθεσία που ισχύει για τα αλλοδαπά χρηματιστήρια στα οποία είναι εισηγμένες οι μετοχές των εταιριών αυτών. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


 

64.10 Έξοδα συμμετοχών και χρεογράφων
64.11 Διαφορές αποτιμήσεως συμμετοχών και χρεογράφων (Από τη χρήση 1994 δεν χρησιμοποιείται ο 64.11, αλλά ο 68.01 «Προβλέψεις για υποτιμήσεις συμμετοχών και χρεογράφων».

  • Από την 1.1.2003 ενδέχεται να προκύπτει ζημία από την αποτίμηση των μετοχών μη εισηγμένων στο Χ.Α.Α. στη χαμηλότερη τιμή μεταξύ της τιμής κτήσης και της τρέχουσας τιμής τους. Η ζημία αυτή μεταφέρεται σε χρέωση του λογαριασμού «αποθεματικά από χρεόγραφα» του άρθρου 38 του Ν. 2238/1994. Τυχόν ακάλυπτο ποσό αυτής δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα, αλλά μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό προκειμένου να συμψηφισθεί με αποθεματικά που θα προκύψουν στο μέλλον.


  • Εισόδημα από διάθεση και αποτίμηση χρεογράφων και παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων.
    Ειδικά, η ζημία που τυχόν προκύπτει κατά την απογραφή στο τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης από την αποτίμηση μετοχών και ομολογιών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 28 του Π.Δ. 186/1992, μεταφέρεται σε χρέωση των λογαριασμών Αποθεματικά από Χρεόγραφα, που εμφανίζονται στα βιβλία της επιχείρησης και τα οποία προέκυψαν είτε από την πώληση χρεογράφων σε τιμή ανώτερη της τιμής κτήσης τους, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 4 του άρθρου 10 του α.ν.148/1967 (ΦΕΚ 173 Α') είτε από την πώληση μετοχών, με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 1 του παρόντος, είτε από την ανταλλαγή ή λήψη δωρεάν χρεογράφων, με βάση τις διατάξεις νόμων περί αναπροσαρμογής της αξίας ακινήτων. Σε περίπτωση που τα ποσά των αποθεματικών αυτών δεν επαρκούν να καλύψουν το ποσό της παραπάνω ζημίας, το τυχόν ακάλυπτο ποσό αυτής δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αλλά μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό προκείμενου να συμψηφισθεί με τα ως άνω περιγραφόμενα αποθεματικά από χρεόγραφα που θα προκύψουν στο μέλλον (άρθρο 38 ν.2238/1994)


  • Οι προμήθειες και τα έξοδα στα οποία υπόκεινται οι επιχειρήσεις κατά την πώληση μετοχών εισηγμένων στο ΧΑΑ, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, αλλά διαμορφώνουν το αποτέλεσμα που προκύπτει από τις πωλήσεις αυτές, το οποίο και εμφανίζεται στη συνέχεια σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού. (1017094/10136/Β0012/11-6-2002), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Με το άρθρο 9 , παρ.15 του Ν.4110/2013, η παράγραφος 13 του άρθρου 105 του Κ.Φ.Ε., αντικαθίσταται ως εξής:
    «13. Η χρεωστική διαφορά που προκύπτει σε βάρος των νομικών προσώπων από την ανταλλαγή ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου ή εταιρικών ομολόγων με εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου, κατ' εφαρμογή προγράμματος συμμετοχής στην αναδιάταξη του ελληνικού χρέους, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα σε τριάντα (30) ισόποσες ετήσιες δόσεις, αρχής γενόμενης από τη χρήση μέσα στην οποία πραγματοποιείται η ανταλλαγή των τίτλων και ανεξάρτητα από το χρόνο διακράτησης των ομολόγων. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου, ως χρεωστική διαφορά λαμβάνεται η διαφορά μεταξύ της ονομαστικής αξίας των τίτλων που εκδόθηκαν σε ανταλλαγή και του κόστους απόκτησης των αρχικών τίτλων. Ειδικά, σε περίπτωση που μετά την απόκτηση των αρχικών τίτλων προέκυψε ζημία από την αποτίμησή τους η οποία δεν έχει συμψηφιστεί με αποθεματικό κατά τις διατάξεις του άρθρου 38, λαμβάνεται το αρχικό κόστος απόκτησης.»



64.12 Διαφορές (ζημίες) από πώληση συμμετοχών και χρεογράφων
64.91 Διαφορές (ζημίες) από πράξεις hedging (Γνωμ. 268/2272/1986)

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιζ. ισχύουν τα εξής: «Των ζημιών που προκύπτουν από συμβάσεις ή πράξεις επί παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων, οι οποίες πραγματοποιούνται για κάλυψη κινδύνων»


 

64.98 Διάφορα έξοδα

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιη. ισχύουν τα εξής: «Εκπίπτουν τα ποσά των εξόδων για διοικητική υποστήριξη, οργάνωση, αναδιοργάνωση και για υπηρεσίες γενικά που παρέχονται στην επιχείρηση από επιχειρήσεις που ανήκουν στον ίδιο ημεδαπό ή αλλοδαπό όμιλο ή και από τρίτους για σκοπούς που σχετίζονται με τα γενικότερα συμφέροντα του ομίλου.
    Τα έξοδα αυτά εκπίπτουν εφόσον και στο βαθμό που η πραγματοποίηση τους συμβάλλει στη δημιουργία εισοδήματος για την επιχείρηση.
    Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης ι' εφαρμόζονται ανάλογα.». Οι διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της περίπτωσης ί αναφέρουν τα εξής: «Όταν οι πιο πάνω αποζημιώσεις ή δικαιώματα καταβάλλονται σε αλλοδαπούς οργανισμούς ή αλλοδαπές επιχειρήσεις, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 51Β του παρόντος κώδικα, εκπίπτουν με τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
    αα) Η υποχρέωση καταβολής να προκύπτει από έγγραφη σύμβαση και από αντίστοιχο τιμολόγιο του αντισυμβαλλομένου.
    ββ) Να έχει αποδοθεί στο Δημόσιο ο φόρος που ορίζεται από τις διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 13 ή της οικείας διμερούς σύμβασης περί αποφυγής της διπλής φορολογίας.
    γγ) Σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού εντός της οικείας διαχειριστικής περιόδου, αρκεί η πίστωση στο όνομα του αλλοδαπού δικαιούχου μέχρι τη λήξη της προθεσμίας κλεισίματος ισολογισμού της διαχειριστικής περιόδου στην οποία αναφέρονται οι αποζημιώσεις ή τα δικαιώματα.
    δδ) Σε περίπτωση που τα υπόψη ποσά καταβάλλονται από εμπορικές επιχειρήσεις και αφορούν σε σήματα, μεθόδους εμπορίας ή διανομής και άλλα συναφή δικαιώματα, αυτά να μην έχουν ενσωματωθεί στην τιμή πώλησης. Τα ανωτέρω εφαρμόζονται και για τον κλάδο εμπορίας των μικτών επιχειρήσεων.
    Τα αναγνωριζόμενα σε κάθε περίπτωση ποσοστά που καταβάλλονται δεν μπορεί να είναι ανώτερα από το μέσο όρο των ποσοστών που καταβάλλονται από επιχειρήσεις του ίδιου ομίλου άλλων χωρών προς εταιρία του αυτού ομίλου. »
    Υπ’όψιν και οι διατάξεις του άρθρου 100 παρ 2. : «Για να προσδιοριστεί το καθαρό κέρδος που προκύπτει στην Ελλάδα από τη μόνιμη εγκατάσταση αλλοδαπής επιχείρησης, η επιβάρυνση της μόνιμης εγκατάστασης στην Ελλάδα με γενικά έξοδα διαχείρισης και διάφορα άλλα έξοδα οργάνωσης και λειτουργίας της που πραγματοποιούνται από την έδρα της επιχείρησης που βρίσκεται στην αλλοδαπή, δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερη από πέντε τοις εκατό (5%) των εξόδων διοικητικής λειτουργίας που πραγματοποιούνται στην Ελλάδα από τη μόνιμη εγκατάσταση της αλλοδαπής επιχείρησης, όπως αυτά εμφανίζονται στις οικονομικές καταστάσεις κάθε δεδομένης διαχειριστικής χρήσης. Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζονται τα αναγκαία προς τούτο δικαιολογητικά για την αναγνώριση των δαπανών αυτών και κάθε άλλη λεπτομέρεια χρήσιμη για την εφαρμογή αυτού του άρθρου. »


 

65 ΤΟΚΟΙ ΚΑΙ ΣΥΝΑΦΗ ΕΞΟΔΑ

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. δ. ισχύουν τα εξής: «Εκπίπτουν τα ποσά των δεδουλευμένων κάθε είδους τόκων δανείων ή πιστώσεων, γενικά, της επιχείρησης. Εξαιρούνται:
    αα) οι τόκοι υπερημερίας λόγω οφειλής φόρων, τελών, εισφορών και προστίμων προς το Δημόσιο ή άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου,
    ββ) οι τόκοι δανείου που λαμβάνεται για την αγορά μετοχών ημεδαπών ή αλλοδαπών εταιρειών, εταιρικών μερίδων και γενικά επιχειρήσεων, όταν οι πιο πάνω συμμετοχές μεταβιβάζονται εντός δύο (2) ετών από το χρόνο απόκτησής τους,
    γγ) οι τόκοι δανείου που λαμβάνεται για την αγορά μετοχών ή μερίδων σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 51Α ή σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς όπως ορίζεται στην παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου, καθώς και οι τόκοι που καταβάλλονται στις εταιρείες αυτές.«Ειδικά για συμβάσεις δανείου που συνάπτονται μεταξύ ημεδαπής επιχείρησης και επιχειρήσεων συνδεδεμένων με αυτή, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 39 και 39Α.» (παρ. 3 του άρθρου 25 του Κ.Φ.Ε.) .»


  • Οι καταβαλλόμενοι από τις επιχειρήσεις τόκοι δανείων ή πιστώσεων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους της χρήσης εκείνης, εντός της οποίας καθίστανται ληξιπρόθεσμοι και απαιτητοί και με την προϋπόθεση ότι τα δάνεια χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των επιχειρήσεων αυτών. (Π. 17200/Εγκ. 129/1955), (Π. 6012/7.4.1962)


  • Οι δεδουλευμένοι τόκοι δανείου, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα επιχείρησης, ανεξάρτητα εάν το δάνειο έχει ληφθεί από ημεδαπή ή αλλοδαπή τράπεζα. (1004479/10038/Β0012/4.6.2002), (1118568/10643 ΠΕ/Β0012/18.3.1997)


  • Τα ποσά των δεδουλευμένων τόκων δανείου, που λαμβάνει επιχείρηση για την αγορά και επισκευή ακινήτου το οποίο χρησιμοποιεί για την άσκηση της δραστηριότητάς της, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1107925/11292/Β0012/2.1.2001)


  • Οι δεδουλευμένοι τόκοι δανείου το οποίο λαμβάνει επιχείρηση για την αγορά των μετοχών ημεδαπής ανώνυμης εταιρείας, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1046514/10252/Β0012/1.7.1996)


  • Οι τόκοι δανείου που συνομολογήθηκε με σκοπό την επέκταση εγκαταστάσεων λειτουργούσας επιχείρησης (αγορά μηχανημάτων από το εξωτερικό για τη δημιουργία δεύτερου εργοστασίου), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων εντός των οποίων καθίστανται δεδουλευμένοι, ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η πιο πάνω επένδυση δεν πραγματοποιήθηκε τελικά. (Ε. 1628/35/10.3.1986)


  • Οι τόκοι δανείου που συνομολογήθηκε με σκοπό την επέκταση εγκαταστάσεων λειτουργούσας επιχείρησης (κατασκευή νέου εργοστασίου), δύνανται να εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που καθίστανται δεδουλευμένοι, ανεξάρτητα από το χρόνο λειτουργίας του νέου εργοστασίου, καθόσον η εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 3 του άρθρου 7 του ν.4171/1961 είναι δυνητική. (Κ. 5286/254/18.7.1986)


  • Οι τόκοι δανείων για αγορά ακινήτων από τα νομικά πρόσωπα της παραγράφου 1 του άρθρου 101 του Κ.Φ.Ε. (Α.Ε., ΕΠΕ, συνεταιρισμοί, υποκ/τα αλλοδαπών επιχειρήσεων, δημόσιες, δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις), εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, καθόσον πρόκειται για απόκτηση περιουσιακού στοιχείου της επιχείρησης, ανεξαρτήτως του τρόπου χρησιμοποίησης του ακινήτου, αφού το εισόδημα αυτών των νομικών προσώπων σε κάθε περίπτωση θεωρείται προερχόμενο από εμπορικές επιχειρήσεις. (1024463/10195/Β0012/ΠΟΛ.1058/7.3.2001)


  • Οι τόκοι δανείου για αγορά ακινήτου δεν εκπίπτουν από το εισόδημα ατομικής επιχείρησης καθώς και των νομικών προσώπων της παραγράφου 4 του άρθρου 2 του ν. 2238/1994 με αποκλειστική δραστηριότητα την εκμίσθωση ακινήτων, δεδομένου ότι το εισόδημά τους υπάγεται στην Α’ κατηγορία (από ακίνητα), ενώ εκπίπτουν μόνο από το εισόδημα Δ’ κατηγορίας (από εμπορικές επιχειρήσεις), αν η επιχείρηση είναι μεικτή και αποκτά συγχρόνως εισόδημα από οικοδομές και εμπορικές επιχειρήσεις, ανεξάρτητα αν το αγοραζόμενο ακίνητο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες των ίδιων των επιχειρήσεων. (1014005/248/Α0012/ΠΟΛ.1039/8.2.2001)


  • Η έκπτωση των τόκων δανείων επιτρέπεται μόνο εφόσον τα δάνεια διατίθενται για τις ανάγκες της επιχειρήσεως και όχι για τη θεραπεία προσωπικών αναγκών του επιχειρηματία ή των προσώπων που μετέχουν στην επιχείρηση ή για την εξυπηρέτηση αναγκών τρίτων. (ΣτΕ 3404/95), (ΣτΕ 1577/1985)


  • Η έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως των δεδουλευμένων τόκων των συναφθέντων από αυτήν δανείων είναι επιτρεπτή, μόνο εάν τα δάνεια διετέθησαν για τις ανάγκες της, δεν αίρεται δε η κατά τ’ ανωτέρω δυνατότητα εκπτώσεως εκ μόνου του λόγου ότι η επιχείρηση διέκοψε την παραγωγική της δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της χρήσεως, στα αποτελέσματα της οποίας ανάγονται προς έκπτωση οι τόκοι. (ΣτΕ 2522/1991)


  • Οι δεδουλευμένοι τόκοι δανείου, το οποίο λαμβάνει ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία για τη σύσταση θυγατρικής εταιρείας στην αλλοδαπή καθώς και για την εξαγορά ημεδαπών ή αλλοδαπών επιχειρήσεων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1113883/10984/Β0012/19-12-2001), (1083023/10759/Β0012/14.9.1999), (1050359/10420/Β0012/12.9.1994)


  • Οι τόκοι υπερημερίας που προέρχονται από καθυστέρηση οφειλής δανείου ή πίστωσης, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εφόσον το δάνειο χρησιμοποιήθηκε για τις ανάγκες της επιχείρησης, καθόσον στις διατάξεις του Κ.Φ.Ε. δεν γίνεται διάκριση ως προς το είδος των τόκων (συμβατικοί ή υπερημερίας). (1137797/10950/Β0012/8.12.1994)


  • Οι τόκοι δανείων για απόκτηση παγίων εκπίπτουν στη χρήση που προέκυψαν και δεν προσαυξάνουν το κόστος των παγίων. (ΣτΕ 2876/1984)


  • Η προμήθεια και τα προεξοφλητικά έξοδα (τόκοι) που χρεώνουν οι τράπεζες σε περίπτωση προεξόφλησης των δόσεων καρτών πελατών ανωνύμων εταιρειών εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων που αφορούν οι προεξοφληθείσες αυτές δόσεις. (1022369/10281/Β0012/21.10.2004)


  • Οι δεδουλευμένοι τόκοι δανείων καθώς και οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την εξόφληση αυτών, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα.
    Ημεδαπή εταιρεία έχει συνάψει σύμβαση δανείου με εξωχώριες εταιρείες, οι οποίες συμμετέχουν στο μετοχικό κεφάλαιό της, με σκοπό την ανέγερση ξενοδοχείου. Η εισαγωγή κεφαλαίων έχει υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 2687/1953 "Περί επενδύσεως και προστασίας κεφαλαίων εξωτερικού" καθώς και στις διατάξεις του ν.4171/1961 "Περί λήψεως γενικών μέτρων δια την υποβοήθησιν της αναπτύξεως της οικονομίας της Χώρας".
    Η ειδική γνωμοδοτική επιτροπή του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε, με την από 11/10/2007 συνεδρίαση της αποφάνθηκε, ότι εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της πιο πάνω επιχείρησης, τόσο οι δεδουλευμένοι τόκοι των δανείων αυτών όσο και οι συναλλαγματικές διαφορές που προέκυψαν είτε κατά την εξόφληση είτε κατά την αποτίμηση των υπόψη δανείων.(1063081/10735/Β0012/18.10.2007 )


  • Τόκοι κατόχων προνομιούχων μετοχών επιχείρησης, σε περίπτωση ανυπαρξίας κερδών, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (ΣτΕ 3662/1989)


  • Τόκοι δανείου, το οποίο στη συνέχεια χορηγήθηκε άτοκα σε θυγατρικές εταιρείες, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση, γιατί ακόμα και οι θυγατρικές θεωρούνται τρίτες επιχειρήσεις ως προς την μητρική. ( ΣτΕ 3949/1986 )


  • Τόκοι δανείου που χρησιμοποιήθηκε από επιτηδευματία για τη συμμετοχή του σε κοινοπραξία με σκοπό την ανέγερση πολυκατοικιών, δεν εκπίπτουν από το εισόδημα του κοινοπρακτούντος μέλους. ( ΣτΕ 1069/1983 )


  • Τόκοι δανείου που αντιστοιχούν σε προηγούμενες χρήσεις δεν αναγνωρίζονται. (ΣτΕ 5141/1995)


  • Όταν τα καθαρά κέρδη προσδιορίζονται τεκμαρτά με ειδικό τρόπο (οικοδομικές, τεχνικές επιχειρήσεις), δεν αφαιρούνται οι τόκοι των δανείων. ( ΣτΕ 4244/1985 )


  • Τόκοι δανείου, το οποίο εν συνεχεία χορηγήθηκε στους εταίρους, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση. ( ΣτΕ 2548/1986, ΣτΕ 514/1980 )


  • Τόκοι υπερημερίας για οφειλή φόρων, δασμών, εισφορών δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. ( ΣτΕ 630/1987 ) (παρ. 1 , άρθρου 31 του Ν.2238/1994 ).


  • Οι καταβαλλόμενοι από τις επιχειρήσεις τόκοι δανείων ή πιστώσεων, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους, όταν τα δάνεια αυτά δεν χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες των επιχειρήσεων αυτών. (Π.17200/Εγκ. 129/1955, Π. 6012/7.4.1962, ΣτΕ 3404/1995, ΣτΕ 1577/1985)


  • Προμήθειες τραπεζών, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ1, περ.α΄), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

66 ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΠΑΓΙΩΝ ΣΤΟΙΧΕΙΩΝ ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ.στ. ισχύουν τα εξής: «Των ποσών των αποσβέσεων για την κάλυψη της φθοράς των κάθε είδους εγκαταστάσεων ή μηχανημάτων ή φθαρτών υλικών, συναφών με τη λειτουργία της επιχείρησης και γενικά κάθε κινητής ή ακίνητης περιουσίας της επιχείρησης, εφόσον αυτές έγιναν με οριστικές έγγραφες, σύμφωνα με τους ειδικούς όρους που ορίζονται για κάθε επιχείρηση. Η διενέργεια των τακτικών αποσβέσεων είναι υποχρεωτική για ισολογισμούς που κλείνουν οι επιχειρήσεις μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1997. Πάγια στοιχεία των οποίων η αξία κτήσης του καθενός είναι μέχρι χίλια διακόσια (1.200) ευρώ, μπορούν να αποσβεσθούν εξ ολοκλήρου μέσα στη χρήση κατά την οποία αυτά χρησιμοποιήθηκαν ή τέθηκαν σε λειτουργία. Οι αποσβέσεις διενεργούνται με τη σταθερή μέθοδο απόσβεσης επί της αξίας κτήσης των πάγιων περιουσιακών στοιχείων, προσαυξημένης με τις δαπάνες προσθηκών και βελτιώσεων, με εξαίρεση τα καινούργια μηχανήματα και το λοιπό μηχανολογικό ή τεχνικό εξοπλισμό παραγωγής που αποκτώνται από 1.1.1998 και μετά, από βιομηχανικές, βιοτεχνικές, μεταλλευτικές, λατομικές και μικτές επιχειρήσεις αυτών, για τα οποία οι αποσβέσεις διενεργούνται υποχρεωτικά είτε με τη σταθερή μέθοδο απόσβεσης, είτε με τη φθίνουσα μέθοδο απόσβεσης, με την προϋπόθεση ότι η μέθοδος που θα επιλεγεί για τα πάγια αυτά περιουσιακά στοιχεία θα εφαρμόζεται κατά πάγιο τρόπο.
    Για τον υπολογισμό των αποσβέσεων στα πάγια περιουσιακά στοιχεία που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, οι επιχειρήσεις μπορούν να επιλέγουν και να χρησιμοποιούν είτε τον κατώτερο είτε τον ανώτερο συντελεστή απόσβεσης είτε οποιονδήποτε άλλο ενδιάμεσο συντελεστή μεταξύ κατώτερου και ανώτερου και με την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής που επιλέγεται θα χρησιμοποιείται σταθερά μέχρι την πλήρη απόσβεση των πιο πάνω παγίων στοιχείων.
    Οι κατώτεροι και ανώτεροι συντελεστές αποσβέσεων και κάθε άλλο θέμα που αφορά την εφαρμογή των διατάξεων αυτών καθορίζονται με προεδρικό διάταγμα, όπως τούτο ισχύει κάθε φορά.Ειδικότερα οι νέες επιχειρήσεις για τις τρεις (3) πρώτες διαχειριστικές χρήσεις που έπονται της χρήσης μέσα στην οποία άρχισε η παραγωγική λειτουργία τους δύνανται να προβούν σε απόσβεση όλων των πάγιων περιουσιακών στοιχείων τους είτε με συντελεστή μηδέν τοις εκατό (0%) είτε με συντελεστή πενήντα τοις εκατό (50%) του ισχύοντος ποσοστού, με την προϋπόθεση ότι ο συντελεστής απόσβεσης που θα επιλεγεί από την επιχείρηση δεν θα μεταβάλλεται από διαχειριστική χρήση σε διαχειριστική χρήση. Επιχειρήσεις, που επιλέγουν τη φθίνουσα μέθοδο για απόσβεση των παγίων τους δεν δικαιούνται να διενεργούν επί των παγίων αυτών και αυξημένες αποσβέσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 1892/1990 (ΦΕΚ 101 Α).
    Τα παραπάνω εφαρμόζονται αναλόγως και για τη δαπάνη που καταβάλλει η επιχείρηση, σύμφωνα με τα οριζόμενα από την παράγραφο 5 του άρθρου 2 του ν. 2244/1994 (ΦΕΚ 168 Α), για την κατασκευή μη ιδιόκτητου δικτύου σύνδεσης του σταθμού αυτοπαραγωγής ή ανεξάρτητης παραγωγής μέχρι το δίκτυο της Δ.Ε.Η.»
    Οι αποσβέσεις υπολογίζονται από τη χρήση 2003 με τους συντελεστές που ορίζονται στο π.δ. 299/2003, ανεξάρτητα από το χρόνο κτήσης των παγίων. (1103610/16488/Γ0012/ΠΟΛ.1122/19.11.2003, ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Αποσβέσεις στο Φ.Π.Α. που βαρύνει πάγια και ο οποίος δεν εκπίπτει από το φόρο εκροών.
    Ο Φ.Π.Α. που βαρύνει τις αγορές των ενσώματων παγίων των επιχειρήσεων και ο οποίος δεν μπορεί να εκπέσει από το Φ.Π.Α. εκροών, προσαυξάνει την τιμή κτήσης του παγίου και κατά συνέπεια, επί της συνολικής αξίας του παγίου αυτού θα διενεργούνται αποσβέσεις. (1092609/10874/Β0012/21.10.1999), (1120445/10662 ΠΕ/Β0012/11.3.1997) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005) (1013931/15009/Γ0012/21.2.2008)


  • Οι τακτικές αποσβέσεις εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα, ανεξάρτητα αν επιβαρύνουν το κόστος παραγωγής ή όχι. (1007856/10126/Β0012/17.2.2000)


  • Οι επιχειρήσεις δικαιούνται να υπολογίζουν αποσβέσεις μόνο σε πάγια στοιχεία που ανήκουν σε αυτές και τα οποία χρησιμοποιούν. (1078861/10647/Β0012/5.8.1998)


  • Πάγια αξίας μέχρι και 600 ευρώ (200.000 δρχ.) μπορούν να αποσβεσθούν εφάπαξ μέσα στη χρήση κατά την οποία αυτά χρησιμοποιήθηκαν ή τέθηκαν σε λειτουργία. (1061103/10556/Β0012/5.12.2001). Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 6 του άρθρου 9 του ν. 3296/2004, για αυτά που αποκτώνται από διαχειριστικές περιόδους που αρχίζουν από την 1.1.2005 και μετά, το ανώτατο όριο αξίας κτήσης τους αυξάνεται από 600 σε 1.200 ευρώ.


  • Το κόστος αγοράς παγίου εξοπλισμού επιχείρησης που παραχωρείται σε επιχειρήσεις που την πρακτορεύουν, υπόκειται σε απόσβεση σύμφωνα με τις διατάξεις της περ.στ΄ της παρ.1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Το ποσό που καταβάλλει επιχείρηση σε εταιρεία leasing, πριν από τη λήξη της συναφθείσας σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης, για την αγορά του μισθίου της σύμβασης αυτής, αποτελεί το κόστος απόκτησής του, επί του οποίου υπολογίζονται οι αποσβέσεις. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Αποσβέσεις στα ακίνητα που μεταβιβάζονται από εξωχώριες εταιρείες.
    Οι επιχειρήσεις που αγοράζουν ακίνητα από εξωχώριες εταιρείες κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 3091/2002 δικαιούνται να διενεργούν αποσβέσεις στα πάγια αυτά στοιχεία, που αναγνωρίζονται φορολογικά. (1062241/10672/Β0012/2-7-2003) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Αποσβέσεις στο κόστος ανέγερσης ιδιόκτητων χώρων ψυχαγωγίας - αναψυχής (παιδικοί σταθμοί, γυμναστήρια κλπ.)
    Οι αποσβέσεις που διενεργούν οι επιχειρήσεις στο κόστος ανέγερσης ιδιόκτητων χώρων ψυχαγωγίας - αναψυχής, όπως παιδικοί σταθμοί, παιδικές χαρές, γυμναστήρια και λοιπές συναφείς κτιριακές εγκαταστάσεις, για την εξυπηρέτηση των αναγκών του προσωπικού τους και των τέκνων αυτού, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1101240/10965/Β0012/ΠΟΛ.1278/18.12.2002) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Αποσβέσεις στο ποσό που καταβάλλει αγοράστρια επιχείρηση λόγω πλήρωσης διαλυτικής αίρεσης
    Η αξία κτήσης ακινήτου προσαυξάνεται με το ποσό που καταβάλλει η αγοράστρια επιχείρηση στην πωλήτρια επιχείρηση, με σκοπό τη διευθέτηση διαφοράς τους που προέκυψε από την πλήρωση διαλυτικής αίρεσης η οποία είχε περιληφθεί στο συμβόλαιο αγοραπωλησίας ακινήτου και επί της προσαυξημένης αυτής αξίας του ακινήτου, η αγοράστρια επιχείρηση δικαιούται να διενεργεί αποσβέσεις κατά το μέρος που αντιστοιχεί στο κτίριο και με την προϋπόθεση ότι το χρησιμοποιεί. (1059249/10531 ΠΕ/Β0012/31.7.2002) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Εισφορά χρήσης ακινήτου σε Α.Ε. για ορισμένο διάστημα, επί του οποίου δεν αποκτά κάποιο εμπράγματο δικαίωμα
    Εισφορά χρήσης ακινήτου σε ανώνυμη εταιρία για ορισμένο χρονικό διάστημα, επί του οποίου αυτή δεν αποκτά κάποιο εμπράγματο δικαίωμα και έναντι της οποίας ο εισφέρων λαμβάνει από την εταιρεία μετοχές εκδόσεώς της, ισόποσης αξίας με τη μισθωτική αξία του ακινήτου: Στην περίπτωση αυτή, η ανώνυμη εταιρία για καθένα από τα έτη που διαρκεί η εισφορά χρήσης του ακινήτου, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της ποσό που αντιστοιχεί στην εισφορά χρήσης του ακινήτου, προς αποκατάσταση της απώλειας του κεφαλαίου την οποία θα υποστεί η ανώνυμη εταιρία, λόγω περιέλευσης του ακινήτου στον κύριο αυτού, μετά τη λήξη του χρόνου κατά τον οποίο εισφέρεται η χρήση του, χωρίς καμία αποζημίωση. Το ποσό αυτό είναι ίσο με το πηλίκο της διαίρεσης της αξίας της εισφερόμενης χρήσης του ακινήτου δια του αριθμού των ετών για τα οποία εισφέρεται η χρήση αυτού. (Ν.3166/608/ ΠΟΛ.1213/12.7.1976) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Αποσβέσεις επί της αξίας του δικαιώματος ψιλής κυριότητας παγίων στοιχείων
    Στην περίπτωση σύστασης επικαρπίας επί παγίων περιουσιακών στοιχείων, η επιχείρηση - ψιλή κυρία δικαιούται, από το χρόνο που θα συσταθεί η επικαρπία επί των συγκεκριμένων παγίων και μέχρι το χρόνο που αυτή θα λήξει, να διενεργεί αποσβέσεις, οι οποίες εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, στην αξία της ψιλής κυριότητας των παγίων με τον προβλεπόμενο συντελεστή. (1119612/11059ΠΕ/Β0012/6.7.1998), (1078060/10448/Β0012/20.9.1995) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Αποσβέσεις επί της αξίας του δικαιώματος επικαρπίας παγίων στοιχείων
    Στην περίπτωση σύστασης επικαρπίας επί παγίων περιουσιακών στοιχείων, η επικαρπώτρια επιχείρηση δικαιούται να ενεργεί αποσβέσεις, οι οποίες εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της, επί της αξίας του δικαιώματος επικαρπίας των παγίων. Ο συντελεστής απόσβεσης στην περίπτωση αυτή, προκύπτει με βάση το χρόνο διάρκειας του δικαιώματος επικαρπίας. Η αξία της επικαρπίας εξευρίσκεται κατά τα οριζόμενα από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 15 του ν.δ. 118/1973. Έτσι, αν η επικαρπία ακινήτου έχει συσταθεί για ορισμένο χρόνο, ο συντελεστής απόσβεσης θα ισούται με το πηλίκο που θα προκύψει από τη διαίρεση της υπόψη αξίας με τα έτη διάρκειας της επικαρπίας. Αν η επικαρπία ακινήτου συσταθεί για αόριστο χρόνο ή για εφ’ όρου ζωής, ο συντελεστής απόσβεσης θα ισούται με εκείνον που ορίζεται από τις κείμενες διατάξεις. (1119612/11059 ΠΕ/Β0012/6-7-1998), (1078060/10448/Β0012/20.9.1995) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Για τις νέες επενδύσεις που πραγματοποιεί επιχείρηση σε χώρο όπου βρίσκεται υφιστάμενο παλιό υποκατάστημά της, η επιχείρηση μπορεί στις τρεις (3) πρώτες χρήσεις είτε να μην υπολογίσει αποσβέσεις είτε να υπολογίσει αυτές με το 50% του ισχύοντος συντελεστή απόσβεσης, ανεξάρτητα αν το υποκατάστημα αυτό ορίσθηκε μετέπειτα ως έδρα της επιχείρησης. (1072491/15632/Γ0012/14.10.1999) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Οι νέες επιχειρήσεις υποχρεούνται, κατά τη διαχειριστική περίοδο εντός της οποίας αρχίζει η παραγωγική λειτουργία τους, να διενεργούν αποσβέσεις με τους ισχύοντες συντελεστές. Το δικαίωμα χρήσης του μειωμένου κατά 50% συντελεστή απόσβεσης ή της μη διενέργειας αποσβέσεων αρχίζει από το επόμενο έτος. Τα ανωτέρω ισχύουν και επί νέου υποκαταστήματος. (1072491/15632/Γ0012/14.10.1999) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Πάγιος εξοπλισμός που χρησιμοποιήθηκε από τις ανάδοχες εταιρείες της «Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων - Αθήνα 2004 Α.Ε» και ο οποίος έχει αγορασθεί αποκλειστικά για την κάλυψη των τελετών έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων και του εξοπλισμού του Ολυμπιακού Χωριού, αποσβένυται εξολοκλήρου μέσα στην διάρκεια διεξαγωγής των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων. (1046738/10156/Β0012/7-6-2004) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Οι αποσβέσεις υπολογίζονται από τη χρήση 2003 με τους συντελεστές που ορίζονται στο π.δ. 299/2003, ανεξάρτητα από το χρόνο κτήσης των παγίων. (1103610/16488/Γ0012/ΠΟΛ.1122/19.11.2003) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Επιχειρήσεις που προέρχονται από συγχώνευση ή μετατροπή άλλων επιχειρήσεων με το ν.δ.1297/1972: Οι αποσβέσεις που υπολογίζονται στο μέρος της υπεραξίας που αναλογεί στην αναπόσβεστη αξία των εισφερομένων από τη μετατρεπομένη ή συγχωνευμένη επιχείρηση παγίων περιουσιακών στοιχείων, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης που προήλθε από τη μετατροπή ή συγχώνευση. (ν.δ 1297/1972, άρθρο 2, παρ.3) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η απόσβεση των παγίων αρχίζει από το μήνα που αυτά τίθενται σε χρήση. (ΣτΕ.3042/1981) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Εποχιακή επιχείρηση. Η απόσβεση των παγίων στοιχείων διενεργείται επί ετησίας βάσεως (και όχι σε δωδέκατα) ακόμα και στην περίπτωση που η επιχείρηση πραγματοποιεί έσοδα μόνο τους θερινούς μήνες. (ΣτΕ.3310/1987) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005). Οι επιχειρήσεις που λειτουργούν εποχιακά (π.χ. ξενοδοχεία, εστιατόρια, ενοικιάσεις αυτοκινήτων, κλπ.) υποχρεούνται να υπολογίζουν αποσβέσεις για ολόκληρο το έτος (για δώδεκα μήνες). (1016914/15075/Γ0012/17.2.2000)


  • Τα έξοδα εκτελωνισμού παγίου στοιχείου προσαυξάνουν την αξία του, υπόκεινται σε τμηματική απόσβεση και δεν μπορούν να εκπεστούν ως γενικά έξοδα διαχείρισης. (ΣτΕ.810/1982) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η δαπάνη αγοράς από επιχειρήσεις νέου σήματος, αποσβένεται ισόποσα, σε δέκα (10) ισόποσες ετήσιες χρήσεις, αρχής γενομένης από αυτή μέσα στο μήνα της οποίας άρχισε η εκμετάλλευση ή η χρήση του σήματος. (1010046/10928/Β0012/ΠΟΛ.1047/4.2.2002)


  • Στην περίπτωση διενέργειας αποσβέσεων με συντελεστή ανώτερο από τον προβλεπόμενο, το τμήμα των αποσβέσεων που αντιστοιχεί στο υπερβάλλον ποσοστό δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΠΟΛ.1029/17.2.2006,Κ.Φ.Ε., άρθρο 31, παρ. 1 περ. στ΄)


  • Αν η επιχείρηση δεν διενεργήσει αποσβέσεις ή διενεργήσει με μικρότερο συντελεστή από τον προβλεπόμενο, δεν έχει το δικαίωμα διενέργειας αποσβέσεων για το ποσό αυτό στις επόμενες χρήσεις. Ισχύει για ισολογισμούς που κλείνουν μετά τις 30 Δεκεμβρίου 1997. (ΠΟΛ.1029/17.2.2006, Κ.Φ.Ε., άρθρο 31, παρ. 1 περ. στ΄)


  • Οι αποσβέσεις που αναλογούν στην αξία των παγίων στοιχείων που επιχορηγείται βάσει αναπτυξιακών νόμων (Ν. 1892/1990, Ν. 2601/1998) ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την πραγματοποίηση επενδύσεων, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. Για το λόγο αυτό, τα ποσά επιχορηγήσεων καταχωρούνται σε πίστωση του λογαριασμού 41.10 ΄΄Επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων΄΄ και στο τέλος κάθε χρήσης ποσό αυτών ίσο με τις τακτικές και πρόσθετες αποσβέσεις, που διενεργήθηκαν στην αξία των παγίων στοιχείων που επιχορηγήθηκε, μεταφέρεται στον αποτελεσματικό λογαριασμό 81.10 ΄΄Έκτακτα και ανόργανα έσοδα΄΄ με την ειδικότερη διάκριση 81.10.05 ΄΄Αναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων΄΄. (1040321/10238/ ΠΟΛ.1093/5.5.1992 ερμην. εγκύκλιος του Ν. 1892/1990, 1072294/11060/Β0012/1.10.2004). Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τις αποσβέσεις των παγίων στοιχείων που επιχορηγούνται με το Ν. 3299/2004.


  • Οι υπολογιζόμενες αποσβέσεις από τις τραπεζικές, ασφαλιστικές και τις εισηγμένες στο Χ.Α.Α. ανώνυμες εταιρείες, που αναπροσάρμοσαν, σύμφωνα με το άρθρο 28 του Ν. 3091/2002 την αναπόσβεστη αξία των ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων τους, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους κατά το μέρος που αναλογούν στην προκύψουσα υπεραξία. ( Ν. 3091/2002, άρθρο 28, παρ.2, ΠΟΛ.1029/17.2.2006)


  • Επιχειρήσεις που προέρχονται από συγχώνευση ή μετατροπή άλλων επιχειρήσεων με το N.Δ. 1297/1972: Οι αποσβέσεις που υπολογίζονται στην υπεραξία που αναλογεί στην αποσβεσθείσα αξία των εισφερομένων από τη μετατρεπόμενη ή συγχωνευόμενη επιχείρηση παγίων περιουσιακών στοιχείων, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης που προήλθε από τη μετατροπή ή συγχώνευση. ( Ν.Δ. 1297/1972, άρθρο 2, παρ. 3, ΠΟΛ.1029/17.2.2006)


  • Οι αποσβέσεις ενεργούνται μόνο στα πάγια στοιχεία που ανήκουν κατά κυριότητα στην επιχείρηση. (ΣτΕ 4118-9/97) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

66.01 Αποσβέσεις κτιρίων - εγκαταστάσεων κτιρίων - τεχνικών έργων

  • Για τον υπολογισμό των αποσβέσεων επί ανεγειρόμενης οικοδομής από επιχείρηση, το κόστος απόκτησης που πρέπει να εμφανίσει στα βιβλία της για τις οριζόντιες ιδιοκτησίες που μένουν στην κυριότητά της (οι άλλες έχουν πωληθεί) είναι αυτό που προκύπτει από το λόγο (σχέση) των αντικειμενικών αξιών των κτιρίων των εν λόγω οριζόντιων ιδιοκτησιών προς την αντικειμενική αξία ολόκληρου του κτιρίου (χωρίς την αξία του οικοπέδου). (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Τα νομικά πρόσωπα της παρ.1 του άρθρου 101 του Κ.Φ.Ε. (Α.Ε., Ε.Π.Ε., συν/μοί, κλπ.) που εκμισθώνουν κτίριο σε τρίτο (εκμετάλλευση από άλλο) δικαιούνται να διενεργούν αποσβέσεις που προβλέπονται από το π.δ. επί της αξίας του κτιρίου. (1107925/11292/Β0012/2.1.2001)


  • Οι αποσβέσεις επί ακινήτου (βιομηχανικού χώρου) υπολογίζονται επί της αξίας που αναγράφεται στα βιβλία και όχι επί της αξίας του ακινήτου όπως αυτή προκύπτει με βάση τον αντικειμενικό τρόπο. (1055864/10200/Β0012/30.6.1989)


  • Οι αλλοδαπές επιχειρήσεις που αποκτούν αποκλειστικά εισοδήματα από εκμίσθωση ακινήτου στην Ελλάδα (Σημ.: στερούνται μόνιμης εγκατάστασης), ενεργούν αποσβέσεις σύμφωνα με όσα ισχύουν για τον προσδιορισμό του εισοδήματος των φυσικών προσώπων, ήτοι με βάση τα οριζόμενα στο άρθρο 23 του Κ.Φ.Ε.. (1021298/10407/Β0012/14.4.2000)


  • Το καθαρό εισόδημα των προσωπικών εταιρειών από την εκμίσθωση ακινήτων υπολογίζεται με βάση τα οριζόμενα στην περ. α της παρ.1 του άρθρου 23 του ΚΦΕ. Περαιτέρω από τις αποσβέσεις που υπολογίζονται επί των ακινήτων με βάση το Π.Δ. 299/2003 αφαιρείται η απόσβεση του άρθρου 23 του ΚΦΕ και συνεπώς από το ακαθάριστο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις εκπίπτει το υπολειπόμενο τμήμα των αποσβέσεων. (1100584/2133/Α0012/24.2.2004)


  • Αποσβέσεις κτιρίων, η αναπόσβεστη αξία των οποίων αναπροσαρμόζεται με τις διατάξεις του N . 3229/2004.
    Η διενέργεια αποσβέσεων επί της υπεραξίας που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αναπόσβεστης αξίας των κτιρίων με το N. 3229/2004 αρχίζει από την επόμενη διαχειριστική περίοδο εντός της οποίας πραγματοποιείται η αναπροσαρμογή της αναπόσβεστης αξίας. (1010923/10158/Β0012/14.2.2005) (ΠΟΛ.1028/17.2.2006):


  • Οι επιχειρήσεις εκμετάλλευσης πολυκαταστημάτων και SUPER MARKETS διενεργούν αποσβέσεις στα καταστήματά τους, καθώς και στα κτίσματα εκείνα που είναι συνεχόμενα στα καταστήματα αυτά και αφορούν γραφεία και αποθήκες με τον αυξημένο συντελεστή 8%. (1084480/16412/Γ0012/ΠΟΛ 1185/7.9.1999) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Τα καταστήματα των Τραπεζών και Οργανισμών κοινής ωφελείας περιλαμβάνονται στην έννοια των «καταστημάτων εξυπηρέτησης του κοινού γενικά», προκειμένου για την εφαρμογή του αυξημένου συντελεστή αποσβέσεων. Επίσης, περιλαμβάνονται και τα γραφεία, λογιστήρια, κλπ., εφόσον λόγω της χρήσεώς τους προς εξυπηρέτηση του κοινού υφίστανται μεγαλύτερη φθορά. (Τ.546/ΠΟΛ 129/1974), (1076433/ΠΟΛ.1184/1998) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Αποσβέσεις από εταιρείες κατασκευής και εκμετάλλευσης αεροδρομίων.
    Οι εταιρείες κατασκευής και εκμετάλλευσης αεροδρομίων δικαιούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 2093/1992, να υπολογίζουν εξωλογιστικά αποσβέσεις μεγαλύτερες των προβλεπόμενων από το π.δ. 299/2003 και η ζημία που προκύπτει από το λόγο αυτό μεταφέρεται για συμψηφισμό στα επόμενα έτη. (1003721/10083/Β0012/24.5.2004) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Το κόστος κατασκευής μαρίνας εκπίπτει τμηματικά και ισόποσα, σύμφωνα με τα χρόνια που απομένουν από το χρόνο έναρξης εκμετάλλευσης της μέχρι τη λήξη της μίσθωσης του αιγιαλού. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Ως τμήματα οικοδομών, που χρησιμοποιούνται από καταστήματα εξυπηρέτησης του κοινού, θεωρούνται όλοι οι χώροι που εξυπηρετούν τα καταστήματα αυτά, όπως είναι τα γραφεία και οι αποθήκες αυτών. Εφαρμόζεται ο ίδιος συντελεστής απόσβεσης. (ΣτΕ.579/1986), (ΣτΕ. 2925/1990, 432 - 435/1995) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Επιχείρηση ανέγερσης και πώλησης οικοδομών, εάν εκμισθώνει κατ’ επάγγελμα κάποια εκ των αρχικώς προοριζόμενων προς πώληση ακινήτων, δικαιούται να διενεργεί αποσβέσεις για την αξία αυτών ως πάγια στοιχεία. (ΣτΕ.2069/1983) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Οι καταβαλλόμενες από τις επιχειρήσεις στους μηχανικούς αμοιβές για την εκπόνηση τεχνικής μελέτης και την έκδοση άδειας οικοδομής, εντάσσονται στο κόστος κατασκευής της οικοδομής και εκπίπτουν τμηματικά με τις ενεργούμενες κάθε έτος αποσβέσεις. (ΣτΕ. 2525/1991) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η αναπόσβεστη αξία κατεδαφισθέντος κτιρίου δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 1, περ. η΄).


  • Επί εισφερθείσας χρήσης ακινήτου από τους μετόχους στην εταιρία, δεν δύναται η εταιρία να διενεργήσει αποσβέσεις λόγω φθοράς του ακινήτου επί της αποτιμηθείσας αξίας της εισφερόμενης χρήσης. Αναγνώριση στο παρελθόν δεν δεσμεύει την φορολογική αρχή. ( ΣτΕ 762/1983 )


  • Κτίρια που περιήλθαν σε τράπεζα από πλειστηριασμό για ικανοποίηση απαιτήσεών της δεν υπόκεινται σε αποσβέσεις, εφόσον δεν χρησιμοποιούνται. ( ΣτΕ 2798/1986 )


  • Σε περίπτωση μη χρησιμοποίησης του ακινήτου σε συγκεκριμένη διαχειριστική περίοδο, δεν αναγνωρίζονται αποσβέσεις. (ΣτΕ 4209/1985 )


  • Πώληση ακινήτου επιχείρησης σε εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης, σύναψη σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (sale and lease back) και επαναγορά αυτού πριν από τη λήξη της μίσθωσης.
    Οι αποσβέσεις, που ενεργεί επιχείρηση στο κόστος επαναγοράς ακινήτου (κτιρίου), πριν από τη λήξη της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης (sale and lease back), δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της μέχρι του ποσού της υπεραξίας του κτιρίου για το οποίο έτυχε απαλλαγής κατά την αρχική πώληση του ακινήτου προς την εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης. (1092218/11229/Β0012/14.10.2005)


  • Αποσβέσεις σε ακίνητο που βρίσκεται σε αδράνεια δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. (Κ.13237/34/ ΠΟΛ.512/2.12.1974 ) και (Α.1894/515/30.4.1980)


 

66.02 Αποσβέσεις μηχανημάτων - τεχνικών εγκαταστάσεων - λοιπού μηχανολογικού εξοπλισμού

  • Το κόστος αγοράς μηχανημάτων, που η επιχείρηση στη συνέχεια χρησιδανίζει σε επιχειρήσεις - πελάτες της με σκοπό να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για τον εφοδιασμό τους με προϊόντα αυτής, υπόκειται σε απόσβεση σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. στ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994.


  • Η αξία των ανταλλακτικών αφαιρείται εξ ολοκλήρου στη χρήση που πρωτοχρησιμοποιήθηκαν. Πρέπει όμως να αποδεικνύεται ότι πρόκειται για αγορές τρέχουσας φύσης ανταλλακτικών και όχι για μέρη μηχανημάτων τα οποία αυξάνουν το κόστος των παγίων. (ΣτΕ.806/1998) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η ξυλεία που χρησιμοποιείται για την διάστρωση του σκυροδέματος και την διαμόρφωση ικριωμάτων δεν συμπεριλαμβάνεται στην έννοια των εργαλείων και υπόκειται σε τμηματική απόσβεση. (ΣτΕ. 4297/1980) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η αξία των εργαλείων και ανταλλακτικών των χρησιμοποιουμένων μηχανημάτων, τόσο των επιχειρήσεων, όσο και των ελευθέρων επαγγελματιών, αποσβένονται εξ ολοκλήρου εντός της χρήσεως κατά την οποία για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκαν αυτά. (ΣτΕ. 3/90) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

66.03 Αποσβέσεις μεταφορικών μέσων

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. β': Εκπίπτουν τα ποσά Των δαπανών για τη συντήρηση και επισκευή των επαγγελματικών γενικά εγκαταστάσεων, μηχανημάτων και αυτοκινήτων οχημάτων. Ειδικά για επιβατικά αυτοκίνητα ιδιωτικής χρήσης με κυλινδρισμό μέχρι χίλια εξακόσια (1.600) κυβικά εκατοστά, εκπίπτουν οι δαπάνες συντήρησης, επισκευής, κυκλοφορίας και αποσβέσεων και τα μισθώματα που καταβάλλονται σε εταιρεία χρηματοδοτικής μίσθωσης ή οποιονδήποτε τρίτο, σε ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%) του ύψους αυτών, εφόσον τα αυτοκίνητα αυτά χρησιμοποιούνται για τις ανάγκες της επιχείρησης. Για αυτοκίνητα μεγαλύτερου κυβισμού εκπίπτει, με τις ίδιες προϋποθέσεις, ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) των πιο πάνω δαπανών.
    Ο περιορισμός αυτός δεν εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις που ασχολούνται με την εκμίσθωση επιβατικών αυτοκινήτων ιδιωτικής χρήσης, καθώς και στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν τα αυτοκίνητα τους αποκλειστικά για την εκπαίδευση υποψήφιων οδηγών.


  • Αποσβέσεις σε αυτοκίνητα που εκμισθώνονται στην Ο.Ε.Ο.Α.- ΑΘΗΝΑ 2004 Α.Ε.
    Επιχειρήσεις, οι οποίες στα πλαίσια της εμπορικής τους δραστηριότητας, εκμισθώνουν αυτοκίνητα στην Ο.Ε.Ο.Α. - Αθήνα 2004 Α.Ε., δικαιούνται να διενεργούν αποσβέσεις στην αξία αυτών οι οποίες εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους. (1051801/10472/Β0012/26.9.2002) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Οι δαπάνες σε ιδιόκτητα οχήματα που πραγματοποιούνται για την προσαρμογή τους προς τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης αποσβένονται ισόποσα σε πέντε συνεχείς χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση εντός της οποίας έγινε η προσαρμογή (π.χ. αυτοκίνητα επιχειρήσεων παροχής ασφάλειας, πυρασφάλειας κλπ). (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


 

66.04 Αποσβέσεις επίπλων και λοιπού εξοπλισμού

  • Το κόστος κατασκευής υπόγειων δεξαμενών αποθήκευσης υγρών καυσίμων, που κατασκευάζει εταιρεία πετρελαιοειδών σε πρατήρια τρίτων, υπόκειται σε απόσβεση βάσει των ετών που προβλέπει η σύμβαση αποκλειστικής διάθεσης προϊόντων της εταιρείας με τον πρατηριούχο. (1039635/10411/Β0012/14.11.2003)


  • Απόσβεση προγραμμάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών (Software)
    Τα προγράμματα ηλεκτρονικών υπολογιστών (software) που εισάγει επιχείρηση και από συγγενείς εταιρείες του εξωτερικού και τα χρησιμοποιεί για ενοικίαση σε τρίτους, έναντι περιοδικού μισθώματος, θεωρούνται για την εκμισθώτρια εταιρεία πάγια στοιχεία και αποσβένονται, σύμφωνα με τους προβλεπόμενους συντελεστές απόσβεσης. (1108007/10542/Β0012/10.4.1992) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Τα σεντόνια, πετσέτες και λοιπά είδη ξενοδοχειακών επιχειρήσεων υπόκεινται σε τμηματική απόσβεση. Αν όμως η αξία του καθενός είναι μέχρι και 600 ευρώ (από το 2005, 1.200 ευρώ) δύναται να εκπεσθεί εφάπαξ. (ΣτΕ. 4297/1980) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

66.05 Αποσβέσεις ασώματων ακινητοποιήσεων και εξόδων πολυετούς αποσβέσεως

  • Η μετεγκατάσταση υποκαταστήματος επιχείρησης σε άλλο κτίριο δεν αποτελεί ίδρυση νέου υποκαταστήματος. (1002645/15021/Γ0012/11-2-2004) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Στο ποσό της υπεραξίας που προκύπτει από την αναπροσαρμογή της αξίας των κτιρίων, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του ν. 2065/1992, ενεργούνται αποσβέσεις, με τις διατάξεις που ισχύουν κάθε φορά και μέχρι να καλυφθεί η αναπόσβεστη αξία των κτιρίων αυτών η οποία προκύπτει κατ΄εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρου 27 του ν. 2065/1992. (1112918/10736/Β0012/ΠΟΛ.1248/12.11.1992) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

68 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΕΩΣ

  • Για να αναγνωριστεί ένα έξοδο ή μια δαπάνη ως εκπεστέα από τα ακαθάριστα έσοδα πρέπει να είναι:
    α. «βεβαία», δηλαδή να μην τελεί υπό αίρεση ή προθεσμία, και
    β. «εκκαθαρισμένη», δηλαδή τα ποσά αυτών να είναι προσδιορισμένα (οριστικά).
    Το έξοδο ή η ζημία, λοιπόν, που καταχωρείται σε βάρος των αποτελεσμάτων της χρήσεως (λ/σμοί: 68 «προβλέψεις εκμεταλλεύσεως» ή 83 «προβλέψεις για έκτακτους κινδύνους») υπό τύπο προβλέψεως, δεν αναγνωρίζεται ως δαπάνη εκπεστέα από τα ακαθάριστα έσοδα κατά τη χρήση που σχηματίζεται η πρόβλεψη. Οι μόνες προβλέψεις που αναγνωρίζονται είναι αυτές που προβλέπονται από ρητές φορολογικές διατάξεις και στην έκταση που καθορίζουν οι διατάξεις αυτές. Οι προβλέψεις που αναγωνρίζονται είναι :
    - Των ποσών των προβλέψεων για αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία, που σχηματίζονται στο τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης και καλύπτουν τις αποζημιώσεις προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης του κατά το επόμενο έτος. (ΚΦΕ άρθρο 31 Παρ.1 περ ιε' )
    - Του ποσού των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων. (ΚΦΕ άρθρο 31 Παρ.1 περ θ' )


 

68.00 Προβλέψεις για αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία

  • • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. ιε. ισχύουν τα εξής : «Εκπίπτουν τα ποσά των προβλέψεων για αποζημίωση προσωπικού λόγω εξόδου από την υπηρεσία, που σχηματίζονται στο τέλος κάθε διαχειριστικής χρήσης και καλύπτουν τις αποζημιώσεις προσωπικού λόγω συνταξιοδότησης του κατά το επόμενο έτος.». ( Σημ. : Η περίπτωση ιε' της παραγράφου 1 καταργήθηκε με την παράγραφο 32 του άρθρου 3 του ν. 4110/2013, και η κατάργησή της ισχύει για δαπάνες που πραγματοποιούνται από το οικονομικό έτος 2014 (χρήση 2013) και μετά, σύμφωνα με την περίπτωση α' της παραγράφου 1 του άρθρου 28 του ιδίου νόμου.)




 

68.09 Λοιπές προβλέψεις εκμεταλλεύσεως (φορολογικές προβλέψεις για επισφαλής απαιτήσεις)

( ΒΛΕΠΕ ΣΧΟΛΙΑ ΚΑΤΩΤΕΡΩ ΣΤΟΝ ΛΟΓ. 83.11 Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις )

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΟΡΓΑΝΙΚΩΝ ΕΣΟΔΩΝ.

ΟΜΑΔΑ 7η: ΟΡΓΑΝΙΚΑ ΕΣΟΔΑ ΚΑΤ' ΕΙΔΟΣ

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 28 « Έννοια και απόκτηση του εισοδήματος », ισχύουν τα εξής:
    « 1. Εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις είναι το κέρδος που αποκτάται από ατομική ή εταιρική επιχείρηση εμπορική, βιομηχανική ή βιοτεχνική ή από την άσκηση οποιουδήποτε κερδοσκοπικού επαγγέλματος, το οποίο δεν υπάγεται στα ελευθέρια επαγγέλματα που αναφέρονται στο άρθρο 48………..3.Θεωρείται ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις:…………………. ββ) Η διαφορά μεταξύ του τιμήματος της αξίας, κατά περίπτωση, που φορολογήθηκε, και της πραγματικής αξίας του ακινήτου, η οποία εξευρίσκεται σύμφωνα με τις διατάξεις που ισχύουν στη φορολογία μεταβίβασης ακινήτων .Η διαφορά αυτή μειώνεται με τις δαπάνες του άρθρου 31που βαρύνουν τον πωλητή. …………. ζ) Θεωρείται ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις και η πραγματοποιηθείσα αυτόματη υπερτίμηση του πάγιου κεφαλαίου που χρησιμοποιείται στην επιχείρηση,καθώς και η υπερτίμηση που δεν πραγματοποιήθηκε,εφόσον αυτή έχει περιληφθεί στην απογραφή.
    Κατ εξαίρεση, η υπερτίμηση από την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου, το οποίο ιδιοχρησιμοποιείται ή έχει ιδιοχρησιμοποιηθεί για την άσκηση του αντικειμένου των εργασιών της επιχείρησης, απαλλάσσεται του φόρου, εφόσον εμφανίζεται σε ιδιαίτερο λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού και φορολογείται σε περίπτωση διανομής του ή διάλυσης της επιχείρησης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Κατά τον υπολογισμό του υπερτιμήματος από την πώληση ακινήτου, εξαιρουμένου του υπερτιμήματος που προκύπτει από την αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτου, ως τιμή πώλησης δεν δύναται να ληφθεί ποσό μικρότερο της αξίας, όπως αυτή προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας μεταβίβασης ακινήτων.
    Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων εφαρμόζονται ανάλογα και για την υπεραξία που προκύπτει κατά την εισφορά ακινήτων που βρίσκονται στις Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (Π.Ο.Τ.Α.) της παραγράφου 3 του άρθρου 29 του Ν. 2545/1997 (ΦΕΚ 254 Α'), σε επιχείρηση - φορέα ίδρυσης και εκμετάλλευσης των Π.Ο.Τ.Α..
    Ειδικά για τα ακίνητα που αποτέλεσαν αντικείμενο σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης του ν. 1665/1986 και μεταβιβάζονται είτε λόγω λήξης της σύμβασης αυτής ή εξαγοράζονται πριν από τη λήξη της μίσθωσης από το μισθωτή, ως αξία πώλησης αυτών λαμβάνεται αυτή που καθορίζεται από τους όρους της σύμβασης χρηματοδοτικής μίσθωσης που είχε υπογραφεί. Η διάταξη του προηγούμενου εδαφίου δεν εφαρμόζεται στις περιπτώσεις που το ακίνητο μεταβιβάζεται σε τρίτο πρόσωπο πλην του μισθωτή ή των κληρονόμων του, εφόσον υπεισέλθουν στη θέση του θανόντος μισθωτή, λόγω κληρονομικής διαδοχής, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις.
    Η υπεραξία που προκύπτει από την πώληση ακινήτου επιχείρησης σε εταιρία χρηματοδοτικής μίσθωσης, για το οποίο στη συνέχεια θα συναφθεί σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης μεταξύ εταιρίας χρηματοδοτικής μίσθωσης και της πωλήτριας επιχείρησης, απαλλάσσεται από το φόρο εισοδήματος, με την προϋπόθεση ότι θα εμφανισθεί σε ιδιαίτερο λογαριασμό αφορολόγητου αποθεματικού, το οποίο φορολογείται, σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της επιχείρησης, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Για τον προσδιορισμό της υπεραξίας, ως τιμή πώλησης λαμβάνεται αυτή που ορίζεται στη σύμβαση. Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων εδαφίων δεν εφαρμόζονται για συμβάσεις αγοράς ακινήτων στις οποίες αντισυμβαλλόμενος είναι εξωχώρια εταιρία. η) Οι τόκοι που ορίζονται από την παράγραφο 4 του άρθρου 25. (4.Οι τόκοι συναλλαγματικών και γραμματίων από εμπορικές συναλλαγές,οι τόκοι από τις αποδεδειγμένες πωλήσεις εμπορευμάτων με πίστωση μεταξύ εμπόρων και οι προκύπτοντες τόκοι υπερημερίας,λόγω καθυστέρησης στην καταβολή του πιστωθέντος τιμήματος, δεν λογίζονται ως εισόδημα από κινητές αξίες, αλλά ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις,με την προϋπόθεση ότι αυτός που αποκτά το εισόδημα αυτό ασκεί εμπορική γενικά επιχείρηση στην Ελλάδα ή,προκειμένου για αλλοδαπό, ότι αυτός έχει μόνιμη εγκατάσταση στην Ελλάδα και οι τόκοι προέρχονται από εργασίες της μόνιμης αυτής εγκατάστασης.Ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λογίζονται και οι τόκοι της παραγράφου αυτής που επιδικάζονται με δικαστική απόφαση.)
    θ) Οι αποδόσεις από συμβάσεις ή πράξεις επί παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων που πραγματοποιούν επιτηδευματίες που τηρούν βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ.. Ως παράγωγα χρηματοοικονομικά προϊόντα νοούνται τα χρηματοοικονομικά μέσα που αναφέρονται στην περίπτωση η' της παραγράφου 1 του άρθρου 24.
    ι) η ωφέλεια επιχείρησης, που προκύπτει από την παραίτηση πιστώτριας επιχείρησης από την είσπραξη χρέους, η οποία λαμβάνει χώρα μέσα στα πλαίσια της επαγγελματικής τους συνεργασίας. Στην περίπτωση αυτή δεν έχουν εφαρμογή οι διατάξεις περί φορολογίας δωρεών.»
    2. Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 30 «Ακαθάριστο εισόδημα», ισχύουν τα εξής:
    « 1. Ως ακαθάριστο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λαμβάνεται το σύνολο των ακαθάριστων εσόδων από τις κάθε είδους εμπορικές συναλλαγές αυτών.
    2. Ο προσδιορισμός των ακαθάριστων εσόδων τωνεμπορικών επιχειρήσεων ενεργείται ως ακολούθως:……………………… γ) Για επιχειρήσεις που δεν τηρούν βιβλία και στοιχεία του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων ή τα τηρούμενα είναι κατώτερα της προσήκουσας κατηγορίας ή ανεπαρκή ή ανακριβή, τα ακαθάριστα έσοδα προσδιορίζονται εξωλογιστικά,με βάση τα στοιχεία και τις πληροφορίες που διαθέτει ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας για την έκταση της συναλλακτικής δράσης και τις συνθήκες λειτουργίας της επιχείρησης. Στην περίπτωση αυτή λαμβάνονται υπόψη οι αγορές, οι πωλήσεις και το μικτό κέρδος που εμφανίζει η επιχείρηση, το μικτό κέρδος που πραγματοποιείται από ομοειδείς επιχειρήσεις που λειτουργούν με παρόμοιες συνθήκες, το απασχολούμενο προσωπικό, το ύψος των κεφαλαίων που έχουν επενδυθεί, καθώς και των ίδιων κεφαλαίων κίνησης, το ποσό των δανείων και των πιστώσεων, το ποσό των εξόδων παραγωγής και διάθεσης των εμπορευμάτων, των εξόδων διαχείρισης και γενικά κάθε επαγγελματική δαπάνη.
    Ειδικά, στην περίπτωση που κατά τον έλεγχο διαπιστωθεί απόκρυψη φορολογητέας ύλης ή/και μη έκδοση στοιχείων ή/και έκδοση πλαστών - εικονικών στοιχείων που συνεπάγονται το χαρακτηρισμό των βιβλίων ως ανακριβών, το σχετικό ποσό που προκύπτει, το οποίο σε περίπτωση επανάληψης των ως άνω παραβάσεων μέσα στην ίδια διαχειριστική χρήση διπλασιάζεται, προστίθεται στα ακαθάριστα έσοδα των βιβλίων και το άθροισμα προσαυξάνεται κατά ένα ποσοστό, ως ακολούθως:
    α) κατά τέσσερα τοις εκατό (4%), εάν το ποσό της απόκρυψης της φορολογητέας ύλης που προκύπτει από τους ως άνω λόγους δεν υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της δηλωθείσας και σε ποσό τα πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ,
    β) κατά οκτώ τοις εκατό (8%), εάν το ποσό υπερβαίνει το πέντε τοις εκατό (5%) της δηλωθείσας και σε ποσό τα πέντε χιλιάδες (5.000) ευρώ. ………………..5. Όταν αγαθά που έχει πωλήσει ελληνική επιχείρηση σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ή σε αντιπρόσωπο ή υπεργολάβο αυτών, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 51Α ή σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς όπως ορίζεται στην παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου, χωρίς τα προϊόντα να έχουν μεταφερθεί εκτός Ελλάδος και στη συνέχεια μεταπωλούνται σε άλλη ελληνική επιχείρηση σε τιμή μεγαλύτερη από αυτή της πρώτης συναλλαγής, η επιπλέον διαφορά του τιμήματος που προκύπτει θεωρείται ακαθάριστο έσοδο της ελληνικής πωλήτριας επιχείρησης. Επίσης, αν ελληνική επιχείρηση πωλεί σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, ή σε αντιπρόσωπο ή υπεργολάβο αυτών, που είναι κάτοικος ή έχει την καταστατική ή πραγματική έδρα ή είναι εγκατεστημένος σε κράτος που περιλαμβάνεται στον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 5 του άρθρου 51Α ή σε κράτος με προνομιακό φορολογικό καθεστώς όπως ορίζεται στην παράγραφο 7 του ίδιου άρθρου αγαθά σε τιμή μικρότερη από αυτή στην οποία πωλεί τα ίδια εμπορεύματα σε ημεδαπή ή αλλοδαπή επιχείρηση, η χαμηλή τιμή δεν αναγνωρίζεται και η επιπλέον διαφορά που προκύπτει προστίθεται στα ακαθάριστα έσοδα της ελληνικής επιχείρησης.
    3. Αναμόρφωση δαπανών λόγω ύπαρξης αφορολογήτων εσόδων
    Αν μεταξύ των εσόδων της επιχείρησης συμπεριλαμβάνονται αφορολόγητα έσοδα ή έσοδα που φορολογούνται με ειδικό τρόπο και εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης ή έσοδα από μερίσματα και κέρδη από ημεδαπές εταιρίες, τότε πρέπει να γίνει αναμόρφωση των δαπανών της, κατά:
    α. Το 5% των εσόδων αυτών, με ανώτατο όριο το 20% των συνολικών πάσης φύσης δαπανών της επιχείρησης
    β. Το ποσό των χρεωστικών τόκων που αναλογούν στα έσοδα αυτά
    Υποχρέωση αναμόρφωσης χρεωστικών τόκων δεν υπάρχει για τις τραπεζικές επιχειρήσεις και η αναμόρφωση του 5% των πιο πάνω εσόδων περιορίζεται μόνο στα έσοδα από μερίσματα.


 

70 ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ
70.ΧΧ ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ

  • Φορολογική μεταχείριση εισοδημάτων από πωλήσεις εμπορευμάτων στο εξωτερικό.
    Σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν.2238/1994, ως ακαθάριστο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λαμβάνεται το σύνολο των ακαθάριστων εσόδων από τις κάθε είδους εμπορικές συναλλαγές αυτών.
    Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 10 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι από το συνολικό ποσό του φόρου που αναλογεί στο φορολογούμενο εισόδημα και του συμπληρωματικού φόρου εκπίπτουν, ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή για το εισόδημα που προέκυψε σε αυτήν και υπόκειται σε φόρο. Ο φόρος αυτός σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι ανώτερος από το ποσό του φόρου που αναλογεί για το εισόδημα αυτό στην Ελλάδα.
    Από τα στοιχεία που μας θέσατε υπόψη με το σχετικό έγγραφό σας προκύπτει ότι η ομόρρυθμη εταιρία «… & ΣΙΑ» ΟΕ διακινεί τα εμπορεύματα της από την έδρα της στα Ιωάννινα, προς βάσεις του ΝΑΤΟ σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, με δικά της μεταφορικά μέσα, όπου πραγματοποιεί λιανικές πωλήσεις στους υπαλλήλους των βάσεων.
    Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι ανεξάρτητα από το εάν υποχρεούται ή όχι η εν λόγω εταιρεία που μας αναφέρετε να ιδρύσει υποκαταστήματα στο εξωτερικό για τις πιο πάνω διενεργούμενες πωλήσεις, και για το οποίο αρμόδιες να απαντήσουν είναι οι Φορολογικές Αρχές των χωρών στις οποίες είναι εγκατεστημένες οι βάσεις του ΝΑΤΟ, στα πλαίσια εφαρμογής της εθνικής τους νομοθεσίας καθώς και των διμερών συμβάσεων για την αποφυγή της διπλής φορολογίας μεταξύ των χωρών αυτών και της Ελλάδας, στα ακαθάριστα έσοδα της πρέπει να συμπεριλάβει και τα έσοδα από τις πωλήσεις αυτές σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν.2238/1994.
    Περαιτέρω στην περίπτωση που η ίδια εταιρεία υποχρεούται να ιδρύσει υποκαταστήματα στο εξωτερικό και να υποβάλει δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος προς τις Φορολογικές Αρχές των χωρών αυτών, τότε ο φόρος που αποδεδειγμένα καταβλήθηκε στην αλλοδαπή, συμψηφίζεται με τον οφειλόμενο φόρο στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. β' της παρ. 3 του άρθρου 10 του πιο πάνω νόμου υπό τους περιορισμούς που θέτουν οι ίδιες διατάξεις.(1062710/1168/Α0012/17.10.2008)


 

70.98 ΕΚΠΤΩΣΕΙΣ ΠΩΛΗΣΕΩΝ

  • Εκπτώσεις
    Σε πελάτες λόγω πραγματοποίησης πωλήσεων πάνω από ένα συγκεκριμένο ελάχιστο όριο
    Αποτελούν μειωτικό στοιχείο των ακαθαρίστων εσόδων της χρήσεως εντός της οποίας πραγματοποιήθηκαν οι πωλήσεις για τις οποίες χορηγήθηκαν οι εκπτώσεις, καθόσον η παροχή τους δεν τελεί υπό αναβλητική αίρεση ή προθεσμία. (1047625/370/0015/15.7.1999)

    Εξαίρεση :Οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις που εμπίπτουν στην ρύθμιση των οφειλών του Ελληνικού Δημοσίου με βάση το άρθρο 17 του ν. 3301/2004, έχουν την δυνατότητα να εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδα τους τις διενεργηθείσες κρατήσεις υπέρ του Δημοσίου (Μ.Τ.Π.Υ.), κατά την εξόφληση των πιο πάνω ρυθμιζόμενων οφειλών, είτε εφάπαξ είτε ισόποσα σε τρεις συνεχείς χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορά ισολογισμούς που κλείνουν με 31 Δεκεμβρίου 2005 και μετά. (ΠΟΛ.1056/23.2.2007)


  • Εκκοκκιστηρίων βάμβακος προς αγρότες επί της τιμής του βαμβακόσπορου που πωλούν σε αυτούς.
    Η έκπτωση αυτή χορηγείται με την προϋπόθεση ότι την επόμενη χρονιά οι αγρότες θα πωλήσουν στο εκκοκκιστήριο το σύσπορο βαμβάκι που παρήγαγαν. Επειδή η δαπάνη αυτή καθίσταται βέβαιη και εκκαθαρισμένη μέσα στη χρήση που παραδίδεται το σύσπορο βαμβάκι στο εκκοκκιστήριο εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά του της χρήσης αυτής και όχι από τα έσοδα της χρήσης που πωλήθηκε ο βαμβακόσπορος. (1025593/10873/Β0012/16.7.2004)


  • Τα ποσά που δίνουν επιχειρήσεις βαφής και εξευγενισμού υφασμάτων και νημάτων σε πελάτες τους για την κάλυψη των ζημιών που προξενούν κατά την επεξεργασία των υφασμάτων δε συνιστούν αποζημίωση των πελατών αλλά παραίτηση από την είσπραξη της αμοιβής λόγω μη εκτέλεσης κατά τους συμφωνηθέντες όρους των υπόψη εργασιών και τα πιο πάνω ποσά αναγνωρίζονται προς έκπτωση χωρίς προηγούμενη κατάθεση συμφωνητικού στη Δ.Ο.Υ. Στην περίπτωση αυτή, οι πιο πάνω επιχειρήσεις εκδίδουν πιστωτικό τιμολόγιο που αφορά στα βαφικά των υφασμάτων που προξένησαν ζημιά (λανθασμένη απόχρωση) με τα οποία έχουν χρεώσει τους πελάτες τους. (1136016/10987 ΠΕ/Β0012/15.3.1995)


  • Φορολογική μεταχείριση του καταβληθέντος ποσού (rebate), από τις φαρμακευτικές εταιρείες και τα φαρμακεία καθώς και του τέλους εισόδου από τις φαρμακευτικές εταιρείες.
    Α. ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΙ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΦΟΡΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ
    1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του Ν.2238/1994 ορίζεται, ότι ως ακαθάριστο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λαμβάνεται το σύνολο των ακαθαρίστων εσόδων από τις κάθε είδους εμπορικές συναλλαγές.
    2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της περ. α΄ του άρθρου 102 του Ν. 2238/1994 , όπως ισχύουν μετά την αντικατάστασή τους με την παρ.7 του άρθρου 9 του Ν. 3091/2002 , ορίζεται ότι ο φόρος επιβάλλεται κάθε οικονομικό έτος στο συνολικό καθαρό εισόδημα από κάθε πηγή, που αποκτάται κατά τη διαχειριστική περίοδο η οποία λήγει μέσα στο διάστημα από 1η Αυγούστου του προηγούμενου ημερολογιακού έτους μέχρι τις 31 Ιουλίου του οικείου οικονομικού έτους.
    Οι πιο πάνω διατάξεις καθιερώνουν την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων. Σύμφωνα με την αρχή αυτή, κάθε χρήση είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από τις άλλες χρήσεις και δεν επιτρέπεται ο συμψηφισμός των αποτελεσμάτων αυτής με τα αποτελέσματα των προηγούμενων ή επόμενων χρήσεων.
    Κατά συνέπεια, τα ακαθάριστα έσοδα και κέρδη κατατάσσονται και φορολογούνται στην χρήση κατά την οποία προέκυψαν και αποκτήθηκαν ανεξάρτητα του χρόνου κατά τον οποίο εισπράχθηκαν, και οι δαπάνες κατατάσσονται στη χρήση την οποία βαρύνουν και οι οποίες συμβάλλουν στην απόκτηση εισοδήματος (π.21503/139/1958 εγκύκλιος του Ν.Δ. 3843/1958).
    3. Επίσης, με τις διατάξεις της περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994 ορίζεται, ότι από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, εκπίπτουν τα ποσά των κάθε είδους φόρων, τελών που βαρύνουν αυτές.
    Ως χρόνος έκπτωσης λογίζεται ο χρόνος της καταβολής αυτών υπέρ του Δημοσίου ή τρίτων. Δεν εκπίπτουν οι τυχόν καταβαλλόμενοι από την επιχείρηση κάθε είδους φόροι που βαρύνουν τρίτους, με εξαίρεση τον ειδικό φόρο τραπεζικών εργασιών, που επιβάλλεται επί των πάσης φύσεως ωφελειών από μετοχικούς τίτλους. Από τις ανωτέρω διατάξεις προκύπτει ότι χρόνος έκπτωσης των φόρων και τελών είναι σε κάθε περίπτωση, ο χρόνος της καταβολής τους, ανεξάρτητα από τη χρήση.
    4. Με το 1047625/370/0015/15.7.1999 έγγραφο μας έχει διευκρινιστεί, ότι οι εκπτώσεις που χορηγεί μία επιχείρηση προς πελάτες της, λόγω πραγματοποίησης πωλήσεων πάνω από ένα συγκεκριμένο ελάχιστο όριο, αποτελούν μειωτικό στοιχείο των ακαθαρίστων εσόδων της χρήσης εντός της οποίας πραγματοποιήθηκαν οι πωλήσεις για τις οποίες χορηγήθηκαν οι εκπτώσεις. Τούτο καθόσον η παροχή τους δεν τελεί υπό αναβλητική αίρεση ή προμήθεια.
    5. Εξάλλου, με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του Ν.3816/2010 , όπως προστέθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 36 του Ν.4025/2011 ορίζεται ότι:
    α) Για την ένταξη κάθε φαρμακευτικού ιδιοσκευάσματος στο θετικό κατάλογο συνταγογραφούμενων φαρμάκων του εδαφίου α΄ της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου θεσπίζεται εφάπαξ εισφορά ως τέλος εισόδου, ίση με το τέσσερα τοις εκατό (4%) επί της τιμής παραγωγού ή εισαγωγέα (ex-factory) του κάθε φαρμακευτικού ιδιοσκευάσματος και βαρύνει αποκλειστικά τις φαρμακευτικές εταιρείες ή τους κατόχους άδειας κυκλοφορίας (ΚΑΚ) φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων
    β) Το ποσό που υποχρεούται να αποδώσει κάθε φαρμακευτική εταιρεία ή κάτοχος άδειας κυκλοφορίας φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων προκύπτει με βάση στοιχεία του Εθνικού Οργανισμού Φαρμάκων, από το σύνολο των πωλήσεων αυτών σε νοσοκομεία, φαρμακαποθήκες και φαρμακεία κατά το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 μέχρι 30.6.2011, πολλαπλασιασμένου επί δύο (2). Το σύνολο των πωλήσεων υπολογίζεται σε τιμή παραγωγού ή εισαγωγέα, όπως αυτή ορίζεται από την με αριθμό ΔΥΓ3δ/οικ.66084 «Διατάξεις Τιμολόγησης Φαρμάκων» (Β΄ 1231) υπουργική απόφαση.
    6. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του Ν.3816/2010 , όπως προστέθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 36 του Ν.4025/2011 ορίζεται ότι:
    α) Για τη συμμετοχή των φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων στο θετικό κατάλογο συνταγογραφούμενων φαρμάκων κάθε φαρμακευτική εταιρεία ή κάτοχος άδειας κυκλοφορίας φαρμακευτικών ιδιοσκευασμάτων υποχρεούται να έχει εξοφλήσει το συνολικό ποσό της «επιστροφής» (rebate) του έτους 2011, μέχρι τις 15.11.2011, προκειμένου τα φαρμακευτικά σκευάσματα να συμμετέχουν στο θετικό κατάλογο μετά την 1.1.2012.
    β) Το συνολικό ποσό της «επιστροφής» (rebate) του 2011, θα υπολογιστεί με βάση το ποσό που αναλογεί για το διάστημα από 1.1.2011 έως 30.4.2011 (α΄ τετράμηνο 2011), πολλαπλασιαζόμενο επί τρία (3). Ο υπολογισμός του ποσού (rebate) για το χρονικό διάστημα από 1.1.2011 έως 28.2.2011 γίνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στην παράγραφο 6 του άρθρου 35 του Ν.3697/2008 , ενώ για το χρονικό διάστημα από 1.3.2011 έως 30.4.2011 σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 35 του Ν. 3918/2011 .
    7. Με τις διατάξεις του άρθρου 12 του Ν. 4052/2012 ορίζεται ότι απαιτήσεις ασφαλιστικών φορέων έναντι των φαρμακευτικών εταιρειών ή κατόχων αδείας κυκλοφορίας (ΚΑΚ) φαρμακευτικών σκευασμάτων της παραγράφου 3 α του άρθρου 12 του Ν.3816/2010 , όπως συμπληρώθηκε με τις παραγράφους 1 και 3δ του άρθρου 36 του Ν.4025/2011 , εκχωρούνται υποχρεωτικά προς τα νοσοκομεία έναντι καταβολής νοσηλίων ασφαλισμένων τους. Τα νοσοκομεία συμψηφίζουν υποχρεωτικά το ποσό των κατά τα ανωτέρω εκχωρουμένων απαιτήσεών τους με οφειλές τους προς φαρμακευτικές εταιρείες. Με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης καθορίζονται τα ποσά που εκχωρούνται και συμψηφίζονται κατά τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου καθώς και η σχετική διαδικασία (παρ.1).
    Το εκάστοτε καταβληθέν ποσό της επιστροφής (rebate) της παρ.1 του άρθρου 35 του Ν. 3918/2011 όπως ισχύει κάθε φορά, το ποσό που προκύπτει, από το άρθρο 11 του παρόντος νόμου, καθώς και το τέλος εισόδου στη λίστα του άρθρου 36 του Ν. 4025/2011 , εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα ως παραγωγική δαπάνη του τελικώς καταβάλλοντος το ποσό αυτό (παρ.2).
    8. Από τα ανωτέρω προκύπτει, ότι το ποσό επιστροφής (rebate) της παρ.5 του άρθρου 12 του Ν. 3816/2010 όπως ισχύει, καθώς και το τέλος εισόδου της παραγράφου 3 του άρθρου 12 του Ν. 3816/2010 , όπως προστέθηκε με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 36 του Ν.4025/2011 εκπίπτουν ως παραγωγική δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδα της φαρμακευτικής εταιρείας ή του κατόχου άδειας κυκλοφορίας (ΚΑΚ) φαρμακευτικού ιδιοσκευάσματος, κατά τη χρήση εντός της οποίας καταβάλλονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994 .
    Περαιτέρω, σε περίπτωση εκχώρησης των απαιτήσεων από τους ασφαλιστικούς φορείς προς τα νοσοκομεία, κατ΄ εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 12 του Ν. 4052/2012 , τα οποία στη συνέχεια συμψηφίζουν υποχρεωτικά τις απαιτήσεις αυτές με οφειλές τους προς τις φαρμακευτικές εταιρείες, ως χρόνος έκπτωσης του ποσού για τις φαρμακευτικές εταιρείες λογίζεται ο χρόνος συμψηφισμού των απαιτήσεών τους από τα νοσοκομεία.
    9. Τέλος, με τις διατάξεις του άρθρου 34 του Ν.3918/2011 ορίζεται, ότι καθιερώνεται κλιμακούμενο ποσοστό επί των οφειλών των φαρμακείων υπέρ των Κλάδων Υγείας των Φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης (Φ.Κ Α.) ως επιστροφή (rebate) για κάθε μήνα, υπό τον όρο εμπρόθεσμης καταβολής αυτών των οφειλών (παρ.2).
    Οφειλές σε φαρμακεία ορίζονται, τα ποσά που οφείλουν οι Κλάδοι Υγείας των Φ.Κ.Α προς τα φαρμακεία που πηγάζουν από την εφαρμογή των μεταξύ τους συμβάσεων και την εκτέλεση των συνταγών φαρμάκων των ασφαλισμένων (παρ.1, περιπτ. γ).
    Το ποσό της επιστροφής που οφείλει το φαρμακείο συμψηφίζεται με το ποσό που καταβάλλει εμπρόθεσμα ο Κλάδος Υγείας Φ.Κ.Α ή ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. μετά την έναρξη λειτουργίας του, στο φαρμακείο και υπολογίζεται επί του τιμολογίου (παρ.3, περιπτ.α).
    Ο εκάστοτε Κλάδος Υγείας Φ.Κ.Α. ή ο Ε.Ο.Π.Υ.Υ. μετά την έναρξη λειτουργίας του, τον μήνα Ιανουάριο κάθε έτους, χορηγεί βεβαίωση για το σύνολο των επιστροφών του έτους του κάθε φαρμακείου για φορολογική χρήση (παρ.3, περιπτ.γ).
    10. Από τα ανωτέρω και δεδομένου, ότι το καταβληθέν ποσό επιστροφής των φαρμακείων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 34 του Ν.3918/2011, αφορά ουσιαστικά εκπτώσεις επί των πωλήσεών τους προς τους Κλάδους Υγείας των Φ.Κ.Α. προκύπτει ότι, το ως άνω ποσό αποτελεί μειωτικό στοιχείο των ακαθαρίστων εσόδων τους, της χρήσης εντός της οποίας πραγματοποιήθηκαν οι πωλήσεις για τις οποίες χορηγήθηκαν οι εκπτώσεις αυτές, με την προϋπόθεση ότι έχει εκδοθεί για τη χρήση αυτή, το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. στοιχείο.(ΠΟΛ.1078/28.3.2012)



 

72 ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΛΟΙΠΩΝ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΑΧΡΗΣΤΟΥ ΥΛΙΚΟΥ
72.10 Ασφαλιστική αποζημίωση κλαπέντων ή απωλεσθέντων αποθεμάτων (Γνωμ. 114/1839/1992 & 217/2177/1994)
72.11 Ασφαλιστική αποζημίωση καταστραφέντων αποθεμάτων (Γνωμ. 107/1810/92)

  • Φορολογική μεταχείριση αποζημίωσης επιχείρησης λόγω πλημμύρας.
    Η επιχορήγηση που παρέχεται για την αντιμετώπιση ζημιών που προκλήθηκαν σε:
    α. εμπορεύματα, προϊόντα, α' ύλες, υλικά συσκευασίας, αποτελούν ακαθάριστο έσοδο της επιχείρησης και λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους των ακαθαρίστων εσόδων της για την υπαγωγή της ή μη στις προαναφερόμενες διατάξεις του ν.3296/2004 και σε περιπτώσεις επιχειρήσεων με πλείονες δραστηριότητες π.χ. πώλησης εμπορευμάτων ή παραγωγής προϊόντων και παροχής υπηρεσιών προσαυξάνουν τα ακαθάριστα έσοδα της δραστηριότητας που αφορούν.
    β. κτηριακές εγκαταστάσεις, μηχανολογικό εξοπλισμό και φορτηγά αυτοκίνητα δημόσιας και ιδιωτικής χρήσης, έχουν εφαρμογή τα αναφερόμενα στην παράγραφο 3 του παρόντος και συνεπώς δεν λαμβάνεται υπόψη για τον προσδιορισμό του ύψους των ακαθαρίστων εσόδων της για την υπαγωγή της ή μη στις προαναφερόμενες διατάξεις του ν.3296/2004.Επισημαίνεται ότι, σε κάθε περίπτωση, πρέπει να προσκομίζεται από την αρμόδια Νομαρχιακή Επιτροπή εντοπισμού, καταγραφής και αποτίμησης ζημιών από τις πλημμύρες, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 36 του ν.2459/1997, η σχετική έκθεση στην οποία θα αναγράφονται τα είδη των καταγραφεισών ζημιών και το ποσό της επιχορήγησης εκάστης ζημίας, κάθε επιχορηγούμενης επιχείρησης.(1034762/554/Α0012/10.4.2008)


  • Η ζημία που προκύπτει μεταξύ της αποζημίωσης που καταβάλλουν οι επιχειρήσεις σε πελάτες τους λόγω πωλήσεως ελαττωματικών προϊόντων και της αποζημίωσης που εισπράττουν από τους προμηθευτές τους εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΠΟΛ.1028/17.2.2006)


 

74 ΕΠΙΧΟΡΗΓΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΦΟΡΑ ΕΣΟΔΑ ΠΩΛΗΣΕΩΝ
74.00 Επιχορηγήσεις πωλήσεων
74.01 Επιστροφές δασμών και λοιπών επιβαρύνσεων
74.02 Επιστροφές τόκων λόγω εξαγωγών
74.03 Ειδικές επιχορηγήσεις - Επιδοτήσεις
74.03.00 Επιδοτήσεις ΟΑΕΔ

  • Φορολογική μεταχείριση επιχορήγησης για πρόσληψη προσωπικού.
    Αν η επιχείρηση εισπράξει κάποιο ποσό επιχορήγησης από τον ΟΑΕΔ για την πρόσληψη προσωπικού, σε έτος μεταγενέστερο από το έτος πρόσληψής του, χωρίς όμως να έχει καταβάλει μέσα σ' αυτό το έτος δαπάνες για αμοιβές προσωπικού, γίνεται δεκτό ότι κατά το λογιστικό προσδιορισμό των καθαρών κερδών της το ποσό αυτής της επιχορήγησης μειώνει τις λοιπές δαπάνες διαχείρισης της επιχείρησης, κατά τη χρήση μέσα στην οποία εισέπραξε το ποσό της υπόψη επιχορήγησης.(ΠΟΛ.1147/22.5.2001)


  • Η επιχορήγηση από ΟΑΕΔ για νέες θέσεις εργασίας, συνιστά ως ποσό αφαιρετικό στοιχείο της δαπάνης για αμοιβές προσωπικού των επιχειρήσεων που επιδοτούνται. (1075188/1354/Α0012/24-7-1997), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


 

75 ΕΣΟΔΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΩΝ ΑΣΧΟΛΙΩΝ
75.04 Ενοίκια εδαφικών εκτάσεων
75.05 Ενοίκια κτιρίων - τεχνικών έργων

  • Αρθρο 4. Εισόδημα και εξεύρεση του (ν.2238/1994)
    « Εισοδήματα από την εκμίσθωση ακινήτων και από τόκους δανείων που θεωρούνται ότι έχουν αποκτηθεί κατά τις διατάξεις του παρόντος και τα οποία αποδεδειγμένα δεν έχουν εισπραχθεί από το δικαιούχο, επιτρέπεται να μη συνυπολογίζονται στο συνολικό καθαρό εισόδημα του,εφόσον εκχωρηθούν στο Δημόσιο χωρίς αντάλλαγμα. Η εκχώρηση γίνεται με απλή έγγραφη δήλωση του υπόχρεου σε φόρο, η οποία υποβάλλεται στον αρμόδιο για τη φορολογία του προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας μέσα στο οικονομικό έτος στο οποίο τα εισοδήματα αυτά υπόκεινται σε φόρο. Μαζί με τη δήλωση αυτή παραδίδονται στον προϊστάμενο της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας τα αποδεικτικά έγγραφα της εκχωρούμενης απαίτησης και με την ίδια δήλωση ο εκχωρών βεβαιώνει ότι δεν κατέχει κανένα άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Το Δημόσιο υποκαθίσταται στα δικαιώματα του εκχωρητή.
    Με αποφάσεις του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται η διαδικασία, ο τύπος και το περιεχόμενο της δήλωσης εκχώρησης εισοδημάτων στο Δημόσιο, τα δικαιολογητικά που συνυποβάλλονται με αυτήν, η διαδικασία βεβαίωσης των ποσών των εισοδημάτων που εκχωρούνται στο Δημόσιο, καθώς και κάθε άλλη λεπτομέρεια που είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων αυτής της παραγράφου.»


  • Εφόσον τά εισοδήματα από εκμίσθωση ακινήτων δεν έχουν εισπραχθεί μπορούν να εκχωρήθουν στό Δημόσιο, χωρίς αντάλλαγμα. Με τόν τρόπο αυτό δέν θα φορολογηθούμε για αυτά ενοίκια σύμφωνα με τό άρθρο 4 παρ 7 ν.2238/1994. Η εκχώρηση αυτή γίνεται με απλή δήλωση εκχώρησης στήν ΔΟΥ μέ συνημμένα τα δικαιολογητικά καί μέσα στο οικονομικό έτος που τα εισοδήματα αυτά υπόκεινται σε φόρο. Δηλαδή τά εισοδήματα τού έτους 2012 που δέν εισπράχθηκαν μπορούν να εκχωρηθούν στην ΔΟΥ μέχρι 31/12/2013. Αυτή η δήλωση εκχώρησης καταχωρείται πρωτόκολλο της αρμόδιας ΔΟΥ (ΠΟΛ.1096/6.4.2001).


 

76 ΕΣΟΔΑ ΚΕΦΑΛΑΙΩΝ

  • Αρθρο 38. Εισόδημα από διάθεση και αποτίμηση χρεογράφων και παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων
    « 1. Τα κέρδη από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών σε τιμή ανώτερη της τιμής απόκτησης τους, τα οποία προκύπτουν από βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων και αποκτώνται από ατομικές επιχειρήσεις και υπόχρεους που αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2, απαλλάσσονται από το φόρο. Η απαλλαγή παρέχεται με την προϋπόθεση ότι τα κέρδη εμφανίζονται σε λογαριασμό ειδικού αποθεματικού με προορισμό το συμψηφισμό ζημιών που τυχόν θα προκύψουν στο μέλλον από την πώληση μετοχών εισηγμένων ή όχι στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Σε περίπτωση διανομής ή διάλυσης της επιχείρησης, τα κέρδη αυτά φορολογούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις. Αν σε μια διαχειριστική περίοδο προκύψει ζημία από πώληση μετοχών, το τυχόν υπόλοιπο της ζημίας, που απομένει μετά το συμψηφισμό με τα εμφανιζόμενα στο ειδικό αποθεματικό κέρδη ή ολόκληρο το ποσό της ζημίας, αν δεν υφίσταται ειδικός λογαριασμός αποθεματικού, μεταφέρεται σε ειδικό λογαριασμό και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης Το ποσό αυτό συμψηφίζεται με κέρδη που τυχόν θα προκύψουν στο μέλλον από πώληση μετοχών εισηγμένων στο Χρηματιστήριο Αθηνών.»


  • ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΩΝ ΤΕΚΜΑΡΤΩΝ ΕΣΟΔΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΥΞΗΣΗ ΤΩΝ ΛΟΓΙΣΤΙΚΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ
    Οι περιπτώσεις τέτοιων φορολογικών αναμορφώσεων αφορούν τις κάτωθι περιπτώσεις:
    1. Τεκμαρτοί Τόκοι δανείων.
    (αφορά περιπτώσεις δανείων που έχει δώσει η επιχείρηση, και υπόκεινται σε τεκμαρτούς τόκους)

    2. Αρθρο 25. Εισόδημα ειδικών περιπτώσεων:
    Κάθε δάνειο που συνομολογείται μεταξύ ιδιωτών ή παρέχεται από εταιρία προς τα μέλη της ή τρίτους,λογίζεται ότι συνάπτεται με ελάχιστο επιτόκιο αυτό που ισχύει για τα έντοκα γραμμάτια του Δημοσίου τρίμηνης διάρκειας κατά το χρόνο σύναψης του δανείου.
    3. Χρόνος κτήσης εισοδήματος από τόκους χορηγηθέντος δανείου.
    Ποσό που εισέπραξε ο κύριος Χ πέραν του κεφαλαίου το οποίο δάνεισε στον κύριο Ψ και το οποίο του επιστράφηκε, αποτελεί εισόδημα από κινητές αξίες, σύμφωνα με τις διατάξεις της περ. γ' της παρ.1 του άρθρου 24 του ν.2238/1994. Περαιτέρω, προκειμένου για την εξεύρεση του χρόνου κτήσης των εν λόγω τόκων από το δικαιούχο αυτών θα πρέπει μετά από μελέτη της σχετικής σύμβασης μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, να διαπιστώσετε σε ποιο έτος οι τόκοι καθίστανται ληξιπρόθεσμοι ή απαιτητοί, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρ.4 του άρθρου 26 του ίδιου νόμου, ανεξάρτητα από το εάν δεν εισπράχθηκαν το έτος αυτό (εγκ. 129/1955). Τέλος, το ποσό των τόκων που αποκτά ο κύριος Χ σε κάποιο έτος, σύμφωνα με τα πιο πάνω, δεν μπορεί να είναι μικρότερο από το ποσό των τόκων που προκύπτει με την εφαρμογή του ελάχιστου επιτοκίου που προβλέπεται από την παρ. 3 του άρθρου 25 του ίδιου νόμου, στο κεφάλαιο που δανείσθηκε. (1069101/1286/Α0012/10.10.2008)
    4. Τεκμαρτή διαφορά από πώληση ακινήτων.
    ( αφορά τις περιπτώσεις πώλησης ακινήτων κατά τις οποίες η τιμή πώλησης είναι μικρότερη από την αντικειμενική αξία του ακινήτου )
    5. Αναλογία δαπανών στα αφορολόγητα έσοδα.
    (αφορά την περίπτωση του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994 περ. «8.Σε περίπτωση κατά την οποία στα ακαθάριστα έσοδα περιλαμβάνονται και έσοδα που απαλλάσσονται του φόρου εισοδήματος ή φορολογούνται κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης ή έσοδα από μερίσματα και κέρδη από συμμετοχή σε ημεδαπές εταιρίες,για τον υπολογισμό του καθαρού κέρδους της επιχείρησης που υπόκειται σε φορολογία,το συνολικό ποσό των δαπανών που πρόκειται να εκπεσθεί μειώνεται κατά τα εξής ποσά δαπανών,που βαρύνουν τα πιο πάνω ακαθάριστα έσοδα: α) Ποσό των χρεωστικών τόκων που εξευρίσκεται με επιμερισμό των τόκων αυτών μεταξύ των υποκείμενων στη φορολογία ακαθάριστων εσόδων και αυτών που αναφέρονται πιο πάνω. β) Ποσοστό πέντε τοις εκατό (5%) των εσόδων που απαλλάσσονται της φορολογίας ή φορολογούνται κατά ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης ή των εσόδων από μερίσματα και κέρδη από συμμετοχή σε άλλες ημεδαπές επιχειρήσεις,ως λοιπές δαπάνες. Το ποσό αυτό δεν μπορεί να υπερβαίνει το είκοσι τοις εκατό (20%)των πάσης φύσεως δαπανών της επιχείρησης……..»
    • Οι διατάξεις του Κ.Φ.Ε. σχετικά με τη μείωση των εκπιπτόμενων δαπανών όταν στα ακαθάριστα έσοδα περιλαμβάνονται και απαλλασσόμενα του φόρου εισοδήματος ή φορολογούμενα κατ΄ ειδικό τρόπο με εξάντληση της φορολογικής υποχρέωσης έσοδα, ή έσοδα από μερίσματα και κέρδη από συμμετοχή σε ημεδαπές εταιρείες, δεν έχουν εφαρμογή επί της ωφέλειας που προκύπτει από την εφάπαξ καταβολή του φόρου, καθόσον η ωφέλεια αυτή δεν έχει τα εννοιολογικά χαρακτηριστικά του εισοδήματος. Επίσης, δεν εφαρμόζονται και επί της υπεραξίας που προκύπτει από την πώληση μετοχών εισηγμένων στο ΧΑΑ σε τιμή ανώτερη της τιμής κτήσης, καθόσον αυτή για να απαλλαγεί από το φόρο εισοδήματος πρέπει κατά ρητή διατύπωση του νόμου να εμφανιστεί σε αποθεματικό (Ν.Σ.Κ. 6387/1997). (1115606/11044/Β0012/18-12-1997), (1115606/11044/Β0012/ΠΟΛ.1327/18.12.1997)
    • Το συνολικό ποσό των δαπανών των συνεταιρισμών τραπεζών του ν. 1667/1986 δεν μειώνεται με τα ποσά που αναφέρονται στην παράγραφο 8 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε, όπως συμβαίνει και με τις λοιπές τράπεζες. (1080609/11134/Β0012/1-11-2004)
    6. Φορολογική αναμόρφωση λόγω εφαρμογής του άρθρου 39 του Ν. 2238/1994
    (αφορά περιπτώσεις, που έχουν εφαρμογή οι διατάξεις του άρθρου 39 του Ν. 2238/1994 Κύρωση του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος)
    -Όταν μεταξύ ημεδαπών επιχειρήσεων, οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3, πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.
    -Όταν μεταξύ ημεδαπής και αλλοδαπής επιχείρησης οι οποίες συνδέονται κατά την έννοια της παραγράφου 3, πραγματοποιούνται πωλήσεις αγαθών ή παρέχονται υπηρεσίες με οικονομικούς όρους διαφορετικούς από εκείνους που θα είχαν συμφωνηθεί μεταξύ ανεξάρτητων επιχειρήσεων, τα κέρδη τα οποία, χωρίς τους όρους αυτούς, θα είχαν πραγματοποιηθεί από την ημεδαπή επιχείρηση αλλά τελικά δεν πραγματοποιήθηκαν λόγω των ανωτέρω όρων, θεωρούνται κέρδος της επιχείρησης αυτής, με το οποίο προσαυξάνονται τα καθαρά της κέρδη, χωρίς να θίγεται το κύρος των βιβλίων και στοιχείων.
    -Οι διατάξεις των προηγούμενων παραγράφων εφαρμόζονται για τις επιχειρήσεις που συνδέονται με σχέση άμεσης ή έμμεσης ουσιώδους διοικητικής ή οικονομικής εξάρτησης ή ελέγχου, λόγω συμμετοχής της μιας στο κεφάλαιο ή τη διοίκηση της άλλης ή λόγω συμμετοχής των ιδίων προσώπων στο κεφάλαιο ή στη διοίκηση και των δύο επιχειρήσεων
    -Η διαφορά κερδών που προκύπτει από τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 2, προσαυξάνει τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης που προκύπτουν από τα βιβλία της, προκειμένου τα έσοδα αυτά να ληφθούν υπόψη για τον προσδιορισμό των φόρων, τελών και εισφορών.
    -Για τον έλεγχο της εφαρμογής της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου, οι ελεγχόμενες επιχειρήσεις υποχρεούνται να τηρούν τα στοιχεία τεκμηρίωσης τιμών ενδοομιλικών συναλλαγών που καθορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 39Α του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος.»


 

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΕΜΠΤΟ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΑΝΟΡΓΑΝΩΝ ΕΣΟΔΩΝ - ΕΞΟΔΩΝ.
ΟΜΑΔΑ 8η: ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ

81 ΕΚΤΑΚΤΑ ΚΑΙ ΑΝΟΡΓΑΝΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ
81.00 Έκτακτα και ανόργανα έξοδα

  • Κ.Φ.Ε Άρθρο 31, παρ.17. « Οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα , οι πρόσθετοι φόροι, οι προσαυξήσεις και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται για οποιονδήποτε λόγο σε βάρος επιχείρησης δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά της.»


 


81.00.00 Φορολογικά πρόστιμα και προσαυξήσεις

  • Οι πρόσθετοι φόροι και πρόστιμα που καταλογίζονται σε βάρος επιχείρησης μετά από το φορολογικό έλεγχο, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1107461/11298/Β0012/4.12.2000)


  • Προσαυξήσεις για εκπρόθεσμη εξόφληση χρεών προς το Δημόσιο δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση. ( ΣτΕ 2016/1984 )


 

81.00.01 Προσαυξήσεις εισφορών ασφαλιστικών ταμείων

  • Το ποσό των προσαυξήσεων που κατέβαλε επιχείρηση για την εκπρόθεσμη καταβολή των ασφαλιστικών εισφορών προς το ΙΚΑ, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (Ε.9160/1260/7.7.1982)


  • Η προσαύξηση λόγω εκπρόθεσμης καταβολής εργοδοτικών εισφορών (γενικώς) δεν αναγνωρίζεται για έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα. ( ΣτΕ 2045/1995 )


 

81.00.02 Καταπτώσεις εγγυήσεων - ποινικών ρήτρων

  • Η αποζημίωση για κάλυψη αποθετικής ζημίας (διαφυγόντος κέρδους) που επιδικάζεται σε βάρος επιχείρησης με απόφαση διαιτητικού δικαστηρίου, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1011706/10109/Β0012/14.2.2003)


  • Το ποσό της αποζημίωσης που καταβάλλει - βάσει νόμου - εκμισθώτρια επιχείρηση στο μισθωτή για τη λύση της μισθωτικής σχέσης, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα μόνο μέχρι του ύψους του ακαθαρίστου εισοδήματος που αποκτά από το συγκεκριμένο μίσθιο κατά το έτος καταβολής της αποζημίωσης. (ΚΦΕ, άρθρο 23, παρ1, περ.ζ)


  • Επιπλέον, οι ποινικές ρήτρες, τα πρόστιμα και οι χρηματικές ποινές που επιβάλλονται εξαιτίας αθετήσεως συμβατικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων ή παραβάσεων διατάξεων νόμου κλπ., δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδά τους. Στην περίπτωση αυτή, δεν εμπίπτουν οι τόκοι υπερημερίας, καθόσον με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης δ΄ της παραγράφου 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε εκπίπτουν όλοι οι τόκοι χωρίς να γίνεται διάκριση ως προς το είδος των τόκων (συμβατικοί ή υπερημερίας) (1003821/10037/Β0012/ΠΟΛ.1005/14.1.2005 Α.Υ.Ο., ΚΦΕ, άρθρο 23, παρ.17)


81.00.03 Κλοπές – Υπεξαιρέσεις

  • Το χρηματικό έλλειμμα ταμείου επιχείρησης, εφόσον είναι βέβαιο και οριστικό ώστε να μη γεννιέται αμφιβολία σχετικά με την ύπαρξη και την έκτασή του, το οποίο όμως αντισταθμίζεται από απαίτηση της επιχείρησης κατά ορισμένου προσώπου (π.χ. από τον υπάλληλο που το καταχράστηκε) έναντι του οποίου γεννιέται έννομο δικαίωμα της επιχείρησης να απαιτήσει την είσπραξη του ποσού, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, καθόσον στην περίπτωση αυτή η απώλεια του κεφαλαίου αντισταθμίζεται από τη νόμιμη απαίτηση της διεκδίκησης του καταχρασθέντος ποσού. (1009691/10108Β0012/19-4-1995), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Η ζημία που υφίσταται επιχείρηση, λόγω απώλειας περιουσιακού της στοιχείου, από ληστεία ή κλοπή, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου (χρήσης) κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εφόσον, κατά την κρίση της φορολογικής αρχής, η ζημία είναι οριστική, τουτέστιν βέβαιη ως προς την ύπαρξη και εκκαθαρισμένη κατά ποσόν, είναι δε άλλο το ζήτημα αν σε χρόνο μεταγενέστερο της διαχειριστικής περιόδου (χρήσης) κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εντοπισθούν οι δράστες της κλοπής ή της ληστείας, οπότε υφίσταται αποζημιωτική αξίωση της επιχείρησης κατ' αυτών. Το ζήτημα αυτό δεν αντιμετωπίζεται από τις κείμενες διατάξεις και χρήζει νομοθετικής ρυθμίσεως. (Γνωμ ΝΣΚ 524/2012)


81.00.04 Συναλλαγματικές διαφορές

  • Για τις συναλλαγματικές διαφορές, που προκύπτουν από τη μετατροπή σε δραχμές κατά την απογραφή των περιουσιακών στοιχείων της προηγουμένης παραγράφου, εφαρμόζονται οι διατάξεις που ακολουθούν, κατά περίπτωση:
    α) Οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την πληρωμή και την αποτίμηση σε δραχμές των υποχρεώσεων από πιστώσεις ή δάνεια σε ξένο νόμισμα, που χρησιμοποιήθηκαν αποκλειστικά για την απόκτηση πάγιων περιουσιακών στοιχείων (αγορά, κατασκευή, εγκατάσταση), καταχωρούνται σε λογαριασμό πολυετούς απόσβεσης. Η απόσβεση των διαφορών αυτών διενεργείται ως εξής:
    αα) Οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές, κατά πίστωση ή δάνειο, μετά από συμψηφισμό τυχόν πιστωτικών συναλλαγματικών διαφορών, σύμφωνα με την πιο κάτω υποπερίπτωση αβ', αποσβένονται ανάλογα με την υπόλοιπη κανονική χρονική διάρκεια της πίστωσης ή του δανείου. Η ετήσια απόσβεση του υπόλοιπου του λογαριασμού πολυετούς απόσβεσης, κατά πίστωση ή δάνειο, είναι ίση με το πηλίκων της διαίρεσης του υπολοίπου του λογαριασμού αυτού κατά το τέλος της χρήσης με τον αριθμό των ετών από τη λήξη της χρήσης αυτής μέχρι την κανονική λήξη της αντίστοιχης πίστωσης ή του δανείου. Χρονική περίοδος μικρότερη του δωδεκαμήνου λογίζεται ως έτος. Αν μεσολαβεί κατασκευαστική περίοδος η τμηματική απόσβεση του χρεωστικού υπόλοιπου του αντίστοιχου λογαριασμού πολυετούς απόσβεσης αρχίζει από τη χρήση μέσα στην οποία έληξε η κατασκευαστική περίοδος ή διακόπηκε η κατασκευή του πάγιου περιουσιακού στοιχείου, για οποιοδήποτε λόγο. Σε περίπτωση ληξιπρόθεσμων πιστώσεων ή δανείων, κατά το όλο ή μέρος αυτών, τα υπόλοιπα των αντίστοιχων λογαριασμών πολυετούς
    απόσβεσης, που αντιστοιχούν στο ληξιπρόθεσμο μέρος, αποσβένονται στο τέλος της χρήσης μέσα στην οποία οι αντίστοιχες πιστώσεις ή τα αντίστοιχα δάνεια έγιναν ληξιπρόθεσμα.
    αβ) Οι πιστωτικές συναλλαγματικές διαφορές, κατά πίστωση ή δάνειο, στο τέλος της χρήσης μειώνουν τις χρεωστικές και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν χρεωστικές ή αυτές υπολείπονται των πιστωτικών, κατά το όλο ή το μέρος που δεν συμψηφίζονται, μεταφέρονται σε λογαριασμό πρόβλεψης, κατά πίστωση ή δάνειο.
    Στο τέλος της χρήσης το πιστωτικό υπόλοιπο του πιο πάνω λογαριασμού πρόβλεψης κατά πίστωση ή δάνειο, συμψηφίζεται με τυχόν χρεωστικό υπόλοιπο του αντίστοιχου λογαριασμού πολυετούς απόσβεσης. Στην περίπτωση που μετά το συμψηφισμό αυτό παραμένει πιστωτικό υπόλοιπο στο λογαριασμό πρόβλεψης, από το υπόλοιπο αυτό μεταφέρεται σε αποτελεσματικό λογαριασμό της κλειόμενης χρήσης το μέρος που αντιστοιχεί στο ποσό της πίστωσης ή του δανείου που πληρώθηκε μέσα σ' αυτήν.
    β) Οι συναλλαγματικές διαφορές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση σε δραχμές των απαιτήσεων και των λοιπών υποχρεώσεων σε ξένο νόμισμα καταχωρούνται σε ιδιαίτερους λογαριασμούς προβλέψεων κατά ξένο νόμισμα, με παραπέρα διάκριση σε προερχόμενες από βραχυπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες απαιτήσεις και υποχρεώσεις και μεταφέρονται σε αποτελεσματικούς λογαριασμούς ως εξής:
    βα) Όταν προέρχονται από βραχυπρόθεσμες απαιτήσεις και υποχρεώσεις, τα χρεωστικά υπόλοιπα των πιο πάνω λογαριασμών προβλέψεων στο τέλος κάθε χρήσης μεταφέρονται σε αποτελεσματικό λογαριασμό της κλειόμενης χρήσης, τα δε πιστωτικά σε αποτελεσματικό λογαριασμό της επόμενης χρήσης,
    ββ) όταν προέρχονται από μακροπρόθεσμες απαιτήσεις και υποχρεώσεις, στο τέλος κάθε χρήσης τα χρεωστικά υπόλοιπα των πιο πάνω λογαριασμών προβλέψεων μεταφέρονται σε αποτελεσματικό λογαριασμό της κλειόμενης χρήσης, από δε τα πιστωτικά υπόλοιπα αυτών μεταφέρεται σε αποτελεσματικό λογαριασμό κάθε χρήσης το μέρος εκείνο που αντιστοιχεί στις απαιτήσεις και τις υποχρεώσεις σε ξένο νόμισμα που εισπράχθηκαν ή πληρώθηκαν μέσα στη χρήση. Στην περίπτωση που προηγήθηκαν μερικοί συμψηφισμοί των πιστωτικών υπολοίπων των λογαριασμών προβλέψεων με χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές, το μέρος των πιστωτικών υπολοίπων που μεταφέρεται σε αποτελεσματικό λογαριασμό κάθε χρήσης προσδιορίζεται κατ'
    αναλογία, με βάση τα αρχικά υπόλοιπα και τα μετά τους συμψηφισμούς αντίστοιχα πιστωτικά υπόλοιπα των πιο πάνω λογαριασμών προβλέψεων, κατά ξένο νόμισμα,
    γ) οι συναλλαγματικές διαφορές, χρεωστικές ή πιστωτικές που προκύπτουν κατά την αποτίμηση σε δραχμές των χρεογράφων και τίτλων γενικά, των στοιχείων του πάγιου ενεργητικού εκτός των μακροπρόθεσμων απαιτήσεων, των κάθε μορφής αποθεμάτων αγαθών και των διαθέσιμων περιουσιακών στοιχείων, μεταφέρονται σε αποτελεσματικό λογαριασμό της χρήσης στην οποία δημιουργήθηκαν. (άρθρο 28, Π.Δ. 186/1992)


  • Οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές οι οποίες προέκυψαν σε βάρος εξαγωγικών επιχειρήσεων, είτε κατά την είσπραξη απαιτήσεων σε δολάρια ΗΠΑ στο διάστημα 1/1/2004 - 31/12/2004, είτε κατά την αποτίμηση τέλους χρήσης για απαιτήσεις οι οποίες προήλθαν από πράξεις που έλαβαν χώρα μέχρι την 31/12/2004, μπορούν να αποσβεστούν είτε εφάπαξ, είτε ισόποσα σε τρεις συνεχόμενες χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορά ισολογισμούς που κλείνουν με 31 Δεκεμβρίου 2004 και μετά. (1024360/10327/Β0012/ ΠΟΛ.1042/8.3.2005 )


  • Από την επιβάρυνση που προκύπτει, σε επιχείρηση που τηρεί βιβλία τρίτης κατηγορίας του Κ.Β.Σ., από την προαγορά συναλλάγματος με καθορισμένη και αμετάβλητη νομισματική αξία που πραγματοποιήθηκε για την εξόφληση δανείου σε συνάλλαγμα, εντός της ίδιας χρήσης που λήφθηκε το δάνειο το οποίο υποχρεούται η επιχείρηση να εξοφλήσει εντός της επόμενης διαχειριστικής περιόδου από εκείνη κατά την οποία το έλαβε, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, μόνο το τμήμα της χρεωστικής διαφοράς που προκύπτει και αναλογεί στο χρονικό διάστημα από την ημερομηνία προαγοράς συναλλάγματος μέχρι και την ημερομηνία λήξης της κλειομένης διαχειριστικής περιόδου της, καθόσον σύμφωνα με την αρχή της αυτοτέλειας των χρήσεων, σε αποτελεσματικό λογαριασμό μεταφέρεται μόνο το τμήμα της επιβάρυνσης που βαρύνει την κλειόμενη διαχειριστική της περίοδο. (1079370/10435/Β0012/ΠΟΛ.1200/9.7.1996), (1024028/201/Α0015/24.5.1996)


  • Απόσβεση χρεωστικών συναλλαγματικών διαφορών που προέκυψαν από την εφαρμογή του ευρώ
    Oι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές που προέκυψαν είτε κατά την είσπραξη ή εξόφληση των απαιτήσεων ή υποχρεώσεων (αντίστοιχα) σε ευρώ, κατά το ημερολογιακό έτος 2001, είτε κατά την αποτίμηση αυτών, καθώς και των διαθεσίμων και των λοιπών περιουσιακών στοιχείων των επιχειρήσεων, αποσβένονται, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 7 του ν. 2842/2000, είτε εφάπαξ είτε ισόποσα σε τρεις (3) συνεχόμενες χρήσεις.
    Για το χρεωστικό υπόλοιπο των συναλλαγματικών διαφορών που απομένει μετά το συμψηφισμό χρεωστικών συναλλαγματικών διαφορών με τυχόν πιστωτικές, κατά την πληρωμή και την αποτίμηση των υποχρεώσεων, από πιστώσεις ή δάνεια σε νόμισμα εκτός ζώνης ΟΝΕ ή τρίτων χωρών, καθώς και νομισμάτων ζώνης ΟΝΕ, αποσβένυται ανάλογα με την υπόλοιπη κανονική χρονική διάρκεια της πίστωσης ή δανείου, με περαιτέρω δυνατότητα απόσβεσης του ποσού που βαρύνει τα αποτελέσματα κάθε χρήσης, ισόποσα σε τρεις συνεχόμενες χρήσεις.
    Επισημαίνεται, ότι τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή για τις επιχειρήσεις με διαχειριστική περίοδο που λήγει στις 31.12.2000 ή άλλη ημερομηνία μέσα στο έτος 2001. (1011848/104/0015/ΠΟΛ.1087/28.3.2001)


  • Απόσβεση χρεωστικών συναλλαγματικών διαφορών που προέκυψαν κατά την είσπραξη ή αποτίμηση απαιτήσεων σε δολάρια ΗΠΑ
    Οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές που προέκυψαν, είτε κατά την είσπραξη απαιτήσεων σε δολάριο ΗΠΑ στο διάστημα από 1 Ιανουαρίου 2002 μέχρι τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου (31.12.2002), είτε κατά την αποτίμηση στο τέλος της χρήσης 2002, μπορούν να αποσβεστούν, είτε εφάπαξ, είτε ισόποσα σε τρεις (3) συνεχόμενες χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορά ισολογισμούς που κλείνουν με 31 Δεκεμβρίου 2002 και μετά. (1028357/10287/Β0012/29.4.2003)
    Τα παραπάνω έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις επιχειρήσεις που έκλεισαν ισολογισμό με 30 Ιουνίου 2003. Δηλαδή, οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές, οι οποίες προέκυψαν είτε κατά την είσπραξη απαιτήσεων σε δολάριο ΗΠΑ στο διάστημα από 1 Ιουλίου 2002 μέχρι 30 Ιουνίου 2003, είτε προκύπτουν από την αποτίμηση στο τέλος της χρήσης (30.6.2003), θα αποσβεσθούν από τις πιο πάνω επιχειρήσεις είτε εφάπαξ, είτε ισόποσα σε τρεις (3) συνεχόμενες χρήσεις αρχής γενομένης από τη χρήση της οποίας η διαχειριστική περίοδος κλείνει στις 30 Ιουνίου 2003.
    Τα ανωτέρω έχουν ανάλογη εφαρμογή και σε όλες τις επιχειρήσεις, των οποίων ο ισολογισμός κλείνει μετά την 31 Δεκεμβρίου 2002 και αφορά τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2003. (1061083/10567/Β0012/30.6.2003)


  • Απόσβεση χρεωστικών συναλλαγματικών διαφορών που προέκυψαν κατά την εξόφληση ή αποτίμηση υποχρεώσεων σε δολάρια ΗΠΑ ή σε ΓΙΕΝ Ιαπωνίας
    Οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές οι οποίες προέκυψαν είτε κατά την εξόφληση υποχρεώσεων σε Γιέν Ιαπωνίας ή σε δολάριο ΗΠΑ στο διάστημα από 1.1.2000 μέχρι τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, είτε κατά την αποτίμηση τέλους χρήσης και οι υποχρεώσεις αυτές προέρχονταν από πράξεις που έλαβαν χώρα μέχρι και την 31.12.1999, μπορούσαν να αποσβεστούν είτε εφάπαξ, είτε ισόποσα σε τρεις (3) συνεχόμενες χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορούσε ισολογισμούς που έκλεισαν με 31.12.2000 και μετά. Τα ανωτέρω είχαν ανάλογη εφαρμογή και για τις επιχειρήσεις που έκλεισαν διαχειριστική περίοδο με 30-6-2001. (1112072/11332/Β0012/ΠΟΛ.1294/8.12.2000)
    Οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές που προέκυψαν, είτε κατά την εξόφληση υποχρεώσεων σε Γιέν Ιαπωνίας, στο διάστημα από 1.1.1999 μέχρι 31.12.1999, είτε κατά την αποτίμηση τέλους χρήσης (31.12.1999) και οι υποχρεώσεις αυτές προέρχονταν από πράξεις που έλαβαν χώρα μέχρι και τις 31.12.1998, μπορούσαν να αποσβεστούν, είτε εφάπαξ, είτε ισόποσα σε τρεις (3) συνεχόμενες χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορούσε ισολογισμούς, που έκλεισαν με 31.12.1999 και μετά. (1113835/11076/Β0012/ΠΟΛ.1263/24.12.1999)
    Στην πιο πάνω ρύθμιση περιλαμβάνονται και οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές που προέκυψαν από υποχρεώσεις σε Ιαπωνικό νόμισμα Γιέν, που γεννήθηκαν από 1.1.1999 μέχρι 31.12.1999. (1121374/11157/Β0012/ΠΟΛ.1268/29.12.1999)
    Τα παραπάνω έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις επιχειρήσεις που έκλεισαν ισολογισμό με 30.6.2000. Δηλαδή, οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές, οι οποίες προέκυψαν είτε κατά την εξόφληση υποχρεώσεων σε Ιαπωνικό νόμισμα Γιέν στο διάστημα από 1.7.1999 μέχρι 30.6.2000, είτε κατά την αποτίμηση τέλους χρήσης (30.6.2000) και οι υποχρεώσεις αυτές προέρχονταν από πράξεις που έλαβαν χώρα μέχρι και τις 30.6.2000, αποσβένονταν από τις πιο πάνω επιχειρήσεις είτε εφάπαξ, είτε ισόποσα σε τρεις (3) συνεχόμενες χρήσεις αρχής γενομένης από τη χρήση της οποίας η διαχειριστική περίοδος έκλεισε στις 30.6.2000.
    Τα ανωτέρω έχουν εφαρμογή και σε όλες τις επιχειρήσεις, των οποίων ο ισολογισμός έκλεινε μετά την 31.12.1999 και αφορούσε τη δήλωση φορολογίας εισοδήματος οικονομικού έτους 2000. (1054141/10714/Β0012/ΠΟΛ.1212/18.7.2000)


  • Απόσβεση χρεωστικών συναλλαγματικών διαφορών που προέκυψαν είτε κατά την εξόφληση υποχρεώσεων από 13/3/1998 μέχρι 31/12/1998, είτε κατά την αποτίμηση τέλους χρήσης (31/12/1998)
    Οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές, οι οποίες προέκυψαν λόγω της προσαρμογής της συναλλαγματικής ισοτιμίας της δραχμής (13-3-1998), είτε κατά την εξόφληση υποχρεώσεων στο διάστημα από 13 Μαρτίου 1998 μέχρι τη λήξη της διαχειριστικής περιόδου, είτε κατά την αποτίμηση τέλους χρήσης και οι υποχρεώσεις αυτές γεννήθηκαν πριν από την 13η Μαρτίου 1998, μπορούσαν να αποσβεστούν, είτε εφάπαξ, είτε ισόποσα σε τρεις (3) συνεχόμενες χρήσεις αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορούσε ισολογισμούς που έκλεισαν μετά την 31.12.1997. (1095950/10341/Β0012/ΠΟΛ.1224/20.8.1998)


  • Απόσβεση χρεωστικών συναλλαγματικών διαφορών, που προέκυψαν στην χρήση 2003, από την αποτίμηση των απαιτήσεων σε Δολάρια ΗΠΑ
    Οι χρεωστικές συναλλαγματικές διαφορές οι οποίες προέκυψαν σε βάρος εξαγωγικών επιχειρήσεων, είτε κατά την είσπραξη απαιτήσεων σε δολάρια ΗΠΑ στο διάστημα 1/1/2003-31/12/2003, είτε κατά την αποτίμηση τέλους χρήσης για απαιτήσεις οι οποίες είχαν προέλθει από πράξεις που είχαν λάβει χώρα μέχρι την 31-12-2003 μπορούν να αποσβεσθούν είτε εφάπαξ είτε ισόποσα σε τρεις συνεχόμενες χρήσεις, αρχής γενομένης από τη χρήση που αφορά ισολογισμούς που κλείνουν με 31 Δεκεμβρίου 2003 και μετά. (1052923/10707/Β0012/24.6.2004)



 

81.00.05 Αξία σημαντικών δωρεών αποθεμάτων για κοινωφελείς σκοπούς (Γνωμ. 44/1129/1989)
81.00.11 Φόρος επί υπεραξίας αναπροσαρμογής ακινήτων (άρθρο 24 ν. 2065/1992)

  • Φορολογία υπεραξίας. Από την υπεραξία που προκύπτει με βάση τις διατάξεις του άρθρου 22 του νόμου αυτού, παρέχεται η δυνατότητα στις επιχειρήσεις, κατά το χρόνο της εμπρόθεσμης υποβολής της δήλωσης υπεραξίας, να αφαιρεθεί αναλογικά η ζημία που επιτρέπεται κατά το χρόνο της αναπροσαρμογής να συμψηφισθεί με άλλα εισοδήματα ή να μεταφερθεί για συμψηφισμό με βάση τις διατάξεις που ισχύουν στη φορολογία εισοδήματος.
    Η ζημία που αφαιρείται από την προκύψασα υπεραξία δεν συμψηφίζεται με άλλα εισοδήματα, ούτε και μεταφέρεται για συμψηφισμό στο επόμενα χρόνια.
    Ο φόρος αυτός βαρύνει την επιχείρηση και δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της κατά τον υπολογισμό των φορολογητέων κερδών, ούτε συμψηφίζεται με το φόρο εισοδήματος που οφείλεται από την επιχείρηση για τα λοιπά εισοδήματα της. (Άρθρο 24 ν.2065/1992 )


 

81.00.99 Λοιπά έκτακτα και ανόργανα έξοδα

  • Δεν εκπίπτει ποσό εξαγοράς ποινής για αγορανομική παράβαση. ( ΣτΕ 2942/1988 )


 

81.01 Έκτακτα και ανόργανα έσοδα
81.01 05 Αναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων

  • Αποσβέσεις επιχορηγηθέντων παγίων. Οι αποσβέσεις που αναλογούν στην αξία των παγίων στοιχείων που επιχορηγείται βάσει αναπτυξιακών νόμων (Ν. 1892/1990, Ν. 2601/1998) ή από την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την πραγματοποίηση επενδύσεων, δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα.
    Για το λόγο αυτό, τα ποσά επιχορηγήσεων καταχωρούνται σε πίστωση του λογαριασμού 41.10 ΄΄Επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων΄΄ και στο τέλος κάθε χρήσης ποσό αυτών ίσο με τις τακτικές και πρόσθετες αποσβέσεις, που διενεργήθηκαν στην αξία των παγίων στοιχείων που επιχορηγήθηκε, μεταφέρεται στον αποτελεσματικό λογαριασμό 81.10 ΄΄Έκτακτα και ανόργανα έσοδα΄΄ με την ειδικότερη διάκριση 81.10.05 ΄΄Αναλογούσες στη χρήση επιχορηγήσεις πάγιων επενδύσεων΄΄. (1040321/10238/ ΠΟΛ.1093/5.5.1992 ερμην. εγκύκλιος του Ν. 1892/1990, 1072294/11060/Β0012/1.10.2004). Τα ανωτέρω δεν ισχύουν για τις αποσβέσεις των παγίων στοιχείων που επιχορηγούνται με το Ν. 3299/2004. ( ΠΟΛ.1029/17.2.2006 )


 

81.02 Έκτακτες ζημίες

  • Η αποζημίωση που καταβάλει επιχείρηση σε κληρονόμους φονευθέντος από πτώση - συνεπεία σεισμού - κτιρίου ιδιοκτησίας της, εκπίπτει ως παραγωγική δαπάνη, από τα ακαθάριστα έσοδα της χρήσης μέσα στην οποία καταβλήθηκε στους δικαιούχους. (1015381/322/Α0012/24.9.2002)


  • Η συμπληρωματική αποζημίωση στην οικογένεια θανόντος υπαλλήλου επιχείρησης από σύγκρουση με αυτοκίνητό της κατά την ώρα της επαγγελματικής απασχόλησής του, εκπίπτει ως παραγωγική δαπάνη από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1015381/322/Α0012/24-9-2002) (ΣτΕ 3214/1982)
    Προσοχή σύμφωνα με την ΠΟΛ.1036/2.3.2006
    δεν αναγνωρίζονται πλέον ως εκπεστέα δαπάνη:
    Η αποζημίωση που καταβάλλει επιχείρηση σε κληρονόμους φονευθέντος από πτώση - συνεπεία σεισμού- κτιρίου ιδιοκτησίας της, η συμπληρωματική αποζημίωση που καταβάλλει επιχείρηση στην οικογένεια θανόντος υπαλλήλου της από σύγκρουση με αυτοκίνητό της κατά την ώρα επαγγελματικής απασχόλησής του,
    η αποζημίωση για σωματικές βλάβες που καταβάλλει επιχείρηση σε τρίτο, λόγω τραυματισμού του από δικό της αυτοκίνητο, ανεξάρτητα από το χρόνο του συμβάντος, τα έξοδα που καταβάλλει επιχείρηση για τη νοσηλεία υπαλλήλου της στο εξωτερικό,
    καθώς και τα έξοδα μετάβασης του άλλου συζύγου - συνοδού.


  • Η συμπληρωματική αποζημίωση για σωματικές βλάβες που καταβάλει επιχείρηση σε τρίτο, ο οποίος τραυματίσθηκε από αυτοκίνητό της, χρησιμοποιούμενο στα πλαίσια της επαγγελματικής της απασχόλησης, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1015381/322/Α0012/24.9.2002) (ΣτΕ 3214/1982)



  • Η ζημία που υφίσταται επιχείρηση λόγω ληστείας ή κλοπής εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της, κατά τη διαχειριστική περίοδο στην οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός.

    Αναφορικά με το πιο πάνω θέμα, σας διαβιβάζουμε συνημμένα την αριθ.524/2012 γνωμοδότηση του Ν.Σ.Κ. (Β' Τμήμα), που έγινε αποδεκτή από τον Υφυπουργό Οικονομικών, σύμφωνα με την οποία, η ζημία που υφίσταται επιχείρηση, λόγω απώλειας περιουσιακού της στοιχείου, από ληστεία ή κλοπή, εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα της διαχειριστικής περιόδου (χρήσης) κατά την οποία έλαβε χώρα το ζημιογόνο γεγονός, εφόσον, κατά την κρίση της φορολογικής αρχής, η ζημία είναι οριστική, δηλαδή βέβαιη ως προς την ύπαρξη και εκκαθαρισμένη κατά ποσό.(ΠΟΛ.1006/9.1.2013)


 

81.02.00 Ζημίες από εκποίηση ακινήτων

  • Η τιμή πώλησης που λήφθηκε υπόψη για τον υπολογισμό της ζημιάς από πώληση ακινήτου δεν πρέπει να είναι μικρότερη, από αυτή που προσδιορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις περί φορολογίας μεταβιβάσεως ακινήτων. Τυχόν διαφορά δεν εκπίπτει φορολογικά. (περ. η § 1 άρθρου 31).


 

81.02.01 Ζημίες από εκποίηση τεχνικών έργων
81.02.02 Ζημίες από εκποίηση μηχανημάτων - τεχνικών εγκαταστάσεων - λοιπού μηχανολογικού εξοπλισμού
81.02.03 Ζημίες από εκποίηση μεταφορικών μέσων
81.02.04 Ζημίες από εκποίηση επίπλων και λοιπού εξοπλισμού

  • Σύμφωνα με την περίπτωση η΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Κωδ. Ν 2238/1994 αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης η ζημία που πραγματοποιήθηκε από φθορά, απώλεια ή υποτίμηση κεφαλαίου. Σχετική είναι και η απόφαση του ΣτΕ 2936/1988 σύμφωνα με την οποία η ζημία από καταστροφή αποθεμάτων, αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως, εφόσον βέβαια η ζημία είναι βεβαιωμένη και δεν καλύπτεται με ασφαλιστική ή άλλη αποζημίωση.


  • Φορολογική μεταχείριση ασφαλιστικών αποζημιώσεων για την καταστροφή κτιρίου και μηχανολογικού εξοπλισμού επιχείρησης που τηρεί βιβλία Γ΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ., καθώς και για τις ζημίες μηχανήματος που η επιχείρηση έχει μισθώσει.
    Με αφορμή ερωτήματα που έχουν υποβληθεί, σχετικά με το θέμα, σας γνωρίζουμε τα ακόλουθα:
    1. Με τις διατάξεις της περίπτωσης δ΄ της παρ. 3 του άρθρου 28 του Ν. 2238/1994 ορίζεται ότι τα κέρδη από παρεπόμενες εργασίες που ενεργούνται από την επιχείρηση παράλληλα με τον κύριο σκοπό της θεωρούνται ως εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις.
    2. Περαιτέρω, με τις διατάξεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του Ν. 2238/1994 ορίζεται ότι ως ακαθάριστο εισόδημα από εμπορικές επιχειρήσεις λαμβάνεται το σύνολο των ακαθάριστων εσόδων από τις κάθε είδους εμπορικές συναλλαγές αυτών.
    3. Επίσης, με τις διατάξεις της περιπτ. η΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Ν. 2238/1994 ορίζεται ότι η ζημιά που πραγματοποιείται από φθορά, απώλεια ή υποτίμηση κεφαλαίου εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων. Όμως, ειδικά η αναπόσβεστη αξία κατεδαφιστέων κτιρίων της επιχείρησης δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της.
    4. Επιπλέον και σύμφωνα με την αριθμ. 260/11-1-1996 γνωμοδότηση του ΕΣΥΛ, σε περίπτωση καταστροφής μηχανημάτων επιχείρησης και εφόσον αυτά είναι ασφαλισμένα και δεν έχουν αποσβεστεί ολοκληρωτικά, η επιχείρηση χρεώνει στο λογαριασμό 33.95 "λοιποί χρεώστες διάφοροι σε δρχ." την ασφαλιστική εταιρία με την αναπόσβεστη αξία των μηχανημάτων και πιστώνει με την ίδια αξία το λογαριασμό στον οποίο παρακολουθούνται αυτά. Περαιτέρω, όταν η επιχείρηση εισπράξει την αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρία, χρεώνει με το ποσό αυτής τον κατάλληλο λογαριασμό των χρηματικών διαθεσίμων και πιστώνει με το ίδιο ποσό τον ως άνω λογαριασμό 33.95. Το υπόλοιπο του τελευταίου λογαριασμού (χρεωστικό ή πιστωτικό), εφόσον η είσπραξη της αποζημίωσης γίνει εντός της χρήσης κατά την οποία καταστράφηκαν τα μηχανήματα, μεταφέρεται στον οικείο υπολογαριασμό του πρωτοβάθμιου λογαριασμού 81 έκτακτα και ανόργανα αποτελέσματα", διαφορετικά μεταφέρεται σε υπολογαριασμούς του πρωτοβάθμιου λογαριασμού 82 "έξοδα και έσοδα προηγούμενων χρήσεων".
    5. Τέλος, με τις διατάξεις του δεύτερου εδαφίου της περίπτωσης 10 της παρ. 2.2.105 του ΕΓΛΣ ορίζεται ότι τα έξοδα κατεδάφισης παλαιού κτιρίου καταχωρούνται από λογαριασμό 11.03 "υποκείμενες σε απόσβεση διαμορφώσεις γηπέδων", εκτός αν επακολουθεί ανέγερση νέου κτιρίου, οπότε τα έξοδα αυτά προσαυξάνουν το κόστος ανέγερσής του.
    6. Από το συνδυασμό όσων προαναφέρονται προκύπτουν τα εξής:
    α)Αν η επιχείρηση, η οποία τηρεί βιβλία Γ΄ κατηγορίας του ΚΒΣ, εισπράττει ασφαλιστική αποζημίωση λόγω καταστροφής ασφαλισμένου μηχανολογικού εξοπλισμού της που δεν έχει αποσβεστεί ολοκληρωτικά, το πιστωτικό ή το χρεωστικό υπόλοιπο του προαναφερόμενου λογαριασμού 33.95 "λοιποί χρεώστες διάφοροι σε δρχ.", δηλαδή η θετική ή αρνητική διαφορά, αντίστοιχα, μεταξύ της υπόψη αποζημίωσης και της αναπόσβεστης αξίας αυτού του εξοπλισμού, συνιστά, αντίστοιχα, κέρδος από παρεπόμενες εργασίες της επιχείρησης ή ζημιά από απώλεια κεφαλαίου της επιχείρησης. Το κέρδος αυτό ή η ζημιά αυτή πραγματοποιείται κατά τη διαχειριστική περίοδο, κατά τη διάρκεια της οποίας η επιχείρηση εισπράττει την ασφαλιστική αποζημίωση. Στην περίπτωση αυτή το κέρδος υπόκειται σε φορολογία μαζί με τα υπόλοιπα κέρδη που πραγματοποίησε η επιχείρηση μέσα στην ίδια διαχειριστική περίοδο και η ζημιά εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της κατά την ίδια διαχειριστική περίοδο.
    Τα ανωτέρω θα ισχύουν και για τη θετική ή την αρνητική διαφορά μεταξύ της αποζημίωσης την οποία λαμβάνει η επιχείρηση λόγω καταστροφής ασφαλισμένου κτιρίου και της αναπόσβεστης αξίας αυτού του κτιρίου.
    Σημειώνεται ότι τα αναφερόμενα στην παρούσα περίπτωση εφαρμόζονται ανεξάρτητα από το αν η επιχείρηση, ανάλογα με την περίπτωση, αγοράσει νέο, όμοιο μηχανολογικό εξοπλισμό ή ανεγείρει νέο, όμοιο κτίριο και ανεξάρτητα από το πότε θα πραγματοποιηθεί αυτή η αγορά ή ανέγερση.
    β)Αν η επιχείρηση, η οποία τηρεί βιβλία Γ΄ κατηγορίας του ΚΒΣ, εισπράττει αποζημίωση λόγω ζημιών που υπέστη μηχάνημα που έχει μισθώσει και ασφαλίσει, η υπόψη αποζημίωση συνιστά ακαθάριστο έσοδό της. Το ακαθάριστο αυτό έσοδα αποκτάται κατά τη διαχειριστική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας η επιχείρηση εισπράττει την ασφαλιστική αποζημίωση και υπόκειται σε φορολογία μαζί με τα υπόλοιπα ακαθάριστα έσοδα που πραγματοποίησε αυτή η επιχείρηση κατά τη διάρκεια της ίδιας διαχειριστικής περιόδου. Αυτά εφαρμόζονται αδιάφορα από το αν η επιχείρηση επισκευάσει το υπόψη μηχάνημα και αδιάφορα από το πότε θα γίνει αυτή η επισκευή.
    γ)Αν η επιχείρηση που τηρεί βιβλία Γ΄ κατηγορίας του ΚΒΣ κατεδαφίσει κτίριό της που έχει καταστραφεί και στη θέση του αναγείρει νέο κτίριο, οι αποσβέσεις που θα πραγματοποιεί επί του κόστους ανέγερσης του νέου κτιρίου, στο οποίο θα περιλαμβάνονται και τα έξοδα κατεδάφισης του κτιρίου που καταστράφηκε, εκπίπτουν εξολοκλήρου από τα ακαθάριστα έσοδά της.


 

81.02.05 Ζημίες από μεταβίβαση δικαιωμάτων και λοιπών ασώματων ακινητοποιήσεων
81.02.06 Ζημίες από ανεπίδεκτες εισπράξεως απαιτήσεις

  • Παράνομη ιδιοποίηση ποσού από υπάλληλο, δεν μπορεί να εκπέσει από τα ακαθάριστα έσοδα. Πρέπει να απαιτηθεί απ΄ αυτόν και εν τέλει να αντιμετωπιστεί ως επισφαλής απαίτηση. ( ΣτΕ 3035/1994 )


  • Χρέος υπαλλήλων που δεν αναζητάται από την επιχείρηση. Όταν από μια επιχείρηση χαρίζονται στο προσωπικό της ποσά, που προέρχονται από υπόλοιπα δανείων ή προκαταβολές, τα ποσά αυτά δεν θεωρούνται ως παραγωγική δαπάνη της επιχείρησης, γιατί δεν πρόκειται για δαπάνη που έχει σχέση με το αντικείμενο της επιχείρησης, αλλά δαπάνη από χαριστική αιτία. ( ΣτΕ 2914/1978 )


 

81.02.07 Ζημίες από καταστροφή ανασφάλιστων αποθεμάτων (Γνωμ. 51/1282/1990)

  • Σύμφωνα με την περίπτωση η΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Κωδ. Ν2238/1994 αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης η ζημία που πραγματοποιήθηκε από φθορά, απώλεια ή υποτίμηση κεφαλαίου. Σχετική είναι και η απόφαση του ΣτΕ 2936/1988 σύμφωνα με την οποία η ζημία από καταστροφή αποθεμάτων, αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως, εφόσον βέβαια η ζημία είναι βεβαιωμένη και δεν καλύπτεται με ασφαλιστική ή άλλη αποζημίωση.


 

81.02.08 Ζημίες από απώλεια ή κλοπή ανασφάλιστων αποθεμάτων (Γνωμ. 217/2177/1994)
81.02.10 Ζημίες από καταστροφή ακατάλληλων αποθεμάτων (Γνωμ. 51/1282/1990)

  • Σύμφωνα με την περίπτωση η΄ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Κωδ. Ν 2238/1994 αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης η ζημία που πραγματοποιήθηκε από φθορά, απώλεια ή υποτίμηση κεφαλαίου. Σχετική είναι και η απόφαση του ΣτΕ 2936/1988 σύμφωνα με την οποία η ζημία από καταστροφή αποθεμάτων, αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχειρήσεως, εφόσον βέβαια η ζημία είναι βεβαιωμένη και δεν καλύπτεται με ασφαλιστική ή άλλη αποζημίωση.


 

81.02.99 Λοιπές έκτακτες ζημίες

  • Η αποζημίωση που καταβάλλει μισθώτρια επιχείρηση στον εκμισθωτή, λόγω καταγγελίας σύμβασης εμπορικής μίσθωσης μετά την πάροδο διετίας από την έναρξη αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 43 του π.δ. 34/1995. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Η αποζημίώση που καταβάλλει επιχείρηση σε τρίτους για ζημιές που προξενούνται σ’ αυτούς στα πλαίσια της επιχειρηματικής λειτουργίας της επιχείρησης, έστω και αν οφείλονται σε αμέλεια των στελεχών και λοιπών εργαζομένων της, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής. (ΣτΕ 2689/1971)


  • Αποζημίωση σε οικογένεια φονευθέντος συνεπεία συγκρούσεως του αυτοκινήτου του με φορτηγό αυτοκίνητο της εταιρείας εν ώρα υπηρεσιακής απασχόλησης, ως επίσης και αποζημίωση για σωματικές βλάβες εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα αυτής. (ΣτΕ 3214/1982)


  • Το ποσό της αποζημίωσης που καταβάλλει ασφαλιστική επιχείρηση σε δικαιούχους ασφαλισμένων αυτοκινήτων για ζημιές που προξενήθηκαν στα αυτοκίνητα αυτά, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα, αν οι αποζημιώσεις αυτές δεν καλύπτονται από νόμιμα δικαιολογητικά που προβλέπονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. ( ΚΦΕ, άρθρο 31, παρ. 10 ).


  • Η αποζημίωση που καταβλήθηκε από ανώνυμη εταιρεία προς ασφαλιστική εταιρεία και συγγενείς φονευθέντος από ατύχημα που προκάλεσε, εκτός ωραρίου εργασίας, υπάλληλός της με αυτοκίνητο Ε.Ι.Χ. της εταιρείας, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1103545/10898/Β0012/14.12.2001, 1013651/10125/Β0012/23.3.2001).


  • Η αποζημίωση που καταβάλλει επιχείρηση σε άλλη επιχείρηση μετά από δικαστικό συμβιβασμό, λόγω καταστροφής ή απώλειας ορισμένων μηχανημάτων που είχαν παραμείνει στο ακίνητο που αγόρασε, δεν εκπίπτει , από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1056457/10539/Β0012/16.7.1999)


  • Η αποζημίωση που καταβάλλει επιχείρηση σε άλλη επιχείρηση μετά από δικαστικό συμβιβασμό, λόγω καταστροφής ή απώλειας ορισμένων μηχανημάτων που είχαν παραμείνει στο ακίνητο που αγόρασε, δεν εκπίπτει, από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1056457/10539/Β0012/16.7.1999), ( ΠΟΛ.1005/14.1.2005)



82 ΕΞΟΔΑ ΚΑΙ ΕΣΟΔΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ
82.00 Έξοδα προηγούμενων χρήσεων

  • Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 72. «Μεταφορά φορολογητέας ύλης» , του Κ.Φ.Ε
    « 1.Αν φορολογητέα ύλη έχει περιληφθεί από το φορολογούμενο σε διαχειριστικό έτος άλλο από αυτό στο οποίο ανήκει,ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας προβαίνει σε ανάλογη τροποποίηση των φορολογικών εγγραφών των ετών, τα οποία αφορά. Αν η φορολογική εγγραφή του έτους, στο οποίο ανήκει η φορολογητέα ύλη, έχει γίνει τελεσίδικη,αυτή δεν τροποποιείται,αλλά ο κύριος φόρος που αναλογεί,προστίθεται στο φόρο του κρινόμενου έτους,προσαυξημένος με τον τυχόν πρόσθετο φόρο,προσαύξηση ή πρόστιμο ή κατά περίπτωση εκπίπτει από το φόρο αυτού του έτους. Αν τα ποσά που προστίθενται στο κρινόμενο έτος αντιπροσωπεύουν δαπάνες ή εκπτώσεις ή αφορολόγητα ποσά που ανήκουν σε προηγούμενα διαχειριστικά έτη ή έσοδα τα οποία έχουν καταχωρηθεί στα βιβλία σε προηγούμενα διαχειριστικά έτη, δεν επιβάλλεται πρόσθετος φόρος,προσαύξηση ή πρόστιμο στο φόρο ο οποίος αναλογεί σε αυτά τα ποσά που προστίθενται στο κρινόμενο έτος.
    2.Οι διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου εφαρμόζονται ανάλογα και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η φορολογητέα ύλη φορολογήθηκε στο όνομα προσώπου, το οποίο σύμφωνα με το νόμο δεν έχει φορολογική υποχρέωση γι'αυτή τη φορολογητέα ύλη. Σε αυτή την περίπτωση ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας,όταν διαπιστώσει την πλάνη,προβαίνει σε νέα εγγραφή στο όνομα του πραγματικού υπόχρεου. Η τελεσιδικία της νέας εγγραφής,στο όνομα του πραγματικού υπόχρεου,αποτελεί λόγο τροποποίησης ή ακύρωσης ή,κατά περίπτωση,αναθεώρησης της παλιάς εγγραφής,καθόσον αφορά τη φορολογητέα ύλη η οποία περιλήφθηκε στη νέα εγγραφή.


  • Σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων 1 και 3 του άρθρου 72 του Κ.Φ.Ε., αν φορολογητέα ύλη έχει περιληφθεί από το φορολογούμενο σε διαχειριστικό έτος άλλο από αυτό στο οποίο ανήκει, ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας προβαίνει σε ανάλογη τροποποίηση των φορολογικών εγγραφών των ετών, τα οποία αφορά.
    Αν η φορολογική εγγραφή του έτους, στο οποίο ανήκει η φορολογητέα ύλη, έχει γίνει τελεσίδικη, αυτή δεν τροποποιείται, αλλά ο κύριος φόρος που αναλογεί, προστίθεται στο φόρο του κρινόμενου έτους, προσαυξημένος με τον τυχόν πρόσθετο φόρο, προσαύξηση ή πρόστιμο ή κατά περίπτωση εκπίπτει από το φόρο αυτού του έτους.
    Αν τα ποσά που προστίθενται στο κρινόμενο έτος αντιπροσωπεύουν δαπάνες ή εκπτώσεις ή αφορολόγητα ποσά που ανήκουν σε προηγούμενα διαχειριστικά έτη ή έσοδα τα οποία έχουν καταχωρηθεί στα βιβλία σε προηγούμενα διαχειριστικά έτη, δεν επιβάλλεται πρόσθετος φόρος, προσαύξηση ή πρόστιμο στο φόρο ο οποίος αναλογεί σε αυτά τα ποσά που προστίθενται στο κρινόμενο έτος.
    Κατά την εφαρμογή των διατάξεων αυτών δεν ισχύουν:
    α) οι διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την ενέργεια των οικείων φορολογικών εγγραφών και
    β) η προθεσμία που ορίζεται από τις διατάξεις του νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων για την επιστροφή ή το συμψηφισμό φόρων γενικά, που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως.
    Επίσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 202 του Αστικού Κώδικα, αν με τη δικαιοπραξία εξαρτήθηκε η ανατροπή των αποτελεσμάτων της από γεγονός μελλοντικό και αβέβαιο (αίρεση διαλυτική), μόλις συμβεί το γεγονός αυτό παύει η ενέργεια της δικαιοπραξίας και επανέρχεται αυτοδικαίως η προηγούμενη κατάσταση.
    Π.χ. Ατομική επιχείρηση ανέγερσης και πώλησης οικοδομών φορολογήθηκε στη χρήση 2004 για πώληση ακινήτου, του οποίου όμως την επόμενη χρήση 2005 ακυρώθηκε το οριστικό συμβόλαιο πώλησης λόγω πλήρωσης διαλυτικής αίρεσης (δεν έλαβε το δάνειο ο αγοραστής). Η επιχείρηση προέβη στη σύνταξη νέου οριστικού συμβολαίου πώλησης για το ίδιο ακίνητο, που πουλήθηκε και φορολογήθηκε πάλι στη χρήση 2005.
    Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι, η κρινόμενη ατομική επιχείρηση ανέγερσης- πώλησης οικοδομών δεν αποκτά, τελικώς, εισόδημα από την πώληση του ακινήτου στη χρήση 2004, καθόσον, με την πλήρωση της αίρεσης, ανατρέπονται τα αποτελέσματα της δικαιοπραξίας που ήδη έχουν επέλθει και επανέρχεται η κατάσταση που υπήρχε πριν από τη δικαιοπραξία.
    Κατά συνέπεια, για την περίπτωση αυτή, πρέπει να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του άρθρου 72 του Κ.Φ.Ε. (παράγραφος 1 του παρόντος).
    Εννοείται, βέβαια, ότι ελέγχεται, αν, στη χρήση 2004 παρακρατήθηκε από την επιχείρηση προκαταβολή η οποία δεν επιστράφηκε και που πρέπει να φορολογηθεί.(093706/1824/Α0012/4.10.2007)


  • Τόκοι δανείων προηγούμενης χρήσης το ακριβές ύψος των οποίων προέκυψε στην επόμενη χρήση εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επόμενης χρήσης. (Διαφορές τόκων τραπεζικών δανείων που προέκυψαν λόγω αντιλογισμού των ποσών των προβλέψεων που είχε σχηματίσει επιχείρηση την προηγούμενη χρήση, με τα ποσά της τραπεζικής εκκαθάρισης η οποία προσκομίσθηκε την επόμενη χρήση, εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επόμενης αυτής χρήσης). (ΣτΕ 4118/1997)
    4. Στην απόφαση 1103684/2417/Α0012/15.5.2007, Εφαρμογή του άρθρου 72 του ν.2238/1994 αναφέρονται :
    « Σε απάντηση του ανωτέρω σχετικού σας πληροφορούμε τα εξής: 1. Με βάση τις διατάξεις του τελευταίου εδαφίου της υποπ.αα' της περίπτ.α' της παρ.1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994 όπως αυτό ισχύει για τις χρήσεις που λήγουν μέχρι 31.12.2002 πριν την τροποποίηση του με την παραγρ.2 του άρθρου 5 του ν.3091/2002 (ΦΕΚ 330 Α'), από τα ακαθάριστα έσοδα των εταιρειών περιορισμένης ευθύνης, δεν εκπίπτουν οι μισθοί και οι κάθε είδους απολαβές των εταίρων ή μελών τους προκειμένου να προσδιορισθεί το καθαρό τους εισόδημα.


  • Όπως αναφέρετε στο έγγραφό σας, ο φορολογούμενός σας ελάμβανε αμοιβές από την υπόψη Ε.Π.Ε. που ήταν μέλος, οι οποίες αφαιρούνταν από τα ακαθάριστα έσοδα της Ε.Π.Ε. και δηλώνονταν από τον ίδιο ως εισόδημα με τις ατομικές του δηλώσεις οικον. ετών 1994, 1995, 1996 και 1997. Κατόπιν ελέγχου της Ε.Π.Ε από το πρώην 16ο ΤΕΚ Αθηνών ορθώς οι αμοιβές αυτές προστέθηκαν στο δηλούμενο εισόδημα της Ε.Π.Ε ως λογιστικές διαφορές για να φορολογηθούν στο επίπεδο του νομικού προσώπου.


  • Σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 72 του ν.2238/1994 (Κ.Φ.Ε.) η μεταφορά φορολογητέας ύλης έχει εφαρμογή και στις περιπτώσεις κατά τις οποίες η φορολογητέα ύλη φορολογήθηκε στο όνομα προσώπου, το οποίο σύμφωνα με το νόμο δεν έχει φορολογική υποχρέωση γι' αυτή τη φορολογητέα ύλη. Σε αυτή την περίπτωση ο προϊστάμενος της δημόσιας οικονομικής υπηρεσίας, όταν διαπιστώσει την πλάνη, προβαίνει σε νέα εγγραφή στο όνομα του πραγματικού υπόχρεου. Η τελεσιδικία της νέας εγγραφής, στο όνομα του πραγματικού υπόχρεου, αποτελεί λόγο τροποποίησης ή ακύρωσης ή, κατά περίπτωση, αναθεώρησης της παλιάς εγγραφής, καθόσον αφορά τη φορολογητέα ύλη η οποία περιλήφθηκε στη νέα εγγραφή.
    Επισημαίνεται ακόμα, ότι κατά την εφαρμογή των διατάξεων περί μεταφοράς φορολογητέας ύλης (παρ. 1,2 του άρθρου 72 του ν.2238/1994) δεν ισχύουν: α) οι διατάξεις περί παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου για την ενέργεια των οικείων φορολογικών εγγραφών και β) η προθεσμία που ορίζεται από τις διατάξεις του νόμου περί εισπράξεως δημοσίων εσόδων για την επιστροφή ή το συμψηφισμό φόρων, γενικά, που καταβλήθηκαν αχρεωστήτως (παρ.3 άρθρου 72 ν.2238/1994).


  • Με βάση τις ανωτέρω διατάξεις για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης των αμοιβών αυτών, εφόσον αυτές είχαν ήδη δηλωθεί από το φορολογούμενο, εταίρο της Ε.Π.Ε., ο οποίος σύμφωνα με το νόμο δεν είχε φορολογική υποχρέωση γι' αυτή τη φορολογητέα ύλη, ο προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. που είναι αρμόδιος για τη φορολόγηση των εισοδημάτων του εταίρου της Ε.Π.Ε. (Δ.Ο.Υ. Αθηνών) δύναται να εφαρμόσει τις διατάξεις του άρθρου 72 του ν.2238/1994.
    Το προηγούμενο άρθρο έχει εφαρμογή ανεξάρτητα από την οριστική περαίωση της δήλωσης του εταίρου της ΕΠΕ, (ΠΟΛ.1177/2002, Α.Υ.Ο.Ο. ΠΟΛ.1155/2002), καθόσον για την μεταφορά της φορολογητέας ύλης, πέραν των πραγματικών περιστατικών, δεν απαιτούνται από τη διάταξη περαιτέρω προϋποθέσεις.


 

83 ΠΡΟΒΛΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΕΚΤΑΚΤΟΥΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥΣ
83.10 Προβλέψεις απαξιώσεων και υποτιμήσεων πάγιων στοιχείων
83.11 Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις

  • Με βάση τις διατάξεις του άρθρου 31, παρ. 1, περ. θ. ισχύουν τα εξής : «Εκπίπτει το ποσό των προβλέψεων για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων. Το ποσό της πρόβλεψης αυτής υπολογίζεται σε ποσοστό μισό τοις εκατό (0,5%) επί της αναγραφόμενης αξίας στα τιμολόγια πώλησης ή παροχής υπηρεσιών προς επιτηδευματίες, μετά την αφαίρεση: αα) των επιστροφών ή εκπτώσεων, ββ) της αξίας των πωλήσεων ή παροχής υπηρεσιών προς το Δημόσιο, δήμους και κοινότητες, δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμούς ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και γγ) του ειδικού φόρου κατανάλωσης πετρελαιοειδών, του φόρου κατανάλωσης καπνού και λοιπών φόρων που εμπεριέχονται στην τιμή πώλησης.
    Οι ανώνυμες χρηματιστηριακές εταιρείες παροχής επενδυτικών υπηρεσιών υπολογίζουν την πρόβλεψη επί της αξίας της προμήθειας που αναγράφεται στα πινακίδια, τα οποία εκδίδουν προς επιτηδευματίες ή ιδιώτες, και με την προϋπόθεση ότι σε αυτά αναγράφονται τα στοιχεία, που ορίζονται από τις διατάξεις του Κ.Β.Σ.
    Ειδικά για τις επιχειρήσεις σταθερής και κινητής τηλεφωνίας, τις επιχειρήσεις ύδρευσης - αποχέτευσης, τις επιχειρήσεις παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, τις επιχειρήσεις εκμετάλλευσης συνδρομητικών τηλεοπτικών σταθμών, καθώς και τις επιχειρήσεις διανομής και παροχής φυσικού αερίου, το ποσό της πρόβλεψης υπολογίζεται με ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί της αξίας των αγαθών ή υπηρεσιών ή συνδρομητικών που αναγράφεται στα εκδιδόμενα, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κ.Β.Σ. στοιχεία προς επιτηδευματίες ή ιδιώτες, με εξαίρεση αυτά που εκδίδονται προς το Δημόσιο, δήμους και κοινότητες, δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμούς ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
    Ομοίως, υπολογίζεται πρόβλεψη με ποσοστό ένα τοις εκατό (1%) επί της αναγραφόμενης στις αποδείξεις λιανικής πώλησης αξίας, η οποία προκύπτει από λιανικές πωλήσεις διαρκών καταναλωτικών αγαθών με πίστωση που περιλαμβάνονται στους με αριθμό 501 - 503, 521 - 528 και 721 - 726 κωδικούς ειδών και υπηρεσιών της έρευνας οικογενειακών προϋπολογισμών των ετών 1993 - 1994 της Ε.Σ.Υ.Ε., με την προϋπόθεση ότι στις αποδείξεις αυτές αναγράφεται διακεκριμένα το είδος, η ποσότητα και η αξία των συγκεκριμένων αγαθών.
    Το ποσό των ως άνω προβλέψεων για κάθε διαχειριστική χρήση, συναθροιζόμενο με το ποσό της πρόβλεψης που έγινε σε προγενέστερες διαχειριστικές χρήσεις και η οποία εμφανίζεται στα τηρούμενα βιβλία της επιχείρησης, δεν μπορεί να υπερβεί το ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%) του συνολικού χρεωστικού υπολοίπου του λογαριασμού «Πελάτες», όπως αυτό εμφανίζεται στην απογραφή τέλους χρήσης. Για τον υπολογισμό του χρεωστικού υπολοίπου των πελατών δεν περιλαμβάνονται τυχόν υπόλοιπα που αφορούν το Δημόσιο, δήμους ή κοινότητες, δημόσιες επιχειρήσεις, οργανισμούς ή επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας και νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου. Η έκπτωση της δαπάνης αυτής από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων εμφανίζεται στα τηρούμενα βιβλία αυτών σε ειδικό λογαριασμό «Προβλέψεις για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων». Η σχηματιζόμενη ως άνω πρόβλεψη χρησιμοποιείται για την απόσβεση (διαγραφή) πελατών οι οποίοι είναι ανεπίδεκτοι είσπραξης. Για τους πελάτες που διαγράφονται και για τους οποίους δεν έχουν ασκηθεί ένδικα μέσα, η επιχείρηση υποχρεούται να γνωστοποιεί σε αυτούς ότι διέγραψε την επισφαλή απαίτηση της, εφόσον το ποσό της επισφαλούς απαίτησης, ανά πελάτη, υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ευρώ. Με την εξάντληση των ένδικων μέσων εξομοιούται η διαγραφή απαίτησης σύμφωνα με συμφωνία εξυγίανσης που επικυρώνεται από το πτωχευτικό δικαστήριο σύμφωνα με το έκτο κεφάλαιο του Πτωχευτικού Κώδικα. Επίσης, για τους πελάτες των οποίων οι απαιτήσεις διεγράφησαν σύμφωνα με τα πιο πάνω, η επιχείρηση συντάσσει συγκεντρωτική κατάσταση με πλήρη στοιχεία για τον καθένα, στην οποία αναγράφονται το ονοματεπώνυμο ή η επωνυμία, το επάγγελμα, η διεύθυνση, η δημόσια οικονομική υπηρεσία και ο αριθμός φορολογικού μητρώου του πελάτη, καθώς και το διαγραφέν ποσό. Η πιο πάνω κατάσταση υποβάλλεται στην αρμόδια για τη φορολογία της επιχείρησης Δ.Ο.Υ. σε τρία (3) αντίγραφα, μέχρι τη λήξη της προθεσμίας, η οποία ορίζεται από το άρθρο 20 του Π.Δ. 186/1992 (ΦΕΚ 84 Α').
    Πέραν της σχηματιζόμενης κατά τα ανωτέρω πρόβλεψης, κανένα άλλο ποσό δεν αναγνωρίζεται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων. Εξαιρετικά, αν σε κάποια διαχειριστική χρήση το ποσό των πράγματι επισφαλών απαιτήσεων, για τις οποίες έχουν εξαντληθεί όλα τα ένδικα μέσα, είναι μεγαλύτερο εκείνου που προκύπτει από την εφαρμογή του αντίστοιχου ποσοστού πρόβλεψης, το επιπλέον ποσό που δεν καλύπτεται από τη σχηματισθείσα πρόβλεψη, μπορεί να αποσβεσθεί στη διαχειριστική αυτή χρήση με οριστικές εγγραφές. Το ποσό της πρόβλεψης που εμφανίζεται στο λογαριασμό 44.11 «Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις» δεν υπόκειται σε φορολογία εισοδήματος, εκτός και αν στο τέλος κάθε πενταετίας, αρχής γενομένης από τη διαχειριστική περίοδο 2005 υφίσταται στον ως άνω λογαριασμό υπόλοιπο λόγω μη επαληθεύσεως των προβλέψεων με επισφαλείς απαιτήσεις. Το υπόλοιπο αυτό ποσό μεταφέρεται στα ακαθάριστα έσοδα της επόμενης διαχειριστικής περιόδου, υποκείμενο σε φορολογία με τις γενικές διατάξεις.
    Ειδικά για τον υπολογισμό των καθαρών κερδών των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται επιβατικά αυτοκίνητα δημόσιας χρήσης επιτρέπεται για την κάλυψη επισφαλών απαιτήσεων πελατών τους να ενεργείται έκπτωση δύο τοις εκατό (2%) επί των ακαθάριστων εσόδων τους.
    Ειδικά στις επιχειρήσεις επαγγελματιών πρακτόρων παιχνιδιών πρόγνωσης της εταιρείας «Οργανισμός Προγνωστικών Αγώνων Ποδοσφαίρου Α.Ε.» (Ο.Π.Α.Π. Α.Ε) και της εταιρείας «ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗΣ ΙΠΠΟ-ΔΡΟΜΙΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ Α.Ε.» (Ο.Δ.Ι.Ε. Α.Ε.), παρέχεται η δυνατότητα έκπτωσης για τις πραγματοποιούμενες πωλήσεις τους, ποσοστού με κλίμακα δύο τοις εκατό (2%) για αξίες μέχρι 700.000 ευρώ, ένα τοις εκατό (1%) για αξίες από 700.001 έως 1.500.000 ευρώ και μισό τοις εκατό (0,5%) για ποσά άνω των 1.500.001 ευρώ, ως ποσό πρόβλεψης επισφαλών απαιτήσεων.»


  • (Σημείωση: Αφορά μόνο τις χρήσεις 2003-2004 και το παραθέτουμε για πληροφοριακούς λόγους). Σε περίπτωση που σε μία διαχειριστική χρήση οι πράγματι ανεπείδεκτες είσπραξης απαιτήσεις έστω και αν είχαν προέλθει από τελεσίδικες δικαστικές αποφάσεις είναι μεγαλύτερες των σχηματισθεισών προβλέψεων, η επιχείρηση δεν έχει τη δυνατότητα να εκπέσει φορολογικά από τα ακαθάριστα έσοδά της το μέρος εκείνο των απαιτήσεων που δεν μπορεί να καλυφθεί με τις προβλέψεις. (1018050/189/ ΠΟΛ.1042/8.2.1993 ερμην. εγκύκλιος του Ν. 2065/1992, 1033015/10422/Β0012/9.5.2000,1063340/10300/Β0012/19.5.1993).ΠΟΛ.1029/17.2.2006 [ Αντίθετα σύμφωνα με την 1021545/10299/Β0012/27.6.2008 Εφαρμογή των διατάξεων της περ. θ της παρ. 1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε..] ορίζεται ότι:
    "εταιρεία δύναται να προβεί σε απόσβεση των πιο πάνω επισφαλών απαιτήσεών της κατά το μέρος που δεν καλύπτονται με την εφαρμογή του συντελεστή 0,5% επί των πωλήσεων (σχηματισθείσα πρόβλεψη), εφόσον έχουν εξαντληθεί όλα τα ένδικα μέσα και έχουν τηρηθεί όσα έχουν γίνει δεκτά από τη Διοίκηση πριν από την έναρξη ισχύος των διατάξεων του ν.2065/1992, διάστημα κατά το οποίο ίσχυε η απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων μέσω οριστικών εγγραφών."


  • Οι επιχειρήσεις που τηρούν βιβλία Β΄ κατηγορίας του Κ.Β.Σ. δεν δύνανται να εκπέσουν από τα ακαθάριστα έσοδά τους απαιτήσεις που διαγράφηκαν κατ' εφαρμογή του άρθρου 44 του ν.1892/1990, παρά το γεγονός ότι η διαγραφή έγινε με δικαστική απόφαση, καθόσον, δεν σχηματίστηκε η οριζόμενη από τις διατάξεις πρόβλεψη επισφαλών απαιτήσεων η οποία αποτελεί προϋπόθεση για των έκπτωση των ποσών αυτών.(1020335/128/0015/13.6.2008)


  • Οι επιχειρήσεις δεν δικαιούνται να σχηματίζουν πρόβλεψη για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων επί των εγγυήσεων επιστροφής μη τιμολογημένων ειδών συσκευασίας που ελάμβαναν από τους πελάτες τους. (1105432/10496/Β0012/30.9.1993)


  • Το ποσό πρόβλεψης αποτίμησης συμμετοχών σε αλλοδαπή εταιρεία που σχημάτισε ημεδαπή ανώνυμη εταιρεία, δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδά της. (1042514/10593/Β0012/2.5.2008)


  • Οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων του ν.1905/1990 δεν δικαιούνται να υπολογίζουν αποσβέσεις επισφαλών απαιτήσεων σύμφωνα με τις διατάξεις της περ.θ΄ της παρ.1 του άρθρου 31 του Κ.Φ.Ε.. (ΠΟΛ.1107/24.7.2008)


  • Απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων βάσει του ν. 3091/2002
    Εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα τα ποσά των επισφαλών απαιτήσεων που έχουν αποσβεστεί με οριστικές εγγραφές. Επιχειρήσεις που έχουν σχηματίσει ήδη προβλέψεις για απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων με βάση τις αντικατασταθείσες, από το ν.3091/2002, διατάξεις του Κ.Φ.Ε. και εμφανίζουν το αναπόσβεστο αυτό υπόλοιπο των μη πραγματοποηθεισών προβλέψεων στα βιβλία τους, θα μεταφέρουν σε χρέωση του λογαριασμού 44 «Προβλέψεις» (δευτεροβάθμιος λογαριασμός 44.11 «Προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις»), μέχρι πλήρους απόσβεσής τους τα ποσά των αποδεδειγμένων επισφαλών απαιτήσεων που δικαιούνται να αφαιρέσουν από τα ακαθάριστα έσοδα με βάση τις νέες διατάξεις. (1021577/10206/Β0012/ΠΟΛ.1038/5.3.2003) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)
    Προϋποθέσεις και δικαιολογητικά για αναγνώριση των αποσβέσεων των επισφαλών απαιτήσεων των επιχειρήσεων (βάσει του ν. 3091/2002).
    Θα πρέπει να συντρέχουν αθροιστικά οι ακόλουθοι όροι και προϋποθέσεις:
    α) Η απαίτηση να συνδέεται με τη δραστηριότητα της επιχείρησης και να είναι πράγματι επισφαλής και ανεπίδεκτη είσπραξης. Η επισφάλεια και το ανεπίδεκτο της είσπραξης, ως θέμα πραγματικό, κρίνεται από την αρμόδια φορολογούσα αρχή και σε περίπτωση αμφισβήτησης από τα διοικητικά δικαστήρια.
    β) Το βάρος της απόδειξης για την απώλεια της συγκεκριμένης απαίτησης φέρει η επιχείρηση προσκομίζοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Μεταξύ των δικαιολογητικών περιλαμβάνονται και τα ακόλουθα:
    αα) Επίσημες οικονομικές καταστάσεις της οφειλέτιδας εταιρείας από τις οποίες να προκύπτει η μη υγιής θέση αυτής.
    ββ) Τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου με την οποία να υποχρεώνεται ο οφειλέτης σε εξόφληση.
    γγ) Πιστοποιητικό υποθηκοφυλακείου από το οποίο να προκύπτει, κατά περίπτωση, η μη ύπαρξη περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη ή τα υπάρχοντα τοιαύτα με τα τυχόν βάρη τους.
    γ) Η απόσβεση να γίνεται με οριστική εγγραφή.
    δ) Η απόσβεση να γίνεται για κάθε ένα οφειλέτη χωριστά. (1111373/13303/Β0012/ΠΟΛ.1133/11.12.2003 ΑΥΟΟ)(ΠΟΛ.1005/14.1.2005)
    8. Κήρυξη σε πτώχευση (βάσει του ν. 3091/2002)
    Η κήρυξη του οφειλέτη σε κατάσταση πτωχεύσεως λόγω παύσεως των πληρωμών, επιφέρει από μόνη της απόσβεση της απαίτησης, στις περιπτώσεις όπου σε πτώχευση έχει κηρυχθεί ανώνυμη εταιρεία, εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ή υποκατάστημα αλλοδαπής επιχείρησης και από τους επίσημους ισολογισμούς τους προκύπτει ότι οι επιχειρήσεις αυτές δεν έχουν περιουσιακά στοιχεία (ακίνητα, πάγια, χρεόγραφα κλπ.) να ικανοποιήσουν τους οφειλέτες τους. (1111373/13303/Β0012/ΠΟΛ.1133/11.12.2003 ΑΥΟΟ) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Διενέργεια πλειστηριασμού (βάσει του ν. 3091/2002)
    Σε περίπτωση διενέργειας πλειστηριασμού σε βάρος της περιουσίας του οφειλέτη (είτε κατά τη διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης είτε συνεπεία μη επιτεύξεως πτωχευτικού συμβιβασμού), η απαίτηση της επιχείρησης θεωρείται πράγματι επισφαλής και ανεπίδεκτη είσπραξης, εφόσον από το εκπλειστηρίασμα δεν κατέστη δυνατή η ικανοποίηση της απαίτησης αυτής. Στην περίπτωση αυτή πρέπει να προσκομίζεται αντίγραφο του Πίνακα κατάταξης ή διανομής από συμβολαιογράφο που ορίστηκε για τον πλειστηριασμό της περιουσίας του οφειλέτη, από τον οποίο να προκύπτει η μη ικανοποίηση του δανειστή από το εκπλειστηρίασμα. (1111373/13303/Β0012/ΠΟΛ.1133/11.12.2003 ΑΥΟΟ) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων μικρής αξίας (βάσει του ν. 3091/2002)
    Σε περίπτωση πραγματοποίησης εσόδων από πωλήσεις αγαθών ή παροχή υπηρεσιών, επί πιστώσει, αναγνωρίζονται προς έκπτωση διαγραφόμενες επισφαλείς μικροαπαιτήσεις μέχρι το ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ η κάθε μία. Ο χρόνος έκπτωσης των μικροαπαιτήσεων αυτών ορίζεται ως ακολούθως:
    α) Για τις επιχειρήσεις κινητής και σταθερής τηλεφωνίας, παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, ύδρευσης και φυσικού αερίου, η χρήση εντός της οποίας συμπληρώνονται δώδεκα (12) μήνες από την έκδοση του λογαριασμού.
    β) Για περιπτώσεις όπου έχει ασκηθεί αγωγή από την επιχείρηση κατά του οφειλέτη, εντός της επόμενης χρήσης από εκείνη μέσα στην οποία ασκήθηκε η αγωγή αυτή.
    γ) Για περιπτώσεις όπου δεν έχει ασκηθεί αγωγή από την επιχείρηση κατά του οφειλέτη, η έκπτωση γίνεται μετά τη συμπλήρωση δύο (2) χρήσεων στις οποίες το υπόλοιπο της απαίτησης κατά του πελάτη παρέμεινε ανείσπρακτο. (1111373/13303/Β0012/ΠΟΛ.1133/11.12.2003 ΑΥΟΟ) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Ασφαλιστικές επιχειρήσεις
    Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις δικαιούντο να υπολογίζουν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν.2065/1992 προβλέψεις για την απόσβεση επισφαλών απαιτήσεών τους μόνο για το μέρος των ακαθαρίστων εσόδων που προερχόταν από υπηρεσίες προς επιτηδευματίες, έστω και αν για τις υπηρεσίες αυτές εξέδιδαν Α.Π.Υ. (βάσει των διατάξεων των άρθρων 10 και 13 του Π.Δ. 186/1992) και όχι τιμολόγιο Παροχής Υπηρεσιών. Η πρόβλεψη υπολογιζόταν με την εφαρμογή συντελεστή 0,5% στα πιο πάνω ακαθάριστα έσοδα. Το δικαίωμα αυτό εξακολουθούν να το έχουν και με το καινούργιο καθεστώς, όπως αυτό ισχύει μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3296/2004. (1051001/10277/Β0012/31.5.1995) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Επιχειρήσεις Λιανικής Πώλησης Διαρκών Καταναλωτικών Αγαθών
    Οι επιχειρήσεις λιανικής πώλησης διαρκών καταναλωτικών αγαθών, για το σχηματισμό πρόβλεψης επισφαλών απαιτήσεων, (πριν από την έναρξη ισχύος του ν.3091/2002), υποχρεούντο στην αναγραφή των οριζομένων από τον Κ.Β.Σ. στοιχείων (ποσότητα, είδος, αξία) στις εκδιδόμενες «Α.Λ.Π. επί πιστώσει». Η αναγραφή των στοιχείων αυτών μόνο στο δελτίο αποστολής δεν παρείχε τη δυνατότητα σχηματισμού της πρόβλεψης, έστω και αν στην Α.Λ.Π. αναγραφόταν ο αριθμός του εκδοθέντος δελτίου αποστολής. (1108661/10906/Β0012/16.11.1999) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Από πελάτες με έδρα την πρώην Γιουγκοσλαβία
    Η ζημία που υπέστησαν επιχειρήσεις (κυρίως της Β. Ελλάδος) από εξαγωγές στην πρώην Γιουγκοσλαβία από τη μη είσπραξη επισφαλών απαιτήσεών τους οφείλετο σε γεγονός ανωτέρας βίας (πόλεμος) και γι’ αυτό το λόγο έγινε δεκτό ότι εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα εξ ολοκλήρου και όχι μόνο μέχρι το ύψος της πρόβλεψης που είχαν σχηματίσει οι υπόψη επιχειρήσεις βάσει της περ. θ’ της παρ.1 του άρθρου 31 του ν.2238/1994. Η έκπτωση θα γίνει, κατά το μέρος που υπερβαίνει την πρόβλεψη αυτή, ισομερώς από τα ακαθάριστα έσοδα των χρήσεων 2004, 2005 και 2006 αντίστοιχα και με την προϋπόθεση ότι η επιχ/ση δεν έχει τύχει αποζημίωσης μέσω ΕΕ ή από άλλη πηγή. (1025209/10343/Β0012/ΠΟΛ.1052/8.6.2004) (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων επί μερικής εξοφλήσεως τιμολογίου αξίας άνω των 150 ευρώ (βάσει του ν. 3091/2002)
    Στην περίπτωση αυτή αν η επιχείρηση δεν έχει ασκήσει ένδικα μέσα ( γιατί δεν το έκρινε σκόπιμο), από το ανεξόφλητο υπόλοιπο αναγνωρίζεται προς έκπτωση ποσό 150 ευρώ χωρίς καμία προϋπόθεση, εφόσον όμως ολόκληρο το ποσό της ανεξόφλητης απαίτησης διαγράφεται οριστικά, χωρίς να αναγνωρίζονται φορολογικά προς έκπτωση το μέρος της διαγραφείσας ανεξόφλητης απαίτησης που απομένει μετά την αφαίρεση των 150 ευρώ. (1062195/11052/Β0012/27.9.2004)


  • Επεκτείνεται η δυνατότητα σχηματισμού πρόβλεψης για την απόσβεση επισφαλών απαιτήσεων και στις επιχειρήσεις διανομής και παροχής φυσικού αερίου. Η πρόβλεψη υπολογίζεται με ποσοστό 1% επί της αξίας που αναγράφεται στους εκδιδόμενους προς τους καταναλωτές λογαριασμούς. Κατά τα λοιπά, ισχύουν οι οδηγίες που έχουν δοθεί με την αριθ.ΠΟΛ.1016/7.2.2005 ερμηνευτική εγκύκλιο του ν.3296/2004. (ΠΟΛ.1036/2.3.2006)


  • Οι εταιρείες πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων (factoring) του ν.1905/1990 υπολογίζουν αποσβέσεις επισφαλών απαιτήσεων, αποκλειστικά με βάση τις διατάξεις του νόμου αυτού.
    Το ανωτέρω ποσό δεν μπορεί να είναι μεγαλύτερο των οριζόμενων ποσοστών από τις διατάξεις του ν.1905/1990, ακόμα και αν έχουν εξαντληθεί όλα τα ένδικα μέσα, όπως ισχύει για τις υπόλοιπες εταιρείες βάσει των διατάξεων της περ.θ΄ της παρ.1 του άρθρου 31 του ΚΦΕ. (ΠΟΛ.1106/24.7.2008)


  • Η πρόβλεψη η οποία σχηματίσθηκε την περίοδο 2005-2009 και δεν έχει χρησιμοποιηθεί για διαγραφές απαιτήσεων από επισφαλείς πελάτες πρέπει να μεταφερθεί στα έσοδα της χρήσης 2010.


  • Όταν η απαίτηση απορρέει από την πώληση κινητών πραγμάτων με τον όρο παρακράτησης της κυριότητας από τον πωλητή μέχρι την αποπληρωμή του τιμήματος, δεν ενεργείται απόσβεση της απαίτησης αυτής πριν από την περαίωση της διαδικασίας διεκδίκησης και επιστροφής στην πωλήτρια επιχείρηση του πωληθέντος και μη εξοφληθέντος από τον αγοραστή πράγματος ή πριν την περαίωση της διαδικασίας δικαστικής επιδίωξης για την αποπληρωμή του τιμήματος. (1111373/13303/Β0012/ ΠΟΛ.1133/11.12.2003 Α.Υ.Ο.Ο.)


 

85 ΑΠΟΣΒΕΣΕΙΣ ΠΑΓΙΩΝ ΜΗ ΕΝΣΩΜΑΤΩΜΕΝΕΣ ΣΤΟ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

  • Σύμφωνα με το Ε.Γ.Λ.Σ παρ. 2.2.808 Λογαριασμός 85 «Αποσβέσεις παγίων μη ενσωματωμένες στο λειτουργικό κόστος» 1. Στο λογαριασμό 85 καταχωρούνται οι αποσβέσεις των πάγιων περιουσιακών στοιχείων που δεν ενσωματώνονται στο λειτουργικό κόστος, δηλαδή στο λογαριασμό αυτό καταχωρούνται οι πρόσθετες (επιταχυνόμενες) αποσβέσεις που προβλέπονται από τη νομοθεσία που ισχύει κάθε φορά. 2. Οι τακτικές αποσβέσεις, που ενσωματώνονται στο λειτουργικό κόστος, καταχωρούνται στο λογαριασμό 66 ( Βλέπε σχόλια ανωτέρω), σύμφωνα με όσα καθορίζονται στην παρ. 2.2.610, και εμφανίζονται στην κατάσταση του λογαριασμού «Αποτελέσματα χρήσεως» αφαιρετικά από το σύνολο των αποσβέσεων (τακτικών και πρόσθετων), σύμφωνα με το υπόδειγμα της παρ. 4.1.202.


  • Στην περίπτωση διενέργειας αποσβέσεων με συντελεστή ανώτερο από τον προβλεπόμενο, το τμήμα των αποσβέσεων που αντιστοιχεί στο υπερβάλλον ποσοστό δεν εκπίπτει από τα ακαθάριστα έσοδα. (ΠΟΛ.1005/14.1.2005)


  • Επιχειρήσεις που προέρχονται από συγχώνευση ή μετατροπή άλλων επιχειρήσεων με το N.Δ. 1297/1972: Οι αποσβέσεις που υπολογίζονται στην υπεραξία που αναλογεί στην αποσβεσθείσα αξία των εισφερομένων από τη μετατρεπόμενη ή συγχωνευόμενη επιχείρηση παγίων περιουσιακών στοιχείων, δεν εκπίπτουν από τα ακαθάριστα έσοδα της επιχείρησης που προήλθε από τη μετατροπή ή συγχώνευση. (Ν.Δ. 1297/1972, άρθρο 2, παρ. 3 ). ΠΟΛ.1029/17.2.2006)



Απαγορεύεται η αναδημοσίευση και γενικά η αναπαραγωγή εν όλω ή εν μέρει ή και περιληπτικά, κατά παράφραση ή διασκευή του παρόντος άρθρου με οποιοδήποτε μέσο ή τρόπο, μηχανικό, ηλεκτρονικό, φωτοτυπικό, ηχογράφησης ή άλλως πως σύμφωναμε τους Ν. 2387/1920, 4301/1929, του Ν.Δ. 3565/56, 4254/62, 4264/62 και ν. 100/75, ν. 2121/93 και τους λοιπούς εν γένει κανόνες Διεθνούς Δικαίου, χωρίς προηγούμενη γραπτή άδεια των συγγραφέων.

 

 

 

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

Προσωπικές σημειώσεις για αυτή την απόφαση

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

Πρόσφατες αποφάσεις στην κατηγορία

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

 

Η υπηρεσία ή η ενέργεια που ζητήσατε, είναι διαθέσιμη μόνο στα εγγεγραμμένα μέλη του κόμβου με πρόσβαση στη συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων».

Εάν δεν έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να εγγραφείτε σαν μέλος, μπορείτε να επιλέξετε πάνω δεξιά την επιλογή «Εγγραφή».

Αν είστε εγγεγραμμένο μέλος, έχετε κάνει είσοδο (login) στον κόμβο και θέλετε να αποκτήσετε πρόσβαση στις συνδρομητικές υπηρεσίες πατήστε εδώ.

Δείτε όλα όσα προσφέρει η συνδρομητική υπηρεσία «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων» του κόμβου με χρέωση μόνο 100,00 ευρώ το χρόνο (πλέον Φ.Π.Α.)

Δείτε τις λοιπές συνδρομητικές υπηρεσίες και τα προϊόντα του κόμβου:

► «Επίλυσις» (υπηρεσία απάντησης προσωπικών ερωτημάτων)

► «Webinars» (υπηρεσία παρακολούθησης διαδικτυακών σεμιναρίων)

► «Full pack» (όλες οι υπηρεσίες «Αρχείο Νόμων και Αποφάσεων», «Επίλυσις» και «Webinars» σ' ένα οικονομικό «πακέτο»)

Εφαρμογές «Cloud CRM & myData», «Ψηφιακό ωράριο», «Express ισολογισμός».

Για περισσότερες πληροφορίες, μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μας σ' έναν από τους παρακάτω τηλεφωνικούς αριθμούς:

210 67 73 722, 210 82 23 705, 216 70 02 616, 216 70 02 617 και 216 70 02 618

 

Δημιουργία νέας κατηγορίας

Κατηγορίες προσωπικής βιβλίοθήκης