Προς το περιεχόμενο

ΠΟΙΟΣ ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΣ ΜΑΣ ΚΑΘΟΡΙΖΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΡΟΠΟΥ ΑΠΟΓΡΑΦΗΣ


G-MEL

Προτεινόμενες αναρτήσεις

ΠΙΣΤΕΥΩ ΠΩΣ Η ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ ΕΙΝΑΙ Η ΣΩΣΤΟΤΕΡΗ

ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ ?

ΕΙΝΑΙ ΠΙΘΑΝΟ ΝΑ ΕΠΗΡΕΑΣΟΥΝ ΤΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ , Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΗΣ ΑΛΛΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ?

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

ΠΙΣΤΕΥΩ ΠΩΣ Η ΜΕΣΗ ΤΙΜΗ ΕΙΝΑΙ Η ΣΩΣΤΟΤΕΡΗ

ΑΛΛΗ ΑΠΟΨΗ ?

ΕΙΝΑΙ ΠΙΘΑΝΟ ΝΑ ΕΠΗΡΕΑΣΟΥΝ ΤΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΑ , Η ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΗΣ ΜΙΑΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΗΣ ΑΛΛΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ?

Το σιγουρο και λογιστικα απαιτητο ειναι πως οποια και εαν διαλεξουμε αυτη θα χρησιμοποιουμε στη συνεχεια.

Τωρα για την επιλογη βασικος παραγοντας ειναι το ειδος που θελουμε να αποτιμησουμε και τι οικονομικη εικονα θελει η επιχειρηση.

πχ αλλη αποτιμηση πρεπει να εχει το αλουμινιο η ο χαλκος και τα παραγωγα τους η και αλλα χρηματιστηριακα ειδη(ΤΤΑ ειναι μαλλον το πιο σωστο εδω), και αλλη αποτιμηση τα αγροτικα προιοντα η κατι αλλο πιο σταθερο (μεση τιμη ειναι πιο κοντα στη πραγματικοτητα) .

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ.

Αποτίμηση αποθεμάτων.

Με τις παρακάτω ρυθμίσεις εισάγονται οι σχετικοί εννοιολογικοί προσδιορισμοί του Ε.Γ.Λ.Σ και επιδιώκεται η εναρμόνιση των σχετικών διατάξεων που αφορούν την αποτίμηση των στοιχείων της απογραφής τέλους χρήσης. Η εναρμόνιση αυτή θα επέλθει αφού ολοκληρωθεί η επικείμενη τροποποίηση των αντίστοιχων διατάξεων του π.δ.1123/1980 (Ε.Γ.Λ.Σ) και κωδ. ν. 2190/1920.(παρ.28.0 άρθρο28 εγκ.3/24.11.1992).

Τα αποθέματα, όπως αυτά προσδιορίζονται στην περίπτωση 3 της παραγράφου 2.2.200 του Ε.Γ.Λ.Σ (Εμπορεύματα, προϊόντα, πρώτες ύλες κ.λ.π.), πλην των υπολειμμάτων των υποπροϊόντων και των ελαττωματικών προϊόντων αποτιμούνται κατ' είδος ως εξής:

α) Στην τιμή κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής, αν αυτή είναι χαμηλότερη της τιμής στην οποία η επιχείρηση μπορεί να αγοράσει ή να παράγει τα αποθέματα, κατά την ημέρα κλεισίματος του ισολογισμού.

β) Στην τρέχουσα τιμή αγοράς ή αναπαραγωγής, όταν αυτή είναι μικρότερη της τιμής κτήσης ή του ιστορικού κόστους παραγωγής και της καθαρής ρευστοποιήσιμης αξίας.

γ) Στην καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία, αν η τρέχουσα τιμή αγοράς ή αναπαραγωγής είναι χαμηλότερη από την τιμή κτήσης ή το ιστορικό κόστος αλλά μεγαλύτερη από την καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία.(παρ.28.1 άρθρο 28 εγκ.3/24.11.1992).

Σύμφωνα με τις διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παραγράφου 2 του άρθρου αυτού, για την εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου 1 του ίδιου άρθρου (για την αποτίμηση, δηλαδή των αποθεμάτων) λαμβάνονται υπόψη, οι εννοιολογικοί προσδιορισμοί των τιμών αποτίμησης που ορίζονται από τις περιπτώσεις 6, 8, 9 (εκτός του τρίτου εδαφίου) και 10 του άρθρου 1 του π.δ.1123/1980 (Ε.Γ.Λ.Σ).

Τιμή κτήσης είναι η τιμολογιακή αξία αγοράς των αποθεμάτων, αυξημένη με τα ειδικά έξοδα αγοράς και μειωμένη με τις εκπτώσεις (άμεσο κόστος αγοράς). (περίπτ. 6 παράγρ. 2.2.205).

Τιμολογιακή αξία είναι η αξία αγοράς που αναγράφεται στα τιμολόγια, μειωμένη κατά τις εκπτώσεις που κάθε φορά χορηγούνται από τους προμηθευτές και απαλλαγμένη από τους φόρους και τα τέλη που δε βαρύνουν, τελικά, την οικονομική μονάδα.

Ειδικά έξοδα αγοράς είναι τα άμεσα έξοδα αγοράς που γίνονται μέχρι την παραλαβή και αποθήκευση του αγαθού και ιδιαίτερα οι δασμοί και λοιποί φόροι-τέλη εισαγωγής, καθώς και τα έξοδα μεταφοράς και παραλαβής των σχετικών ειδών.

Τρέχουσα τιμή αγοράς είναι η τιμή αντικαταστάσεως του συγκεκριμένου αποθέματος, δηλαδή η τιμή στην οποία η οικονομική μονάδα έχει τη δυνατότητα να προμηθευτεί το αγαθό, κατά την ημέρα συντάξεως της απογραφής, από τη συνήθη αγορά, με συνήθεις όρους και κάτω από κανονικές συνθήκες, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη περιπτωσιακά και προσωρινά γεγονότα που προκαλούν αδικαιολόγητες προσωρινές διακυμάνσεις τιμών. Για τον υπολογισμό της τρέχουσας τιμής αγοράς, λαμβάνονται υπόψη και τα ειδικά έξοδα αγοράς. (περίπτ. 8 παρ. 2.2.205).

Ιστορικό κόστος παραγωγής είναι το άμεσο κόστος αγοράς (η τιμή κτήσεως) των πρώτων υλών και των διάφορων υλικών που χρησιμοποιήθηκαν στην παραγωγή των αγαθών, προσαυξημένο με αναλογία γενικών (εμμέσων) εξόδων αγορών, καθώς και με τα άμεσα και έμμεσα έξοδα παραγωγής (κόστος κατεργασίας), που δαπανήθηκαν για να φτάσουν τα παραγόμενα αγαθά στη θέση και κατάσταση που βρίσκονται κατά την απογραφή. (περίπτ. 9 παρ. 2.2.205).

Καθαρή ρευστοποιήσιμη αξία είναι η τιμή πωλήσεως του αποθέματος, στην οποία υπολογίζεται ότι αυτό θα πωληθεί κάτω από συνθήκες ομαλής πορείας των εργασιών της οικονομικής μονάδας, μειωμένη με το κόστος ολοκληρώσεως της επεξεργασίας (όταν πρόκειται για ημιτελή αποθέματα ή αποθέματα που βρίσκονται στο στάδιο της κατεργασίας) και με τα έξοδα που υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιηθούν για την επίτευξη της πωλήσεως. (περίπτ. 10 παρ. 2.2.205) .(παρ.28.1.1 άρθρο 28 εγκ.3/24.11.1992).

..........................................

α) Η μέθοδος του μέσου σταθμικού κόστους:

Κατά τη μέθοδο αυτή η μέση σταθμική τιμή κτήσεως υπολογίζεται με τον εξής τύπο:

Αξία αποθέματος ενάρξεως της περιόδου + αξία αγορών της περιόδου στην τιμή κτήσεως

Ποσότητα αποθέματος ενάρξεως της περιόδου + ποσότητα που αγοράζεται στην περίοδο

β) Η μέθοδος του κυκλοφοριακού μέσου όρου ή των διαδοχικών υπολοίπων:

Κατά τη μέθοδο αυτή μετά από κάθε εισαγωγή καθορίζεται η μέση τιμή του υπολοίπου με τον εξής τύπο:

Αξία προηγούμενου υπολοίπου + αξία νέας αγοράς στην τιμή κτήσεως

Ποσότητα προηγούμενου υπολοίπου + ποσότητα νέας αγοράς

γ) Η μέθοδος πρώτη εισαγωγή-πρώτη εξαγωγή (F.I.F.O):

Κατά τη μέθοδο αυτή θεωρείται ότι η πρώτη εισαγωγή (αγορά) εξάγεται πρώτη (First in-First out) και ότι τα αποθέματα της απογραφής προέρχονται από τις τελευταίες αγορές της χρήσεως και αποτιμούνται στις τιμές που αντίστοιχα αγοράστηκαν. Η αρχή του σχετικού υπολογισμού γίνεται από την τελευταία αγορά.

δ) Η μέθοδος τελευταία εισαγωγή-πρώτη εξαγωγή (L.I.F.O):

Κατά τη μέθοδο αυτή θεωρείται ότι η πρώτη εξαγωγή προέρχεται από την τελευταία εισαγωγή (Last in-First out) και ότι τα αποθέματα τέλους χρήσεως προέρχονται από τις παλαιότερες εισαγωγές. Η αρχή του σχετικού υπολογισμού γίνεται από την αρχική απογραφή και εν συνεχεία την πρώτη αγορά της χρήσεως.

ε) Η μέθοδος του βασικού αποθέματος:

Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα τέλους χρήσεως διακρίνονται σε δύο μέρη. Το ένα αντιστοιχεί στο βασικό απόθεμα που αντιπροσωπεύει την ελάχιστη ποσότητα (στόκ ασφαλείας) η οποία κρίνεται αναγκαία για την ομαλή διεξαγωγή της συνήθους δραστηριότητας της οικονομικής μονάδας. Το άλλο προορίζεται για εξυπηρέτηση μελλοντικών αναγκών πωλήσεων, όταν πρόκειται για εμπορεύματα ή έτοιμα προϊόντα, ή αναγκών βιομηχανοποιήσεων, όταν πρόκειται για υλικά που αναλώνονται στην παραγωγική διαδικασία.

Το βασικό απόθεμα αποτιμάται στην αξία της αρχικής κτήσεώς του. Το υπόλοιπο μέρος (υπεραπόθεμα) αποτιμάται με μία από τις παραπάνω (α - δ) μεθόδους υπολογισμού της τιμής κτήσεως.

Σε περίπτωση που η ποσότητα των κατ' είδος αποθεμάτων δεν διακυμαίνεται σημαντικά από χρήση σε χρήση, είναι δυνατό να χαρακτηρίζεται ολόκληρη η ποσότητα αυτή σαν βασικό απόθεμα και ανάλογα να γίνεται η αποτίμησή της.

στ) Η μέθοδος του εξατομικευμένου κόστους:

Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα παρακολουθούνται όχι μόνο κατ' είδος, αλλά και κατά συγκεκριμένες παρτίδες αγοράς ή παραγωγής, οι οποίες έτσι αποκτούν αυτοτέλεια κόστους (π.χ. παρτίδα μαλλιών, ακατέργαστων δερμάτων, πλαστικών πρώτων υλών, μερών μηχανημάτων). Κατά την αποτίμηση των αποθεμάτων της απογραφής, αυτά αναλύονται σε ποσότητες κατά παρτίδα από την οποία προέρχονται και αποτιμούνται στο κόστος της συγκεκριμένης παρτίδας, ανεξάρτητα από το χρόνο παραγωγής ή αγοράς τους.

ζ) Η μέθοδος του πρότυπου κόστους:

Κατά τη μέθοδο αυτή τα αποθέματα αποτιμούνται στην τιμή του πρότυπου κόστους. Η μέθοδος του πρότυπου κόστους εφαρμόζεται με την προϋπόθεση ότι εφαρμόζονται τα οριζόμενα από τη διάταξη της περίπτωσης 5 της παραγράφου 2.2.205 του π.δ.1123/1980. Σύμφωνα με τη διάταξη αυτή οι οικονομικές μονάδες που εφαρμόζουν σύστημα πρότυπης κοστολογήσεως, έχουν τη δυνατότητα να αποτιμούν τα αποθέματά τους στις τιμές του πρότυπου κόστους, με την προϋπόθεση ότι οι αποκλίσεις, που ενδεχόμενα θα προκύψουν ανάμεσα στο ιστορικό και στο πρότυπο κόστος, θα κατανέμονται στα απώλητα (μένοντα) και στα πωλημένα ή αναλωμένα αποθέματά τους.

Το ποσό των αποκλίσεων που αναλογεί στα απώλητα ή μη αναλωμένα αποθέματα της απογραφής εμφανίζεται ιδιαίτερα, με ένα ποσό για κάθε κατηγορία αποθέματος που αντιστοιχεί στους πρωτοβάθμιους λογαριασμούς της ομάδας 2 του ενιαίου λογιστικού σχεδίου. (Σημειώνεται ότι, όπως διευκρινίστηκε με την Γνωμάτευση 311 του ΕΣΥΛ η υιοθέτηση ως μεθόδου αποτίμησης των αποθεμάτων, της μεθόδου του πρότυπου κόστους χωρίς αλλαγή της μεθόδου υπολογισμού της τιμής κτήσης ή της τιμής του ιστορικού κόστους παραγωγής με βάση τις οποίες προσδιορίζονται οι αποκλίσεις μεταξύ πρότυπου και ιστορικού κόστους, δεν συνιστά αλλαγή της μεθόδου αποτίμησης.).

Το ιστορικό κόστος παραγωγής υπολογίζεται με μία από τις μεθόδους που υπολογίζεται και η τιμή κτήσεως, κατά τον τρόπο που ορίζεται παραπάνω. (παρ.28.1.3 άρθρο 28 εγκ.3/24.11.1992).

Σύμφωνα με τις διατάξεις του τρίτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, τα υπολείμματα, τα υποπροϊόντα και τα ελαττωματικά προϊόντα αποτιμούνται σύμφωνα με τα όσα ορίζονται από τις περιπτώσεις 3, 4 και 14 της παραγράφου 2.2.205 του άρθρου 1 του π.δ.1123/1980 (Ε.Γ.Λ.Σ). Ειδικότερα:

Τα υπολείμματα αποτιμούνται στην πιθανή τιμή πωλήσεώς τους, μειωμένη με τα άμεσα έξοδα που υπολογίζεται ότι θα πραγματοποιηθούν για την πώλησή τους.(περίπτ. 3 παρ. 2.2.205).

Τα υποπροϊόντα, εφόσον προορίζονται για πώληση, αποτιμούνται στην πιθανή τιμή πωλήσεώς τους, μειωμένη με τα άμεσα έξοδα πωλήσεως, όπως και στην περίπτωση των υπολειμμάτων. 'Οταν όμως προορίζονται να χρησιμοποιηθούν από την ίδια την οικονομική μονάδα, αποτιμούνται στην τιμή χρησιμοποιήσεώς τους, δηλαδή στην τιμή που θα αγοράζονταν, είτε τα συγκεκριμένα υποπροϊόντα είτε άλλα ισοδύναμης αξίας, με σκοπό να χρησιμοποιηθούν από αυτήν. (περίπτ.4 παρ. 2.2.205).

Τα ελαττωματικά προϊόντα, ανάλογα με τις περιπτώσεις που παρουσιάζονται, αποτιμούνται ως εξής:

α) Σε περίπτωση που το ελαττωματικό προϊόν πρόκειται να διατεθεί με το ελάττωμά του σε μικρότερη τιμή, η αποτίμησή του γίνεται στην πιθανή τιμή πωλήσεώς του. Το κόστος που προκύπτει με τον τρόπο αυτό μειώνει το συνολικό κόστος παραγωγής, η διαφορά δε αποτελεί το κόστος της παραγωγής του κανονικού ή των κανονικών προϊόντων.

β) Σε περίπτωση που το ελαττωματικό προϊόν πρόκειται να διατεθεί με το ελάττωμά του με μικρή έκπτωση, αποτιμάται (κοστολογείται) όπως και το κανονικό προϊόν.

Στην περίπτωση δηλαδή αυτή το συνολικό κόστος παραγωγής διαιρείται με τη συνολική ποσότητα σε μονάδες παραγωγής, κανονικών και ελαττωματικών προϊόντων, και από τη διαίρεση αυτή προκύπτει ενιαίο κατά μονάδα κόστος παραγωγής.

γ) Σε περίπτωση που το ελαττωματικό προϊόν δεν είναι δυνατό ή δε συμφέρει να διατεθεί στην αγορά με το ελάττωμά του, και για το λόγο αυτό επανεισάγεται στην παραγωγική διαδικασία με σκοπό την εξάλειψη του ελαττώματος, τα έξοδα της πρόσθετης κατεργασίας βαρύνουν το σύνολο της παραγωγής και όχι μόνο εκείνη που προέρχεται από την επεξεργασία των ελαττωματικών προϊόντων. Συνεπώς αυτή η αποτίμηση του ελαττωματικού προϊόντος γίνεται στο ιστορικό κόστος παραγωγής του.

δ) Σε περίπτωση που το ελαττωματικό προϊόν, για διάφορους λόγους, επαναχρησιμοποιείται στην παραγωγική διαδικασία σαν πρώτη ύλη, η αποτίμησή του γίνεται στην τιμή της πρώτης ύλης που υποκαθιστά. (περίπτ.14 παρ. 2.2.205).

Ελαττωματικά είναι τα προϊόντα τα οποία, εξαιτίας ελαττωματικής παραγωγής ή κατασκευής, διαφέρουν από τα λοιπά κανονικά προϊόντα και πωλούνται με το χαρακτηρισμό του ελαττωματικού σε τιμή κατώτερη της κανονικής. (περίπτ.13 παρ. 2.2.205).(παρ.28.1.4 άρθρο28 εγκ.3/24.11.1992)

Σύμφωνα με τις διατάξεις του τέταρτου εδαφίου της παραγράφου 1 του άρθρου αυτού, η αποτίμηση των συμπαράγωγων προϊόντων γίνεται σύμφωνα με τα όσα ορίζονται στις περιπτώσεις 11 και 12 της παραγράφου 2.2.205, του π.δ. 1123/1980 (Ε.Γ.Λ.Σ).

Ειδικότερα:

Συμπαράγωγα είναι τα προϊόντα που παράγονται από την επεξεργασία της αυτής πρώτης ύλης κατά τη διάρκεια της αυτής παραγωγικής διαδικασίας (περιπτ. 11 παρ. 2.2.205).

Τα συμπαράγωγα προϊόντα έχουν ενιαίο κόστος παραγωγής, το οποίο, μετά τη μείωσή του κατά την αξία αποτιμήσεως των τυχόν υποπροϊόντων και υπολειμμάτων, κατανέμεται μεταξύ αυτών με κριτήριο την αξία τους σε καθαρές τιμές πωλήσεως. (περίπτ. 12 παρ. 2.2.205).

Αυτες ειναι οι μεθοδοι και ορισμενα στοιχεια ακομη για τον τελικο υπολογισμο της αξιας της τιμης αποτιμησης

περα απο οσα εγραψε ο Γιωργος (για τα ειδη και τους κλαδους σε συνδιασμο με τις μεθοδους)επιτρεψε μου να προσθεσω

μερικα παραδειγματα ακομη

π.χ.

αν εχεις υφασματα ή ρουχα, μοδα απαξιωση των παλιων, ακολουθεις αλλη μεθοδο (σε αυτην την περιπτωση Η μέθοδος τελευταία εισαγωγή-πρώτη εξαγωγή (L.I.F.O)) απο μια εταιρια που εχει διαρκη εμπορευματα και θα ακολουθησεις μεση σταθμικη ή FIFO.

ρολο ακομη παιξει και η σταθεροτητα (που τετοιο πραγμα στις μερες μας) της τιμης εισαγωγης στην επιχειρηση

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

επισκέπτη Επισκέπτης-FROZEN-

Συμφωνώντας στην ουσία με τους προλαλήσαντες, ας μιλήσουμε για τρεις κυριότερες FIFO, LIFO και μέση σταθμική ετήσια,

Αν θες να είσαι πιο κοντά στις πραγματικές τιμές FIFO.

Αν οι τιμές είναι γενικά ανοδικές στη διάρκεια της χρήσης, φορολογικά σε ευνοεί η LIFO.

Αν οι τιμές είναι γενικά καθοδικές στη διάρκεια της χρήσης, φορολογικά σε ευνοεί η FIFO.

Η μέση ετήσια σταθμική, αν και φαινομενικά πιο δίκαια, είναι τελείως ισοπεδωτική.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

Συμφωνώντας στην ουσία με τους προλαλήσαντες, ας μιλήσουμε για τρεις κυριότερες FIFO, LIFO και μέση σταθμική ετήσια,

Αν θες να είσαι πιο κοντά στις πραγματικές τιμές FIFO.

Αν οι τιμές είναι γενικά ανοδικές στη διάρκεια της χρήσης, φορολογικά σε ευνοεί η LIFO.

Αν οι τιμές είναι γενικά καθοδικές στη διάρκεια της χρήσης, φορολογικά σε ευνοεί η FIFO.

Η μέση ετήσια σταθμική, αν και φαινομενικά πιο δίκαια, είναι τελείως ισοπεδωτική.

ΓΙΑΤΙ ?

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

επισκέπτη Επισκέπτης-FROZEN-

Λογικό είναι...

Με τη FIFO κοστολογείς με τις τελευταίες τιμές οπότε η απογραφή σου είναι πιο κοντά στις πραγματικές αξίες. Απεικονίζεται δηλαδή πιο καλά η πραγματική κατάσταση της επιχείρησης.

Επίσης αν οι τιμές ακολουθούν ανοδική πορεία τότε οι τελευταίες τιμές της FIFO θα είναι πιο ψηλές, άρα περισσότερη απογραφή περισσότερο κέρδος, περισσότερος φόρος. Πιο χαμηλές τελευταίες τιμές, λιγότερο κέρδος, λιγότερος φόρος.

Η μέση σταθμική δε λαμβάνει υπόψη της καμιά από τις παραπάνω δυναμικές.

Συνδέστε για να σχολιάσετε
Κοινοποίηση σε άλλες σελίδες

  • Πλοηγούταν πρόσφατα   0 μέλη

    • Δεν υπάρχουν εγγεγραμμένοι χρήστες που να βλέπουν αυτή τη σελίδα.
×
×
  • Δημιουργία νέου...